Η ιστορία της δυνάστευσης έχει ρίζες βαθιές ανθίζοντας άνθη μαβιά από καταβολής κόσμου και όταν κάτι επαναλαμβάνεται επί μακρόν στα μήκη και τα πλάτη της οικουμένης δεν αποτελεί εξαίρεση μιας χρονολογικής περιόδου, συνήθεια μιας περιοχής, μιας χώρας, αλλά πανανθρώπινο κανόνα.
Οι κανόνες ουδέποτε είχαν την όψη τους καθαρή με την έννοια της τίμιας ή της ειλικρινούς δικαιοσύνης (υπάρχει και ανειλικρινής δικαιοσύνη. Είναι εκείνη που στηρίζεται σε αίολα επιχειρήματα που όμως είναι εκ των προτέρων γνωστά) καθώς πολλοί από αυτούς επιβάλλοντο και εισέτι επιβάλλονται τις περισσότερες φορές δια της βίας ή της πλειοψηφίας στο όνομα του λαού, ερήμην αυτού.
Το καθεστώς της υποχρέωσης τείνει να γίνει πλέον τοις πάση αποδεκτό τεκμηριώνοντας την αναγκαιότητά του ως το πικρό φάρμακο της γιατρειάς και εδώ είναι το μείζον θέμα καθώς ο νόμος ο οποίος προέρχεται στην ουσία από τον εκάστοτε άρχοντα (τον έχοντα γη –αρα, αρουρα =γη – άρα έχω=άρχων) δεν θα έπρεπε κατ’ ουδένα τρόπο, σε μία άριστη κοινωνία, να αποτελεί φραγμό διότι ο κάθε ένας γνωρίζει δικαιώματά του και άρα και εκείνα του συνανθρώπου του.
Εξετάζοντας φιλοσοφώντας το θέμα σε βάθος θα καταλήξουμε ότι εν τέλει ο μόνος υπεύθυνος για την επιβολή δίκαιων και άδικων νόμων είναι αυτή καθ’ εαυτή η φύση του ανθρώπου (μια και δείχνει να έλκεται από το άδικο και την αμαρτία) και κανείς άλλος.
Και πάλι όμως δεν είναι έτσι, διότι η βάση της κοινωνικής αδικίας προέρχεται από την πάγια διάθεση των εκάστοτε αρχόντων-ισχυρών για πλουτισμό, δόξα και ενδεχομένως επιβολή. Όλα γνωρίσματα μη αγαθών ανδρών, πόσο μάλλον ηγετών τα οποία για να επιτευχθούν απαιτείται η εκμετάλλευση των ασθενεστέρων σε όλα τα επίπεδα με όλους τους τρόπους.
Οι υπόλοιπες αδικίες στη βάση της κοινωνίας έχουν να κάνουν με την παιδεία και το ανθρώπινο του χαρακτήρα της κάθε μονάδας, τού κάθε ανθρώπου δηλαδή (ασχέτως κινήτρου) και μια και οι παραβάσεις αυτές είναι απολύτως παραδεκτές από το σύνολο των κοινωνικών ομάδων, ομοίως είναι ευρέως αποδεκτές και οι μέθοδοι καταστολής τους, άρα δεν υπάρχει λόγος αναφοράς παραδειγμάτων.
Λέγοντας αυτά, συνομολογούμε ότι η αδικία του άρχοντα είναι ιδιώνυμη. Ξεχωριστή. Και οφείλει να είναι, διότι ο εκάστοτε εκλεγμένος ο χειριζόμενος τα κοινά, διαμορφώνει συνειδήσεις και με τον τρόπο συναλλαγής- συνδιαλλαγής με τους γύρω του αλλά και με την τήρηση των περί ηθικής –σε παν επίπεδο- εξαγγελιών του. Πρέπει να γίνεται ο πρώτος τιμητής των λόγων του. Το παράδειγμα το φωτεινό, ο ει δυνατόν ο επί γης δίκαιος-αναμάρτητος!
Αστεία πράγματα… Το ματαιόδοξων της υπόθεσης κραυγάζει παρόν και προκαλεί στην καλύτερη των περιπτώσεων μειδιάματα πικρά στη χειρότερη οργή και επαναστάσεις…
Η ευερέθιστη-προϊδεασμένη λογική ανατριχιάζει στο ενδεχόμενο, χαρακτηρίζοντας από άτοπη έως γελοία ακόμα και την παραμικρότερη προσπάθεια δικαιολογίας της ιταμότητας, μια και η κατάσταση έχει εντελώς ξεφύγει ομολογώντας και δη …ευόρκως (με την χαρά του όρκου, δίχως ντροπή) την πασιφανή κατάπτωση.
Νόμος πλέον είναι (και με την βούλα) το δίκαιο του ισχυρού και υποστηρίζεται από όλες τις εκλεγμένες κεφαλές κάθε ανθρώπινης ομάδας, κοινωνίας, κράτους. Η ανθρωπότης νοσεί.
Επιχειρήματα που περί του αντιθέτου πείθουν, υπάρχουν, μα όπως είπε και ο Σοπενχάουερ αρκεί να δούμε τη βάση τους ώστε να καταλάβουμε ότι δεν πατούν στην αλήθεια αλλά στην αληθοφανή πλευρά του ενδεχόμενου. Τεράστια η διαφορά. (Παραθέτω ένα δικό του παράδειγμα: Η λογική είναι φώς, το φως παύει να λάμπει, η λογική κάποτε σβήνει)
Βουνά λοιπόν τα επιχειρήματα για την κατάρριψη των ποικιλόμορφων αδικιών που όμως όσο ψηλά και εάν είναι, φαντάζουν μικρά μπροστά στο υλικό ή το άυλο κέρδος όλων εκείνων που αποφασίζουν δίκην Θεού.
Το αδιέξοδο ίσως τελικά να είναι μονόδρομος μια και η αμαρτία ήταν ανέκαθεν εγγύτερα στο χρώμα που έδιναν οι πολλοί στην ευτυχία.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου