Το παρακάτω άρθρο έχει ως σκοπό να προβληματίσει γύρω από το αν και κατά πόσο ο σημερινός άνθρωπος μπορεί να είναι και να αισθάνεται ελεύθερος μέσα στο χείμαρρο των ερεθισμάτων που δέχεται καθημερινά και μεταξύ των οποίων καλείται να επιλέξει.
Με μια πρώτη ματιά στον 21ο αιώνα θα μπορούσε κανείς να πει, πως η ραγδαία εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας έχει εισάγει τον σύγχρονο άνθρωπο στην «επανάσταση» της νέας εποχής. Μιας εποχής που με μια απλή, καθημερινή ένεση εισάγει στις ζωές μας μια σωρεία επιλογών: μπορώ να πάω στη δουλειά μου με το αμάξι, το μηχανάκι ή το μετρό, μπορώ να κάνω χρήση του gps ή του υπερσύγχρονου κινητού τηλεφώνου μου κατά τη διαδρομή, μπορώ να απολαύσω οποιαδήποτε στιγμή τις απεριόριστες δυνατότητες του διαδικτύου, μπορώ να επιλέξω ελεύθερα τον αριθμό ή και το φύλο των σεξουαλικών μου συντρόφων, μπορώ να επιλέξω ανάμεσα στα μαύρα, τα καφέ ή τα κόκκινα παπούτσια, μπορώ να περάσω το απόγευμα μου με τους πραγματικούς φίλους μου ή τους διαδικτυακούς φίλους μου ή τον σύντροφο ή ακόμα κυνηγώντας pokemon. Επιλογές όχι μόνο αποδεκτές αλλά και επιδοκιμαστέες. Και το καλύτερο; Η ένεση είναι εντελώς ανώδυνη, ακίνδυνη και «ελεγχόμενου» κόστους. Αξιοζήλευτο, έτσι;
«Ναι» θα απαντούσαν πολλοί, εφόσον η επιλογή προϋποθέτει ελευθερία και η ελευθερία συνεπάγεται επιλογή. Άρα , λοιπόν, σήμερα είμαστε περισσότερο ελεύθεροι παρά ποτέ δεδομένων των ολοένα αυξανόμενων διαθέσιμων επιλογών μας. Ωστόσο, ενδιαφέρον προκαλεί η αντίφαση πως, αν και με περισσότερες ελευθερίες, ο κόσμος μας αντιμετωπίζει όλο και περισσότερα δεινά, με την οικονομική δυσπραγία να ταλανίζει ολοένα κ μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού, με τον καρκίνο να εμπλουτίζει με ξέφρενους ρυθμούς τη συλλογή των θυμάτων του, με την κατάθλιψη να κρατά περήφανα και σφιχτά τα ηνία στα κρούσματα των ψυχικών διαταραχών και την αυτοκτονία να βρίσκεται ανάμεσα στις 3 πρώτες αιτίες θανάτου παγκοσμίως. Και ίσως το φλέγον ερώτημα που θα έπρεπε να μας απασχολεί να μην είναι το «γιατί» η σημερινή οικονομική, ανθρωπιστική, κοινωνική και πολιτισμική κρίση δημιουργήθηκε, αλλά το «πώς» καταφέρνει να στέκει αμείλικτη και να βαθαίνει μέρα με τη μέρα. Άλλωστε, τις αιτίες της μπορεί ο καθένας να τις φανταστεί και πιθανότατα να τις ανάγει σε εξωτερικούς παράγοντες ( «φταίει η ανεργία, φταίει το κράτος…»), χωρίς φυσικά να μπορεί να τις ανατρέψει, εφόσον αφορούν γεγονότα τα οποία ανήκουν σε χρόνο παρελθοντικό. Πώς όμως καταφέρνει να κατατρύχει το παρόν μας; Μήπως οι επιλογές μας είναι αυτές που τη θρέφουν;
Επιλογή σημαίνει δέσμευση. Κι αυτό γιατί, όταν επιλέγουμε, δεσμευόμαστε εσωτερικά προς το αντικείμενο της επιλογής μας, γεγονός που μας πιέζει να φερόμαστε και να αισθανόμαστε με τρόπους που δικαιώνουν την προηγούμενη απόφαση μας. Ένα απλό αλλά αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αφορά στο αποτέλεσμα μιας μελέτης καναδών ψυχολόγων (Knox & Inkster, 1968), η οποία αποκάλυψε κάτι πολύ ενδιαφέρον για τους στοιχηματοπαιξίες του ιπποδρόμου: αφού στοιχηματίσουν, οι πιθανότητες να νικήσει το δικό τους άλογο αυξάνονται σημαντικά στο μυαλό τους κατά ένα μαγικό τρόπο, ενώ μόλις πριν από το στοίχημα δε νιώθουν καθόλου σίγουροι για τη νίκη. Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί οι άνθρωποι έχουμε την ανάγκη να νιώθουμε συνεπείς με αυτό που έχουμε αποφασίσει κι έτσι απλώς πείθουμε τον εαυτό μας ότι έχουμε κάνει τη σωστή επιλογή, κάτι που αναμφίβολα μας κάνει να αισθανόμαστε ανακούφιση. Εν ολίγοις δηλαδή φροντίζουμε, ώστε να υπάρχει αρμονία ανάμεσα στις σκέψεις , τις πεποιθήσεις και τις επιλογές μας, με σκοπό να αποφύγουμε το άγχος ή τη σύγχυση που θα προκαλούσε μια πιθανή ενδοψυχική σύγκρουση. Ο δυτικός πολιτισμός, άλλωστε, επικροτεί τον υψηλό βαθμό συνέπειας, θεωρώντας τον ένδειξη προσωπικής και διανοητικής δύναμης. Και αναρωτιέμαι… Πόσο συχνά η παγίδα της συνέπειας που κρύβει η εκάστοτε επιλογή μας μπορεί να μας κάνει να ενεργήσουμε με τρόπους , οι οποίοι στην πραγματικότητα αντιτίθενται στα καλώς εννοούμενα συμφέροντα μας;
Ίσως περισσότερο συχνά απ’ όσο μπορούμε ή θέλουμε να φανταστούμε. Πόσο μάλλον όταν η συνέπεια αυτή μετατρέπεται σε μια αυτοματοποιημένη αντίδραση: δε χρειάζεται να σκεφτώ τα υπέρ και τα κατά της απόφασης μου, απλώς την υποστηρίζω μέσα από τις σκέψεις μου, το συναίσθημα και τις πράξεις μου. Έτσι, βρίσκω τον τέλειο τρόπο να αποφύγω αφενός την κούραση της συνεχούς σκέψης και αφετέρου τη συνειδητοποίηση πραγμάτων που θα με ενοχλούσαν, με αποτέλεσμα η συνέπεια να μετατρέπεται σε ένα θηρίο ανίκητο απέναντι σε κάθε μάχη που δίνει η λογική. Δεν είναι σαφώς προτιμότερο από την ανησυχία και το άγχος της επίπονης και συνάμα χρονοβόρας διαδικασίας αναζήτησης λύσης στο πρόβλημα ή παραδοχής ενός πιθανού σφάλματος; Και ποια είναι η δύναμη που γεννά τη συνέπεια;
Μα βέβαια η δέσμευση, σύμφωνα με τους κοινωνικούς ψυχολόγους. Μια δύναμη που μπορεί να γίνει τρομακτικά ισχυρή, αφού, ενεργοποιώντας τη συνέπεια, μπορεί να νικήσει ακόμα και τη λογική. Η δέσμευση, όμως, ενέχει ευθύνη. Ευθύνη όχι μόνο προς τον εαυτό μας αλλά και προς ανθρώπους του περιβάλλοντος μας. Αναπόφευκτα, όταν μια απόφαση μας πάρει σάρκα και οστά επηρεάζει όχι μόνο τις δικές μας επόμενες επιλογές και συμπεριφορές, αλλά και των ανθρώπων που μας περιβάλλουν, εφόσον η κοινωνική αλληλεπίδραση αποτελεί ζωτικό συστατικό της καθημερινότητας. Αυτό βέβαια σημαίνει ότι και οι δικές μας επιλογές μπορεί να επηρεάζονται από επιλογές τρίτων. Είναι άραγε οι επιλογές μας αποκλειστικά δικές μας; Με ποιά κριτήρια επιλέγουμε;
Περισσότερες δυνατές επιλογές, περισσότερες δυνατές εσωτερικές δεσμεύσεις. Και η εσωτερική δέσμευση αναμφίβολα αντιστρατεύεται την ψυχική ελευθερία. Ακόμα κι όταν δεν προχωρήσω στην υλοποίηση μιας επιλογής, η ύπαρξη της δυνατότητας της κρατά δέσμια τη σκέψη μου, εντείνει την αναποφασιστικότητα και αφαιρεί τη συγκέντρωση μου στο παρόν. Αυτή η έλλειψη της συγκέντρωσης στο «τώρα» αποτελεί και τη νεύρωση της εποχής μας: ο σύγχρονος δυτικός άνθρωπος ζει από τη μια στη σκιά του παρελθόντος του, με την αναπόληση ή την προσπάθεια διαφυγής από αυτό, κι από την άλλη στο μέλλον, είτε κάνοντας όνειρα είτε πλημμυρίζοντας από ανησυχία και φόβο για αυτά που πρόκειται να του συμβούν. Οι ξέφρενοι ρυθμοί της ζωής και η ταχύτητα με την οποία τρέχουν οι εξελίξεις κρατούν το νου συνεχώς απασχολημένο, αποπροσανατολισμένο από τις πραγματικές του ανάγκες και συνεπώς αδύναμο να διαχειριστεί την καθημερινότητα του. Πόσο ελεύθερος είναι τελικά;
Το πρόβλημα της σημερινής κοινωνίας είναι ότι παράγει υλισμό την ίδια στιγμή που αδυνατεί να παράγει πολιτισμό. Η ύλη λατρεύεται σα θεός και η αφθονία των αγαθών της, είτε μπορεί κανείς να τα απολαύσει, είτε όχι, συνεπάγεται αυτόματα στέρηση των αισθημάτων εσωτερικής ελευθερίας και ηρεμίας. Στην πρώτη περίπτωση διότι, όπως είπαμε, η επιλογή γεννά τη δέσμευση, ενώ στη δεύτερη περίπτωση η αδυναμία επιλογής δεσμεύει τη σκέψη και απελευθερώνει συναισθήματα λύπης, θυμού και απογοήτευσης προς έναν εαυτό που αδυνατώντας να ανταποκριθεί στο υπερκαταναλωτικό πρότυπο, νιώθει μη αποδεκτός και αποσύρεται κοινωνικά. Πληθώρα εξωτερικών ερεθισμάτων βομβαρδίζουν το μυαλό μας καθημερινά και το καλούν να τα επεξεργαστεί, να κάνει συλλογισμούς, να οδηγηθεί σε συμπεράσματα, να αποφασίσει. Αλήθεια, πόσες φορές μπορεί να μείνει κάποιος ξάγρυπνος στην προσπάθεια του να ολοκληρώσει αυτή τη διαδικασία;
«Το παράδοξο φαινόμενο με τους πιο πολλούς ανθρώπους σήμερα είναι ότι είναι μισοκοιμισμένοι όταν είναι ξύπνιοι και μισοξύπνιοι όταν κοιμούνται ή όταν θέλουν να κοιμηθούν» (Έριχ Φρόμ, Η τέχνη της Αγάπης, 1956). Λίγο παραπάνω από μισό αιώνα μετά, η παραδοχή αυτή υψώνει σθεναρά το ανάστημα της απέναντι σε κάθε απόπειρα αμφισβήτησης, εφόσον η παθολογία της κοινωνίας καθρεφτίζεται πάνω στον ίδιο τον άνθρωπο αλλά και τρέφεται από αυτόν. Ποιος είναι αυτός που μπορεί να σπάσει το φαύλο κύκλο και πόσο εύκολο είναι να επιτευχθεί;
Ερωτήματα πολλά, που αποτελούν τροφή για σκέψη κ μας θέτουν προ των ευθυνών μας. Ευθύνη ατομική αλλά και συλλογική, η συνειδητοποίηση της οποίας αποτελεί το πρώτο βήμα στην ενεργοποίηση του κινήτρου για αλλαγή. Η συνειδητοποίηση ότι οι τόσες επιλογές υπάρχουν για να μας εξυπηρετούν, όταν παραστεί ανάγκη και όχι για να τις εξυπηρετούμε εμείς πάση θυσία, είναι αυτή που θα δώσει την απάντηση στο αν τελικά η ύπαρξη πληθώρας επιλογών συνιστά «σκλαβιά ή ελευθερία». Κι ίσως η σημερινή «κρίση» να μπορεί να ιδωθεί ως μια πραγματική ευκαιρία αποκάλυψης των πραγματικών μας αναγκών, αποτελώντας εκ των πραγμάτων τροχοπέδη στην περαιτέρω δημιουργία και ικανοποίηση πλασματικών αναγκών. Η αλλαγή κατακτάται μέσα από την αυτεπίγνωση και ο δρόμος για την τελευταία είναι δύσκολος και επώδυνος, αλλά ίσως ο μόνος που μπορεί να επαναφέρει τις ισορροπίες και να ορίσει και πάλι τον άνθρωπο κυρίαρχο του εαυτού του.
Με μια πρώτη ματιά στον 21ο αιώνα θα μπορούσε κανείς να πει, πως η ραγδαία εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας έχει εισάγει τον σύγχρονο άνθρωπο στην «επανάσταση» της νέας εποχής. Μιας εποχής που με μια απλή, καθημερινή ένεση εισάγει στις ζωές μας μια σωρεία επιλογών: μπορώ να πάω στη δουλειά μου με το αμάξι, το μηχανάκι ή το μετρό, μπορώ να κάνω χρήση του gps ή του υπερσύγχρονου κινητού τηλεφώνου μου κατά τη διαδρομή, μπορώ να απολαύσω οποιαδήποτε στιγμή τις απεριόριστες δυνατότητες του διαδικτύου, μπορώ να επιλέξω ελεύθερα τον αριθμό ή και το φύλο των σεξουαλικών μου συντρόφων, μπορώ να επιλέξω ανάμεσα στα μαύρα, τα καφέ ή τα κόκκινα παπούτσια, μπορώ να περάσω το απόγευμα μου με τους πραγματικούς φίλους μου ή τους διαδικτυακούς φίλους μου ή τον σύντροφο ή ακόμα κυνηγώντας pokemon. Επιλογές όχι μόνο αποδεκτές αλλά και επιδοκιμαστέες. Και το καλύτερο; Η ένεση είναι εντελώς ανώδυνη, ακίνδυνη και «ελεγχόμενου» κόστους. Αξιοζήλευτο, έτσι;
«Ναι» θα απαντούσαν πολλοί, εφόσον η επιλογή προϋποθέτει ελευθερία και η ελευθερία συνεπάγεται επιλογή. Άρα , λοιπόν, σήμερα είμαστε περισσότερο ελεύθεροι παρά ποτέ δεδομένων των ολοένα αυξανόμενων διαθέσιμων επιλογών μας. Ωστόσο, ενδιαφέρον προκαλεί η αντίφαση πως, αν και με περισσότερες ελευθερίες, ο κόσμος μας αντιμετωπίζει όλο και περισσότερα δεινά, με την οικονομική δυσπραγία να ταλανίζει ολοένα κ μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού, με τον καρκίνο να εμπλουτίζει με ξέφρενους ρυθμούς τη συλλογή των θυμάτων του, με την κατάθλιψη να κρατά περήφανα και σφιχτά τα ηνία στα κρούσματα των ψυχικών διαταραχών και την αυτοκτονία να βρίσκεται ανάμεσα στις 3 πρώτες αιτίες θανάτου παγκοσμίως. Και ίσως το φλέγον ερώτημα που θα έπρεπε να μας απασχολεί να μην είναι το «γιατί» η σημερινή οικονομική, ανθρωπιστική, κοινωνική και πολιτισμική κρίση δημιουργήθηκε, αλλά το «πώς» καταφέρνει να στέκει αμείλικτη και να βαθαίνει μέρα με τη μέρα. Άλλωστε, τις αιτίες της μπορεί ο καθένας να τις φανταστεί και πιθανότατα να τις ανάγει σε εξωτερικούς παράγοντες ( «φταίει η ανεργία, φταίει το κράτος…»), χωρίς φυσικά να μπορεί να τις ανατρέψει, εφόσον αφορούν γεγονότα τα οποία ανήκουν σε χρόνο παρελθοντικό. Πώς όμως καταφέρνει να κατατρύχει το παρόν μας; Μήπως οι επιλογές μας είναι αυτές που τη θρέφουν;
Επιλογή σημαίνει δέσμευση. Κι αυτό γιατί, όταν επιλέγουμε, δεσμευόμαστε εσωτερικά προς το αντικείμενο της επιλογής μας, γεγονός που μας πιέζει να φερόμαστε και να αισθανόμαστε με τρόπους που δικαιώνουν την προηγούμενη απόφαση μας. Ένα απλό αλλά αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αφορά στο αποτέλεσμα μιας μελέτης καναδών ψυχολόγων (Knox & Inkster, 1968), η οποία αποκάλυψε κάτι πολύ ενδιαφέρον για τους στοιχηματοπαιξίες του ιπποδρόμου: αφού στοιχηματίσουν, οι πιθανότητες να νικήσει το δικό τους άλογο αυξάνονται σημαντικά στο μυαλό τους κατά ένα μαγικό τρόπο, ενώ μόλις πριν από το στοίχημα δε νιώθουν καθόλου σίγουροι για τη νίκη. Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί οι άνθρωποι έχουμε την ανάγκη να νιώθουμε συνεπείς με αυτό που έχουμε αποφασίσει κι έτσι απλώς πείθουμε τον εαυτό μας ότι έχουμε κάνει τη σωστή επιλογή, κάτι που αναμφίβολα μας κάνει να αισθανόμαστε ανακούφιση. Εν ολίγοις δηλαδή φροντίζουμε, ώστε να υπάρχει αρμονία ανάμεσα στις σκέψεις , τις πεποιθήσεις και τις επιλογές μας, με σκοπό να αποφύγουμε το άγχος ή τη σύγχυση που θα προκαλούσε μια πιθανή ενδοψυχική σύγκρουση. Ο δυτικός πολιτισμός, άλλωστε, επικροτεί τον υψηλό βαθμό συνέπειας, θεωρώντας τον ένδειξη προσωπικής και διανοητικής δύναμης. Και αναρωτιέμαι… Πόσο συχνά η παγίδα της συνέπειας που κρύβει η εκάστοτε επιλογή μας μπορεί να μας κάνει να ενεργήσουμε με τρόπους , οι οποίοι στην πραγματικότητα αντιτίθενται στα καλώς εννοούμενα συμφέροντα μας;
Ίσως περισσότερο συχνά απ’ όσο μπορούμε ή θέλουμε να φανταστούμε. Πόσο μάλλον όταν η συνέπεια αυτή μετατρέπεται σε μια αυτοματοποιημένη αντίδραση: δε χρειάζεται να σκεφτώ τα υπέρ και τα κατά της απόφασης μου, απλώς την υποστηρίζω μέσα από τις σκέψεις μου, το συναίσθημα και τις πράξεις μου. Έτσι, βρίσκω τον τέλειο τρόπο να αποφύγω αφενός την κούραση της συνεχούς σκέψης και αφετέρου τη συνειδητοποίηση πραγμάτων που θα με ενοχλούσαν, με αποτέλεσμα η συνέπεια να μετατρέπεται σε ένα θηρίο ανίκητο απέναντι σε κάθε μάχη που δίνει η λογική. Δεν είναι σαφώς προτιμότερο από την ανησυχία και το άγχος της επίπονης και συνάμα χρονοβόρας διαδικασίας αναζήτησης λύσης στο πρόβλημα ή παραδοχής ενός πιθανού σφάλματος; Και ποια είναι η δύναμη που γεννά τη συνέπεια;
Μα βέβαια η δέσμευση, σύμφωνα με τους κοινωνικούς ψυχολόγους. Μια δύναμη που μπορεί να γίνει τρομακτικά ισχυρή, αφού, ενεργοποιώντας τη συνέπεια, μπορεί να νικήσει ακόμα και τη λογική. Η δέσμευση, όμως, ενέχει ευθύνη. Ευθύνη όχι μόνο προς τον εαυτό μας αλλά και προς ανθρώπους του περιβάλλοντος μας. Αναπόφευκτα, όταν μια απόφαση μας πάρει σάρκα και οστά επηρεάζει όχι μόνο τις δικές μας επόμενες επιλογές και συμπεριφορές, αλλά και των ανθρώπων που μας περιβάλλουν, εφόσον η κοινωνική αλληλεπίδραση αποτελεί ζωτικό συστατικό της καθημερινότητας. Αυτό βέβαια σημαίνει ότι και οι δικές μας επιλογές μπορεί να επηρεάζονται από επιλογές τρίτων. Είναι άραγε οι επιλογές μας αποκλειστικά δικές μας; Με ποιά κριτήρια επιλέγουμε;
Περισσότερες δυνατές επιλογές, περισσότερες δυνατές εσωτερικές δεσμεύσεις. Και η εσωτερική δέσμευση αναμφίβολα αντιστρατεύεται την ψυχική ελευθερία. Ακόμα κι όταν δεν προχωρήσω στην υλοποίηση μιας επιλογής, η ύπαρξη της δυνατότητας της κρατά δέσμια τη σκέψη μου, εντείνει την αναποφασιστικότητα και αφαιρεί τη συγκέντρωση μου στο παρόν. Αυτή η έλλειψη της συγκέντρωσης στο «τώρα» αποτελεί και τη νεύρωση της εποχής μας: ο σύγχρονος δυτικός άνθρωπος ζει από τη μια στη σκιά του παρελθόντος του, με την αναπόληση ή την προσπάθεια διαφυγής από αυτό, κι από την άλλη στο μέλλον, είτε κάνοντας όνειρα είτε πλημμυρίζοντας από ανησυχία και φόβο για αυτά που πρόκειται να του συμβούν. Οι ξέφρενοι ρυθμοί της ζωής και η ταχύτητα με την οποία τρέχουν οι εξελίξεις κρατούν το νου συνεχώς απασχολημένο, αποπροσανατολισμένο από τις πραγματικές του ανάγκες και συνεπώς αδύναμο να διαχειριστεί την καθημερινότητα του. Πόσο ελεύθερος είναι τελικά;
Το πρόβλημα της σημερινής κοινωνίας είναι ότι παράγει υλισμό την ίδια στιγμή που αδυνατεί να παράγει πολιτισμό. Η ύλη λατρεύεται σα θεός και η αφθονία των αγαθών της, είτε μπορεί κανείς να τα απολαύσει, είτε όχι, συνεπάγεται αυτόματα στέρηση των αισθημάτων εσωτερικής ελευθερίας και ηρεμίας. Στην πρώτη περίπτωση διότι, όπως είπαμε, η επιλογή γεννά τη δέσμευση, ενώ στη δεύτερη περίπτωση η αδυναμία επιλογής δεσμεύει τη σκέψη και απελευθερώνει συναισθήματα λύπης, θυμού και απογοήτευσης προς έναν εαυτό που αδυνατώντας να ανταποκριθεί στο υπερκαταναλωτικό πρότυπο, νιώθει μη αποδεκτός και αποσύρεται κοινωνικά. Πληθώρα εξωτερικών ερεθισμάτων βομβαρδίζουν το μυαλό μας καθημερινά και το καλούν να τα επεξεργαστεί, να κάνει συλλογισμούς, να οδηγηθεί σε συμπεράσματα, να αποφασίσει. Αλήθεια, πόσες φορές μπορεί να μείνει κάποιος ξάγρυπνος στην προσπάθεια του να ολοκληρώσει αυτή τη διαδικασία;
«Το παράδοξο φαινόμενο με τους πιο πολλούς ανθρώπους σήμερα είναι ότι είναι μισοκοιμισμένοι όταν είναι ξύπνιοι και μισοξύπνιοι όταν κοιμούνται ή όταν θέλουν να κοιμηθούν» (Έριχ Φρόμ, Η τέχνη της Αγάπης, 1956). Λίγο παραπάνω από μισό αιώνα μετά, η παραδοχή αυτή υψώνει σθεναρά το ανάστημα της απέναντι σε κάθε απόπειρα αμφισβήτησης, εφόσον η παθολογία της κοινωνίας καθρεφτίζεται πάνω στον ίδιο τον άνθρωπο αλλά και τρέφεται από αυτόν. Ποιος είναι αυτός που μπορεί να σπάσει το φαύλο κύκλο και πόσο εύκολο είναι να επιτευχθεί;
Ερωτήματα πολλά, που αποτελούν τροφή για σκέψη κ μας θέτουν προ των ευθυνών μας. Ευθύνη ατομική αλλά και συλλογική, η συνειδητοποίηση της οποίας αποτελεί το πρώτο βήμα στην ενεργοποίηση του κινήτρου για αλλαγή. Η συνειδητοποίηση ότι οι τόσες επιλογές υπάρχουν για να μας εξυπηρετούν, όταν παραστεί ανάγκη και όχι για να τις εξυπηρετούμε εμείς πάση θυσία, είναι αυτή που θα δώσει την απάντηση στο αν τελικά η ύπαρξη πληθώρας επιλογών συνιστά «σκλαβιά ή ελευθερία». Κι ίσως η σημερινή «κρίση» να μπορεί να ιδωθεί ως μια πραγματική ευκαιρία αποκάλυψης των πραγματικών μας αναγκών, αποτελώντας εκ των πραγμάτων τροχοπέδη στην περαιτέρω δημιουργία και ικανοποίηση πλασματικών αναγκών. Η αλλαγή κατακτάται μέσα από την αυτεπίγνωση και ο δρόμος για την τελευταία είναι δύσκολος και επώδυνος, αλλά ίσως ο μόνος που μπορεί να επαναφέρει τις ισορροπίες και να ορίσει και πάλι τον άνθρωπο κυρίαρχο του εαυτού του.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου