Η συνείδηση ή αλλιώς υπερεγώ όπως το αποκάλεσε ο Φρόιντ, είναι ένα στοιχείο της ψυχοσύνθεσής μου που με καθοδηγεί στον καθορισμό του σωστού και του λάθους. Όταν λειτουργεί σωστά, με βοηθά να μαθαίνω από τα λάθη μου. Πολλές φορές όμως, αυτό το κομμάτι γίνεται δυσλειτουργικό και δυσκολεύει την εξέλιξή μου, με καθηλώνει και με αρρωσταίνει.
Η ενοχοποίησή μου ξεκινά από πολύ μικρή ηλικία, όταν ήμουν ακόμα βρέφος και βίωσα την κακομεταχείριση μέσω της υπερπροστασίας ή της αδιαφορίας της μητέρας μου. Το βρέφος αλλά και τα παιδιά γενικότερα, τείνουν να νιώθουν ότι εκείνα φταίνε που δεν παίρνουν την αγάπη και τη σωστή μεταχείριση από τον γονιό.
Δεν έχουν την κρίση να κατανοήσουν ότι ο γονιός, λόγω των δικών του ανεπαρκειών, δεν έχει τη δυνατότητα να δώσει αγάπη χωρίς όρους στο παιδί του. Έτσι κι εγώ, ως παιδί ανέπτυξα την αίσθηση ότι δεν αξίζω και ευθύνομαι εγώ που οι άλλοι με κακομεταχειρίζονται.
Αν ήμουν καλό παιδί, η μητέρα και ο πατέρας θα με αγαπούσαν, θα αποδέχονταν όπως ακριβώς είμαι. Δεν θα τους ενοχλούσαν τα κλάματά μου, η ανάγκη μου για προσοχή, το πείσμα μου να εξερευνήσω το περιβάλλον. Και πιο μετά θα δέχονταν χωρίς επίκριση τις επιλογές μου στους φίλους, στις σπουδές, στο επάγγελμα, στον ερωτικό σύντροφο.
Την αίσθηση ότι δεν είμαι σωστός όπως είμαι έρχεται να μου την επιτείνει το σχολείο, η εκκλησία και η κοινωνία εν γένει. Με επικρίνουν για τα λάθη μου, τη διαφορετικότητα, τις ανεπάρκειές μου. Οι φράσεις «Δεν, μη, πρέπει, για το καλό σου, είσαι βλάκας, είσαι κακό παιδί, εγώ ξέρω καλύτερα, εσύ είσαι μικρός» κ.τ.λ., μου δίνουν το μήνυμα ότι είμαι λάθος, ή στην καλύτερη περίπτωση, ότι η συμπεριφορά και οι επιλογές μου είναι μη αποδεκτές.
Αναγκάζομαι να προσαρμοστώ στις επιταγές της κοινωνίας και του περιβάλλοντός μου γιατί συγχρόνως έχω την ανάγκη της αποδοχής, της αναγνώρισης και του να ανήκω στην ομάδα. Η απόρριψη φαντάζει ως θάνατος γιατί είμαι άνθρωπος και ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον και δεν αντέχει την απομόνωση. Θέλω να νιώθω αποδεκτός στην οικογένεια, στο σχολείο και στην κοινωνία.
Όταν έχω βιώσει έντονη την ενοχοποίηση απ’ τα πρώτα χρόνια της ζωής μου, καταλήγω να απαρνιέμαι τον αληθινό μου εαυτό, τις πραγματικές μου ανάγκες, τα θέλω μου, και να ζω τη ζωή μου υπηρετώντας τις ανάγκες των άλλων. Χάνω την επαφή με τον εαυτό μου, πλάθω έναν ψευδό εαυτό και ζω σαν ξένος μέσα στο ίδιο μου το σώμα.
Καθώς η ψυχή μου θέλει να εκφράσει τις δικές της ανάγκες και επιθυμίες που έρχονται σε αντίθεση με τις επιταγές της κοινωνίας που έχω ενσωματώσει, αρχίζει η εσωτερική σύγκρουση. Είναι συνήθως μια ασυνείδητη διεργασία και εκφράζεται με ένα αρνητικό συναίσθημα. Νιώθω ένα ψυχικό βάρος σαν να κουβαλάω ένα φορτίο στην πλάτη, χάνω την ενέργειά μου, τη χαρά, τη δημιουργικότητα.
Νιώθω ενοχές. Κατηγορώ τον εαυτό μου, νιώθω άσχημα γι’ αυτό που είμαι, νιώθω ότι φταίω για όλα, νιώθω ένα λάθος. Μπορεί όμως ν’ αρχίσω να κατηγορώ τους άλλους. Όλοι μου φταίνε, θυμώνω, επικρίνω, κουνώ το δάχτυλο. Βρίσκω θύματα για να ρίξω πάνω τους το θυμό μου. Κατηγορώ τη ζωή, την κακιά μου μοίρα. Δεν παίρνω ευθύνη για τα όσα νιώθω. Δεν αντέχω να κάνω λάθη, δεν αντέχω να φταίω, βρίσκω γύρω μου ένοχους.
Όσο αρνούμαι να αναγνωρίσω τα συναισθήματά μου, να ψάξω τα βαθύτερα αίτια πίσω απ’ αυτά, να τα βιώσω και ν’ ακούσω τις ανάγκες μου, τόσο το σώμα μου και η ψυχή μου θα προσπαθούν να μου τραβήξουν την προσοχή. Στην αρχή με ήπια συμπτώματα που θα γίνονται ολοένα και πιο έντονα καθώς εγώ συνεχίζω να τα αγνοώ ή να τα καλύπτω με υποκατάστατα (φαγητό, ουσίες, φάρμακα). Οι σωματικοί πόνοι, το άγχος, η κατάθλιψη, τα αυτοάνοσα, ο καρκίνος είναι καμπανάκια που χτυπούν για να μου δείξουν ότι έχω χάσει την επαφή με τον εαυτό μου, ότι τον κατηγορώ συνεχώς, ότι νιώθω ότι δεν αξίζει την αγάπη, τη χαρά, την ικανοποίηση των βαθύτερων αναγκών μου.
Ο μόνος τρόπος για να μπορέσω να ξεφύγω από το βάναυσο παιχνίδι των ενοχών, να ωριμάσω και να εξελιχθώ σαν προσωπικότητα, είναι να έρθω σε επαφή με τον αληθινό μου εαυτό, να τον γνωρίσω και να γίνουμε οι καλύτεροι φίλοι. Να αναγνωρίσω τις θετικές μου πλευρές και ν’ αποδεχτώ τις δύσκολες.
Να ψάξω ποιες είναι οι πραγματικές μου ανάγκες, και να σταματήσω να υπηρετώ τις ανάγκες των άλλων και της κοινωνίας μόνο και μόνο για να γίνω αποδεκτός. Οτιδήποτε ξένο προς τον εαυτό μου να το απορρίψω και να πλησιάσω τις καταστάσεις και τους ανθρώπους που κοντά τους νιώθω γεμάτος και ζωντανός.
Κυρίως όμως να σταματήσω να κατηγορώ τον εαυτό μου για τα λάθη του παρελθόντος, να τον συγχωρώ που δεν είναι τέλειος, να εστιάζω σε αυτά που έχω πετύχει στη ζωή μου. Αυτός είναι ο μόνος δρόμος για να ξεφύγω απ’ την αρρώστια των ενοχών, το αυτομαστίγωμα της ψυχής μου, που θα με οδηγήσει με τη σειρά της στην αρρώστια του σώματος και της ψυχής.
Ίσως έτσι καταφέρω να χαρώ το δώρο που μου δόθηκε. Να εκτιμήσω και να τιμήσω τη ζωή μου, έχοντας πάντα στο μυαλό μου ότι μπροστά στην απεραντοσύνη και την αιωνιότητα, αυτή θα διαρκέσει ένα δευτερόλεπτο. Θα περάσει μπροστά απ’ τα μάτια μου τη στιγμή που θα πάρω την τελευταία μου ανάσα. Τι όμορφο θα είναι να φύγω πλήρης και χορτασμένος, με τον λιγότερο δυνατό φόβο. Διότι αυτοί που φοβούνται λιγότερο το θάνατο, είναι αυτοί που δεν φοβήθηκαν να ζήσουν.
Η ενοχοποίησή μου ξεκινά από πολύ μικρή ηλικία, όταν ήμουν ακόμα βρέφος και βίωσα την κακομεταχείριση μέσω της υπερπροστασίας ή της αδιαφορίας της μητέρας μου. Το βρέφος αλλά και τα παιδιά γενικότερα, τείνουν να νιώθουν ότι εκείνα φταίνε που δεν παίρνουν την αγάπη και τη σωστή μεταχείριση από τον γονιό.
Δεν έχουν την κρίση να κατανοήσουν ότι ο γονιός, λόγω των δικών του ανεπαρκειών, δεν έχει τη δυνατότητα να δώσει αγάπη χωρίς όρους στο παιδί του. Έτσι κι εγώ, ως παιδί ανέπτυξα την αίσθηση ότι δεν αξίζω και ευθύνομαι εγώ που οι άλλοι με κακομεταχειρίζονται.
Αν ήμουν καλό παιδί, η μητέρα και ο πατέρας θα με αγαπούσαν, θα αποδέχονταν όπως ακριβώς είμαι. Δεν θα τους ενοχλούσαν τα κλάματά μου, η ανάγκη μου για προσοχή, το πείσμα μου να εξερευνήσω το περιβάλλον. Και πιο μετά θα δέχονταν χωρίς επίκριση τις επιλογές μου στους φίλους, στις σπουδές, στο επάγγελμα, στον ερωτικό σύντροφο.
Την αίσθηση ότι δεν είμαι σωστός όπως είμαι έρχεται να μου την επιτείνει το σχολείο, η εκκλησία και η κοινωνία εν γένει. Με επικρίνουν για τα λάθη μου, τη διαφορετικότητα, τις ανεπάρκειές μου. Οι φράσεις «Δεν, μη, πρέπει, για το καλό σου, είσαι βλάκας, είσαι κακό παιδί, εγώ ξέρω καλύτερα, εσύ είσαι μικρός» κ.τ.λ., μου δίνουν το μήνυμα ότι είμαι λάθος, ή στην καλύτερη περίπτωση, ότι η συμπεριφορά και οι επιλογές μου είναι μη αποδεκτές.
Αναγκάζομαι να προσαρμοστώ στις επιταγές της κοινωνίας και του περιβάλλοντός μου γιατί συγχρόνως έχω την ανάγκη της αποδοχής, της αναγνώρισης και του να ανήκω στην ομάδα. Η απόρριψη φαντάζει ως θάνατος γιατί είμαι άνθρωπος και ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον και δεν αντέχει την απομόνωση. Θέλω να νιώθω αποδεκτός στην οικογένεια, στο σχολείο και στην κοινωνία.
Όταν έχω βιώσει έντονη την ενοχοποίηση απ’ τα πρώτα χρόνια της ζωής μου, καταλήγω να απαρνιέμαι τον αληθινό μου εαυτό, τις πραγματικές μου ανάγκες, τα θέλω μου, και να ζω τη ζωή μου υπηρετώντας τις ανάγκες των άλλων. Χάνω την επαφή με τον εαυτό μου, πλάθω έναν ψευδό εαυτό και ζω σαν ξένος μέσα στο ίδιο μου το σώμα.
Καθώς η ψυχή μου θέλει να εκφράσει τις δικές της ανάγκες και επιθυμίες που έρχονται σε αντίθεση με τις επιταγές της κοινωνίας που έχω ενσωματώσει, αρχίζει η εσωτερική σύγκρουση. Είναι συνήθως μια ασυνείδητη διεργασία και εκφράζεται με ένα αρνητικό συναίσθημα. Νιώθω ένα ψυχικό βάρος σαν να κουβαλάω ένα φορτίο στην πλάτη, χάνω την ενέργειά μου, τη χαρά, τη δημιουργικότητα.
Νιώθω ενοχές. Κατηγορώ τον εαυτό μου, νιώθω άσχημα γι’ αυτό που είμαι, νιώθω ότι φταίω για όλα, νιώθω ένα λάθος. Μπορεί όμως ν’ αρχίσω να κατηγορώ τους άλλους. Όλοι μου φταίνε, θυμώνω, επικρίνω, κουνώ το δάχτυλο. Βρίσκω θύματα για να ρίξω πάνω τους το θυμό μου. Κατηγορώ τη ζωή, την κακιά μου μοίρα. Δεν παίρνω ευθύνη για τα όσα νιώθω. Δεν αντέχω να κάνω λάθη, δεν αντέχω να φταίω, βρίσκω γύρω μου ένοχους.
Όσο αρνούμαι να αναγνωρίσω τα συναισθήματά μου, να ψάξω τα βαθύτερα αίτια πίσω απ’ αυτά, να τα βιώσω και ν’ ακούσω τις ανάγκες μου, τόσο το σώμα μου και η ψυχή μου θα προσπαθούν να μου τραβήξουν την προσοχή. Στην αρχή με ήπια συμπτώματα που θα γίνονται ολοένα και πιο έντονα καθώς εγώ συνεχίζω να τα αγνοώ ή να τα καλύπτω με υποκατάστατα (φαγητό, ουσίες, φάρμακα). Οι σωματικοί πόνοι, το άγχος, η κατάθλιψη, τα αυτοάνοσα, ο καρκίνος είναι καμπανάκια που χτυπούν για να μου δείξουν ότι έχω χάσει την επαφή με τον εαυτό μου, ότι τον κατηγορώ συνεχώς, ότι νιώθω ότι δεν αξίζει την αγάπη, τη χαρά, την ικανοποίηση των βαθύτερων αναγκών μου.
Ο μόνος τρόπος για να μπορέσω να ξεφύγω από το βάναυσο παιχνίδι των ενοχών, να ωριμάσω και να εξελιχθώ σαν προσωπικότητα, είναι να έρθω σε επαφή με τον αληθινό μου εαυτό, να τον γνωρίσω και να γίνουμε οι καλύτεροι φίλοι. Να αναγνωρίσω τις θετικές μου πλευρές και ν’ αποδεχτώ τις δύσκολες.
Να ψάξω ποιες είναι οι πραγματικές μου ανάγκες, και να σταματήσω να υπηρετώ τις ανάγκες των άλλων και της κοινωνίας μόνο και μόνο για να γίνω αποδεκτός. Οτιδήποτε ξένο προς τον εαυτό μου να το απορρίψω και να πλησιάσω τις καταστάσεις και τους ανθρώπους που κοντά τους νιώθω γεμάτος και ζωντανός.
Κυρίως όμως να σταματήσω να κατηγορώ τον εαυτό μου για τα λάθη του παρελθόντος, να τον συγχωρώ που δεν είναι τέλειος, να εστιάζω σε αυτά που έχω πετύχει στη ζωή μου. Αυτός είναι ο μόνος δρόμος για να ξεφύγω απ’ την αρρώστια των ενοχών, το αυτομαστίγωμα της ψυχής μου, που θα με οδηγήσει με τη σειρά της στην αρρώστια του σώματος και της ψυχής.
Ίσως έτσι καταφέρω να χαρώ το δώρο που μου δόθηκε. Να εκτιμήσω και να τιμήσω τη ζωή μου, έχοντας πάντα στο μυαλό μου ότι μπροστά στην απεραντοσύνη και την αιωνιότητα, αυτή θα διαρκέσει ένα δευτερόλεπτο. Θα περάσει μπροστά απ’ τα μάτια μου τη στιγμή που θα πάρω την τελευταία μου ανάσα. Τι όμορφο θα είναι να φύγω πλήρης και χορτασμένος, με τον λιγότερο δυνατό φόβο. Διότι αυτοί που φοβούνται λιγότερο το θάνατο, είναι αυτοί που δεν φοβήθηκαν να ζήσουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου