Αν η αυτοπεποίθηση ήταν άρωμα ουδόλως θα την αφορούσε να σε τραβήξει απ’ τη μύτη. Θα γυρνούσε, μάλιστα, περιφρονητικά την πλάτη στην οποιαδήποτε υποψία πίεσης και θα προχωρούσε με το κεφάλι ψηλά και τα ρουθούνια στη θέση τους. Αν καταλάμβανε θέση εξουσίας, καθόλου δε θα την ενδιέφερε να επιβληθεί χτυπώντας το χέρι στο τραπέζι. Αντ’ αυτού θα ευχαριστιόταν το κάθε λεπτό της διαφωνίας υπενθυμίζοντάς σου πως οι όμορφοι κήποι ανθίζουν ακριβώς επειδή σέβονται τη διαφορετικότητα των λουλουδιών τους.
Οι εξελιγμένες ψυχές κολυμπούν αιωνίως περήφανες στα ύδατα εκείνου του εγώ που δεν πνίγηκε στον ωκεανό της ματαιοδοξίας. Εμπνέουν με την ήρεμη δύναμή τους και με την ήσυχη διαπίστωση πως δεν καλούνται να αποδείξουν τίποτε και σε κανέναν.
Οι άνθρωποι με αυτοπεποίθηση δε φορούν φωτεινές τιάρες που ουρλιάζουν «κοιτάξτε με» ή αν το πράττουν, το πράττουν για την αστεία ιστορία που θα διηγηθούν, για το χαμόγελο που θ’ αφήσουν ως παρακαταθήκη στο τραπέζι της παρέας και για το κρασί που υπενθυμίζει πως με κόκκινο βάφονται αιωνίως οι νύχτες των μικρών μας υπερβάσεων.
Δε θα συναντήσεις εύκολα πλάσμα με πηγαία κι ακλόνητη αυτοπεποίθηση να υψώνει το φρύδι στον ουρανό, να σε μετράει με το βλέμμα από πάνω ως κάτω, να τοποθετεί στο ισοζύγιο της ανθρώπινης αξίας πτυχία, ξένες γλώσσες, διευθυντικούς τίτλους κι υφάσματα υψηλής ραπτικής. Όσοι συνθηκολόγησαν με τα σκοτάδια τους τράβηξαν μεμιάς προς το φως κι από εκεί ψηλά αγνόησαν τις σκιές της αυθεντίας. Οι ξεχωριστοί δεν περιφέρουν το κοφτερό σπαθί και τους εξημερωμένους δράκους τους ως λάφυρα στην αρένα της Γης.
Ωστόσο, στον κόσμο ετούτο τον αλλόκοτο και μαγικό, παρατηρείς τύπους να παρελαύνουν με ύφος χιλίων καρδιναλίων σε κοσμικές εκδηλώσεις, συναδελφικά γραφεία και συνοικιακά μανάβικα. Ανοίγουν το φουσκωμένο απ’ την αλαζονεία στόμα τους και καταλήγουν στο σταθερό συμπέρασμα ότι και πάλι κατέπληξαν τα πλήθη. Εξάλλου, προέβησαν στην πλέον υποδειγματική επιλογή ρούχου για την περίσταση, εντυπωσίασαν με τον επαγγελματισμό τους στο κρίσιμο μίτινγκ κι απέδειξαν στον ανίδεο οπωροπώλη πως η κοφτερή ματιά τους διακρίνει από χιλιόμετρα μακριά τα ώριμα φρούτα.
Εσένα άλλη επιλογή δε σου απομένει έπειτα παρά να προσκυνήσεις με ταπεινότητα τη μεγαλειότητά τους -αν φυσικά δεν επιθυμείς να γραφτείς στα μαύρα κατάστιχα των ανταρτών του θρόνου. Μα πίσω απ’ το αψεγάδιαστο χτένισμά τους και το περπάτημα χολιγουντιανού σταρ με προχωρημένη λόρδωση, διακρίνεις τη μάσκα.
Γιατί οι άνθρωποι με αυτοπεποίθηση δεν πετούν τη σκούφια τους για τη βαβούρα, δεν ικετεύουν το χειροκρότημα και δεν υπογραμμίζουν την κατωτερότητα των υπηκόων τους. Οι εξελιγμένες ψυχές δεν επιζητούν οπαδούς αλλά συμπαθείς θνητούς που τσουγκρίζουν ποτήρια σε κουτούκια και σπάνε πλάκα με τις γκάφες και τη ζωή τους.
Οι κοπανιστοί αέρηδες που αντάμωσα κάποτε φυσούσαν δυνατά, μα δεν κουνούσαν τρίχα απ’ τα μαλλιά σου. Κόμπαζαν για τα περίφημα μεταπτυχιακά τους, τον αστραφτερό γάμο τους, τον γρήγορο αποχυμωτή τους ή για το μέσο που τους οδήγησε αναπληρωτές δασκάλους σε μέρη εξωτικά.
Ωστόσο, οι πλέον σπουδαίοι τύποι ακτινοβολούσαν ζεστασιά, κατανόηση, χιούμορ κι αυθεντικότητα. Μια φορά κι έναν καιρό, μάλιστα, μου ψιθύρισαν το πιο σπουδαίο μυστικό:
«Μη σκας για την αποδοχή. Αρκετοί θα σ’ αγαπήσουν κι ορισμένοι όχι. Εσύ, όμως, αξίζει να τα βρεις με την πάρτη σου κυρίως. Κουβαλάμε, βλέπεις, τον εαυτό μας στα εύκολα και στα δύσκολα, στους θριάμβους και στις αποτυχίες. Γίνε φίλος σου. Και τότε θα ξετρυπώσεις από κρησφύγετα του σύμπαντος κι άλλους φίλους. Θα βαδίζετε ύστερα παρέα σε δρόμους που περιφρονούν ντοπαρισμένους αθλητές μα χαλυβδώνουν σοφούς ταξιδιώτες. Πια δε θα λαχανιάζεις για να προσπεράσεις τον ανταγωνιστή. Θα ζωγραφίζεις την ανατολή και τη δύση μαζί με τους συντρόφους σου, μέχρι που μια ύστατη δύση σου υπενθυμίσει πως στην Ιθάκη με φουσκωμένα τα πανιά του μυαλού κανείς ποτέ δεν έφτασε».
Οι εξελιγμένες ψυχές κολυμπούν αιωνίως περήφανες στα ύδατα εκείνου του εγώ που δεν πνίγηκε στον ωκεανό της ματαιοδοξίας. Εμπνέουν με την ήρεμη δύναμή τους και με την ήσυχη διαπίστωση πως δεν καλούνται να αποδείξουν τίποτε και σε κανέναν.
Οι άνθρωποι με αυτοπεποίθηση δε φορούν φωτεινές τιάρες που ουρλιάζουν «κοιτάξτε με» ή αν το πράττουν, το πράττουν για την αστεία ιστορία που θα διηγηθούν, για το χαμόγελο που θ’ αφήσουν ως παρακαταθήκη στο τραπέζι της παρέας και για το κρασί που υπενθυμίζει πως με κόκκινο βάφονται αιωνίως οι νύχτες των μικρών μας υπερβάσεων.
Δε θα συναντήσεις εύκολα πλάσμα με πηγαία κι ακλόνητη αυτοπεποίθηση να υψώνει το φρύδι στον ουρανό, να σε μετράει με το βλέμμα από πάνω ως κάτω, να τοποθετεί στο ισοζύγιο της ανθρώπινης αξίας πτυχία, ξένες γλώσσες, διευθυντικούς τίτλους κι υφάσματα υψηλής ραπτικής. Όσοι συνθηκολόγησαν με τα σκοτάδια τους τράβηξαν μεμιάς προς το φως κι από εκεί ψηλά αγνόησαν τις σκιές της αυθεντίας. Οι ξεχωριστοί δεν περιφέρουν το κοφτερό σπαθί και τους εξημερωμένους δράκους τους ως λάφυρα στην αρένα της Γης.
Ωστόσο, στον κόσμο ετούτο τον αλλόκοτο και μαγικό, παρατηρείς τύπους να παρελαύνουν με ύφος χιλίων καρδιναλίων σε κοσμικές εκδηλώσεις, συναδελφικά γραφεία και συνοικιακά μανάβικα. Ανοίγουν το φουσκωμένο απ’ την αλαζονεία στόμα τους και καταλήγουν στο σταθερό συμπέρασμα ότι και πάλι κατέπληξαν τα πλήθη. Εξάλλου, προέβησαν στην πλέον υποδειγματική επιλογή ρούχου για την περίσταση, εντυπωσίασαν με τον επαγγελματισμό τους στο κρίσιμο μίτινγκ κι απέδειξαν στον ανίδεο οπωροπώλη πως η κοφτερή ματιά τους διακρίνει από χιλιόμετρα μακριά τα ώριμα φρούτα.
Εσένα άλλη επιλογή δε σου απομένει έπειτα παρά να προσκυνήσεις με ταπεινότητα τη μεγαλειότητά τους -αν φυσικά δεν επιθυμείς να γραφτείς στα μαύρα κατάστιχα των ανταρτών του θρόνου. Μα πίσω απ’ το αψεγάδιαστο χτένισμά τους και το περπάτημα χολιγουντιανού σταρ με προχωρημένη λόρδωση, διακρίνεις τη μάσκα.
Γιατί οι άνθρωποι με αυτοπεποίθηση δεν πετούν τη σκούφια τους για τη βαβούρα, δεν ικετεύουν το χειροκρότημα και δεν υπογραμμίζουν την κατωτερότητα των υπηκόων τους. Οι εξελιγμένες ψυχές δεν επιζητούν οπαδούς αλλά συμπαθείς θνητούς που τσουγκρίζουν ποτήρια σε κουτούκια και σπάνε πλάκα με τις γκάφες και τη ζωή τους.
Οι κοπανιστοί αέρηδες που αντάμωσα κάποτε φυσούσαν δυνατά, μα δεν κουνούσαν τρίχα απ’ τα μαλλιά σου. Κόμπαζαν για τα περίφημα μεταπτυχιακά τους, τον αστραφτερό γάμο τους, τον γρήγορο αποχυμωτή τους ή για το μέσο που τους οδήγησε αναπληρωτές δασκάλους σε μέρη εξωτικά.
Ωστόσο, οι πλέον σπουδαίοι τύποι ακτινοβολούσαν ζεστασιά, κατανόηση, χιούμορ κι αυθεντικότητα. Μια φορά κι έναν καιρό, μάλιστα, μου ψιθύρισαν το πιο σπουδαίο μυστικό:
«Μη σκας για την αποδοχή. Αρκετοί θα σ’ αγαπήσουν κι ορισμένοι όχι. Εσύ, όμως, αξίζει να τα βρεις με την πάρτη σου κυρίως. Κουβαλάμε, βλέπεις, τον εαυτό μας στα εύκολα και στα δύσκολα, στους θριάμβους και στις αποτυχίες. Γίνε φίλος σου. Και τότε θα ξετρυπώσεις από κρησφύγετα του σύμπαντος κι άλλους φίλους. Θα βαδίζετε ύστερα παρέα σε δρόμους που περιφρονούν ντοπαρισμένους αθλητές μα χαλυβδώνουν σοφούς ταξιδιώτες. Πια δε θα λαχανιάζεις για να προσπεράσεις τον ανταγωνιστή. Θα ζωγραφίζεις την ανατολή και τη δύση μαζί με τους συντρόφους σου, μέχρι που μια ύστατη δύση σου υπενθυμίσει πως στην Ιθάκη με φουσκωμένα τα πανιά του μυαλού κανείς ποτέ δεν έφτασε».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου