Την αρχαία ελληνική γραμματεία απασχόλησαν επανειλημμένως τα μεγάλα ερωτήματα της πολιτικής θεωρίας και πράξης. Ιδιαίτερα, τα πλεονεκτήματα και οι αδυναμίες της δημοκρατίας έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον πολλών αρχαίων συγγραφέων που αντιπροσωπεύουν διαφορετικά είδη της.
Είναι γεγονός ότι, η δημοκρατία ήταν ένα πολίτευμα που στηρίχθηκε σε τολμηρές μεταρρυθμίσεις και συνδέθηκε με τα ανεπανάληπτα επιτεύγματα της Αθήνας του 5ου π.Χ αιώνος. Από την άλλη όμως, δέχθηκε αρκετές επικρίσεις για τα κακώς κείμενα που εμφάνισε. Προκλήθηκαν έτσι αλλεπάλληλες συζητήσεις, που η αντανάκλασή τους είναι κάτι παραπάνω από εμφανής στα κείμενα της εποχής. Στα πλαίσια αυτά κινείται η μελέτη των αποσπασμάτων από τις Ιστορίες του Ηροδότου, τα Ελληνικά του Ξενοφώντα και τις Ευμενίδες του Αισχύλου. Η προσέγγιση των παραπάνω αποσπασμάτων θα γίνει, αφού ληφθούν υπόψη το ιστορικό και ιδεολογικό τους περίγραμμα, το γραμματειακό τους είδος, καθώς και η οπτική γωνία κάθε συγγραφέα.
ΗΡΟΔΟΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑΙ 3, 80-82
Ο Ηρόδοτος ήταν ο πρώτος ιστοριογράφος1. Υπήρξε θαυμαστής της Αθήνας και της δημοκρατίας της. Έζησε εξάλλου την περίοδο της μεγάλης της ακμής (μέσα του 5ου π.Χ). Είχε σε πολύ μεγάλη εκτίμηση τον Περικλή και τον θεωρούσε ικανότατο πολιτικό. Θεωρεί το δημοκρατικό πολίτευμα ως τον καθοριστικό παράγοντα της Αθηναϊκής ανάπτυξης. Οι στρατιωτικές επιτυχίες των Αθηνών αποδίδονται από τον ίδιο στο γεγονός ότι ο κάθε πολίτης αισθανόταν ελεύθερος, και επομένως περισσότερο υπεύθυνος ως μέλος της κοινότητας.
Παράλληλα, βέβαια, ο Ηρόδοτος μελέτησε τους θεσμούς και τον τρόπο ζωής διαφόρων λαών, έχοντας έτσι επίγνωση της ιδιαιτερότητας του κάθε πολιτισμού. Επιχειρεί λοιπόν, με βάση τις εμπειρίες που αποκόμισε από τα πολύχρονα ταξίδια του, να κάνει μια συγκριτική αποτίμηση των διαφόρων συστημάτων διακυβέρνησης. Η προσπάθειά του αυτή απηχεί τόσο τις εμπειρίες αυτές σε σχέση με τις διαφορετικές προσεγγίσεις των πολιτειακών ζητημάτων από τους διαφόρους λαούς, όσο και τις θεωρητικές συζητήσεις των Ελλήνων της εποχής του. Η τομή αυτών των δύο συνιστωσών γέννησε το διάλογο μεταξύ των τριών εξεχόντων Περσών για το άριστο πολίτευμα. Οι τρεις αυτοί Πέρσες είναι ο Οτάνης, ο Μεγάβυξος και ο Δαρείος. Στο υπό εξέταση απόσπασμα από το 3ο βιβλίο της Ιστορίας, η συζήτηση λαμβάνει χώρα μετά την ανατροπή του ψευτο-Σμέρδη και περιλαμβάνει τις προτάσεις των τριών για τον καταλληλότερο τρόπο διακυβέρνησης της αχανούς περσικής αυτοκρατορίας. Να σημειώσουμε επίσης ότι είναι δευτερεύον το ζήτημα της ιστορικότητας του διαλόγου, ο οποίος είναι οπωσδήποτε φανταστικός.
Πρώτος παίρνει το λόγο ο Οτάνης, ο οποίος τάσσεται υπέρ της ισονομίας2, (εδαφ.80). Έτσι αποκαλούσε τη δημοκρατία ο Ηρόδοτος. Ζητεί την ανάθεση των δημοσίων υποθέσεων σε όλους τους Πέρσες και την κατάργηση της μοναρχίας. Καθοριστικό επιχείρημα υπέρ της δημοκρατίας είναι ο κίνδυνος της διαφθοράς και της αυθαιρεσίας του μονάρχη. Η αιτία αυτού του φαινομένου είναι η ίδια η ανθρώπινη φύση και οι αδυναμίες που τη χαρακτηρίζουν. Η απόλυτη εξουσία από έναν άνθρωπο έχει σαν αποτέλεσμα την αλαζονεία, το φθόνο, την έλλειψη εμπιστοσύνης στους άλλους και την ανατροπή των πατροπαράδοτων νόμων.
Απεναντίας, παρουσιάζει ως κύριο χαρακτηριστικό του δημοκρατικού πολιτεύματος την ισότητα όλων απέναντι στο νόμο. Ένα αίτημα που έχει να κάνει κυρίως με την απονομή της δικαιοσύνης και που το βρίσκουμε σαφώς διατυπωμένο ήδη από τον Ησίοδο3. Τονίζει επίσης ότι οι άρχοντες λογοδοτούν. Οι αποφάσεις λαμβάνονται από τον λαό από κοινού και τα αξιώματα απονέμονται με κλήρο. Αυτόν τον ορισμό για τη δημοκρατία δίνει και ο Αριστοτέλης στο έργο του Ρητορική Τέχνη4 κατά τον 4ο αιώνα.
Ο Μεγάβυξος από την πλευρά του, στο εδαφ.81, ασκεί έντονη κριτική στη δημοκρατική διακυβέρνηση. Αντιπαραβάλλει τη δημοκρατία με την ολιγαρχία, την ανάθεση της εξουσίας στους λίγους. Χρησιμοποιεί σκληρή γλώσσα. Συγκεκριμένα, αντιμετωπίζει το πλήθος, το οποίο το θεωρεί ως μάζα που χαρακτηρίζεται από άγνοια, αλαζονεία και απερισκεψία. Δηλώνει ότι η έλλειψη γνώσης που το χαρακτηρίζει ωθεί τις καταστάσεις στα άκρα με ασυλλόγιστη ορμή. Συνεπώς, μόνο όσοι θέλουν το κακό των Περσών θα προτιμήσουν την Δημοκρατία. Μέσα από την επικριτική αυτή διάθεση του Μεγαβύξου έναντι των δημοκρατικών θεσμών, απηχούνται οι απόψεις των επικριτών της και ιδιαιτέρως όσων θίγονται από αυτήν, όπως οι αριστοκράτες.
Ο Δαρείος, τέλος (εδαφ.82), στην πολεμική του έναντι της δημοκρατίας, εστιάζει στη φαυλότητα που παράγεται από πολλούς, οι οποίοι βρίσκουν την ευκαιρία να δημιουργήσουν ισχυρές φιλίες με αποτέλεσμα την αλληλοκάλυψη, ώστε να μη φαίνονται οι καταχρήσεις τους. Αυτή η κατάσταση θα συνεχίζεται έως ότου βρεθεί εκείνος που θα αναλάβει να υπερασπιστεί το λαϊκό δίκαιο και να ικανοποιήσει το λαϊκό αίσθημα με την απομάκρυνση των φαύλων. Πρόκειται σαφώς για ένα αντεπιχείρημα των φιλομοναρχικών ενάντια στις απόψεις του Οτάνη, για τη γνώμη που εξέφρασε ότι η ενός ανδρός αρχή διαφθείρει και οδηγεί σε αυθαίρετες πράξεις.
Ο Ηρόδοτος δεν κρύβει τη συμπάθειά του στη δημοκρατία. Ειδικότερα στο πέμπτο βιβλίο των Ιστοριών και στο εδάφιο 785 καταθέτει με έμφαση την άποψή του για τα αίτια του αθηναϊκού μεγαλείου. Χαρακτηριστική είναι η μονολιθικότητα της ερμηνείας του: η συνθήκη της ελευθερίας απελευθερώνει σε κάθε πολίτη ηθικές δυνάμεις. Ενώ αντίθετα στιγματίζει την τυραννίδα θεωρώντας την υπεύθυνη για την στασιμότητα των Αθηναίων, τόσο σε πολιτικοοικονομικό επίπεδο, όσο και σε στρατιωτικό. Η ελευθερία, σε συλλογικό και ατομικό επίπεδο, αποτελεί για εκείνον μια απόλυτη αξία. Αυτό, βέβαια, δεν τον εμποδίζει να αφουγκραστεί διαφορετικές απόψεις σε σχέση με το κατάλληλο πολίτευμα και να τις καταθέσει. Με αυτή τη συλλογιστική αποδίδει τον σκεπτικισμό πολλών Ελλήνων μέσα από διαλόγους, όπως αυτός μεταξύ των τριών Περσών.
ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 1,7, 4-16 & 34-35
Οι αδυναμίες της δημοκρατίας γίνονται έκδηλες στην αφήγηση ενός ιστορικού περιστατικού από τα Ελληνικά του Ξενοφώντα, στο δεύτερο απόσπασμα που εξετάζουμε. Ο ίδιος καταγόταν από την δεύτερη τη σειρά τάξη, αυτή των ιππέων, γεγονός που δικαιολογεί τα συντηρητικά του φρονήματα. Η προβληματική του εστιαζόνταν στην αποτελεσματικότητα και την ηθική νομιμοποίηση της λαϊκής κυριαρχίας. Άλλωστε, μην ξεχνάμε ότι η εποχή του, περί τα τέλη του 5ου και αρχές του 4ου π.Χ χαρακτηρίζεται από την κρίση6 του θεσμού της πόλης-κράτους. Οι επιφυλάξεις του τον οδηγούν στη μετριοπαθή ολιγαρχία ή τη δημοκρατία των αγροτών, όσων είχαν ιδιοκτησία και εισόδημα από τη γη. Κατά συνέπεια αποκλείει τους ακτήμονες που εμφανίζονται περισσότερο επιρρεπείς στην εξαγορά και τη συναλλαγή.
Στο συγκεκριμένο απόσπασμα, ο συγγραφέας παρουσιάζει ανάγλυφα την αδυναμία του πλήθους να κρίνει ώριμα και δίκαια, όταν πρόκειται να ασκήσει τα δικαστικά του καθήκοντα. Πρόκειται για τη δίκη των Αθηναίων στρατηγών, με την κατηγορία ότι δεν περισυνέλεξαν τους ναυαγούς του Αθηναϊκού στόλου μετά τη ναυμαχία των Αργινουσών το 406 π.Χ. Ο Θηραμένης, ένας από τους τριηράρχους, ήταν από αυτούς που πρωτοστάτησαν στις κατηγορίες (στ.4). Στη δίκη εντοπίζονται παραβιάσεις στη διαδικασία, αφού δεν δόθηκε ο προβλεπόμενος χρόνος στους κατηγορούμενους προκειμένου να απολογηθούν (στ.5). Αυτή η καταστρατήγηση της διαδικασίας οφείλεται σε παρεμβάσεις και χειρισμούς που έκρυβαν σκοπιμότητα. Βεβαίως, δεν ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε κάτι ανάλογο.
Στη συνέχεια βλέπουμε τον Καλλίξενο να πείθεται από τον Θηραμένη να κατηγορήσει τους στρατηγούς στη Βουλή. Η Βουλή στη συνέχεια εισηγήθηκε, κατόπιν της πρότασής του, την ψηφοφορία κατά φυλές. Παράλληλα, ο Θηραμένης επιχείρησε την εκμετάλλευση της συλλογικής ψυχολογίας με την ακόλουθη απάτη: Εμφάνισε δικούς του ανθρώπους για να παραστήσουν τους συγγενείς των θυμάτων. Εδώ παρατηρούμε, εκτός των παρανομιών, μια έκδηλη κυριαρχία των σκοπιμοτήτων, με την έντεχνη καλλιέργεια των συναισθηματικών αντιδράσεων του πλήθους. Ο στόχος είναι η μεταστροφή του κλίματος, από τη συμπάθεια που είχε επιδειχθεί στους κατηγορουμένους στην απαξίωσή τους (στ.8/11).
Οι παραπάνω αυθαιρεσίες, όμως, εντοπίστηκαν από τον Πεισιάνακτα και ορισμένους άλλους, οι οποίοι μήνυσαν τον Καλλίξενο. Οι δημαγωγοί όμως είχαν το πάνω χέρι και πρότειναν να δικάσουν τους μηνυτές μαζί με τους στρατηγούς, με σκοπό να εκβιάσουν καταστάσεις. Την ίδια τύχη είχαν και κάποιοι πρυτάνεις, οι οποίοι εξέφρασαν με τη σειρά τους τις ανάλογες αντιρρήσεις. Αυτή η επιτυχία των δημαγωγών οφείλεται, κυρίως, στον έντεχνο προσεταιρισμό του λαϊκού αισθήματος, μέσω κολακειών και περίτεχνων λόγων. Η κατάφωρη παραβίαση της νομιμότητας, στηρίχθηκε στο όνομα ακριβώς της παντοδυναμίας του πλήθους και της αναγόρευσης της βούλησής του σε ύψιστη πηγή κάθε εξουσίας. Μοναδική φωτεινή εξαίρεση αποτέλεσε ο Σωκράτης, ο οποίος καίτοι αντίθετος με το δημοκρατικό πολίτευμα, εντούτοις, θεώρησε χρέος του να μην παρανομήσει. Αυτή η αναφορά αποτελεί μία εξαιρετική μνεία στο δάσκαλό του, από τον ίδιο τον Ξενοφώντα που τον εκτιμούσε απεριόριστα. (στ.12/16).
Οι παρατυπίες όμως δεν σταμάτησαν. Συνεχίστηκαν με την απόφαση της Βουλής να δικαστούν συνολικά οι κατηγορούμενοι και όχι ξεχωριστά ο καθένας, όπως είχαν το δικαίωμα. Παρά τη γραπτή πρόταση του Ευρυπτόλεμου, εμφανίστηκε κάποιος άλλος τιμητής του κοινού περί δικαίου αισθήματος, ο Μενεκλής. Προχώρησε σε ένορκη ένσταση και κατάφερε να περάσει την παράνομη πρόταση της Βουλής. Αυτό σηματοδοτούσε τη θανατική καταδίκη των έξι στρατηγών (στ.34).
Δεν πέρασε πολύς καιρός και οι Αθηναίοι μετάνιωσαν για την άστοχη και βεβιασμένη ενέργειά τους να θανατώσουν τους στρατηγούς (στ.35). Το ίδιο συνέβη με την εσπευσμένη ανάκληση του Αλκιβιάδη, προκειμένου να απολογηθεί για το σπάσιμο των ερμαϊκών7 στηλών. Το αποτέλεσμα ήταν η συντριπτική ήττα του αθηναϊκού στόλου κατά τη Σικελική εκστρατεία. Κατά τον ίδιο τρόπο παρασύρθηκαν από τον Κλέωνα το δημαγωγό και απέρριψαν τις ευνοϊκές προτάσεις της Σπάρτης το 425 π.Χ για τη σύναψη ειρήνης.
Αυτό που βλέπουμε είναι ότι ο Ξενοφώντας, έχει υπόψη του και τονίζει τις πραγματικές δυσλειτουργίες του συστήματος και τις έκρυθμες καταστάσεις που παρατηρούνται, ιδιαίτερα σε περιόδους γενικής κρίσης των θεσμών. Αυτό συνέβη τα τελευταία χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου, όπου διαδραματίζονται τα γεγονότα που συνθέτουν τόσο το προσκήνιο όσο και το παρασκήνιο της δίκης των στρατηγών που εξιστορήθηκε. Η υπόθεση όμως αυτή θα παραμείνει χαραγμένη ανεξίτηλα στη μνήμη των Αθηναίων. Αποτέλεσε το βασικό επιχείρημα στους επικριτές του δημοκρατικού πολιτεύματος, που ολοένα πλήθαιναν, να εντείνουν την αμφισβήτηση τους προς αυτό. Η δημοκρατία είχε υποστεί καίριο πλήγμα.
ΑΙΣΧΥΛΟΥ ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ στ.681-710
Ο προβληματισμός σε σχέση με τη φύση και τη λειτουργία της δημοκρατίας απασχόλησε εκτός από τον πεζό λόγο και την ποίηση. Πιο συγκεκριμένα η αττική τραγωδία κάνει συχνές αναφορές, με έμμεσο ή άμεσο τρόπο, σε επίκαιρα ζητήματα που άπτονται του δημοσίου βίου. Ο Αισχύλος, ο πρώτος από τους τρεις μεγάλους τραγικούς της αρχαιότητας, είναι εκφραστής της γενιάς που βίωσε την εντυπωσιακή άνοδο των Αθηνών στις πρώτες δεκαετίες του 5ου π.Χ αιώνος. Η άνοδος αυτή συνδυάστηκε με τις νίκες στα Μηδικά και τη μετέπειτα δημιουργία της αθηναϊκής ηγεμονίας. Η πορεία αυτή είχε ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση ενός πιο ριζοσπαστικού δημοκρατικού πολιτεύματος.
Κατά συνέπεια, το απόσπασμα του λόγου της Αθηνάς από τις Ευμενίδες εντάσσεται στα πλαίσια των μεταρρυθμίσεων που συνέβαλαν στην περαιτέρω κατοχύρωση της λαϊκής εξουσίας. Καθοριστική στιγμή στην πορεία των μεταρρυθμίσεων υπήρξε εκείνη του Εφιάλτη8 το 462 π.Χ. Σύμφωνα με αυτήν αφαιρέθηκαν από τον Άρειο Πάγο οι πολιτικές αρμοδιότητες που είχε, και ιδιαίτερα το δικαίωμα ελέγχου των κρατικών αξιωματούχων. Η δικαιοδοσία του περιορίζονταν πλέον στην εκδίκαση υποθέσεων φόνου και θρησκευτικών ζητημάτων. Για το λόγο αυτό εμφανίζεται η θεά Αθηνά να θεσπίζει τον Άρειο πάγο, όπου θα δικαστεί ο Ορέστης που σκότωσε τη μητέρα του. Με αυτό τον τρόπο αποδυναμώθηκε το παλαιό αριστοκρατικό δικαστήριο. Ταυτόχρονα, μεταφέρθηκαν όλες οι σημαντικές πολιτικές αρμοδιότητες στην εκκλησία του δήμου.
Βεβαίως, η ομιλία της θεάς, προσφέρει και την κατάλληλη θεϊκή υπόσταση, υπό την έννοια της κατοχύρωσης του θεσμού. Απευθύνεται στο σύνολο του αθηναϊκού λαού και ουσιαστικά σκιαγραφεί το ήθος με το οποίο θα πρέπει να διέπονται οι πολίτες που καλούνται να διαχειριστούν την εξουσία στο όνομα της δημοκρατίας. Σε αυτούς τους στίχους ο Αισχύλος επιχειρεί να αναδείξει τους δύο άξονες, πάνω στους οποίους στηρίζεται το δημοκρατικό σύστημα: την πολιτική και δικαστική εξουσία. Αμφότερες αποτελούν τις δύο όψεις της λαϊκής κυριαρχίας. Το δημοκρατικό πολίτευμα ορίζεται ως η μέση οδός ανάμεσα στην αναρχία και τον δεσποτισμό. Παράλληλα, θεωρείται απαραίτητο να στηριχτεί σε αμοιβαίες υποχωρήσεις των αντικρουόμενων συμφερόντων, με εγγύηση τη έννομη τάξη. Η τήρηση της νομιμότητας με την υπακοή στους νόμους, λογίζεται ως η ύψιστη αρχή που εξασφαλίζει τη δικαιοσύνη. Μάλιστα ο νέος αυτός θεσμός, όπως τον παρουσιάζει η Αθηνά, θεωρείται ανώτερος από το σύστημα των Σκυθών και των Λακεδαιμονίων.
Θα λέγαμε λοιπόν ότι η οπτική του Αισχύλου, μέσα από το έργο του, προσφέρει την απαραίτητη ιδεολογική κατοχύρωση της δημοκρατίας. Ταυτόχρονα, επιζητεί την αναγκαία για την εύρυθμη λειτουργία του πολιτεύματος συναίνεση. Σε συνδυασμό, ασφαλώς, με την προσήλωση στην τάξη που εγγυάται η θεά Αθηνά εκ μέρους και των άλλων θεών. Ο ίδιος δηλώνει αντίθετος στην άνευ ουσίας τυπολατρία και τη μηχανιστική προσέγγιση των θεσμών του δημοκρατικού συστήματος και επιθυμεί τη συνειδητή προσφορά όλων των πολιτών για την όσο το δυνατόν καλύτερη λειτουργία τους.
----------------------
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α. Τσακμάκης κ.α, Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, Εκδόσεις Ε.Α.Π, Πάτρα 2001
Μ.Β Σακελλαρίου, Η Αθηναϊκή Δημοκρατία, Εκδόσεις Π.Ε.Κ, Ηράκλειο 1999
Ησίοδος, Έργα και Ημέραι, Εκδόσεις Γεωργιάδης, Αθήνα 1999
Αριστοτέλης, Ρητορική Τέχνη – Τόμος Α’, Εκδόσεις Γεωργιάδης, Αθήνα 2005
Ηρόδοτος Βιβλίο Ε’ Τερψιχώρη, Εκδόσεις Ζήτρος, Αθήνα 2006
Θουκυδίδης, Ιστοριών Στ’, Εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα 1992
Μ. Χριστόπουλος κ.α, Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, Εκδόσεις Ε.Α.Π, Πάτρα 2001
ΗΡΟΔΟΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑΙ 3, 80-82
Ο Ηρόδοτος ήταν ο πρώτος ιστοριογράφος1. Υπήρξε θαυμαστής της Αθήνας και της δημοκρατίας της. Έζησε εξάλλου την περίοδο της μεγάλης της ακμής (μέσα του 5ου π.Χ). Είχε σε πολύ μεγάλη εκτίμηση τον Περικλή και τον θεωρούσε ικανότατο πολιτικό. Θεωρεί το δημοκρατικό πολίτευμα ως τον καθοριστικό παράγοντα της Αθηναϊκής ανάπτυξης. Οι στρατιωτικές επιτυχίες των Αθηνών αποδίδονται από τον ίδιο στο γεγονός ότι ο κάθε πολίτης αισθανόταν ελεύθερος, και επομένως περισσότερο υπεύθυνος ως μέλος της κοινότητας.
Παράλληλα, βέβαια, ο Ηρόδοτος μελέτησε τους θεσμούς και τον τρόπο ζωής διαφόρων λαών, έχοντας έτσι επίγνωση της ιδιαιτερότητας του κάθε πολιτισμού. Επιχειρεί λοιπόν, με βάση τις εμπειρίες που αποκόμισε από τα πολύχρονα ταξίδια του, να κάνει μια συγκριτική αποτίμηση των διαφόρων συστημάτων διακυβέρνησης. Η προσπάθειά του αυτή απηχεί τόσο τις εμπειρίες αυτές σε σχέση με τις διαφορετικές προσεγγίσεις των πολιτειακών ζητημάτων από τους διαφόρους λαούς, όσο και τις θεωρητικές συζητήσεις των Ελλήνων της εποχής του. Η τομή αυτών των δύο συνιστωσών γέννησε το διάλογο μεταξύ των τριών εξεχόντων Περσών για το άριστο πολίτευμα. Οι τρεις αυτοί Πέρσες είναι ο Οτάνης, ο Μεγάβυξος και ο Δαρείος. Στο υπό εξέταση απόσπασμα από το 3ο βιβλίο της Ιστορίας, η συζήτηση λαμβάνει χώρα μετά την ανατροπή του ψευτο-Σμέρδη και περιλαμβάνει τις προτάσεις των τριών για τον καταλληλότερο τρόπο διακυβέρνησης της αχανούς περσικής αυτοκρατορίας. Να σημειώσουμε επίσης ότι είναι δευτερεύον το ζήτημα της ιστορικότητας του διαλόγου, ο οποίος είναι οπωσδήποτε φανταστικός.
Πρώτος παίρνει το λόγο ο Οτάνης, ο οποίος τάσσεται υπέρ της ισονομίας2, (εδαφ.80). Έτσι αποκαλούσε τη δημοκρατία ο Ηρόδοτος. Ζητεί την ανάθεση των δημοσίων υποθέσεων σε όλους τους Πέρσες και την κατάργηση της μοναρχίας. Καθοριστικό επιχείρημα υπέρ της δημοκρατίας είναι ο κίνδυνος της διαφθοράς και της αυθαιρεσίας του μονάρχη. Η αιτία αυτού του φαινομένου είναι η ίδια η ανθρώπινη φύση και οι αδυναμίες που τη χαρακτηρίζουν. Η απόλυτη εξουσία από έναν άνθρωπο έχει σαν αποτέλεσμα την αλαζονεία, το φθόνο, την έλλειψη εμπιστοσύνης στους άλλους και την ανατροπή των πατροπαράδοτων νόμων.
Απεναντίας, παρουσιάζει ως κύριο χαρακτηριστικό του δημοκρατικού πολιτεύματος την ισότητα όλων απέναντι στο νόμο. Ένα αίτημα που έχει να κάνει κυρίως με την απονομή της δικαιοσύνης και που το βρίσκουμε σαφώς διατυπωμένο ήδη από τον Ησίοδο3. Τονίζει επίσης ότι οι άρχοντες λογοδοτούν. Οι αποφάσεις λαμβάνονται από τον λαό από κοινού και τα αξιώματα απονέμονται με κλήρο. Αυτόν τον ορισμό για τη δημοκρατία δίνει και ο Αριστοτέλης στο έργο του Ρητορική Τέχνη4 κατά τον 4ο αιώνα.
Ο Μεγάβυξος από την πλευρά του, στο εδαφ.81, ασκεί έντονη κριτική στη δημοκρατική διακυβέρνηση. Αντιπαραβάλλει τη δημοκρατία με την ολιγαρχία, την ανάθεση της εξουσίας στους λίγους. Χρησιμοποιεί σκληρή γλώσσα. Συγκεκριμένα, αντιμετωπίζει το πλήθος, το οποίο το θεωρεί ως μάζα που χαρακτηρίζεται από άγνοια, αλαζονεία και απερισκεψία. Δηλώνει ότι η έλλειψη γνώσης που το χαρακτηρίζει ωθεί τις καταστάσεις στα άκρα με ασυλλόγιστη ορμή. Συνεπώς, μόνο όσοι θέλουν το κακό των Περσών θα προτιμήσουν την Δημοκρατία. Μέσα από την επικριτική αυτή διάθεση του Μεγαβύξου έναντι των δημοκρατικών θεσμών, απηχούνται οι απόψεις των επικριτών της και ιδιαιτέρως όσων θίγονται από αυτήν, όπως οι αριστοκράτες.
Ο Δαρείος, τέλος (εδαφ.82), στην πολεμική του έναντι της δημοκρατίας, εστιάζει στη φαυλότητα που παράγεται από πολλούς, οι οποίοι βρίσκουν την ευκαιρία να δημιουργήσουν ισχυρές φιλίες με αποτέλεσμα την αλληλοκάλυψη, ώστε να μη φαίνονται οι καταχρήσεις τους. Αυτή η κατάσταση θα συνεχίζεται έως ότου βρεθεί εκείνος που θα αναλάβει να υπερασπιστεί το λαϊκό δίκαιο και να ικανοποιήσει το λαϊκό αίσθημα με την απομάκρυνση των φαύλων. Πρόκειται σαφώς για ένα αντεπιχείρημα των φιλομοναρχικών ενάντια στις απόψεις του Οτάνη, για τη γνώμη που εξέφρασε ότι η ενός ανδρός αρχή διαφθείρει και οδηγεί σε αυθαίρετες πράξεις.
Ο Ηρόδοτος δεν κρύβει τη συμπάθειά του στη δημοκρατία. Ειδικότερα στο πέμπτο βιβλίο των Ιστοριών και στο εδάφιο 785 καταθέτει με έμφαση την άποψή του για τα αίτια του αθηναϊκού μεγαλείου. Χαρακτηριστική είναι η μονολιθικότητα της ερμηνείας του: η συνθήκη της ελευθερίας απελευθερώνει σε κάθε πολίτη ηθικές δυνάμεις. Ενώ αντίθετα στιγματίζει την τυραννίδα θεωρώντας την υπεύθυνη για την στασιμότητα των Αθηναίων, τόσο σε πολιτικοοικονομικό επίπεδο, όσο και σε στρατιωτικό. Η ελευθερία, σε συλλογικό και ατομικό επίπεδο, αποτελεί για εκείνον μια απόλυτη αξία. Αυτό, βέβαια, δεν τον εμποδίζει να αφουγκραστεί διαφορετικές απόψεις σε σχέση με το κατάλληλο πολίτευμα και να τις καταθέσει. Με αυτή τη συλλογιστική αποδίδει τον σκεπτικισμό πολλών Ελλήνων μέσα από διαλόγους, όπως αυτός μεταξύ των τριών Περσών.
ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 1,7, 4-16 & 34-35
Οι αδυναμίες της δημοκρατίας γίνονται έκδηλες στην αφήγηση ενός ιστορικού περιστατικού από τα Ελληνικά του Ξενοφώντα, στο δεύτερο απόσπασμα που εξετάζουμε. Ο ίδιος καταγόταν από την δεύτερη τη σειρά τάξη, αυτή των ιππέων, γεγονός που δικαιολογεί τα συντηρητικά του φρονήματα. Η προβληματική του εστιαζόνταν στην αποτελεσματικότητα και την ηθική νομιμοποίηση της λαϊκής κυριαρχίας. Άλλωστε, μην ξεχνάμε ότι η εποχή του, περί τα τέλη του 5ου και αρχές του 4ου π.Χ χαρακτηρίζεται από την κρίση6 του θεσμού της πόλης-κράτους. Οι επιφυλάξεις του τον οδηγούν στη μετριοπαθή ολιγαρχία ή τη δημοκρατία των αγροτών, όσων είχαν ιδιοκτησία και εισόδημα από τη γη. Κατά συνέπεια αποκλείει τους ακτήμονες που εμφανίζονται περισσότερο επιρρεπείς στην εξαγορά και τη συναλλαγή.
Στο συγκεκριμένο απόσπασμα, ο συγγραφέας παρουσιάζει ανάγλυφα την αδυναμία του πλήθους να κρίνει ώριμα και δίκαια, όταν πρόκειται να ασκήσει τα δικαστικά του καθήκοντα. Πρόκειται για τη δίκη των Αθηναίων στρατηγών, με την κατηγορία ότι δεν περισυνέλεξαν τους ναυαγούς του Αθηναϊκού στόλου μετά τη ναυμαχία των Αργινουσών το 406 π.Χ. Ο Θηραμένης, ένας από τους τριηράρχους, ήταν από αυτούς που πρωτοστάτησαν στις κατηγορίες (στ.4). Στη δίκη εντοπίζονται παραβιάσεις στη διαδικασία, αφού δεν δόθηκε ο προβλεπόμενος χρόνος στους κατηγορούμενους προκειμένου να απολογηθούν (στ.5). Αυτή η καταστρατήγηση της διαδικασίας οφείλεται σε παρεμβάσεις και χειρισμούς που έκρυβαν σκοπιμότητα. Βεβαίως, δεν ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε κάτι ανάλογο.
Στη συνέχεια βλέπουμε τον Καλλίξενο να πείθεται από τον Θηραμένη να κατηγορήσει τους στρατηγούς στη Βουλή. Η Βουλή στη συνέχεια εισηγήθηκε, κατόπιν της πρότασής του, την ψηφοφορία κατά φυλές. Παράλληλα, ο Θηραμένης επιχείρησε την εκμετάλλευση της συλλογικής ψυχολογίας με την ακόλουθη απάτη: Εμφάνισε δικούς του ανθρώπους για να παραστήσουν τους συγγενείς των θυμάτων. Εδώ παρατηρούμε, εκτός των παρανομιών, μια έκδηλη κυριαρχία των σκοπιμοτήτων, με την έντεχνη καλλιέργεια των συναισθηματικών αντιδράσεων του πλήθους. Ο στόχος είναι η μεταστροφή του κλίματος, από τη συμπάθεια που είχε επιδειχθεί στους κατηγορουμένους στην απαξίωσή τους (στ.8/11).
Οι παραπάνω αυθαιρεσίες, όμως, εντοπίστηκαν από τον Πεισιάνακτα και ορισμένους άλλους, οι οποίοι μήνυσαν τον Καλλίξενο. Οι δημαγωγοί όμως είχαν το πάνω χέρι και πρότειναν να δικάσουν τους μηνυτές μαζί με τους στρατηγούς, με σκοπό να εκβιάσουν καταστάσεις. Την ίδια τύχη είχαν και κάποιοι πρυτάνεις, οι οποίοι εξέφρασαν με τη σειρά τους τις ανάλογες αντιρρήσεις. Αυτή η επιτυχία των δημαγωγών οφείλεται, κυρίως, στον έντεχνο προσεταιρισμό του λαϊκού αισθήματος, μέσω κολακειών και περίτεχνων λόγων. Η κατάφωρη παραβίαση της νομιμότητας, στηρίχθηκε στο όνομα ακριβώς της παντοδυναμίας του πλήθους και της αναγόρευσης της βούλησής του σε ύψιστη πηγή κάθε εξουσίας. Μοναδική φωτεινή εξαίρεση αποτέλεσε ο Σωκράτης, ο οποίος καίτοι αντίθετος με το δημοκρατικό πολίτευμα, εντούτοις, θεώρησε χρέος του να μην παρανομήσει. Αυτή η αναφορά αποτελεί μία εξαιρετική μνεία στο δάσκαλό του, από τον ίδιο τον Ξενοφώντα που τον εκτιμούσε απεριόριστα. (στ.12/16).
Οι παρατυπίες όμως δεν σταμάτησαν. Συνεχίστηκαν με την απόφαση της Βουλής να δικαστούν συνολικά οι κατηγορούμενοι και όχι ξεχωριστά ο καθένας, όπως είχαν το δικαίωμα. Παρά τη γραπτή πρόταση του Ευρυπτόλεμου, εμφανίστηκε κάποιος άλλος τιμητής του κοινού περί δικαίου αισθήματος, ο Μενεκλής. Προχώρησε σε ένορκη ένσταση και κατάφερε να περάσει την παράνομη πρόταση της Βουλής. Αυτό σηματοδοτούσε τη θανατική καταδίκη των έξι στρατηγών (στ.34).
Δεν πέρασε πολύς καιρός και οι Αθηναίοι μετάνιωσαν για την άστοχη και βεβιασμένη ενέργειά τους να θανατώσουν τους στρατηγούς (στ.35). Το ίδιο συνέβη με την εσπευσμένη ανάκληση του Αλκιβιάδη, προκειμένου να απολογηθεί για το σπάσιμο των ερμαϊκών7 στηλών. Το αποτέλεσμα ήταν η συντριπτική ήττα του αθηναϊκού στόλου κατά τη Σικελική εκστρατεία. Κατά τον ίδιο τρόπο παρασύρθηκαν από τον Κλέωνα το δημαγωγό και απέρριψαν τις ευνοϊκές προτάσεις της Σπάρτης το 425 π.Χ για τη σύναψη ειρήνης.
Αυτό που βλέπουμε είναι ότι ο Ξενοφώντας, έχει υπόψη του και τονίζει τις πραγματικές δυσλειτουργίες του συστήματος και τις έκρυθμες καταστάσεις που παρατηρούνται, ιδιαίτερα σε περιόδους γενικής κρίσης των θεσμών. Αυτό συνέβη τα τελευταία χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου, όπου διαδραματίζονται τα γεγονότα που συνθέτουν τόσο το προσκήνιο όσο και το παρασκήνιο της δίκης των στρατηγών που εξιστορήθηκε. Η υπόθεση όμως αυτή θα παραμείνει χαραγμένη ανεξίτηλα στη μνήμη των Αθηναίων. Αποτέλεσε το βασικό επιχείρημα στους επικριτές του δημοκρατικού πολιτεύματος, που ολοένα πλήθαιναν, να εντείνουν την αμφισβήτηση τους προς αυτό. Η δημοκρατία είχε υποστεί καίριο πλήγμα.
ΑΙΣΧΥΛΟΥ ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ στ.681-710
Ο προβληματισμός σε σχέση με τη φύση και τη λειτουργία της δημοκρατίας απασχόλησε εκτός από τον πεζό λόγο και την ποίηση. Πιο συγκεκριμένα η αττική τραγωδία κάνει συχνές αναφορές, με έμμεσο ή άμεσο τρόπο, σε επίκαιρα ζητήματα που άπτονται του δημοσίου βίου. Ο Αισχύλος, ο πρώτος από τους τρεις μεγάλους τραγικούς της αρχαιότητας, είναι εκφραστής της γενιάς που βίωσε την εντυπωσιακή άνοδο των Αθηνών στις πρώτες δεκαετίες του 5ου π.Χ αιώνος. Η άνοδος αυτή συνδυάστηκε με τις νίκες στα Μηδικά και τη μετέπειτα δημιουργία της αθηναϊκής ηγεμονίας. Η πορεία αυτή είχε ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση ενός πιο ριζοσπαστικού δημοκρατικού πολιτεύματος.
Κατά συνέπεια, το απόσπασμα του λόγου της Αθηνάς από τις Ευμενίδες εντάσσεται στα πλαίσια των μεταρρυθμίσεων που συνέβαλαν στην περαιτέρω κατοχύρωση της λαϊκής εξουσίας. Καθοριστική στιγμή στην πορεία των μεταρρυθμίσεων υπήρξε εκείνη του Εφιάλτη8 το 462 π.Χ. Σύμφωνα με αυτήν αφαιρέθηκαν από τον Άρειο Πάγο οι πολιτικές αρμοδιότητες που είχε, και ιδιαίτερα το δικαίωμα ελέγχου των κρατικών αξιωματούχων. Η δικαιοδοσία του περιορίζονταν πλέον στην εκδίκαση υποθέσεων φόνου και θρησκευτικών ζητημάτων. Για το λόγο αυτό εμφανίζεται η θεά Αθηνά να θεσπίζει τον Άρειο πάγο, όπου θα δικαστεί ο Ορέστης που σκότωσε τη μητέρα του. Με αυτό τον τρόπο αποδυναμώθηκε το παλαιό αριστοκρατικό δικαστήριο. Ταυτόχρονα, μεταφέρθηκαν όλες οι σημαντικές πολιτικές αρμοδιότητες στην εκκλησία του δήμου.
Βεβαίως, η ομιλία της θεάς, προσφέρει και την κατάλληλη θεϊκή υπόσταση, υπό την έννοια της κατοχύρωσης του θεσμού. Απευθύνεται στο σύνολο του αθηναϊκού λαού και ουσιαστικά σκιαγραφεί το ήθος με το οποίο θα πρέπει να διέπονται οι πολίτες που καλούνται να διαχειριστούν την εξουσία στο όνομα της δημοκρατίας. Σε αυτούς τους στίχους ο Αισχύλος επιχειρεί να αναδείξει τους δύο άξονες, πάνω στους οποίους στηρίζεται το δημοκρατικό σύστημα: την πολιτική και δικαστική εξουσία. Αμφότερες αποτελούν τις δύο όψεις της λαϊκής κυριαρχίας. Το δημοκρατικό πολίτευμα ορίζεται ως η μέση οδός ανάμεσα στην αναρχία και τον δεσποτισμό. Παράλληλα, θεωρείται απαραίτητο να στηριχτεί σε αμοιβαίες υποχωρήσεις των αντικρουόμενων συμφερόντων, με εγγύηση τη έννομη τάξη. Η τήρηση της νομιμότητας με την υπακοή στους νόμους, λογίζεται ως η ύψιστη αρχή που εξασφαλίζει τη δικαιοσύνη. Μάλιστα ο νέος αυτός θεσμός, όπως τον παρουσιάζει η Αθηνά, θεωρείται ανώτερος από το σύστημα των Σκυθών και των Λακεδαιμονίων.
Θα λέγαμε λοιπόν ότι η οπτική του Αισχύλου, μέσα από το έργο του, προσφέρει την απαραίτητη ιδεολογική κατοχύρωση της δημοκρατίας. Ταυτόχρονα, επιζητεί την αναγκαία για την εύρυθμη λειτουργία του πολιτεύματος συναίνεση. Σε συνδυασμό, ασφαλώς, με την προσήλωση στην τάξη που εγγυάται η θεά Αθηνά εκ μέρους και των άλλων θεών. Ο ίδιος δηλώνει αντίθετος στην άνευ ουσίας τυπολατρία και τη μηχανιστική προσέγγιση των θεσμών του δημοκρατικού συστήματος και επιθυμεί τη συνειδητή προσφορά όλων των πολιτών για την όσο το δυνατόν καλύτερη λειτουργία τους.
----------------------
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α. Τσακμάκης κ.α, Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, Εκδόσεις Ε.Α.Π, Πάτρα 2001
Μ.Β Σακελλαρίου, Η Αθηναϊκή Δημοκρατία, Εκδόσεις Π.Ε.Κ, Ηράκλειο 1999
Ησίοδος, Έργα και Ημέραι, Εκδόσεις Γεωργιάδης, Αθήνα 1999
Αριστοτέλης, Ρητορική Τέχνη – Τόμος Α’, Εκδόσεις Γεωργιάδης, Αθήνα 2005
Ηρόδοτος Βιβλίο Ε’ Τερψιχώρη, Εκδόσεις Ζήτρος, Αθήνα 2006
Θουκυδίδης, Ιστοριών Στ’, Εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα 1992
Μ. Χριστόπουλος κ.α, Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, Εκδόσεις Ε.Α.Π, Πάτρα 2001
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου