Τα χαρακτηριστικά που κάνουν ένα άτομο ελκυστικό αποτελούν θέμα συζήτησης εδώ και αιώνες. Αν και έχει αποδειχτεί ότι η έλξη είναι σχετική ανάλογα με το πλαίσιο, τις πολιτισμικές αξίες και τον τρόπο ζωής, μερικοί εξακολουθούν να πιστεύουν ότι η ελκυστική εμφάνιση αποτελεί το μεγαλύτερο πλεονέκτημα.
Αν και τα σωματικά χαρακτηριστικά παίζουν όντως ρόλο στην έλξη, έχει αποδειχτεί ότι δεν αποτελούν τους μοναδικούς παράγοντες που καθορίζουν πόσο ελκυστικός είναι κάποιος για τους άλλους.
Μάλιστα, μερικοί άνθρωποι διαβεβαιώνουν ότι η έλξη που ασκεί κάποιο άτομο συνδέεται άμεσα με την προσωπικότητά του και με τις ιδιότητες που βλέπουν σε αυτό οι θαυμαστές του.
Επιπλέον, η επιστημονική έρευνα δείχνει ότι ένα πολύ σημαντικό συστατικό της έλξης βρίσκεται στον εγκέφαλο και στην ικανότητά του να κατανοεί τα συναισθήματα και τις προθέσεις των άλλων.
Οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Lübeck στη Γερμανία διεξήγαγαν πρόσφατα μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό PNAS. Στη μελέτη αυτή διαπιστώθηκε ότι, όσο πιο ικανοί είμαστε να αποκωδικοποιούμε τα συναισθήματα των άλλων, τόσο πιο ελκυστικοί είμαστε γι’ αυτούς.
Έλξη: το πραγματικό μυστικό βρίσκεται στον εγκέφαλο
Αναλύοντας τους νευρωνικούς μηχανισμούς που διεγείρονται από την έλξη, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η ικανότητα ενός ατόμου να διαβάζει τα συναισθήματα των άλλων έπαιζε πολύ σημαντικό ρόλο στην έλξη.
Η Silke Anders, καθηγήτρια κοινωνικής και συγκινησιακής νευροεπιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Lübeck και σχεδιάστρια της μελέτης, λέει τα εξής:
«Το να είμαστε ικανοί να κατανοούμε τις προθέσεις και τα συναισθήματα ενός άλλου ατόμου είναι ουσιαστικό για μια επιτυχημένη κοινωνική αλληλεπίδραση.
Για να υπάρχει αμοιβαία επιτυχία, οι άνθρωποι πρέπει να καταλαβαίνουν και να αναλύουν συνεχώς τις προθέσεις και τα συναισθήματα των συνανθρώπων τους, να προβλέπουν τη συμπεριφορά των άλλων και να προσαρμόζουν ανάλογα τη δική τους».
Για να καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα, συμπεριέλαβε στο πείραμα 90 ανθρώπους από τους οποίους ζητήθηκε να παρακολουθήσουν βίντεο γυναικών που εξέφραζαν είτε φόβο είτε λύπη.
Αφού παρακολούθησαν τα βίντεο, οι συμμετέχοντες έπρεπε να αξιολογήσουν τα συναισθήματα των γυναικών και το επίπεδο της σιγουριάς τους όσον αφορά στις αξιολογήσεις τους.
Ενώ τα υποκείμενα επιδίδονταν στη ζητούμενη δραστηριότητα, οι ερευνητές ανέλυαν τη δραστηριότητα του εγκεφάλου τους για να μετρήσουν το επίπεδο έλξης τους.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι, όσο πιο ακριβής ήταν η αξιολόγηση της συναισθηματικής κατάστασης της γυναίκας, τόσο πιο ελκυστικός φαινόταν ο συμμετέχων.
Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι, όσο πιο εύκολα ερμηνεύει κάποιος τα συναισθήματα των άλλων, τόσο πιο ελκυστικός είναι.
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ενεργοποιείται το κέντρο ανταμοιβής του εγκεφάλου προκαλώντας ευχάριστες αισθήσεις.
Αυτό που είναι πραγματικά ενδιαφέρον αναφορικά με τα συγκεκριμένα ευρήματα είναι ο ρόλος που παίζουν ο πομπός και ο δέκτης.
Η ικανότητα να καταλαβαίνουμε τους άλλους και να αναγνωρίζουμε αυτό ακριβώς που αισθάνονται εξαρτάται από το επίπεδο της νευρωνικής δραστηριότητας που περιλαμβάνει η έλξη.
Για παράδειγμα, όταν το πρόσωπο ενός ατόμου έχει μια έκφραση φόβου ή λύπης, ο παρατηρητής την επεξεργάζεται αποτελεσματικά στο δικό του εγκέφαλο, πυροδοτώντας το σύστημα ανταμοιβής και αυξάνοντας την ελκυστικότητά του για το άτομο που βιώνει το συναίσθημα.
Σε προηγούμενες μελέτες είχε βρεθεί μια διαφορά στο νευρωνικό κύκλωμα εκείνων που δεν διαθέτουν την ικανότητα να «διαβάζουν» τα συναισθήματα των άλλων. Οι άνθρωποι αυτοί τείνουν επίσης να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην επικοινωνία και στην έλξη.
Για το λόγο αυτό μερικοί επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η έλλειψη επικοινωνίας δεν υποδηλώνει απαραίτητα έλλειψη ενδιαφέροντος. Απλώς το νευρωνικό κύκλωμα του συγκεκριμένου ατόμου δεν του επιτρέπει να εκφράζεται ολοκληρωμένα.
Η Anders αναγνωρίζει ότι η μελέτη είναι πολύ μικρή για να καταλήξει σε οριστικά συμπεράσματα.
Ωστόσο επιβεβαιώνει την επιθυμία της να αναλύσει περαιτέρω το πώς αλλάζει η ικανότητά μας να ερμηνεύουμε τα συναισθήματα καθώς μεγαλώνουμε, ενώ είναι δυνατόν να αυξήσουμε την ικανότητα αυτή με εξάσκηση.
Θα ήταν επίσης ενδιαφέρον να ανακαλύψουμε αν η ικανότητα να «διαβάζουμε» τους άλλους προέρχεται από δικά μας έμφυτα χαρακτηριστικά ή αν υπάρχουν άλλοι παράγοντες που δίνουν αυτή τη δυνατότητα.
Σε κάθε περίπτωση τα παραπάνω συμπεράσματα προσφέρουν μια καινούργια εξήγηση για το τι κάνει τους ανθρώπους ελκυστικούς ή γιατί μερικοί είναι πιο ελκυστικοί από άλλους.
Αν και τα σωματικά χαρακτηριστικά παίζουν όντως ρόλο στην έλξη, έχει αποδειχτεί ότι δεν αποτελούν τους μοναδικούς παράγοντες που καθορίζουν πόσο ελκυστικός είναι κάποιος για τους άλλους.
Μάλιστα, μερικοί άνθρωποι διαβεβαιώνουν ότι η έλξη που ασκεί κάποιο άτομο συνδέεται άμεσα με την προσωπικότητά του και με τις ιδιότητες που βλέπουν σε αυτό οι θαυμαστές του.
Επιπλέον, η επιστημονική έρευνα δείχνει ότι ένα πολύ σημαντικό συστατικό της έλξης βρίσκεται στον εγκέφαλο και στην ικανότητά του να κατανοεί τα συναισθήματα και τις προθέσεις των άλλων.
Οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Lübeck στη Γερμανία διεξήγαγαν πρόσφατα μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό PNAS. Στη μελέτη αυτή διαπιστώθηκε ότι, όσο πιο ικανοί είμαστε να αποκωδικοποιούμε τα συναισθήματα των άλλων, τόσο πιο ελκυστικοί είμαστε γι’ αυτούς.
Έλξη: το πραγματικό μυστικό βρίσκεται στον εγκέφαλο
Αναλύοντας τους νευρωνικούς μηχανισμούς που διεγείρονται από την έλξη, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η ικανότητα ενός ατόμου να διαβάζει τα συναισθήματα των άλλων έπαιζε πολύ σημαντικό ρόλο στην έλξη.
Η Silke Anders, καθηγήτρια κοινωνικής και συγκινησιακής νευροεπιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Lübeck και σχεδιάστρια της μελέτης, λέει τα εξής:
«Το να είμαστε ικανοί να κατανοούμε τις προθέσεις και τα συναισθήματα ενός άλλου ατόμου είναι ουσιαστικό για μια επιτυχημένη κοινωνική αλληλεπίδραση.
Για να υπάρχει αμοιβαία επιτυχία, οι άνθρωποι πρέπει να καταλαβαίνουν και να αναλύουν συνεχώς τις προθέσεις και τα συναισθήματα των συνανθρώπων τους, να προβλέπουν τη συμπεριφορά των άλλων και να προσαρμόζουν ανάλογα τη δική τους».
Για να καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα, συμπεριέλαβε στο πείραμα 90 ανθρώπους από τους οποίους ζητήθηκε να παρακολουθήσουν βίντεο γυναικών που εξέφραζαν είτε φόβο είτε λύπη.
Αφού παρακολούθησαν τα βίντεο, οι συμμετέχοντες έπρεπε να αξιολογήσουν τα συναισθήματα των γυναικών και το επίπεδο της σιγουριάς τους όσον αφορά στις αξιολογήσεις τους.
Ενώ τα υποκείμενα επιδίδονταν στη ζητούμενη δραστηριότητα, οι ερευνητές ανέλυαν τη δραστηριότητα του εγκεφάλου τους για να μετρήσουν το επίπεδο έλξης τους.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι, όσο πιο ακριβής ήταν η αξιολόγηση της συναισθηματικής κατάστασης της γυναίκας, τόσο πιο ελκυστικός φαινόταν ο συμμετέχων.
Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι, όσο πιο εύκολα ερμηνεύει κάποιος τα συναισθήματα των άλλων, τόσο πιο ελκυστικός είναι.
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ενεργοποιείται το κέντρο ανταμοιβής του εγκεφάλου προκαλώντας ευχάριστες αισθήσεις.
Αυτό που είναι πραγματικά ενδιαφέρον αναφορικά με τα συγκεκριμένα ευρήματα είναι ο ρόλος που παίζουν ο πομπός και ο δέκτης.
Η ικανότητα να καταλαβαίνουμε τους άλλους και να αναγνωρίζουμε αυτό ακριβώς που αισθάνονται εξαρτάται από το επίπεδο της νευρωνικής δραστηριότητας που περιλαμβάνει η έλξη.
Για παράδειγμα, όταν το πρόσωπο ενός ατόμου έχει μια έκφραση φόβου ή λύπης, ο παρατηρητής την επεξεργάζεται αποτελεσματικά στο δικό του εγκέφαλο, πυροδοτώντας το σύστημα ανταμοιβής και αυξάνοντας την ελκυστικότητά του για το άτομο που βιώνει το συναίσθημα.
Σε προηγούμενες μελέτες είχε βρεθεί μια διαφορά στο νευρωνικό κύκλωμα εκείνων που δεν διαθέτουν την ικανότητα να «διαβάζουν» τα συναισθήματα των άλλων. Οι άνθρωποι αυτοί τείνουν επίσης να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην επικοινωνία και στην έλξη.
Για το λόγο αυτό μερικοί επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η έλλειψη επικοινωνίας δεν υποδηλώνει απαραίτητα έλλειψη ενδιαφέροντος. Απλώς το νευρωνικό κύκλωμα του συγκεκριμένου ατόμου δεν του επιτρέπει να εκφράζεται ολοκληρωμένα.
Η Anders αναγνωρίζει ότι η μελέτη είναι πολύ μικρή για να καταλήξει σε οριστικά συμπεράσματα.
Ωστόσο επιβεβαιώνει την επιθυμία της να αναλύσει περαιτέρω το πώς αλλάζει η ικανότητά μας να ερμηνεύουμε τα συναισθήματα καθώς μεγαλώνουμε, ενώ είναι δυνατόν να αυξήσουμε την ικανότητα αυτή με εξάσκηση.
Θα ήταν επίσης ενδιαφέρον να ανακαλύψουμε αν η ικανότητα να «διαβάζουμε» τους άλλους προέρχεται από δικά μας έμφυτα χαρακτηριστικά ή αν υπάρχουν άλλοι παράγοντες που δίνουν αυτή τη δυνατότητα.
Σε κάθε περίπτωση τα παραπάνω συμπεράσματα προσφέρουν μια καινούργια εξήγηση για το τι κάνει τους ανθρώπους ελκυστικούς ή γιατί μερικοί είναι πιο ελκυστικοί από άλλους.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου