Άνθρωπος του Πνεύματος και Ανδρείος Πολεμιστής
Ο Αισχύλος, ένας εκ των σημαντικότερων δραματικών ποιητών της αρχαιότητας, θεωρείται ως ο μεγαλύτερος από όλους τους ομότεχνους του, εξ ου και ο χαρακτηρισμός του ως «Πατέρας της Τραγωδίας».
Γεννήθηκε το 525 π.Χ. στην Ελευσίνα, όπου υπήρξε αρχαίο κέντρο των Μυστηρίων, και πέθανε στη Γέλα της Σικελίας το 455 π.Χ. Ήταν γόνος του ευγενούς γαιοκτήμονα Ευφορίωνα, του γένους των Κοδριδών, ο οποίος κατάγονταν από εξέχουσα γενιά ευπατρίδων. Η δράση του, εκτός της ποίησης και του αρχαίου δράματος, είχε επεκταθεί ακόμη στην αρχιτεκτονική, την σκηνοθεσία και την μουσική. Η ευγενική του καταγωγή και η αριστοκρατική του ανατροφή, η δημοκρατική ελευθερία, το θρησκευτικό – μυστικιστικό περιβάλλον της Ελευσίνας και οι μεγάλοι εθνικοί αγώνες των Ελλήνων εναντίον των βαρβάρων, συνετέλεσαν ώστε να διαπλαστεί ο ευσεβής και γενναίος χαρακτήρας του και το υψηλό φρόνημα που τον διέκρινε.
Στα εφηβικά του χρόνια στάθηκε μάρτυρας της πτώσης της τυραννίας και σε όλη του τη ζωή παρακολούθησε την ανάπτυξη της δημοκρατίας. Πέρα από μεγάλος δραματουργός, ποιητής, καινοτόμος φιλόσοφος και μια από τις σπουδαιότερες πνευματικές μορφές των αιώνων, υπήρξε και μεγάλος μαχητής, καθώς ως Αθηναίος πολίτης έλαβε μέρος στους Μηδικούς Πολέμους μαζί με τους αδερφούς του, Κυναίγειρο και Αμεινία. Με προθυμία και αξεπέραστο θάρρος συμμετείχε στους αγώνες κατά των Περσών, όπου στη μάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ. μεταφέρθηκε λιπόθυμος από τη μάχη, μετρώντας πολλαπλά τραύματα, ενώ συμμετείχε ακόμη στη μάχη της Σαλαμίνας και των Πλαταιών. Ωστόσο, αξιομνημόνευτη παραμένει η στρατιωτική ικανότητα και πολεμική ανδρεία των αδελφών του. Ο Κυναίγειρος, συγκεκριμένα, προκάλεσε τον θαυμασμό όλων, καθώς μετά την πρώτη φάση της μάχης του Μαραθώνα, όταν οι Πέρσες τράπηκαν σε φυγή και κατευθύνονταν στα πλοία τους, θυσιάστηκε πάνω στο πάθος του, προσπαθώντας να κρατήσει ένα περσικό πλοίο με τα χέρια του. Όταν ένας Πέρσης του έκοψε τα χέρια εκείνος προσπάθησε να το κρατήσει με τα δόντια του και τότε τον αποκεφάλισαν, πράξη η οποία οδήγησε τους Αθηναίους στο να τον ανακηρύξουν Ήρωα. Όσον αφορά στον αδερφό του Αμεινία, θεωρήθηκε ο γενναιότερος πολεμιστής στην ναυμαχία της Σαλαμίνας, καθώς εμβόλισε την περσική ναυαρχίδα και σκότωσε τον Πέρση ναύαρχο.
Οι Αθηναίοι τίμησαν τον Αισχύλο, όπου με την ψήφιση νόμου επιτρεπόταν όποιος ήθελε να συμμετάσχει στον διαγωνισμό με έργα του, με αποτέλεσμα να κερδίζει βραβεία ακόμα και μετά θάνατον, εξασφαλίζοντας έτσι την υστεροφημία του μεγάλου δραματικού ποιητή. Έναν αιώνα αργότερα, στο θέατρο του Διονύσου, στήθηκε χάλκινο άγαλμα του ποιητή, δηλώνοντας την αναγνώριση, την εκτίμηση και τον σεβασμό που έτρεφαν και οι μεταγενέστεροι στο πρόσωπό του.
Η συμμετοχή του στους Περσικούς πολέμους, απηχείται εντόνως στο θεατρικό και ποιητικό στίβο, εστιάζοντας σε αυτή την ιστορική στιγμή της «πόλεως» και ερμηνεύοντας την ιδεολογικά, πολιτικά και φιλοσοφικά. Στο έργο του συμπυκνώνεται η έννοια του δικαίου, καθώς και η πατριωτική συνείδηση του ποιητή ως μαχόμενου πολίτη. Είχε την τύχη να ζήσει σε μια περίοδο που στην Αττική συνέβησαν πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα εξαιρετικής σημασίας. Η δημοκρατική μεταρρύθμιση του Κλεισθένη και αργότερα η μεταρρύθμιση του Εφιάλτη, μέντορα του Περικλή, προσδιόρισαν την ιδεολογία και τα χαρακτηριστικά της δημοκρατίας, κάτι που διαμόρφωσε την αττική τραγωδία, μέσω της οποίας εκφράζονταν οι προβληματισμοί της κοινωνίας που βίωνε την αλλαγή. Από την άλλη, σε στρατιωτικό επίπεδο οι Μηδικοί Πόλεμοι στους οποίους συμμετείχε και οι ηρωικές νίκες των ενωμένων Ελλήνων, δημιούργησαν στον Αισχύλο ένα αίσθημα εθνικής υπερηφάνειας, καθώς επίσης καθιέρωσαν την Αθηναϊκή ηγεμονία. Έτσι λοιπόν, ο μεγάλος αυτός τραγωδός, εξοπλισμένος με πνεύμα και μόρφωση, εμπειρίες και σθένος, όντας τέκνο της εποχής του, άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του στην ιστορία, διαμορφώνοντας την τραγωδία με τις προοδευτικές του καινοτομίες και το μυστηριακό του γνωστικό υπόβαθρο.
Επιπλέον, οι σημαντικές αλλαγές στην Αθήνα και οι εμπειρίες του από την απρόβλεπτη νίκη κατά των Περσών οδήγησαν σε ταχύτατες πολιτικές καινοτομίες, σημαντικότερη εκ των οποίων ήταν η καθιέρωση της «πόλεως» ως χώρου δράσης και καταξίωσης των πολιτών. Η «πόλις» κατά τον Αισχύλο αποτελούσε το χώρο που απορροφούνταν όλες οι αντιθέσεις της καθημερινότητας, στις οποίες ήταν εκτεθειμένοι οι άνθρωποι. Σε αυτή την αντίληψη οι θεϊκές, οι ανθρώπινες και οι φυσικές δυνάμεις βρίσκονται σε μια διαρκή αντιπαλότητα. Η θέση του Αισχύλου ήταν ότι η «πόλις» αποτελεί το μοναδικό επικοινωνιακό χώρο, μέσα στον οποίο μπορεί να επικρατήσει η τάξη.
Ανήκοντας στην γενιά των Μηδικών Πολέμων, γαλουχημένος με την αρετή της αγάπης προς την πατρίδα και την ελευθερία, θεωρούσε ως το μεγαλύτερο επίτευγμα της ζωής του τη συμμετοχή του στη μάχη του Μαραθώνα, στη ναυμαχία του Αρτεμισίου και στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, αποδεικνύοντας πως ένας άνθρωπος που θεωρείται μια από τις πνευματικές κορυφές της ανθρωπότητας, θεωρούσε μεγαλύτερη τιμή το ότι υπήρξε πολεμιστής, παρά ένας ειρηνικός πολίτης. Αυτό είναι ενδεικτικό της διαφορετικής αντίληψης της ζωής και της αξίας που δίνουν στα γεγονότα οι άνθρωποι στο πέρασμα των αιώνων. Αυτή η αξία που έδινε ο Αισχύλος στην πολεμική του δράση στην υπηρεσία της πατρίδας δύναται να εκτιμηθεί στο κείμενο του επιτύμβιου επιγράμματος, που ο ίδιος συνέθεσε και έλεγε: «Το γιο του Ευφορίωνα, τον Αθηναίο Αισχύλο, κρύβει νεκρό το μνήμα αυτό της Γέλας με τα στάρια. Την άξια νιότη του θα ειπεί του Μαραθώνα το άλσος και ο Μήδος ο ακούρευτος, οπού καλά την ξέρει.».
Έτσι, μετά από όλη αυτή τη δόξα επέλεξε μια απλή επιγραφή που ανέφερε ότι πολέμησε σαν απλός οπλίτης στη μάχη του Μαραθώνα.
Η μύηση του στα Ελευσίνια Μυστήρια τον εξόπλισε με ήθος, γενναιότητα και σθένος, κάτι που αποτυπώνεται τόσο στα έργα, όσο και στο βίο του, ενώ συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη του θρησκευτικού του αισθήματος. Στάθηκε ο αληθινός δημιουργός και αναμορφωτής του αρχαίου θεάτρου. Είχε λάβει εκπαίδευση στην Πυθαγόρεια Σχολή και φαίνεται να κατείχε βαθέως τα έργα των προγενέστερων αυτού λυρικών ποιητών, καθώς επίσης και των Ομηρικών Επών, ενώ ο Σόλων φαίνεται να είχε ασκήσει σημαντική επίδραση στη σκέψη του μεγάλου τραγωδού. Όντας άνθρωπος βαθιά θρησκευόμενος, έδωσε στα έργα του ένα χαρακτήρα τελετουργικό, παρουσιάζοντας τους ήρωες ενταγμένους σε μια συμπαντική νομοτέλεια, βάσει της οποίας χάραζαν την πορεία της ζωή τους.
Ήταν ο πρώτος που εισήγαγε την σκηνογραφία, διακρινόμενος, παράλληλα, ως ποιητής, μουσικός, ηθοποιός, σκηνοθέτης, σκηνογράφος, δάσκαλος του χορού, αρχιτέκτονας και μουσικός. Ο ακριβής αριθμός των έργων του δεν είναι γνωστός, ωστόσο σε καταλόγους βιβλιοθηκών έχουν διασωθεί τίτλοι από εβδομήντα επτά έργα του, αλλά συνολικά του αποδίδονται εβδομήντα τραγωδίες και είκοσι σατυρικά δράματα. Τα σωζόμενα έργα του αποτελούνται από επτά τραγωδίες: «Ικέτιδες», «Προμηθέας Δεσμώτης», «Πέρσαι», «Επτά επί Θήβας», «Αγαμέμνων», «Χοηφόροι» και «Ευμενίδες». Οι τρεις τελευταίες αποτελούν την τριλογία «Ορέστεια», που συντέθηκε γύρω στο 458 π.Χ. και θεωρείται ένα εκ των μεγαλύτερων πνευματικών επιτευγμάτων, στο όποιο εξετάζεται η πορεία της ανθρωπότητας, από το πρωτόγονο δίκαιο της αυτοδικίας στο θετό δίκαιο, που στηρίζεται στην λογική και στον αμοιβαίο σεβασμό.
Ο Αισχύλος διακρίνεται για την μοναδικότητα της ποίησης του, αλλά και για τις καινοτομίες που εισήγαγε στην σκηνική παρουσίαση των έργων του, καθώς ήταν ο πρώτος που πρόσθεσε πολύπλοκα σκηνικά και σκηνικές μηχανές στο θέατρο. Συνοψίζοντας τις καινοτομίες του εντοπίζεται: προσθήκη δεύτερου υποκριτή, μείωση των χορικών, έξαρση του λόγου και σύσταση της τριλογίας ενιαίου περιεχομένου. Όπως φαίνεται, η αρχαιοελληνική τραγωδία με τον Αισχύλο εξελίχθηκε από τον αρχικό διθύραμβο, σε πολυπρόσωπη παράσταση, φτάνοντας στο μεσουράνημα της. Το ύφος του διακρίνεται για τη μεγαλοπρέπεια του, το όλο δε έργο του για το βάθος, την πρωτοτυπία στη μορφή και την ισχυρότατη φαντασία του, μετατρέποντας τον σε μέγα και ασύγκριτο δημιουργό. Άξιο αναφοράς είναι το γεγονός ότι στη θεματολογία κάποιων έργων του κυριαρχεί το εθνικό και πατριωτικό αίσθημα, ενώ συγκρίνεται ο πολιτισμός των Ελλήνων με τη βία και την αλαζονεία των βαρβάρων.
Οι ήρωες του παρουσιάζονται ως ατρόμητοι Μαραθωνομάχοι ή ως πλάσματα υπερφυσικά, όχι μόνο στις σωματικές διαστάσεις, αλλά και στο πάθος και στην καρτερία. Ακόμη, εισήγαγε ένα μυστηριακό και θρησκευτικό χαρακτήρα, λειτουργώντας σαν εισηγητής των αρχαίων διονυσιακών θρησκευτικών τελετών, σε μια πιο σύγχρονη μορφή θεάτρου. Εξέχουσα προσοχή κατέχει η γλωσσική του ιδιαιτερότητα, καθώς εκφράζεται με τρόπο μεγαλόπρεπο, ποιητικό, μυστηριακό και γλαφυρό που δεν προϋπάρχει της εποχής του. Μέσα από αυτή την λαμπρή γλωσσική ιδιαιτερότητα, ο μεγάλος τραγωδός, διεύρυνε και ενδυνάμωσε την επιρροή που ασκούσε ο μυθικός και μυητικός συμβολικός λόγος, δημιουργώντας μια βαθύτερη, ιερότερη και πιο μυστηριακή σχέση μεταξύ του θεατή και του έργου, καθιστώντας τον ικανό αποδέκτη και συμμέτοχο υψηλών και λεπτοφυών φιλοσοφικο-θρησκευτικών στοχασμών και νοημάτων. Αυτή ακριβώς η μυστηριακή κάθαρση ήταν το ζητούμενο και ο απώτερος σκοπός της τραγωδίας κατά τον Αισχύλο. Κανείς προγενέστερος του δεν είχε μετατρέψει τους μύθους σε κατάλληλους φορείς για τη μετάδοση ιδεών. Κατάφερε να ενσωματώσει την τραγωδία μέσα σε μια φαντασία και σε οδυνηρά γεγονότα που αποκαλύπτουν την ύπαρξη άλλων πραγμάτων ή αξιών που είναι προσιτά στον άνθρωπο, πέρα από τις φανερές αξίες της φυσικής ζωής ή του θανάτου, της ευτυχίας ή του πόνου, ενώ δείχνει ότι αφού ο άνθρωπος τα φτάσει, το πνεύμα του μπορεί να νικήσει το θάνατο.
Η ύλη που χρησιμοποιεί σαν βάση της τραγωδίας είναι ένα θείο ζήτημα, υπερανθρώπινο, που καθρεπτίζεται στο γήινο επίπεδο. Στα έργα του διαφαίνεται η μυστηριακή παράδοση και η πίστη του ότι όλα στη φύση έχουν ψυχή, καθώς και ότι ο Θεός και οι εκπορεύσεις του κυβερνούν τα πάντα. Οι δυνάμεις της Φύσης και οι φυσικοί νόμοι είναι πνεύματα στην υπηρεσία του Θείου Σχεδίου εξέλιξης και της Μοίρας, που μας οδηγούν όλους. Επιδιώκει να αποδώσει το νόημα που έχει η ελεύθερη βούληση και η ανθρώπινη πρωτοβουλία, συμβιβάζοντας τα με το θείο σχέδιο, ενώ δεν διστάζει να θέσει τα μεγάλα προβλήματα που απορρέουν από την ύπαρξη της θείας πρόνοιας και την αλαζονεία της ανθρώπινης ύπαρξης.
Η ιδέα της μοίρας κατέχει δεσπόζουσα θέση στα έργα του. Η πεποίθηση ότι ο άνθρωπος είναι κύριος των πάντων αποτελεί ύβρη και οι ανθρώπινες καταπατήσεις και υπερβολές τιμωρούνται φαινομενικά από το Θεό και ουσιαστικά από τα ίδια τα σφάλματα του ανθρώπου. Έτσι ο ποιητής με την σοφία του προτιμά να δώσει ηθικά διδάγματα, δείχνοντας ότι η δυστυχία δεν είναι πάντα τιμωρία, άλλα μπορεί να είναι μια μορφή εξαγνισμού. Η Μοίρα δίνει στον κάθε άνθρωπο το δικό του μερίδιο ευτυχίας ή δυστυχίας, που είναι ταυτόχρονα ελπίδα και απειλή. Όταν κάποιος υπερβάλει στο δικό του μερίδιο τότε οδηγείτε στην ύβρη και πέφτει πάνω του ο Νόμος της Δικαιοσύνης και της Ισορροπίας, που καθορίζει την εξαγνιστική τιμωρία, η οποία έχει ένα θετικό και ηθικό σκοπό: να διδαχτεί ο άνθρωπος μέσα από τα βάσανα. Ο ίδιος σεβόταν τους θεούς αλλά πίστευε σε δυνάμεις ακόμα πιο υψηλές από αυτούς, την Ανάγκη και τη Μοίρα.
Εν κατακλείδι, για τον Αισχύλο η τραγωδία είχε καθαρά παιδαγωγικό χαρακτήρα, ενώ πρόσφερε ηθικά διδάγματα, κάτι που τον καθιερώνει ως έναν οραματιστή της ανθρωπότητας. Αξίζει να σημειωθεί ότι έχει την κοινή αναγνώριση και τον θαυμασμό όλων των μεταγενέστερων, ενώ τα έργα του επηρέασαν ανθρώπους της λογοτεχνίας και της πολιτικής, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο Βίκτωρ Ουγκό, ο Λόρδος Βύρωνας, ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε και ο Σαίξπηρ.
Ο Αισχύλος, ένας εκ των σημαντικότερων δραματικών ποιητών της αρχαιότητας, θεωρείται ως ο μεγαλύτερος από όλους τους ομότεχνους του, εξ ου και ο χαρακτηρισμός του ως «Πατέρας της Τραγωδίας».
Γεννήθηκε το 525 π.Χ. στην Ελευσίνα, όπου υπήρξε αρχαίο κέντρο των Μυστηρίων, και πέθανε στη Γέλα της Σικελίας το 455 π.Χ. Ήταν γόνος του ευγενούς γαιοκτήμονα Ευφορίωνα, του γένους των Κοδριδών, ο οποίος κατάγονταν από εξέχουσα γενιά ευπατρίδων. Η δράση του, εκτός της ποίησης και του αρχαίου δράματος, είχε επεκταθεί ακόμη στην αρχιτεκτονική, την σκηνοθεσία και την μουσική. Η ευγενική του καταγωγή και η αριστοκρατική του ανατροφή, η δημοκρατική ελευθερία, το θρησκευτικό – μυστικιστικό περιβάλλον της Ελευσίνας και οι μεγάλοι εθνικοί αγώνες των Ελλήνων εναντίον των βαρβάρων, συνετέλεσαν ώστε να διαπλαστεί ο ευσεβής και γενναίος χαρακτήρας του και το υψηλό φρόνημα που τον διέκρινε.
Στα εφηβικά του χρόνια στάθηκε μάρτυρας της πτώσης της τυραννίας και σε όλη του τη ζωή παρακολούθησε την ανάπτυξη της δημοκρατίας. Πέρα από μεγάλος δραματουργός, ποιητής, καινοτόμος φιλόσοφος και μια από τις σπουδαιότερες πνευματικές μορφές των αιώνων, υπήρξε και μεγάλος μαχητής, καθώς ως Αθηναίος πολίτης έλαβε μέρος στους Μηδικούς Πολέμους μαζί με τους αδερφούς του, Κυναίγειρο και Αμεινία. Με προθυμία και αξεπέραστο θάρρος συμμετείχε στους αγώνες κατά των Περσών, όπου στη μάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ. μεταφέρθηκε λιπόθυμος από τη μάχη, μετρώντας πολλαπλά τραύματα, ενώ συμμετείχε ακόμη στη μάχη της Σαλαμίνας και των Πλαταιών. Ωστόσο, αξιομνημόνευτη παραμένει η στρατιωτική ικανότητα και πολεμική ανδρεία των αδελφών του. Ο Κυναίγειρος, συγκεκριμένα, προκάλεσε τον θαυμασμό όλων, καθώς μετά την πρώτη φάση της μάχης του Μαραθώνα, όταν οι Πέρσες τράπηκαν σε φυγή και κατευθύνονταν στα πλοία τους, θυσιάστηκε πάνω στο πάθος του, προσπαθώντας να κρατήσει ένα περσικό πλοίο με τα χέρια του. Όταν ένας Πέρσης του έκοψε τα χέρια εκείνος προσπάθησε να το κρατήσει με τα δόντια του και τότε τον αποκεφάλισαν, πράξη η οποία οδήγησε τους Αθηναίους στο να τον ανακηρύξουν Ήρωα. Όσον αφορά στον αδερφό του Αμεινία, θεωρήθηκε ο γενναιότερος πολεμιστής στην ναυμαχία της Σαλαμίνας, καθώς εμβόλισε την περσική ναυαρχίδα και σκότωσε τον Πέρση ναύαρχο.
Οι Αθηναίοι τίμησαν τον Αισχύλο, όπου με την ψήφιση νόμου επιτρεπόταν όποιος ήθελε να συμμετάσχει στον διαγωνισμό με έργα του, με αποτέλεσμα να κερδίζει βραβεία ακόμα και μετά θάνατον, εξασφαλίζοντας έτσι την υστεροφημία του μεγάλου δραματικού ποιητή. Έναν αιώνα αργότερα, στο θέατρο του Διονύσου, στήθηκε χάλκινο άγαλμα του ποιητή, δηλώνοντας την αναγνώριση, την εκτίμηση και τον σεβασμό που έτρεφαν και οι μεταγενέστεροι στο πρόσωπό του.
Η συμμετοχή του στους Περσικούς πολέμους, απηχείται εντόνως στο θεατρικό και ποιητικό στίβο, εστιάζοντας σε αυτή την ιστορική στιγμή της «πόλεως» και ερμηνεύοντας την ιδεολογικά, πολιτικά και φιλοσοφικά. Στο έργο του συμπυκνώνεται η έννοια του δικαίου, καθώς και η πατριωτική συνείδηση του ποιητή ως μαχόμενου πολίτη. Είχε την τύχη να ζήσει σε μια περίοδο που στην Αττική συνέβησαν πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα εξαιρετικής σημασίας. Η δημοκρατική μεταρρύθμιση του Κλεισθένη και αργότερα η μεταρρύθμιση του Εφιάλτη, μέντορα του Περικλή, προσδιόρισαν την ιδεολογία και τα χαρακτηριστικά της δημοκρατίας, κάτι που διαμόρφωσε την αττική τραγωδία, μέσω της οποίας εκφράζονταν οι προβληματισμοί της κοινωνίας που βίωνε την αλλαγή. Από την άλλη, σε στρατιωτικό επίπεδο οι Μηδικοί Πόλεμοι στους οποίους συμμετείχε και οι ηρωικές νίκες των ενωμένων Ελλήνων, δημιούργησαν στον Αισχύλο ένα αίσθημα εθνικής υπερηφάνειας, καθώς επίσης καθιέρωσαν την Αθηναϊκή ηγεμονία. Έτσι λοιπόν, ο μεγάλος αυτός τραγωδός, εξοπλισμένος με πνεύμα και μόρφωση, εμπειρίες και σθένος, όντας τέκνο της εποχής του, άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του στην ιστορία, διαμορφώνοντας την τραγωδία με τις προοδευτικές του καινοτομίες και το μυστηριακό του γνωστικό υπόβαθρο.
Επιπλέον, οι σημαντικές αλλαγές στην Αθήνα και οι εμπειρίες του από την απρόβλεπτη νίκη κατά των Περσών οδήγησαν σε ταχύτατες πολιτικές καινοτομίες, σημαντικότερη εκ των οποίων ήταν η καθιέρωση της «πόλεως» ως χώρου δράσης και καταξίωσης των πολιτών. Η «πόλις» κατά τον Αισχύλο αποτελούσε το χώρο που απορροφούνταν όλες οι αντιθέσεις της καθημερινότητας, στις οποίες ήταν εκτεθειμένοι οι άνθρωποι. Σε αυτή την αντίληψη οι θεϊκές, οι ανθρώπινες και οι φυσικές δυνάμεις βρίσκονται σε μια διαρκή αντιπαλότητα. Η θέση του Αισχύλου ήταν ότι η «πόλις» αποτελεί το μοναδικό επικοινωνιακό χώρο, μέσα στον οποίο μπορεί να επικρατήσει η τάξη.
Ανήκοντας στην γενιά των Μηδικών Πολέμων, γαλουχημένος με την αρετή της αγάπης προς την πατρίδα και την ελευθερία, θεωρούσε ως το μεγαλύτερο επίτευγμα της ζωής του τη συμμετοχή του στη μάχη του Μαραθώνα, στη ναυμαχία του Αρτεμισίου και στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, αποδεικνύοντας πως ένας άνθρωπος που θεωρείται μια από τις πνευματικές κορυφές της ανθρωπότητας, θεωρούσε μεγαλύτερη τιμή το ότι υπήρξε πολεμιστής, παρά ένας ειρηνικός πολίτης. Αυτό είναι ενδεικτικό της διαφορετικής αντίληψης της ζωής και της αξίας που δίνουν στα γεγονότα οι άνθρωποι στο πέρασμα των αιώνων. Αυτή η αξία που έδινε ο Αισχύλος στην πολεμική του δράση στην υπηρεσία της πατρίδας δύναται να εκτιμηθεί στο κείμενο του επιτύμβιου επιγράμματος, που ο ίδιος συνέθεσε και έλεγε: «Το γιο του Ευφορίωνα, τον Αθηναίο Αισχύλο, κρύβει νεκρό το μνήμα αυτό της Γέλας με τα στάρια. Την άξια νιότη του θα ειπεί του Μαραθώνα το άλσος και ο Μήδος ο ακούρευτος, οπού καλά την ξέρει.».
Έτσι, μετά από όλη αυτή τη δόξα επέλεξε μια απλή επιγραφή που ανέφερε ότι πολέμησε σαν απλός οπλίτης στη μάχη του Μαραθώνα.
Η μύηση του στα Ελευσίνια Μυστήρια τον εξόπλισε με ήθος, γενναιότητα και σθένος, κάτι που αποτυπώνεται τόσο στα έργα, όσο και στο βίο του, ενώ συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη του θρησκευτικού του αισθήματος. Στάθηκε ο αληθινός δημιουργός και αναμορφωτής του αρχαίου θεάτρου. Είχε λάβει εκπαίδευση στην Πυθαγόρεια Σχολή και φαίνεται να κατείχε βαθέως τα έργα των προγενέστερων αυτού λυρικών ποιητών, καθώς επίσης και των Ομηρικών Επών, ενώ ο Σόλων φαίνεται να είχε ασκήσει σημαντική επίδραση στη σκέψη του μεγάλου τραγωδού. Όντας άνθρωπος βαθιά θρησκευόμενος, έδωσε στα έργα του ένα χαρακτήρα τελετουργικό, παρουσιάζοντας τους ήρωες ενταγμένους σε μια συμπαντική νομοτέλεια, βάσει της οποίας χάραζαν την πορεία της ζωή τους.
Ήταν ο πρώτος που εισήγαγε την σκηνογραφία, διακρινόμενος, παράλληλα, ως ποιητής, μουσικός, ηθοποιός, σκηνοθέτης, σκηνογράφος, δάσκαλος του χορού, αρχιτέκτονας και μουσικός. Ο ακριβής αριθμός των έργων του δεν είναι γνωστός, ωστόσο σε καταλόγους βιβλιοθηκών έχουν διασωθεί τίτλοι από εβδομήντα επτά έργα του, αλλά συνολικά του αποδίδονται εβδομήντα τραγωδίες και είκοσι σατυρικά δράματα. Τα σωζόμενα έργα του αποτελούνται από επτά τραγωδίες: «Ικέτιδες», «Προμηθέας Δεσμώτης», «Πέρσαι», «Επτά επί Θήβας», «Αγαμέμνων», «Χοηφόροι» και «Ευμενίδες». Οι τρεις τελευταίες αποτελούν την τριλογία «Ορέστεια», που συντέθηκε γύρω στο 458 π.Χ. και θεωρείται ένα εκ των μεγαλύτερων πνευματικών επιτευγμάτων, στο όποιο εξετάζεται η πορεία της ανθρωπότητας, από το πρωτόγονο δίκαιο της αυτοδικίας στο θετό δίκαιο, που στηρίζεται στην λογική και στον αμοιβαίο σεβασμό.
Ο Αισχύλος διακρίνεται για την μοναδικότητα της ποίησης του, αλλά και για τις καινοτομίες που εισήγαγε στην σκηνική παρουσίαση των έργων του, καθώς ήταν ο πρώτος που πρόσθεσε πολύπλοκα σκηνικά και σκηνικές μηχανές στο θέατρο. Συνοψίζοντας τις καινοτομίες του εντοπίζεται: προσθήκη δεύτερου υποκριτή, μείωση των χορικών, έξαρση του λόγου και σύσταση της τριλογίας ενιαίου περιεχομένου. Όπως φαίνεται, η αρχαιοελληνική τραγωδία με τον Αισχύλο εξελίχθηκε από τον αρχικό διθύραμβο, σε πολυπρόσωπη παράσταση, φτάνοντας στο μεσουράνημα της. Το ύφος του διακρίνεται για τη μεγαλοπρέπεια του, το όλο δε έργο του για το βάθος, την πρωτοτυπία στη μορφή και την ισχυρότατη φαντασία του, μετατρέποντας τον σε μέγα και ασύγκριτο δημιουργό. Άξιο αναφοράς είναι το γεγονός ότι στη θεματολογία κάποιων έργων του κυριαρχεί το εθνικό και πατριωτικό αίσθημα, ενώ συγκρίνεται ο πολιτισμός των Ελλήνων με τη βία και την αλαζονεία των βαρβάρων.
Οι ήρωες του παρουσιάζονται ως ατρόμητοι Μαραθωνομάχοι ή ως πλάσματα υπερφυσικά, όχι μόνο στις σωματικές διαστάσεις, αλλά και στο πάθος και στην καρτερία. Ακόμη, εισήγαγε ένα μυστηριακό και θρησκευτικό χαρακτήρα, λειτουργώντας σαν εισηγητής των αρχαίων διονυσιακών θρησκευτικών τελετών, σε μια πιο σύγχρονη μορφή θεάτρου. Εξέχουσα προσοχή κατέχει η γλωσσική του ιδιαιτερότητα, καθώς εκφράζεται με τρόπο μεγαλόπρεπο, ποιητικό, μυστηριακό και γλαφυρό που δεν προϋπάρχει της εποχής του. Μέσα από αυτή την λαμπρή γλωσσική ιδιαιτερότητα, ο μεγάλος τραγωδός, διεύρυνε και ενδυνάμωσε την επιρροή που ασκούσε ο μυθικός και μυητικός συμβολικός λόγος, δημιουργώντας μια βαθύτερη, ιερότερη και πιο μυστηριακή σχέση μεταξύ του θεατή και του έργου, καθιστώντας τον ικανό αποδέκτη και συμμέτοχο υψηλών και λεπτοφυών φιλοσοφικο-θρησκευτικών στοχασμών και νοημάτων. Αυτή ακριβώς η μυστηριακή κάθαρση ήταν το ζητούμενο και ο απώτερος σκοπός της τραγωδίας κατά τον Αισχύλο. Κανείς προγενέστερος του δεν είχε μετατρέψει τους μύθους σε κατάλληλους φορείς για τη μετάδοση ιδεών. Κατάφερε να ενσωματώσει την τραγωδία μέσα σε μια φαντασία και σε οδυνηρά γεγονότα που αποκαλύπτουν την ύπαρξη άλλων πραγμάτων ή αξιών που είναι προσιτά στον άνθρωπο, πέρα από τις φανερές αξίες της φυσικής ζωής ή του θανάτου, της ευτυχίας ή του πόνου, ενώ δείχνει ότι αφού ο άνθρωπος τα φτάσει, το πνεύμα του μπορεί να νικήσει το θάνατο.
Η ύλη που χρησιμοποιεί σαν βάση της τραγωδίας είναι ένα θείο ζήτημα, υπερανθρώπινο, που καθρεπτίζεται στο γήινο επίπεδο. Στα έργα του διαφαίνεται η μυστηριακή παράδοση και η πίστη του ότι όλα στη φύση έχουν ψυχή, καθώς και ότι ο Θεός και οι εκπορεύσεις του κυβερνούν τα πάντα. Οι δυνάμεις της Φύσης και οι φυσικοί νόμοι είναι πνεύματα στην υπηρεσία του Θείου Σχεδίου εξέλιξης και της Μοίρας, που μας οδηγούν όλους. Επιδιώκει να αποδώσει το νόημα που έχει η ελεύθερη βούληση και η ανθρώπινη πρωτοβουλία, συμβιβάζοντας τα με το θείο σχέδιο, ενώ δεν διστάζει να θέσει τα μεγάλα προβλήματα που απορρέουν από την ύπαρξη της θείας πρόνοιας και την αλαζονεία της ανθρώπινης ύπαρξης.
Η ιδέα της μοίρας κατέχει δεσπόζουσα θέση στα έργα του. Η πεποίθηση ότι ο άνθρωπος είναι κύριος των πάντων αποτελεί ύβρη και οι ανθρώπινες καταπατήσεις και υπερβολές τιμωρούνται φαινομενικά από το Θεό και ουσιαστικά από τα ίδια τα σφάλματα του ανθρώπου. Έτσι ο ποιητής με την σοφία του προτιμά να δώσει ηθικά διδάγματα, δείχνοντας ότι η δυστυχία δεν είναι πάντα τιμωρία, άλλα μπορεί να είναι μια μορφή εξαγνισμού. Η Μοίρα δίνει στον κάθε άνθρωπο το δικό του μερίδιο ευτυχίας ή δυστυχίας, που είναι ταυτόχρονα ελπίδα και απειλή. Όταν κάποιος υπερβάλει στο δικό του μερίδιο τότε οδηγείτε στην ύβρη και πέφτει πάνω του ο Νόμος της Δικαιοσύνης και της Ισορροπίας, που καθορίζει την εξαγνιστική τιμωρία, η οποία έχει ένα θετικό και ηθικό σκοπό: να διδαχτεί ο άνθρωπος μέσα από τα βάσανα. Ο ίδιος σεβόταν τους θεούς αλλά πίστευε σε δυνάμεις ακόμα πιο υψηλές από αυτούς, την Ανάγκη και τη Μοίρα.
Εν κατακλείδι, για τον Αισχύλο η τραγωδία είχε καθαρά παιδαγωγικό χαρακτήρα, ενώ πρόσφερε ηθικά διδάγματα, κάτι που τον καθιερώνει ως έναν οραματιστή της ανθρωπότητας. Αξίζει να σημειωθεί ότι έχει την κοινή αναγνώριση και τον θαυμασμό όλων των μεταγενέστερων, ενώ τα έργα του επηρέασαν ανθρώπους της λογοτεχνίας και της πολιτικής, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο Βίκτωρ Ουγκό, ο Λόρδος Βύρωνας, ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε και ο Σαίξπηρ.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου