Η δυνατότητα να είναι το ενσυναίσθημα μέρος της κληρονομιάς μας ως πρωτευόντων θηλαστικών πρέπει να μας κάνει ευτυχείς, αλλά συνήθως δεν αποδεχόμαστε τη φύση μας. Όταν οι άνθρωποι διαπράττουν γενοκτονίες, τους αποκαλούμε “ζώα”. Αλλά όταν δίνουν στους φτωχούς, τους επαινούμε για την -“ανθρωπιά” τους. Επιθυμούμε να μονοπωλήσουμε την τελευταία συμπεριφορά. Έπρεπε να σώσει ένας πίθηκος ένα μέλος του είδους μας για να αφυπνιστεί το κοινό στη δυνατότητα ύπαρξης μη ανθρώπινης ανθρωπιάς. Αυτό συνέβη στις 16 Αυγούστου 1996, όταν ένας οκτάχρονος θηλυκός γορίλλας, η Μπίντι Τζούα, βοήθησε ένα τριάχρονο αγόρι που είχε πέσει σε πεντέμισι μέτρα βάθος στο χώρο των πρωτευόντων θηλαστικών στον ζωολογικό κήπο Brookfield του Σικάγου. Η Μπίντι αντέδρασε αμέσως, σκύβοντας πάνω από το παιδί και μεταφέροντας το σε ασφαλές μέρος. Κάθισε σ’ ένα κούτσουρο δίπλα σ’ ένα ρέμα, λικνίζοντας το αγόρι στην αγκαλιά της και χτυπώντας το απαλά στην πλάτη πριν το πάει στο προσωπικό του ζωολογικού κήπου που περίμενε. Αυτή η απλή πράξη συμπόνιας, που καταγράφηκε από τον τηλεοπτικό φακό και έκανε το γύρο του κόσμου, άγγιξε πολλές καρδιές και η Μπίντι χαιρετίστηκε ως ηρωίδα. Ήταν η πρώτη φορά στην αμερικανική ιστορία που ένας πίθηκος βρήκε θέση στους λόγους κορυφαίων πολιτικών, οι οποίοι τον επαίνεσαν ως πρότυπο συμπόνιας.
Η έκπληξη που προκάλεσε η συμπεριφορά της Μπίντι στους ανθρώπους αποκαλύπτει πολλά για τον τρόπο που παρουσιάζονται τα ζώα στα ΜΜΕ. Στην πραγματικότητα, δεν έκανε τίποτε ασυνήθιστο, ή τουλάχιστον τίποτα που δεν θα έκανε οποιοσδήποτε πίθηκος για ένα μικρό του δικού του είδους. Ενώ τα πρόσφατα ντοκιμαντέρ για τη φύση εστιάζουν στα άγρια κτήνη (ή στους ατρόμητους άντρες που τα καθυποτάσσουν), πιστεύω ότι είναι ζωτικής σημασίας να παρουσιαστεί το αληθινό εύρος και βάθος της σύνδεσής μας με τη φύση. Αυτό το βιβλίο ερευνά τους συναρπαστικούς και τρομακτικούς παραλληλισμούς της συμπεριφοράς των πρωτευόντων θηλαστικών και της δικής μας, εστιάζοντας εξίσου το ενδιαφέρον του ανάμεσα στο καλό, το κακό και το άσχημο.
Είμαστε τυχεροί που υπάρχουν προς μελέτη ανάμεσα στα πρωτεύοντα δύο στενοί συγγενείς μας, οι οποίοι είναι τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους όσο η νύχτα με τη μέρα. Ο πρώτος είναι ένας φιλόδοξος τύπος με τραχιά όψη και υπερβολικά ευέξαπτος. Ο άλλος είναι υπέρμαχος της ισότητας, υπερασπιστής ενός ελεύθερου τρόπου ζωής. Όλοι ξέρουν το χιμπατζή, που είναι γνωστός στην επιστήμη από τον 17ο αιώνα. Η ιεραρχική και δολοφονική συμπεριφορά του ενέπνευσε τη διαδεδομένη άποψη περί ανθρώπων ως «πιθήκων δολοφόνων». Είναι το βιολογικό πεπρωμένο μας, υποστηρίζουν ορισμένοι επιστήμονες, να αρπάζουμε την εξουσία συντρίβοντας τους άλλους και να πολεμάμε στον αιώνα τον άπαντα. Έχω γίνει μάρτυρας αιματοχυσίας μεταξύ χιμπατζήδων, έτσι θα συμφωνήσω με την άποψη ότι έχουν μια ροπή προς τη βία. Αλλά δεν πρέπει να αγνοήσουμε τον άλλο στενό συγγενή μας, τον μπονόμπο, που ανακαλύφθηκε μόλις τον περασμένο αιώνα. Οι μπονόμπο είναι μια ξένοιαστη παρέα με υγιείς σεξουαλικές ορέξεις. Ειρηνικοί από τη φύση τους, διαψεύδουν την άποψη ότι η καταγωγή μας είναι αμιγώς αιμοδιψής.
Είναι το ενσυναίσθημα που επιτρέπει στους μπονόμπο να καταλάβουν ο ένας τις ανάγκες και τις επιθυμίες του άλλου και να βοηθήσουν στην πραγματοποίησή τους. Όταν η δίχρονη κόρη ενός θηλυκού μπονόμπο, της Λίντα, κλαψούριζε στη μητέρα της σουφρώνοντας τα χείλη, σήμαινε ότι ήθελε να θηλάσει. Αλλά το εν λόγω νήπιο ήταν στον βρεφικό σταθμό του ζωολογικού κήπου του Σαν Ντιέγκο και επιστράφηκε στην ομάδα πολύ καιρό αφότου είχε στερέψει το γάλα της Λίντα. Όμως, η μητέρα κατάλαβε και πήγε στην πηγή για να γεμίσει το στόμα της με νερό. Έπειτα, κάθισε μπροστά στην κόρη της και ζάρωσε τα χείλια της έτσι ώστε το μικρό να μπορέσει να πιει. Η Λίντα επανέλαβε το ταξίδι της στην πηγή τρεις φορές, έως ότου η κόρη της ικανοποιήθηκε.
Αυτού του είδους η συμπεριφορά, που αφορά την εκδήλωση ενσυναισθήματος, μας ασκεί μια ιδιαίτερη έλξη. Αλλά αυτή ακριβώς η ικανότητα κατανόησης των άλλων καθιστά επίσης πιθανή τη σκόπιμη πρόκληση βλάβης. Και η συμπόνια και η σκληρότητα στηρίζονται στη δυνατότητα να υποθέτουμε ότι μια συγκεκριμένη συμπεριφορά έχει συγκεκριμένες επιπτώσεις κάποιον άλλον. Ζώα με μικρούς εγκεφάλους, όπως οι καρχαρίες, μπορούν βεβαίως να βλάψουν τους άλλους, αλλά το κάνουν χωρίς να έχουν την παραμικρή ιδέα γι’αυτό που οι άλλοι μπορούν να αισθανθούν. Οι εγκέφαλοι των πιθήκων, από την άλλη πλευρά, φτάνουν στο 1/3 του μεγέθους των δικών μας, πράγμα που τους καθιστά αρκετά σύνθετους για την έκφραση σκληρότητας. Όπως τα αγόρια που πετροβολούν τις πάπιες σε μια λίμνη, έτσι και οι πίθηκοι μερικές φορές προκαλούν πόνο για να διασκεδάσουν. Σε ένα παιχνίδι, νεαροί χιμπατζήδες εργαστηρίου δελέαζαν τα κοτόπουλα να πλησιάσουν έναν φράκτη πετώντας τους ψίχουλα ψωμιού. Κάθε φορά που τα αφελή κοτόπουλα πλησίαζαν, οι χιμπατζήδες τα χτυπούσαν με ένα ραβδί ή τα τσιμπούσαν με ένα μυτερό κομμάτι καλώδιο. Αυτό το παιχνίδι του Ταντάλου, το οποίο τα κοτόπουλα ήταν αρκετά χαζά για να παίξουν (αν και μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι δεν ήταν καθόλου παιχνίδι γι’ αυτά), επινοήθηκε από τους χιμπατζήδες για να διασκεδάσουν την πλήξη τους. Το εξέλιξαν σε τέτοιο σημείο, ώστε να κατανείμουν τους ρόλους τους: ένας πίθηκος αναλάμβανε να βάλει το δόλωμα και κάποιος άλλος να τα χτυπήσει.
Οι πίθηκοι μας μοιάζουν τόσο πολύ που είναι γνωστοί ως ανθρωποειδή, από την Ελληνική λέξη που σημαίνει “αυτόν που έχει ανθρώπινα χαρακτηριστικά”. Η τόσο στενή συγγένεια με δύο πολύ διαφορετικές κοινωνίες είναι εξαιρετικά διδακτική. Ο διψασμένος για εξουσία και βίαιος χιμπατζής βρίσκεται σε αντίθεση με τον ειρηνόφιλο και ερωτικό μπονόμπο – όπως ο δόκτωρ Τζέκιλ και ο κύριος Χάιντ. Η φύση μας είναι ο αταίριαστος γάμος αυτών των δύο. Η σκοτεινή πλευρά μας είναι οδυνηρά εμφανής: εκτιμάται ότι μόνο τον 20ό αιώνα, 160 εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από πολέμους, γενοκτονίες και πολιτική καταπίεση- εξαιτίας της ανθρώπινης δυνατότητας για άσκηση βίας. Ακόμα πιο ανατριχιαστικές από αυτούς τους αδιανόητους αριθμούς είναι οι πιο προσωπικές εκφράσεις της ανθρώπινης σκληρότητας, όπως το τρομερό γεγονός που συνέβη σε μια μικρή πόλη του Τέξας το 1998, στην οποία τρεις λευκοί προσφέρθηκαν να πάρουν μαζί τους στο αυτοκίνητο έναν 49χρονο μαύρο. Αντί να τον πάνε στο σπίτι του, τον οδήγησαν σε μια ερημιά, τον κτύπησαν, τον έδεσαν στο φορτηγό τους και τον έσυραν κατά μήκος ενός ασφαλτοστρωμένου δρόμου επί πολλά χιλιόμετρα, με αποτέλεσμα να αποκοπεί το κεφάλι και το δεξί του χέρι.
Είμαστε ικανοί για τέτοιες αγριότητες, παρά ή ίσως εξαιτίας της δυνατότητάς μας να φανταστούμε τι αισθάνονται οι άλλοι. Από την άλλη πλευρά, όταν αυτή η ίδια δυνατότητα συνδυάζεται με μια θετική στάση, μας ωθεί να στείλουμε τρόφιμα σε ανθρώπους που πλήττονται από λιμούς, να καταβάλουμε γενναίες προσπάθειες για να σώσουμε ανθρώπους τελείως ξένους (όπως σε περιπτώσεις σεισμών και πυρκαγιών), να κλάψουμε όταν ακούμε μια λυπητερή ιστορία ή να πάρουμε μέρος στην αναζήτηση του αγνοούμενου παιδιού του γείτονα. Και με τη σκληρή και με τη συμπονετική μας πλευρά, βρισκόμαστε στον κόσμο σαν το κεφάλι του Ιανού: τα δύο μας πρόσωπα κοιτάζουν προς αντίθετες κατευθύνσεις. Αυτό μπορεί να μας προκαλέσει τέτοια σύγχυση, ώστε μερικές φορές να υπεραπλουστεύουμε το χαρακτήρα μας. Είτε υποστηρίζουμε ότι είμαστε η «κορωνίδα της δημιουργίας» είτε παρουσιαζόμαστε ως οι μόνοι πραγματικά κακοί.
Γιατί να μην αποδεχθούμε ότι είμαστε και τα δυο; Αυτές οι δύο όψεις του είδους μας αντιστοιχούν σε εκείνες των πιο στενών εν ζωή συγγενών μας. Ο χιμπατζής καταδεικνύει τόσο καλά τη βίαιη πλευρά της ανθρώπινης φύσης, ώστε λίγο, είναι οι επιστήμονες που ασχολούνται με οποιοδήποτε άλλο χαρακτηριστικό του. Όμως είμαστε επίσης άκρως κοινωνικά πλάσματα, στηριζόμαστε ο ένας στον άλλο και χρειαζόμαστε πραγματικά την κοινωνική διάδραση για να ζήσουμε μια υγιή και ευτυχισμένη ζωή. Μετά το θάνατο, η πιο σκληρή τιμωρία είναι η απομόνωση. Το σώμα και το μυαλό μας δεν είναι φτιαγμένα για μια μοναχική ζωή. Η απουσία ανθρώπινης συντροφιάς μάς προκαλεί βαθιά μελαγχολία και έχει επιπτώσεις στην υγεία μας. Σε μια πρόσφατη ιατρική μελέτη, υγιείς εθελοντές που εκτέθηκαν στο κρύο και σε ιούς γρίπης αρρώσταιναν ευκολότερα αν δεν είχαν φίλους και συγγενείς κοντά τους.
Οι γυναίκες κατανοούν απόλυτα αυτή την ανάγκη για επαφή. Στα θηλαστικά, η γονική φροντίδα δεν μπορεί να χωριστεί από το θηλασμό. Κατά τη διάρκεια των 180 εκατομμυρίων ετών εξέλιξης των μαστοφόρων, τα θηλυκά που ανταποκρίθηκαν στις ανάγκες των απογόνων τους υπερτέρησαν αριθμητικώς εκείνων που ήταν ψυχρά και απόμακρα. Καθώς καταγόμαστε από μια μακραίωνη σειρά μητέρων που θήλασαν, τάισαν, καθάρισαν, παρηγόρησαν και υπεράσπισαν τα μικρά τους, δεν πρέπει να εκπλαγούμε από τις διαφορές που παρουσιάζουν τα φύλα σχετικά με το ανθρώπινο ενσυναίσθημα. Οι διαφορές αυτές εμφανίζονται πολύ πριν από την κοινωνικοποίηση: το πρώτο σημάδι ενσυναισθήματος -το κλάμα ενός μωρού όταν ακούει ένα άλλο μωρό να κλαίει- είναι ήδη πιο χαρακτηριστικό στα κοριτσάκια απ’ ό,τι στα αγοράκια. Και αργότερα, στη ζωή, το ενσυναίσθημα παραμένει περισσότερο αναπτυγμένο στις γυναίκες απ ό,τι στους άντρες. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι άντρες στερούνται ενσυναισθήματος ή ότι δεν χρειάζονται την επαφή με τους άλλους, αλλά την επιδιώκουν περισσότερο με τις γυναίκες απ’ ό,τι με άλλους άντρες. Μια μακροχρόνια σχέση με μια γυναίκα, όπως ο γάμος, είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος για έναν άντρα για να προσθέσει χρόνια στη ζωή του. Η άλλη πλευρά αυτής της εικόνας είναι ο αυτισμός- μια διαταραχή στο ενσυναίσθημα που μας εμποδίζει να έρθουμε σε επαφή με τους άλλους- ο οποίος είναι τέσσερις φορές πιο κοινός στους άντρες παρά στις γυναίκες.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου