Ολο και μεγαλύτερος αριθμός ατόμων -ανδρών και γυναικών, ενηλίκων αλλά και ανηλίκων- περνά τις νύχτες του καθηλωμένος μπροστά σε μια οθόνη υπολογιστή ή τηλεόρασης, παρακολουθώντας με ακόρεστη ηδονοβλεπτική βουλιμία ερωτικές σκηνές από πορνοταινίες ή «ζωντανό» διαδικτυακό σεξ. Υπάρχει, άραγε, κάποια επιστημονική εξήγηση γι’ αυτό το ασίγαστο «οφθαλμολαγνικό» πάθος, και ποιες είναι οι διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών στην εκδήλωσή του;
Κάποτε υπήρχε μόνον η απαγορευμένη ερωτική λογοτεχνία με τις άκρως αποκαλυπτικές γκραβούρες που τη συνόδευαν. Κείμενα και εικόνες πολύ συχνά τεράστιας πολιτισμικής και επιστημονικής αξίας, αφού δεν αποσυνέδεαν καθόλου την ερωτική διέγερση από την αισθητική απόλαυση.
Κατόπιν ήλθαν τα πιο χυδαία «αυστηρώς ακατάλληλα» περιοδικά και οι κινηματογραφικές ταινίες: κακόγουστα βιομηχανικά προϊόντα μαζικής παραγωγής που, όμως, γνώρισαν και εξακολουθούν να γνωρίζουν απίστευτη επιτυχία.
Ανάλογων πορνοπροϊόντων θα έπρεπε να θεωρείται περιττή και εντελώς παράλογη. Ποιες ανάγκες, αλήθεια, μπορεί να εξυπηρετεί η πορνογραφία σε μια εποχή πλήρους ερωτικής απελευθέρωσης και απενοχοποίησης των περισσότερων σεξουαλικών πρακτικών -ακόμη και εκείνων που μέχρι χθες καταδικάζονταν ως μη φυσιολογικές «διαστροφές», π.χ. στοματικός, πρωκτικός ή ομοφυλοφιλικός έρωτας;
Μια κοινωνιολογίζουσα «εξήγηση» της φαινομενικά παράλογης διάδοσης της πορνογραφίας στις μέρες μας τείνει να ενοχοποιεί αποκλειστικά την επίσημη πουριτανική και απαγορευτική στρατηγική που υιοθετούν οι σύγχρονες κοινωνίες, για να αντιμετωπίζουν τέτοια «βδελυρά» και «ψυχοδιαβρωτικά» προϊόντα. Πρόκειται αναμφίβολα για μια κοντόφθαλμη, υποκριτική και σεξοφοβική στρατηγική, η οποία, επιπροσθέτως, αποδεικνύεται και εντελώς αναποτελεσματική.
Πώς όμως εξηγείται αυτή η ανεπάρκεια και η εμφανής αναποτελεσματικότητα των αμιγώς απαγορευτικών ή κατασταλτικών πρακτικών που υιοθετούνται επίσημα από μια κοινωνία για τη διαχείριση των πορνολαγνικών-ηδονιστικών διαθέσεων των πολιτών της; Κι αν το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε δεν είναι, όπως συνήθως πιστεύουμε, πρωτίστως κοινωνικό αλλά βιολογικό; Μήπως δηλαδή, αντίθετα με ό,τι ποικιλοτρόπως μας επαναλαμβάνουν, τα πορνολαγνικά μας πάθη εξαρτώνται πολύ λιγότερο από τα εκάστοτε κοινωνικά μας ήθη ή από τυχαίες παιδαγωγικές κακοποιήσεις και οικογενειακά τραύματα που έχουμε υποστεί και περισσότερο από την ανθρώπινη ψυχοδομή μας; Εξάλλου, απ’ όλες τις σχετικές έρευνες προκύπτει πλέον η βεβαιότητα ότι για τη διαμόρφωση της ανθρώπινης ψυχοδομής, εκτός από το περιβάλλον, αποφασιστικό ρόλο παίζουν τόσο η συνολική προϊστορία και εξέλιξη του είδους μας όσο και η ιδιαίτερη νευροβιολογική οργάνωση του εγκεφάλου μας.
Πώς λοιπόν θα μπορούσε να εξηγηθεί η σχεδόν ακατανίκητη έλξη που ασκεί η πορνογραφία στα αρσενικά κυρίως μέλη του ανθρώπινου είδους; Γιατί οι περισσότεροι άνδρες, από την εφηβεία μέχρι τα βαθιά γεράματα, έλκονται και διεγείρονται από τη θέα των γυμνών γυναικείων καμπυλών ή με εικόνες θηλυκού ερωτικού παροξυσμού, και μάλιστα είναι πρόθυμοι να σπαταλήσουν πολύτιμο χρόνο και χρήμα για τέτοιες «μη ουσιαστικές» οπτικές απολαύσεις;
Μια ευρέως διαδεδομένη -σχεδόν κοινότοπη- απάντηση υποστηρίζει ότι αυτό συμβαίνει επειδή οι άνδρες είναι περισσότερο «οπτικοί» από τις γυναίκες. Κοντολογίς, τα αρσενικά διεγείρονται πολύ περισσότερο όταν κοιτάνε παρά όταν σκέφτονται ή φαντασιώνονται ερωτικές σκηνές, ενώ στις γυναίκες υποτίθεται ότι συμβαίνει το αντίθετο (βλ. σχετικό πλαίσιο).
Οπως καμιά φορά συμβαίνει με ορισμένες ισχυρές αλλά κοινότοπες πεποιθήσεις μας, η επιστημονική έρευνα έρχεται να επιβεβαιώσει, εκ των υστέρων, κάποιες βαθύτερες αλήθειες που υποκρύπτονται σε αυτές. Και αυτό ακριβώς συνέβη τα τελευταία χρόνια με την ανακάλυψη ορισμένων από τους εγκεφαλικούς μηχανισμούς της πορνολαγνικής μας συμπεριφοράς.
Για παράδειγμα, ο Stephan Hamann, καθηγητής Ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο Emory των ΗΠΑ, μελετώντας τις διαφορές που υπάρχουν στην πορνολαγνική συμπεριφορά ανδρών και γυναικών, κατάφερε να αποκαλύψει τον πρωταγωνιστικό ρόλο που έχει σε αυτές η αμυγδαλή.
Ο πορνολαγνικός εγκέφαλος
Η αμυγδαλή είναι μια μικρή εγκεφαλική δομή που βρίσκεται στα βάθη του κροταφικού λοβού του εγκεφάλου. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια ομάδα από εγκεφαλικούς πυρήνες που συνδέονται στενά με τον υποθάλαμο, τον ιππόκαμπο και τον θάλαμο, και από κοινού σχηματίζουν το μεταιχμιακό σύστημα του εγκεφάλου. Η αμυγδαλή ήταν από καιρό γνωστό ότι παίζει αποφασιστικό ρόλο στη γέννηση διάφορων συγκινησιακών απαντήσεων του εγκεφάλου (άγχος, φόβος, σεξουαλική επιθυμία κ.ά.).
Αυτό που κατάφεραν να αποσαφηνίσουν οι έρευνές του S. Hamann είναι ότι η αμυγδαλή των ανδρών είναι, κατά κανόνα, μεγαλύτερη από αυτή των γυναικών, ότι διαθέτει σαφώς περισσότερους υποδοχείς για τις σεξουαλικές ορμόνες, και ότι η πλευρά της που βρίσκεται στο δεξιό ημισφαίριο του εγκεφάλου τείνει να ενεργοποιείται περισσότερο και ταχύτερα απ’ ό,τι αυτή που βρίσκεται στο αριστερό ημισφαίριο.
Ολες αυτές οι μικρές αλλά σημαντικές ανατομικές διαφοροποιήσεις «μεταφράζονται» σε διαφορές στις εκδηλώσεις της σεξουαλικής συμπεριφοράς των δύο φύλων. Γεγονός που με τη σειρά του διαφωτίζει μια σειρά από προηγούμενες ιατρικές παρατηρήσεις σχετικά με τη δυσλειτουργία ή τη χειρουργική αφαίρεση της αμυγδαλής.
Ετσι, όταν οι γιατροί αναγκάζονταν, για θεραπευτικούς σκοπούς, να αφαιρέσουν χειρουργικά κάποια τμήματα του κροταφικού λοβού ασθενών που έπασχαν από πολύ σοβαρές μορφές επιληψίας ή είχαν κάποιο όγκο, συχνά διαπίστωναν ότι οι ασθενείς -μετά την κροταφική λοβοτομή- εκδήλωναν περίεργες συμπεριφορές: απάθεια, μείωση της οπτικής αντίληψης, υπερφαγία, μείωση του φόβου και σαφή αύξηση της σεξουαλικής παρορμητικότητας. Αυτές τις δραματικές νευροψυχολογικές αλλαγές στη συμπεριφορά των χειρουργημένων ασθενών οι ειδικοί τις περιγράφουν ως «σύνδρομο Kluver-Bucy».
Για να εξηγήσει όλα αυτά τα πειραματικά δεδομένα, ο Stephan Hamann διατύπωσε την εξής τολμηρή υπόθεση: η διαχρονική και μεγάλη επιτυχία της πορνογραφίας στο ανθρώπινο είδος οφείλεται στην ελαφρώς διαφορετική βιολογική εξέλιξη αυτής της μικροσκοπικής εγκεφαλικής δομής σε σχήμα αμυγδάλου που βρίσκεται στα βάθη του εγκεφάλου μας. Το μέχρι χθες ανεξήγητο γεγονός ότι οι άνδρες διεγείρονται σεξουαλικά πολύ περισσότερο και πολύ ταχύτερα από τις γυναίκες μόλις παρακολουθήσουν εικόνες με απροκάλυπτο ερωτικό περιεχόμενο ίσως τελικά να οφείλεται στο ότι στο ανδρικό φύλο η εγκεφαλική αυτή δομή, δηλαδή η αμυγδαλή, είναι περισσότερο διογκωμένη και διαθέτει πλουσιότερες διασυνδέσεις με τις υπόλοιπες δομές του εγκεφάλου που σχετίζονται με την ανθρώπινη σεξουαλικότητα.
Για να ελέγξει εμπειρικά αυτήν την υπόθεση, ο Hamann παρουσίασε σε μια ομάδα εθελοντών, αρχικά 14 άνδρες και 14 γυναίκες, μια σειρά από φωτογραφίες οι οποίες ήταν άλλοτε αθώες και εντελώς αδιάφορες και άλλοτε έδειχναν προκλητικές ερωτικές σκηνές. Ενώ ο κάθε εθελοντής κοίταζε αυτές τις φωτογραφίες, ο S. Hamann και οι συνεργάτες του κατέγραφαν λεπτομερώς, μέσω λειτουργικής μαγνητικής τομογραφίας (fMRI), ποια ακριβώς εγκεφαλικά κέντρα ενεργοποιούνταν στη θέα της κάθε εικόνας.
Το εντυπωσιακό συμπέρασμα από αυτές τις καταγραφές ήταν ότι στη θέα φωτογραφιών με σαφές ερωτικό περιεχόμενο ο εγκέφαλος των ανδρών, και ειδικότερα οι περιοχές της αμυγδαλής και του υποθαλάμου, «έπαιρναν φωτιά»· κυριολεκτικά λαμπάδιαζαν από τη μαζική ενεργοποίηση των νευρώνων που συγκροτούν αυτές τις εγκεφαλικές δομές. Αντίθετα, οι αντιδράσεις των αντίστοιχων εγκεφαλικών δομών των γυναικών στη θέα των ίδιων ερωτικών φωτογραφιών ήταν πολύ πιο συγκρατημένες και ευπρεπείς, σχεδόν… ανύπαρκτες. Μολονότι οι κυρίες ομολόγησαν στη συνέχεια ότι βρήκαν αρκετές από αυτές τις ερωτικές φωτογραφίες αρκούντως διεγερτικές.
Επειδή η πορνογραφία δεν είναι ανδρικό προνόμιο
Για τις φεμινίστριες της δεκαετίας 1960-1970, η πορνογραφία αποτελούσε το τυπικό έμβλημα των ανδροκρατικών κοινωνιών και απτή απόδειξη της ανδρικής ερωτικής βίας. Μιας βίας που υποβάθμιζε το γυναικείο σώμα σε «απλό αντικείμενο ηδονής». Αντίθετα, για τις σύγχρονες και πιο απελευθερωμένες σεξουαλικά γυναίκες η πορνογραφία -κατάλληλα τροποποιημένη και επεξεργασμένη με βάση τα θηλυκά χαρακτηριστικά του γυναικείου ερωτισμού- αποτελεί ένα ακόμη πολύτιμο και καθόλου ευκαταφρόνητο εργαλείο ηδονής.
Πράγματι, από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 στις περισσότερες αναπτυγμένες κοινωνίες άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα ερωτικά καταστήματα αποκλειστικά για γυναίκες. Μια κατάλληλα προσαρμοσμένη στον θηλυκό ερωτισμό βιομηχανία σεξουαλικών ταινιών και αντικειμένων που ικανοποιούν κάθε επιθυμία του νέου γυναικείου καταναλωτικού κοινού!
Ενα εύλογο ερώτημα που προκύπτει σήμερα είναι αν αυτή η νέου τύπου «θηλυκή πορνογραφία» αποτελεί πράγματι έναν εναλλακτικό και εντελώς διαφορετικό τρόπο αντίληψης του ερωτισμού, η κοινωνική λειτουργία του οποίου όντως διαφοροποιείται και υπερβαίνει τη γνωστή εξουσιαστική ερωτική βία των ανδρών, όπως υποστηρίζουν αρκετές σύγχρονες φεμινίστριες.
Οσο για το επιστημονικό ζήτημα τού πώς αντιδρά ο εγκέφαλος των ανδρών και των γυναικών απέναντι στην πορνογραφία, δηλαδή τι ακριβώς «βλέπει» σε μια απροκάλυπτα ερωτική σκηνή, και κατά πόσο η αντίδρασή του αυτή διαφοροποιείται ανάλογα με το φύλο, αρκετά διαφωτιστική είναι μια άλλη ενδιαφέρουσα επιστημονική έρευνα, που πραγματοποιήθηκε από την Αμερικανίδα νευροεπιστήμονα Heather Rupp, πριν από δύο χρόνια, σε ειδικό τμήμα για τη μελέτη της ανθρώπινης σεξουαλικής συμπεριφοράς του αμερικανικού πανεπιστημίου της Ιντιάνα, στις ΗΠΑ.
Από την έρευνα αυτή -αλλά και από άλλες πιο πρόσφατες έρευνες- προκύπτει ότι τα μάτια των ανδρών εστιάζουν, τουλάχιστον στην αρχή, στα πρόσωπα των γυναικών που συμμετέχουν στις ερωτικές σκηνές. Αντίθετα, οι γυναίκες στρέφουν αμέσως τα μάτια τους «στο ψητό»: εστιάζουν το βλέμμα τους χωρίς αναστολές στα γεννητικά όργανα και τις σεξουαλικές ζώνες των γυναικών που πρωταγωνιστούν στην ερωτική σκηνή. Με μια ενδιαφέρουσα εξαίρεση: όσες γυναίκες παίρνουν αντισυλληπτικό χάπι εστιάζουν την προσοχή τους περισσότερο στο περιβάλλον όπου συντελείται η ερωτική σκηνή. Το ενδιαφέρον τους επικεντρώνεται στη διακόσμηση του χώρου μέσα στον οποίο συντελείται η ερωτική πράξη και στα ελάχιστα ρούχα που φοράνε οι πρωταγωνιστές!
Με άλλα λόγια, το κατά πόσο βρίσκουμε πραγματικά διεγερτική μια πορνογραφική σκηνή που εκτυλίσσεται μπρος στα μάτια μας εξαρτάται αφενός από τη φυσιολογική λειτουργία των ειδικών πορνολαγνικών δομών του εγκεφάλου των δύο φύλων και αφετέρου από το πώς αυτές οι λειτουργικά εξειδικευμένες δομές αλληλεπιδρούν και επηρεάζονται από τη συνολική λειτουργία και τις ανάγκες του οργανισμού μας.
Πορνογραφία σημαίνει συνουσία;
Γιατί άραγε η πορνογραφία, μολονότι ιδεολογικά ή κοινωνικά απεχθής και ηθικά καταδικαστέα, εξακολουθεί να ασκεί τέτοια ακατανίκητη έλξη στους περισσότερους από εμάς; Από τα όσα αναφέραμε μέχρι τώρα, ελπίζουμε να έγινε σαφές ότι η απάντηση σε αυτό το φαινομενικά απλοϊκό ερώτημα είναι κάθε άλλο παρά απλή και προφανής.
Αυτό συμβαίνει επειδή όλες οι απαντήσεις στα ενοχλητικά ερωτήματα που θέτουν οι πορνολαγνικές συμπεριφορές και των δύο φύλων εξαρτώνται από και προϋποθέτουν την απάντηση σ’ ένα ακόμη πιο ουσιαστικό ερώτημα: Γιατί εντέλει μάς αρέσει το σεξ;
Η επίσημα αποδεκτή επιστημονική απάντηση σε αυτό το θεμελιώδες ερώτημα είναι ότι μόνο μέσω του σεξ έχουμε τη δυνατότητα να αναπαράγουμε μέρος του εαυτού μας και συνεπώς να εξασφαλίζουμε την επιβίωση του είδους μας στον χρόνο. Μια απάντηση τόσο εύλογη και προφανής, που στους μη ειδικούς επιστήμονες ακούγεται ως αφόρητη και ανεπαρκής κοινοτοπία. Μάλιστα, για τους πιο ευαίσθητους σε υπερφυσικές ερμηνείες, μια τόσο «απλοϊκή» εξήγηση της ανθρώπινης ανάγκης για αναπαραγωγή θα πρέπει να ακούγεται ως ύβρις: στερεί από κάθε τελικό σκοπό ή εντελέχεια τη ζωή του ίδιου του ανθρώπου-δημιουργήματος αλλά και τη σκοπιμότητα ύπαρξης ενός Υπέρτατου και Πάνσοφου Δημιουργού.
Δυστυχώς όμως για τους αφελείς εραστές των υπερφυσικών ερμηνειών, όλα ανεξαιρέτως τα διαθέσιμα μέχρι σήμερα επιστημονικά δεδομένα (και είναι πάρα πολλά!) δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για οποιαδήποτε ανθρωποκεντρική ή υπερφυσική «εξήγηση» των βιολογικών φαινομένων. Αντίθετα, η μοναδική σκοπιμότητα ύπαρξης δύο διαφορετικών φύλων στα ανώτερα ζώα (του ανθρώπου συμπεριλαμβανομένου), είναι ότι εξασφαλίζει την αναπαραγωγή. Η ύπαρξη δύο διαφορετικών φύλων συνεπάγεται βέβαια δύο διαφορετικές και, ταυτόχρονα, συμπληρωματικές αναπαραγωγικές στρατηγικές, η κοινή δράση των οποίων αποτελεί την προϋπόθεση για την αναπαραγωγή της συγκεκριμένης μορφής ζωής.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τους ανθρώπους (αλλά ισχύει και για πολλά άλλα θηλαστικά), τα μέλη του κάθε φύλου επενδύουν διαφορετικά στην αναπαραγωγή. Ισως τελικά, όπως υποδεικνύουν αρκετές ειδικές μελέτες, η ηδονή που προσφέρει το πορνογραφικό υλικό -είτε πρόκειται για ερωτικά διηγήματα είτε για ροζ ταινίες ή για άλλες πορνογραφικές πρακτικές- θα αρκούσε ενδεχομένως από μόνη της για να δικαιολογήσει την ύπαρξη της πορνογραφίας. Εφόσον βέβαια αυτή η ηδονή δεν εξαντλείται στις «κατά μόνας ηδονές», αλλά, αντίθετα, μας ωθεί να ζευγαρώνουμε με τους ή τις ερωτικές μας συντρόφους ενισχύοντας έτσι τη φυσική μας προδιάθεση για αναπαραγωγή της ζωής.
Το γεγονός, πάντως, ότι ένας απίστευτα μεγάλος αριθμός σεξουαλικά απελευθερωμένων ανδρών, καθώς και ένας διόλου ευκαταφρόνητος αριθμός γυναικών, επιλέγουν ολοένα και συχνότερα σήμερα να είναι απλώς παθητικοί θεατές των ερωτικών πράξεων που βλέπουν σε μια οθόνη, και όχι πρωταγωνιστές οι ίδιοι των ερωτικών περιπτύξεων στο κρεβάτι τους, αποτελεί ένα ιδιαίτερα ανησυχητικό κοινωνικό πρόβλημα, και συνεπώς ένα πρώτης τάξεως επιστημονικό ερώτημα που χρήζει επιτακτικά μιας πληρέστερης και κυρίως μη ιδεοληπτικής εξήγησης. Ισως εντέλει επιβεβαιωθεί -για μία ακόμη φορά- η διαίσθηση του μεγάλου μας μουσικού-ποιητή Μάνου Χατζιδάκι, ο οποίος στις αρχές της δεκαετίας του ’80 υποστήριζε ότι «πορνογραφία σημαίνει συνουσία».
Κάποτε υπήρχε μόνον η απαγορευμένη ερωτική λογοτεχνία με τις άκρως αποκαλυπτικές γκραβούρες που τη συνόδευαν. Κείμενα και εικόνες πολύ συχνά τεράστιας πολιτισμικής και επιστημονικής αξίας, αφού δεν αποσυνέδεαν καθόλου την ερωτική διέγερση από την αισθητική απόλαυση.
Κατόπιν ήλθαν τα πιο χυδαία «αυστηρώς ακατάλληλα» περιοδικά και οι κινηματογραφικές ταινίες: κακόγουστα βιομηχανικά προϊόντα μαζικής παραγωγής που, όμως, γνώρισαν και εξακολουθούν να γνωρίζουν απίστευτη επιτυχία.
Ανάλογων πορνοπροϊόντων θα έπρεπε να θεωρείται περιττή και εντελώς παράλογη. Ποιες ανάγκες, αλήθεια, μπορεί να εξυπηρετεί η πορνογραφία σε μια εποχή πλήρους ερωτικής απελευθέρωσης και απενοχοποίησης των περισσότερων σεξουαλικών πρακτικών -ακόμη και εκείνων που μέχρι χθες καταδικάζονταν ως μη φυσιολογικές «διαστροφές», π.χ. στοματικός, πρωκτικός ή ομοφυλοφιλικός έρωτας;
Μια κοινωνιολογίζουσα «εξήγηση» της φαινομενικά παράλογης διάδοσης της πορνογραφίας στις μέρες μας τείνει να ενοχοποιεί αποκλειστικά την επίσημη πουριτανική και απαγορευτική στρατηγική που υιοθετούν οι σύγχρονες κοινωνίες, για να αντιμετωπίζουν τέτοια «βδελυρά» και «ψυχοδιαβρωτικά» προϊόντα. Πρόκειται αναμφίβολα για μια κοντόφθαλμη, υποκριτική και σεξοφοβική στρατηγική, η οποία, επιπροσθέτως, αποδεικνύεται και εντελώς αναποτελεσματική.
Πώς όμως εξηγείται αυτή η ανεπάρκεια και η εμφανής αναποτελεσματικότητα των αμιγώς απαγορευτικών ή κατασταλτικών πρακτικών που υιοθετούνται επίσημα από μια κοινωνία για τη διαχείριση των πορνολαγνικών-ηδονιστικών διαθέσεων των πολιτών της; Κι αν το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε δεν είναι, όπως συνήθως πιστεύουμε, πρωτίστως κοινωνικό αλλά βιολογικό; Μήπως δηλαδή, αντίθετα με ό,τι ποικιλοτρόπως μας επαναλαμβάνουν, τα πορνολαγνικά μας πάθη εξαρτώνται πολύ λιγότερο από τα εκάστοτε κοινωνικά μας ήθη ή από τυχαίες παιδαγωγικές κακοποιήσεις και οικογενειακά τραύματα που έχουμε υποστεί και περισσότερο από την ανθρώπινη ψυχοδομή μας; Εξάλλου, απ’ όλες τις σχετικές έρευνες προκύπτει πλέον η βεβαιότητα ότι για τη διαμόρφωση της ανθρώπινης ψυχοδομής, εκτός από το περιβάλλον, αποφασιστικό ρόλο παίζουν τόσο η συνολική προϊστορία και εξέλιξη του είδους μας όσο και η ιδιαίτερη νευροβιολογική οργάνωση του εγκεφάλου μας.
Πώς λοιπόν θα μπορούσε να εξηγηθεί η σχεδόν ακατανίκητη έλξη που ασκεί η πορνογραφία στα αρσενικά κυρίως μέλη του ανθρώπινου είδους; Γιατί οι περισσότεροι άνδρες, από την εφηβεία μέχρι τα βαθιά γεράματα, έλκονται και διεγείρονται από τη θέα των γυμνών γυναικείων καμπυλών ή με εικόνες θηλυκού ερωτικού παροξυσμού, και μάλιστα είναι πρόθυμοι να σπαταλήσουν πολύτιμο χρόνο και χρήμα για τέτοιες «μη ουσιαστικές» οπτικές απολαύσεις;
Μια ευρέως διαδεδομένη -σχεδόν κοινότοπη- απάντηση υποστηρίζει ότι αυτό συμβαίνει επειδή οι άνδρες είναι περισσότερο «οπτικοί» από τις γυναίκες. Κοντολογίς, τα αρσενικά διεγείρονται πολύ περισσότερο όταν κοιτάνε παρά όταν σκέφτονται ή φαντασιώνονται ερωτικές σκηνές, ενώ στις γυναίκες υποτίθεται ότι συμβαίνει το αντίθετο (βλ. σχετικό πλαίσιο).
Οπως καμιά φορά συμβαίνει με ορισμένες ισχυρές αλλά κοινότοπες πεποιθήσεις μας, η επιστημονική έρευνα έρχεται να επιβεβαιώσει, εκ των υστέρων, κάποιες βαθύτερες αλήθειες που υποκρύπτονται σε αυτές. Και αυτό ακριβώς συνέβη τα τελευταία χρόνια με την ανακάλυψη ορισμένων από τους εγκεφαλικούς μηχανισμούς της πορνολαγνικής μας συμπεριφοράς.
Για παράδειγμα, ο Stephan Hamann, καθηγητής Ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο Emory των ΗΠΑ, μελετώντας τις διαφορές που υπάρχουν στην πορνολαγνική συμπεριφορά ανδρών και γυναικών, κατάφερε να αποκαλύψει τον πρωταγωνιστικό ρόλο που έχει σε αυτές η αμυγδαλή.
Ο πορνολαγνικός εγκέφαλος
Η αμυγδαλή είναι μια μικρή εγκεφαλική δομή που βρίσκεται στα βάθη του κροταφικού λοβού του εγκεφάλου. Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια ομάδα από εγκεφαλικούς πυρήνες που συνδέονται στενά με τον υποθάλαμο, τον ιππόκαμπο και τον θάλαμο, και από κοινού σχηματίζουν το μεταιχμιακό σύστημα του εγκεφάλου. Η αμυγδαλή ήταν από καιρό γνωστό ότι παίζει αποφασιστικό ρόλο στη γέννηση διάφορων συγκινησιακών απαντήσεων του εγκεφάλου (άγχος, φόβος, σεξουαλική επιθυμία κ.ά.).
Αυτό που κατάφεραν να αποσαφηνίσουν οι έρευνές του S. Hamann είναι ότι η αμυγδαλή των ανδρών είναι, κατά κανόνα, μεγαλύτερη από αυτή των γυναικών, ότι διαθέτει σαφώς περισσότερους υποδοχείς για τις σεξουαλικές ορμόνες, και ότι η πλευρά της που βρίσκεται στο δεξιό ημισφαίριο του εγκεφάλου τείνει να ενεργοποιείται περισσότερο και ταχύτερα απ’ ό,τι αυτή που βρίσκεται στο αριστερό ημισφαίριο.
Ολες αυτές οι μικρές αλλά σημαντικές ανατομικές διαφοροποιήσεις «μεταφράζονται» σε διαφορές στις εκδηλώσεις της σεξουαλικής συμπεριφοράς των δύο φύλων. Γεγονός που με τη σειρά του διαφωτίζει μια σειρά από προηγούμενες ιατρικές παρατηρήσεις σχετικά με τη δυσλειτουργία ή τη χειρουργική αφαίρεση της αμυγδαλής.
Ετσι, όταν οι γιατροί αναγκάζονταν, για θεραπευτικούς σκοπούς, να αφαιρέσουν χειρουργικά κάποια τμήματα του κροταφικού λοβού ασθενών που έπασχαν από πολύ σοβαρές μορφές επιληψίας ή είχαν κάποιο όγκο, συχνά διαπίστωναν ότι οι ασθενείς -μετά την κροταφική λοβοτομή- εκδήλωναν περίεργες συμπεριφορές: απάθεια, μείωση της οπτικής αντίληψης, υπερφαγία, μείωση του φόβου και σαφή αύξηση της σεξουαλικής παρορμητικότητας. Αυτές τις δραματικές νευροψυχολογικές αλλαγές στη συμπεριφορά των χειρουργημένων ασθενών οι ειδικοί τις περιγράφουν ως «σύνδρομο Kluver-Bucy».
Για να εξηγήσει όλα αυτά τα πειραματικά δεδομένα, ο Stephan Hamann διατύπωσε την εξής τολμηρή υπόθεση: η διαχρονική και μεγάλη επιτυχία της πορνογραφίας στο ανθρώπινο είδος οφείλεται στην ελαφρώς διαφορετική βιολογική εξέλιξη αυτής της μικροσκοπικής εγκεφαλικής δομής σε σχήμα αμυγδάλου που βρίσκεται στα βάθη του εγκεφάλου μας. Το μέχρι χθες ανεξήγητο γεγονός ότι οι άνδρες διεγείρονται σεξουαλικά πολύ περισσότερο και πολύ ταχύτερα από τις γυναίκες μόλις παρακολουθήσουν εικόνες με απροκάλυπτο ερωτικό περιεχόμενο ίσως τελικά να οφείλεται στο ότι στο ανδρικό φύλο η εγκεφαλική αυτή δομή, δηλαδή η αμυγδαλή, είναι περισσότερο διογκωμένη και διαθέτει πλουσιότερες διασυνδέσεις με τις υπόλοιπες δομές του εγκεφάλου που σχετίζονται με την ανθρώπινη σεξουαλικότητα.
Για να ελέγξει εμπειρικά αυτήν την υπόθεση, ο Hamann παρουσίασε σε μια ομάδα εθελοντών, αρχικά 14 άνδρες και 14 γυναίκες, μια σειρά από φωτογραφίες οι οποίες ήταν άλλοτε αθώες και εντελώς αδιάφορες και άλλοτε έδειχναν προκλητικές ερωτικές σκηνές. Ενώ ο κάθε εθελοντής κοίταζε αυτές τις φωτογραφίες, ο S. Hamann και οι συνεργάτες του κατέγραφαν λεπτομερώς, μέσω λειτουργικής μαγνητικής τομογραφίας (fMRI), ποια ακριβώς εγκεφαλικά κέντρα ενεργοποιούνταν στη θέα της κάθε εικόνας.
Το εντυπωσιακό συμπέρασμα από αυτές τις καταγραφές ήταν ότι στη θέα φωτογραφιών με σαφές ερωτικό περιεχόμενο ο εγκέφαλος των ανδρών, και ειδικότερα οι περιοχές της αμυγδαλής και του υποθαλάμου, «έπαιρναν φωτιά»· κυριολεκτικά λαμπάδιαζαν από τη μαζική ενεργοποίηση των νευρώνων που συγκροτούν αυτές τις εγκεφαλικές δομές. Αντίθετα, οι αντιδράσεις των αντίστοιχων εγκεφαλικών δομών των γυναικών στη θέα των ίδιων ερωτικών φωτογραφιών ήταν πολύ πιο συγκρατημένες και ευπρεπείς, σχεδόν… ανύπαρκτες. Μολονότι οι κυρίες ομολόγησαν στη συνέχεια ότι βρήκαν αρκετές από αυτές τις ερωτικές φωτογραφίες αρκούντως διεγερτικές.
Επειδή η πορνογραφία δεν είναι ανδρικό προνόμιο
Για τις φεμινίστριες της δεκαετίας 1960-1970, η πορνογραφία αποτελούσε το τυπικό έμβλημα των ανδροκρατικών κοινωνιών και απτή απόδειξη της ανδρικής ερωτικής βίας. Μιας βίας που υποβάθμιζε το γυναικείο σώμα σε «απλό αντικείμενο ηδονής». Αντίθετα, για τις σύγχρονες και πιο απελευθερωμένες σεξουαλικά γυναίκες η πορνογραφία -κατάλληλα τροποποιημένη και επεξεργασμένη με βάση τα θηλυκά χαρακτηριστικά του γυναικείου ερωτισμού- αποτελεί ένα ακόμη πολύτιμο και καθόλου ευκαταφρόνητο εργαλείο ηδονής.
Πράγματι, από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 στις περισσότερες αναπτυγμένες κοινωνίες άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα ερωτικά καταστήματα αποκλειστικά για γυναίκες. Μια κατάλληλα προσαρμοσμένη στον θηλυκό ερωτισμό βιομηχανία σεξουαλικών ταινιών και αντικειμένων που ικανοποιούν κάθε επιθυμία του νέου γυναικείου καταναλωτικού κοινού!
Ενα εύλογο ερώτημα που προκύπτει σήμερα είναι αν αυτή η νέου τύπου «θηλυκή πορνογραφία» αποτελεί πράγματι έναν εναλλακτικό και εντελώς διαφορετικό τρόπο αντίληψης του ερωτισμού, η κοινωνική λειτουργία του οποίου όντως διαφοροποιείται και υπερβαίνει τη γνωστή εξουσιαστική ερωτική βία των ανδρών, όπως υποστηρίζουν αρκετές σύγχρονες φεμινίστριες.
Οσο για το επιστημονικό ζήτημα τού πώς αντιδρά ο εγκέφαλος των ανδρών και των γυναικών απέναντι στην πορνογραφία, δηλαδή τι ακριβώς «βλέπει» σε μια απροκάλυπτα ερωτική σκηνή, και κατά πόσο η αντίδρασή του αυτή διαφοροποιείται ανάλογα με το φύλο, αρκετά διαφωτιστική είναι μια άλλη ενδιαφέρουσα επιστημονική έρευνα, που πραγματοποιήθηκε από την Αμερικανίδα νευροεπιστήμονα Heather Rupp, πριν από δύο χρόνια, σε ειδικό τμήμα για τη μελέτη της ανθρώπινης σεξουαλικής συμπεριφοράς του αμερικανικού πανεπιστημίου της Ιντιάνα, στις ΗΠΑ.
Από την έρευνα αυτή -αλλά και από άλλες πιο πρόσφατες έρευνες- προκύπτει ότι τα μάτια των ανδρών εστιάζουν, τουλάχιστον στην αρχή, στα πρόσωπα των γυναικών που συμμετέχουν στις ερωτικές σκηνές. Αντίθετα, οι γυναίκες στρέφουν αμέσως τα μάτια τους «στο ψητό»: εστιάζουν το βλέμμα τους χωρίς αναστολές στα γεννητικά όργανα και τις σεξουαλικές ζώνες των γυναικών που πρωταγωνιστούν στην ερωτική σκηνή. Με μια ενδιαφέρουσα εξαίρεση: όσες γυναίκες παίρνουν αντισυλληπτικό χάπι εστιάζουν την προσοχή τους περισσότερο στο περιβάλλον όπου συντελείται η ερωτική σκηνή. Το ενδιαφέρον τους επικεντρώνεται στη διακόσμηση του χώρου μέσα στον οποίο συντελείται η ερωτική πράξη και στα ελάχιστα ρούχα που φοράνε οι πρωταγωνιστές!
Με άλλα λόγια, το κατά πόσο βρίσκουμε πραγματικά διεγερτική μια πορνογραφική σκηνή που εκτυλίσσεται μπρος στα μάτια μας εξαρτάται αφενός από τη φυσιολογική λειτουργία των ειδικών πορνολαγνικών δομών του εγκεφάλου των δύο φύλων και αφετέρου από το πώς αυτές οι λειτουργικά εξειδικευμένες δομές αλληλεπιδρούν και επηρεάζονται από τη συνολική λειτουργία και τις ανάγκες του οργανισμού μας.
Πορνογραφία σημαίνει συνουσία;
Γιατί άραγε η πορνογραφία, μολονότι ιδεολογικά ή κοινωνικά απεχθής και ηθικά καταδικαστέα, εξακολουθεί να ασκεί τέτοια ακατανίκητη έλξη στους περισσότερους από εμάς; Από τα όσα αναφέραμε μέχρι τώρα, ελπίζουμε να έγινε σαφές ότι η απάντηση σε αυτό το φαινομενικά απλοϊκό ερώτημα είναι κάθε άλλο παρά απλή και προφανής.
Αυτό συμβαίνει επειδή όλες οι απαντήσεις στα ενοχλητικά ερωτήματα που θέτουν οι πορνολαγνικές συμπεριφορές και των δύο φύλων εξαρτώνται από και προϋποθέτουν την απάντηση σ’ ένα ακόμη πιο ουσιαστικό ερώτημα: Γιατί εντέλει μάς αρέσει το σεξ;
Η επίσημα αποδεκτή επιστημονική απάντηση σε αυτό το θεμελιώδες ερώτημα είναι ότι μόνο μέσω του σεξ έχουμε τη δυνατότητα να αναπαράγουμε μέρος του εαυτού μας και συνεπώς να εξασφαλίζουμε την επιβίωση του είδους μας στον χρόνο. Μια απάντηση τόσο εύλογη και προφανής, που στους μη ειδικούς επιστήμονες ακούγεται ως αφόρητη και ανεπαρκής κοινοτοπία. Μάλιστα, για τους πιο ευαίσθητους σε υπερφυσικές ερμηνείες, μια τόσο «απλοϊκή» εξήγηση της ανθρώπινης ανάγκης για αναπαραγωγή θα πρέπει να ακούγεται ως ύβρις: στερεί από κάθε τελικό σκοπό ή εντελέχεια τη ζωή του ίδιου του ανθρώπου-δημιουργήματος αλλά και τη σκοπιμότητα ύπαρξης ενός Υπέρτατου και Πάνσοφου Δημιουργού.
Δυστυχώς όμως για τους αφελείς εραστές των υπερφυσικών ερμηνειών, όλα ανεξαιρέτως τα διαθέσιμα μέχρι σήμερα επιστημονικά δεδομένα (και είναι πάρα πολλά!) δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για οποιαδήποτε ανθρωποκεντρική ή υπερφυσική «εξήγηση» των βιολογικών φαινομένων. Αντίθετα, η μοναδική σκοπιμότητα ύπαρξης δύο διαφορετικών φύλων στα ανώτερα ζώα (του ανθρώπου συμπεριλαμβανομένου), είναι ότι εξασφαλίζει την αναπαραγωγή. Η ύπαρξη δύο διαφορετικών φύλων συνεπάγεται βέβαια δύο διαφορετικές και, ταυτόχρονα, συμπληρωματικές αναπαραγωγικές στρατηγικές, η κοινή δράση των οποίων αποτελεί την προϋπόθεση για την αναπαραγωγή της συγκεκριμένης μορφής ζωής.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τους ανθρώπους (αλλά ισχύει και για πολλά άλλα θηλαστικά), τα μέλη του κάθε φύλου επενδύουν διαφορετικά στην αναπαραγωγή. Ισως τελικά, όπως υποδεικνύουν αρκετές ειδικές μελέτες, η ηδονή που προσφέρει το πορνογραφικό υλικό -είτε πρόκειται για ερωτικά διηγήματα είτε για ροζ ταινίες ή για άλλες πορνογραφικές πρακτικές- θα αρκούσε ενδεχομένως από μόνη της για να δικαιολογήσει την ύπαρξη της πορνογραφίας. Εφόσον βέβαια αυτή η ηδονή δεν εξαντλείται στις «κατά μόνας ηδονές», αλλά, αντίθετα, μας ωθεί να ζευγαρώνουμε με τους ή τις ερωτικές μας συντρόφους ενισχύοντας έτσι τη φυσική μας προδιάθεση για αναπαραγωγή της ζωής.
Το γεγονός, πάντως, ότι ένας απίστευτα μεγάλος αριθμός σεξουαλικά απελευθερωμένων ανδρών, καθώς και ένας διόλου ευκαταφρόνητος αριθμός γυναικών, επιλέγουν ολοένα και συχνότερα σήμερα να είναι απλώς παθητικοί θεατές των ερωτικών πράξεων που βλέπουν σε μια οθόνη, και όχι πρωταγωνιστές οι ίδιοι των ερωτικών περιπτύξεων στο κρεβάτι τους, αποτελεί ένα ιδιαίτερα ανησυχητικό κοινωνικό πρόβλημα, και συνεπώς ένα πρώτης τάξεως επιστημονικό ερώτημα που χρήζει επιτακτικά μιας πληρέστερης και κυρίως μη ιδεοληπτικής εξήγησης. Ισως εντέλει επιβεβαιωθεί -για μία ακόμη φορά- η διαίσθηση του μεγάλου μας μουσικού-ποιητή Μάνου Χατζιδάκι, ο οποίος στις αρχές της δεκαετίας του ’80 υποστήριζε ότι «πορνογραφία σημαίνει συνουσία».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου