Η αρχή της φιλοσοφίας μοιάζει σαν την αρχή του κόσμου, γι' αυτό και η πρώτη φιλοσοφική σκέψη είναι ένα είδος μήτρας της φιλοσοφίας. Η απεριόριστη επιθυμία για απαντήσεις σε βαθιά ερωτήματα οδήγησαν σε μια καλλιέργεια του πνεύματος που έγινε ο σπόρος του φιλοσοφικού στοχασμού. Ερωτήματα για το πού ξεκίνησε ο κόσμος, πώς έφτασε στην παρούσα φάση του, πώς λειτουργεί, αν υπάρχει κάποια νομοτέλεια που τον διέπει, πώς άρχισαν οι πρώτες κοινωνίες κ.α. Η ελεύθερη και άφοβη έρευνα για την ερμηνεία του κόσμου, ως σύνολο, οδήγησε στη γέννηση του φιλοσοφικού στοχασμού.
Η φιλοσοφία, όπως παρουσιάζεται στην ιστορία του ελληνικού και του δυτικού πολιτισμού, δεν ήρθε στον κόσμο ως ένα ξαφνικό ξέσπασμα της ανθρώπινης σκέψης, ως μια επαναστατική καινοτομία ή ως μια ριζοσπαστική ξαφνική αλλαγή. Η φιλοσοφία ήταν αποτέλεσμα μιας βαθμιαίας ανάπτυξης που άρχισε από πολύ παλιά. Μοιάζει σαν να προηγήθηκε μια περίοδος κύησης που οδήγησε στη γέννησή της, και έτσι ξεπήδησε σαν ένας καινούργιος ζωντανός οργανισμός γεμάτος δίψα για ζωή και ανάπτυξη.
Ντύθηκε με τις αρχές του μύθου και της θρησκείας και βαθμιαία αναδύθηκε ο φωτεινός λόγος, η λαμπρότητα, η ευκινησία και η πλαστικότητα του ελληνικού πνεύματος στα ευρύτερα πλαίσια της όλης ανάπτυξης και εξέλιξης του ανθρώπου.
Το σταθερό χαρακτηριστικό της φιλοσοφικής πορείας είναι μία συνεχής ανοιχτή διαδικασία μετασχηματισμού των μύθων και των στοιχείων του, σε τάξεις εννοιών και σε ορθολογικά σχήματα ερμηνείας του κόσμου. Έχει σημαντικό νόημα γιατί η πρώτη φιλοσοφική σκέψη είναι μοναδικά σημαντική, όχι μόνο ως αρχή αλλά και ως μήτρα της φιλοσοφίας.
Με την εμφάνιση των πρώτων οργανωμένων ομάδων, με στοιχειώδη κοινωνική και οικονομική οργάνωση εμφανίζεται και ο πρώτος «φυσικός επιστήμονας», ο Μάγος της ομάδας και αργότερα του χωριού χωρίς κάποια εξειδίκευση. Ο Μάγος με βάση την προφορική και προσωπική μεταφορά γνώσης επιφορτίζεται το ρόλο του γιατρού, του ιερέα, του προφήτη, του καλλιτέχνη, του επιστήμονα. Αποστολή του η επιβίωση της ομάδας. Ουσιαστικά οι δεισιδαιμονικές αντιλήψεις του Μάγου για τα φυσικά φαινόμενα και η θεοποίηση των περισσοτέρων φορέων τους (ήλιος, ουρανός, σύννεφο, βροχή, βροντή, κεραυνός, κ.α.) αποτελούν τις πρώτες φυσικές θεωρίες για τον κόσμο.
Με τους πρώτους στοχαστές αρχίζουν και οι σκέψεις για το πρόβλημα της αρχής του κόσμου. Ο όρος αρχή δεν είναι προσωκρατικός φιλοσοφικός όρος, παρά τεχνικός όρος της Περιπατητικής φιλοσοφίας του Αριστοτέλη. Βασικά σημαίνει χρονική αρχή και αιτία, όχι μόνο με χρονικό αλλά και με λογικό νόημα. Η πρώτη αρχή ταυτίζεται με την αρχή του κόσμου ή θεωρείται μαζί και ως διαρκώς παρούσα και ενεργούσα πρώτη αιτία όλων όσων συμβαίνουν στον κόσμο.
Η πρώτη φιλοσοφική σκέψη έρχεται στο φως καθώς ορισμένοι άνθρωποι βρέθηκαν σε θέση να δώσουν ορθολογικές απαντήσεις σε γενικά ερωτήματα για τον κόσμο και την τρέχουσα ζωή. Ερωτήματα για το πού ξεκίνησε ο κόσμος και πώς έφτασε στην παρούσα φάση του, πώς λειτουργεί, αν υπάρχει κάποια νομοτέλεια που τον διέπει, πώς οι άνθρωποι άρχισαν να συγκροτούν κοινωνίες κ.α. Σε αυτά τα ερωτήματα, που υπήρχαν ήδη από νωρίτερα, απέδιδαν απαντήσεις μέσα από τη θρησκεία και την τέχνη, κυρίως με κοσμογονικά και θεογονικά ποιητικά έργα, αλλά και μέσα από το μύθο. Όλες αυτές οι απαντήσεις δεν ανήκαν στη φιλοσοφία αφού δεν έδιναν λογικές εξηγήσεις στα ερωτήματα του κόσμου.
Γενικότερα, η φιλοσοφία, η επιστήμη, η θρησκεία και η τέχνη είναι μορφές με τις οποίες μια κοινωνία ή μια εποχή δίνει έκφραση στις ανησυχίες, στα ενδιαφέροντα και στα ιδανικά των ανθρώπων για τον κόσμο, εκφράζοντας τους ποικίλους τρόπους αντιμετώπισης των ανθρώπινων προβλημάτων και τους ποικίλους φωτισμούς της πραγματικότητας.
Το πιο ουσιαστικό γνώρισμα, που θεμελιώνει τη νομιμότητα της φιλοσοφικής σκέψης στα πρώτα βήματά της, δεν είναι τόσο το είδος των προβλημάτων που αντιμετώπισαν οι δημιουργοί της, όσο ο τρόπος αντιμετώπισής τους. Η χρήση της λογικής και η επιχειρηματολογία είναι δύο όψεις που νομιμοποιούν από τη αρχή τον φιλοσοφικό στοχασμό διαχωρίζοντάς τον από την κοινή σκέψη, τον ποιητικό στοχασμό, τη μυθική και θρησκευτική κοσμοθεωρία.
Γιατί, Φιλοσοφία, είναι η επιστήμη που ασχολείται με ερωτήματα, προβλήματα ή απορίες που μπορούμε να αποκαλέσουμε οριακά, θεμελιώδη, ή έσχατα, όπως αυτά της ύπαρξης, της γνώσης, της αξίας, της αιτίας, της γλώσσας και του νου. Ξεχωρίζει από άλλους τρόπους αντιμετώπισης των παραπάνω προβλημάτων, από την κριτική και γενικώς συστηματική προσέγγιση των θεμάτων και την οικοδόμησή της πάνω σε λογικές εξηγήσεις. Ξεκίνησε από την πίστη ότι κάτω από αυτό το προφανές χάος κρύβεται μια μονιμότητα και ενότητα, προσιτή αν όχι στις αισθήσεις, οπωσδήποτε στο νου.
Η λέξη φιλοσοφία ετυμολογικά είναι σύνθετη και προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό φιλείν που σημαίνει αγαπώ και το δεύτερο συνθετικό τη λέξη σοφία, δηλαδή, αγάπη για τη σοφία. Η φιλοσοφία δεν είναι παρά η προπαρασκευαστική άσκηση για τη σοφία. Η φιλοσοφία μάς ανοίγει νέους δρόμους και αναζητά απαντήσεις σε ερωτήματα που πιθανώς ξεπερνούν τις ανθρώπινες γνωστικές δυνατότητες, βοηθώντας στη διερεύνηση των ορίων της ανθρώπινης σκέψης, ακόμα και όταν δεν φτάνει σε κάποιο αποτέλεσμα ο επαγωγικός της προβληματισμός. Δεν θα ήταν λάθος να πούμε ότι, φιλοσοφία είναι σκέψη πάνω στην ίδια τη σκέψη και τις δυνατότητές της.
Γενικότερα θα μπορούσαμε να πούμε ότι φιλοσοφική σκέψη είναι η διανοητική διερεύνηση βαθέων ερωτημάτων για τη σχέση του ανθρώπου με τον κόσμο και τη θέση του σε αυτόν. Είναι οι στιγμές του φιλοσοφικού στοχασμού που έχουν να κάνουν με την ισχύ των πεποιθήσεών μας και την αξία των πράξεών μας ανιχνεύοντας έναν απώτερο ορίζοντα. Σημασία δεν έχουν τόσο οι απαντήσεις αλλά τα ίδια τα ερωτήματα και η προσπάθεια για να συλλάβουμε τις δυνατές απαντήσεις, τις πλησιέστερες στην αλήθεια.
Η φιλοσοφία δεν αρκείται στην ανάλυση της πραγματικότητας του εμπειρικού κόσμου, αλλά διατυπώνει προτάσεις για την αλλαγή του. Ένας φιλόσοφος δεν ικανοποιείται στο να διατυπώσει πώς έχουν τα πράγματα, αλλά προχωρά και σε συγκεκριμένες προτάσεις για το πώς θα μπορούσαν να είναι.
Βέβαια, είναι σημαντικό να διευκρινίσουμε ότι, η ίδια η διάκριση της φιλοσοφίας σε διαφορετικές περιοχές αλλάζει από τη μία περίοδο στην άλλη και από τον έναν φιλόσοφο στον άλλο. Οι εκάστοτε φιλόσοφοι, σύμφωνα με το εννοιολογικό περιεχόμενο που προέβαλλαν στη φιλοσοφία, δημιουργούσαν και το ανάλογο φιλοσοφικό ρεύμα της εποχής.
Εύστοχα ο Βρετανός φιλόσοφος, μαθηματικός και ειρηνιστής Μπέρτραντ Ράσελ (Bertrand Russell) διατυπώνει πως: «φιλοσοφία, είναι μια δεξαμενή γνώσεων που ακόμα είναι ανέτοιμες προς εξειδικευμένη επιστημονική διαπραγμάτευση. Επομένως, όπως έχει ιστορικά αποδειχθεί άλλωστε, η φιλοσοφία είναι η επιστήμη των επιστημών, ο κορμός της διεπιστημονικής γνώσης, ο άσβεστος πόθος αναζήτησης του ανθρώπου. Πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι σύγχρονες θετικές επιστήμες (Μαθηματικά, Φυσική, Χημεία, Ιατρική, Αστρονομία κ.α.) αλλά και οι μεταγενέστερες θεωρητικές (Ψυχολογία, Κοινωνιολογία κ.α.) ξεπήδησαν μέσα από το φιλοσοφικό στοχασμό».
Η Φιλοσοφία έχει δύο κύριες πλευρές και καθώς ωριμάζει αναπτύσσεται και μια τρίτη: α) Θεωρητική ή Επιστημονική που είναι η προσπάθεια του ανθρώπου να εξηγήσει τον κόσμο μέσα στον οποίο ζει, τον μακρόκοσμο. β) Η Πρακτική που περιλαμβάνει την Ηθική και την Πολιτική, που έχει να κάνει με τη γνώση του ίδιου του ανθρώπου, του μικρόκοσμού του, της φύσης του και της θέσης του στον κόσμο καθώς και τους συνανθρώπους του. Δημιουργήθηκε και μια τρίτη πλευρά που είναι η Κριτική Φιλοσοφία που περιλαμβάνει τη Λογική και την Επιστημολογία ή Θεωρία της Γνώσης που έχει να κάνει με τη μαρτυρία των αισθήσεων. Οι αισθήσεις που συνήθως μας εξαπατούν και πρέπει να τις ελέγχουμε και να τις αναλύουμε. Έτσι δημιουργείται και το πέρασμα στην αυτοσυνείδηση της φιλοσοφίας.
Η Απαρχή
Ο φιλοσοφικός στοχασμός άρχισε να ξετυλίγεται απλοϊκά, μέσα από το ενδιαφέρον των πρωτόγονων ανθρώπων ξεκινώντας την ενατένιση του ουρανού, με το πλήθος των εντυπωσιακών φαινομένων αλλά και των αλλαγών των εποχών που άρχισε να εκδηλώνεται σαν σκέψη, δημιουργώντας τα πρώτα εξελικτικά βήματα προς την επιστήμη. Η πρώτη αυτή αντίληψη και η ενστικτώδης αντιμετώπιση των φυσικών φαινομένων με τη διαδοχική επανάληψη μεταβλήθηκε σε εμπειρική γνώση που αποτέλεσε το πρώτο είδος γνώσης του φυσικού περιβάλλοντος. Κύρια αφορμή στάθηκε η παρατήρηση των δύο θεμελιωδών φαινομένων, αφενός μεν της ημερήσιας περιστροφής της ουράνιας σφαίρας και όλων των παρατηρούμενων αστρικών αντικειμένων και αφετέρου της ετήσιας μεταφορικής κίνησης του Ήλιου.
Για πολλούς αιώνες ο άνθρωπος αγωνίσθηκε να κατανοήσει και να αποδείξει πώς δημιουργούνται αυτά τα δύο φαινόμενα, εάν δηλαδή οφείλονται στην περιφορά του συνόλου των αστέρων γύρω από την ακίνητη Γη, ή αν οφείλονται στην περιστροφή της Γης γύρω από τον άξονά της, βεβαίως, καθώς η Γη περιφέρεται γύρω από τον Ήλιο, το ακίνητο έως τότε κέντρο του κόσμου. Ως φυσιολογικό αποτέλεσμα επήλθε η διαίρεση των σοφών της αρχαιότητας σε δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις, δηλαδή, στους οπαδούς της ηλιοκεντρικής θεώρησης του κόσμου και στους οπαδούς της γεωκεντρικής θεώρησης. Οι οπαδοί της γεωκεντρικής θεώρησης του κόσμου, αποτελούσαν τη συντριπτική πλειοψηφία.
Αυτή η απαραβίαστη πίστη στο γεωκεντρικό σύστημα εκείνης της εποχής είχε καθαρά θρησκευτική προέλευση και βασιζόταν στην ακλόνητη πεποίθηση ότι η Γη, ως κατοικία των θεών, αποτελεί το ακίνητο κέντρο του Σύμπαντος. Είμαστε το Κέντρο του Σύμπαντος.
Παρόλο που η αστρονομική μελέτη των αρχαίων διενεργείτο κύρια από το ιερατείο, τα αποτελέσματά της είχαν εφαρμογή στη γεωργία, τη ναυσιπλοΐα κ.ά. ενώ μας αποκαλύπτεται το γεγονός πως, οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν πως το ουράνιο Σύμπαν υπήρχε για να τους «υπηρετεί». Πραγματικά, με βάση, τη φυσική περιέργειά τους για μάθηση και ερμηνεία της αρχής του κόσμου, δηλαδή για φυσικό διαλογισμό και διατύπωση κοσμολογικών «πιστεύω», προσπάθησαν να αναλύσουν τη φυσική δομή των ουράνιων σωμάτων και τη δυναμική σχέση μεταξύ τους. Σε αυτή τους την προσπάθεια επινόησαν όργανα όπως ο Αστρολάβος, ο Γνώμων, το Ηλιακό Ρολόι, η Ουράνια Σφαίρα, ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων κ.ά., τα οποία θεωρούνται πρόδρομοι των σημερινών ρολογιών και υπολογιστικών μηχανών για τη χρήση των αστερισμών στα θαλασσινά ταξίδια αλλά και για εφαρμογές στη μέτρηση του χρόνου και αλλού.
Για την κατασκευή τέτοιων πολύπλοκων οργάνων απαιτείτο ανεπτυγμένη γεωμετρική αίσθηση, που χαρακτήριζε αρκετούς παραποτάμιους πολιτισμούς, αλλά και λεπτές έννοιες, υψηλής διανόησης, αφηρημένης επιστημονικής σκέψης και μαθηματικής δεξιότητας.
Μπορούμε επίσης να μιλήσουμε για φιλοσοφία πριν από τη φιλοσοφία ορμώμενοι από ένα ρεύμα όπου οι πρακτικές και οι θεωρίες έχουν άμεση σχέση με μια θεμελιώδη απαίτηση της ελληνικής νοοτροπίας. Τη βαθιά επιθυμία για μόρφωση και διαπαιδαγώγηση του πνεύματος, που αντιστοιχεί στη διαμόρφωση του ανθρώπου μέσω της κουλτούρας-καλλιέργειας έτσι όπως θα έπρεπε να είναι σύμφωνα με τη φιλοσοφία, αυτό που οι Έλληνες ονόμαζαν παιδεία.
Σε μια εποχή όπου τα όρια ανάμεσα στην επιστημονική και τη φιλοσοφική θεώρηση του κόσμου ήταν ακόμη ασαφή, οι πρώτοι φιλόσοφοι και επιστήμονες, πέραν του έντονου ενδιαφέροντός τους για το φυσικό κόσμο και το σύμπαν, ασχολήθηκαν και με προβλήματα βιολογίας, φυσιολογίας, ιατρικής, ζωογονίας και ανθρωπογονίας. Οι απαντήσεις τους στα φιλοσοφικά ερωτήματα για τη ζωή, τον θάνατο, την ψυχή κ.ά., συχνά ιδιότυπες, ασκούν γοητεία έως και σήμερα. Τα ερωτήματά τους για το πεπερασμένο του ανθρώπου και η αγωνία για τον θάνατο ήταν ήδη κεντρικά θέματα της ποίησης και δεν έμεναν αναπάντητα. Τους απασχόλησαν ακόμη και ζητήματα ηθικής και πολιτικής φιλοσοφίας, χωρίς ωστόσο αυτά να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή των ενδιαφερόντων τους.
Η Ανάπτυξη
Η εξέλιξη που οδήγησε στη γένεση της αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας τον 6ο αιώνα π.Χ. έχει χαρακτηριστεί, πολύ εκφραστικά, ως πέρασμα από τον μύθο στο λόγο. Ο μύθος υπήρξε ο πρώτος φορέας γνώσης για την ανθρωπότητα, υπήρξε το θεμέλιο πάνω στο οποίο η ανθρωπότητα άρχισε να αναπτύσσει τη δική της σκέψη. Μέσα από την παράδοση των μύθων υπήρχε η ερμηνεία για τη δημιουργία του κόσμου ή ορισμένων φυσικών φαινομένων που εμφανίζονταν σαν θεωρίες διατυπωμένες από συγκεκριμένους στοχαστές. Επίσης, η αυθεντία της παράδοσης που από μόνη της εγγυάται την ορθότητα των ερμηνειών, οδήγησε σε ενδείξεις και επιχειρήματα που διατυπώνονταν με λογική και συνέπεια.
Εξάλλου, η απρόσωπη και απομυθοποιημένη έκφραση είναι το αποφασιστικό βήμα για τη διατύπωση αφηρημένων εννοιών και γενικών κανόνων. Από την άλλη πλευρά, η παραστατική απεικόνιση της πραγματικότητας και ο μύθος δεν έλειψαν από τη φιλοσοφία ούτε στα πρώτα της ούτε στα προχωρημένα της στάδια. Οι μύθοι στον Πλάτωνα είναι ένα κλασικό παράδειγμα όπου συχνά, ιδίως στην πρώιμη ελληνική φιλοσοφία, δυσκολευόμαστε να ξεχωρίσουμε τη μεταφορική από την κυριολεκτική χρήση της γλώσσας και ιδιαίτερα στον ποιητικό στοχασμό που χρησιμοποιείται σαν μανδύας του μύθου. Η απομυθοποιημένη έκφραση, άλλωστε, δεν ήταν πάντοτε εγγύηση ορθολογικότητας και μη δογματισμού.
Από την εποχή της εμφάνισης των Ελλήνων φιλοσόφων πριν από 2,5 χιλιετίες στην αρχαία Ιωνία, στην ευρύτερη περιοχή μας, μεταξύ 600 π.Χ. και 450 μ.Χ., η έρευνα του ουρανού αλλάζει μορφή, λαμβάνει επιστημονικό χαρακτήρα και η μυθολογική ερμηνεία των ουράνιων φαινομένων αντικαθίσταται από την επιστημονική επανάσταση. Ακριβώς στην Ιωνία, αναπτύχθηκε η νέα αντίληψη, σύμφωνα με την οποία το Σύμπαν είναι κατανοητό διότι έχει εσωτερική τάξη, διότι στη Φύση υπάρχουν κανονικότητες που επιτρέπουν την αποκάλυψη των μυστικών της και της λειτουργίας της.
Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτή η επανάσταση συνέβη στην Ιωνία και όχι σε κάποια από τις μεγάλες πόλεις της Ινδίας, Αιγύπτου, Βαβυλωνίας, Κίνας ή Μεσοαμερικής. Ίσως επειδή η Ιωνία είχε κάποια πλεονεκτήματα σαν νησιωτικό βασίλειο. Η απομόνωσή της, έστω και ατελής, βοήθησε στο να δημιουργηθεί μια ποικιλομορφία. Λόγω των πολλών νησιών της, χαρακτηριζόταν από μια ποικιλία πολιτικών συστημάτων. Δεν υπήρχε μία δύναμη που θα μπορούσε να επιβάλει κοινωνική και πνευματική ομοιομορφία σε όλα της τα νησιά. Αυτό είχε ως συνέπεια την ανάπτυξη της ελεύθερης έρευνας και της αναζήτησης, έτσι ώστε η τάση για τη δεισιδαιμονία της εποχής να μην αποτελεί πλέον πολιτική ανάγκη.
Σε αντίθεση με άλλους λαούς, οι Ίωνες βρίσκονταν στο σταυροδρόμι πολιτισμών και όχι στο κέντρο ενός πολιτισμού. Ήταν ακριβώς η Ανατολική Μεσόγειος, όπου οι μεγάλοι πολιτισμοί της Αιγύπτου και της Μεσοποταμίας, αλλά και της Αφρικής, Ασίας και Αιγύπτου συναντήθηκαν και αλληλοεπηρεάστηκαν μέσα σε ένα πνεύμα έντονης αντιπαράθεσης προκαταλήψεων, διαφορετικών γλωσσών, ιδεών και θεοτήτων. Έτσι, λοιπόν, εμφανίσθηκε η μεγάλη ιδέα. 'Aρχισε η συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι μπορεί να υπάρξει η γνώση του κόσμου, χωρίς την εκ των προτέρων παραδοχή της ύπαρξης των πολλών θεών. Πως πρέπει να υπάρχουν αρχές, δυνάμεις και φυσικοί νόμοι που μπορούν να κατανοηθούν, χωρίς να είναι απαραίτητη η ερμηνεία της πτώσης ενός πουλιού, στην απευθείας παρέμβαση του Δία. Στην Ιωνία, λοιπόν, γεννήθηκε η επιστήμη που οδήγησε στην μεγάλη επανάσταση της ανθρώπινης σκέψης. Οι Ίωνες απέρριψαν εκείνες τις σκέψεις που στήριζαν την ερμηνεία γεγονότων πάνω στη δεισιδαιμονία και απελευθερώνοντας τη δύναμη της ίδιας της σκέψης έκαναν θαύματα.
Το γνωστό Ηραίο στη Σάμο είναι η πιο τρανή απόδειξη. Από τα αναθήματα που έχουν βρεθεί φαίνεται ότι η θρησκευτική επιρροή του ναού απλωνόταν σε όλη την Ελλάδα, τη Μικρά Ασία, μέχρι και την Αίγυπτο, συγκρίσιμη με την επιρροή του Μαντείου των Δελφών. Εκτός από τα αφιερώματα των Σαμίων και των άλλων Ελλήνων προς τη μεγάλη θεά, βρέθηκαν και αφιερώματα από την Κύπρο, την Αίγυπτο, ακόμη και από χώρες της Μ. Ασίας και της Μ. Ανατολής.
Μπορούμε να πούμε πως η απαρχή για την μεταστροφή - επανάσταση της σκέψης ήταν πως, ο άνθρωπος άρχισε να «σκέφτεται» με τα χέρια του, φτιάχνοντας τα πρώτα λίθινα εργαλεία του. Βελτιώνοντας τη διανοητική-ορθολογική του σκέψη, μέσα από την χειρωνακτική εργασία, το πείραμα, την παρατήρηση, άρχισε να οργανώνεται και να αναπτύσσεται φτιάχνοντας εργαλεία από κόκαλα, ξύλο, μέταλλα κ.α. με αποτέλεσμα την οργάνωση στην γεωργία, την κτηνοτροφία και την αγγειοπλαστική. Κάποιοι από τους λαμπρούς Ίωνες στοχαστές ήταν παιδιά ναυτικών, αγροτών, υφαντών, συνηθισμένα στη χειρωνακτική εργασία, σε αντίθεση με τους ιερείς και γραφείς των άλλων εθνών, οι οποίοι είχαν μεγαλώσει μέσα στην πολυτέλεια και ήταν απρόθυμοι να πειραματιστούν λερώνοντας τα χέρια τους.
Η περιοχή της Μιλήτου υπήρξε μια από τις πλέον ευημερούσες πόλεις της Μικράς Ασίας, καθώς και το λίκνο μιας πολύ μεγάλης φιλοσοφικής σχολής. Συχνά ερχόταν σε ρήξη με τους γειτονικούς Λυδούς, όμως, στα τέλη του 7ου π.Χ. αιώνα, ο τύραννος Θρασύβουλος, πέτυχε τη σύναψη μιας συνθήκης με τον Λυδό βασιλιά Αλυάττη. Όταν αργότερα ο Κροίσος, συνεχίζοντας την πολιτική του πατέρα του, κατέλαβε την Έφεσο, η Μίλητος διατήρησε τις παλιές καλές της σχέσεις με τους Λυδούς και έτσι δεν έγινε ποτέ υποτελής τους. Η Λυδία αποτελούσε κατά κάποιον τρόπο ένα προκεχωρημένο φυλάκιο του βαβυλωνιακού πολιτισμού κι επιπλέον ο Κροίσος είχε αναπτύξει σημαντικές σχέσεις με την Αίγυπτο.
Η Ιωνική ή Μιλησιακή Σχολή αντιπροσωπεύεται με τα ονόματα των Θαλή, Αναξίμανδρου και Αναξιμένη γεννημένοι και οι τρεις στην ιωνική πόλη της Μιλήτου, έχοντας σχέσεις δασκάλου προς μαθητή. Στο ερώτημα «Από τί έγινε ο Κόσμος;» ο Θαλής είπε ότι έγινε από νερό, υδρατμούς, από την ουσία του Σύμπαντος, πίστευε πως ο κόσμος είναι κατά κάποιον τρόπο ζωντανός και έμψυχος. Ο Αναξίμανδρος, αναζήτησε μιαν άλλη αρχή του κόσμου, ποιοτικά και ποσοτικά απροσδιόριστη, το άπειρο. Είδε τον παράγοντα κόσμο ως συμπλοκή μεταξύ αντίθετων ιδιοτήτων, με τις εξής τέσσερις ως πρωταρχικές –θερμό, ψυχρό, υγρό και ξηρό, σαν μια κυκλική πορεία του κόσμου. Ο Αναξιμένης, αναφέρθηκε στην «πρώτη ουσία» τον αέρα και εξήγησε όλες τις αλλαγές στον φυσικό κόσμο με την αραίωση και την πύκνωση του αέρα, τον οποίο θεωρούσε και ουσία της ανθρώπινης ψυχής. Εκεί τελούνται οι μεταβολές της πρωταρχικής ουσίας και δημιουργείται έτσι ο πολλαπλός μας κόσμος.
Οι Μιλήσιοι φιλόσοφοι ονομάστηκαν αργότερα φυσικοί ή φυσιολόγοι, που σημαίνει την πράξη του φύναι, δηλαδή τη γένεση και ανάπτυξη των πραγμάτων. Ενδιαφέρθηκαν να ερευνήσουν το πρόβλημα της φυσικής πορείας των πραγμάτων, της γένεσης και της ανάπτυξής τους καθώς και άλλα επιμέρους επιστημονικά προβλήματα από τη περιοχή της αστρονομίας και μετεωρολογίας, της βιολογίας και φυσιολογίας, της ζωογονίας και ανθρωπογονίας, της γεωργίας και ιστορίας.
Η καθαυτή προσωκρατική φιλοσοφική σκέψη αρχίζει στην Ιωνία και ο πρώτος στοχαστής και επιστήμονας που θεμελιώνει την ιωνική σκέψη είναι ο Αναξίμανδρος και αυτό γιατί ο Θαλής, θεωρείται ο πρώτος φιλόσοφος και συγκαταλέγεται μέσα στους σοφούς. Ακολουθεί η Έφεσος, όπου το ιωνικό πνεύμα πλουτίζεται από τη δαιμόνια σκέψη του Ηράκλειτου με διαφορετικό προσανατολισμό. Περνώντας προς τα δυτικά του ελληνικού κόσμου στη Νότια Ιταλία και τη Σικελία ο Πυθαγόρας εκφράζει μια αλλαγή στον προσανατολισμό και στο περιεχόμενο του ελληνικού στοχασμού. Παρόλο που ο Ηράκλειτος εναντιώθηκε στον Πυθαγόρα, το πυθαγόρειο πνεύμα επέδρασε πάνω του αλλά και στον Ξενοφάνη, τον Παρμενίδη, τον Εμπεδοκλή και τον Αναξαγόρα. Ακολουθούν τα 'Aβδηρα στη Θράκη με τον Δημόκριτο και τον Πρωταγόρα, καθώς και οι πόλεις της Μεγάλης Ελλάδας με τους Ελεάτες και τον Εμπεδοκλή.
Με την ανάπτυξη και το εύρος που απέκτησε η Φιλοσοφία ακολούθησε η διαίρεσή της στους ακόλουθους κλάδους:
Ηθική, ο τομέας της Φιλοσοφίας που διερευνά αρχικά ποιός είναι ο καλύτερος τρόπος να ζει ο άνθρωπος, και δευτερευόντως, διερευνά το κατά πόσον μια τέτοια ερώτηση μπορεί πράγματι να απαντηθεί.
Αισθητική, ο τομέας που ασχολείται με τη μελέτη και αντίληψη της ομορφιάς, της Τέχνης, της αναψυχής, θεμάτων γούστου και αισθημάτων, γενικώς με τον ορισμό του ωραίου, του αρμονικού και των αντιστρόφων τους.
Γνωσιολογία, ο κλάδος που διερευνά τα όρια, την προέλευση και την ποιότητα της ανθρώπινης γνώσης.
Μεταφυσική, ο τομέας που ασχολείται με το επέκεινα, με εκείνο που η εμπειρία δεν μας αποκαλύπτει. Μελετά τη φύση της πραγματικότητας, περιλαμβάνοντας τη σχέση μεταξύ νου και σώματος, ουσίας, γεγονότος και αιτίας. Δεν πρέπει να την συγχέουμε με εξω-επιστημονικούς κλάδους όπως η Παραφυσική.
Επιστημολογία, ο τομέας που ασχολείται με τη φύση και το σκοπό της γνώσης, καθώς και αν η γνώση είναι δυνατή. Μεταξύ των κεντρικών προβληματισμών της είναι και οι φιλοσοφικές προκλήσεις που θέτει ο Σκεπτικισμός και οι σχέσεις μεταξύ αλήθειας, πίστης και αιτιολόγησης.
Πολιτική Φιλοσοφία, είναι η μελέτη των θεσμών διακυβέρνησης και των σχέσεων ατόμων καθώς και οικογενειών και φατριών με κοινότητες, όπως το κράτος. Περιλαμβάνει ερωτήματα για τη δικαιοσύνη, το νόμο, την περιουσία, καθώς και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των πολιτών. Η Πολιτική Φιλοσοφία και η Ηθική αποτελούν παραδοσιακά αλληλένδετους τομείς, καθώς και οι δύο περιστρέφονται γύρω από το ερώτημα του τί είναι καλό και πώς πρέπει να διαβιούν οι άνθρωποι με σκοπό τη συνεχή προαγωγή των ανθρώπινων κοινωνιών.
Λογική, είναι η μελέτη των έγκυρων διαλεκτικών φορμών. Ξεκινώντας στα τέλη του 19ου αιώνα, μαθηματικοί όπως ο Γκότλομπ Φρέγκε εστίασαν στη μαθηματική προσέγγιση της Λογικής, η οποία σήμερα χωρίζεται σε περισσότερους κλάδους.
Φιλοσοφία της Γλώσσας, είναι αυτή που ερευνά θέματα της φύσης, καταγωγής και χρήσης της γλώσσας.
Φιλοσοφία της Θρησκείας, ο κλάδος της Φιλοσοφίας που ασχολείται με τη μελέτη προβλημάτων της θρησκείας.
Όλοι οι παραπάνω κλάδοι διαιρούνται σε αρκετές υποενότητες, καλύπτοντας έτσι μια τεράστια θεματική που απλώνεται σε όλο το εύρος του σύγχρονου επιστημονικού κόσμου, είτε πρόκειται για Θετικές, είτε για Θεωρητικές, είτε για Τεχνολογικές επιστήμες.
Μπορούμε να δεχθούμε πως η προσωκρατική σκέψη προσέφερε τα πρώτα πηγαία φιλοσοφικά και επιστημονικά αγαθά με τα οποία τράφηκε και αναπτύχθηκε το δυτικό πνεύμα ως τα τέλη τουλάχιστον του 19ου αιώνα. Ουσιαστική σημασία έχει η λειτουργία του φιλοσοφείν, η ένταση και η παρωθητική δύναμη μιας φιλοσοφίας με ένα πνεύμα πηγαίο, κινητικό και πλαστικό. Η προσωκρατική σκέψη έχει καταρχήν τη γοητεία του πρωτόφαντου και του θεμελιακού. Ακόμη και αν θεωρήσουμε ότι κάποια στιγμή θα μετασχηματιστούν ριζικά οι βασικές μας θεωρήσεις για τον κόσμο, οι πρώτες καταβολές του φιλοσοφείν θα διατηρήσουν τη σημασία τους.
Οι προσωκρατικοί προσπάθησαν πρώτοι να εξηγήσουν τον κόσμο όχι με μύθους και όρους παράδοσης, αλλά με θεωρίες και επιχειρήματα. Οικοδόμησαν ταυτόχρονα τη φιλοσοφική γλώσσα, την επιστημονική ορολογία και τον κριτικό λόγο. Κοινό χαρακτηριστικό των στοχαστών που ακολουθούν είναι η επιδίωξη εναρμόνισης της πραγματικότητας και των κοσμικών μεταβολών που καθορίζουν την κοσμική κίνηση και εξέλιξη.
Μέσα από όλες τις διαφορές των φιλοσοφικών ρευμάτων και την εφαρμογή τους, υπήρχε ένα κοινό μοναδικό στοιχείο, η αναζήτηση, η αναζήτηση της αλήθειας για την αρχή, την απαρχή του όλου. Μέσα από έναν πλούτο πνεύματος, μέσα από τη δημιουργική φαντασία και την κοσμική δικαιοσύνη βρήκαν ευνοϊκές συνθήκες ανάπτυξης σε χώρο ελεύθερου διαλόγου, ελεύθερου συναγωνισμού ιδεών, θεμελιώνοντας την ορθολογική εξήγηση του κόσμου. Ήταν ό,τι πιο ξεχωριστό, αποφασιστικό και εκπληκτικό συνέβη στην ιστορία της ευρωπαϊκής σκέψης που οδήγησε στην υποδομή της δικής μας σκέψης.
Το να είναι κανείς φιλόσοφος έχει πάνω από όλα να κάνει με το να γίνει καλύτερος, γιατί ο λόγος είναι φιλοσοφικός μόνο στο βαθμό που μετασχηματίζεται σε τρόπο ζωής γεμάτος από πνευματική έκφραση που οδηγεί στην αλλαγή της ψυχής. Το να ζει σύμφωνα με τις φιλοσοφικές του πεποιθήσεις ήταν μέρος της φιλοσοφίας του. Μια μορφή άσκησης του φιλοσοφικού τρόπου ζωής ήταν και ο διαλογισμός, που κατά κάποιο τρόπο είναι ένας διάλογος του φιλόσοφου μόνου απέναντι στον εαυτό του. Είναι μια πνευματική πρακτική άσκηση όπου μαρτυρά την προσωπική πορεία συνειδητοποίησης του φιλοσόφου που είναι για αυτόν ένα μέσο για να αλλάξει και να επηρεάσει ο ίδιος τον εαυτό του, συνυφασμένη πάντα με την φιλοσοφική ζωή.
Ένας φιλόσοφος δεν λειτουργεί μαζεύοντας βιβλία στη βιβλιοθήκη του, ο φιλόσοφος, μαζεύει «γιατί». Αυτά είναι η περιουσία του. Καταλαβαίνει ότι είναι στο σωστό δρόμο όταν συνειδητοποιεί ότι οι ερωτήσεις που θέτει είναι σημαντικότερες από τις απαντήσεις. Αυτές είναι το καύσιμο της ύπαρξής του, και κάθε απάντηση είναι ένα μικρό τέλος και μια καινούργια αρχή.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου