Στη Μυθολογία μας η Δανάη ήταν μοναχοκόρη του Ακρισίου, βασιλιά του Άργους, και της Ευρυδίκης, κόρης του Λακεδαίμονα.
Ήταν ακόμα και μια από τις πολλές ερωτικές «ατασθαλίες» του Δία, ο οποίος ως χρυσή βροχή, εισχώρησε στη φυλακή της, για να γεννηθεί από την ένωση αυτή ο ημίθεος Περσέας.
Τι όμως οδήγησε τη Δανάη σε εγκλεισμό και απομόνωση;
Ο βασιλιάς Ακρίσιος, ο πατέρας της, είχε λάβει ένα χρησμό, σύμφωνα με τον οποίο θα τον σκότωνε ο εγγονός του.
Πανικόβλητος, κλειδώνει τη Δανάη μαζί με την τροφό της σε μια υπόγεια φυλακή, οι τοίχοι της οποίας είχαν επενδυθεί με μεταλλικές πλάκες.
Τη Δανάη, όμως, βλέποντάς την ο οξυδερκής Δίας στην προσωπική της απομόνωση, την ερωτεύεται.
Μας είναι γνωστή η ικανότητά του στις μεταμορφώσεις.
Ως χρυσή βροχή εισχωρεί από μία χαραμάδα στη φυλακή της.
Έτσι γεννιέται ο Περσέας.
Ο Ακρίσιος πληροφορείται τη γέννηση του εγγονού του από τα κλάματά του.
Ο φόβος πως ο χρησμός θα επιβεβαιωθεί τον οδηγεί πρώτα στο φόνο της τροφού.
Στη συνέχεια, για να μη μιανθεί με τη διπλή παιδοκτονία, κλειδώνει τη Δανάη και τον μικρό Περσέα σε ένα μπαούλο και τους ρίχνει στο έλεος τη θάλασσας.
Το μπαούλο η ελεούσα θάλασσα το ξεβράζει στη Σέριφο, όπου και το μαζεύει ο ψαράς Δίκτυς και το μεταφέρει στον αδελφό του, το βασιλιά Πολυδέκτη.
Μητέρα και γιος σώζονται!
Κατά τον Φερεκύδη, ο Πολυδέκτης τους περιποιούνταν σα να ήταν συγγενείς του.
Όσο ο Περσέας ενηλικιώνεται δίπλα στο Δίκτυ, ο Πολυδέκτης ερωτεύεται την Δανάη, χωρίς όμως ανταπόκριση.
Θεωρώντας τον Περσέα, εμπόδιο, τού αναθέτει το φόνο της θνητής Γοργόνας, Μέδουσας, βέβαιος για την αποτυχία του, άρα για το θάνατό του.
Ο Περσέας όμως με τη βοήθεια των θεών γυρίζει θριαμβευτής, με το κεφάλι της Μέδουσας σ’ ένα σάκο.
Βρίσκει τη μητέρα του ικέτιδα σε ναό, μαζί με τον Δίκτυ, ως καταδιωκόμενους από τον Πολυδέκτη.
Τότε στρέφοντας το κεφάλι της Μέδουσας προς τον Πολυδέκτη, τον μετατρέπει σε πέτρα. Το κεφάλι αυτό, το περίφημο «Γοργόνειο», ακόμη και νεκρό, πέτρωνε όποιον το κοίταζε.
O Περσέας κάνει τον Δίκτυ βασιλιά της Σερίφου και με τη Δανάη και τη γυναίκα του, την Ανδρομέδα, επιστρέφουν στην πατρίδα τους, το Άργος.
Ο Ακρίσιος, έντρομος, εγκαταλείπει την πόλη και μετακινείται στη Λάρισα της Θεσσαλίας.
Μετά από καιρό όμως ο Περσέας πήγε κι αυτός στη Λάρισα, για να συμμετάσχει στους νεκρικούς αθλητικούς αγώνες, που είχε οργανώσει ο βασιλιάς της πόλεως Τευταμίδης στη μνήμη του πατέρα του.
Καθώς ο Περσέας αγωνιζόταν στη δισκοβολία, έριξε, χωρίς να το θέλει, τον δίσκο στο κεφάλι του Ακρισίου, θεατή των αγώνων, και τον σκότωσε.
Ο χρησμός επαληθεύεται, όσο κι αν προσπάθησε ο Ακρίσιος να τον αποτρέψει, όσο μακριά κι αν έστειλε τον κίνδυνο
Η μοίρα τον βρήκε.... Το ενεργούμενό της ήταν αυτός που εξαρχής αναφερόταν στο χρησμό..
Οι χρησμοί δεν λαθεύουν και είναι πιο επίφοβοι, όταν ο χρόνος της πραγμάτωσης των προβλεπομένων δεν προσδιορίζεται....
Κλείνω, με το μοιρολόι της διωγμένης Δανάης, όπως το εμπνεύστηκε ο ποιητής της αρχαιότητας ο Σιμωνίδης ο Κείος (6ος αι.π.Χ.):
«Μέσα στο πλουμιστό πλεούμενο κλεισμένοι
μάνα και γιος.
Λυσσομανούσε ο αγέρας, το πέλαγος τρικυμισμένο-
Ράγισε ο τρόμος της Δανάης την ψυχή,
καυτά κύλησαν τα δάκρυα στα μάγουλά της.
Πήρε στην αγκαλιά της τον Περσέα
και του ψιθύρισε στ᾽ αυτί.
Μικρό μου αγόρι,
τι συμφορά με έχει βρει.
Γαληνεμένο κοιμάσαι,
απόκαμε η τρυφερή καρδούλα σου,
κι έχεις πλαγιάσει σ᾽ αυτήν την άβολη βαρκούλα,1
που είναι στεριωμένη με χάλκινα καρφιά
και λαμπυρίζει μέσα στη μαυρίλα της ζοφερής ετούτης νύχτας.
Μέσα στον αλικοπόρφυρο μανδύα τυλιγμένο
αφήνεις μόνο το γλυκό σου προσωπάκι να φανεί.
Δεν νοιάζεσαι για της αλμύρας τον αφρό
που πάνω από το κεφάλι σου παφλάζει.
Ούτε για τα ουρλιαχτά του ανέμου.
Αν ήξερες φόβος τι σημαίνει,
θα τέντωνες στο θρήνο το τρυφερό σου αυτί.
Μωρό μου, κοιμήσου σε παρακαλώ, κοιμήσου,
να κοιμηθεί κι η θάλασσα,
να κοιμηθεί και το κακό που μας κυνηγά.
Δία μου, θα αλλάξεις γνώμη;
Αν είναι τολμηρή,
αν είναι άδικη η προσευχή μου,
συγχώρεσέ με».
Ήταν ακόμα και μια από τις πολλές ερωτικές «ατασθαλίες» του Δία, ο οποίος ως χρυσή βροχή, εισχώρησε στη φυλακή της, για να γεννηθεί από την ένωση αυτή ο ημίθεος Περσέας.
Τι όμως οδήγησε τη Δανάη σε εγκλεισμό και απομόνωση;
Ο βασιλιάς Ακρίσιος, ο πατέρας της, είχε λάβει ένα χρησμό, σύμφωνα με τον οποίο θα τον σκότωνε ο εγγονός του.
Πανικόβλητος, κλειδώνει τη Δανάη μαζί με την τροφό της σε μια υπόγεια φυλακή, οι τοίχοι της οποίας είχαν επενδυθεί με μεταλλικές πλάκες.
Τη Δανάη, όμως, βλέποντάς την ο οξυδερκής Δίας στην προσωπική της απομόνωση, την ερωτεύεται.
Μας είναι γνωστή η ικανότητά του στις μεταμορφώσεις.
Ως χρυσή βροχή εισχωρεί από μία χαραμάδα στη φυλακή της.
Έτσι γεννιέται ο Περσέας.
Ο Ακρίσιος πληροφορείται τη γέννηση του εγγονού του από τα κλάματά του.
Ο φόβος πως ο χρησμός θα επιβεβαιωθεί τον οδηγεί πρώτα στο φόνο της τροφού.
Στη συνέχεια, για να μη μιανθεί με τη διπλή παιδοκτονία, κλειδώνει τη Δανάη και τον μικρό Περσέα σε ένα μπαούλο και τους ρίχνει στο έλεος τη θάλασσας.
Το μπαούλο η ελεούσα θάλασσα το ξεβράζει στη Σέριφο, όπου και το μαζεύει ο ψαράς Δίκτυς και το μεταφέρει στον αδελφό του, το βασιλιά Πολυδέκτη.
Μητέρα και γιος σώζονται!
Κατά τον Φερεκύδη, ο Πολυδέκτης τους περιποιούνταν σα να ήταν συγγενείς του.
Όσο ο Περσέας ενηλικιώνεται δίπλα στο Δίκτυ, ο Πολυδέκτης ερωτεύεται την Δανάη, χωρίς όμως ανταπόκριση.
Θεωρώντας τον Περσέα, εμπόδιο, τού αναθέτει το φόνο της θνητής Γοργόνας, Μέδουσας, βέβαιος για την αποτυχία του, άρα για το θάνατό του.
Ο Περσέας όμως με τη βοήθεια των θεών γυρίζει θριαμβευτής, με το κεφάλι της Μέδουσας σ’ ένα σάκο.
Βρίσκει τη μητέρα του ικέτιδα σε ναό, μαζί με τον Δίκτυ, ως καταδιωκόμενους από τον Πολυδέκτη.
Τότε στρέφοντας το κεφάλι της Μέδουσας προς τον Πολυδέκτη, τον μετατρέπει σε πέτρα. Το κεφάλι αυτό, το περίφημο «Γοργόνειο», ακόμη και νεκρό, πέτρωνε όποιον το κοίταζε.
O Περσέας κάνει τον Δίκτυ βασιλιά της Σερίφου και με τη Δανάη και τη γυναίκα του, την Ανδρομέδα, επιστρέφουν στην πατρίδα τους, το Άργος.
Ο Ακρίσιος, έντρομος, εγκαταλείπει την πόλη και μετακινείται στη Λάρισα της Θεσσαλίας.
Μετά από καιρό όμως ο Περσέας πήγε κι αυτός στη Λάρισα, για να συμμετάσχει στους νεκρικούς αθλητικούς αγώνες, που είχε οργανώσει ο βασιλιάς της πόλεως Τευταμίδης στη μνήμη του πατέρα του.
Καθώς ο Περσέας αγωνιζόταν στη δισκοβολία, έριξε, χωρίς να το θέλει, τον δίσκο στο κεφάλι του Ακρισίου, θεατή των αγώνων, και τον σκότωσε.
Ο χρησμός επαληθεύεται, όσο κι αν προσπάθησε ο Ακρίσιος να τον αποτρέψει, όσο μακριά κι αν έστειλε τον κίνδυνο
Η μοίρα τον βρήκε.... Το ενεργούμενό της ήταν αυτός που εξαρχής αναφερόταν στο χρησμό..
Οι χρησμοί δεν λαθεύουν και είναι πιο επίφοβοι, όταν ο χρόνος της πραγμάτωσης των προβλεπομένων δεν προσδιορίζεται....
Κλείνω, με το μοιρολόι της διωγμένης Δανάης, όπως το εμπνεύστηκε ο ποιητής της αρχαιότητας ο Σιμωνίδης ο Κείος (6ος αι.π.Χ.):
«Μέσα στο πλουμιστό πλεούμενο κλεισμένοι
μάνα και γιος.
Λυσσομανούσε ο αγέρας, το πέλαγος τρικυμισμένο-
Ράγισε ο τρόμος της Δανάης την ψυχή,
καυτά κύλησαν τα δάκρυα στα μάγουλά της.
Πήρε στην αγκαλιά της τον Περσέα
και του ψιθύρισε στ᾽ αυτί.
Μικρό μου αγόρι,
τι συμφορά με έχει βρει.
Γαληνεμένο κοιμάσαι,
απόκαμε η τρυφερή καρδούλα σου,
κι έχεις πλαγιάσει σ᾽ αυτήν την άβολη βαρκούλα,1
που είναι στεριωμένη με χάλκινα καρφιά
και λαμπυρίζει μέσα στη μαυρίλα της ζοφερής ετούτης νύχτας.
Μέσα στον αλικοπόρφυρο μανδύα τυλιγμένο
αφήνεις μόνο το γλυκό σου προσωπάκι να φανεί.
Δεν νοιάζεσαι για της αλμύρας τον αφρό
που πάνω από το κεφάλι σου παφλάζει.
Ούτε για τα ουρλιαχτά του ανέμου.
Αν ήξερες φόβος τι σημαίνει,
θα τέντωνες στο θρήνο το τρυφερό σου αυτί.
Μωρό μου, κοιμήσου σε παρακαλώ, κοιμήσου,
να κοιμηθεί κι η θάλασσα,
να κοιμηθεί και το κακό που μας κυνηγά.
Δία μου, θα αλλάξεις γνώμη;
Αν είναι τολμηρή,
αν είναι άδικη η προσευχή μου,
συγχώρεσέ με».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου