«ΝΑ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΞΕΚΙΝΑΜΕ ΠΑΛΙ από την αρχή, να αφήνουμε πράγματα πίσω μας, να μαθαίνουμε να λειτουργούμε αλλιώς, να μην εξαρτιόμαστε από το βλέμμα του άλλου, να πατάμε γερά στα πόδια μας… Αυτά είναι τα πράγματα που μας βοηθάνε να μεγαλώσουμε, που μας κάνουν αυτό που είμαστε τελικά. Γιατί είμαστε, σε μεγάλο βαθμό, το αποτέλεσμα της ανάπτυξης και της ωρίμανσής μας. Αυτά, και τα δύο, εξαρτώνται από το αν τα καταφέραμε ή όχι, και με ποιον τρόπο, να αντιμετωπίσουμε τις απώλειες που έχουμε υποστεί: εμπειρίες οδυνηρές, που καθορίζουν όμως τον τρόπο που υπάρχουμε στον κόσμο. Και βέβαια, αυτό περιλαμβάνει και τον δικό μας ιδιαίτερο τρόπο να αντιμετωπίζουμε το πένθος». Jorge Bucay, Ο δρόμος των δακρύων
Πένθος ή ένα είδος εγωισμού; Υγιούς εγωισμού. Αναπόφευκτου. Προστατευτικού. Είναι δύσκολη η απώλεια, αφήνει κενά… Αυτό που δεν μας είναι σαφές, είναι το πόσο συχνά βιώνουμε ή βιώσαμε πένθος, για την ακρίβεια ανολοκλήρωτο πένθος. Με απλά λόγια: πόσες φορές δεν μπορέσαμε ή δεν σκεφτήκαμε καν να πούμε ένα συνειδητό «Αντίο» σε κάτι που… έφυγε και ΔΕΝ θα ξαναγυρίσει.
ΠΕΝΘΟΣ… ναι, είναι μια λέξη που παραπέμπει στο θάνατο, κι όμως, πενθούμε και για άλλα πράγματα, για άλλα που για κάποιον λόγο πειστήκαμε πως είναι ασήμαντα. Όπως για παράδειγμα το να σπάσει μια αγαπημένη κούπα μας: «Εντάξει, θα πάρεις άλλη!» Ωστόσο δεν θα είναι πια η ίδια και όποιο συναισθηματικό φορτίο συνδέουμε με αυτήν.
Ή… όταν δεν προλάβαμε να μπούμε εγκαίρως στο λεωφορείο και χρειάστηκε να περιμένουμε άλλα 10 λεπτά στη στάση για το επόμενο, ναι, και τότε, όσο υπερβολικό κι αν φαίνεται… βιώνουμε πάλι αυτά τα στάδια του πένθους. Ή πάλι, όταν κατά λάθος σκίσαμε το μπουφάν μας, το παντελόνι, το μπλουζάκι μας…δεν έχει σημασία τι… και χρειάστηκε να το πετάξουμε. Ας σκεφτούμε πόσες πιθανές λύσεις σκεφτήκαμε σε μια αντίστοιχη περίπτωση, για να μην χρειαστεί να πούμε «Αντίο».
Πόσο μάλλον όταν αλλάζουμε σπίτι, δουλειά, πόλη, αυτοκίνητο, κάτι που έχουμε ή νομίζαμε ότι έχουμε. Ή όταν λήγει μια σχέση, ερωτική, φιλική… Όταν μιλάμε για πένθος δεν μιλάμε μόνο για τον θάνατο αγαπημένων προσώπων. Στη ζωή μας οι απώλειες αποτελούν ένα φαινόμενο πολύ ευρύτερο. Βιώνουμε την απώλεια και όταν μας εγκαταλείπουν, όταν αλλάζουμε και «χάνουμε» κομμάτια του εαυτού μας, όταν παραιτούμαστε συνειδητά ή ασυνείδητα από όνειρα και προσδοκίες μας. Για κάθε ναι που λέμε, λέμε και ένα σιωπηλό όχι. Κάθε όχι μεταφράζεται αυτόματα ως απώλεια. Για κάποιους είναι ιδιαίτερα γοητευτικές οι αλλαγές, ωστόσο κάθε αλλαγή φέρει αρχικά μαζί της τα στάδια του πένθους, με μια διαφορετική, πιο ήπια μορφή μάλλον και αυτό ίσως κάνει τα στάδια λιγότερο αναγνωρίσιμα.
Ωστόσο είναι αναγκαίο να ολοκληρώνουμε τις διαδικασίες του εκάστοτε πένθους μας. Καθώς συνειδητοποιούμε τι ακριβώς συνέβη και πια συναισθήματά μας κινητοποίησαν ποιες ενέργειές μας, θα βοηθηθούμε να αποδεχτούμε τη νέα πραγματικότητα και να προχωρήσουμε με νέα γνώση.
Κατά τη Elisabeth Kübler Ross περνάμε 5 στάδια
1. Άρνηση
«Όχι, ρε ‘συ! Αποκλείεται!», η πρώτη σκέψη… συνήθως το πρώτο που θα βγει από το στόμα κάποιου που μόλις πληροφορήθηκε την απώλεια. Ανάγκη του συστήματός μας, να χωνέψει καταρχήν την πληροφορία. Άλλοτε χωνεύεται εύκολα, άλλοτε δύσκολα, ανάλογο πάντα της αξίας του απολεσθέντος. Είτε πρόκειται για άνθρωπο, είτε πρόκειται για αντικείμενο… συμβάν… εμπειρία. Της συναισθηματικής αξίας. Ακόμα κι αν ενίοτε προσπαθούμε να κρυφτούμε πίσω από την υλική αξία. Μια άρνηση να αποχωριστούμε το συναίσθημα που μας προκαλούσε η ύπαρξη αυτού που απωλέσαμε, τα συναισθήματα της χαράς και ασφάλειας πρωτίστως. Πολλές φορές ακολουθεί ένα «Γιατί;» και κάπως έτσι μπαίνουμε σε επόμενο στάδιο…
2. Διαπραγμάτευση
«Μήπως έχει γίνει κάποιο λάθος;» Και ακολουθούν διάφορες πιθανές λύσεις και υποθέσεις για το τι θα μπορούσε να αλλάξει τη συνθήκη. Αναρωτιόμαστε τι θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει «σωστότερα», «καλύτερα», τι μπορούμε να κάνουμε έστω τώρα, τι μπορεί να γίνει… Κάποιοι, ανάλογα πάλι με την απώλεια, κάνουν ότι μπορούν για να αποτρέψουν το επόμενο βήμα, αυτό που πονάει μάλλον περισσότερο, κάποιοι άλλοι ξαναγυρίζουν στην άρνηση, για να αντέξουν την θεωρητική «αδυναμία» τους να βρουν έναν τρόπο να «επιστρέψουν» το(ν) απολεσθέν(τα), στροβιλιζόμενοι σε έναν φαύλο κύκλο. Μέχρι να έρθει ο ήχος της επικείμενης θλίψης ή του επικείμενου θυμού, για να σπάσει αναπάντεχα, βίαια μερικές φορές αυτόν τον φαύλο κύκλο.
Φαντάζομαι τους ανθρώπους σαν με το αυτί κολλημένο στη ράγα ενός τρένου, τρομαγμένους από αυτό που έρχεται και προσπαθούν να μάθουν πόσο χρόνο έχουν ακόμα μακριά από αυτό που αποφεύγουν. Με κάνει να σκέφτομαι ότι τελικά δεν αρνούμαστε την απώλεια αυτή καθεαυτή… αρνούμαστε τον ερχομό των όχι ακόμα αποδεκτών συναισθημάτων.
3. Θλίψη
Όπως αυτή την «καταραμένη» θλίψη, που μάθαμε από μικρά παιδιά να αποφεύγουμε σα διάολοι το λιβάνι. «Μην κλαις!» Αυτή τη διαολεμένη θλίψη, που όντως… μας διαβάλει… από τους εαυτούς μας, από τη χαρά κι από την ασφάλεια.
Και ενώ μας έχει ήδη καταβάλει θέλουμε να της πάμε κόντρα. Τη θλίψη συνήθως τη φοβόμαστε. Κόντρα λοιπόν! Δε θα της περάσει. Είμαστε πιο δυνατοί από αυτήν, ε; Λες και είναι θέμα δύναμης, εξουσίας, κυριαρχίας. Ο φόβος της θλίψης μας κάνει να ξεχνάμε τους εαυτούς μας, παρόλο που η θλίψη έχει στόχο να θυμηθούμε τον Εαυτό μας. Χρειάζεται λοιπόν να μπούμε μέσα της και να τη βιώσουμε ολοκληρωτικά, για να μπορέσουμε να την ξεπεράσουμε. Και χρειάζεται δύναμη η θλίψη. Χρειάζεται δύναμη και κατανόηση, για να έρθουμε ξανά σε επαφή με τα κομμάτια ή τις πλευρές του εαυτού που ξεχάσαμε να θυμόμαστε.
Και θέλοντας ή μη, με κάποιον τρόπο μπαίνουμε και σε αυτή… ο καθένας με τον δικό τρόπο του, στο δικό του ρυθμό και χρόνο: γελάμε, κλαίμε, κοιμόμαστε, μένουμε άυπνοι, τρώμε περισσότερο, τρώμε λιγότερο ή και καθόλου, θυμόμαστε, ξεχνάμε… κι ό,τι άλλο βιώνει κανείς βιώνοντας τη θλίψη του.. για να μπορέσει να αντέξει άλλο ένα φυσιολογικό στάδιο.
4. Θυμός
Αχ, αυτό το συναίσθημα του θυμού, αυτό κι αν το αποφεύγουμε. Αν είναι μία φορά «κακό» το να κλαίμε… εδώ να δεις! Βίαιο συναίσθημα ο θυμός ακούμε, να μεταμορφώνουμε το θυμό μας ακούμε, να αποφεύγουμε το θυμό μας λένε… κι άλλα παρόμοια.
Βίαιος είναι ο θυμός που δεν εκφράστηκε, βίαιος είναι ο θυμός που συγκαλύπτει τη θλίψη που δεν εκφράστηκε. Πώς να μεταμορφώσω ένα συναίσθημα, όταν δεν έχω έρθει σε επαφή μαζί του; Όταν δεν το έχω κατανοήσει ακόμα; Σα να μας ζητούν να φτιάξουμε ένα σαλιγκάρι με την πλαστελίνη, χωρίς να τη βγάλουμε από το κουτί της! ΔΕΝ γίνεται. Κι όταν μου δίνεις πλαστελίνη, θέλω να την ακουμπήσω. Θέλω να τη βγάλω από τις διάφανες ζελατίνες της, να τη βάλω στις χούφτες μου και να την πλάσω. Αυτός είναι ο σκοπός. ΟΧΙ να την αφήσω στο κουτί της. Και μπορεί να την πλάσω πολύ και να σπάσει και να χρειαστεί να την ξαναενώσω, μέχρι να πετύχω το επιθυμητό σχήμα, μόνο έτσι θα μπορέσω να το πετύχω όμως. Πλάθοντας και ξαναπλάθοντας ΚΑΙ ξαναπλάθοντας την πλαστελίνη! Μπορεί και να … βρίσω λιγάκι την ώρα που θα ξανασπάσει… δεν πειράζει, καλά θα κάνω.
Και κάπως έτσι επιτρέπουμε στον εαυτό μας να βιώσει και το συναίσθημα του θυμού. Το βγάζουμε από τη «διάφανη ζελατίνα» του και του δίνουμε διάφορες μορφές. Καθόλου βίαιες. Δε βοηθά κανέναν η βία. Η ίδια η έκφραση: «Θυμώνω που…» είναι από μόνη της αρκετή για να μειώσει την ένταση. Του θυμού που νιώθουμε επειδή δεν θα ξαναδούμε, δεν θα ξανακούσουμε, δεν θα ξανανιώσουμε τελικά, αυτό(ν) που μας ενέπνεε χαρά και ασφάλεια. Και είναι τόσο φυσιολογικό να θυμώνουμε με αυτό, μα τόσο φυσιολογικό.
Η απαγόρευση δημιουργεί βία, η κατάχρηση είναι βία.
Τα συναισθήματα εμφανίζονται ως μια αποτοξίνωση του ΕΙΝΑΙ μας από το μη χρήσιμο. Και πράγματι, ΔΕΝ είναι χρήσιμο να θυμώνουμε είτε με τους εαυτούς μας, είτε με κάποιον/κάτι, επειδή δεν θα είναι πια εκεί να μας δίνει την αίσθηση της ασφάλειας. Για να το μάθουμε αυτό όμως, χρειάζεται να περάσουμε από αυτήν την διαδικασία.
Για να αποδεχτούμε αυτή την απουσία, χρειάζεται να αποδεχτούμε τη δυσκολία να ανακαλύψουμε αυτή τη δεδομένη στιγμή τη δύναμη μέσα μας, να μας το προσφέρουμε αφ’ εαυτού. Και είναι εντάξει αυτό. Είμαστε άνθρωποι και είναι στη φύση μας να έχουμε ανάγκη την επαφή και την αλληλεπίδραση με τον άλλον.
Χρειάζεται λοιπόν να δώσουμε σε όλα μας τα συναισθήματα τη χαρά πως έχουν σημασία, πως είναι σημαντικά, πως επιδιώκουν να μας «πουν» κάτι χρήσιμο για την εξέλιξή μας. Ας δούμε τα συναισθήματά μας ως πλευρές του εαυτού μας… χρειάζονται χώρο για να εκφραστούν. Δεν μπορώ να κινήσω την παλάμη μου αφήνοντας τα δάχτυλα ακίνητα. Όπου παλάμη ο εαυτός, όπου δάχτυλα το εκάστοτε συναίσθημα…
5. Αποδοχή
Κι όταν πια έχουμε βιώσει ολοκληρωτικά τα προηγούμενα στάδια, τώρα πια χωρίς ενοχή, χωρίς ντροπή, πολύ συχνά ακολουθώντας άλλη σειρά ή επιστρέφοντας σε κάποιο προηγούμενο στάδιο, ξανά και ξανά, τότε μπορούμε να φτάσουμε και στην αποδοχή του συμβάντος. Να κρατήσουμε τα όμορφα που αποκτήσαμε από αυτό που απωλέσαμε και να συνεχίσουμε ευγνωμονώντας αυτό που μας ωφέλησε. Και όποτε νιώθουμε την ανάγκη της επαφής, να κλείνουμε τα μάτια και να ανασύρουμε την πληροφορία/ανάμνηση που χρειαζόμαστε με ένα χαμόγελο απρόσμενης εσωτερικής συνάντησης. Ίσως να εμφανίζεται και κάνα δάκρυ που και που.. δεν πειράζει. Είναι το δάκρυ της συγκίνησης, για όσα ζήσαμε κάποτε, για όλα όσα μας δίδαξε αυτό το κάποτε. Ας κυλήσει ως μνημόσυνο αγάπης…
Πένθος ή ένα είδος εγωισμού; Υγιούς εγωισμού. Αναπόφευκτου. Προστατευτικού. Είναι δύσκολη η απώλεια, αφήνει κενά… Αυτό που δεν μας είναι σαφές, είναι το πόσο συχνά βιώνουμε ή βιώσαμε πένθος, για την ακρίβεια ανολοκλήρωτο πένθος. Με απλά λόγια: πόσες φορές δεν μπορέσαμε ή δεν σκεφτήκαμε καν να πούμε ένα συνειδητό «Αντίο» σε κάτι που… έφυγε και ΔΕΝ θα ξαναγυρίσει.
ΠΕΝΘΟΣ… ναι, είναι μια λέξη που παραπέμπει στο θάνατο, κι όμως, πενθούμε και για άλλα πράγματα, για άλλα που για κάποιον λόγο πειστήκαμε πως είναι ασήμαντα. Όπως για παράδειγμα το να σπάσει μια αγαπημένη κούπα μας: «Εντάξει, θα πάρεις άλλη!» Ωστόσο δεν θα είναι πια η ίδια και όποιο συναισθηματικό φορτίο συνδέουμε με αυτήν.
Ή… όταν δεν προλάβαμε να μπούμε εγκαίρως στο λεωφορείο και χρειάστηκε να περιμένουμε άλλα 10 λεπτά στη στάση για το επόμενο, ναι, και τότε, όσο υπερβολικό κι αν φαίνεται… βιώνουμε πάλι αυτά τα στάδια του πένθους. Ή πάλι, όταν κατά λάθος σκίσαμε το μπουφάν μας, το παντελόνι, το μπλουζάκι μας…δεν έχει σημασία τι… και χρειάστηκε να το πετάξουμε. Ας σκεφτούμε πόσες πιθανές λύσεις σκεφτήκαμε σε μια αντίστοιχη περίπτωση, για να μην χρειαστεί να πούμε «Αντίο».
Πόσο μάλλον όταν αλλάζουμε σπίτι, δουλειά, πόλη, αυτοκίνητο, κάτι που έχουμε ή νομίζαμε ότι έχουμε. Ή όταν λήγει μια σχέση, ερωτική, φιλική… Όταν μιλάμε για πένθος δεν μιλάμε μόνο για τον θάνατο αγαπημένων προσώπων. Στη ζωή μας οι απώλειες αποτελούν ένα φαινόμενο πολύ ευρύτερο. Βιώνουμε την απώλεια και όταν μας εγκαταλείπουν, όταν αλλάζουμε και «χάνουμε» κομμάτια του εαυτού μας, όταν παραιτούμαστε συνειδητά ή ασυνείδητα από όνειρα και προσδοκίες μας. Για κάθε ναι που λέμε, λέμε και ένα σιωπηλό όχι. Κάθε όχι μεταφράζεται αυτόματα ως απώλεια. Για κάποιους είναι ιδιαίτερα γοητευτικές οι αλλαγές, ωστόσο κάθε αλλαγή φέρει αρχικά μαζί της τα στάδια του πένθους, με μια διαφορετική, πιο ήπια μορφή μάλλον και αυτό ίσως κάνει τα στάδια λιγότερο αναγνωρίσιμα.
Ωστόσο είναι αναγκαίο να ολοκληρώνουμε τις διαδικασίες του εκάστοτε πένθους μας. Καθώς συνειδητοποιούμε τι ακριβώς συνέβη και πια συναισθήματά μας κινητοποίησαν ποιες ενέργειές μας, θα βοηθηθούμε να αποδεχτούμε τη νέα πραγματικότητα και να προχωρήσουμε με νέα γνώση.
Κατά τη Elisabeth Kübler Ross περνάμε 5 στάδια
1. Άρνηση
«Όχι, ρε ‘συ! Αποκλείεται!», η πρώτη σκέψη… συνήθως το πρώτο που θα βγει από το στόμα κάποιου που μόλις πληροφορήθηκε την απώλεια. Ανάγκη του συστήματός μας, να χωνέψει καταρχήν την πληροφορία. Άλλοτε χωνεύεται εύκολα, άλλοτε δύσκολα, ανάλογο πάντα της αξίας του απολεσθέντος. Είτε πρόκειται για άνθρωπο, είτε πρόκειται για αντικείμενο… συμβάν… εμπειρία. Της συναισθηματικής αξίας. Ακόμα κι αν ενίοτε προσπαθούμε να κρυφτούμε πίσω από την υλική αξία. Μια άρνηση να αποχωριστούμε το συναίσθημα που μας προκαλούσε η ύπαρξη αυτού που απωλέσαμε, τα συναισθήματα της χαράς και ασφάλειας πρωτίστως. Πολλές φορές ακολουθεί ένα «Γιατί;» και κάπως έτσι μπαίνουμε σε επόμενο στάδιο…
2. Διαπραγμάτευση
«Μήπως έχει γίνει κάποιο λάθος;» Και ακολουθούν διάφορες πιθανές λύσεις και υποθέσεις για το τι θα μπορούσε να αλλάξει τη συνθήκη. Αναρωτιόμαστε τι θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει «σωστότερα», «καλύτερα», τι μπορούμε να κάνουμε έστω τώρα, τι μπορεί να γίνει… Κάποιοι, ανάλογα πάλι με την απώλεια, κάνουν ότι μπορούν για να αποτρέψουν το επόμενο βήμα, αυτό που πονάει μάλλον περισσότερο, κάποιοι άλλοι ξαναγυρίζουν στην άρνηση, για να αντέξουν την θεωρητική «αδυναμία» τους να βρουν έναν τρόπο να «επιστρέψουν» το(ν) απολεσθέν(τα), στροβιλιζόμενοι σε έναν φαύλο κύκλο. Μέχρι να έρθει ο ήχος της επικείμενης θλίψης ή του επικείμενου θυμού, για να σπάσει αναπάντεχα, βίαια μερικές φορές αυτόν τον φαύλο κύκλο.
Φαντάζομαι τους ανθρώπους σαν με το αυτί κολλημένο στη ράγα ενός τρένου, τρομαγμένους από αυτό που έρχεται και προσπαθούν να μάθουν πόσο χρόνο έχουν ακόμα μακριά από αυτό που αποφεύγουν. Με κάνει να σκέφτομαι ότι τελικά δεν αρνούμαστε την απώλεια αυτή καθεαυτή… αρνούμαστε τον ερχομό των όχι ακόμα αποδεκτών συναισθημάτων.
3. Θλίψη
Όπως αυτή την «καταραμένη» θλίψη, που μάθαμε από μικρά παιδιά να αποφεύγουμε σα διάολοι το λιβάνι. «Μην κλαις!» Αυτή τη διαολεμένη θλίψη, που όντως… μας διαβάλει… από τους εαυτούς μας, από τη χαρά κι από την ασφάλεια.
Και ενώ μας έχει ήδη καταβάλει θέλουμε να της πάμε κόντρα. Τη θλίψη συνήθως τη φοβόμαστε. Κόντρα λοιπόν! Δε θα της περάσει. Είμαστε πιο δυνατοί από αυτήν, ε; Λες και είναι θέμα δύναμης, εξουσίας, κυριαρχίας. Ο φόβος της θλίψης μας κάνει να ξεχνάμε τους εαυτούς μας, παρόλο που η θλίψη έχει στόχο να θυμηθούμε τον Εαυτό μας. Χρειάζεται λοιπόν να μπούμε μέσα της και να τη βιώσουμε ολοκληρωτικά, για να μπορέσουμε να την ξεπεράσουμε. Και χρειάζεται δύναμη η θλίψη. Χρειάζεται δύναμη και κατανόηση, για να έρθουμε ξανά σε επαφή με τα κομμάτια ή τις πλευρές του εαυτού που ξεχάσαμε να θυμόμαστε.
Και θέλοντας ή μη, με κάποιον τρόπο μπαίνουμε και σε αυτή… ο καθένας με τον δικό τρόπο του, στο δικό του ρυθμό και χρόνο: γελάμε, κλαίμε, κοιμόμαστε, μένουμε άυπνοι, τρώμε περισσότερο, τρώμε λιγότερο ή και καθόλου, θυμόμαστε, ξεχνάμε… κι ό,τι άλλο βιώνει κανείς βιώνοντας τη θλίψη του.. για να μπορέσει να αντέξει άλλο ένα φυσιολογικό στάδιο.
4. Θυμός
Αχ, αυτό το συναίσθημα του θυμού, αυτό κι αν το αποφεύγουμε. Αν είναι μία φορά «κακό» το να κλαίμε… εδώ να δεις! Βίαιο συναίσθημα ο θυμός ακούμε, να μεταμορφώνουμε το θυμό μας ακούμε, να αποφεύγουμε το θυμό μας λένε… κι άλλα παρόμοια.
Βίαιος είναι ο θυμός που δεν εκφράστηκε, βίαιος είναι ο θυμός που συγκαλύπτει τη θλίψη που δεν εκφράστηκε. Πώς να μεταμορφώσω ένα συναίσθημα, όταν δεν έχω έρθει σε επαφή μαζί του; Όταν δεν το έχω κατανοήσει ακόμα; Σα να μας ζητούν να φτιάξουμε ένα σαλιγκάρι με την πλαστελίνη, χωρίς να τη βγάλουμε από το κουτί της! ΔΕΝ γίνεται. Κι όταν μου δίνεις πλαστελίνη, θέλω να την ακουμπήσω. Θέλω να τη βγάλω από τις διάφανες ζελατίνες της, να τη βάλω στις χούφτες μου και να την πλάσω. Αυτός είναι ο σκοπός. ΟΧΙ να την αφήσω στο κουτί της. Και μπορεί να την πλάσω πολύ και να σπάσει και να χρειαστεί να την ξαναενώσω, μέχρι να πετύχω το επιθυμητό σχήμα, μόνο έτσι θα μπορέσω να το πετύχω όμως. Πλάθοντας και ξαναπλάθοντας ΚΑΙ ξαναπλάθοντας την πλαστελίνη! Μπορεί και να … βρίσω λιγάκι την ώρα που θα ξανασπάσει… δεν πειράζει, καλά θα κάνω.
Και κάπως έτσι επιτρέπουμε στον εαυτό μας να βιώσει και το συναίσθημα του θυμού. Το βγάζουμε από τη «διάφανη ζελατίνα» του και του δίνουμε διάφορες μορφές. Καθόλου βίαιες. Δε βοηθά κανέναν η βία. Η ίδια η έκφραση: «Θυμώνω που…» είναι από μόνη της αρκετή για να μειώσει την ένταση. Του θυμού που νιώθουμε επειδή δεν θα ξαναδούμε, δεν θα ξανακούσουμε, δεν θα ξανανιώσουμε τελικά, αυτό(ν) που μας ενέπνεε χαρά και ασφάλεια. Και είναι τόσο φυσιολογικό να θυμώνουμε με αυτό, μα τόσο φυσιολογικό.
Η απαγόρευση δημιουργεί βία, η κατάχρηση είναι βία.
Τα συναισθήματα εμφανίζονται ως μια αποτοξίνωση του ΕΙΝΑΙ μας από το μη χρήσιμο. Και πράγματι, ΔΕΝ είναι χρήσιμο να θυμώνουμε είτε με τους εαυτούς μας, είτε με κάποιον/κάτι, επειδή δεν θα είναι πια εκεί να μας δίνει την αίσθηση της ασφάλειας. Για να το μάθουμε αυτό όμως, χρειάζεται να περάσουμε από αυτήν την διαδικασία.
Για να αποδεχτούμε αυτή την απουσία, χρειάζεται να αποδεχτούμε τη δυσκολία να ανακαλύψουμε αυτή τη δεδομένη στιγμή τη δύναμη μέσα μας, να μας το προσφέρουμε αφ’ εαυτού. Και είναι εντάξει αυτό. Είμαστε άνθρωποι και είναι στη φύση μας να έχουμε ανάγκη την επαφή και την αλληλεπίδραση με τον άλλον.
Χρειάζεται λοιπόν να δώσουμε σε όλα μας τα συναισθήματα τη χαρά πως έχουν σημασία, πως είναι σημαντικά, πως επιδιώκουν να μας «πουν» κάτι χρήσιμο για την εξέλιξή μας. Ας δούμε τα συναισθήματά μας ως πλευρές του εαυτού μας… χρειάζονται χώρο για να εκφραστούν. Δεν μπορώ να κινήσω την παλάμη μου αφήνοντας τα δάχτυλα ακίνητα. Όπου παλάμη ο εαυτός, όπου δάχτυλα το εκάστοτε συναίσθημα…
5. Αποδοχή
Κι όταν πια έχουμε βιώσει ολοκληρωτικά τα προηγούμενα στάδια, τώρα πια χωρίς ενοχή, χωρίς ντροπή, πολύ συχνά ακολουθώντας άλλη σειρά ή επιστρέφοντας σε κάποιο προηγούμενο στάδιο, ξανά και ξανά, τότε μπορούμε να φτάσουμε και στην αποδοχή του συμβάντος. Να κρατήσουμε τα όμορφα που αποκτήσαμε από αυτό που απωλέσαμε και να συνεχίσουμε ευγνωμονώντας αυτό που μας ωφέλησε. Και όποτε νιώθουμε την ανάγκη της επαφής, να κλείνουμε τα μάτια και να ανασύρουμε την πληροφορία/ανάμνηση που χρειαζόμαστε με ένα χαμόγελο απρόσμενης εσωτερικής συνάντησης. Ίσως να εμφανίζεται και κάνα δάκρυ που και που.. δεν πειράζει. Είναι το δάκρυ της συγκίνησης, για όσα ζήσαμε κάποτε, για όλα όσα μας δίδαξε αυτό το κάποτε. Ας κυλήσει ως μνημόσυνο αγάπης…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου