Η λαθεμένη αντίληψη ότι ο έρωτας είναι ένας τύπος αγάπης είναι τόσο δυνατή, ακριβώς επειδή περιέχει έναν κόκκο αλήθειας.
Η εμπειρία της αληθινής αγάπης έχει και αυτή να κάνει με σύνορα του εγώ, μιας και συνεπάγεται μιαν επέκταση των ορίων μας. Τα όρια μας είναι τα σύνορα του εγώ μας. Όταν επεκτείνουμε τα όριά μας μέσω της αγάπης, το κάνουμε προσπαθώντας, σαν να λέμε, να τεντωθούμε για να φτάσουμε ως το αγαπημένο μας πρόσωπο, του οποίου επιθυμούμε να βοηθήσουμε την ανάπτυξη. Για να είμαστε σε θέση να το κάνουμε πρέπει πρώτα το αντικείμενο της αγάπης μας να γίνει αγαπημένο σε μας: με άλλα λόγια πρέπει να γοητευτούμε απ’ αυτό, να επενδύσουμε τον εαυτό μας σ’ αυτό και να δεσμευτούμε με αυτό το αντικείμενο που είναι έξω από μας, πέρα από τα δικά μας σύνορα. Οι ψυχίατροι ονομάζουν αυτή τη διαδικασία της προσέλκυσης, επένδυσης και δέσμευσης «κάθεξη», και λέμε ότι εμείς «κατέχουμε» το αγαπημένο αντικείμενο. Αλλά όταν κατέχουμε ένα έξω από μας αντικείμενο, ψυχολογικά ενσωματώνουμε επίσης μιαν ιδέα αυτού του αντικειμένου μέσα μας.
Για παράδειγμα, ας πάρουμε έναν άνθρωπο που έχει πάθος την κηπουρική. Είναι ένα πάθος ικανοποιητικό και πολυέξοδο. Ο άνθρωπος αυτός «αγαπά» να καταγίνεται με τον κήπο του. Ο κήπος του σημαίνει πολλά γι’ αυτόν. Αυτός ο άνθρωπος έχει «καθέξει» τον κήπο του. Τον βρίσκει ελκυστικό, έχει «επενδύσει» τον εαυτό του σ’ αυτόν, είναι «δεσμευμένος» με αυτόν – σε τέτοιο βαθμό που μπορεί να πηδάει από το κρεβάτι χαράματα την Κυριακή για να ξαναγυρίσει σ’ αυτόν και ακόμα μπορεί να παραμελήσει τη γυναίκα του γι’ αυτόν. Στη διάρκεια της «κάθεξής» του, και για να καλλιεργήσει τα λουλούδια και τους θάμνους του, μαθαίνει ένα σωρό πράγματα. Αποκτά πολλές γνώσεις σχετικά με την κηπουρική – για τα χώματα, λιπάσματα, για εμφύτευση και κλάδεμα. Και γνωρίζει τον δικό του συγκεκριμένο κήπο: την ιστορία του, τον τύπο των λουλουδιών και των φυτών που έχει, το σχεδιάγραμμά του, τα προβλήματά του και το μέλλον του. Παρά το γεγονός ότι ο κήπος υπάρχει έξω απ’ αυτόν, ωστόσο διαμέσου της κάθεξης έφτασε να υπάρχει μέσα του. Η γνώση που έχει για τον κήπο του και η σημασία που ο κήπος του έχει γι’ αυτόν αποτελούν μέρος του εαυτού του, μέρος της ταυτότητάς του, μέρος της ιστορίας του, μέρος των γνώσεών του. Με το να αγαπά και να κατέχει τον κήπο του, έχει πραγματικά ενσωματώσει τον κήπο μέσα στον εαυτό του και, με αυτή την ενσωμάτωση, ο εαυτός του μεγάλωσε και τα σύνορα του εγώ του επεκτάθηκαν.
Αυτό που συμβαίνει λοιπόν στην πορεία μιας πολύχρονης αγάπης, και της επέκτασης των ορίων μας για τις καθέξεις μας, είναι ένα βαθμιαίο αλλά προοδευτικό μεγάλωμα του εαυτού μας, μια ενσωμάτωση μέσα μας του έξω κόσμου και μια ανάπτυξη, ένα άπλωμα και μια λέπτυνση των συνόρων του εγώ μας. Με τον τρόπο αυτό, όσο περισσότερο και μακρύτερα επεκτείνουμε τον εαυτό μας, τόσο περισσότερο αγαπάμε και τόσο πιο αχνό γίνεται το ξεχώρισμα του εαυτού μας από τον κόσμο. Ταυτιζόμαστε με τον κόσμο. Και καθώς τα σύνορα του εγώ μας γίνονται αχνά και άτονα, αρχίζουμε όλο και περισσότερο να βιώνουμε το ίδιο συναίσθημα έκστασης που έχουμε όταν ένα μέρος από τα σύνορα του εγώ μας καταρρέει και «πέφτουμε στα δίχτυα του έρωτα». Μόνο που, αντί να έχουμε συγχωνευτεί προσωρινά και χιμαιρικά με ένα μόνο αγαπημένο αντικείμενο, έχουμε συγχωνευτεί πραγματικά και πιο μόνιμα με ένα μεγάλο κομμάτι του κόσμου. Μια «μυστική ένωση» μπορεί να εδραιωθεί με ολόκληρο τον κόσμο. Το συναίσθημα της έκστασης ή ευδαιμονίας που συντροφεύει αυτή την ένωση, αν και είναι ίσως ηπιότερο και λιγότερο δραματικό από εκείνο που συντροφεύει το ερωτικό αίσθημα, είναι ωστόσο πολύ πιο σταθερό και διαρκές και τελικά πιο ικανοποιητικό. Η διαφορά ακριβώς μεταξύ της κορυφαίας εμπειρίας που χαρακτηρίζεται από το ερωτικό αίσθημα και της εμπειρίας που ο Αβραάμ Μάσλοου ονομάζει «υψιπεδική εμπειρία». Τα ύψη δεν αντικρίζονται ξαφνικά και χάνονται πάλι από τα μάτια μας· κατακτώνται μια για πάντα.
Είναι φανερό και κατανοητό απ’ όλους ότι η σεξουαλική δραστηριότητα και η αγάπη, ενώ μπορεί να επέλθουν ταυτόχρονα, είναι συχνά ασύνδετες μεταξύ τους γιατί είναι στη βάση τους ξεχωριστά φαινόμενα. Η ίδια η σεξουαλική πράξη δεν είναι πράξη αγάπης. Ωστόσο, η εμπειρία της σεξουαλικής σχέσης και ειδικότερα του οργασμού (ακόμα και στον αυνανισμό) είναι μια εμπειρία που συνδέεται σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό με το γκρέμισμα των συνόρων του εγώ και την έκσταση που επακολουθεί. Ακριβώς λόγω αυτού του γκρεμίσματος των συνόρων του εγώ, συμβαίνει να ξεφωνίσουμε στην κορύφωση του οργασμού «σ’ αγαπώ» ή «Ω, Θεούλη μου!» σε μια πόρνη για την οποία ύστερα από λίγες στιγμές, όταν τα σύνορα του εγώ θα έχουν ξαναγυρίσει στην προτινή θέση τους, μπορεί να μη νιώθουμε ούτε στάλα τρυφερότητα, αρέσκεια ή συναισθηματικό νιώσιμο.
Με αυτό δε θέλω να πω ότι η έκσταση της εμπειρίας του οργασμού δεν μπορεί να αυξηθεί αν τη μοιράζεσαι με κάποιον που αγαπάς· μπορεί. Αλλά ακόμα και χωρίς έναν αγαπημένο σύντροφο ή οποιονδήποτε σύντροφο, το γκρέμισμα των συνόρων του εγώ που συμβαίνει σε συνάφεια με τον οργασμό, μπορεί να είναι ολικό· για ένα δευτερόλεπτο μπορεί να ξεχάσουμε ολοκληρωτικά ποιοι είμαστε, να μην έχουμε καμιά αίσθηση του εαυτού μας, να χαθούμε από το χρόνο και το χώρο, να είμαστε εκτός εαυτού, να είμαστε συνεπαρμένοι. Μπορούμε να γίνουμε ένα με το σύμπαν. Αλλά μόνο για ένα δευτερόλεπτο.
Περιγράφοντας την παρατεταμένη «ενότητα με το σύμπαν» που είναι συνυφασμένη με την αληθινή αγάπη, σε σύγκριση με την προσωρινή ενότητα του οργασμού, χρησιμοποίησα τις λέξεις «μυστική ενότητα». Μυστικισμός είναι ουσιαστικά η πίστη ότι η πραγματικότητα είναι κάτι ενιαίο. Οι πιο συνεπείς μυστικιστές πιστεύουν ότι η συνηθισμένη αντίληψη του σύμπαντος ότι περικλείνει πλήθος ξέχωρα αντικείμενα – αστέρια, πλανήτες, δέντρα, πουλιά, σπίτια, εμάς τους ίδιους -, όλα χωρισμένα το ένα από το άλλο με σύνορα, είναι μια λαθεμένη αντίληψη, μια ψευδαίσθηση. Σε τούτη τη γενική λαθεμένη αντίληψη, στον κόσμο τούτο της ψευδαίσθησης που οι περισσότεροι λαθεμένα τάχα πιστεύουμε πως είναι πραγματικός, ινδουϊστές και οι βουδιστές δίνουν την ονομασία «Μάγια». Αυτοί και άλλοι μυστικιστές πιστεύουν ότι η αληθινή πραγματικότητα μπορεί να γνωσθεί μόνο με την εμπειρία του ενιαίου μέσω της εγκατάλειψης των συνόρων του εγώ. Είναι αδύνατο να δει κανείς πραγματικά την ενότητα του σύμπαντος όσο εξακολουθεί να βλέπει τον εαυτό του σαν ένα ξεχωριστό αντικείμενο αποσπασμένο και διακρινόμενο από το υπόλοιπο σύμπαν με κάποιον τρόπο, σχήμα ή μορφή. Οι ινδουϊστές και οι βουδιστές θεωρούν συχνά, γι’ αυτό το λόγο, ότι το βρέφος πριν αναπτύξει τα σύνορα του εγώ του, γνωρίζει την πραγματικότητα, ενώ οι ενήλικοι δεν τη γνωρίζουν. Μερικοί μάλιστα προτείνουν την άποψη ότι ο δρόμος προς τη φώτιση ή τη γνώση του ενιαίου της πραγματικότητας απαιτεί να πισωδρομήσουμε ή να κάνουμε τους εαυτούς μας νήπια. Αυτό μπορεί να είναι μια επικίνδυνα δελεαστική διδασκαλία για ορισμένους εφήβους και νέους που δεν είναι προετοιμασμένοι να επωμιστούν ευθύνες ενηλίκων, οι οποίες τους φαίνονται τρομακτικές, συντριπτικές, και απαιτητικές πέρα από τις δυνατότητές τους. «Δεν είμαι υποχρεωμένος να περάσω απ’ όλα αυτά», μπορεί να σκέφτεται ένα τέτοιο άτομο. «Μπορώ να παραιτηθώ από την προσπάθεια να γίνω ένας ενήλικος και να εγκαταλείψω τις απαιτήσεις των ενηλίκων καταφεύγοντας στην αγιότητα». Σχιζοφρένεια όμως, μάλλον, παρά αγιότητα πετυχαίνεις, ενεργώντας με βάση αυτή την υπόθεση.
Οι περισσότεροι μυστικιστές καταλαβαίνουν την αλήθεια που αναπτύξαμε στο τέλος της ανάλυσης του θέματος της πειθαρχίας: ότι δηλαδή πρέπει να κατέχουμε ή να δημιουργούμε κάτι πριν παραιτηθούμε απ’ αυτό, και μολαταύτα να διατηρούμε τα προσόντα μας και τη βιωσιμότητά μας. Το βρέφος χωρίς τα σύνορα του δικού του εγώ μπορεί να είναι σε πιο στενή επαφή με την πραγματικότητα από τους γονείς του, αλλά είναι ανίκανο να επιβιώσει χωρίς τη φροντίδα αυτών των γονέων, και ανίκανο να μεταδώσει τη σοφία του. Ο δρόμος για την αγιότητα περνάει μέσα από την ενηλικιότητα. Δεν υπάρχουν ευκολοδιάβατοι συντομότεροι δρόμοι. Τα σύνορα του εγώ πρέπει πρώτα να σκληρύνουν για να μπορέσουν κατόπι να απαλυνθούν. Μία ταυτότητα πρέπει πρώτα εδραιωθεί για να μπορέσει κατόπι να γίνει υπερβατή. Πρέπει ένας να βρει τον εαυτό του για να μπορέσει κατόπι να τον χάσει. Η προσωρινή απελευθέρωση από τα σύνορα του εγώ που συνδέεται με το ερωτικό αίσθημα, τη σεξουαλική σχέση ή τη χρησιμοποίηση ορισμένων ψυχοδιεγερτικών ναρκωτικών μπορεί να προσφέρει μια γρήγορη ματιά στη Νιρβάνα, αλλά όχι την ίδια τη Νιρβάνα. Η θέση που υποστηρίζει το βιβλίο είναι ότι η Νιρβάνα ή η διαρκής φώτιση ή η αληθινή πνευματική ανάπτυξη μπορούν να επιτευχθούν μόνο μέσω της επίμονης άσκησης της αληθινής αγάπης.
Κοντολογίς, λοιπόν, η προσωρινή απώλεια των συνόρων του εγώ που συνεπάγεται το ερωτικό αίσθημα και η σεξουαλική σχέση, όχι μόνο μας οδηγεί σε δεσμεύσεις με άλλους ανθρώπους με τους οποίους μπορεί να αρχίσει η αληθινή αγάπη, αλλά και μας δίνει μια πρόγευση από (και συνεπώς το κέντρισμα προς) την πιο διαρκή μυστική έκσταση που μπορεί να γίνει δική μας έπειτα από μια ολόκληρη ζωή αγάπης. Από την άποψη αυτή, το ερωτικό αίσθημα, αν και δεν είναι το ίδιο αγάπη, αποτελεί ωστόσο ένα μέρος της μεγάλης και μυστηριακής περιπέτειας της αγάπης.
Η εμπειρία της αληθινής αγάπης έχει και αυτή να κάνει με σύνορα του εγώ, μιας και συνεπάγεται μιαν επέκταση των ορίων μας. Τα όρια μας είναι τα σύνορα του εγώ μας. Όταν επεκτείνουμε τα όριά μας μέσω της αγάπης, το κάνουμε προσπαθώντας, σαν να λέμε, να τεντωθούμε για να φτάσουμε ως το αγαπημένο μας πρόσωπο, του οποίου επιθυμούμε να βοηθήσουμε την ανάπτυξη. Για να είμαστε σε θέση να το κάνουμε πρέπει πρώτα το αντικείμενο της αγάπης μας να γίνει αγαπημένο σε μας: με άλλα λόγια πρέπει να γοητευτούμε απ’ αυτό, να επενδύσουμε τον εαυτό μας σ’ αυτό και να δεσμευτούμε με αυτό το αντικείμενο που είναι έξω από μας, πέρα από τα δικά μας σύνορα. Οι ψυχίατροι ονομάζουν αυτή τη διαδικασία της προσέλκυσης, επένδυσης και δέσμευσης «κάθεξη», και λέμε ότι εμείς «κατέχουμε» το αγαπημένο αντικείμενο. Αλλά όταν κατέχουμε ένα έξω από μας αντικείμενο, ψυχολογικά ενσωματώνουμε επίσης μιαν ιδέα αυτού του αντικειμένου μέσα μας.
Για παράδειγμα, ας πάρουμε έναν άνθρωπο που έχει πάθος την κηπουρική. Είναι ένα πάθος ικανοποιητικό και πολυέξοδο. Ο άνθρωπος αυτός «αγαπά» να καταγίνεται με τον κήπο του. Ο κήπος του σημαίνει πολλά γι’ αυτόν. Αυτός ο άνθρωπος έχει «καθέξει» τον κήπο του. Τον βρίσκει ελκυστικό, έχει «επενδύσει» τον εαυτό του σ’ αυτόν, είναι «δεσμευμένος» με αυτόν – σε τέτοιο βαθμό που μπορεί να πηδάει από το κρεβάτι χαράματα την Κυριακή για να ξαναγυρίσει σ’ αυτόν και ακόμα μπορεί να παραμελήσει τη γυναίκα του γι’ αυτόν. Στη διάρκεια της «κάθεξής» του, και για να καλλιεργήσει τα λουλούδια και τους θάμνους του, μαθαίνει ένα σωρό πράγματα. Αποκτά πολλές γνώσεις σχετικά με την κηπουρική – για τα χώματα, λιπάσματα, για εμφύτευση και κλάδεμα. Και γνωρίζει τον δικό του συγκεκριμένο κήπο: την ιστορία του, τον τύπο των λουλουδιών και των φυτών που έχει, το σχεδιάγραμμά του, τα προβλήματά του και το μέλλον του. Παρά το γεγονός ότι ο κήπος υπάρχει έξω απ’ αυτόν, ωστόσο διαμέσου της κάθεξης έφτασε να υπάρχει μέσα του. Η γνώση που έχει για τον κήπο του και η σημασία που ο κήπος του έχει γι’ αυτόν αποτελούν μέρος του εαυτού του, μέρος της ταυτότητάς του, μέρος της ιστορίας του, μέρος των γνώσεών του. Με το να αγαπά και να κατέχει τον κήπο του, έχει πραγματικά ενσωματώσει τον κήπο μέσα στον εαυτό του και, με αυτή την ενσωμάτωση, ο εαυτός του μεγάλωσε και τα σύνορα του εγώ του επεκτάθηκαν.
Αυτό που συμβαίνει λοιπόν στην πορεία μιας πολύχρονης αγάπης, και της επέκτασης των ορίων μας για τις καθέξεις μας, είναι ένα βαθμιαίο αλλά προοδευτικό μεγάλωμα του εαυτού μας, μια ενσωμάτωση μέσα μας του έξω κόσμου και μια ανάπτυξη, ένα άπλωμα και μια λέπτυνση των συνόρων του εγώ μας. Με τον τρόπο αυτό, όσο περισσότερο και μακρύτερα επεκτείνουμε τον εαυτό μας, τόσο περισσότερο αγαπάμε και τόσο πιο αχνό γίνεται το ξεχώρισμα του εαυτού μας από τον κόσμο. Ταυτιζόμαστε με τον κόσμο. Και καθώς τα σύνορα του εγώ μας γίνονται αχνά και άτονα, αρχίζουμε όλο και περισσότερο να βιώνουμε το ίδιο συναίσθημα έκστασης που έχουμε όταν ένα μέρος από τα σύνορα του εγώ μας καταρρέει και «πέφτουμε στα δίχτυα του έρωτα». Μόνο που, αντί να έχουμε συγχωνευτεί προσωρινά και χιμαιρικά με ένα μόνο αγαπημένο αντικείμενο, έχουμε συγχωνευτεί πραγματικά και πιο μόνιμα με ένα μεγάλο κομμάτι του κόσμου. Μια «μυστική ένωση» μπορεί να εδραιωθεί με ολόκληρο τον κόσμο. Το συναίσθημα της έκστασης ή ευδαιμονίας που συντροφεύει αυτή την ένωση, αν και είναι ίσως ηπιότερο και λιγότερο δραματικό από εκείνο που συντροφεύει το ερωτικό αίσθημα, είναι ωστόσο πολύ πιο σταθερό και διαρκές και τελικά πιο ικανοποιητικό. Η διαφορά ακριβώς μεταξύ της κορυφαίας εμπειρίας που χαρακτηρίζεται από το ερωτικό αίσθημα και της εμπειρίας που ο Αβραάμ Μάσλοου ονομάζει «υψιπεδική εμπειρία». Τα ύψη δεν αντικρίζονται ξαφνικά και χάνονται πάλι από τα μάτια μας· κατακτώνται μια για πάντα.
Είναι φανερό και κατανοητό απ’ όλους ότι η σεξουαλική δραστηριότητα και η αγάπη, ενώ μπορεί να επέλθουν ταυτόχρονα, είναι συχνά ασύνδετες μεταξύ τους γιατί είναι στη βάση τους ξεχωριστά φαινόμενα. Η ίδια η σεξουαλική πράξη δεν είναι πράξη αγάπης. Ωστόσο, η εμπειρία της σεξουαλικής σχέσης και ειδικότερα του οργασμού (ακόμα και στον αυνανισμό) είναι μια εμπειρία που συνδέεται σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό με το γκρέμισμα των συνόρων του εγώ και την έκσταση που επακολουθεί. Ακριβώς λόγω αυτού του γκρεμίσματος των συνόρων του εγώ, συμβαίνει να ξεφωνίσουμε στην κορύφωση του οργασμού «σ’ αγαπώ» ή «Ω, Θεούλη μου!» σε μια πόρνη για την οποία ύστερα από λίγες στιγμές, όταν τα σύνορα του εγώ θα έχουν ξαναγυρίσει στην προτινή θέση τους, μπορεί να μη νιώθουμε ούτε στάλα τρυφερότητα, αρέσκεια ή συναισθηματικό νιώσιμο.
Με αυτό δε θέλω να πω ότι η έκσταση της εμπειρίας του οργασμού δεν μπορεί να αυξηθεί αν τη μοιράζεσαι με κάποιον που αγαπάς· μπορεί. Αλλά ακόμα και χωρίς έναν αγαπημένο σύντροφο ή οποιονδήποτε σύντροφο, το γκρέμισμα των συνόρων του εγώ που συμβαίνει σε συνάφεια με τον οργασμό, μπορεί να είναι ολικό· για ένα δευτερόλεπτο μπορεί να ξεχάσουμε ολοκληρωτικά ποιοι είμαστε, να μην έχουμε καμιά αίσθηση του εαυτού μας, να χαθούμε από το χρόνο και το χώρο, να είμαστε εκτός εαυτού, να είμαστε συνεπαρμένοι. Μπορούμε να γίνουμε ένα με το σύμπαν. Αλλά μόνο για ένα δευτερόλεπτο.
Περιγράφοντας την παρατεταμένη «ενότητα με το σύμπαν» που είναι συνυφασμένη με την αληθινή αγάπη, σε σύγκριση με την προσωρινή ενότητα του οργασμού, χρησιμοποίησα τις λέξεις «μυστική ενότητα». Μυστικισμός είναι ουσιαστικά η πίστη ότι η πραγματικότητα είναι κάτι ενιαίο. Οι πιο συνεπείς μυστικιστές πιστεύουν ότι η συνηθισμένη αντίληψη του σύμπαντος ότι περικλείνει πλήθος ξέχωρα αντικείμενα – αστέρια, πλανήτες, δέντρα, πουλιά, σπίτια, εμάς τους ίδιους -, όλα χωρισμένα το ένα από το άλλο με σύνορα, είναι μια λαθεμένη αντίληψη, μια ψευδαίσθηση. Σε τούτη τη γενική λαθεμένη αντίληψη, στον κόσμο τούτο της ψευδαίσθησης που οι περισσότεροι λαθεμένα τάχα πιστεύουμε πως είναι πραγματικός, ινδουϊστές και οι βουδιστές δίνουν την ονομασία «Μάγια». Αυτοί και άλλοι μυστικιστές πιστεύουν ότι η αληθινή πραγματικότητα μπορεί να γνωσθεί μόνο με την εμπειρία του ενιαίου μέσω της εγκατάλειψης των συνόρων του εγώ. Είναι αδύνατο να δει κανείς πραγματικά την ενότητα του σύμπαντος όσο εξακολουθεί να βλέπει τον εαυτό του σαν ένα ξεχωριστό αντικείμενο αποσπασμένο και διακρινόμενο από το υπόλοιπο σύμπαν με κάποιον τρόπο, σχήμα ή μορφή. Οι ινδουϊστές και οι βουδιστές θεωρούν συχνά, γι’ αυτό το λόγο, ότι το βρέφος πριν αναπτύξει τα σύνορα του εγώ του, γνωρίζει την πραγματικότητα, ενώ οι ενήλικοι δεν τη γνωρίζουν. Μερικοί μάλιστα προτείνουν την άποψη ότι ο δρόμος προς τη φώτιση ή τη γνώση του ενιαίου της πραγματικότητας απαιτεί να πισωδρομήσουμε ή να κάνουμε τους εαυτούς μας νήπια. Αυτό μπορεί να είναι μια επικίνδυνα δελεαστική διδασκαλία για ορισμένους εφήβους και νέους που δεν είναι προετοιμασμένοι να επωμιστούν ευθύνες ενηλίκων, οι οποίες τους φαίνονται τρομακτικές, συντριπτικές, και απαιτητικές πέρα από τις δυνατότητές τους. «Δεν είμαι υποχρεωμένος να περάσω απ’ όλα αυτά», μπορεί να σκέφτεται ένα τέτοιο άτομο. «Μπορώ να παραιτηθώ από την προσπάθεια να γίνω ένας ενήλικος και να εγκαταλείψω τις απαιτήσεις των ενηλίκων καταφεύγοντας στην αγιότητα». Σχιζοφρένεια όμως, μάλλον, παρά αγιότητα πετυχαίνεις, ενεργώντας με βάση αυτή την υπόθεση.
Οι περισσότεροι μυστικιστές καταλαβαίνουν την αλήθεια που αναπτύξαμε στο τέλος της ανάλυσης του θέματος της πειθαρχίας: ότι δηλαδή πρέπει να κατέχουμε ή να δημιουργούμε κάτι πριν παραιτηθούμε απ’ αυτό, και μολαταύτα να διατηρούμε τα προσόντα μας και τη βιωσιμότητά μας. Το βρέφος χωρίς τα σύνορα του δικού του εγώ μπορεί να είναι σε πιο στενή επαφή με την πραγματικότητα από τους γονείς του, αλλά είναι ανίκανο να επιβιώσει χωρίς τη φροντίδα αυτών των γονέων, και ανίκανο να μεταδώσει τη σοφία του. Ο δρόμος για την αγιότητα περνάει μέσα από την ενηλικιότητα. Δεν υπάρχουν ευκολοδιάβατοι συντομότεροι δρόμοι. Τα σύνορα του εγώ πρέπει πρώτα να σκληρύνουν για να μπορέσουν κατόπι να απαλυνθούν. Μία ταυτότητα πρέπει πρώτα εδραιωθεί για να μπορέσει κατόπι να γίνει υπερβατή. Πρέπει ένας να βρει τον εαυτό του για να μπορέσει κατόπι να τον χάσει. Η προσωρινή απελευθέρωση από τα σύνορα του εγώ που συνδέεται με το ερωτικό αίσθημα, τη σεξουαλική σχέση ή τη χρησιμοποίηση ορισμένων ψυχοδιεγερτικών ναρκωτικών μπορεί να προσφέρει μια γρήγορη ματιά στη Νιρβάνα, αλλά όχι την ίδια τη Νιρβάνα. Η θέση που υποστηρίζει το βιβλίο είναι ότι η Νιρβάνα ή η διαρκής φώτιση ή η αληθινή πνευματική ανάπτυξη μπορούν να επιτευχθούν μόνο μέσω της επίμονης άσκησης της αληθινής αγάπης.
Κοντολογίς, λοιπόν, η προσωρινή απώλεια των συνόρων του εγώ που συνεπάγεται το ερωτικό αίσθημα και η σεξουαλική σχέση, όχι μόνο μας οδηγεί σε δεσμεύσεις με άλλους ανθρώπους με τους οποίους μπορεί να αρχίσει η αληθινή αγάπη, αλλά και μας δίνει μια πρόγευση από (και συνεπώς το κέντρισμα προς) την πιο διαρκή μυστική έκσταση που μπορεί να γίνει δική μας έπειτα από μια ολόκληρη ζωή αγάπης. Από την άποψη αυτή, το ερωτικό αίσθημα, αν και δεν είναι το ίδιο αγάπη, αποτελεί ωστόσο ένα μέρος της μεγάλης και μυστηριακής περιπέτειας της αγάπης.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου