Σκοπός της επιστολής αυτής είναι να παρουσιαστούν συνοπτικά τα βασικότερα σημεία του «περί φύσεως» συγγράμματός του Επίκουρου έτσι ώστε να λάβουν μια ικανή γνώση περί τούτου, όσοι δεν έχουν την ευκαιρία να διαβάσουν το σύγγραμμα.
Διά την ορθή κατανόηση των φυσικών φαινομένων, πρέπει να εμπιστευόμαστε τις αισθήσεις, άλλο ασφαλές κριτήριο δεν έχουμε. Βασιζόμαστε άρα στις αισθήσεις, στην λογική ερμηνεία αυτών και στα συναισθήματα που απορρέουν από αυτές. Εκτός όμως από τα αισθητά φαινόμενα, υπάρχουν και τα άδηλα, τα ανεπαίσθητα δηλαδή, που δεν μπορούμε να αντιληφθούμε. Για να ερμηνεύσουμε τα άδηλα, ξεκινούμε με τις εξής παραδοχές:
1) Δεν μπορούμε από την ανυπαρξία (το μη ον) να παράγουμε κάτι το υπαρκτό (το ον). Το ον προϋπάρχει πάντα, έστω και σε πρόδρομη μορφή(σπόρος). Κατ’ αναλογία, το ον δεν μπορεί να αφανιστεί και να περιέλθει στην κατάσταση του μη όντος
2) Το σύμπαν είναι αιώνιο και άφθαρτο, καθότι καμία δύναμη δεν υπάρχει έξω ή μέσα από αυτό, ικανή να επιφέρει μεταβολή. Αποτελείται από τα σώματα που γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις και το κενό (αναφής φύση). Τα σύνθετα σώματα αποτελούνται από τα άτομα, τα οποία, όπως δηλώνει και η λέξη δεν τέμνονται, ούτε είναι δυνατόν να αφανιστούν πλήρως και να περιέλθουν στην κατάσταση του μη όντος. Το σύμπαν είναι άπειρο, γιατί στην αντίθετη περίπτωση θα έπρεπε να είναι πεπερασμένο, να είχε δηλαδή πέρας (τέλος). Είναι αδύνατον να φανταστούμε κάποιο άκρο για το σύμπαν, επομένως είναι άπειρο. Ακόμη άπειρο είναι και το κενό και τα σώματα που βρίσκονται στο σύμπαν. Τα άτομα παρουσιάζουν κάποια μικρή διαφοροποίηση στο σχήμα και μέγεθος τους, δεν είναι συνεπώς πανομοιότυπα. Εάν τα άτομα κινηθούν στο κενό, η ταχύτητά τους είναι ίση (δεν εξαρτάται από το μέγεθός τους) και ασύλληπτα μεγάλη. Όταν όμως τα άτομα σχηματίσουν τα σώματα, τότε εγκλωβίζονται σε καθορισμένες θέσεις και απλά εκτελούν ταλαντώσεις, πάλλονται ή περιστρέφονται γύρω από τη θέση ισορροπίας. Αλλά και οι παράλληλοι κόσμοι άπειροι είναι, καθώς τα άτομα που είναι άπειρα, κινούνται στο κενό προς όλες τις κατευθύνσεις με ταχύτητα τεράστια και συνεπώς έχουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν άπειρους συνδυασμούς και κατ΄ επέκταση, άπειρους κόσμους, όμοιους ή ανόμοιους, μεταξύ τους.
Τα σώματα γίνονται ορατά από τους οφθαλμούς, μέσω των ειδώλων. Τα είδωλα είναι εκμαγεία της μορφής των σωμάτων, τα οποία εκπέμπονται διαρκώς προς πάσα κατεύθυνση. Τα είδωλα αποτελούνται από άτομα αραιά, πολύ λεπτής υφής, σχεδόν άυλα, που έχουν τη δυνατότητα να κινούνται στο κενό με τεράστια ταχύτητα (την ταχύτητα της σκέψης), ακριβώς επειδή έχουν μάζα πρακτικά μηδενική και δεν συγκρούονται με άλλα άτομα ή σώματα, έτσι ώστε να ανακοπεί η ταχύτητά τους. Τώρα, το πώς γίνονται αντιληπτά από την αίσθηση της όρασης, αυτό μπορεί να εξηγηθεί είτε αν δεχτούμε ότι, το είδωλο αφήνει το αποτύπωμά του επάνω στον οφθαλμό ή κάτι άλλο παρεμβάλλεται, το οποίο μεταφέρει την εικόνα του ειδώλου.
Αλλά και ο ήχος παράγεται από τα ρεύματα του αέρα, που δημιουργεί η ηχητική πηγή, τα οποία αποτυπώνονται στο αισθητήριο της ακοής. Τα ρεύματα όμως αυτά του αέρα περιέχουν και ομοιογενή σωματίδια με συγκεκριμένη διάταξη, τα οποία εκπέμπονται από το σώμα που παράγει τον ήχο και είναι αυτά που μεταφέρουν την ιδιαίτερη χροιά του ήχου.
Και η οσμή με παρόμοιο μηχανισμό δημιουργείται, καθώς τα άτομα του σώματος διαχέονται στον αέρα, με χαρακτηριστική για κάθε οσμή διάταξη.
Όπως προαναφέραμε, οι μόνιμες ιδιότητες των ατόμων, είναι το βάρος, το σχήμα και το μέγεθος, τα οποία ποικίλουν μέσα σε αυστηρά καθορισμένα πλαίσια. Έτσι υπάρχει ένα ελάχιστο και ένα μέγιστο όριο μεγέθους, πέραν του οποίου άτομα δεν βρίσκονται. Κατά συνέπεια, ένα σώμα με ορισμένο μέγεθος έχει πεπερασμένο αριθμό ατόμων, γιατί αν είχε άπειρα άτομα, όσο μικρά και να ήταν αυτά, θα ήταν άπειρο το μέγεθος του. Όταν τα άτομα κινούνται στο κενό, η ταχύτητά τους είναι ίδια, ανεξάρτητα από το σχήμα και το βάρος τους. Όταν όμως συγκρούονται με άλλα άτομα, αλλάζουν ταχύτητα και κατεύθυνση, ανάλογα το βάρος τους και το σχήμα τους.
Όσο για την ψυχή, είναι κι αυτή σώμα, που αποτελείται από άτομα εξαιρετικά λεπτής υφής. Άλλα από αυτά ομοιάζουν με τον άνεμο, άλλα με τη θερμότητα και άλλα υπάγονται σε μια τρίτη κατηγορία, που είναι ακόμη λεπτότερα. Η ψυχή κατοικεί στο σώμα, όπου και προφυλάσσεται και παράλληλα εφοδιάζει το σώμα με την αίσθηση (τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις συγκινήσεις). Η ψυχή διακρίνεται στο άλογο μέρος της, που είναι διασκορπισμένο σε όλο το σώμα και το λογικό, που εδράζεται στον θώρακα και γεννά τους φόβους και τις χαρές. Η ψυχή δεν μπορεί να διατηρήσει την αίσθηση έξω από το σώμα και πεθαίνει όταν αυτό πεθάνει. Επομένως, όσοι θεωρούν την ψυχή άυλη λένε ανοησίες, γιατί αν ήταν τέτοια, δεν θα ήταν δυνατό να πάθει κάποια βλάβη.
Τα άτομα, όπως προαναφέραμε, έχουν ιδιότητες μόνιμες (το βάρος, το σχήμα και το μέγεθος). Τα σώματα που αποτελούνται από τα άτομα, αποκτούν κάποιες παροδικές ιδιότητες, που ονομάζονται συμπτώματα. Έτσι το σχήμα σε ένα άτομο είναι ιδιότητα μόνιμη, ενώ για το σώμα είναι παροδική (σύμπτωμα). Τα βάρος είναι ιδιότητα μόνιμη, τόσο στο σώμα, όσο και στο άτομο.
Σχετικά με την προέλευση του κόσμου, είναι αναγκαίο ίσως να παραδεχτούμε, ότι γεννήθηκε από το άπειρο με διαρκείς συστροφές, περιστροφές, στροβιλώδεις δίνες και πυκνώματα. Αυτό ισχύει τόσο για τον γήινο, όσο και για τους άπειρους συνυπάρχοντες κόσμους. Από το άπειρο προήλθαν και εκεί θα καταλήξουν. Στους αναρίθμητους λοιπόν παράλληλους κόσμους είναι άτοπο να υποθέσουμε ότι δεν έχει υπάρξει κάπου αλλού και εκτός γης, ο σπόρος της ζωής και η κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξή της. Συνεπώς είναι βέβαιο ότι και σε άλλους πλανήτες υπάρχουν φυτά και ζωικά όντα, τόσο όμοια με αυτά που γνωρίζουμε, όσο και ανόμοια.
Όσο για την κίνηση των ουρανίων σωμάτων, καθώς και την έκλειψη, την ανατολή, τη δύση, δεν πρέπει να νομίζουμε ότι ελέγχονται από κάποιον θεό, ο οποίος διαφοροποιεί κάθε φορά τις κινήσεις ανάλογα με τις διαθέσεις του. Διότι κάτι παρόμοιο θα ταίριαζε σε άνθρωπο και μάλιστα κυκλοθυμικό, φοβικό και ανασφαλή και όχι σε ένα άφθαρτο και μακάριο ον, όπως είναι ο θεός. Μπορούμε συνεπώς να δεχτούμε ότι η κινήσεις των πλανητών πραγματοποιούνται με θαυμαστή ακρίβεια, υπό τον έλεγχο ενός συμπαντικού νου, είναι όμως προκαθορισμένες και επαναλαμβανόμενες και δεν μεταβάλλονται ανάλογα με την οργή ή την ευμένεια κάποιου θεού. Χάνουμε τη σοβαρότητα και τη σεμνότητα όταν ισχυριζόμαστε ότι οι πλανητικές κινήσεις εξαρτώνται από μια στιγμιαία οργή ή φόβο ή οποιοδήποτε άλλο ανθρώπινο πάθος. Αντί με την γνώση να εξαλείψουμε τον ανθρώπινο φόβο, με τέτοιες δοξασίες τον υποθάλπουμε, νιώθοντας ότι είμαστε έρμαια κάποιας οργισμένης αντίδρασης θεού, που θα εκφραστεί με διατάραξη της πλανητικής κίνησης. Την συμπαντική ισορροπία τίποτα δεν μπορεί να εκβιάσει ή να ανατρέψει. Και φτάνοντας με τη βοήθεια των φυσικών επιστημών στο συμπέρασμα αυτό, χαρίζουμε στην ψυχή μας μακαριότητα και αταραξία. Διότι εκεί έγκειται ο σκοπός της μελέτης των φυσικών φαινομένων, να απαλλαγούμε από προλήψεις, φόβους και δεισιδαιμονίες, που διαταράσσουν την ψυχική μας γαλήνη.
Επομένως, το να αναλύσουμε σε υψηλό βαθμό τις αιτίες της κίνησης των πλανητών, δεν εξυπηρετεί σε τίποτα, αν δεν γίνουμε κοινωνοί, με τη βαθύτερη έννοια, της συμπαντικής μακαριότητας. Μόνο όταν καταφέρουμε να δούμε τον εαυτό μας σαν ένα απειροελάχιστο τμήμα της θεϊκής συμπαντικής αρμονίας, σαν μέρος του ολικού σεμνώματος, θα λάβει και η δική μας ψυχή το μερίδιο της, από τη μακαριότητα και αφθαρσία του σύμπαντος. Σε αντίθετη περίπτωση, οποιαδήποτε ερμηνεία, είτε απλή, είτε πολύπλοκη, επιπρόσθετο άγχος φέρνει στην ψυχή, παρά γαλήνη.
Διά την ορθή κατανόηση των φυσικών φαινομένων, πρέπει να εμπιστευόμαστε τις αισθήσεις, άλλο ασφαλές κριτήριο δεν έχουμε. Βασιζόμαστε άρα στις αισθήσεις, στην λογική ερμηνεία αυτών και στα συναισθήματα που απορρέουν από αυτές. Εκτός όμως από τα αισθητά φαινόμενα, υπάρχουν και τα άδηλα, τα ανεπαίσθητα δηλαδή, που δεν μπορούμε να αντιληφθούμε. Για να ερμηνεύσουμε τα άδηλα, ξεκινούμε με τις εξής παραδοχές:
1) Δεν μπορούμε από την ανυπαρξία (το μη ον) να παράγουμε κάτι το υπαρκτό (το ον). Το ον προϋπάρχει πάντα, έστω και σε πρόδρομη μορφή(σπόρος). Κατ’ αναλογία, το ον δεν μπορεί να αφανιστεί και να περιέλθει στην κατάσταση του μη όντος
2) Το σύμπαν είναι αιώνιο και άφθαρτο, καθότι καμία δύναμη δεν υπάρχει έξω ή μέσα από αυτό, ικανή να επιφέρει μεταβολή. Αποτελείται από τα σώματα που γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις και το κενό (αναφής φύση). Τα σύνθετα σώματα αποτελούνται από τα άτομα, τα οποία, όπως δηλώνει και η λέξη δεν τέμνονται, ούτε είναι δυνατόν να αφανιστούν πλήρως και να περιέλθουν στην κατάσταση του μη όντος. Το σύμπαν είναι άπειρο, γιατί στην αντίθετη περίπτωση θα έπρεπε να είναι πεπερασμένο, να είχε δηλαδή πέρας (τέλος). Είναι αδύνατον να φανταστούμε κάποιο άκρο για το σύμπαν, επομένως είναι άπειρο. Ακόμη άπειρο είναι και το κενό και τα σώματα που βρίσκονται στο σύμπαν. Τα άτομα παρουσιάζουν κάποια μικρή διαφοροποίηση στο σχήμα και μέγεθος τους, δεν είναι συνεπώς πανομοιότυπα. Εάν τα άτομα κινηθούν στο κενό, η ταχύτητά τους είναι ίση (δεν εξαρτάται από το μέγεθός τους) και ασύλληπτα μεγάλη. Όταν όμως τα άτομα σχηματίσουν τα σώματα, τότε εγκλωβίζονται σε καθορισμένες θέσεις και απλά εκτελούν ταλαντώσεις, πάλλονται ή περιστρέφονται γύρω από τη θέση ισορροπίας. Αλλά και οι παράλληλοι κόσμοι άπειροι είναι, καθώς τα άτομα που είναι άπειρα, κινούνται στο κενό προς όλες τις κατευθύνσεις με ταχύτητα τεράστια και συνεπώς έχουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν άπειρους συνδυασμούς και κατ΄ επέκταση, άπειρους κόσμους, όμοιους ή ανόμοιους, μεταξύ τους.
Τα σώματα γίνονται ορατά από τους οφθαλμούς, μέσω των ειδώλων. Τα είδωλα είναι εκμαγεία της μορφής των σωμάτων, τα οποία εκπέμπονται διαρκώς προς πάσα κατεύθυνση. Τα είδωλα αποτελούνται από άτομα αραιά, πολύ λεπτής υφής, σχεδόν άυλα, που έχουν τη δυνατότητα να κινούνται στο κενό με τεράστια ταχύτητα (την ταχύτητα της σκέψης), ακριβώς επειδή έχουν μάζα πρακτικά μηδενική και δεν συγκρούονται με άλλα άτομα ή σώματα, έτσι ώστε να ανακοπεί η ταχύτητά τους. Τώρα, το πώς γίνονται αντιληπτά από την αίσθηση της όρασης, αυτό μπορεί να εξηγηθεί είτε αν δεχτούμε ότι, το είδωλο αφήνει το αποτύπωμά του επάνω στον οφθαλμό ή κάτι άλλο παρεμβάλλεται, το οποίο μεταφέρει την εικόνα του ειδώλου.
Αλλά και ο ήχος παράγεται από τα ρεύματα του αέρα, που δημιουργεί η ηχητική πηγή, τα οποία αποτυπώνονται στο αισθητήριο της ακοής. Τα ρεύματα όμως αυτά του αέρα περιέχουν και ομοιογενή σωματίδια με συγκεκριμένη διάταξη, τα οποία εκπέμπονται από το σώμα που παράγει τον ήχο και είναι αυτά που μεταφέρουν την ιδιαίτερη χροιά του ήχου.
Και η οσμή με παρόμοιο μηχανισμό δημιουργείται, καθώς τα άτομα του σώματος διαχέονται στον αέρα, με χαρακτηριστική για κάθε οσμή διάταξη.
Όπως προαναφέραμε, οι μόνιμες ιδιότητες των ατόμων, είναι το βάρος, το σχήμα και το μέγεθος, τα οποία ποικίλουν μέσα σε αυστηρά καθορισμένα πλαίσια. Έτσι υπάρχει ένα ελάχιστο και ένα μέγιστο όριο μεγέθους, πέραν του οποίου άτομα δεν βρίσκονται. Κατά συνέπεια, ένα σώμα με ορισμένο μέγεθος έχει πεπερασμένο αριθμό ατόμων, γιατί αν είχε άπειρα άτομα, όσο μικρά και να ήταν αυτά, θα ήταν άπειρο το μέγεθος του. Όταν τα άτομα κινούνται στο κενό, η ταχύτητά τους είναι ίδια, ανεξάρτητα από το σχήμα και το βάρος τους. Όταν όμως συγκρούονται με άλλα άτομα, αλλάζουν ταχύτητα και κατεύθυνση, ανάλογα το βάρος τους και το σχήμα τους.
Όσο για την ψυχή, είναι κι αυτή σώμα, που αποτελείται από άτομα εξαιρετικά λεπτής υφής. Άλλα από αυτά ομοιάζουν με τον άνεμο, άλλα με τη θερμότητα και άλλα υπάγονται σε μια τρίτη κατηγορία, που είναι ακόμη λεπτότερα. Η ψυχή κατοικεί στο σώμα, όπου και προφυλάσσεται και παράλληλα εφοδιάζει το σώμα με την αίσθηση (τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τις συγκινήσεις). Η ψυχή διακρίνεται στο άλογο μέρος της, που είναι διασκορπισμένο σε όλο το σώμα και το λογικό, που εδράζεται στον θώρακα και γεννά τους φόβους και τις χαρές. Η ψυχή δεν μπορεί να διατηρήσει την αίσθηση έξω από το σώμα και πεθαίνει όταν αυτό πεθάνει. Επομένως, όσοι θεωρούν την ψυχή άυλη λένε ανοησίες, γιατί αν ήταν τέτοια, δεν θα ήταν δυνατό να πάθει κάποια βλάβη.
Τα άτομα, όπως προαναφέραμε, έχουν ιδιότητες μόνιμες (το βάρος, το σχήμα και το μέγεθος). Τα σώματα που αποτελούνται από τα άτομα, αποκτούν κάποιες παροδικές ιδιότητες, που ονομάζονται συμπτώματα. Έτσι το σχήμα σε ένα άτομο είναι ιδιότητα μόνιμη, ενώ για το σώμα είναι παροδική (σύμπτωμα). Τα βάρος είναι ιδιότητα μόνιμη, τόσο στο σώμα, όσο και στο άτομο.
Σχετικά με την προέλευση του κόσμου, είναι αναγκαίο ίσως να παραδεχτούμε, ότι γεννήθηκε από το άπειρο με διαρκείς συστροφές, περιστροφές, στροβιλώδεις δίνες και πυκνώματα. Αυτό ισχύει τόσο για τον γήινο, όσο και για τους άπειρους συνυπάρχοντες κόσμους. Από το άπειρο προήλθαν και εκεί θα καταλήξουν. Στους αναρίθμητους λοιπόν παράλληλους κόσμους είναι άτοπο να υποθέσουμε ότι δεν έχει υπάρξει κάπου αλλού και εκτός γης, ο σπόρος της ζωής και η κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξή της. Συνεπώς είναι βέβαιο ότι και σε άλλους πλανήτες υπάρχουν φυτά και ζωικά όντα, τόσο όμοια με αυτά που γνωρίζουμε, όσο και ανόμοια.
Όσο για την κίνηση των ουρανίων σωμάτων, καθώς και την έκλειψη, την ανατολή, τη δύση, δεν πρέπει να νομίζουμε ότι ελέγχονται από κάποιον θεό, ο οποίος διαφοροποιεί κάθε φορά τις κινήσεις ανάλογα με τις διαθέσεις του. Διότι κάτι παρόμοιο θα ταίριαζε σε άνθρωπο και μάλιστα κυκλοθυμικό, φοβικό και ανασφαλή και όχι σε ένα άφθαρτο και μακάριο ον, όπως είναι ο θεός. Μπορούμε συνεπώς να δεχτούμε ότι η κινήσεις των πλανητών πραγματοποιούνται με θαυμαστή ακρίβεια, υπό τον έλεγχο ενός συμπαντικού νου, είναι όμως προκαθορισμένες και επαναλαμβανόμενες και δεν μεταβάλλονται ανάλογα με την οργή ή την ευμένεια κάποιου θεού. Χάνουμε τη σοβαρότητα και τη σεμνότητα όταν ισχυριζόμαστε ότι οι πλανητικές κινήσεις εξαρτώνται από μια στιγμιαία οργή ή φόβο ή οποιοδήποτε άλλο ανθρώπινο πάθος. Αντί με την γνώση να εξαλείψουμε τον ανθρώπινο φόβο, με τέτοιες δοξασίες τον υποθάλπουμε, νιώθοντας ότι είμαστε έρμαια κάποιας οργισμένης αντίδρασης θεού, που θα εκφραστεί με διατάραξη της πλανητικής κίνησης. Την συμπαντική ισορροπία τίποτα δεν μπορεί να εκβιάσει ή να ανατρέψει. Και φτάνοντας με τη βοήθεια των φυσικών επιστημών στο συμπέρασμα αυτό, χαρίζουμε στην ψυχή μας μακαριότητα και αταραξία. Διότι εκεί έγκειται ο σκοπός της μελέτης των φυσικών φαινομένων, να απαλλαγούμε από προλήψεις, φόβους και δεισιδαιμονίες, που διαταράσσουν την ψυχική μας γαλήνη.
Επομένως, το να αναλύσουμε σε υψηλό βαθμό τις αιτίες της κίνησης των πλανητών, δεν εξυπηρετεί σε τίποτα, αν δεν γίνουμε κοινωνοί, με τη βαθύτερη έννοια, της συμπαντικής μακαριότητας. Μόνο όταν καταφέρουμε να δούμε τον εαυτό μας σαν ένα απειροελάχιστο τμήμα της θεϊκής συμπαντικής αρμονίας, σαν μέρος του ολικού σεμνώματος, θα λάβει και η δική μας ψυχή το μερίδιο της, από τη μακαριότητα και αφθαρσία του σύμπαντος. Σε αντίθετη περίπτωση, οποιαδήποτε ερμηνεία, είτε απλή, είτε πολύπλοκη, επιπρόσθετο άγχος φέρνει στην ψυχή, παρά γαλήνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου