Σέβομαι σημαίνει ότι θεωρώ πως αξίζει να εκτιμώ κάποιον. Η ανάγκη να σέβεσαι τους άλλους γύρω σου είναι θεμελιακή για τον άνθρωπο, γιατί αν δεν σέβεσαι τον εαυτό σου, αυτόματα τον θεωρείς ανάξιο εκτίμησης ή ανυπόληπτο, και στην ουσία ζητάς ευτελή μεταχείριση από τους άλλους.
Σέβομαι σημαίνει συμπεριφέρομαι με τρόπο που φανερώνει αναγνώριση της αξίας του άλλου. Ο σεβασμός, αποτελεί ένα σπουδαίο κανόνα του κώδικα κοινωνικής συμπεριφοράς.
Μια κοινωνία μπορεί να παρουσιάζει πλεόνασμα σεβασμού και έλλειμμα ανεκτικότητας ή το αντίστροφο. Καμιά χώρα όμως δεν μπορεί να πάει μακριά εάν έχει έλλειμμα και στις δύο αυτές αξίες. Κι εδώ βρίσκεται το πρόβλημα της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Παραδοσιακά συντηρητική, η ελληνική κοινωνία ήταν ανέκαθεν ελλειμματική σε ανεκτικότητα. Ο άλλος, ως διαφορετικός, είτε ενέπνεε φόβο είτε περιφρόνηση και διακωμώδηση (οι ομοφυλόφιλοι και οι διάφορες πολιτισμικές, θρησκευτικές ή άλλες μειονότητες το έζησαν έντονα στο πετσί τους αυτό). Από την άλλη όμως, η αξία του σεβασμού ήταν ιδιαίτερα ψηλά μέσα στη μέση ελληνική οικογένεια: να μάθεις να σέβεσαι τους άλλους ήταν κάτι με το οποίο γαλουχήθηκαν γενιές ολόκληρες παιδιών ακόμη (ή συνήθως) και με τη μέθοδο της ράβδου.
Με άλλα λόγια ο σεβασμός ξεκινά από μας για να γίνει σεβασμός προς τον άλλον, όποιος και να είναι, απ' όπου και αν προέρχεται, όποια γλώσσα και αν μιλά, σε όποια θρησκεία και αν πιστεύει.
Όπως λένε και οι ψυχολόγοι, ο σεβασμός, είναι ένα συναίσθημα έμφυτο στον άνθρωπο. Συγγενεύει με την αγάπη γιατί συνήθως, σεβόμαστε και αγαπούμε κάποιον. Ταυτόχρονα όμως, ο σεβασμός περικλείει και κάποιον φόβο. Τα δύο αυτά συναισθήματα, αν και φαίνονται διαφορετικά, συμπορεύονται τέλεια και παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του παιδιού.
Ο ψυχολόγος Πιέρ Μποβέ γράφει: «Ο σεβασμός είναι ένας πετυχημένος συνδυασμός γλυκύτητας και αυστηρότητας, φόβου και αγάπης».
Κατά το Freud, «ο φόβος και η αγάπη είναι δύο όψεις του ιδίου συναισθήματος, πού διαφοροποιείται όμως πολύ νωρίς».
Σέβεται και τιμά κανείς αυτόν πού αγαπά. Δεν κάνω κάτι για να μη στενοχωρήσω τους “σημαντικούς άλλους», τούς γονείς μου. Συχνά όμως, αυτή η αγάπη μας ωθεί για δράση, για δημιουργία. Διαβάζω για να πετύχω στις εξετάσεις και να δώσω χαρά στον πατέρα μου. Μέσα από όλο αυτό το παιδί αναζητά την αγάπη και την αποδοχή που θα το λυτρώσει. Και καθώς φουντώνει η αγάπη του, αναπτύσσεται και ο σεβασμός του προς το αγαπημένο πρόσωπο.
Γράφει ή Γαλλίδα ψυχαναλύτρια Μαντλέν Ραμπέρ. «Το παιδί πού αγαπιέται, βρίσκει τη δύναμη να αγαπήσει, να σεβαστεί και να προχωρήσει στη ζωή».
Σέβομαι σημαίνει συμπεριφέρομαι με τρόπο που φανερώνει αναγνώριση της αξίας του άλλου. Ο σεβασμός, αποτελεί ένα σπουδαίο κανόνα του κώδικα κοινωνικής συμπεριφοράς.
Μια κοινωνία μπορεί να παρουσιάζει πλεόνασμα σεβασμού και έλλειμμα ανεκτικότητας ή το αντίστροφο. Καμιά χώρα όμως δεν μπορεί να πάει μακριά εάν έχει έλλειμμα και στις δύο αυτές αξίες. Κι εδώ βρίσκεται το πρόβλημα της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Παραδοσιακά συντηρητική, η ελληνική κοινωνία ήταν ανέκαθεν ελλειμματική σε ανεκτικότητα. Ο άλλος, ως διαφορετικός, είτε ενέπνεε φόβο είτε περιφρόνηση και διακωμώδηση (οι ομοφυλόφιλοι και οι διάφορες πολιτισμικές, θρησκευτικές ή άλλες μειονότητες το έζησαν έντονα στο πετσί τους αυτό). Από την άλλη όμως, η αξία του σεβασμού ήταν ιδιαίτερα ψηλά μέσα στη μέση ελληνική οικογένεια: να μάθεις να σέβεσαι τους άλλους ήταν κάτι με το οποίο γαλουχήθηκαν γενιές ολόκληρες παιδιών ακόμη (ή συνήθως) και με τη μέθοδο της ράβδου.
Με άλλα λόγια ο σεβασμός ξεκινά από μας για να γίνει σεβασμός προς τον άλλον, όποιος και να είναι, απ' όπου και αν προέρχεται, όποια γλώσσα και αν μιλά, σε όποια θρησκεία και αν πιστεύει.
Όπως λένε και οι ψυχολόγοι, ο σεβασμός, είναι ένα συναίσθημα έμφυτο στον άνθρωπο. Συγγενεύει με την αγάπη γιατί συνήθως, σεβόμαστε και αγαπούμε κάποιον. Ταυτόχρονα όμως, ο σεβασμός περικλείει και κάποιον φόβο. Τα δύο αυτά συναισθήματα, αν και φαίνονται διαφορετικά, συμπορεύονται τέλεια και παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του παιδιού.
Ο ψυχολόγος Πιέρ Μποβέ γράφει: «Ο σεβασμός είναι ένας πετυχημένος συνδυασμός γλυκύτητας και αυστηρότητας, φόβου και αγάπης».
Κατά το Freud, «ο φόβος και η αγάπη είναι δύο όψεις του ιδίου συναισθήματος, πού διαφοροποιείται όμως πολύ νωρίς».
Σέβεται και τιμά κανείς αυτόν πού αγαπά. Δεν κάνω κάτι για να μη στενοχωρήσω τους “σημαντικούς άλλους», τούς γονείς μου. Συχνά όμως, αυτή η αγάπη μας ωθεί για δράση, για δημιουργία. Διαβάζω για να πετύχω στις εξετάσεις και να δώσω χαρά στον πατέρα μου. Μέσα από όλο αυτό το παιδί αναζητά την αγάπη και την αποδοχή που θα το λυτρώσει. Και καθώς φουντώνει η αγάπη του, αναπτύσσεται και ο σεβασμός του προς το αγαπημένο πρόσωπο.
Γράφει ή Γαλλίδα ψυχαναλύτρια Μαντλέν Ραμπέρ. «Το παιδί πού αγαπιέται, βρίσκει τη δύναμη να αγαπήσει, να σεβαστεί και να προχωρήσει στη ζωή».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου