Από πότε γνωρίζουμε ότι η Γη είναι σφαιρική: Κατ΄ αρχήν θα πρέπει να έχουμε υπ΄ όψη μας ότι η σφαιρικότητα του πλανήτη μας δεν είναι προφανής με γυμνό μάτι και παρόλο που το σχήμα του συμπεραίνεται «εύκολα» από τις εκλείψεις της σελήνης, καθώς πάνω της προβάλλεται η «φιγούρα» του, ούτε έτσι μπορεί κανείς να είναι σίγουρος, αν δεν υπάρχει μια προηγούμενη γνώση.
Η τάση να πιστεύουμε ότι η ανθρωπότητα κατέκτησε ορισμένες επιστημονικές γνώσεις μέσα από τον απλό δρόμο της παρατήρησης των φυσικών στοιχείων, μας κάνει τελικά να αγνοούμε το πρακτικό μέρος του προβλήματος, θυσιάζοντας την αλήθεια στο βωμό των κυρίαρχων συστημάτων, τα οποία, για να διαιωνίσουν την ισχύ τους, κάνουν τον άνθρωπο να πιστεύει, ότι αυτός μόνο με τη νόηση και τον υλισμό κατόρθωσε να γκρεμίσει τα τείχη της άγνοιάς του.
Με το αμφίβολο φως αυτών τω φαναριών, μπορεί κανείς να πιστέψει ότι, από τις πυραμίδες της Αιγύπτου μέχρι τη συγγραφή της «Μαχαμπαράτα» – λαμπρός πυρήνας της οποίας είναι η «Μπαγκαβάτ Γκίτα» – τα πράγματα εξελίχτηκαν και αποκτήθηκαν γνώσεις από σύμπτωση και όχι από ένα σύνολο νόμων, που η δύναμή τους μεγεθύνθηκε από τη φαντασία. Μήπως δεν δημιουργήθηκε η εντύπωση στον 20ο αιώνα, ότι οι ζωγραφιές στα σπήλαια της Αλταμίρα, ήταν καρικατούρες κάποιου Γάλλου καλλιτέχνη; Και ότι οι πυραμίδες της Αμερικής ήταν απλές συσσωρεύσεις χώματος για τη προφύλαξη ενός μικρού ναού από κάτω;
Όταν ένας ερευνητής αντιμετωπίζει το πρόβλημα του πώς η ανθρωπότητα κατόρθωσε να λύσει τα πρώτα αινίγματα και να διαμορφώσει την ύλη σ΄ ένα υπάκουο εργαλείο ενός νου με φαντασία, δεν μπορεί να μη του περάσει η ιδέα ότι ορισμένες γνώσεις και εργαλεία, τέλεια σε σχήμα, όπως η βελόνα ή το αγκίστρι, δόθηκαν στον άνθρωπο από ανώτερα όντα.
Πραγματικά από «κάτι» μπορεί να παραχθεί ένα τεράστιο φάσμα φυσικών και μεταφυσικών προϊόντων. Το να ισχυριστεί όμως κάποιος, ότι όλα αυτά έγιναν από το τίποτα, είναι αντίθετο στη λογική και στους νόμους της φύσης που μας κυβερνούν. Γι΄ αυτό το λόγο είναι κατανοητό το πώς διατυπώθηκαν ορισμένες νεο-υλιστικές αντιλήψεις σύμφωνα με τις οποίες κάποια πολιτισμένα όντα, από απόμακρα σημεία του διαστήματος, έφτασαν με τα σκάφη τους στη γη και έδωσαν στον πρωτόγονο άνθρωπο τα πρώτα στοιχεία του πολιτισμού.
Δεν υπάρχει όμως καμιά σαφής ένδειξη για μια τέτοια θέση, ενώ, από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με τις ίδιες τις παραδόσεις των αρχαιότερων λαών, οι πρώτες γνώσεις αποδίδονται σε θεούς και πνεύματα που ακόμα κατοικούν ανάμεσά μας, αν και τώρα πια δεν μπορούμε να αντιληφθούμε την παρουσία τους με την ίδια ευκολία όπως στη Χρυσή Εποχή.
Οι υποστηρικτές των νέο-υλιστικών αντιλήψεων μπορούν να αντιτείνουν ότι, για ένα πρωτόγονο άνθρωπο, ένα διαστημικό σκάφος και κάποια όντα με σκάφανδρα, θα φαίνονταν σαν «θεοί» και θα έπαιρναν αυτό τον χαρακτηρισμό. Όμως αυτός ο χωρίς νόηση «πρωτόγονος άνθρωπος» δεν βρέθηκε ποτέ στις απαρχές της σημερινής ανθρωπότητας. Σ΄ όλες τις εποχές υπήρχαν «άγριοι» σε διάφορες αναλογίες πληθυσμού.
Σε αναζήτηση αποδεικτικών στοιχείων που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν σαν «ανακαλύψεις» ούτε σαν «πρωτότυπα», αλλά μάλλον σαν αντανακλάσεις άλλων παλαιότερων, μπορούμε να επισημάνουμε τη «Σούρια Σιντχάντα», ινδουιστικό κείμενο του 20ου αιώνα π.κ.ε., το οποίο περιλαμβάνει ένα ποίημα με τίτλο «Κυκλώνοντας τη Γη» στο οποίο εκφράζεται η αντίληψη για το σφαιρικό σχήμα της Γης.
Από την άλλη μεριά, στο επικό ποίημα του Ετάνα, συλλαμβάνεται η ιδέα ενός πλανήτη που πλέει σ΄ ένα μέσο με χαρακτηριστικά λεπτότερα του αέρα. Στο ποίημα αυτό υπάρχουν στοιχεία από σουμεριακές παραδόσεις του 27ου αιώνα π.κ.ε. Ανάλογες αντιλήψεις εκφράζονται και στο αιγυπτιακό «Βιβλίο του Κρυφού Οίκου», του 15ου αι. π.κ.ε. καθώς και στο μεταγενέστερο εβραϊκό «Βιβλίο του Ενώχ», του 2ου αιώνα.
Η τάση να πιστεύουμε ότι η ανθρωπότητα κατέκτησε ορισμένες επιστημονικές γνώσεις μέσα από τον απλό δρόμο της παρατήρησης των φυσικών στοιχείων, μας κάνει τελικά να αγνοούμε το πρακτικό μέρος του προβλήματος, θυσιάζοντας την αλήθεια στο βωμό των κυρίαρχων συστημάτων, τα οποία, για να διαιωνίσουν την ισχύ τους, κάνουν τον άνθρωπο να πιστεύει, ότι αυτός μόνο με τη νόηση και τον υλισμό κατόρθωσε να γκρεμίσει τα τείχη της άγνοιάς του.
Με το αμφίβολο φως αυτών τω φαναριών, μπορεί κανείς να πιστέψει ότι, από τις πυραμίδες της Αιγύπτου μέχρι τη συγγραφή της «Μαχαμπαράτα» – λαμπρός πυρήνας της οποίας είναι η «Μπαγκαβάτ Γκίτα» – τα πράγματα εξελίχτηκαν και αποκτήθηκαν γνώσεις από σύμπτωση και όχι από ένα σύνολο νόμων, που η δύναμή τους μεγεθύνθηκε από τη φαντασία. Μήπως δεν δημιουργήθηκε η εντύπωση στον 20ο αιώνα, ότι οι ζωγραφιές στα σπήλαια της Αλταμίρα, ήταν καρικατούρες κάποιου Γάλλου καλλιτέχνη; Και ότι οι πυραμίδες της Αμερικής ήταν απλές συσσωρεύσεις χώματος για τη προφύλαξη ενός μικρού ναού από κάτω;
Όταν ένας ερευνητής αντιμετωπίζει το πρόβλημα του πώς η ανθρωπότητα κατόρθωσε να λύσει τα πρώτα αινίγματα και να διαμορφώσει την ύλη σ΄ ένα υπάκουο εργαλείο ενός νου με φαντασία, δεν μπορεί να μη του περάσει η ιδέα ότι ορισμένες γνώσεις και εργαλεία, τέλεια σε σχήμα, όπως η βελόνα ή το αγκίστρι, δόθηκαν στον άνθρωπο από ανώτερα όντα.
Πραγματικά από «κάτι» μπορεί να παραχθεί ένα τεράστιο φάσμα φυσικών και μεταφυσικών προϊόντων. Το να ισχυριστεί όμως κάποιος, ότι όλα αυτά έγιναν από το τίποτα, είναι αντίθετο στη λογική και στους νόμους της φύσης που μας κυβερνούν. Γι΄ αυτό το λόγο είναι κατανοητό το πώς διατυπώθηκαν ορισμένες νεο-υλιστικές αντιλήψεις σύμφωνα με τις οποίες κάποια πολιτισμένα όντα, από απόμακρα σημεία του διαστήματος, έφτασαν με τα σκάφη τους στη γη και έδωσαν στον πρωτόγονο άνθρωπο τα πρώτα στοιχεία του πολιτισμού.
Δεν υπάρχει όμως καμιά σαφής ένδειξη για μια τέτοια θέση, ενώ, από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με τις ίδιες τις παραδόσεις των αρχαιότερων λαών, οι πρώτες γνώσεις αποδίδονται σε θεούς και πνεύματα που ακόμα κατοικούν ανάμεσά μας, αν και τώρα πια δεν μπορούμε να αντιληφθούμε την παρουσία τους με την ίδια ευκολία όπως στη Χρυσή Εποχή.
Οι υποστηρικτές των νέο-υλιστικών αντιλήψεων μπορούν να αντιτείνουν ότι, για ένα πρωτόγονο άνθρωπο, ένα διαστημικό σκάφος και κάποια όντα με σκάφανδρα, θα φαίνονταν σαν «θεοί» και θα έπαιρναν αυτό τον χαρακτηρισμό. Όμως αυτός ο χωρίς νόηση «πρωτόγονος άνθρωπος» δεν βρέθηκε ποτέ στις απαρχές της σημερινής ανθρωπότητας. Σ΄ όλες τις εποχές υπήρχαν «άγριοι» σε διάφορες αναλογίες πληθυσμού.
Ποτέ όμως δεν εκφράστηκε απ΄ αυτούς κάποια θέληση για πρόοδο, αλλά το αντίθετο. Στην πραγματικότητα, όσο περισσότερο επιστρέφουμε στην Πρώτο-ιστορία, τόσο ανακαλύπτουμε ότι, οι μεγάλοι πολιτισμοί προέρχονταν πάντα από κάποιους άλλους, και αυτό μας οδηγεί στο να θεωρήσουμε ότι ο άνθρωπος έχει πολύ μεγαλύτερη ηλικία απ΄ ό,τι πιστεύεται, αν και έχουν σημειωθεί κάποιες ελάχιστες μεταβολές στην όψη του κατά τα τελευταία δεκάδες χιλιάδες χρόνια.Έτσι, σαν φιλόσοφοι, χωρίς να απορρίπτουμε εντελώς καμιά δυνατότητα, αλλά ούτε και να δεχόμαστε σαν θετικό αυτό που δεν έχει αποδειχθεί, μπορούμε να επισημάνουμε, με τα πολύ φτωχά δεδομένα που διαθέτουμε, ότι η ανθρωπότητα απέκτησε, έχασε και επανέκτησε τη γνώση για τη σφαιρικότητα της γης αρκετές φορές, αν και πρέπει να σκεφθούμε ότι ένας πυρήνας «Μυημένων» διατήρησε κρυφό το φως της γνώσης στη διάρκεια των γκρίζων εποχών.
Σε αναζήτηση αποδεικτικών στοιχείων που δεν μπορούν να χαρακτηριστούν σαν «ανακαλύψεις» ούτε σαν «πρωτότυπα», αλλά μάλλον σαν αντανακλάσεις άλλων παλαιότερων, μπορούμε να επισημάνουμε τη «Σούρια Σιντχάντα», ινδουιστικό κείμενο του 20ου αιώνα π.κ.ε., το οποίο περιλαμβάνει ένα ποίημα με τίτλο «Κυκλώνοντας τη Γη» στο οποίο εκφράζεται η αντίληψη για το σφαιρικό σχήμα της Γης.
Από την άλλη μεριά, στο επικό ποίημα του Ετάνα, συλλαμβάνεται η ιδέα ενός πλανήτη που πλέει σ΄ ένα μέσο με χαρακτηριστικά λεπτότερα του αέρα. Στο ποίημα αυτό υπάρχουν στοιχεία από σουμεριακές παραδόσεις του 27ου αιώνα π.κ.ε. Ανάλογες αντιλήψεις εκφράζονται και στο αιγυπτιακό «Βιβλίο του Κρυφού Οίκου», του 15ου αι. π.κ.ε. καθώς και στο μεταγενέστερο εβραϊκό «Βιβλίο του Ενώχ», του 2ου αιώνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου