Ο εαυτός μας αποτελεί μια πολυσύνθετη οντότητα. Η επίγνωση του αφορά το σώμα και την εξωτερική μας εμφάνισή, τον εσωτερικό μας κόσμο (σκέψεις, συναισθήματα, βαθύτερες πεποιθήσεις, στάσεις, αξίες, κλπ.), και τον κοινωνικό μας κόσμο (στενές σχέσεις, κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, οικογένεια, άλλες ομάδες, κοινωνικό - πολιτισμικό πλαίσιο κλπ).
Το κοινωνικό περιβάλλον παίζει σημαντικό ρόλο, καθώς η ποιότητα της επικοινωνίας και των σχέσεων που έχει κάποιος με τους άλλους και ιδιαίτερα με τα πρόσωπα που θεωρεί σημαντικά, επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται και εκφράζει τον εαυτό του.
Μέσω των εμπειριών μας διαμορφώνουμε αυτο-αντίληψη (δηλαδή το πώς περιγράφουμε τον εαυτό μας), και αυτοεκτίμηση (δηλαδή το κατά πόσο νιώθουμε ικανοποιημένοι από τον εαυτό μας και νιώθουμε ότι αξίζουμε ως άνθρωποι).
Κάποιες βασικές παραδοχές που υιοθετούν οι Υπαρξιακές- Ανθρωπιστικές προσεγγίσεις της Ψυχολογίας για την έννοια του εαυτού είναι οι εξής: (Van Deurzen Ε. & Adams Μ. 2012)
Σε θέματα που αφορούν τις σχέσεις με τους άλλους και ιδιαίτερα τις πιο στενές (οικογενειακές, φιλικές και ερωτικές), συχνά περιγράφουν στον ψυχοθεραπευτή τις δυσκολίες τους με φράσεις όπως: δεν μπορώ να είμαι ο εαυτός μου, φοβάμαι ή ντρέπομαι να εκφράσω τη γνώμη μου στους άλλους, νιώθω να έχω χάσει τον εαυτό μου μέσα σε αυτή τη σχέση, δεν ξέρω πλέον ποιος είμαι, κάνω αυτό που θέλουν οι άλλοι για να μην τους δυσαρεστήσω και να διατηρήσω τη σχέση ή για να είμαι μέλος μιας παρέας, κλπ.
Το μέλλον πάντα θα είναι απρόβλεπτο και γεμάτο αβεβαιότητες. Είναι αναγκαίο να βάζουμε στόχους και να κάνουμε κάποιες επιλογές για τη ζωή μας ώστε να εξελιχθούμε, όμως πάντα θα υπάρχουν και παράγοντες που δεν είναι στο χέρι μας να ελέγξουμε. Ο φόβος για το μέλλον ή για μια καινούρια κατάσταση που μας είναι ακόμα άγνωστη μπορεί να συνοψίζεται στην ερώτηση: Θα έχω αυτό που επιθυμώ για να είμαι ευτυχισμένος; Τι θα συμβεί αν κάτι πάει στραβά;
Προσπαθώντας να ελέγξουμε την αβεβαιότητα μπορεί είτε να υποβαθμίζουμε το μέλλον (δεν θα αλλάξει τίποτα, πάντα τα πράγματα θα πηγαίνουν άσχημα), είτε να το εξιδανικεύουμε (μόνο όταν καταφέρω το τάδε... θα είμαι ευτυχισμένος).
Μέσω της υποβάθμισης μπορεί να υποτιμάμε τις ικανότητές μας ή να παραβλέπουμε κάποια θετικά επιτεύγματα ως τώρα, ενώ μέσω της εξιδανίκευσης μπορεί να θέτουμε αυστηρές υψηλές απαιτήσεις από τον εαυτό μας ή τους άλλους και να αποκοβόμαστε από σημαντικούς τομείς της ζωής μας (πχ. μόνο όταν πετύχω τους υψηλούς στόχους που έχω βάλει για τη δουλειά μου, τότε θα αφήσω τον εαυτό μου να αποκτήσει προσωπική ζωή), είτε έχουμε συνεχώς το αίσθημα του ανικανοποίητου ακόμα και όταν επιτυγχάνουμε κάποιους στόχους.
Και στις δύο περιπτώσεις δεν μπορούμε να χαρούμε το παρόν και να εκφράσουμε πιο ελεύθερα τον εαυτό μας, ενώ παραβλέπουμε τις ψυχοσυναισθηματικές μας ανάγκες.
Η αγάπη και αποδοχή των γονιών και στη συνέχεια των δασκάλων και των συνομηλίκων, είναι υψίστης σημασίας για το παιδί και τον έφηβο. Ένα μεγάλο μέρος της προσωπικότητάς μας δομείται με βάση τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις και την επιρροή των αντιλήψεων της οικογένειας, των συνομηλίκων και γενικότερα του κοινωνικού πλαισίου στο οποίο ζούμε.
Συνδέεται με τον φόβο της απόρριψης. Το παιδί συνδέει την αυστηρή κριτική των γονιών και την υποτίμηση των ενδιαφερόντων του με την έλλειψη της αποδοχής και της αγάπης τους.
Οι γονείς που έχουν αυστηρά κριτήρια ή προβάλουν τις δικές τους προσδοκίες και απορρίπτουν τα διαφορετικά ενδιαφέροντα του παιδιού τους, δίνουν το μήνυμα ότι ''μόνο αν πετύχεις αυτά που θέλουμε, τότε θα σε αγαπάμε''. Η αρνητική κριτική των συνομηλίκων μπορεί να συνεπάγεται με την άρνηση τους να ανήκουμε στην ομάδα τους.
Οι Marie & Emmanuel de Coquereaumont αναφέρουν σχετικά ότι ο φόβος της αρνητικής κριτικής είναι βαθιά ριζωμένος, καθώς το άτομο που γελοιοποιείται νιώθει μειονεκτικά, κλονίζεται η εμπιστοσύνη στον εαυτό του και εξουδετερώνεται. Αν βιώσαμε τέτοιες εμπειρίες σε προηγούμενες περιόδους της ζωής μας, αυτό μπορεί να μας ακολουθεί και στο σήμερα. Αυτός ο φόβος μας εμποδίζει να τολμήσουμε να δοκιμάσουμε τις ικανότητές μας σε νέα πράγματα, να εκφράσουμε τη διαφορετική μας άποψη, να φύγουμε από καταστάσεις που δεν μας εκφράζουν και να δείξουμε τον εαυτό μας όπως θα θέλαμε.
Όταν το άτομο αποδίδει στις εμπειρίες του όρους αξίας, αυτό σημαίνει ότι τις αντιλαμβάνεται μόνο σε σχέση με το σύστημα αξιών/ αντιλήψεων των άλλων το οποίο έχει εσωτερικεύσει και το βιώνει σαν να ήταν δικό του. Αξιολογεί θετικά ή αρνητικά τις εμπειρίες του, ανάλογα με το αν αυτές θα είναι αποδεκτές ή όχι από τους άλλους και έτσι η διαδικασία της αυτογνωσίας παρεμποδίζεται καθώς το άτομο δεν έχει ξεκάθαρη επίγνωση του εαυτού του και των εμπειριών του.
To ίδιο μπορεί να συμβεί και στην περίπτωση που κάποιος μεγαλώνει ή αργότερα ως ενήλικας βρίσκεται σε ένα περιβάλλον το οποίο θέτει πολύ κλειστά - άκαμπτα είτε χαώδη - ασταθή όρια: Για παράδειγμα οι άλλοι παρεμβαίνουν στη ζωή και στις επιλογές του, δεν γίνονται σεβαστά τα συναισθήματα, οι ανάγκες και ό,τι εμπεριέχεται στον προσωπικό του χώρο, η συμπεριφορά των άλλων είναι ασταθής και απρόβλεπτη, ή αντίθετα όταν προσπαθεί να ικανοποιήσει τις ανάγκες των άλλων για να μην δυσαρεστηθούν ή να ''σώσει'' τους άλλους, καταπιέζοντας τα συναισθήματά του, αφήνοντας στην άκρη τις προσωπικές του επιθυμίες και τον θυμό που προκύπτει από την αγνόησή τους εκ μέρους των άλλων.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις το άτομο φτάνει πλέον σε κάποιο σημείο όπου δεν γνωρίζει ούτε ο ίδιος ποια είναι τα θέλω του και νιώθει ότι έχει χάσει τον εαυτό του. Έτσι πολύ συχνά αυτά τα καταπιεσμένα συναισθήματα βρίσκουν διέξοδο μέσω σωματικών συμπτωμάτων και διαταραχών άγχους και διάθεσης.
Για να απελευθερωθούμε από τους παραπάνω φόβους χρειάζεται πρώτα να τους αναγνωρίσουμε και στη συνέχεια να τους αντιμετωπίσουμε κατάματα. Ο φόβος για τους φόβους μας παγιδεύει σε ένα φαύλο κύκλο και τους κάνει πιο ισχυρούς επειδή τους αποφεύγουμε.
Όσο περισσότερο αποκτούμε επίγνωση των στοιχείων του εαυτού μας, τόσο πιο ικανοί γινόμαστε να διαμορφώσουμε ένα προσωπικό νόημα για τη ζωή μας και να κατευθυνθούμε προς αυτά που χρειαζόμαστε και μας εκφράζουν πραγματικά.
Το κοινωνικό περιβάλλον παίζει σημαντικό ρόλο, καθώς η ποιότητα της επικοινωνίας και των σχέσεων που έχει κάποιος με τους άλλους και ιδιαίτερα με τα πρόσωπα που θεωρεί σημαντικά, επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται και εκφράζει τον εαυτό του.
Μέσω των εμπειριών μας διαμορφώνουμε αυτο-αντίληψη (δηλαδή το πώς περιγράφουμε τον εαυτό μας), και αυτοεκτίμηση (δηλαδή το κατά πόσο νιώθουμε ικανοποιημένοι από τον εαυτό μας και νιώθουμε ότι αξίζουμε ως άνθρωποι).
Βασικές παραδοχές Υπαρξιακών-Ανθρωπιστικών προσεγγίσεων για τον εαυτό
Κάποιες βασικές παραδοχές που υιοθετούν οι Υπαρξιακές- Ανθρωπιστικές προσεγγίσεις της Ψυχολογίας για την έννοια του εαυτού είναι οι εξής: (Van Deurzen Ε. & Adams Μ. 2012)
- Οποιαδήποτε επιλογή κάνουμε αποτελεί πράξη αυτοέκφρασης και αυτοπροσδιορισμού.
- Η επιλογή του να μην κάνουμε τίποτα για να αναπτυχθούμε ή να αλλάξουμε οδηγεί σε περιορισμό του εαυτού.
- Οι δυσκολίες δεν μπορούν να ξεπεραστούν με το να τις αποφεύγει κάποιος.
- Η αύξηση της επίγνωσης του ατόμου για τον εαυτό και τη ζωή του προάγει την αίσθηση της προσωπικής ευθύνης.
- Η ανθρώπινη ύπαρξη είναι ευέλικτη, ο άνθρωπος μπορεί να αλλάζει συνεχώς και να ξεπερνά τις δυσκολίες με το να μαθαίνει μέσα από τις εμπειρίες της ζωής.
Σε θέματα που αφορούν τις σχέσεις με τους άλλους και ιδιαίτερα τις πιο στενές (οικογενειακές, φιλικές και ερωτικές), συχνά περιγράφουν στον ψυχοθεραπευτή τις δυσκολίες τους με φράσεις όπως: δεν μπορώ να είμαι ο εαυτός μου, φοβάμαι ή ντρέπομαι να εκφράσω τη γνώμη μου στους άλλους, νιώθω να έχω χάσει τον εαυτό μου μέσα σε αυτή τη σχέση, δεν ξέρω πλέον ποιος είμαι, κάνω αυτό που θέλουν οι άλλοι για να μην τους δυσαρεστήσω και να διατηρήσω τη σχέση ή για να είμαι μέλος μιας παρέας, κλπ.
Πίσω από αυτή την αδυναμία κινητοποίησης και έκφρασης των αναγκών μας προς τους άλλους, αλλά και προς τον ίδιο μας τον εαυτό, μπορεί να κρύβονται βαθύτεροι φόβοι που μας εμποδίζουν να νιώσουμε ελεύθεροι και ικανοί να ανακαλύψουμε εναλλακτικές καλύτερες επιλογές και λύσεις.
Ο φόβος για το άγνωστο
Το μέλλον πάντα θα είναι απρόβλεπτο και γεμάτο αβεβαιότητες. Είναι αναγκαίο να βάζουμε στόχους και να κάνουμε κάποιες επιλογές για τη ζωή μας ώστε να εξελιχθούμε, όμως πάντα θα υπάρχουν και παράγοντες που δεν είναι στο χέρι μας να ελέγξουμε. Ο φόβος για το μέλλον ή για μια καινούρια κατάσταση που μας είναι ακόμα άγνωστη μπορεί να συνοψίζεται στην ερώτηση: Θα έχω αυτό που επιθυμώ για να είμαι ευτυχισμένος; Τι θα συμβεί αν κάτι πάει στραβά;
Προσπαθώντας να ελέγξουμε την αβεβαιότητα μπορεί είτε να υποβαθμίζουμε το μέλλον (δεν θα αλλάξει τίποτα, πάντα τα πράγματα θα πηγαίνουν άσχημα), είτε να το εξιδανικεύουμε (μόνο όταν καταφέρω το τάδε... θα είμαι ευτυχισμένος).
Μέσω της υποβάθμισης μπορεί να υποτιμάμε τις ικανότητές μας ή να παραβλέπουμε κάποια θετικά επιτεύγματα ως τώρα, ενώ μέσω της εξιδανίκευσης μπορεί να θέτουμε αυστηρές υψηλές απαιτήσεις από τον εαυτό μας ή τους άλλους και να αποκοβόμαστε από σημαντικούς τομείς της ζωής μας (πχ. μόνο όταν πετύχω τους υψηλούς στόχους που έχω βάλει για τη δουλειά μου, τότε θα αφήσω τον εαυτό μου να αποκτήσει προσωπική ζωή), είτε έχουμε συνεχώς το αίσθημα του ανικανοποίητου ακόμα και όταν επιτυγχάνουμε κάποιους στόχους.
Και στις δύο περιπτώσεις δεν μπορούμε να χαρούμε το παρόν και να εκφράσουμε πιο ελεύθερα τον εαυτό μας, ενώ παραβλέπουμε τις ψυχοσυναισθηματικές μας ανάγκες.
Ο φόβος να χάσουμε την αγάπη/ αποδοχή
Η αγάπη και αποδοχή των γονιών και στη συνέχεια των δασκάλων και των συνομηλίκων, είναι υψίστης σημασίας για το παιδί και τον έφηβο. Ένα μεγάλο μέρος της προσωπικότητάς μας δομείται με βάση τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις και την επιρροή των αντιλήψεων της οικογένειας, των συνομηλίκων και γενικότερα του κοινωνικού πλαισίου στο οποίο ζούμε.
Συμμορφωνόμαστε με διάφορους κανόνες και πεποιθήσεις προκειμένου να είμαστε αποδεκτοί και να ανήκουμε σε μια παρέα, να είμαστε αγαπητοί από τους γονείς μας και άλλους ανθρώπους που θεωρούμε σημαντικούς και να αποφύγουμε την απόρριψη.Όταν για να πάρουμε την αποδοχή ισχύουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις από το οικογενειακό και ευρύτερο περιβάλλον μας, τότε μπορεί να αναπτύξουμε μια διαστρεβλωμένη αντίληψη για τον εαυτό μας, η οποία θα είναι αρνητική, ή θα θεωρούμε ότι αξίζουμε μόνο όταν μας αποδέχονται οι άλλοι. Αντίθετα, η άνευ όρων αποδοχή και η θετική στάση προς τον εαυτό θα οδηγήσει στην ανάπτυξη θετικής αυτο-αντίληψης και αυτοεκτίμησης.
Ο φόβος της αρνητικής κριτικής/ ντροπής
Συνδέεται με τον φόβο της απόρριψης. Το παιδί συνδέει την αυστηρή κριτική των γονιών και την υποτίμηση των ενδιαφερόντων του με την έλλειψη της αποδοχής και της αγάπης τους.
Οι γονείς που έχουν αυστηρά κριτήρια ή προβάλουν τις δικές τους προσδοκίες και απορρίπτουν τα διαφορετικά ενδιαφέροντα του παιδιού τους, δίνουν το μήνυμα ότι ''μόνο αν πετύχεις αυτά που θέλουμε, τότε θα σε αγαπάμε''. Η αρνητική κριτική των συνομηλίκων μπορεί να συνεπάγεται με την άρνηση τους να ανήκουμε στην ομάδα τους.
Οι Marie & Emmanuel de Coquereaumont αναφέρουν σχετικά ότι ο φόβος της αρνητικής κριτικής είναι βαθιά ριζωμένος, καθώς το άτομο που γελοιοποιείται νιώθει μειονεκτικά, κλονίζεται η εμπιστοσύνη στον εαυτό του και εξουδετερώνεται. Αν βιώσαμε τέτοιες εμπειρίες σε προηγούμενες περιόδους της ζωής μας, αυτό μπορεί να μας ακολουθεί και στο σήμερα. Αυτός ο φόβος μας εμποδίζει να τολμήσουμε να δοκιμάσουμε τις ικανότητές μας σε νέα πράγματα, να εκφράσουμε τη διαφορετική μας άποψη, να φύγουμε από καταστάσεις που δεν μας εκφράζουν και να δείξουμε τον εαυτό μας όπως θα θέλαμε.
Για τον C. Rogers τα ψυχολογικά προβλήματα έχουν άμεση σύνδεση με την αρνητική εικόνα που έχει κάποιος για τον εαυτό του και την ντροπή που αισθάνεται για αυτό.
Όροι αξίας
Όταν το άτομο αποδίδει στις εμπειρίες του όρους αξίας, αυτό σημαίνει ότι τις αντιλαμβάνεται μόνο σε σχέση με το σύστημα αξιών/ αντιλήψεων των άλλων το οποίο έχει εσωτερικεύσει και το βιώνει σαν να ήταν δικό του. Αξιολογεί θετικά ή αρνητικά τις εμπειρίες του, ανάλογα με το αν αυτές θα είναι αποδεκτές ή όχι από τους άλλους και έτσι η διαδικασία της αυτογνωσίας παρεμποδίζεται καθώς το άτομο δεν έχει ξεκάθαρη επίγνωση του εαυτού του και των εμπειριών του.
To ίδιο μπορεί να συμβεί και στην περίπτωση που κάποιος μεγαλώνει ή αργότερα ως ενήλικας βρίσκεται σε ένα περιβάλλον το οποίο θέτει πολύ κλειστά - άκαμπτα είτε χαώδη - ασταθή όρια: Για παράδειγμα οι άλλοι παρεμβαίνουν στη ζωή και στις επιλογές του, δεν γίνονται σεβαστά τα συναισθήματα, οι ανάγκες και ό,τι εμπεριέχεται στον προσωπικό του χώρο, η συμπεριφορά των άλλων είναι ασταθής και απρόβλεπτη, ή αντίθετα όταν προσπαθεί να ικανοποιήσει τις ανάγκες των άλλων για να μην δυσαρεστηθούν ή να ''σώσει'' τους άλλους, καταπιέζοντας τα συναισθήματά του, αφήνοντας στην άκρη τις προσωπικές του επιθυμίες και τον θυμό που προκύπτει από την αγνόησή τους εκ μέρους των άλλων.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις το άτομο φτάνει πλέον σε κάποιο σημείο όπου δεν γνωρίζει ούτε ο ίδιος ποια είναι τα θέλω του και νιώθει ότι έχει χάσει τον εαυτό του. Έτσι πολύ συχνά αυτά τα καταπιεσμένα συναισθήματα βρίσκουν διέξοδο μέσω σωματικών συμπτωμάτων και διαταραχών άγχους και διάθεσης.
Αντιμετώπιση των φόβων
Για να απελευθερωθούμε από τους παραπάνω φόβους χρειάζεται πρώτα να τους αναγνωρίσουμε και στη συνέχεια να τους αντιμετωπίσουμε κατάματα. Ο φόβος για τους φόβους μας παγιδεύει σε ένα φαύλο κύκλο και τους κάνει πιο ισχυρούς επειδή τους αποφεύγουμε.
Όσο περισσότερο αποκτούμε επίγνωση των στοιχείων του εαυτού μας, τόσο πιο ικανοί γινόμαστε να διαμορφώσουμε ένα προσωπικό νόημα για τη ζωή μας και να κατευθυνθούμε προς αυτά που χρειαζόμαστε και μας εκφράζουν πραγματικά.
Ο εαυτός μας δεν είναι αμετάβλητος, αναδιαμορφώνεται μέσω του τρόπου με τον οποίο ζούμε και συμπεριφερόμαστε.Η αίσθηση του εαυτού αποτελεί το επίκεντρο όλων των αλληλεπιδράσεων ανάμεσα στο σωματικό, κοινωνικό, προσωπικό και πνευματικό μας κόσμο. Οι σχέσεις αυτές συνεχώς αναδιατάσσονται και επαναπροσδιορίζονται. Με αυτό τον τρόπο μπορούμε να προσαρμοστούμε και να δώσουμε νόημα στις εμπειρίες μας. Έτσι η διαδικασία της αυτογνωσίας οδηγεί σε μια νέα επίγνωση του εαυτού, καθιστώντας το άτομο να νιώθει αυτόνομο, να έχει επίγνωση του τι θέλει και να στηρίζεται στην εσωτερική του δύναμη.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου