Σαν γλυκό παραμύθι ξεκινά τούτη η ιστορία, κάπως έτσι. Κάποτε, πριν χρόνια, όλοι μας ήρθαμε εδώ σε αυτόν τον πλανήτη για να ζήσουμε. Όλοι μας ψυχές θαρρώ, που ο καθένας κουβαλούσε από την πρώτη στιγμή την αλήθειά του, την ποιότητα της ψυχής του, το φως του μα και το σκοτάδι του γερά δεμένα μαζί.
Όλα αυτά συνθέτουν την πυξίδα για τον δρόμο που ο καθένας έρχεται να περπατήσει εδώ. Απέραντο φως και ομορφιά μας περίμενε σε τούτο τον τεράστιο κόσμο, σωστός παράδεισος. Μα, ποιος παράδεισος δεν έχει τη ‘δική’ του κόλαση δίπλα να τον συμπληρώνει; Κανένας!
Δική του κόλαση λοιπόν, μια απ’ όλες, είναι η φασαρία του. Βαβούρα δυνατή υπάρχει στον επίγειο κόσμο μας, που αν δεν προσέξεις, σε πλανεύει σαν τις ‘Σειρήνες’ του Οδυσσέα, σου κλέβει την πυξίδα σου, σε απογυμνώνει, θάβοντας την αλήθεια της ψυχής σου με τα χρόνια.
Τι θα είσαι μετά δίχως αυτά; Ένας άνθρωπος που ακολουθεί δρόμους και μονοπάτια που δεν είναι αληθινά δικά του, χαμένος και αποστραγγισμένος, κάποιος που θα ζει σαν το ρομπότ με βήματα δανεισμένα από την «κοινωνία», όχι δικά του. Τι θα είσαι; Αλίμονο, θα είσαι νεκρός!
Μα μην τρομάζεις γλυκέ μου άνθρωπε γιατί εσύ δημιουργείς την εξέλιξη του παραμυθιού. Σώπασε τώρα και άκουσε, εσύ να παίρνεις την αλήθεια σου αγκαλιά κάθε μέρα, να την προστατεύεις. Μην την αφήνεις να πέφτει στη λήθη, μα αντίθετα, όσο μπορείς, να την ξεθάβεις από της λήθης τον τάφο και να την ανασταίνεις με την πνοή σου όποτε νιώθεις ότι το χρειάζεται.
Σε παρακαλώ, μην κουραστείς να την ξυπνάς. Θυμήσου, σπίτι δεν έχει, σπίτι της είναι η σιωπή της καρδιάς σου και την κουβαλάς πάντα μέσα σου. Μην την υποτιμάς την δύναμή της, στάσου δυο λεπτά αφουγκράσου την, μπορεί να σωπαίνει κάθε παραπλανητική ‘Σειρήνα’ γύρω σου, να είναι ο συνοδοιπόρος σου που θα δίνει στα πόδια σου δύναμη ν’ ανέβουν τον πιο ‘’κακοτράχαλο ανήφορο’’. Σε παρακαλώ, γλυκέ μου άνθρωπε, μην κουραστείς!
Μα κι όποτε ακόμη κουραστείς, θυμήσου πως «τούτο το χρέος της ανάστασης πέφτει στην καρδιά», μονομιάς να την αναστήσεις ξανά κι εσύ!
Όλα αυτά συνθέτουν την πυξίδα για τον δρόμο που ο καθένας έρχεται να περπατήσει εδώ. Απέραντο φως και ομορφιά μας περίμενε σε τούτο τον τεράστιο κόσμο, σωστός παράδεισος. Μα, ποιος παράδεισος δεν έχει τη ‘δική’ του κόλαση δίπλα να τον συμπληρώνει; Κανένας!
Δική του κόλαση λοιπόν, μια απ’ όλες, είναι η φασαρία του. Βαβούρα δυνατή υπάρχει στον επίγειο κόσμο μας, που αν δεν προσέξεις, σε πλανεύει σαν τις ‘Σειρήνες’ του Οδυσσέα, σου κλέβει την πυξίδα σου, σε απογυμνώνει, θάβοντας την αλήθεια της ψυχής σου με τα χρόνια.
Τι θα είσαι μετά δίχως αυτά; Ένας άνθρωπος που ακολουθεί δρόμους και μονοπάτια που δεν είναι αληθινά δικά του, χαμένος και αποστραγγισμένος, κάποιος που θα ζει σαν το ρομπότ με βήματα δανεισμένα από την «κοινωνία», όχι δικά του. Τι θα είσαι; Αλίμονο, θα είσαι νεκρός!
Μα μην τρομάζεις γλυκέ μου άνθρωπε γιατί εσύ δημιουργείς την εξέλιξη του παραμυθιού. Σώπασε τώρα και άκουσε, εσύ να παίρνεις την αλήθεια σου αγκαλιά κάθε μέρα, να την προστατεύεις. Μην την αφήνεις να πέφτει στη λήθη, μα αντίθετα, όσο μπορείς, να την ξεθάβεις από της λήθης τον τάφο και να την ανασταίνεις με την πνοή σου όποτε νιώθεις ότι το χρειάζεται.
Σε παρακαλώ, μην κουραστείς να την ξυπνάς. Θυμήσου, σπίτι δεν έχει, σπίτι της είναι η σιωπή της καρδιάς σου και την κουβαλάς πάντα μέσα σου. Μην την υποτιμάς την δύναμή της, στάσου δυο λεπτά αφουγκράσου την, μπορεί να σωπαίνει κάθε παραπλανητική ‘Σειρήνα’ γύρω σου, να είναι ο συνοδοιπόρος σου που θα δίνει στα πόδια σου δύναμη ν’ ανέβουν τον πιο ‘’κακοτράχαλο ανήφορο’’. Σε παρακαλώ, γλυκέ μου άνθρωπε, μην κουραστείς!
Μα κι όποτε ακόμη κουραστείς, θυμήσου πως «τούτο το χρέος της ανάστασης πέφτει στην καρδιά», μονομιάς να την αναστήσεις ξανά κι εσύ!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου