Οι Δελφοί ήταν ιερός χώρος, πολύ πριν φτάσει ο Απόλλων και εγκατασταθεί εκεί η Πυθία.
Η Πυθία, πρωταγωνίστρια ενός λαμπρού θιάσου αγαλμάτων(του μαντείου), δεν ήταν ούτε ωραία, ούτε νέα, ούτε μορφωμένη, ούτε καν καλοντυμένη. Δεν αποκλείεται να κυκλοφορούσε ξυπόλητη.
Έχω την υποψία ότι, αν κάποιος απληροφόρητος επισκεπτόταν τους Δελφούς, εύκολα θα περνούσε την Πυθία για καθαρίστρια του ναού. Δεν ξέρουμε αν συνομιλούσε με το κοινό της ή αν της διαβίβαζαν τις ερωτήσεις του οι ιερείς.
Η κοσμοσυρροή ήταν τόση, που το μαντείο κατά καιρούς χρησιμοποιούσε δύο Πυθίες. Νομίζαμε ότι μια δάφνη, το αγαπημένο δέντρο του Απόλλωνα, βρισκόταν μέσα στο άδυτο. Πώς όμως μεγάλωνε χωρίς φως; Να την είχαν σε μια γλάστρα και να την έβγαζαν πότε -πότε στον ήλιο;
Ήμασταν σχεδόν βέβαιοι, έτσι τουλάχιστον μαθαίνω, ότι η Πυθία καθόταν σ' ένα τρίποδα κι ότι οι αναθυμιάσεις που έβγαιναν από μια σχισμή του εδάφους τής προκαλούσαν έντονη ψυχική ταραχή.
Ο Πλούταρχος φαίνεται πεπεισμένος ότι έβγαιναν κάποτε αναθυμιάσεις μέσα από το άδυτο, αλλά δεν ισχυρίζεται ότι εξακολουθεί να συμβαίνει αυτό στη δική του εποχή. Θεωρεί απλά ότι το πνεύμα της γης ευνοεί τις μαντικές ικανότητες.
Αυτοί που έγραψαν τα πιο πολλά για τις αναθυμιάσεις, που τις χαρακτηρίζουν μάλιστα “πονηρές”, είναι οι πατέρες της Εκκλησίας. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει ότι περνούν μέσα από τα γεννητικά όργανα της ιέρειας κι ότι την κάνουν να παραληρεί.
Η γεωλογική μελέτη έδειξε ότι δεν υπήρξαν ποτέ ατμοί, ούτε κανένα χάσμα, κι ότι κακώς πιστεύαμε ότι το νερό μιας πηγής περνούσε κάτω από το άδυτο. Καμία από τις παραστάσεις της Πυθίας που σώζονται δεν τη δείχνει με τα μάτια αναστραμμένα κι αφρούς στο στόμα. Δεν μοιάζει ταραγμένη.
Οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν μια Πυθία λιγότερο θεαματική από αυτήν που φανταζόμασταν, μια πρωταγωνίστρια χαμηλών τόνων”.
Ένα είναι βέβαιο, φίλοι μου! Η Πυθία κι ο ρόλος της στο μαντείο έχει μακρά και αινιγματική πορεία μέσα στο λαβύρινθο των αιώνων και κάνει τους συγγραφείς να στρέφουν το βλέμμα στο μύθο της και το συμβολισμό του.
“Η Πυθία έκαιγε φύλλα δάφνης και κριθαρένιο αλεύρι. Δεν αποκλείεται ο χώρος να μύριζε λιβάνι: στους λογαριασμούς του ιερού αναφέρονται επανειλημμένα αγορές λιβανιού. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι η Πυθία, πριν κατέβει στο άδυτο, έπινε νερό από την Κασταλία πηγή και μασούσε φύλλα δάφνης. Ήταν ίσως ένα είδος μετάληψης. Εξάγνιζε το στόμα και το νου της. Φαίνεται ότι μέσα στο ταψάκι υπήρχαν κότσια ή κουκιά, που τη βοηθούσαν να βρει την σωστή απάντηση όταν η ερώτηση ήταν απλή.
Οι ερωτήσεις ήταν συνήθως απλές: τις υπέβαλαν ιδιώτες που ήθελαν να μάθουν αν έπρεπε να καλλιεργήσουν τη γη, να πάρουν το πλοίο, να εκπατριστούν, να παντρευτούν, να δανείσουν χρήματα.
Το ερωτηματικό “ει” που εισάγει αυτές τις προτάσεις(“ει γεωργείν”, “ει συμφέρει πλειν”, “εί αποδημείν”) αποτελεί, κατά τον Πλούταρχο, μια από τις πιθανές εξηγήσεις του έψιλον.
Όταν επρόκειτο για σπουδαία ζητήματα, η Πυθία έβαζε τα δυνατά της: απαντούσε έμμετρα και αινιγματικά.
Οι χρησμοί της ήταν εξαιρετικά δημοφιλείς στην αρχαιότητα, κυκλοφορούσαν ευρύτατα, αποτελούσαν αντικείμενα αποτιμήσεων.
Η ιέρεια απαντούσε και δεν απαντούσε στις ερωτήσεις. Οι λύσεις που έδινε είχαν τη μορφή προβλημάτων.
Δεν είναι εύκολα πιστευτό ότι αυτοί οι χρησμοί ήταν έργο μιας αγράμματης γυναίκας. Δίπλα της, μέσα στο άδυτο, υπήρχε ένα χρυσό άγαλμα του Απόλλωνα. Η Πυθία ήταν η φωνή του αγάλματος. Η άγνοιά της εγγυόταν, κατά κάποιον τρόπο, τη θεία προέλευση των λόγων της. Ήταν τόσο γνωστή η έφεση του Απόλλωνα στα λογοπαίγνια, στους γρίφους, ώστε έφερε επίσημα την επωνυμία Λοξίας, που θυμίζει παρατσούκλι.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Κροίσος, ο βασιλιάς της Λυδίας. Ρώτησε την Πυθία του μαντείου των Δελφών, τι θα συμβεί αν περάσει τον ποταμό Άλυ, που ήταν τότε το σύνορο μεταξύ του Μηδικού και Λυδικού βασιλείου, για να εκστρατεύσει ενάντια στον βασιλιά των Περσών Κύρο και πήρε τον χρησμό ότι «αυτό θα φέρει την καταστροφή μιας μεγάλης αυτοκρατορίας».
Έτσι ο Κροίσος θεώρησε ότι ο χρησμός αφορούσε την καταστροφή της Περσίας και όχι τη δική του. Το αποτέλεσμα της εκστρατείας του ήταν να υποστεί πανωλεθρία και να καταστραφεί πράγματι μια μεγάλη αυτοκρατορία της εποχής εκείνης, η δική του.
Δεν είναι περίεργο ότι οι γνωματεύσεις του απαιτούσαν σκέψη για να γίνουν κατανοητές: ο θεός της μαντικής ήταν επίσης θεός της φιλοσοφίας. Σ' αυτή του την ιδιότητα στηρίζει ο Πλούταρχος την άποψη ότι το Ε μπορεί να παραπέμπει στο υποθετικό “ει” των φιλοσόφων: “Εάν λοιπόν δεχθούμε, αγαπητέ μου Αλκιβιάδη,...”
Ένα τρίτο πρόσωπο ήταν παρόν στο άδυτο, ένας προφήτης, που δεν έπαιζε, υποτίθεται, σπουδαίο ρόλο. Κατέγραφε τους χρησμούς, ίσως και να τους χτένιζε λιγάκι.
Η Πυθία και ο ρόλος της, φίλοι μου, όπως και το Ε προβληματίζει βαθιά, που μας δίνει απλά, μα γλαφυρά, την εικόνα που σχημάτισε από τα στοιχεία που διασώθηκαν και αφορούν στη λειτουργία του τέμπλου του Απόλλωνα.
Η Πυθία, πρωταγωνίστρια ενός λαμπρού θιάσου αγαλμάτων(του μαντείου), δεν ήταν ούτε ωραία, ούτε νέα, ούτε μορφωμένη, ούτε καν καλοντυμένη. Δεν αποκλείεται να κυκλοφορούσε ξυπόλητη.
Έχω την υποψία ότι, αν κάποιος απληροφόρητος επισκεπτόταν τους Δελφούς, εύκολα θα περνούσε την Πυθία για καθαρίστρια του ναού. Δεν ξέρουμε αν συνομιλούσε με το κοινό της ή αν της διαβίβαζαν τις ερωτήσεις του οι ιερείς.
Η κοσμοσυρροή ήταν τόση, που το μαντείο κατά καιρούς χρησιμοποιούσε δύο Πυθίες. Νομίζαμε ότι μια δάφνη, το αγαπημένο δέντρο του Απόλλωνα, βρισκόταν μέσα στο άδυτο. Πώς όμως μεγάλωνε χωρίς φως; Να την είχαν σε μια γλάστρα και να την έβγαζαν πότε -πότε στον ήλιο;
Ήμασταν σχεδόν βέβαιοι, έτσι τουλάχιστον μαθαίνω, ότι η Πυθία καθόταν σ' ένα τρίποδα κι ότι οι αναθυμιάσεις που έβγαιναν από μια σχισμή του εδάφους τής προκαλούσαν έντονη ψυχική ταραχή.
Ο Πλούταρχος φαίνεται πεπεισμένος ότι έβγαιναν κάποτε αναθυμιάσεις μέσα από το άδυτο, αλλά δεν ισχυρίζεται ότι εξακολουθεί να συμβαίνει αυτό στη δική του εποχή. Θεωρεί απλά ότι το πνεύμα της γης ευνοεί τις μαντικές ικανότητες.
Αυτοί που έγραψαν τα πιο πολλά για τις αναθυμιάσεις, που τις χαρακτηρίζουν μάλιστα “πονηρές”, είναι οι πατέρες της Εκκλησίας. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει ότι περνούν μέσα από τα γεννητικά όργανα της ιέρειας κι ότι την κάνουν να παραληρεί.
Η γεωλογική μελέτη έδειξε ότι δεν υπήρξαν ποτέ ατμοί, ούτε κανένα χάσμα, κι ότι κακώς πιστεύαμε ότι το νερό μιας πηγής περνούσε κάτω από το άδυτο. Καμία από τις παραστάσεις της Πυθίας που σώζονται δεν τη δείχνει με τα μάτια αναστραμμένα κι αφρούς στο στόμα. Δεν μοιάζει ταραγμένη.
Οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν μια Πυθία λιγότερο θεαματική από αυτήν που φανταζόμασταν, μια πρωταγωνίστρια χαμηλών τόνων”.
Ένα είναι βέβαιο, φίλοι μου! Η Πυθία κι ο ρόλος της στο μαντείο έχει μακρά και αινιγματική πορεία μέσα στο λαβύρινθο των αιώνων και κάνει τους συγγραφείς να στρέφουν το βλέμμα στο μύθο της και το συμβολισμό του.
“Η Πυθία έκαιγε φύλλα δάφνης και κριθαρένιο αλεύρι. Δεν αποκλείεται ο χώρος να μύριζε λιβάνι: στους λογαριασμούς του ιερού αναφέρονται επανειλημμένα αγορές λιβανιού. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι η Πυθία, πριν κατέβει στο άδυτο, έπινε νερό από την Κασταλία πηγή και μασούσε φύλλα δάφνης. Ήταν ίσως ένα είδος μετάληψης. Εξάγνιζε το στόμα και το νου της. Φαίνεται ότι μέσα στο ταψάκι υπήρχαν κότσια ή κουκιά, που τη βοηθούσαν να βρει την σωστή απάντηση όταν η ερώτηση ήταν απλή.
Οι ερωτήσεις ήταν συνήθως απλές: τις υπέβαλαν ιδιώτες που ήθελαν να μάθουν αν έπρεπε να καλλιεργήσουν τη γη, να πάρουν το πλοίο, να εκπατριστούν, να παντρευτούν, να δανείσουν χρήματα.
Το ερωτηματικό “ει” που εισάγει αυτές τις προτάσεις(“ει γεωργείν”, “ει συμφέρει πλειν”, “εί αποδημείν”) αποτελεί, κατά τον Πλούταρχο, μια από τις πιθανές εξηγήσεις του έψιλον.
Όταν επρόκειτο για σπουδαία ζητήματα, η Πυθία έβαζε τα δυνατά της: απαντούσε έμμετρα και αινιγματικά.
Οι χρησμοί της ήταν εξαιρετικά δημοφιλείς στην αρχαιότητα, κυκλοφορούσαν ευρύτατα, αποτελούσαν αντικείμενα αποτιμήσεων.
Η ιέρεια απαντούσε και δεν απαντούσε στις ερωτήσεις. Οι λύσεις που έδινε είχαν τη μορφή προβλημάτων.
Δεν είναι εύκολα πιστευτό ότι αυτοί οι χρησμοί ήταν έργο μιας αγράμματης γυναίκας. Δίπλα της, μέσα στο άδυτο, υπήρχε ένα χρυσό άγαλμα του Απόλλωνα. Η Πυθία ήταν η φωνή του αγάλματος. Η άγνοιά της εγγυόταν, κατά κάποιον τρόπο, τη θεία προέλευση των λόγων της. Ήταν τόσο γνωστή η έφεση του Απόλλωνα στα λογοπαίγνια, στους γρίφους, ώστε έφερε επίσημα την επωνυμία Λοξίας, που θυμίζει παρατσούκλι.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Κροίσος, ο βασιλιάς της Λυδίας. Ρώτησε την Πυθία του μαντείου των Δελφών, τι θα συμβεί αν περάσει τον ποταμό Άλυ, που ήταν τότε το σύνορο μεταξύ του Μηδικού και Λυδικού βασιλείου, για να εκστρατεύσει ενάντια στον βασιλιά των Περσών Κύρο και πήρε τον χρησμό ότι «αυτό θα φέρει την καταστροφή μιας μεγάλης αυτοκρατορίας».
Έτσι ο Κροίσος θεώρησε ότι ο χρησμός αφορούσε την καταστροφή της Περσίας και όχι τη δική του. Το αποτέλεσμα της εκστρατείας του ήταν να υποστεί πανωλεθρία και να καταστραφεί πράγματι μια μεγάλη αυτοκρατορία της εποχής εκείνης, η δική του.
Δεν είναι περίεργο ότι οι γνωματεύσεις του απαιτούσαν σκέψη για να γίνουν κατανοητές: ο θεός της μαντικής ήταν επίσης θεός της φιλοσοφίας. Σ' αυτή του την ιδιότητα στηρίζει ο Πλούταρχος την άποψη ότι το Ε μπορεί να παραπέμπει στο υποθετικό “ει” των φιλοσόφων: “Εάν λοιπόν δεχθούμε, αγαπητέ μου Αλκιβιάδη,...”
Ένα τρίτο πρόσωπο ήταν παρόν στο άδυτο, ένας προφήτης, που δεν έπαιζε, υποτίθεται, σπουδαίο ρόλο. Κατέγραφε τους χρησμούς, ίσως και να τους χτένιζε λιγάκι.
Η Πυθία και ο ρόλος της, φίλοι μου, όπως και το Ε προβληματίζει βαθιά, που μας δίνει απλά, μα γλαφυρά, την εικόνα που σχημάτισε από τα στοιχεία που διασώθηκαν και αφορούν στη λειτουργία του τέμπλου του Απόλλωνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου