Με ρωτάς τι νιώθω για σένα μα δεν επιτρέπω στην απάντηση να φτερουγίσει προς το μέρος σου. Την κλείνω ερμητικά μες στην αγκαλιά μου την ίδια στιγμή που επιλέγει να με προδώσει τόσο κατάφωρα η αγαπημένη μου σύμμαχος, η σιωπή. Άλλωστε τα πιο φλογισμένα συναισθήματά μου για σένα συνοδεύονταν πάντα από μια υπόκωφη σιωπή. Και καμία λέξη δεν μπόρεσε ποτέ να σε συγκλονίσει τόσο δυνατά όσο το κλειδωμένο μου στόμα που αγαπάς.
Και η σιωπή μου σου καταμαρτυράει…
Αν ποτέ σε χάσω, θα γίνω ένα ξεθωριασμένο, ξεπλυμένο χρώμα στο γκρίζο φόντο της ζωής. Ένα χρώμα που θα θυμίζει παλιές, στιλβωμένες εποχές που έχασαν την λάμψη τους στο πρώτο φύσημα του χρόνου… ένα χρώμα μετέωρο κι ορφανό από τον ορίζοντα που το αγκάλιαζε μέχρι τώρα.
Ο κήπος της καρδιάς μου, στον οποίο φύτευες ενδελεχώς ερωτικές συγκινήσεις με ρίζες βαθιές και πότιζες το διψασμένο χώμα με την βροχή του έρωτά σου, θα βλαστήσει ζιζάνια αν μια μέρα εξαφανιστείς. Θα ανέβουν ίσαμε το λαιμό μου να με πνίξουν στην μουντή τους, αγέλαστη θαλπωρή.
Και το γέλιο σου, που με συντρόφευε όλα αυτά τα βράδια τα αξημέρωτα, θα ναυαγήσει στα βαθιά νερά της ευτυχίας. Θα κοιμηθεί στον υγρό τάφο της λήθης σαν κοχύλι που κάποτε φιλοξενούσε τον αχό του γέλιου μου που εναρμονιζόταν με το δικό σου.
Αν ποτέ μου φύγεις, τουλάχιστον κρέμασε ένα «αντίο» στο λαιμό μου με ένα τελευταίο φιλί κι ύστερα κάλυψέ μου τα μάτια με το εβένινο ύφασμα του αποχωρισμού. Κάλυψέ μου τα, να μην σε δω να φεύγεις, να μην με αγκυλώσει το τελευταίο βλέμμα σου και τρέξουν ρανίδες απωθημένου έρωτα από την πληγή…
Με ρωτάς τι νιώθω για σένα. Κι όμως ξέρεις, πάντα ήξερες… Πριν ακόμα μάθω εγώ…
Και η σιωπή μου σου καταμαρτυράει…
Αν ποτέ σε χάσω, θα γίνω ένα ξεθωριασμένο, ξεπλυμένο χρώμα στο γκρίζο φόντο της ζωής. Ένα χρώμα που θα θυμίζει παλιές, στιλβωμένες εποχές που έχασαν την λάμψη τους στο πρώτο φύσημα του χρόνου… ένα χρώμα μετέωρο κι ορφανό από τον ορίζοντα που το αγκάλιαζε μέχρι τώρα.
Ο κήπος της καρδιάς μου, στον οποίο φύτευες ενδελεχώς ερωτικές συγκινήσεις με ρίζες βαθιές και πότιζες το διψασμένο χώμα με την βροχή του έρωτά σου, θα βλαστήσει ζιζάνια αν μια μέρα εξαφανιστείς. Θα ανέβουν ίσαμε το λαιμό μου να με πνίξουν στην μουντή τους, αγέλαστη θαλπωρή.
Και το γέλιο σου, που με συντρόφευε όλα αυτά τα βράδια τα αξημέρωτα, θα ναυαγήσει στα βαθιά νερά της ευτυχίας. Θα κοιμηθεί στον υγρό τάφο της λήθης σαν κοχύλι που κάποτε φιλοξενούσε τον αχό του γέλιου μου που εναρμονιζόταν με το δικό σου.
Αν ποτέ μου φύγεις, τουλάχιστον κρέμασε ένα «αντίο» στο λαιμό μου με ένα τελευταίο φιλί κι ύστερα κάλυψέ μου τα μάτια με το εβένινο ύφασμα του αποχωρισμού. Κάλυψέ μου τα, να μην σε δω να φεύγεις, να μην με αγκυλώσει το τελευταίο βλέμμα σου και τρέξουν ρανίδες απωθημένου έρωτα από την πληγή…
Με ρωτάς τι νιώθω για σένα. Κι όμως ξέρεις, πάντα ήξερες… Πριν ακόμα μάθω εγώ…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου