«Αλλ΄αυτόχθονες όντες την αυτήν εκέκτηντο μητέρα και πατρίδα… ελευθέραις ταις ψυχαίς επολιτεύοντο» (αλλά ήταν αυτόχθονες και είχαν την ίδια χώρα ως μητέρα και πατρίδα… ζούσαν ως πολίτες με ελεύθερα φρονήματα / Λυσίου, Επιτάφιος 17-19).
Οι αυτοδιοικητικές εκλογές πέραν όλων των άλλων θεμάτων που αναδεικνύουν είναι και αυτά που σχετίζονται με τη σχέση του πολίτη με την «πόλη» του, όπως αυτή καταγράφηκε ιστορικά από τις απαρχές της δημιουργίας της. Η σχέση αυτή, όπως διαφαίνεται μέσα από τις πηγές, είναι μία σχέση οργανική – βιολογική αλλά και πολιτική. Η ζωή των πολιτών είναι στενά συνυφασμένη με τη ζωή της πόλης. Η πόλη, δηλαδή, δεν υπάρχει χωρίς τους πολίτες, αλλά ούτε κι αυτοί ξεχωριστά από την πόλη.
Η πόλη ως τόπος
Γι' αυτό οι κάτοικοι από την αρχαία εποχή μέχρι και σήμερα προσδιορίζονται κι από τον τόπο καταγωγής τους: Αθήνα – Αθηναίος, Σπάρτη – Σπαρτιάτης, Θήβα – Θηβαίος. Πόλη και πολίτες αλληλονοηματοδοτούνται.
Η πόλη ιστορικά ως πολιτικό-διοικητικό και πολιτιστικό μόρφωμα ταυτίζεται ή βαδίζει παράλληλα με τη νοοτροπία των πολιτών της, τη συμπεριφορά τους, το πνευματικό τους επίπεδο, την ψυχολογία τους, τις ηθικές και θρησκευτικές τους πεποιθήσεις. Υπάρχουν όροι που καταγράφηκαν ως βιοθεωρία ή συμπεριφορά και παραπέμπουν στους κατοίκους – πολίτες μιας συγκεκριμένης πόλης.
Ο όρος «αβδηρητισμός» για παράδειγμα παραπέμπει σημασιολογικά στο στοιχείο της μωρίας ή της ματαιοδοξίας που χαρακτήριζε τους κατοίκους της πόλης Άβδηρα, στη Δ. Θράκη. Ένα άλλο παράδειγμα που αισθητοποιεί την οργανική σχέση πόλη – πολίτη είναι κι αυτό του όρου «Σολοικισμός» που καταγράφει την αδυναμία των κατοίκων της Αθηναϊκής αποικίας των Σόλων στη Μ. Ασία να μιλήσουν σωστά (συντακτικά) την αττική διάλεκτο.
Ανάλογοι είναι και οι συνειρμοί στο άκουσμα του τόπου – πόλης καταγωγής κάποιου. Όλοι θέλουν να προβάλουν με υπερηφάνεια το όνομα της πόλης τους στο βαθμό που αυτή έχει καταγραφεί ως κέντρο πολιτισμού, ανθρωπιάς, επιστήμης, φυσικού πλούτου ή γενναιότητας: π.χ. Βιεννέζος (Βιέννη), Λονδρέζος (Λονδίνο), Μοσχοβίτης (Μόσχα), Νεοϋρκέζος (Νέα Υόρκη)…
Σχετικό είναι το ανέκδοτο μιας συζήτησης του Αριστοτέλη με έναν άσημο Αθηναίο. Ο άσημος Αθηναίος για να «πειράξει» τον Αριστοτέλη για την άγνωστη και άσημη ιδιαίτερη πατρίδα του, τα Στάγειρα (Χαλκιδική) άρχισε να υπερηφανεύεται για την Αθήνα αναφέροντας με έμφαση και υπερηφάνια τα γνωρίσματα της πόλης του που αναδείχθηκε ως η πιο ένδοξη πόλη της αρχαίας Ελλάδας. Ο Αριστοτέλης τον άκουγε υπομονετικά και στο τέλος με αφοπλιστικό τρόπο του είπε: «Εσύ έχεις πολλούς λόγους να υπερηφανεύεσαι για την πόλη σου, την Αθήνα. Η Αθήνα έχει λόγους να υπερηφανεύεται για σένα;
Η πόλη ως το σύνολο των πολιτών της
Μία άλλη παράμετρος της σχέσης του πολίτη με την πόλη του είναι κι αυτή που έθεσε με αποφθεγματικό τρόπο ο Νικίας προς τους απελπισμένους συμπατριώτες του, τους Αθηναίους, στην καταστροφική γι' αυτούς Σικελική εκστρατεία (415-413 π.χ.)
«Άνδρες γαρ πόλις, και ου τείχη ουδέ νήες ανδρών κεναί» (Θουκυδίδης Η-77) (Η πόλη είναι οι άνδρες (οι κάτοικοί της) και όχι τα τείχη, ούτε τα άδεια από ανθρώπους πλοία).
Σύμφωνα με αυτήν την άποψη η πόλη προσδιορίζεται περισσότερο από τους κατοίκους της και λιγότερο από τα γεωγραφικά της δεδομένα. Γι' αυτό και ο διοικητικός χαρακτηρισμός κάθε πόλης ή δήμου μέχρι και σήμερα παραπέμπει στους πολίτες – κατοίκους και όχι στη γεωγραφία του τόπου, όπως: Αθήνα (Δήμος Αθηναίων), και όχι «Δήμος Αθήνας», Ιωάννινα (Δήμος Ιωαννιτών) και όχι «Δήμος Ιωαννίνων». Σε κάποιους, όμως δήμους υπερτερεί ο γεωγραφικός προσδιορισμός: Δήμος Κομοτηνής, Καρδίτσας..
Ανάλογη είναι και η θέση του Σωκράτη, όπως αυτή καταγράφηκε στο έργο «Φαίδρος» του Πλάτωνα.
«Τα μεν ουν χωρία και τα δένδρα ουδέν μ’ εθέλειδιδάσκειν, οι δ’ εν τω άστει άνθρωποι» (Φαίδρος, 230d)
Ήταν, λοιπόν, κοινή πεποίθηση για τους αρχαίους ο καταλυτικός ρόλος του πολίτη στη λειτουργία της πόλης. Αυτό, ωστόσο, δεν μείωνε το μυστηριακό χαρακτήρα του δεσμού του κατοίκου μιας πόλης με τον ιδιαίτερο τόπο καταγωγής του. Γι' αυτό και οι Αθηναίοι υπερηφανεύονταν πως ήταν αυτόχθονες ή και γηγενείς (Παραδοσιακή αντίληψη πως η Γη –Γαία ήταν η μητέρα όλων).
Ο άπολις
Για τους αρχαίους μία από τις βαρύτερες τιμωρίες για τον άνθρωπο ήταν η εκδίωξη – αποπομπή του από την πόλη. Μία εκδίωξη – τιμωρία που ισοδυναμούσε με θάνατο. Ο άπολις εθεωρείτο κατώτερο είδος ανθρώπου, ο εκφυλισμένος, ο εξόριστος, ο στερούμενος πολιτικών δικαιωμάτων:«άφιλον ερήμον άπολιν εν ζώσιν νεκρόν» (Σοφοκλής, Φιλοκτήτης στ. 1018).
Η αναφορά πολλών δήμων στους πολίτες (Δήμος Θηβαίων) και η αρχέγονη σχέση πόλη – πολίτη υποδηλώνει αλλά και καταδεικνύει με ενάργεια του πρωταγωνιστικό ρόλο του πολίτη στο θεσμό της τοπικής αυτοδιοίκησης. Η διακονία των συμφερόντων της «πόλης» - «δήμου» - «κοινότητας» προϋποθέτει έναν υψηλό βαθμό συνειδητοποίησης του οργανικού δεσμού «πόλης – πολίτη» τόσο από τους διοικούντες όσο κι από τους πολίτες – ψηφοφόρους. Γιατί η γνώση και η πολιτική συνειδητότητα ενισχύουν την αίσθηση του χρέους και καθιστά το άτομο πρωταγωνιστή των εξελίξεων.
Ο πολίτης διάκονος της πόλης
Ο πολίτης – ψηφοφόρος με την ψήφο του αποφασίζει και εξουσιοδοτεί. Οι πόλεις υπάρχουν για τους πολίτες και «ένεκεν των πολιτών». Το ανθρώπινο δυναμικό και ο υψηλός βαθμός συνειδητότητας των πολιτών είναι τα στοιχεία που υφαίνουν το επίπεδο μιας πόλης και προσδιορίζουν καταλυτικά τόσο την ύπαρξή της όσο και την εξέλιξή της. Ο Πρωταγόρας έθεσε με σαφήνεια τους όρους ύπαρξης της πόλης και κατ’ ακολουθίαν τη σχέση πόλης – πολίτη.
«Ει μέλλει πόλεις είναι ουδένα δει ιδιωτεύειν». (Εάν θέλουμε να υπάρχουν πόλεις δεν πρέπει κανένας να ασχολείται μόνο με τις ιδιωτικές του υποθέσεις)
Ο Θεμιστοκλής απαντώντας στον εκβιασμό του Ευρυβιάδη – πριν τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, 480 π.Χ. – δήλωνε πως με τα πλοία του θα μεταφέρει τους Αθηναίους πολίτες σε άλλο τόπο, μακριά από την Αθήνα. Για τους Αθηναίους και για το Θεμιστοκλή η Αθήνα θα ήταν εκεί που θα ήταν οι Αθηναίοι.
Η ιστορία, λοιπόν, μιας πόλης αποτελεί πηγή έμπνευσης αλλά και διδαχής των κατοίκων της. Στην ιστορία της αντανακλάται η ψυχή κάθε ατόμου, οι αξίες, τα πρότυπα, τα ιδανικά και οι αγώνες για ελευθερία και αυτονομία. Η ιστορία διαμορφώνεται και γράφεται από τους επώνυμους αλλά και τον ανώνυμο λαό. Δομικό, επίσης, στοιχείο της ταυτότητας μιας πόλης είναι και ο πολιτισμός της. Σε αυτόν αντανακλάται η πνευματικότητα, η αισθητική, η ηθική, η πολιτική βούληση, οι αρετές αλλά και ο αγώνας της καθημερινότητας για υλική επιβίωση.
Άνδρες γαρ η πόλις….
Όλα τα παραπάνω, λοιπόν, συνθέτουν το μωσαϊκό μιας πόλης και των κατοίκων της. Οι κάτοικοι προσδιορίζουν και προσδιορίζονται από την πόλη τους. Μία διαλεκτική σχέση, μία σχέση πολιτική.
Άνθρωποι και πόλη. Άνθρωποι και τόπος.
Άρχοντες και αρχόμενοι. Άνθρωποι – ψηφοφόροι και Πολίτες. Πόλη – πολίτης – πολιτική – πολίτευμα – πολιτεία – πολιτισμός. Μία οικογένεια λέξεων – εννοιών. Ένας υπόγειος δεσμός, μία σημαντική σχέση.
«Άνδρες γαρ η πόλις…»
Η αποφθεγματική ρήση του Νικία συνιστά και την απάντηση στο ερώτημα του Σαίξπηρ στην γ’ πράξη του Κοριολάνου.
«Τι είναι, άραγε, η πόλη παρά οι κάτοικοί της;»
Οι αυτοδιοικητικές εκλογές πέραν όλων των άλλων θεμάτων που αναδεικνύουν είναι και αυτά που σχετίζονται με τη σχέση του πολίτη με την «πόλη» του, όπως αυτή καταγράφηκε ιστορικά από τις απαρχές της δημιουργίας της. Η σχέση αυτή, όπως διαφαίνεται μέσα από τις πηγές, είναι μία σχέση οργανική – βιολογική αλλά και πολιτική. Η ζωή των πολιτών είναι στενά συνυφασμένη με τη ζωή της πόλης. Η πόλη, δηλαδή, δεν υπάρχει χωρίς τους πολίτες, αλλά ούτε κι αυτοί ξεχωριστά από την πόλη.
Η πόλη ως τόπος
Γι' αυτό οι κάτοικοι από την αρχαία εποχή μέχρι και σήμερα προσδιορίζονται κι από τον τόπο καταγωγής τους: Αθήνα – Αθηναίος, Σπάρτη – Σπαρτιάτης, Θήβα – Θηβαίος. Πόλη και πολίτες αλληλονοηματοδοτούνται.
Η πόλη ιστορικά ως πολιτικό-διοικητικό και πολιτιστικό μόρφωμα ταυτίζεται ή βαδίζει παράλληλα με τη νοοτροπία των πολιτών της, τη συμπεριφορά τους, το πνευματικό τους επίπεδο, την ψυχολογία τους, τις ηθικές και θρησκευτικές τους πεποιθήσεις. Υπάρχουν όροι που καταγράφηκαν ως βιοθεωρία ή συμπεριφορά και παραπέμπουν στους κατοίκους – πολίτες μιας συγκεκριμένης πόλης.
Ο όρος «αβδηρητισμός» για παράδειγμα παραπέμπει σημασιολογικά στο στοιχείο της μωρίας ή της ματαιοδοξίας που χαρακτήριζε τους κατοίκους της πόλης Άβδηρα, στη Δ. Θράκη. Ένα άλλο παράδειγμα που αισθητοποιεί την οργανική σχέση πόλη – πολίτη είναι κι αυτό του όρου «Σολοικισμός» που καταγράφει την αδυναμία των κατοίκων της Αθηναϊκής αποικίας των Σόλων στη Μ. Ασία να μιλήσουν σωστά (συντακτικά) την αττική διάλεκτο.
Ανάλογοι είναι και οι συνειρμοί στο άκουσμα του τόπου – πόλης καταγωγής κάποιου. Όλοι θέλουν να προβάλουν με υπερηφάνεια το όνομα της πόλης τους στο βαθμό που αυτή έχει καταγραφεί ως κέντρο πολιτισμού, ανθρωπιάς, επιστήμης, φυσικού πλούτου ή γενναιότητας: π.χ. Βιεννέζος (Βιέννη), Λονδρέζος (Λονδίνο), Μοσχοβίτης (Μόσχα), Νεοϋρκέζος (Νέα Υόρκη)…
Σχετικό είναι το ανέκδοτο μιας συζήτησης του Αριστοτέλη με έναν άσημο Αθηναίο. Ο άσημος Αθηναίος για να «πειράξει» τον Αριστοτέλη για την άγνωστη και άσημη ιδιαίτερη πατρίδα του, τα Στάγειρα (Χαλκιδική) άρχισε να υπερηφανεύεται για την Αθήνα αναφέροντας με έμφαση και υπερηφάνια τα γνωρίσματα της πόλης του που αναδείχθηκε ως η πιο ένδοξη πόλη της αρχαίας Ελλάδας. Ο Αριστοτέλης τον άκουγε υπομονετικά και στο τέλος με αφοπλιστικό τρόπο του είπε: «Εσύ έχεις πολλούς λόγους να υπερηφανεύεσαι για την πόλη σου, την Αθήνα. Η Αθήνα έχει λόγους να υπερηφανεύεται για σένα;
Η πόλη ως το σύνολο των πολιτών της
Μία άλλη παράμετρος της σχέσης του πολίτη με την πόλη του είναι κι αυτή που έθεσε με αποφθεγματικό τρόπο ο Νικίας προς τους απελπισμένους συμπατριώτες του, τους Αθηναίους, στην καταστροφική γι' αυτούς Σικελική εκστρατεία (415-413 π.χ.)
«Άνδρες γαρ πόλις, και ου τείχη ουδέ νήες ανδρών κεναί» (Θουκυδίδης Η-77) (Η πόλη είναι οι άνδρες (οι κάτοικοί της) και όχι τα τείχη, ούτε τα άδεια από ανθρώπους πλοία).
Σύμφωνα με αυτήν την άποψη η πόλη προσδιορίζεται περισσότερο από τους κατοίκους της και λιγότερο από τα γεωγραφικά της δεδομένα. Γι' αυτό και ο διοικητικός χαρακτηρισμός κάθε πόλης ή δήμου μέχρι και σήμερα παραπέμπει στους πολίτες – κατοίκους και όχι στη γεωγραφία του τόπου, όπως: Αθήνα (Δήμος Αθηναίων), και όχι «Δήμος Αθήνας», Ιωάννινα (Δήμος Ιωαννιτών) και όχι «Δήμος Ιωαννίνων». Σε κάποιους, όμως δήμους υπερτερεί ο γεωγραφικός προσδιορισμός: Δήμος Κομοτηνής, Καρδίτσας..
Ανάλογη είναι και η θέση του Σωκράτη, όπως αυτή καταγράφηκε στο έργο «Φαίδρος» του Πλάτωνα.
«Τα μεν ουν χωρία και τα δένδρα ουδέν μ’ εθέλειδιδάσκειν, οι δ’ εν τω άστει άνθρωποι» (Φαίδρος, 230d)
Ήταν, λοιπόν, κοινή πεποίθηση για τους αρχαίους ο καταλυτικός ρόλος του πολίτη στη λειτουργία της πόλης. Αυτό, ωστόσο, δεν μείωνε το μυστηριακό χαρακτήρα του δεσμού του κατοίκου μιας πόλης με τον ιδιαίτερο τόπο καταγωγής του. Γι' αυτό και οι Αθηναίοι υπερηφανεύονταν πως ήταν αυτόχθονες ή και γηγενείς (Παραδοσιακή αντίληψη πως η Γη –Γαία ήταν η μητέρα όλων).
Ο άπολις
Για τους αρχαίους μία από τις βαρύτερες τιμωρίες για τον άνθρωπο ήταν η εκδίωξη – αποπομπή του από την πόλη. Μία εκδίωξη – τιμωρία που ισοδυναμούσε με θάνατο. Ο άπολις εθεωρείτο κατώτερο είδος ανθρώπου, ο εκφυλισμένος, ο εξόριστος, ο στερούμενος πολιτικών δικαιωμάτων:«άφιλον ερήμον άπολιν εν ζώσιν νεκρόν» (Σοφοκλής, Φιλοκτήτης στ. 1018).
Η αναφορά πολλών δήμων στους πολίτες (Δήμος Θηβαίων) και η αρχέγονη σχέση πόλη – πολίτη υποδηλώνει αλλά και καταδεικνύει με ενάργεια του πρωταγωνιστικό ρόλο του πολίτη στο θεσμό της τοπικής αυτοδιοίκησης. Η διακονία των συμφερόντων της «πόλης» - «δήμου» - «κοινότητας» προϋποθέτει έναν υψηλό βαθμό συνειδητοποίησης του οργανικού δεσμού «πόλης – πολίτη» τόσο από τους διοικούντες όσο κι από τους πολίτες – ψηφοφόρους. Γιατί η γνώση και η πολιτική συνειδητότητα ενισχύουν την αίσθηση του χρέους και καθιστά το άτομο πρωταγωνιστή των εξελίξεων.
Ο πολίτης διάκονος της πόλης
Ο πολίτης – ψηφοφόρος με την ψήφο του αποφασίζει και εξουσιοδοτεί. Οι πόλεις υπάρχουν για τους πολίτες και «ένεκεν των πολιτών». Το ανθρώπινο δυναμικό και ο υψηλός βαθμός συνειδητότητας των πολιτών είναι τα στοιχεία που υφαίνουν το επίπεδο μιας πόλης και προσδιορίζουν καταλυτικά τόσο την ύπαρξή της όσο και την εξέλιξή της. Ο Πρωταγόρας έθεσε με σαφήνεια τους όρους ύπαρξης της πόλης και κατ’ ακολουθίαν τη σχέση πόλης – πολίτη.
«Ει μέλλει πόλεις είναι ουδένα δει ιδιωτεύειν». (Εάν θέλουμε να υπάρχουν πόλεις δεν πρέπει κανένας να ασχολείται μόνο με τις ιδιωτικές του υποθέσεις)
Ο Θεμιστοκλής απαντώντας στον εκβιασμό του Ευρυβιάδη – πριν τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, 480 π.Χ. – δήλωνε πως με τα πλοία του θα μεταφέρει τους Αθηναίους πολίτες σε άλλο τόπο, μακριά από την Αθήνα. Για τους Αθηναίους και για το Θεμιστοκλή η Αθήνα θα ήταν εκεί που θα ήταν οι Αθηναίοι.
Η ιστορία, λοιπόν, μιας πόλης αποτελεί πηγή έμπνευσης αλλά και διδαχής των κατοίκων της. Στην ιστορία της αντανακλάται η ψυχή κάθε ατόμου, οι αξίες, τα πρότυπα, τα ιδανικά και οι αγώνες για ελευθερία και αυτονομία. Η ιστορία διαμορφώνεται και γράφεται από τους επώνυμους αλλά και τον ανώνυμο λαό. Δομικό, επίσης, στοιχείο της ταυτότητας μιας πόλης είναι και ο πολιτισμός της. Σε αυτόν αντανακλάται η πνευματικότητα, η αισθητική, η ηθική, η πολιτική βούληση, οι αρετές αλλά και ο αγώνας της καθημερινότητας για υλική επιβίωση.
Άνδρες γαρ η πόλις….
Όλα τα παραπάνω, λοιπόν, συνθέτουν το μωσαϊκό μιας πόλης και των κατοίκων της. Οι κάτοικοι προσδιορίζουν και προσδιορίζονται από την πόλη τους. Μία διαλεκτική σχέση, μία σχέση πολιτική.
Άνθρωποι και πόλη. Άνθρωποι και τόπος.
Άρχοντες και αρχόμενοι. Άνθρωποι – ψηφοφόροι και Πολίτες. Πόλη – πολίτης – πολιτική – πολίτευμα – πολιτεία – πολιτισμός. Μία οικογένεια λέξεων – εννοιών. Ένας υπόγειος δεσμός, μία σημαντική σχέση.
«Άνδρες γαρ η πόλις…»
Η αποφθεγματική ρήση του Νικία συνιστά και την απάντηση στο ερώτημα του Σαίξπηρ στην γ’ πράξη του Κοριολάνου.
«Τι είναι, άραγε, η πόλη παρά οι κάτοικοί της;»
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου