Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2013

Είσαι μόνος ή μοναχικός; Μάθε για τις παγίδες που στήνεις στον εαυτό σου

O Paul Tillich είπε πως η γλώσσα έχει εφεύρει τη “μοναξιά” για να εκφράσει τον πόνο του να είσαι μόνος/η αλλά εφηύρε και τη “μοναχικότητα” για να εκφράσει τη δόξα του να είσαι μόνος/η. Άραγε μπορούμε να αναγνωρίσουμε τη διαφορά τους και να αποφύγουμε τις παγίδες που στήνουμε στους εαυτούς μας και τους γύρω μας όσον αφορά στο θέμα αυτό;
 
Πολλές φορές δεν είμαστε σε θέση να αποφασίσουμε αν θέλουμε παρέα “εκείνη την ώρα” γιατί προτιμούμε να κάνουμε κάτι μόνοι μας και μετά νιώθουμε ενοχή όταν τελειώσει αυτό το κάτι. Μια παράξενη αίσθηση ότι δεν είναι εκεί κάποιος να μοιραστεί τη χαρά μας.
Μια αναλογία από τη φύση που μπορεί να μας βοηθήσει να το ξεκαθαρίσουμε είναι η διαδικασία του φαγητού. Η πείνα έχει συνδεθεί πάρα πολύ με αισθήματα μοναξιάς ή κενού και η σκέψη ή η θέα του και μόνο μπορεί να προκαλέσει αίσθημα σχετικής πληρότητας ή τελοσπάντων απάλυνσης αυτού του κενού.
Τα μωρά όταν πεινούν και βλέπουν τη μητέρα να έρχεται ή να ετοιμάζει το μπιμπερό σταματούν να κλάινε παρόλο που ακόμα δεν έχουν ταϊστεί. Έχουν καταφέρει να βιώσουν τη θέα της μανούλας ως λυτρωτική. Έχουν καταφέρει να “μη νιώθουν μόνα” παρόλη την πείνα τους. “Ο πόνος θα περάσει”. Η θέα της μητέρας είναι η υπόσχεση γι'αυτό. Ο κόσμος είναι τελικά κάτι που αντέχεται... Η αίσθηση ότι μπορεί να κάνει υπομονή το μωρό έχει σχέση με την υπόσχεση της μητέρας ότι η πείνα θα περάσει, κι η υπόσχεση αυτή έχει σχέση με τη θέα της, την εικόνα της.
Για να συνεχίσει όμως να υπάρχει αυτή η “υπόσχεση” πρέπει κάτι να μείνει χωρίς να καταναλωθεί. Η ίδια η μητέρα πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει, να μπορούμε να την ξαναδούμε. Έτσι αρχικά όταν τρώμε είμαστε “παρέα” με κάτι που μας ευχαριστεί και ταυτόχρονα μας βοηθά να είμαστε εμείς αφού “θυσιάζεται σα μορφή” για να γίνει “ο εαυτός” μας, και η μαμά ευχαριστιέται πολύ μ'αυτό! Η μαμά “πρέπει” να ευχαριστιέται μ'αυτό και να μη μας μεταφέρει την κούρασή της ή το άγχος ότι “καταναλώνεται” για να μας αγαπά. Αλλιώς θα ενσωματώσουμε μαζί με την υπόσχεση και ένα άγχος: “Θα συνεχίσει να μπορεί και την επόμενη φορά;” Αυτό το άγχος παίζει πολύ με την ικανότητά μας να σχετιζόμαστε με τους συνανθρώπους μας αφού βιώνουμε τον εαυτό μας αλλοιωμένα “με υπερβολικές ανάγκες” ή “πολύ φρόνιμο” που δεν εκφράζει τον εσωτερικό του κόσμο.
Όμως αφού έχουμε φάει και πριν συμβεί αυτή η καταπληκτική αλλαγή από “μη-εγώ” σε “εγώ” υπάρχει η “μυστική” διαδικασία της πέψης. Είναι μυστική γιατί συμβαίνει σε ένα μαύρο κουτί, το πεπτικό σύστημα, όπου σιγά σιγά γίνεται μια εξίσου μυστική διαλογή που οδηγεί το “μη εγώ”, το “ξένο”(το χυλό μέσα στο στομάχι) σε “οικείο”(πολυπεπτιδικές αλυσίδες, ιχνοστοιχεία, σάκχαρα) και στη συνέχεια σε “εγώ” (κατασκευή κυττάρων, παροχή ιστών και αντικατάσταση, ανανέωση οργανισμού).
Ο οργανισμός μας δεν είναι απλά ένας παρατηρητής πραγμάτων που μπαινοβγαίνουν από μέσα του, αλλά δημιουργεί την υπόστασή του, την πραγματικότητά του αλλάζοντας τις σχέσεις των πραγμάτων που τον τροφοδοτούμε. Οι σχέσεις αυτές είναι χημικές και ένας υγιής οργανισμός αντιλαμβάνεται τέλεια αυτές τις σχέσεις και πως αποδομούνται και αναδομούνται για να μπορεί να υπάρχει επιτυχώς.
Ο οργανισμός όμως γνωρίζει καλά πως πολλές από τις ουσίες που χρειάζεται (π.χ κάποια αμυνοξέα) δε μπορεί να τα παρασκευάσει μόνος του. Χρειάζεται κάποιον εξωτερικό παράγοντα να του τα χαρίσει. Έτσι αποφεύγει να γίνει “εγωιστής” ή/και να νιώσει αυτή τη μοναξιά που στην περίπτωσή του ταυτίζεται με την αυτο-καταστροφή. Ο οργανισμός με λίγα λόγια είναι εκ φύσεως “ένα φρόνιμο και ταπεινό παιδί”.
Το ψυχολογικό ανάλογο αυτής της θεμελιακής κατανόησης είναι η έννοια της υπομονής η οποία όπως είπαμε σχετίζεται με την υπόσχεση ότι όταν υπάρχει πόνος, υπάρχει και η ίαση απ'αυτόν η οποία περνάει από μια υπόσχεση: Την εικόνα της μητέρας.
Αυτή η διαδικασία ονομάζεται εσωτερίκευση του “καλού αντικειμένου” σύμφωνα με τη θεωρία της Μelanie Klein. Είναι παράλληλη με τη διαδικασία της πείνας και του κορεσμού κατά την περίοδο της συμβιωτικότητας του παιδιού με τη μητέρα. Εκφράσεις αυτής της διαδικασίας στην ενήλικη ζωή μας  μπορεί να είναι τα συμπόσια, οικογενειακά τραπέζια, ρομαντικά δείπνα, παροιμίες όπως “ο έρωτας περνάει απ' το στομάχι” και άλλα.
Υπάρχουν όμως πάροχοι ή αντικείμενα ή σύντροφοι ή μαμάδες που δεν αντιλαμβάνονται τη μυστική διαδικασία του μαύρου κουτιού, την χωρητικότητά μας, το “άεργο έργο” της πέψης: Μια διαδικασία που ο καθένας καλείται να διεκπεραιώσει μόνος του και μέσα του χωρίς τη συνδρομή εξωτερικού άλλου!
-Φάε κι άλλο, έχει πολύ ακόμα!
-Μα δε θέλω άλλο!
-Γιατί, δε σου αρέσει;
Παρατηρείστε εδώ πως το “όχι” εκλαμβάνεται ως προσωπική απόρριψη του παρόχου και όχι ως κορεσμός του καταναλωτή.
Και πράγματι υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν καταφέρει να πουν “όχι άλλο!”. Μεγαλώνουν ή μικραίνουν τις ανάγκες τους ανάλογα με το πόσο ευχαριστιέται ο άλλος απέναντί τους. Ενώ είναι συμπαθητικοί (εφόσον μαντεύουν τι θέλουμε) πολλές φορές δε καταλαβαίνουν την ιδιωτικότητα ή ότι “έχουν μείνει περισσότερο απ'όσο αντέχουν οι οικοδεσπότες”, ή την έννοια της μοναχικότητας. Την συγχέουν με την έννοια της μοναξιάς γιατί δεν είχαν την ευκαιρία να νιώσουν την ευχαρίστηση της “χώνεψης”, την ευτυχία να φαντασιωθούν για το τί μπορεί να συμβαίνει στο “μαύρο κουτί την ώρα της πέψης”. Την γλυκιά νύστα μετά το φαγητό είναι εύκολο να τη μπερδέψουν με “βαρεμάρα” και τη σιωπή με απειλητικότητα και αίσθηση ότι “πρέπει να φύγουν”.
Η φυσική τους παρουσία σε ένα χώρο όπου δεν υπάρχουν άλλοι είναι πηγή άγχους αν “δεν έχουν κάτι να κάνουν”. Η κατανάλωση φαγητού δεν έχει να κάνει με το αίσθημα της πείνας αλλά με διασκέδαση και πολλές φορές η παχυσαρκία είναι απόρροια αυτής της εσωτερικευμένης μοναξιάς. Άλλες φορές η πείνα είναι ένας δείκτης μοναξιάς και ταυτόχρονα το “σκάσαμε στο φαΐ” ένας δείκτης διασκέδασης.
Ο αντίποδας αυτής της κατάστασης είναι άνθρωποι που έχουν καταφέρει να πουν “όχι” σε ένα αντικείμενο-πάροχο που δεν το δέχτηκε και τόσο καλά με αποτέλεσμα η σχέση αυτή ή να τερματίστηκε ή να είναι προβληματική. Άνθρωποι που έχουν εσωτερικεύσει τέτοιες σχέσεις είναι κυρίως μοναχικοί και δεν θέλουν πολλά πολλά με τους άλλους. Είναι αναγκασμένοι να εστιάζουν πιο πολύ στο τι θέλουν γιατί φοβούνται πως ο άλλος/η άλλη δεν μπορεί να καταλάβει ή δε μπορεί να δεχτεί τα προσωπικά όρια κι αυτό είναι ένας φόβος που τους αλλοιώνει στο επικοινωνιακό τους κομμάτι προκειμένου να μη χάσουν τον εαυτό τους στη διαδικασία της επικοινωνίας. Η διασκέδασή τους είναι συνυφασμένη με συγκυρίες απ' τις οποίες γλύτωσαν, με ρίσκα τα οποία δύσκολα πήραν, αλλά ήταν αναγκασμένοι αφού δε γινόταν αλλιώς και τελικά τα κατάφεραν. (!).
Η ουσία αυτών των δυσκολιών είναι ο φόβος. Ο φόβος ότι είτε κάποιος θα δυσκολευτεί ν'ακούσει το “όχι” μας είτε ότι εμείς θα δυσκολευτούμε να το πούμε. Πρόκειται για τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος που μας κάνουν να γινόμαστε τυπικοί, ευγενικοί χωρίς ουσία, να γελάμε ψέυτικα, να τρώμε ενώ δεν πεινάμε, να είμαστε με παρέα και εσωτερικά μόνοι. Έτσι δυσκολευόμαστε να χαρούμε πραγματικά με τη δική μας χαρά, να τη μοιραστούμε με τους άλλους και να χαρούμε με τη χαρά που μοιράζονται μαζί μας. Το μοίρασμα αυτό της χαράς, δηλαδή το να χαιρόμαστε παρέα (η ετυμολογία της λέξης “συγχαίρω”) είναι εν τέλει η διαδικασία στην οποία τεστάρεται η ικανότητά μας να σχετιζόμαστε υπό την βάση ότι δεχόμαστε και τα άσχημα των άλλων γιατί νιώθουμε ασφάλεια ότι μπορούμε να είμαστε σε “κακή κατάσταση” μπροστά τους.
Με λίγα λόγια το μοίρασμα των εμπειριών καλών και κακών σε μια αναλογία όπου δεν θέτει την σχέση σε κίνδυνο είναι η λύση της μοναξιάς που από φόβος μετατρέπεται σε επιδίωξη, δηλαδή σε μια κατάσταση όπου επιτρέπουμε στον εαυτό μας να χωνέψει τις εμπειρίες που συμ-βίωσε με τους ανθρώπους που σχετίζεται: Τη μοναχικότητα ή εν γένει το χώρο όπου είναι προσωπικός: Είτε ένα δωμάτιο όπου κάνουμε τα δικά μας, είτε ένα τετράδιο που γράφουμε τα δικά μας, είτε ένας χώρος στο μυαλό που επιτρέπει την ύπαρξη των δικών μας, είτε διαλογισμός... Ο κατάλογος δεν τελειώνει.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου