Η ψυχική ασθένεια αναφέρεται σε παθήσεις του εγκεφάλου που εμφανίζονται μέσα από αλλαγές στην αντίληψη, το συναίσθημα και την συμπεριφορά. Η παρατήρηση αυτών έχει τις ρίζες της σε αρχαίους πολιτισμούς. Εκεί, η αιτιότητά της αποδιδόταν τακτικά σε μεταφυσικές δυνάμεις (είτε ως τιμωρία από τα Θεία, είτε ως χάρισμα και τρόπος επικοινωνίας με τον πνευματικό κόσμο), όμως η καταγραφή της υποδηλώνει την αναγνώρισή της. Στο σήμερα, η ψυχική ασθένεια μοιάζει όρος ιατρικός, όμως έχει πολλές πλευρές, κάθε μία εκ των οποίων με την δική της σημασία.
Αδιαμφισβήτητα, η ιατρική πτυχή της έννοιας είναι κεντρική. Η ιατρική κοινότητα έχει αποδείξει με πληθώρα πειραματικών μεθόδων την βιολογική πτυχή της ψυχικής πάθησης, κάτι που την κατατάσσει στην ‘δικαιοδοσία’ του ιατρικού κλάδου, ο οποίος είναι και υπεύθυνος για την θεραπεία της, μέσα από φαρμακευτική αγωγή.
Βέβαια, η περιβαλλοντική επιρροή στην ανάπτυξη ψυχικής πάθησης έχει επίσης αναγνωριστεί ευρέως, κάτι που οδήγησε στο Βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο κατανόησης, και την μεικτή θεραπεία – τόσο φαρμακευτική όσο και ψυχοκοινωνική (με τις λεπτομέρειες να μεταβάλλονται ανάλογα την υποκατηγορία της πάθησης).
Αυτό υπονοεί πως η έννοια έχει μία κοινωνική πτυχή, τόσο ως αίτιο όσο και ως ‘αποτέλεσμα’. Πιο συγκεκριμένα, η κοινωνική πραγματικότητα στην οποία υπάρχει το άτομο μπορεί να αυξήσει ή μειώσει τις πιθανότητες εμφάνισης μιας ψυχικής πάθησης. Ταυτόχρονα, το βίωμα μιας πάθησης είναι πολύ διαφορετικό ανάλογα το κοινωνικό πλαίσιο του ατόμου (για παράδειγμα η ύπαρξη θεραπευτικών μέσων και δομών και η πρόσβαση σε αυτά). Αξίζει να σημειωθεί πως ο όρος συνοδεύεται από έντονο στίγμα και στερεότυπα, που μπορεί να οδηγήσουν στην περιθωριοποίηση του ατόμου από το σύνολο (κάτι που με την σειρά του θα επιβαρύνει περαιτέρω την πάθηση). Παρότι στο παρόν γίνονται έντονες προσπάθειες καταπολέμησης του στίγματος, αυτό ακόμα κυριαρχεί σε αρκετές κοινωνίες της Δύσης και της Ανατολής και εμφανίζεται άμεσα και έμμεσα.
Έτσι λοιπόν, η ψυχική πάθηση ως όρος, αποκτά έντονες οικονομικές, πολιτικές και νομικές πτυχές, όλες εκ των οποίων αλληλοεπιδρούν. Η ύπαρξη μίας πάθησης γεννά πολλές οικονομικές ανάγκες για το άτομο και την οικογένειά του, των οποίων οι δυνατότητες κάλυψης διαφέρουν μεταξύ των κρατών, και επηρεάζουν στο micro και macro επίπεδο την κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα. Παρόμοια, το νομοθετικό πλαίσιο γύρω από την ψυχική πάθηση επηρεάζει το βίωμα αυτής από το άτομο και τον περίγυρό του: το άτομο ‘χάνει’ κάποια από τα πολιτικονομικά δικαιώματά του, ενώ συχνά οικεία πρόσωπα μετατρέπονται σε κηδεμόνες εφόρου ζωής. Αξίζει να σημειωθεί πως η ψυχική πάθηση σε δικαστικά πλαίσια έχει αποτελέσει ξεχωριστό κλάδο μελέτης που στοχεύει τόσο στην αναγνώριση αυτής ως ελαφρυντικό όσο και ως ‘δικαιολογία’.
Οι διαφορετικές πτυχές της ψυχικής νόσου όμως δεν είναι μόνο οι ‘επίσημες’. Στην εποχή της κυριαρχίας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η ψυχική νόσος έχει αποκτήσει έναν ‘cool’ χαρακτήρα, κυρίως μέσα από την κοινότητα εφήβων που εξυμνούν την αυτοκαταστροφικότητα, μασκαρεύοντάς την ως ψυχική πάθηση (χωρίς απαραίτητα αυτό να γίνεται συνειδητά).
Αδιαμφισβήτητα, η ιατρική πτυχή της έννοιας είναι κεντρική. Η ιατρική κοινότητα έχει αποδείξει με πληθώρα πειραματικών μεθόδων την βιολογική πτυχή της ψυχικής πάθησης, κάτι που την κατατάσσει στην ‘δικαιοδοσία’ του ιατρικού κλάδου, ο οποίος είναι και υπεύθυνος για την θεραπεία της, μέσα από φαρμακευτική αγωγή.
Βέβαια, η περιβαλλοντική επιρροή στην ανάπτυξη ψυχικής πάθησης έχει επίσης αναγνωριστεί ευρέως, κάτι που οδήγησε στο Βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο κατανόησης, και την μεικτή θεραπεία – τόσο φαρμακευτική όσο και ψυχοκοινωνική (με τις λεπτομέρειες να μεταβάλλονται ανάλογα την υποκατηγορία της πάθησης).
Αυτό υπονοεί πως η έννοια έχει μία κοινωνική πτυχή, τόσο ως αίτιο όσο και ως ‘αποτέλεσμα’. Πιο συγκεκριμένα, η κοινωνική πραγματικότητα στην οποία υπάρχει το άτομο μπορεί να αυξήσει ή μειώσει τις πιθανότητες εμφάνισης μιας ψυχικής πάθησης. Ταυτόχρονα, το βίωμα μιας πάθησης είναι πολύ διαφορετικό ανάλογα το κοινωνικό πλαίσιο του ατόμου (για παράδειγμα η ύπαρξη θεραπευτικών μέσων και δομών και η πρόσβαση σε αυτά). Αξίζει να σημειωθεί πως ο όρος συνοδεύεται από έντονο στίγμα και στερεότυπα, που μπορεί να οδηγήσουν στην περιθωριοποίηση του ατόμου από το σύνολο (κάτι που με την σειρά του θα επιβαρύνει περαιτέρω την πάθηση). Παρότι στο παρόν γίνονται έντονες προσπάθειες καταπολέμησης του στίγματος, αυτό ακόμα κυριαρχεί σε αρκετές κοινωνίες της Δύσης και της Ανατολής και εμφανίζεται άμεσα και έμμεσα.
Έτσι λοιπόν, η ψυχική πάθηση ως όρος, αποκτά έντονες οικονομικές, πολιτικές και νομικές πτυχές, όλες εκ των οποίων αλληλοεπιδρούν. Η ύπαρξη μίας πάθησης γεννά πολλές οικονομικές ανάγκες για το άτομο και την οικογένειά του, των οποίων οι δυνατότητες κάλυψης διαφέρουν μεταξύ των κρατών, και επηρεάζουν στο micro και macro επίπεδο την κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα. Παρόμοια, το νομοθετικό πλαίσιο γύρω από την ψυχική πάθηση επηρεάζει το βίωμα αυτής από το άτομο και τον περίγυρό του: το άτομο ‘χάνει’ κάποια από τα πολιτικονομικά δικαιώματά του, ενώ συχνά οικεία πρόσωπα μετατρέπονται σε κηδεμόνες εφόρου ζωής. Αξίζει να σημειωθεί πως η ψυχική πάθηση σε δικαστικά πλαίσια έχει αποτελέσει ξεχωριστό κλάδο μελέτης που στοχεύει τόσο στην αναγνώριση αυτής ως ελαφρυντικό όσο και ως ‘δικαιολογία’.
Οι διαφορετικές πτυχές της ψυχικής νόσου όμως δεν είναι μόνο οι ‘επίσημες’. Στην εποχή της κυριαρχίας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η ψυχική νόσος έχει αποκτήσει έναν ‘cool’ χαρακτήρα, κυρίως μέσα από την κοινότητα εφήβων που εξυμνούν την αυτοκαταστροφικότητα, μασκαρεύοντάς την ως ψυχική πάθηση (χωρίς απαραίτητα αυτό να γίνεται συνειδητά).
Η ψυχική πάθηση έχει αποκτήσει τα δικά της hashtags, και γεννά δυναμικά debates, γεγονός που περιορίζει την ουσιαστική ενημέρωση του κοινού.Στο παρόν, λοιπόν, η ψυχική πάθηση βρίσκεται σε ένα μεταίχμιο. Από την μία υπάρχει έντονη πρόοδος στην επιστημονική κατανόηση και αντιμετώπισή της, και στην κοινωνική (άρα και οικονομική, νομική, πολιτική, κλπ) αποδοχή, από την άλλη όμως υπάρχει και έντονη παραπληροφόρηση που εμφανίζεται τόσο στον επιστημονικό κόσμο (όπως με την δημιουργία ‘εναλλακτικών’ θεραπειών), όσο και στο κοινωνικό σύνολο (είτε με την μορφή οπισθοδρομικών στερεοτυπικών απόψεων, είτε με έντονα ρομαντική και εξιδανικευμένη χροιά). Σε αυτό το σταυροδρόμι, οι επαγγελματίες υγείας, μα και η κοινωνία ως σύνολο θα μπορούσε να αντιμετωπίσει την ψυχική ασθένεια ρεαλιστικά – ως μία πάθηση, που χρήζει αντιμετώπισης και επηρεάζει το άτομο, μα δεν το χαρακτηρίζει αποκλειστικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου