Στο θρυλικό διάλογο του Πρωταγόρα με το Σωκράτη για το διδακτό της αρετής, ο Πρωταγόρας, βρίσκει την ευκαιρία να παραθέσει το δικό του μύθο για τη δημιουργία του κόσμου. Πρόκειται για μια εντελώς προσωπική μυθολογία, θα λέγαμε μια «πρωταγόρεια» μυθολογία, που χωρίς, επί της ουσίας, να ανατρέπει τα αρχαιοελληνικά μυθολογικά δεδομένα (ο Προμηθέας, η κλοπή της φωτιάς, η παρουσία του Δία ως απόλυτου ρυθμιστή των πάντων, η εμφάνιση του Ερμή κτλ, πιστοποιούν την πρόθεση του Πρωταγόρα να παραμείνει πιστός στα πλαίσια της δεδομένης μυθολογικής μαγιάς) τα προσαρμόζει, σε μια ιδιόμορφη ανάπλαση, στη δική του οπτική, την οπτική της αγάπης προς τον άνθρωπο. Και μόνο που προσπερνά την συνήθη οπτική της θεογονίας, που εστιάζει στη δημιουργία των θεών, για να επικεντρωθεί στην κοσμογονία, τη δημιουργία των θνητών έμβιων όντων, συμπεριλαμβανομένου φυσικά και του ανθρώπου, καθίσταται σαφές ότι αυτό που πρωτίστως τον ενδιαφέρει είναι ο άνθρωπος. Εξάλλου, ο Πρωταγόρας, ως δεδομένος αγνωστικιστής, δεν είχε άλλη επιλογή από το να εστιάσει στον άνθρωπο. Οι θεοί δεν είναι παρά συμβολικές παρουσίες, που αφενός κάνουν το μύθο πιο οικείο (αν αφαιρούσε τους θεούς θα έχανε κάθε επαφή με τον πρωτόλειο αρχαιοελληνικό μύθο) κι αφετέρου προσδίδουν τη χειροπιαστή υπόσταση της φύσης που γίνεται άμεσα αντιληπτή χωρίς περαιτέρω φιλοσοφικές προεκτάσεις που στην παρούσα περίπτωση θα ήταν απολύτως περιττές. Με άλλα λόγια, ο Δίας είναι η νομοτέλεια της φύσης που κινεί τη ζωή αυτού του κόσμου, ενώ οι άλλοι θεοί είναι τα όργανα που ελέγχουν και διέπουν αυτή τη νομοτέλεια. Η αλληγορική σημασία των θεών, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ερμηνευτεί ως πρόκληση ή, ακόμα περισσότερο, ως προσβολή ή βλασφημία, αλλά ως διασφάλιση των προθέσεων του Πρωταγόρα να επαναπροσεγγίσει ένα μύθο με καθαρά στοχευμένο τρόπο, την τελική κατάδειξη του διδακτού της αρετής. Από τη στιγμή που ο μύθος δεν είναι αυτοσκοπός αλλά μέσο για τη στήριξη άλλων ιδεών, κάθε καταφανής αλλοίωση θα τον έθετε εκτός στόχου. Οι θεοί ως κυρίαρχο στοιχείο του μύθου έπρεπε να διατηρηθούν, πράγμα που ο Πρωταγόρας όχι απλώς αντιλήφθηκε και υιοθέτησε διατηρώντας απολύτως τις ισορροπίες, αλλά το εκμεταλλεύτηκε επιπλέον τονίζοντας την μεγαλοσύνη και τη γενναιοδωρία τους προς τον άνθρωπο, τονίζοντας δηλαδή την αναγκαιότητα της ανθρώπινης επιβίωσης που, ως βασική μέριμνα των θεών, καταδεικνύει την υπεροχή των ανθρώπων και νομιμοποιεί την υπεροχή τους στη φύση.
Οι θεοί πλάθουν όλα τα θνητά γένη στο εσωτερικό της γης και καλούν τον Προμηθέα και τον Επιμηθέα να τα εφοδιάσουν κατάλληλα ώστε να βγουν στην επιφάνεια. Ο Επιμηθέας, αθεράπευτα απερίσκεπτος, πείθει τον Προμηθέα να κάνει ο ίδιος τη μοιρασιά και μετά να έρθει ο Προμηθέας και να επιθεωρήσει το έργο του. Ο Προμηθέας πείθεται, κι αυτό βέβαια είναι και το μεγάλο του λάθος, κι επιτρέπει στον Επιμηθέα να διαχειριστεί το θέμα εν λευκώ. Ο Επιμηθέας μοιράζει τα εφόδια στηριζόμενος σε τέσσερις άξονες: την αποφυγή της αλληλοεξόντωσης, (γι’ αυτό έδωσε σε όλα διαφορετικές δυνατότητες – σ’ άλλα έδωσε φτερά, σ’ άλλα ταχύτητα, σ’ άλλα τεράστιο μέγεθος, σ’ άλλα νύχια, δόντια κτλ. – ώστε να μπορούν να επιβιώσουν ως είδος, άσχετα με το γεγονός ότι κάποια θα κατασπαραχθούν), την επιβίωση μέσα στις κλιματολογικές συνθήκες (πυκνό τρίχωμα και σκληρό δέρμα που θα τα προστατεύει από το κρύο και τη ζέστη), τη διατροφή (άλλα τρέφονται με ρίζες, άλλα με καρπούς κι άλλα είναι σαρκοφάγα) και τη γονιμότητα (τα σαρκοφάγα γεννάν λίγα μικρά, ενώ αυτά που αποτελούν τροφή των σαρκοφάγων γεννάν πολλά). Παρακολουθούμε, μέσα σε ελάχιστες σειρές, ολόκληρη την αλυσίδα της φύσης, την εξασφάλιση δηλαδή της φυσικής ισορροπίας που ορίζει τους σκληρούς νόμους της επιβίωσης και ταυτόχρονα προκαθορίζει τη διάσωση όλων των ειδών. Όμως, όπως ήταν φυσικό, ο επιπόλαιος Επιμηθέας δεν στέκεται στο ύψος των περιστάσεων καθώς του διαφεύγει ο άνθρωπος και δεν ξέρει πώς να τον εφοδιάσει αφού ξόδεψε όλες τις δυνάμεις στα όντα που στερούνται λογικής – «άλογα». Βέβαια, και μόνο ο διαχωρισμός του ανθρώπου από τα άλλα όντα που αποκαλούνται «άλογα» καθιστά σαφές ότι ο άνθρωπος είναι έλλογος, ότι δηλαδή δεν είναι απολύτως εγκαταλειμμένος, αλλά διαθέτει το εφόδιο της λογικής, το σπουδαιότερο εφόδιο που δόθηκε ποτέ σε έμβιο ον. Ωστόσο η λογική, τουλάχιστον για τα πρώτα βήματα του ανθρώπου, κρίνεται απολύτως ανεπαρκής, αφού η λογική απαιτεί χρόνο για την υλοποίηση των έργων της, ενώ τα ζώα απειλούσαν απολύτως άμεσα τον άνθρωπο με αφανισμό. Μπροστά σ’ αυτό το αδιέξοδο ο Προμηθέας, που ήρθε να επιθεωρήσει τη μοιρασιά, μπαίνει στο εργαστήρι της Αθηνάς και του Ηφαίστου και κλέβει τη φωτιά και τις τεχνικές γνώσεις και τις χαρίζει στον άνθρωπο. Ταυτόχρονα θέλει να κλέψει και την πολιτική αρετή, αλλά κάτι τέτοιο αποδεικνύεται αδύνατο, αφού την πολιτική αρετή την έχει στην ακρόπολή του ο Δίας, μέρος απλησίαστο για τον Προμηθέα. Ο άνθρωπος εφοδιασμένος με τη φωτιά και τις τεχνικές γνώσεις, αλλά χωρίς την πολιτική αρετή είναι δύσκολο να επιβιώσει. Αφανίζεται από τα θηρία και αντιλαμβάνεται ότι μόνο μέσα από τη συλλογικότητα μπορεί να σωθεί. Αρχίζει δηλαδή να ζει ομαδικά ιδρύοντας πόλεις, αλλά στερούμενος την πολιτική αρετή αδυνατεί να τις διατηρήσει. Αδικώντας ο ένας τον άλλον ακύρωνε κάθε έννοια συνύπαρξης με αποτέλεσμα οι πόλεις να διαλύονται και οι άνθρωποι να επιστρέφουν στη σποραδική ζωή για να αφανιστούν εκ νέου από τα θηρία. Με δυο λόγια η πολιτική αρετή ταυτίζεται με την επιβίωση, αφού χωρίς αυτή ο αφανισμός είναι δεδομένος.
Η σπουδαιότητα της πολιτικής αρετής προκαλεί την παρέμβαση του ίδιου του Δία, που βλέποντας το ανθρώπινο γένος να απειλείται με εξόντωση παίρνει την πρωτοβουλία και χαρίζει στον άνθρωπο την αιδώ και τη δίκη, το σεβασμό και τη δικαιοσύνη, που σηματοδοτούν τα θεμέλια της πολιτικής αρετής. Ορίζει μάλιστα, με αδιαπραγμάτευτη αυστηρότητα, να μοιραστούν η αιδώς και η δίκη σε όλους τους ανθρώπους και αν κάποιος δεν την έχει να θανατώνεται ως αρρώστια της πόλης. Το γεγονός ότι ο Δίας μοιράζει την πολιτική αρετή σε όλους και ταυτόχρονα παραδέχεται το ενδεχόμενο ότι κάποιοι μπορεί να μην την έχουν ασφαλώς και δεν αποτελεί αντίφαση (ο Δίας δεν είναι δυνατό να αντιφάσκει) αλλά είναι η απόδειξη του διδακτού της αρετής, αφού ο Δίας δίνει την πολιτική αρετή στον άνθρωπο δυνάμει, δηλαδή ως δυνατότητα, κι από εκεί και πέρα είναι ευθύνη του ανθρώπου αν θα την κάνει ενεργεία, αν δηλαδή θα την εφαρμόσει. Με άλλα λόγια η αρετή είναι σύμφυτη, αλλά όχι έμφυτη στον άνθρωπο ή αλλιώς ο άνθρωπος από τη φύση του μπορεί να κατανοήσει και να εφαρμόσει την πολιτική αρετή, αλλά δεν την έχει ως κάτι δεδομένο, όπως την όραση. Μ’ αυτό τον τρόπο εξηγεί στο Σωκράτη ότι η καθολικότητα της πολιτικής αρετής, που εκείνος επικαλέστηκε τονίζοντας τη θεσμοθετημένη συμμετοχή όλων των Αθηναίων στις πολιτικές αποφάσεις της εκκλησίας του Δήμου, δεν αναιρεί το διδακτό της, κι ότι προφανώς δεν είναι έμφυτη, αφού δεν ταυτίζεται με τη γέννηση της ανθρωπότητας αλλά της προσφέρεται στην πορεία της ύπαρξής της ως δώρο θεϊκό και μάλιστα από τον ίδιο το Δία, τον πατέρα των θεών και των ανθρώπων.
Όμως, πέρα από την ιδιοφυή σύνδεση του μύθου με την πολιτική αρετή, εκείνο που καταπλήσσει είναι το βάθος της ανθρωποκεντρικής ιδιοσυγκρασίας του Πρωταγόρα που φαίνεται πρωτίστως στην παρουσία και τη δράση των θεών. Γιατί ο Προμηθέας, ως τιτάνας, δηλαδή όχι καθαρός θεός αλλά θεότητα, προσφέρει την απολύτως ανιδιοτελή του αγάπη στον άνθρωπο θυσιάζοντας τον ίδιο του τον εαυτό. Η κλοπή της φωτιάς είναι το μεγαλείο της ψυχής του απόλυτου ευεργέτη, η αποθέωση της αυταπάρνησης, που μόνο ως ύψιστος ηρωισμός μπορεί να ερμηνευτεί, καθώς ο τιτάνας στρέφεται ενάντια στους ίδιους τους θεούς προκειμένου να βοηθήσει τον άνθρωπο. Η ανθρώπινη επιβίωση, ως ύψιστο ιδανικό, ξεπερνά όλους τους ενδοιασμούς, χωρίς την ελάχιστη σκέψη. Ο Προμηθέας γνωρίζει φρικτή τιμωρία για την πράξη του – η γνωστή ιστορία στον Καύκασο με τον αετό που του τρώει τα συκώτια, μέχρι να τον ελευθερώσει ο Ηρακλής – αλλά το ανθρώπινο είδος προστατεύεται και προοδεύει κι αυτό είναι η μέγιστη ικανοποίηση. Ο Πρωταγόρας, δεν αναφέρει καν την τιμωρία του Προμηθέα, αφιερώνοντας μόνο την ασαφή φράση ότι πέρασε δίκη για κλοπή κι αυτό είναι άλλη μια απόδειξη του ανθρωπισμού του. Γιατί ο άνθρωπος δεν χρειάζεται ούτε να λυπηθεί, ούτε να φορτωθεί με ενοχές για την τύχη του Προμηθέα. Και σα να μην έφτανε αυτό, βλέπουμε τον ίδιο το Δία να ανησυχεί για τον άνθρωπο και να προσφέρει τα δικά του δώρα, το σεβασμό και τη δικαιοσύνη. Σ’ ένα ντελίριο γενναιοδωρίας ματαιώνεται κάθε απόπειρα κλοπής, αφού ο Δίας αποδεικνύεται πρόθυμος να χαρίσει αυτό που ο Προμηθέας σχεδίαζε να κλέψει. Κι εδώ πετυχαίνεται η απόλυτη εξισορρόπηση. Ο Δίας, επιδεικνύει τον μέγιστο ανθρωπισμό χωρίς μειώνεται στο ελάχιστο το αδιαπραγμάτευτο κύρος του. Γιατί ο Προμηθέας πληρώνει ακριβά την κλοπή της φωτιάς. Γιατί η ακρόπολη – κατοικία του είναι αδιάβατη διατηρώντας την αίγλη της απόλυτης φρούρησης από το Κράτος και τη Βία. Γιατί ο Ερμής τα χάνει μπροστά του και συμπεριφέρεται σαν παιδαρέλι κάνοντας ανόητες ερωτήσεις. Γιατί ο Δίας δεν χρειάζεται θυσίες για να επιβεβαιώσει την ισχύ του, ούτε μπορεί να ανεχτεί την καταστροφή του ανθρώπου διατηρώντας το επιτηδευμένα απόμακρο, ούτε έχει ανάγκη από ευχαριστίες. Ο, κατά Πρωταγόρα, Δίας είναι ο σύντροφος και ο προστάτης των ανθρώπων, το τελευταίο και οριστικό τους αποκούμπι κι αυτή είναι η πιο αισιόδοξη αντίληψη για το θείο, που καταδεικνύει τον ύψιστο ανθρωπισμό, αφού οι επινοημένοι θεοί του Πρωταγόρα ούτε φέρνουν κατακλυσμούς, ούτε θέτουν δοκιμασίες, ούτε διατηρούν εκλεκτούς λαούς. Η δημιουργία των ανθρώπων μέσα στο μύθο είναι ισότιμη και δεν διαχωρίζεται ούτε σε Έλληνες και Βάρβαρους, ούτε σε ελεύθερους και δούλους και η ισότητα των ανθρώπων είναι η ισότιμη πρόσβαση όχι μόνο στο θείο, αλλά και στην επίγεια ζωή. Και κάπως έτσι «ο άνθρωπος συμμετέχει στη θεϊκή μοίρα». Και κάπως έτσι η ανθρωποκεντρική προσέγγιση του θείου μετουσιώνεται σε ανθρωπιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου