«Στα ζώα η ζωή ορίζεται με την αίσθηση, στους ανθρώπους όμως με την αίσθηση και τη νόηση.» -Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια 1170a16-17
Η αριστοτελική φιλοσοφία είναι ένα στέρεο οικοδόμημα. Βιολογία, Ηθική και Πολιτική φιλοσοφία συγκροτούν ένα αδιαίρετο σύνολο. Ως εκ τούτου, δεν είναι άξια απορίας η αναφορά του Αριστοτέλη στις διαφορετικές βιολογικές λειτουργίες των ανθρώπων και των ζώων σε ένα Ηθικό έργο. Η φιλία, αν και απαντάται στα ζώα, διαφέρει από το ιδανικό που έχει ο φιλόσοφος στο μυαλό του για τον «σπουδαίο» άνθρωπο. Η βιολογία για τον ίδιο παρέχει ικανές εξηγήσεις για την ανάγκη του ανθρώπου να συμβιώνει αρμονικά με τους άλλους, καθώς η ζωή είναι ενέργεια. Επομένως, στους ανθρώπους ορίζεται όχι μόνο με την αίσθηση αλλά κυρίως με τη νόηση. Εκεί είναι που θα βασιστεί η ευδαιμονία.
«Ο άνθρωπος είναι πολιτικό ον» επαναλαμβάνει ο Αριστοτέλης στα Ηθικά του και τι πιο φυσικό από την ανθρώπινη συμβίωση (πολιτικὸν γὰρ ὁ ἄνθρωπος καὶ συζῆν πεφυκός); «Κανένας δεν θα επέλεγε να ζει μόνος κι ας είχε όλα τα αγαθά», συμπληρώνει. Και ο ευδαίμων τα έχει όλα. Για τον λόγο αυτό, δίνει την εντύπωση ότι δεν έχει την ανάγκη φίλων. Και όμως. Ο καλός άνθρωπος (σπουδαῖος) έχει την ανάγκη καλών φίλων. Ο Αριστοτέλης θα στηρίξει την άποψή του στο ότι ο άνθρωπος που είναι εξοπλισμένος με νόηση έχει συνείδηση της ύπαρξής του. Η ζωή από μόνη της είναι ευχάριστη, όμως εκείνο που την κάνει ακόμη καλύτερη, συνοψίζει ο Αριστοτέλης, είναι η συνειδητοποίηση ότι ζούμε. Σε ένα αριστουργηματικό χωρίο ξεδιπλώνει τη σκέψη του, εξυμνώντας τη συνειδητότητα της ανθρώπινης ύπαρξης:
«Αν λοιπόν αυτή η ζωή είναι κάτι αγαθό και ευχάριστο (και φαίνεται από το γεγονός ότι όλοι αυτό επιθυμούν και κυρίως οι ενάρετοι και οι ευτυχισμένοι· γιατί ο δικός τους βίος είναι ο προτιμότερος, και η ζωή τους η πιο ευτυχισμένη), αν αυτός που βλέπει αισθάνεται ότι βλέπει, και αυτός που ακούει αισθάνεται ότι ακούει, και αυτός που βαδίζει ότι βαδίζει, και όμοια με τα υπόλοιπα, συμβαίνει το ίδιο. Υπάρχει αυτό που αισθάνεται ότι ενεργούμε, ώστε αισθανόμαστε ότι αισθανόμαστε και σκεφτόμαστε ότι σκεφτόμαστε, το ότι αισθανόμαστε ή σκεφτόμαστε σημαίνει ότι υπάρχουμε (τὸ δ᾽ ὅτι αἰσθανόμεθα ἢ νοοῦμεν, ὅτι ἐσμέν) (γιατί όπως είπαμε το να υπάρχεις σημαίνει αισθάνεσαι ή σκέφτεσαι), το να αισθανόμαστε λοιπόν ότι ζούμε (τὸ δ᾽ αἰσθάνεσθαι ὅτι ζῇ) είναι ευχάριστο καθαυτό.»
Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια 1170a25-b3
Θέλουμε να συνυπάρχουμε σε ένα σύνολο και να συμβιώνουμε με τους φίλους μας. Η σχέση ισότητας αλλά και ο ενάρετος χαρακτήρας του σπουδαίου ανθρώπου δεν ξεχωρίζουν τον άλλο από το εγώ. Ο «σπουδαῖος» επιθυμεί τη φιλία, γιατί «ο φίλος είναι ένας άλλος εαυτός». Αυτό σημαίνει ότι η μεταξύ τους επικοινωνία είναι από τα πιο ευχάριστα πράγματα. Κάτι τέτοιο όμως ανήκει στο έργο του ανθρώπου. Δεν αρκεί η αίσθηση ότι ο άλλος υπάρχει. Η συμβίωση αγαθών ανθρώπων είναι απαραίτητη στην ευδαιμονία. Ο ευτυχισμένος αισθάνεται την παρουσία των φίλων του μέσα από την καθημερινή συναναστροφή μαζί τους.
«Άρα πρέπει να έχει συναίσθηση (συναισθάνεσθαι) για την ύπαρξη του φίλου του, και αυτό θα μπορούσε να συμβεί με τη συμβίωση και την επικοινωνία λόγων και σκέψεων (ἐν τῷ συζῆν καὶ κοινωνεῖν λόγων καὶ διανοίας)· διότι έτσι φαίνεται ότι θα έπρεπε να ονομάζεται η συμβίωση μεταξύ των ανθρώπων και όχι όπως είναι η συμβίωση μεταξύ των ζώων που βόσκουν όλα στο ίδιο μέρος.»
Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια 1170b10-14
Ο «σπουδαῖος», κατά τον Αριστοτέλη, δεν ζει στο πλατωνικό σπήλαιο. Δεν είναι αλυσοδεμένος ούτε αρκείται στις σκιές. Έχει συνείδηση της ύπαρξής του και των άλλων. Συνδιαλέγεται και αισθάνεται ότι ζει. Είναι ευδαίμων.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου