Επιτυχία, πλούτη, λεφτά, ευημερία, καλοπέραση, ασφάλεια… Όλες αυτές οι λέξεις μας προκαλούν αίσθηση και μας δημιουργούν έντονα και συχνά αντιφατικά συναισθήματα. Συνήθως τις χρησιμοποιούμε αδιακρίτως, αλλά νομίζω ότι πρέπει να τις διαφοροποιήσουμε για να αποφύγουμε κάποια προβλήματα.
Το βασικό μπέρδεμα βρίσκεται στη διάκριση των εννοιών ευημερία και επιτυχία (ισπανικά, éxito). Όπως ίσως γνωρίζετε, η λέξη éxito προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη έξειμι, που σημαίνει «εξέρχομαι» (όπως αναγράφεται στις εξόδους κινδύνου στην αγγλική γλώσσα: EXIT). Δηλαδή, η επιτυχία είναι μια εκτίμηση που γίνεται στην έξοδο, στο τέλος. Μιλάει για ένα αποτέλεσμα, και τα αποτελέσματα δεν εξαρτώνται αποκλειστικά από εμάς. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που μεσολαβούν και τους οποίους δεν μπορούμε να ελέγξουμε, όπως είναι η τύχη κι οι αποφάσεις άλλων ατόμων, για ν’ αναφέρουμε μόνο δύο. Γι’ αυτό, δεν θα ήθελα να ενθαρρύνω την αναζήτηση της επιτυχίας. Η επιδίωξή της είναι μια στάση που μας κάνει να εξαρτόμαστε υπερβολικά από τους άλλους. Επιπλέον, ακόμη κι αν πετύχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα, θα βρεθούμε μπροστά στο αναπόφευκτο ερώτημα: «και τώρα;». Η άμεση απάντηση είναι: μια νέα πρόκληση, ένας καινούργιος στόχος, η επιδίωξη μιας νέας επιτυχίας. Πολλοί «κυνηγοί της επιτυχίας» ζουν έτσι, μεταπηδώντας από στόχο σε στόχο, ευτυχισμένοι όταν πετυχαίνουν αυτό που ποθούν, δυστυχισμένοι όταν δεν τα καταφέρνουν.
Τότε, τι μπορούμε να κάνουμε μ’ εκείνες τις επιθυμίες μας που αρνούμαστε να ρίξουμε στο μύλο της επιτυχίας; Νομίζω ότι σ’ αυτό το σημείο μπορεί να μας βοηθήσει η ιδέα της ευδοκίμησης, γιατί αυτή ορίζεται ως: «η ευνοϊκή εξέλιξη των πραγμάτων». Αξίζει να υπογραμμίσουμε τη λέξη «εξέλιξη» (σε αντίθεση με το «αποτέλεσμα»), καθώς η ιδέα της ευδοκίμησης παραπέμπει σε μια διαδικασία συνεχούς κίνησης· μια ροή προς τα εμπρός. Θα έλεγα ότι αυτός που προκόβει κινείται προς την κατεύθυνση που του υποδεικνύει η επιθυμία του. Αυτός που προκόβει δεν πιέζεται να συμβιβαστεί με τα λίγα ούτε ντρέπεται που θέλει περισσότερα. Δεν τρελαίνεται προσπαθώντας να κάνει τα πράγματα όπως τα ονειρευόταν, και δεν προσπαθεί να αποκομίσει σήμερα τα αυριανά. Ξέρει ότι πρέπει σήμερα να σπείρει αν θέλει αύριο να θερίσει. Ξέρει ότι το θέμα του δεν είναι να φτάσει, αλλά να έχει ροή.
Στο βιβλίο της Ένα ηρωικό ταξίδι προς την αφθονία και την ευημερία, η Άννα Μπλέσα σχολιάζει την ιδιαιτερότητα της ανάπτυξης του μπαμπού, εικονογραφώντας μια διαδικασία ευδοκίμησης που διαφέρει από αυτήν της επιτυχίας. Όπως φαίνεται, αφού φυτέψει κανείς τον σπόρο του μπαμπού, χρειάζεται να του ρίχνει λίπασμα και να τον ποτίζει καθημερινά. Ωστόσο, επί αρκετό καιρό δεν γίνεται τίποτα. Στην πραγματικότητα, δεν γίνεται τίποτα επί επτά χρόνια. Αμέσως μετά τα επτά χρόνια φροντίδας θα φυτρώσει ένα βλαστάρι το οποίο, σε έξι μόνο εβδομάδες θα ψηλώσει πάνω από τριάντα μέτρα. Τι έγινε εδώ; Μήπως το μπαμπού ξύπνησε απότομα; Όχι βέβαια. Μεγάλωνε όλο αυτό το διάστημα, μόνο που τα πρώτα επτά χρόνια έβγαζε και άπλωνε τις πυκνές και βαθιές του ρίζες, χωρίς τις οποίες δεν θα μπορούσε μετά να στηρίξει όλο αυτό το ύφος. Σίγουρα, αν περνούσε κάποιος από ένα χωράφι με μπαμπού τέσσερα χρόνια μετά τη σπορά, θα σκεφτόταν: «Αυτοί οι σπόροι δεν πέτυχαν» – και θα είχε δίκιο. Δεν πέτυχαν γιατί δεν έδωσαν (ακόμη) αποτελέσματα. Εντούτοις, ένας έμπειρος αγρότης θα ήξερε ότι κάτω από τη γη οι σπόροι ευδοκιμούσαν και προετοιμάζονταν για μεγάλα πράγματα. Ας μην ξεχνάμε κι εμείς τη σημασία της προσωπικής μας ανάπτυξης σε βάθος, που είναι μεν λιγότερο θεαματική, θα μας επιτρέψει όμως να στηρίξουμε αργότερα όσα θέλουμε να δημιουργήσουμε.
Το βασικό μπέρδεμα βρίσκεται στη διάκριση των εννοιών ευημερία και επιτυχία (ισπανικά, éxito). Όπως ίσως γνωρίζετε, η λέξη éxito προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη έξειμι, που σημαίνει «εξέρχομαι» (όπως αναγράφεται στις εξόδους κινδύνου στην αγγλική γλώσσα: EXIT). Δηλαδή, η επιτυχία είναι μια εκτίμηση που γίνεται στην έξοδο, στο τέλος. Μιλάει για ένα αποτέλεσμα, και τα αποτελέσματα δεν εξαρτώνται αποκλειστικά από εμάς. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που μεσολαβούν και τους οποίους δεν μπορούμε να ελέγξουμε, όπως είναι η τύχη κι οι αποφάσεις άλλων ατόμων, για ν’ αναφέρουμε μόνο δύο. Γι’ αυτό, δεν θα ήθελα να ενθαρρύνω την αναζήτηση της επιτυχίας. Η επιδίωξή της είναι μια στάση που μας κάνει να εξαρτόμαστε υπερβολικά από τους άλλους. Επιπλέον, ακόμη κι αν πετύχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα, θα βρεθούμε μπροστά στο αναπόφευκτο ερώτημα: «και τώρα;». Η άμεση απάντηση είναι: μια νέα πρόκληση, ένας καινούργιος στόχος, η επιδίωξη μιας νέας επιτυχίας. Πολλοί «κυνηγοί της επιτυχίας» ζουν έτσι, μεταπηδώντας από στόχο σε στόχο, ευτυχισμένοι όταν πετυχαίνουν αυτό που ποθούν, δυστυχισμένοι όταν δεν τα καταφέρνουν.
Τότε, τι μπορούμε να κάνουμε μ’ εκείνες τις επιθυμίες μας που αρνούμαστε να ρίξουμε στο μύλο της επιτυχίας; Νομίζω ότι σ’ αυτό το σημείο μπορεί να μας βοηθήσει η ιδέα της ευδοκίμησης, γιατί αυτή ορίζεται ως: «η ευνοϊκή εξέλιξη των πραγμάτων». Αξίζει να υπογραμμίσουμε τη λέξη «εξέλιξη» (σε αντίθεση με το «αποτέλεσμα»), καθώς η ιδέα της ευδοκίμησης παραπέμπει σε μια διαδικασία συνεχούς κίνησης· μια ροή προς τα εμπρός. Θα έλεγα ότι αυτός που προκόβει κινείται προς την κατεύθυνση που του υποδεικνύει η επιθυμία του. Αυτός που προκόβει δεν πιέζεται να συμβιβαστεί με τα λίγα ούτε ντρέπεται που θέλει περισσότερα. Δεν τρελαίνεται προσπαθώντας να κάνει τα πράγματα όπως τα ονειρευόταν, και δεν προσπαθεί να αποκομίσει σήμερα τα αυριανά. Ξέρει ότι πρέπει σήμερα να σπείρει αν θέλει αύριο να θερίσει. Ξέρει ότι το θέμα του δεν είναι να φτάσει, αλλά να έχει ροή.
Στο βιβλίο της Ένα ηρωικό ταξίδι προς την αφθονία και την ευημερία, η Άννα Μπλέσα σχολιάζει την ιδιαιτερότητα της ανάπτυξης του μπαμπού, εικονογραφώντας μια διαδικασία ευδοκίμησης που διαφέρει από αυτήν της επιτυχίας. Όπως φαίνεται, αφού φυτέψει κανείς τον σπόρο του μπαμπού, χρειάζεται να του ρίχνει λίπασμα και να τον ποτίζει καθημερινά. Ωστόσο, επί αρκετό καιρό δεν γίνεται τίποτα. Στην πραγματικότητα, δεν γίνεται τίποτα επί επτά χρόνια. Αμέσως μετά τα επτά χρόνια φροντίδας θα φυτρώσει ένα βλαστάρι το οποίο, σε έξι μόνο εβδομάδες θα ψηλώσει πάνω από τριάντα μέτρα. Τι έγινε εδώ; Μήπως το μπαμπού ξύπνησε απότομα; Όχι βέβαια. Μεγάλωνε όλο αυτό το διάστημα, μόνο που τα πρώτα επτά χρόνια έβγαζε και άπλωνε τις πυκνές και βαθιές του ρίζες, χωρίς τις οποίες δεν θα μπορούσε μετά να στηρίξει όλο αυτό το ύφος. Σίγουρα, αν περνούσε κάποιος από ένα χωράφι με μπαμπού τέσσερα χρόνια μετά τη σπορά, θα σκεφτόταν: «Αυτοί οι σπόροι δεν πέτυχαν» – και θα είχε δίκιο. Δεν πέτυχαν γιατί δεν έδωσαν (ακόμη) αποτελέσματα. Εντούτοις, ένας έμπειρος αγρότης θα ήξερε ότι κάτω από τη γη οι σπόροι ευδοκιμούσαν και προετοιμάζονταν για μεγάλα πράγματα. Ας μην ξεχνάμε κι εμείς τη σημασία της προσωπικής μας ανάπτυξης σε βάθος, που είναι μεν λιγότερο θεαματική, θα μας επιτρέψει όμως να στηρίξουμε αργότερα όσα θέλουμε να δημιουργήσουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου