Η χάρη εκ μέρους του φίλου, σαν ζωντανό, κρύβει στο βάθος την ουσία της, δεν τη συνοδεύει καμία επίδειξη και κανένας στόμφος, αλλά συχνά, όπως ο γιατρός θεραπεύει τους ανθρώπους χωρίς να γίνεται αντιληπτός, έτσι και ο φίλος ωφελεί με παρέμβαση ή συμφιλίωση, δείχνοντας φροντίδα χωρίς να τον πάρει είδηση αυτός που ωφελήθηκε.
Τέτοιος ήταν και ο Αρκεσίλαος σε όλες τις περιπτώσεις, αλλά και τον καιρό που ο Απελλής ο Χίος ήταν άρρωστος, όταν κατάλαβε τη φτώχεια του, επέστρεψε με είκοσι τετράδραχμα, κάθισε στο προσκεφάλι του και του είπε:
“Εδώ δεν υπάρχουν παρά τα στοιχεία του Εμπεδοκλή,
φωτιά, νερό και γη και το οικείο ύψος του αιθέρα.
Δεν είσαι όμως ξαπλωμένος καλά”
και, τακτοποιώντας του το μαξιλάρι, έβαλε κρυφά από κάτω τα κέρματα.
Όταν, λοιπόν, η γριά που τον περιποιούνταν τα βρήκε, απόρησε και ειδοποίησε τον Απελλή, εκείνος γέλασε και είπε:
“Του Αρκεσίλαου είναι το κόλπο”.
Ωστόσο μοιάζουν με τους γονείς τους τα τέκνα που γεννιούνται μέσα στη φιλοσοφία.
Ο Λακύδης, λοιπόν, μαθητής του Αρκεσιλάου, παραστεκόταν μαζί με άλλους φίλους στον Κηφισοκράτη, που είχε παραπεμφθεί σε δίκη εισαγγελίας.
Όταν ο κατήγορος του ζήτησε το δαχτυλίδι, εκείνος το άφησε να πέσει χωρίς να κινηθεί, και ο Λακύδης το πήρε είδηση, το πάτησε με το πόδι του και το έκρυψε, διότι συνιστούσε πράγματι επιβαρυντικό στοιχείο.
Μετά την απόφαση, ενώ ο Κηφισοκράτης χαιρετούσε τους δικαστές, ένας, που, καθώς φαίνεται, είχε δει το συμβάν, του είπε ότι χρωστάει χάρη στον Λακύδη και του διηγήθηκε το περιστατικό, χωρίς ο Λακύδης να το έχει πει σε κανέναν.
Έτσι, νομίζω, και οι θεοί ευεργετούν τις περισσότερες φορές χωρίς να γίνονται αντιληπτοί, διότι από την φύση τους χαίρονται και τους αρέσει να κάνουν χάρη και το καλό για την ίδια την πράξη.
Του κόλακα η συμπεριφορά δεν έχει τίποτα το δίκαιο, το αληθινό, το απλό και το μεγαλόψυχο, αλλά ιδρώτα, φωνές, πήγαινε έλα, συσπάσεις του προσώπου που εκδηλώνουν και δίνουν την εντύπωση ότι προσφέρει υπηρεσίες με μεγάλο κόπο και φροντίδα, σαν ζωγραφιά εκκεντρική, που δημιουργεί την εντύπωση της ενάργειας με χτυπητά χρώματα, τσαλακωμένες πτυχές, ρυτίδες και γωνιώδη χαρακτηριστικά. Αλλά και όταν διηγείται το πώς έδρασε είναι φορτικός, αναφέροντας τις περιπλανήσεις του, τις φροντίδες, τις αντιπάθειες που προκάλεσε στους άλλους, έπειτα χίλια δυο προβλήματα και μεγάλες συμφορές, που σε κάνουν να λες πως δεν άξιζε τόσο κόπο.
Κάθε χάρη, βέβαια, που καταλογίζεται σε κάποιον είναι αντιπαθητική, δεν είναι πια χάρη ούτε γίνεται αποδεκτή, στις χάρες όμως των κολάκων ενυπάρχει ευθύς εξαρχής τη στιγμή που γίνονται και όχι αργότερα κάτι που φέρνει ντροπή και είναι ενοχλητικό.
Ο φίλος, αν χρειαστεί να μιλήσει, ανακοινώνει το πράγμα με μετριοπάθεια, χωρίς να λέει τίποτα για τον εαυτό του.
Η χάρη του είδους δεν είναι μόνο γενναιόδωρη, αλλά και πιο ευχάριστη για εκείνους που τη δέχονται, επειδή μένουν με την εντύπωση ότι δεν προκαλούν μεγάλη βλάβη στους ευεργέτες τους.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, ΗΘΙΚΑ
Τέτοιος ήταν και ο Αρκεσίλαος σε όλες τις περιπτώσεις, αλλά και τον καιρό που ο Απελλής ο Χίος ήταν άρρωστος, όταν κατάλαβε τη φτώχεια του, επέστρεψε με είκοσι τετράδραχμα, κάθισε στο προσκεφάλι του και του είπε:
“Εδώ δεν υπάρχουν παρά τα στοιχεία του Εμπεδοκλή,
φωτιά, νερό και γη και το οικείο ύψος του αιθέρα.
Δεν είσαι όμως ξαπλωμένος καλά”
και, τακτοποιώντας του το μαξιλάρι, έβαλε κρυφά από κάτω τα κέρματα.
Όταν, λοιπόν, η γριά που τον περιποιούνταν τα βρήκε, απόρησε και ειδοποίησε τον Απελλή, εκείνος γέλασε και είπε:
“Του Αρκεσίλαου είναι το κόλπο”.
Ωστόσο μοιάζουν με τους γονείς τους τα τέκνα που γεννιούνται μέσα στη φιλοσοφία.
Ο Λακύδης, λοιπόν, μαθητής του Αρκεσιλάου, παραστεκόταν μαζί με άλλους φίλους στον Κηφισοκράτη, που είχε παραπεμφθεί σε δίκη εισαγγελίας.
Όταν ο κατήγορος του ζήτησε το δαχτυλίδι, εκείνος το άφησε να πέσει χωρίς να κινηθεί, και ο Λακύδης το πήρε είδηση, το πάτησε με το πόδι του και το έκρυψε, διότι συνιστούσε πράγματι επιβαρυντικό στοιχείο.
Μετά την απόφαση, ενώ ο Κηφισοκράτης χαιρετούσε τους δικαστές, ένας, που, καθώς φαίνεται, είχε δει το συμβάν, του είπε ότι χρωστάει χάρη στον Λακύδη και του διηγήθηκε το περιστατικό, χωρίς ο Λακύδης να το έχει πει σε κανέναν.
Έτσι, νομίζω, και οι θεοί ευεργετούν τις περισσότερες φορές χωρίς να γίνονται αντιληπτοί, διότι από την φύση τους χαίρονται και τους αρέσει να κάνουν χάρη και το καλό για την ίδια την πράξη.
Του κόλακα η συμπεριφορά δεν έχει τίποτα το δίκαιο, το αληθινό, το απλό και το μεγαλόψυχο, αλλά ιδρώτα, φωνές, πήγαινε έλα, συσπάσεις του προσώπου που εκδηλώνουν και δίνουν την εντύπωση ότι προσφέρει υπηρεσίες με μεγάλο κόπο και φροντίδα, σαν ζωγραφιά εκκεντρική, που δημιουργεί την εντύπωση της ενάργειας με χτυπητά χρώματα, τσαλακωμένες πτυχές, ρυτίδες και γωνιώδη χαρακτηριστικά. Αλλά και όταν διηγείται το πώς έδρασε είναι φορτικός, αναφέροντας τις περιπλανήσεις του, τις φροντίδες, τις αντιπάθειες που προκάλεσε στους άλλους, έπειτα χίλια δυο προβλήματα και μεγάλες συμφορές, που σε κάνουν να λες πως δεν άξιζε τόσο κόπο.
Κάθε χάρη, βέβαια, που καταλογίζεται σε κάποιον είναι αντιπαθητική, δεν είναι πια χάρη ούτε γίνεται αποδεκτή, στις χάρες όμως των κολάκων ενυπάρχει ευθύς εξαρχής τη στιγμή που γίνονται και όχι αργότερα κάτι που φέρνει ντροπή και είναι ενοχλητικό.
Ο φίλος, αν χρειαστεί να μιλήσει, ανακοινώνει το πράγμα με μετριοπάθεια, χωρίς να λέει τίποτα για τον εαυτό του.
Η χάρη του είδους δεν είναι μόνο γενναιόδωρη, αλλά και πιο ευχάριστη για εκείνους που τη δέχονται, επειδή μένουν με την εντύπωση ότι δεν προκαλούν μεγάλη βλάβη στους ευεργέτες τους.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, ΗΘΙΚΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου