Από τη μέρα που θυμόμαστε ότι ξεκινήσαμε να υπάρχουμε, περισυλλέγουμε γεγονότα, πεπραγμένα, ερεθίσματα και τα στήνουμε στον τοίχο του μυαλού μας, προσπαθώντας να εντοπίσουμε τη θέση μας σε σχέση με την πραγματικότητα.
Υπάρχει μία πραγματικότητα, μέσα στην οποία αυτοπροσδιοριζόμαστε ή ο καθένας φτιάχνει τη δική του;
Πόσοι αντιλαμβάνονται τη “Σχετικότητα της Πραγματικότητας” και αντιμετωπίζουν την ύπαρξή τους σαν ένα λευκό καμβά, στον οποίο καθημερινά προσθέτουν πινελιές και χρώματα, δίνοντας την ένταση και το ύφος που εκείνοι προσωπικά επιλέγουν;
Ο καθένας από εμάς, ζωγραφίζει τον δικό του πίνακα, σύμφωνα με την αντίληψη που έχει για τη τέχνη του, δηλαδή για τη ζωή του.
Ο πίνακας αυτός, αντικατοπτρίζει την ιδέα που έχουμε για τη πραγματικότητα, η οποία πολύ συχνά απέχει από τη πραγματικότητα των υπολοίπων, καθώς διαπλάθεται -και πολλές φορές διαστρεβλώνεται- από τις προκαταλήψεις μας, με αποτέλεσμα να μην ανταποκρίνεται, ακριβώς, στα γεγονότα.
Ουσιαστικά, δε ζούμε στην πραγματικότητα όπως είναι, αλλά στη φιλτραρισμένη και ειδικά επεξεργασμένη εικόνα που έχουμε εμείς για αυτή.
Δεχόμαστε τα εξωτερικά ερεθίσματα με έναν απόλυτα μοναδικό τρόπο, κατευθυνόμενο από ένα προσωπικό μοντέλο συμπεριφοράς, το οποίο επιτρέπει στον καθένα μας να βρεθεί στο σημείο, όπου θα απομονωθεί από αυτό που δεν έχει συμβεί ή στο περιθώριο αυτού που τώρα συμβαίνει και για το οποίο δεν έχει, ακόμα, ενημερωθεί.
Έτσι, οι αισθήσεις του μεταδίδουν διάφορες πληροφορίες και αντιλαμβάνεται τι είναι αυτό που τις ερεθίζει.
Η αναπόφευκτη δημιουργία συναισθημάτων ασκούν τη πίεση να δράσουμε. Το σημείο αυτό είναι κομβικό: Είτε τρομάζουμε από αυτά και επιλέγουμε να αποσυρθούμε και να προβάλουμε μια εναλλακτική πραγματικότητα, είτε ενεργοποιούμαστε και δημιουργούμε μια ειδική σχέση με το εξωτερικό ερέθισμα. Η ειδική αυτή σχέση μεταφράζεται σε εκτενή συναίσθηση και ενεργή διάδραση.
Παράδειγμα: Επικρατεί αιώνες η -προσωπικά απαράδεκτη- άποψη, πως αν σε μια σχέση -συνήθως ερωτικής φύσεως- δεν υπάρχει το στοιχείο της ζήλιας, ελλοχεύει ο κίνδυνος της αδιαφορίας και έλλειψης ενδιαφέροντος.
Ανάμεσα, λοιπόν, σε ένα ζεύγος ανθρώπων, ας τους ονομάσουμε Α κ Β, μπορούμε να δούμε πόσο διαφορετικά καταγράφεται στο μυαλό τους η πραγματικότητα που βιώνουν, παρόλο που τα γεγονότα και για τους δύο είναι τα ίδια.
Η εκδήλωση ή η μη εκδήλωση ζήλιας, θα αποτελέσει σημείο τριβής και αιτία διαστρέβλωσης συναισθημάτων. Ο βαθμός διάστασης, όσον αφορά την αντίληψη προς τα θέμα αυτό, εξαρτάται από το κατά πόσο εκπέμπουν σε ίδιο ή διαφορετικό μήκος κύματος.
Καθαρά υποκειμενικά, λοιπόν, ο Α που επιζητεί τη ζήλια, θα χαρακτηρίσει αδιάφορο τον Β εάν δε του εκδηλώσει σημάδια αυτής και θα χαρτογραφηθεί, στον εσωτερικό του κόσμο ως απώλεια ενδιαφέροντος.
Αντίστοιχα, εάν ο Β αποφεύγει και κατακρίνει την ύπαρξη ζήλιας σε μία σχέση, θα θεωρήσει ευτελή την προσκόλληση-ανάγκη του Α σε αυτή και θα καταγραφούν εκ διαμέτρου αντίθετες πληροφορίες στο μυαλό του.
Μέσα από αυτό το απλοϊκό παράδειγμα, διαπιστώνουμε την ύπαρξη δύο πραγματικοτήτων, οι οποίες δεν έχουν να κάνουν τόσο με το εκάστοτε γεγονός που θα προκαλέσει κάποια αντίδραση, όσο με τις πεποιθήσεις μας ως προς την αντιμετώπιση/διαχείριση αυτού.
Εάν επιθυμούμε να δούμε την ευρύτερη εικόνα του έργου μας πάνω στον ατέρμονα ημιτελή πίνακα, οφείλουμε να αποδεχτούμε την ύπαρξη διαφορετικών οπτικών γωνιών, ώστε το αισθητικό μας πεδίο να συμπεριλάβει περισσότερες εικόνες και να συλλάβει πληροφορίες, που θα μας επιτρέψουν να δουλέψουμε λεπτομερώς πάνω σε αυτό, χωρίς να ξεχνάμε πως θα συναντήσουμε τόσο κοινά όσο και αντίθετα ρεύματα έκφρασης της τέχνης, που τόσο σχετικά και άτυπα ονομάζουμε “Πραγματικότητα”.
Υπάρχει μία πραγματικότητα, μέσα στην οποία αυτοπροσδιοριζόμαστε ή ο καθένας φτιάχνει τη δική του;
Πόσοι αντιλαμβάνονται τη “Σχετικότητα της Πραγματικότητας” και αντιμετωπίζουν την ύπαρξή τους σαν ένα λευκό καμβά, στον οποίο καθημερινά προσθέτουν πινελιές και χρώματα, δίνοντας την ένταση και το ύφος που εκείνοι προσωπικά επιλέγουν;
Ο καθένας από εμάς, ζωγραφίζει τον δικό του πίνακα, σύμφωνα με την αντίληψη που έχει για τη τέχνη του, δηλαδή για τη ζωή του.
Ο πίνακας αυτός, αντικατοπτρίζει την ιδέα που έχουμε για τη πραγματικότητα, η οποία πολύ συχνά απέχει από τη πραγματικότητα των υπολοίπων, καθώς διαπλάθεται -και πολλές φορές διαστρεβλώνεται- από τις προκαταλήψεις μας, με αποτέλεσμα να μην ανταποκρίνεται, ακριβώς, στα γεγονότα.
Ουσιαστικά, δε ζούμε στην πραγματικότητα όπως είναι, αλλά στη φιλτραρισμένη και ειδικά επεξεργασμένη εικόνα που έχουμε εμείς για αυτή.
Δεχόμαστε τα εξωτερικά ερεθίσματα με έναν απόλυτα μοναδικό τρόπο, κατευθυνόμενο από ένα προσωπικό μοντέλο συμπεριφοράς, το οποίο επιτρέπει στον καθένα μας να βρεθεί στο σημείο, όπου θα απομονωθεί από αυτό που δεν έχει συμβεί ή στο περιθώριο αυτού που τώρα συμβαίνει και για το οποίο δεν έχει, ακόμα, ενημερωθεί.
Έτσι, οι αισθήσεις του μεταδίδουν διάφορες πληροφορίες και αντιλαμβάνεται τι είναι αυτό που τις ερεθίζει.
Η αναπόφευκτη δημιουργία συναισθημάτων ασκούν τη πίεση να δράσουμε. Το σημείο αυτό είναι κομβικό: Είτε τρομάζουμε από αυτά και επιλέγουμε να αποσυρθούμε και να προβάλουμε μια εναλλακτική πραγματικότητα, είτε ενεργοποιούμαστε και δημιουργούμε μια ειδική σχέση με το εξωτερικό ερέθισμα. Η ειδική αυτή σχέση μεταφράζεται σε εκτενή συναίσθηση και ενεργή διάδραση.
Παράδειγμα: Επικρατεί αιώνες η -προσωπικά απαράδεκτη- άποψη, πως αν σε μια σχέση -συνήθως ερωτικής φύσεως- δεν υπάρχει το στοιχείο της ζήλιας, ελλοχεύει ο κίνδυνος της αδιαφορίας και έλλειψης ενδιαφέροντος.
Ανάμεσα, λοιπόν, σε ένα ζεύγος ανθρώπων, ας τους ονομάσουμε Α κ Β, μπορούμε να δούμε πόσο διαφορετικά καταγράφεται στο μυαλό τους η πραγματικότητα που βιώνουν, παρόλο που τα γεγονότα και για τους δύο είναι τα ίδια.
Η εκδήλωση ή η μη εκδήλωση ζήλιας, θα αποτελέσει σημείο τριβής και αιτία διαστρέβλωσης συναισθημάτων. Ο βαθμός διάστασης, όσον αφορά την αντίληψη προς τα θέμα αυτό, εξαρτάται από το κατά πόσο εκπέμπουν σε ίδιο ή διαφορετικό μήκος κύματος.
Καθαρά υποκειμενικά, λοιπόν, ο Α που επιζητεί τη ζήλια, θα χαρακτηρίσει αδιάφορο τον Β εάν δε του εκδηλώσει σημάδια αυτής και θα χαρτογραφηθεί, στον εσωτερικό του κόσμο ως απώλεια ενδιαφέροντος.
Αντίστοιχα, εάν ο Β αποφεύγει και κατακρίνει την ύπαρξη ζήλιας σε μία σχέση, θα θεωρήσει ευτελή την προσκόλληση-ανάγκη του Α σε αυτή και θα καταγραφούν εκ διαμέτρου αντίθετες πληροφορίες στο μυαλό του.
Μέσα από αυτό το απλοϊκό παράδειγμα, διαπιστώνουμε την ύπαρξη δύο πραγματικοτήτων, οι οποίες δεν έχουν να κάνουν τόσο με το εκάστοτε γεγονός που θα προκαλέσει κάποια αντίδραση, όσο με τις πεποιθήσεις μας ως προς την αντιμετώπιση/διαχείριση αυτού.
Εάν επιθυμούμε να δούμε την ευρύτερη εικόνα του έργου μας πάνω στον ατέρμονα ημιτελή πίνακα, οφείλουμε να αποδεχτούμε την ύπαρξη διαφορετικών οπτικών γωνιών, ώστε το αισθητικό μας πεδίο να συμπεριλάβει περισσότερες εικόνες και να συλλάβει πληροφορίες, που θα μας επιτρέψουν να δουλέψουμε λεπτομερώς πάνω σε αυτό, χωρίς να ξεχνάμε πως θα συναντήσουμε τόσο κοινά όσο και αντίθετα ρεύματα έκφρασης της τέχνης, που τόσο σχετικά και άτυπα ονομάζουμε “Πραγματικότητα”.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου