Δευτέρα 9 Αυγούστου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Οἰδίπους ἐπὶ Κολωνῷ (337-384)

ΟΙ. ὦ πάντ᾽ ἐκείνω τοῖς ἐν Αἰγύπτῳ νόμοις
φύσιν κατεικασθέντε καὶ βίου τροφάς·
ἐκεῖ γὰρ οἱ μὲν ἄρσενες κατὰ στέγας
340 θακοῦσιν ἱστουργοῦντες, αἱ δὲ σύννομοι
τἄξω βίου τροφεῖα πορσύνουσ᾽ ἀεί.
σφῷν δ᾽, ὦ τέκν᾽, οὓς μὲν εἰκὸς ἦν πονεῖν τάδε,
κατ᾽ οἶκον οἰκουροῦσιν ὥστε παρθένοι,
σφὼ δ᾽ ἀντ᾽ ἐκείνοιν τἀμὰ δυστήνου κακὰ
345 ὑπερπονεῖτον. ἣ μὲν ἐξ ὅτου νέας
τροφῆς ἔληξε καὶ κατίσχυσεν δέμας,
ἀεὶ μεθ᾽ ἡμῶν δύσμορος πλανωμένη,
γερονταγωγεῖ, πολλὰ μὲν κατ᾽ ἀγρίαν
ὕλην ἄσιτος νηλίπους τ᾽ ἀλωμένη,
350 πολλοῖσι δ᾽ ὄμβροις ἡλίου τε καύμασι
μοχθοῦσα τλήμων δεύτερ᾽ ἡγεῖται τὰ τῆς
οἴκοι διαίτης, εἰ πατὴρ τροφὴν ἔχοι.
σὺ δ᾽, ὦ τέκνον, πρόσθεν μὲν ἐξίκου πατρὶ
μαντεῖ᾽ ἄγουσα πάντα, Καδμείων λάθρᾳ,
355 ἃ τοῦδ᾽ ἐχρήσθη σώματος, φύλαξ δέ μου
πιστὴ κατέστης, γῆς ὅτ᾽ ἐξηλαυνόμην·
νῦν δ᾽ αὖ τίν᾽ ἥκεις μῦθον, Ἰσμήνη, πατρὶ
φέρουσα; τίς σ᾽ ἐξῆρεν οἴκοθεν στόλος;
ἥκεις γὰρ οὐ κενή γε, τοῦτ᾽ ἐγὼ σαφῶς
360 ἔξοιδα, μὴ οὐχὶ δεῖμ᾽ ἐμοὶ φέρουσά τι.
ΙΣ. ἐγὼ τὰ μὲν παθήμαθ᾽ ἅπαθον, πάτερ,
ζητοῦσα τὴν σὴν ποῦ κατοικοίης τροφήν,
παρεῖσ᾽ ἐάσω· δὶς γὰρ οὐχὶ βούλομαι
πονοῦσά τ᾽ ἀλγεῖν καὶ λέγουσ᾽ αὖθις πάλιν.
365 ἅ δ᾽ ἀμφὶ τοῖν σοῖν δυσμόροιν παίδοιν κακὰ
νῦν ἐστι, ταῦτα σημανοῦσ᾽ ἐλήλυθα.
πρὶν μὲν γὰρ αὐτοῖς ἦν ἔρως Κρέοντί τε
θρόνους ἐᾶσθαι μηδὲ χραίνεσθαι πόλιν
λοιγῷ, σκοποῦσι τὴν πάλαι γένους φθοράν,
370 οἵα κατέσχε τὸν σὸν ἄθλιον δόμον·
νῦν δ᾽ ἐκ θεῶν του κἀξ ἀλειτηροῦ φρενὸς
εἰσῆλθε τοῖν τρισαθλίοιν ἔρις κακή,
ἀρχῆς λαβέσθαι καὶ κράτους τυραννικοῦ.
χὠ μὲν νεάζων καὶ χρόνῳ μείων γεγὼς
375 τὸν πρόσθε γεννηθέντα Πολυνείκη θρόνων
ἀποστερίσκει, κἀξελήλακεν πάτρας.
ὅ δ᾽, ὡς καθ᾽ ἡμᾶς ἔσθ᾽ ὁ πληθύων λόγος,
τὸ κοῖλον Ἄργος βὰς φυγὰς προσλαμβάνει
κῆδός τε καινὸν καὶ ξυνασπιστὰς φίλους,
380 ὡς αὐτίκ᾽ Ἄργος ἢ τὸ Καδμείων πέδον
τιμῇ καθέξον, ἢ πρὸς οὐρανὸν βιβῶν.
ταῦτ᾽ οὐκ ἀριθμός ἐστιν, ὦ πάτερ, λόγων,
ἀλλ᾽ ἔργα δεινά· τοὺς δὲ σοὺς ὅπῃ θεοὶ
πόνους κατοικτιοῦσιν οὐκ ἔχω μαθεῖν.

***
ΟΙ. Κατάλαβα. Εκείνοι οι δυο πήρανε τις συνήθειες
της Αιγύπτου στο φυσικό τους και στον τρόπο της ζωής.
Εκεί οι άντρες κάθονται στο σπίτι υφαίνοντας
340 στον αργαλειό, ενώ οι γυναίκες όλη μέρα τρέχουν έξω
για τη ζήση τους.
Έτσι, παιδιά μου, και μ᾽ εσάς· αυτοί που είναι φυσικό
τα βάρη της ζωής να αναλαμβάνουν, στο σπίτι την αράζουν
σαν μιξοπαρθένες, ενώ στη θέση τους σκοτώνεστε οι δυο
με τα δικά μου βάσανα.
345 Η μια, αφότου ξεπετάχτηκε κι έδεσε το κορμάκι της,
μέρα και νύχτα σέρνεται μαζί μου η δύσμοιρη,
ενός γερόντιου οδηγός· περιπλανιέται σ᾽ άγρια δάση,
ξυπόλυτη πολλές φορές και νηστική· τη δέρνουν
350 η βροχή και το λιοπύρι, κι αυτή κατάκοπη, μήτε που σκέφτεται
τις χάρες του σπιτιού, φτάνει ο πατέρας της
να ᾽χει το φαγητό του.
Αλλά κι εσύ, κορίτσι μου, άλλοτε έφερνες, για τ᾽ άθλιο κορμί μου,
όλους τους δελφικούς χρησμούς, απ᾽ τους Καδμείους κρυφά·
355 ύστερα έγινες πιστός μου φύλακας, όταν με πέταξαν
έξω απ᾽ την πόλη.
Και τώρα, Ισμήνη, ποιό το μήνυμα που φέρνεις στον πατέρα σου;
ποιά σε ξεσήκωσε από το σπίτι αποστολή;
Δεν έρχεσαι όμως μ᾽ άδεια χέρια, γι᾽ αυτό είμαι βέβαιος,
360 ανίσως και δεν φέρνεις μαντάτο φοβερό για μένα.
ΙΣ. Εγώ τα πάθη που έπαθα, πατέρα, γυρεύοντας να βρω
πού μένεις και πού ζεις, τ᾽ αφήνω κατά μέρος.
Γιατί δεν θέλω δυο φορές να βασανίζομαι,
τη μια υποφέροντας, την άλλη μιλώντας για το βάσανό μου.
Εκείνα όμως τα κακά, σ᾽ αυτά που τώρα μπλέχτηκαν
365 οι δύσμοιροί σου γιοι, ήλθα εδώ να σου τα φανερώσω.
Πρώτα λοιπόν τους συνεπήρε ο πόθος, στον Κρέοντα
ν᾽ αφήσουν εξουσία και θρόνο, να καθαρίσει η πόλη
από το μίασμα — είχαν στον νου τους την κατάρα
της παλιάς γενιάς, αυτή που κλόνισε
370 συθέμελα τον οίκο σας.
Όμως μετά μπορεί ένας θεός να τους παγίδεψε
και τ᾽ άρρωστο μυαλό τους.
Έτσι ανάμεσά τους, στους τρισάθλιους, διχόνοια ξέσπασε,
να θέλουνε κι οι δυο να πάρουν την αρχή,
το σκήπτρο το βασιλικό στο χέρι να κρατήσουν.
Τότε ο πιο νέος, μικρότερος στα χρόνια, από τον μεγαλύτερο
375 και τον πρωτότοκο, τον Πολυνείκη, ολότελα στερεί
και εξουσία και θρόνο, ώσπου τον έδιωξε κι απ᾽ την πατρίδα.
Και αυτός, όπως οι περισσότεροι το λεν᾽ στη Θήβα, εξόριστος
κατέφυγε στο κοίλο Άργος κι έδεσε εκεί μ᾽ άλλους σχέσεις στενές,
συμμάχους έκανε ασπιδοφόρους φίλους,
380 με μιαν ιδέα στο μυαλό· ή των Καδμείων τη γη
το Άργος να υποτάξει με τιμή, ή με την ήττα του
στα ύψη τους Καδμείους ν᾽ ανεβάσει.
Κι αυτά, πατέρα, λόγια δεν είναι φλύαρα του ανέμου,
για έργα πρόκειται, που να τα σκέφτεσαι και να σε πιάνει φρίκη.
Όσο για τα δικά σου βάσανα, αν οι θεοί θα δείξουν
τη συμπόνια τους, δεν είμαι εγώ σε θέση να το ξέρω.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου