Κουβαλώ πάντα ένα βάρος, ένα βάρος που άλλοτε γίνεται δυσβάσταχτο κι άλλοτε ελαφραίνει κάπως. Επί χρόνια, πίεζα τον εαυτό μου να το κατανοήσει, να το αποδομήσει αναγνωρίζοντας όλα τα μικρά κομματάκια που το συνθέτουν. Πέρασα χιλιάδες στιγμές μέσα σε επαναλαμβανόμενα «μήπως». Μήπως είναι αυτό; Μήπως φταίει το άλλο; Μήπως εάν είχα το τάδε, δε θα ένιωθα έτσι; Κι όσο πλήθαιναν τα μήπως, τόσο πιο στέρεο γινόταν το βάρος.
Θα αποπειραθώ να συγχωρέσω όποιον μ’έχει βλάψει και ο,τι μου έχουν κάνει. Θ’αποπειραθώ να συγχωρήσω αυτούς που έχουν πληγώσει ανθρώπους που αγαπώ. Το λέω και δυσκολεύομαι να το πιστέψω. Ακούγεται σαν ένα από αυτά τα πράγματα που λέμε ότι θα κάνουμε αλλά δεν κάνουμε ποτέ γιατί απλά δεν γίνεται. Όμως μέσα μου ζεί θυμός,απογοήτευση και πόνος και το ξέρω πως εάν δεν συγχωρέσω πραγματικά, δεν θα βρώ γαλήνη.
Η συγχώρεση είναι μια εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση. Πολλές φορές μπορεί να πιστεύουμε πως συγχωρήσαμε κάποιον αλλά τελικά να μην είναι έτσι. Η συγχώρεση δεν είναι μια προφορική άφεση αμαρτιών αλλά ένα βαθύ συναίσθημα. Όταν συγχωρούμε πραγματικά, παύουμε να είμαστε θυμωμένοι. Η πικρία και ο πόνος που υπήρχε μέσα μας μαλακώνουν. Μα δεν μπορείς να συγχωρήσεις κάποιον και να συνεχίσεις να πονάς; Ίσως και όχι.
Όταν κάποιος προδίδει την εμπιστοσύνη μας με ένα σοβαρό παράπτωμα, αισθανόμαστε κλονισμένοι, πληγωμένοι,θυμωμένοι. Μπορεί να προσπαθήσουμε να συγχωρήσουμε και ακόμα και να το εκφράσουμε στον άλλο: «σε συγχωρώ». Ακόμα κι αν προφέρουμε αυτή την πρόταση, ίσως συνεχίσουμε να νιώθουμε πόνο. Μια φωνή μέσα μας ρωτάει «γιατί μου το έκανες αυτό;», «γιατί με πρόδωσες;», «δεν το άξιζα», «γιατί δε με σεβάστηκες, δε με αγάπησες, δε με σκέφτηκες;». Η φωνή αυτή δεν μας σπρώχνει απαραίτητα να εκδικηθούμε απλώς μας θυμίζει πόσο πονέσαμε εξαιτίας κάποιου άλλου. Δε μας κάνει να ευχόμαστε κακό γι’αυτόν, ούτε να τον κακολογούμε, απλώς μας βομβαρδίζει με ασταμάτητα γιατί. Έτσι δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε αυτόν που υποτιθέμενα συγχωρέσαμε. Σταδιακά, αυτός ο πόνος απλώνει τα πλοκάμια του και στο μέλλον μας: είναι δύσκολο να εμπιστευτούμε γενικά, όχι μόνο αυτόν που μας πλήγωσε.
Είναι πραγματική συγχώρεση αυτή; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα εξαρτάται από τι πιστεύουμε πως είναι η συγχώρεση. Είναι απλά η απουσία θυμού και διάθεσης για εκδίκηση; Η ένα βαθύτερο συναίσθημα ανακούφισης και αγάπης;
Οι περισσότεροι από εμάς συγχωρούμε απλώς εγκεφαλικά, σ’ένα θεωρητικό επίπεδο. Η καρδιά μας παραμένει αμέτοχη. Γι’αυτό κι εξακολουθούμε να πονάμε ενώ έχουμε «συγχωρέσει». Η δυσκολία μας να συγχωρέσουμε είναι απλώς ανθρώπινη. Είναι δύσκολο να θεραπεύσουμε τις πληγές μας.
Σ’ενα θεωρητικό επίπεδο, μπορούμε να προσάψουμε ελαφρυντικά σε αυτούς που μας έβλαψαν και προσπαθούμε να συγχωρέσουμε. Όσα όμως «συγχωρώ» κι αν πούμε, το βάρος παραμένει εάν δε συμμετάσχει και η καρδιά μας σε αυτό. Εάν η εσωτερική μας φωνή, φωνάζει συνέχεια «γιατί», το βάρος θα πολλαπλασιάζεται.
Πώς φτάνει κανείς στην πραγματική συγχώρεση;
Υπάρχουν πολλές χρήσιμες προτάσεις στο πως μπορεί κανείς πραγματικά να συγχωρέσει:
-αποδεχόμενοι την τρωτότητα και την ελαττωματικότητα της ανθρώπινης φύσης. Όλοι κάνουμε λάθη. Θα θέλαμε κι εμείς να μας συγχωρέσουν.
-αποδεχόμενοι πως αυτό που μας πλήγωσε συνέβη και πως δεν μπορούμε να το αλλάξουμε. Το μόνο που μπορούμε ν’αλλάξουμε είναι η αντίδραση μας απέναντι σε αυτό.
Αλλά τα παραπάνω δεν αρκούν. Η βασική προυπόθεση για να συγχωρήσουμε βαθιά είναι να καταλάβουμε τον εαυτό μας πρώτα και μετά τον άλλο. Πιστεύουμε πως θα πρέπει να μπούμε στη θέση του άλλου για να τον κατανοήσουμε και τελικά να τον συγχωρέσουμε αλλά αυτό είναι το δεύτερο βήμα.
Το πρώτο βήμα είναι να στρέψουμε την προσοχή μας στον εαυτό μας και σε αυτό το ευάλωτο κομμάτι που πληγώθηκε. Να γυρίσουμε το χρόνο πίσω στο παιδί ή νεαρό άτομο που βιώνει τον πόνο,να το φροντίσουμε, να το καταλάβουμε, να του πιάσουμε το χέρι και να το ρωτήσουμε «τι χρειάζεσαι;», «τι θα σε έκανε να πονάς λιγότερο;». Να γυρίσουμε πίσω σε κάθε χρονική στιγμή του πληγωμένου εαυτού μας, είτε είναι ένα μήνα είτε είκοσι χρόνια πριν και να του δώσουμε συμπόνια και αγάπη. Δεν γίνεται να συγχωρήσουμε εάν δεν συμπονέσουμε τον εαυτό μας πρώτα. Θα υπάρχει πάντα μια έλλειψη, μια αδυναμία μέσα μας ένα πρόσφορο έδαφος για τις μυριάδες εκφάνσεις του θυμού, του πόνου και των ατελείωτων γιατί.
Η συγχώρεση δεν είναι μια μεμονωμένη πράξη αλλά μια διαδικασία. Κάθε μέρα, λίγο λίγο, με μικρές πράξεις, μπορούμε να την καλλιεργήσουμε. Και συχνά μια πράξη γεννά μια άλλη αλλάζοντας τον φαύλο κύκλο της πικρίας και του πόνου.
Εάν συγχωρήσω, είναι σαν να πετάω από πάνω μου μια προστασία. Σα ν’αφήνω τον εαυτό μου ευάλωτο και αδύναμο. Σα να επιτρέπω να με ξαναπληγώσουν. Το να μη συγχωρώ είναι μία επιλογή ελέγχου και δύναμης. Ίσως να είναι καλύτερη για μένα.
Κάποιες φορές δεν γίνεται να συγχωρέσουμε. Είναι πράγματι μια δική μας επιλογή. Όσον αφορά την ευαλωτότητα στην οποία μας εκθέτει η συγχώρεση, γι’αυτό είναι σημαντικό να έχουμε ενδυναμώσει τον εαυτό μας πρώτα. Να τον έχουμε συγχωρήσει, συμπονέσει και αγαπήσει. Ο ενδυναμωμένος εαυτός ξέρει πως αυτό που του συνέβη δεν είναι ούτε δίκαιο ούτε σωστό. Μπορεί και συγχωρεί όχι επειδή είναι αδύναμος αλλά επειδή θέλει να είναι ελεύθερος. Επειδή επιλέγει να να μη κουβαλά πια το βάρος της πικρίας και του θυμού.
Θα αποπειραθώ να συγχωρέσω όποιον μ’έχει βλάψει και ο,τι μου έχουν κάνει. Θ’αποπειραθώ να συγχωρήσω αυτούς που έχουν πληγώσει ανθρώπους που αγαπώ. Το λέω και δυσκολεύομαι να το πιστέψω. Ακούγεται σαν ένα από αυτά τα πράγματα που λέμε ότι θα κάνουμε αλλά δεν κάνουμε ποτέ γιατί απλά δεν γίνεται. Όμως μέσα μου ζεί θυμός,απογοήτευση και πόνος και το ξέρω πως εάν δεν συγχωρέσω πραγματικά, δεν θα βρώ γαλήνη.
Η συγχώρεση είναι μια εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση. Πολλές φορές μπορεί να πιστεύουμε πως συγχωρήσαμε κάποιον αλλά τελικά να μην είναι έτσι. Η συγχώρεση δεν είναι μια προφορική άφεση αμαρτιών αλλά ένα βαθύ συναίσθημα. Όταν συγχωρούμε πραγματικά, παύουμε να είμαστε θυμωμένοι. Η πικρία και ο πόνος που υπήρχε μέσα μας μαλακώνουν. Μα δεν μπορείς να συγχωρήσεις κάποιον και να συνεχίσεις να πονάς; Ίσως και όχι.
Όταν κάποιος προδίδει την εμπιστοσύνη μας με ένα σοβαρό παράπτωμα, αισθανόμαστε κλονισμένοι, πληγωμένοι,θυμωμένοι. Μπορεί να προσπαθήσουμε να συγχωρήσουμε και ακόμα και να το εκφράσουμε στον άλλο: «σε συγχωρώ». Ακόμα κι αν προφέρουμε αυτή την πρόταση, ίσως συνεχίσουμε να νιώθουμε πόνο. Μια φωνή μέσα μας ρωτάει «γιατί μου το έκανες αυτό;», «γιατί με πρόδωσες;», «δεν το άξιζα», «γιατί δε με σεβάστηκες, δε με αγάπησες, δε με σκέφτηκες;». Η φωνή αυτή δεν μας σπρώχνει απαραίτητα να εκδικηθούμε απλώς μας θυμίζει πόσο πονέσαμε εξαιτίας κάποιου άλλου. Δε μας κάνει να ευχόμαστε κακό γι’αυτόν, ούτε να τον κακολογούμε, απλώς μας βομβαρδίζει με ασταμάτητα γιατί. Έτσι δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε αυτόν που υποτιθέμενα συγχωρέσαμε. Σταδιακά, αυτός ο πόνος απλώνει τα πλοκάμια του και στο μέλλον μας: είναι δύσκολο να εμπιστευτούμε γενικά, όχι μόνο αυτόν που μας πλήγωσε.
Είναι πραγματική συγχώρεση αυτή; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα εξαρτάται από τι πιστεύουμε πως είναι η συγχώρεση. Είναι απλά η απουσία θυμού και διάθεσης για εκδίκηση; Η ένα βαθύτερο συναίσθημα ανακούφισης και αγάπης;
Οι περισσότεροι από εμάς συγχωρούμε απλώς εγκεφαλικά, σ’ένα θεωρητικό επίπεδο. Η καρδιά μας παραμένει αμέτοχη. Γι’αυτό κι εξακολουθούμε να πονάμε ενώ έχουμε «συγχωρέσει». Η δυσκολία μας να συγχωρέσουμε είναι απλώς ανθρώπινη. Είναι δύσκολο να θεραπεύσουμε τις πληγές μας.
Σ’ενα θεωρητικό επίπεδο, μπορούμε να προσάψουμε ελαφρυντικά σε αυτούς που μας έβλαψαν και προσπαθούμε να συγχωρέσουμε. Όσα όμως «συγχωρώ» κι αν πούμε, το βάρος παραμένει εάν δε συμμετάσχει και η καρδιά μας σε αυτό. Εάν η εσωτερική μας φωνή, φωνάζει συνέχεια «γιατί», το βάρος θα πολλαπλασιάζεται.
Πώς φτάνει κανείς στην πραγματική συγχώρεση;
Υπάρχουν πολλές χρήσιμες προτάσεις στο πως μπορεί κανείς πραγματικά να συγχωρέσει:
-αποδεχόμενοι την τρωτότητα και την ελαττωματικότητα της ανθρώπινης φύσης. Όλοι κάνουμε λάθη. Θα θέλαμε κι εμείς να μας συγχωρέσουν.
-αποδεχόμενοι πως αυτό που μας πλήγωσε συνέβη και πως δεν μπορούμε να το αλλάξουμε. Το μόνο που μπορούμε ν’αλλάξουμε είναι η αντίδραση μας απέναντι σε αυτό.
Αλλά τα παραπάνω δεν αρκούν. Η βασική προυπόθεση για να συγχωρήσουμε βαθιά είναι να καταλάβουμε τον εαυτό μας πρώτα και μετά τον άλλο. Πιστεύουμε πως θα πρέπει να μπούμε στη θέση του άλλου για να τον κατανοήσουμε και τελικά να τον συγχωρέσουμε αλλά αυτό είναι το δεύτερο βήμα.
Το πρώτο βήμα είναι να στρέψουμε την προσοχή μας στον εαυτό μας και σε αυτό το ευάλωτο κομμάτι που πληγώθηκε. Να γυρίσουμε το χρόνο πίσω στο παιδί ή νεαρό άτομο που βιώνει τον πόνο,να το φροντίσουμε, να το καταλάβουμε, να του πιάσουμε το χέρι και να το ρωτήσουμε «τι χρειάζεσαι;», «τι θα σε έκανε να πονάς λιγότερο;». Να γυρίσουμε πίσω σε κάθε χρονική στιγμή του πληγωμένου εαυτού μας, είτε είναι ένα μήνα είτε είκοσι χρόνια πριν και να του δώσουμε συμπόνια και αγάπη. Δεν γίνεται να συγχωρήσουμε εάν δεν συμπονέσουμε τον εαυτό μας πρώτα. Θα υπάρχει πάντα μια έλλειψη, μια αδυναμία μέσα μας ένα πρόσφορο έδαφος για τις μυριάδες εκφάνσεις του θυμού, του πόνου και των ατελείωτων γιατί.
Η συγχώρεση δεν είναι μια μεμονωμένη πράξη αλλά μια διαδικασία. Κάθε μέρα, λίγο λίγο, με μικρές πράξεις, μπορούμε να την καλλιεργήσουμε. Και συχνά μια πράξη γεννά μια άλλη αλλάζοντας τον φαύλο κύκλο της πικρίας και του πόνου.
Εάν συγχωρήσω, είναι σαν να πετάω από πάνω μου μια προστασία. Σα ν’αφήνω τον εαυτό μου ευάλωτο και αδύναμο. Σα να επιτρέπω να με ξαναπληγώσουν. Το να μη συγχωρώ είναι μία επιλογή ελέγχου και δύναμης. Ίσως να είναι καλύτερη για μένα.
Κάποιες φορές δεν γίνεται να συγχωρέσουμε. Είναι πράγματι μια δική μας επιλογή. Όσον αφορά την ευαλωτότητα στην οποία μας εκθέτει η συγχώρεση, γι’αυτό είναι σημαντικό να έχουμε ενδυναμώσει τον εαυτό μας πρώτα. Να τον έχουμε συγχωρήσει, συμπονέσει και αγαπήσει. Ο ενδυναμωμένος εαυτός ξέρει πως αυτό που του συνέβη δεν είναι ούτε δίκαιο ούτε σωστό. Μπορεί και συγχωρεί όχι επειδή είναι αδύναμος αλλά επειδή θέλει να είναι ελεύθερος. Επειδή επιλέγει να να μη κουβαλά πια το βάρος της πικρίας και του θυμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου