Η νοσταλγία βρίσκεται παντού στον αέρα, καθώς οι προσπάθειες «επιστροφής στην κανονικότητα» κορυφώνονται. Οι άνθρωποι θέλουν να επιστρέψουν σε απλούστερες εποχές, στην αθωότητα και τη ζεστασιά, στην ευτυχία και την ασφάλεια, στο να τους φροντίζουν με αγάπη και να γελούν χαρούμενα με τους φίλους και την οικογένεια.
Η αθωότητα δεν έχει να κάνει μόνο με τη νοσταλγία για όταν ήμασταν παιδιά, αλλά και για όταν ήμασταν ενήλικοι πριν μάθουμε κάτι που δεν θέλουμε να ξέρουμε τώρα. Είναι για μια εποχή που δεν χρειαζόταν να φοράμε μάσκες ούτε να σκεφτόμαστε τα φίλτρα αέρα – ακούγαμε αλλά δεν βιώναμε πανδημίες που άλλαξαν τη ζωή μας και μας έδωσαν σκληρά μαθήματα – και δεν διατηρούσαμε σχέσεις στο όνομα της «πολυπραγμοσύνης», διατηρώντας παράλληλα την ψευδαίσθηση ότι έχουμε ένα σταθερό κοινωνικό δίκτυο.
Η νοσταλγία διαφέρει από τη θλίψη, στον τρόπο που την αισθανόμαστε. Η νοσταλγία προσανατολίζει τις σκέψεις, τις λέξεις και τις συμπεριφορές προς την ανάκτηση του παρελθόντος όπως το παρουσιάζει η μνήμη μας- η θλίψη γνωρίζει ότι δεν υπάρχει επιστροφή και θρηνεί την απώλεια. Πολλά έχουν γραφτεί για τη νοσταλγία. Αλλά μου κάνει εντύπωση πόσο πολύ η νοσταλγία παρακινεί σήμερα τους ανθρώπους να φωνάζουν και να κάνουν πράγματα που απειλούν την υγεία τους και την ίδια τους τη ζωή.
Η νοσταλγία μας τυφλώνει στην πραγματικότητα με τον συναισθηματισμό της. Η θλίψη μας χτυπά σκληρά με την πραγματικότητα ότι η απώλεια είναι μόνιμη. Ίσως η νοσταλγία μας κυριεύει για να αποφύγουμε τη θλίψη.
Διαπιστώνω ότι όσες δεκαετίες κι αν περάσουν, η επιθυμία να επιστρέψω σε μια εποχή που δεν ήξερα τον Χ με τραβά δυνατά. Αυτή η κατάσταση ισχύει ιδιαίτερα για τις σχέσεις, και για μια εποχή που πίστευα ότι η οικογένεια το εννοούσε όταν δήλωνε ότι το αίμα νερό δεν γίνεται, ότι οι δεσμοί φιλίας θα ήταν παντοτινοί, ότι τίποτα δεν θα άλλαζε. Μοιραζόμασταν κοινά ενδιαφέροντα, ιδιότητες, ήθος και το να είμαστε εκεί ο ένας για τον άλλον, ό,τι κι αν προσπαθούσε να μας χωρίσει, όσο κι αν διαρκούσε ο χρόνος της δοκιμασίας.
Nομίζω ότι ήταν ο Αργεντινός συγγραφέας Χόρχε Λουίς Μπόρχες που είπε κάποτε, για ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, ότι «η μοίρα του, όπως και όλων των ανθρώπων, ήταν να ζει σε κακές εποχές». Η νοσταλγία είναι άκρως απατηλή, και τα κόλπα και τα τεχνάσματά της εξαπατούν το πνεύμα ώστε να πιστεύει, χωρίς καμία αμφιβολία, ότι οι περασμένες εποχές ήταν πάντα οι καλύτερες των εποχών. Και όπως όλες οι ασθένειες της ψυχής, είναι συχνά χειρότερη την αυγή ή μέσα στον λήθαργο των κυριακάτικων απογευμάτων.
Πρέπει να είναι η «αλγία» που κάνει τη νοσταλγία να ακούγεται άσχημα. Υποδηλώνει πόνο, όπως η νευραλγία. Μόνο που αντί να φλεγμαίνει ένα φυσικό νεύρο, ταλαιπωρεί την ψυχή, προκαλώντας μια φυσική παρόρμηση να γυρίσουμε πίσω στο χρόνο, παρόλο που κάτι τέτοιο είναι φυσικά αδύνατο. Το άλλο συστατικό της λέξης, θα πρέπει να επισημανθεί, προέρχεται από την λέξη νόστος, που σημαίνει επιστροφή.
Πρέπει να θυμόμαστε για να μπορούμε να προστατεύσουμε τους εαυτούς μας, αλλά η νοσταλγία μας δελεάζει με τη γλύκα της αθωότητας. Δυστυχώς, η νοσταλγία μας λέει ψέματα ότι μπορούμε να επιστρέψουμε στην κανονικότητα.
Κανείς δεν μπορεί να επιστρέψει στο «κανονικό», δηλαδή σε προηγούμενες εποχές. Βαθιά μέσα μας βρίσκεται η γνώση ότι το «φυσιολογικό» είναι μια ψεύτικη βιτρίνα, όπως και άλλα ιστορικά γεγονότα, έχουν αλλάξει τόσο πολύ τον κόσμο μας που η μόνη απάντηση είναι να δημιουργήσουμε έναν νέο κόσμο που θα μπορεί να μας προστατεύει από μελλοντικές καταστροφές, όποιες κι αν είναι αυτές.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου