2.5. Αναξίμανδρος και Αναξιμένης
Η συνέχεια είναι το βασικό χαρακτηριστικό της φιλοσοφικής σκέψης. Τα ερωτήματα που οδήγησαν στις πρώτες φιλοσοφικές θεωρίες εξακολουθούν να απασχολούν και τους μεταγενέστερους. Οι προτεινόμενες λύσεις άλλοτε θεωρούνται ικανοποιητικές και δίνουν έναυσμα σε νέες επεξεργασίες και άλλοτε δεν αντέχουν στην κριτική και αντικαθίστανται από εναλλακτικές θεωρήσεις. Στην αρχαία ελληνική κοινωνία η μετάδοση της φιλοσοφίας ακολούθησε τους ίδιους δρόμους με την ποίηση και τις άλλες τέχνες. Η συστηματική μαθητεία δίπλα σε έναν έμπειρο γνώστη είναι ο βασικός τρόπος για να μεταδοθεί μια τέχνη από τη μια γενιά στην επόμενη.
Μία γενιά χωρίζει και τους συμπολίτες Αναξίμανδρο και Αναξιμένη - τοποθετούμε την «ακμή» του Αναξίμανδρου το 575 π.Χ. και του Αναξιμένη το 545 π.Χ. Δυο σημαντικοί φιλόσοφοι στην ίδια πόλη, την ίδια εποχή. Δεν μας προξενεί λοιπόν εντύπωση ότι όλες οι αρχαίες πηγές κάνουν λόγο για δάσκαλο και για μαθητή. Ας δούμε μια τέτοια περιγραφή:
Ο Αναξιμένης ο Μιλήσιος, ο γιος του Ευρύστρατου, αφού έγινε σύντροφος του Αναξίμανδρου, υποστήριξε κι αυτός ότι μία είναι η υποκείμενη φύση των πραγμάτων, και ότι είναι άπειρη. Δεν την άφησε όμως, όπως εκείνος, ακαθόριστη, αλλά την προσδιόρισε λέγοντας ότι είναι ο αέρας. Ο αέρας διαφοροποιείται, ως προς την πυκνότητα και την αραιότητα σε κάθε οντότητα. Όταν αραιώνει γίνεται φωτιά· όταν πυκνώνει γίνεται άνεμος και μετά σύννεφο· όταν πυκνώνει περισσότερο γίνεται νερό, μετά γη, μετά πέτρες. Όλα τα άλλα πράγματα γίνονται από αυτά.
Σιμπλίκιος, Εις τα φυσικά 24.26-30
Το κείμενο αυτό έχει γραφεί μάλλον από τον Θεόφραστο, 250 χρόνια μετά τον Αναξιμένη. Δεν αναπαράγει πιστά τις εκφράσεις που χρησιμοποίησε ο ίδιος ο Αναξιμένης, μας δίνει όμως μια έκθεση των βασικών του θέσεων επιχειρώντας έναν συσχετισμό με τον Αναξίμανδρο. Και οι δυο φιλόσοφοι μίλησαν για μια «άπειρη» πρωταρχική ουσία. Ενώ όμως ο Αναξίμανδρος περιορίστηκε σε αυτή τη δήλωση, ο Αναξιμένης, θέλοντας πιθανόν να φτάσει σε κάτι πιο συγκεκριμένο και οικείο, ταύτισε την πρωταρχική ουσία με τον «άπειρο» αέρα.
Γιατί όμως ο Αναξιμένης επιλέγει τον αέρα; Ίσως γιατί ο αέρας είναι εκείνο το φυσικό υλικό που είναι αρκετά κοντά στο «άπειρο» του Αναξίμανδρου: είναι ένα υλικό ακαθόριστο, άμορφο, ευμετάβλητο, ιδιαίτερα διαδομένο στη φύση, και μάλιστα ένα υλικό που, με τη διαδικασία της αναπνοής, συνδέεται με τη ζωή και τη ζωτικότητα.
Οἷον ἡ ψυχὴ ἡ ἡμετέρα ἀὴρ οὖσα συγκρατεῖ ἡμᾶς, καὶ ὅλον τὸν κόσμον πνεῦμα καὶ ἀὴρ περιέχει.
Αναξιμένης, απόσπ. 2
Παρά τις ιδιότητες του αυτές, ο αέρας δεν παύει να είναι ένα υπαρκτό υλικό, ένα υλικό που όλοι γνωρίζουμε. Η τάση του Αναξιμένη είναι να κρατήσει κάτι από την καινοτόμο σκέψη του δασκάλου του, χωρίς να απομακρυνθεί πολύ από τον μέσο άνθρωπο. Το ίδιο συμπέρασμα βγαίνει και από τη θέση του ότι η Γη ισορροπεί πάνω στον αέρα. Η θέση αυτή είναι αρκετά τολμηρή. Η εμπειρία δεν μας δείχνει πολλά βαριά πράγματα που ισορροπούν πάνω σε στρώματα αέρα. Ωστόσο, είναι πολύ λιγότερο προκλητική από την αντίστοιχη θέση του Αναξίμανδρου ότι για την ισορροπία της Γης δεν χρειάζεται κανένα απολύτως υποστήριγμα.
Το πιο σημαντικό όμως στοιχείο στη φιλοσοφία του Αναξιμένη είναι η αναφορά του στην πύκνωση και στην αραίωση - και μόνο γι᾽ αυτό δικαιούται μια θέση στην ιστορία της φιλοσοφίας. Η καινοτομία του Αναξιμένη εντοπίζεται στο γεγονός ότι δεν περιορίστηκε στην καταγραφή των φυσικών μεταβολών, αλλά προσπάθησε επιπλέον να προσδιορίσει και έναν μηχανισμό αλλαγής στη φύση. Η βασική του ιδέα είναι ότι η μεγάλη ποικιλία των μορφών που εμφανίζονται στη φύση μπορεί να αναχθεί σε μια μόνο βαθύτερη ουσία (τον αέρα), που μεταβάλλεται ανάλογα με την πυκνότητά της. Η πέτρα και η φωτιά δεν είναι εντελώς διαφορετικά πράγματα, αλλά οι ακραίες εκδοχές του ίδιου υλικού: η φωτιά είναι η αραιότερη και η πέτρα η πυκνότερη μορφή του αέρα. Μπορούμε λοιπόν να φανταστούμε ακόμη και τη μετατροπή της πέτρας σε φωτιά, αν η πέτρα για κάποιο λόγο υποστεί πάρα πολύ μεγάλη αραίωση (ίσως μέσω θέρμανσης, αφού το θερμό ταιριάζει συνήθως με το αραιό και το ψυχρό με το πυκνό). Δεν είναι παράλογο να ισχυριστεί κανείς ότι με την πύκνωση και την αραίωση ο Αναξιμένης διατύπωσε τον πρώτο φυσικό νόμο στην ιστορία της ανθρώπινης σκέψης.
Κυριακή 31 Αυγούστου 2025
ΑΓΝΟΔΙΚΗ: η πρώτη γυναικολόγος στην Αρχαία Ελλάδα
Η πρώτη γυναικολόγος τον 4ο αιώνα (355-280 πχ.), ντύθηκε άντρας και κατάφερε να παρακολουθήσει μαθήματα γυναικολογίας.
Μέχρι των ημερών της οι νόμοι της Πολιτείας απαγόρευαν την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος από μέρους των δούλων, ιδιαίτερα δε από μέρους των γυναικών έστω και ελεύθερων. Λόγω δε των απαγορευτικών εκείνων νόμων πολλές γυναίκες ντρέπονταν να καλούν ιατρούς, άνδρες, όταν ασθενούσαν ακόμη και κατά τους τοκετούς, με συνέπεια να πεθαίνουν σε μεγάλο βαθμό οι επίτοκοι....
Η Αγνοδίκη τότε, φορώντας ανδρικά ενδύματα,... παρουσιάσθηκε ως νεαρός σπουδαστής και φοίτησε ιατρική πλησίον του περίφημου ιατρού της αρχαιότητας Ηρόφιλου όπου και εκπαιδεύτηκε στην ιατρική και μάλιστα με ειδίκευση στη γυναικολογία σημειώνοντας εκπληκτικές επιτυχίες, αν συνυπολογισθεί πως ήταν και η μόνη στην τότε Αθήνα, εμπιστευόμενη το μυστικό της στις πελάτισσές της.
Οι άρρενες ιατροί συνάδελφοί της, που συνέχιζαν να θεωρούν πως ήταν άνδρας κατέφυγαν τότε στα Δικαστήρια κατηγορώντας τον (την) ότι η φήμη του (της) ήταν προϊόν αθέμιτων σχέσεων με τις γυναίκες.
Η Αγνοδίκη για να καταρρίψει την κατηγορία αυτή αναγκάσθηκε τότε ν΄ αποκαλύψει το φύλο της, αλλά και παρά την έκπληξη όλων κατηγορήθηκε ως παραβάτης των κειμένων νόμων.
Έτσι ακολούθησε δεύτερη δίκη περισσότερο πολύκροτη από την πρώτη. Η Αγνοδίκη όμως έχοντας ισχυρούς υπερασπιστές της εποχής, ακόμη και συζύγους αρχόντων, επέτυχε όχι μόνο την πανηγυρική αθώωσή της, που πιθανώς εξ αυτού του γεγονότος να προήλθε ιστορικά το όνομά της, αλλά επίσης και την αναθεώρηση της κείμενης νομοθεσίας, επιτρέποντας έτσι, από τότε, στις γυναίκες της αρχαίας Αθήνας να σπουδάζουν την Ιατρική και να μετέρχονται το ιατρικό λειτούργημα.
Μέχρι των ημερών της οι νόμοι της Πολιτείας απαγόρευαν την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος από μέρους των δούλων, ιδιαίτερα δε από μέρους των γυναικών έστω και ελεύθερων. Λόγω δε των απαγορευτικών εκείνων νόμων πολλές γυναίκες ντρέπονταν να καλούν ιατρούς, άνδρες, όταν ασθενούσαν ακόμη και κατά τους τοκετούς, με συνέπεια να πεθαίνουν σε μεγάλο βαθμό οι επίτοκοι....
Η Αγνοδίκη τότε, φορώντας ανδρικά ενδύματα,... παρουσιάσθηκε ως νεαρός σπουδαστής και φοίτησε ιατρική πλησίον του περίφημου ιατρού της αρχαιότητας Ηρόφιλου όπου και εκπαιδεύτηκε στην ιατρική και μάλιστα με ειδίκευση στη γυναικολογία σημειώνοντας εκπληκτικές επιτυχίες, αν συνυπολογισθεί πως ήταν και η μόνη στην τότε Αθήνα, εμπιστευόμενη το μυστικό της στις πελάτισσές της.
Οι άρρενες ιατροί συνάδελφοί της, που συνέχιζαν να θεωρούν πως ήταν άνδρας κατέφυγαν τότε στα Δικαστήρια κατηγορώντας τον (την) ότι η φήμη του (της) ήταν προϊόν αθέμιτων σχέσεων με τις γυναίκες.
Η Αγνοδίκη για να καταρρίψει την κατηγορία αυτή αναγκάσθηκε τότε ν΄ αποκαλύψει το φύλο της, αλλά και παρά την έκπληξη όλων κατηγορήθηκε ως παραβάτης των κειμένων νόμων.
Έτσι ακολούθησε δεύτερη δίκη περισσότερο πολύκροτη από την πρώτη. Η Αγνοδίκη όμως έχοντας ισχυρούς υπερασπιστές της εποχής, ακόμη και συζύγους αρχόντων, επέτυχε όχι μόνο την πανηγυρική αθώωσή της, που πιθανώς εξ αυτού του γεγονότος να προήλθε ιστορικά το όνομά της, αλλά επίσης και την αναθεώρηση της κείμενης νομοθεσίας, επιτρέποντας έτσι, από τότε, στις γυναίκες της αρχαίας Αθήνας να σπουδάζουν την Ιατρική και να μετέρχονται το ιατρικό λειτούργημα.
ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΙΑ: Η "ΔΑΣΚΑΛΑ" ΤΟΥ ΠΥΘΑΓΟΡΑ
ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΙΑ (6ος αιώνας π.χ.).
Ο Διογένης ο Λαέρτιος λόγιος-συγγραφέας την αναφέρει ως Αριστόκλεια ή Θεόκλεια....
Ο Πυθαγόρας πήρε τις περισσότερες από τις ηθικές του αρχές από την Δελφική ιέρεια Θεμιστόκλεια, που συγχρόνως τον μύησε στιςαρχές τηςαριθμοσοφίας και της γεωμετρίας.
Σύμφωνα με τον φιλόσοφο Αριστόξενο (4οςπ.Χ. αιώνας) η Θεμιστόκλεια δίδασκε μαθηματικά σε όσους από τουςεπισκέπτες των Δελφών είχαν την σχετική έφεσι. Ο μύθος αναφέρει ότι η Θεμιστόκλεια είχε διακοσμήσει τον βωμό του Απόλλωνος με γεωμετρικά σχήματα.
Κατά τον Αριστόξενο ο Πυθαγόρας θαύμαζε τις γνώσεις και την σοφία της Θεμιστόκλειας γεγονός που τον ώθησε να δέχεται αργότερα και στην Σχολή του γυναίκες.
Μαθηματικός, Δελφική Ιέρεια. Εδίδαξε στον Πυθαγόρα αρχές της Γεωμετρίας και της Αριθμοσοφίας.
Ο Διογένης ο Λαέρτιος λόγιος-συγγραφέας την αναφέρει ως Αριστόκλεια ή Θεόκλεια....
Ο Πυθαγόρας πήρε τις περισσότερες από τις ηθικές του αρχές από την Δελφική ιέρεια Θεμιστόκλεια, που συγχρόνως τον μύησε στιςαρχές τηςαριθμοσοφίας και της γεωμετρίας.
Σύμφωνα με τον φιλόσοφο Αριστόξενο (4οςπ.Χ. αιώνας) η Θεμιστόκλεια δίδασκε μαθηματικά σε όσους από τουςεπισκέπτες των Δελφών είχαν την σχετική έφεσι. Ο μύθος αναφέρει ότι η Θεμιστόκλεια είχε διακοσμήσει τον βωμό του Απόλλωνος με γεωμετρικά σχήματα.
Κατά τον Αριστόξενο ο Πυθαγόρας θαύμαζε τις γνώσεις και την σοφία της Θεμιστόκλειας γεγονός που τον ώθησε να δέχεται αργότερα και στην Σχολή του γυναίκες.
Βαδίζοντας στο Μονοπάτι της Εσωτερικής Αλήθειας: Ένα Μυστικό Ταξίδι
Στην καρδιά κάθε πνευματικού αναζητητή βρίσκεται μια αιώνια λαχτάρα - η λαχτάρα να περπατήσει το Αληθινό Μονοπάτι, το ταξίδι της ψυχής προς τον απόλυτο προορισμό της. Αυτό το μονοπάτι δεν είναι από τις εύκολες ανέσεις ή την κοσμική επιτυχία, ούτε είναι ένας δρόμος στρωμένος με αναγνώριση και χειροκροτήματα. Αντίθετα, είναι ο μυστικιστικός, συχνά κρυφός τρόπος, όπου κάποιος κινείται προς τα μέσα και προς τα πάνω, προς τη συνειδητοποίηση των βαθύτερων αληθειών της ύπαρξης.
Πώς όμως καταλαβαίνεις πότε είσαι στο σωστό δρόμο; Αυτή η ερώτηση αντηχεί μέσα στις αίθουσες κάθε ειλικρινούς καρδιάς και η απάντησή της δεν διακρίνεται πάντα εύκολα μέσα από τους φακούς της υλικής επιτυχίας ή της εξωτερικής επικύρωσης. Οι αληθινοί δείκτες του μονοπατιού είναι συχνά λεπτοί, ήσυχοι και αποκαλύπτονται μόνο σε εκείνους που το περπατούν με ακλόνητη πίστη και βαθιά ταπείνωση. Το ταξίδι της ψυχής είναι, πάνω απ' όλα, μια κίνηση προς το φως—ένα ταξίδι που απαιτεί την πλήρη εγκατάλειψη τόσο των εσωτερικών όσο και των εξωτερικών προσκολλήσεων. Μόνο σε αυτή την ολοκληρωτική παράδοση μπορεί κανείς να βρει σαφήνεια στα βήματα που ακολουθούν.
Εγκαταλείποντας τον κόσμο, Αγκαλιάζοντας την Εσωτερική Ζωή
Το πρώτο σημάδι ότι είστε στο σωστό δρόμο είναι όταν έχετε επιλέξει, με πλήρη πεποίθηση, να απομακρυνθείτε από τους περισπασμούς του κόσμου. Αυτό δεν είναι απλώς μια εξωτερική πράξη αφήνοντας πίσω ορισμένες δραστηριότητες, ανθρώπους ή μέρη. Είναι μια βαθύτερη εγκατάλειψη, μια παραίτηση από προσκολλήσεις, επιθυμίες και προσδοκίες που δένουν την ψυχή με τις εγκόσμιες ανησυχίες. Όταν περπατάτε στο πνευματικό μονοπάτι, οι πράξεις σας ευθυγραμμίζονται με αυτήν την εσωτερική απάρνηση. Ο θόρυβος του κόσμου εξασθενεί και δεν παγιδεύεστε πλέον από τις φευγαλέες απολαύσεις ή τις επιφανειακές ανησυχίες του. Αντίθετα, η καρδιά σας βρίσκεται σε μια ανώτερη πραγματικότητα, αυτή που υπερβαίνει τόσο το ορατό όσο και το παροδικό.
Αυτή η εγκατάλειψη του κόσμου δεν σημαίνει ότι παραμελείτε τις ευθύνες σας ή αδιαφορείτε για τις ανάγκες των άλλων. Μάλλον, είναι μια εσωτερική κατάσταση απόσπασης, όπου υπηρετείτε χωρίς να αναζητάτε τίποτα σε αντάλλαγμα. Σε αυτή την κατάσταση, δεν παρακινείστε από προσωπικό κέρδος ή αναγνώριση. Περπατάτε το μονοπάτι με ήσυχο μυαλό, συντονισμένο με τους βαθύτερους σκοπούς της ύπαρξης.
Σεβασμός στους Πρεσβύτερους του Μονοπατιού
Ένα άλλο βασικό σημάδι ότι βαδίζετε στον αληθινό δρόμο είναι όταν τιμάτε αυτούς που το έχουν περπατήσει πριν από εσάς. Η πνευματική ταπεινοφροσύνη απαιτεί την αναγνώριση της σοφίας εκείνων που έχουν φτάσει σε επίπεδο κατανόησης πολύ πέρα από το δικό σας. Αυτά τα άτομα, που έχουν ζήσει ζωές γεμάτες φως, ανιδιοτέλεια και ταπεινότητα, χρησιμεύουν ως φάροι στο ταξίδι. Μαθαίνοντας από τα παραδείγματά τους και σεβόμενοι τις διδασκαλίες τους, ευθυγραμμίζεστε με τις αυθεντικές παραδόσεις της πνευματικής σοφίας.
Αλλά αυτός ο σεβασμός πρέπει να είναι διακριτικός. Ο κόσμος είναι γεμάτος από ανθρώπους που διεκδικούν πνευματική εξουσία αλλά παρακινούνται από κοσμικές επιθυμίες—από τη φήμη, τη δύναμη ή το υλικό κέρδος. Είναι κρίσιμο να απομακρυνθούμε από τέτοια άτομα, των οποίων τα έργα είναι σκιές της αλήθειας. Οι προθέσεις τους οδηγούν μόνο σε σύγχυση και σκοτάδι, ενώ οι αληθινά φωτισμένοι καθοδηγούν τους άλλους με καθαρότητα καρδιάς και διαύγεια μυαλού.
Ζώντας την Αλήθεια
Ο αληθινός δρόμος δεν είναι να δηλώνεις πεποιθήσεις ή να ακολουθείς εξωτερικές τελετουργίες. Πρόκειται για την ενσάρκωση της Αλήθειας σε κάθε πτυχή της ύπαρξής σας. Όταν βρίσκεστε στο σωστό δρόμο, η ζωή σας γίνεται μια ζωντανή μαρτυρία της Αλήθειας που αναζητάτε. Κάθε πράξη, κάθε λέξη, κάθε σκέψη ευθυγραμμίζεται με τη βαθύτερη πραγματικότητα που έχετε γνωρίσει μέσα σας. Σε αυτή την κατάσταση, είστε μακριά από τους περισπασμούς της σκέψης, της επιθυμίας και των εγκόσμιων επιδιώξεων. Η θρησκεία σας δεν είναι απλώς θέμα εξωτερικής συμμόρφωσης, αλλά μια εσωτερική μεταμόρφωση, όπου ολόκληρη η ύπαρξή σας γίνεται έκφραση της θεϊκής πραγματικότητας.
Είναι εύκολο να διεκδικήσεις πίστη, αλλά χωρίς να ζεις την αλήθεια, τέτοιοι ισχυρισμοί είναι κενοί. Πολλοί άνθρωποι ομολογούν ότι πιστεύουν, αλλά συνεχίζουν να είναι μπλεγμένοι σε εγωιστικές επιθυμίες και επιφανειακές ανησυχίες. Όταν ζεις την Αλήθεια, υπερβαίνεις τέτοια υποκρισία. Η πίστη σας δεν είναι πλέον ιδέα ή έννοια. γίνεται η ίδια σου η ύπαρξη, ένα λαμπερό φως που φωτίζει κάθε γωνιά της ύπαρξής σου.
Η συνεχής αναζήτηση μέσα
Οι αληθινοί αναζητητές δεν σταματούν ποτέ να εξερευνούν τα βάθη της ύπαρξής τους. Ανεξάρτητα από το πόσο μακριά έχετε φτάσει στο μονοπάτι, η ταπεινοφροσύνη σας κρατά προσγειωμένο και η συνεχής εσωτερική αναζήτηση σας κρατά να μεγαλώνετε. Το ταξίδι δεν τελειώνει ποτέ πραγματικά - υπάρχουν πάντα περισσότερα να αποκαλύψετε, περισσότερα να μάθετε και βαθύτερα επίπεδα της δικής σας φύσης για να κατανοήσετε.
Το να περπατάς στο πνευματικό μονοπάτι σημαίνει να βελτιώνεσαι συνεχώς, όχι για χάρη της υπερηφάνειας ή της ολοκλήρωσης, αλλά από μια αυθεντική επιθυμία για αλήθεια και κατανόηση. Αυτή η αναζήτηση δεν είναι ποτέ για να φτάσετε σε έναν τελικό προορισμό όπου μπορείτε να δηλώσετε, "Έφτασα". Πρόκειται για ένα αέναο ξεδίπλωμα των δυνατοτήτων της ψυχής σας, όπου κάθε βήμα αποκαλύπτει περισσότερα από το άπειρο.
Αλήθεια πέρα από τη σκέψη και την πίστη
Η αλήθεια που αναζητά κανείς στο πνευματικό μονοπάτι δεν δεσμεύεται από λέξεις ή έννοιες. Είναι μια βιωματική πραγματικότητα που ξεπερνά τους περιορισμούς της σκέψης. Όταν περπατάς στο μονοπάτι, προχωράς πέρα από τα ρηχά επιχειρήματα και τις διαμάχες εκείνων που προσκολλώνται σε περιορισμένες πεποιθήσεις. Η αλήθεια δεν είναι ένα δόγμα ή ένα σύνολο πεποιθήσεων προς συζήτηση. είναι η ζωντανή, αναπνέουσα ουσία της ίδιας της ύπαρξης. Είναι άπειρο και πέρα από κάθε ανθρώπινη κατηγοριοποίηση.
Το να περπατήσεις το μονοπάτι σημαίνει να μείνεις μακριά από τις διχαστικές ενέργειες των θρησκευτικών διαφορών και των περιορισμένων αντιλήψεων. Σημαίνει να αγκαλιάζουμε μια βαθύτερη κατανόηση που ξεπερνά την ανάγκη για πνευματική βεβαιότητα. Η αληθινή πνευματικότητα δεν είναι να κερδίζεις σε διαφωνίες ή να αποδεικνύεις ότι οι άλλοι κάνουν λάθος. πρόκειται για την ενσάρκωση μιας πραγματικότητας τόσο βαθιάς που υπερβαίνει κάθε λέξη.
Ταπεινοφροσύνη και σιωπηλό περπάτημα
Η ταπεινοφροσύνη είναι το θεμέλιο του πνευματικού μονοπατιού. Όσο προοδεύεις, τόσο πιο ταπεινός γίνεσαι. Το φως που κουβαλάς δεν είναι ποτέ για επίδειξη, και η σοφία που αποκτάς δεν είναι για καύχημα. Το να περπατάς το μονοπάτι στη σιωπή, με τα αυτιά σου κλειστά τόσο στον έπαινο όσο και στην κριτική, είναι σημάδι αληθινής πνευματικής ωριμότητας. Όταν δεν αναζητάτε πλέον επικύρωση από τον κόσμο, είστε ελεύθεροι να περπατήσετε στην πληρότητα της δικής σας αλήθειας.
Παραμένοντας σε εγρήγορση και Κερδίζοντας την Αιωνιότητα
Μία από τις πιο βαθιές πτυχές του να περπατάς στο αληθινό μονοπάτι είναι η εξάσκηση της επίγνωσης, της παραμονής σε εγρήγορση και παρουσία σε κάθε στιγμή. Όταν ζεις τη στιγμή, όσο απλή ή ταπεινή κι αν είναι αυτή η στιγμή, ανοίγεσαι στην αιωνιότητα. Ο χρόνος χάνει τον έλεγχο του πάνω σου και αρχίζεις να αγγίζεις τη διαχρονική πραγματικότητα που βρίσκεται κάτω από όλη την ύπαρξη. Αυτό είναι το μυστικό της αιώνιας ζωής – όχι κάτι που πρέπει να επιτευχθεί μετά το θάνατο, αλλά κάτι που πρέπει να πραγματοποιηθεί εδώ και τώρα, στα βάθη της δικής σας επίγνωσης.
Μοιραστείτε τη γνώση με αληθινή αγάπη
Η γνώση, όταν μοιράζεται, πρέπει να γίνεται με καθαρή καρδιά, χωρίς εγώ ή αυτοϊκανοποίηση. Ακόμα κι αν έχετε επιτύχει μεγάλη κατανόηση, η αληθινή κοινή χρήση προέρχεται από έναν τόπο αγάπης και ταπεινότητας. Όταν προσφέρεις τη σοφία σου στους άλλους, δεν πρέπει να είναι σαν ένας πλούσιος που επιδεικνύει τα πλούτη του, αλλά σαν ένας φτωχός που μοιράζεται ταπεινά το ψωμί του. Αυτή η πράξη μοιράσματος, που γίνεται με αληθινή αγάπη και χωρίς προσδοκίες, είναι άλλο ένα σημάδι ότι βρίσκεστε στο σωστό δρόμο.
Μονιμότητα στον Διαλογισμό και την Ειρήνη
Τέλος, το περπάτημα στο πνευματικό μονοπάτι απαιτεί μια συνεχή κατάσταση διαλογισμού και εσωτερικής ησυχίας. Αυτό δεν σημαίνει να αποσυρθείτε εντελώς από τον κόσμο, αλλά να καλλιεργήσετε μια κατάσταση εσωτερικής ειρήνης, όπου κι αν βρίσκεστε. Όταν παραμένετε σε αυτή την ησυχία, απαλλαγμένοι από τον θόρυβο και το χάος του κόσμου, είστε γερά ριζωμένοι στην αλήθεια. Αυτή η ειρήνη γίνεται το θεμέλιο της ύπαρξής σας, επιτρέποντάς σας να υπηρετείτε τους άλλους ανιδιοτελώς και να ζείτε σε αρμονία με το θείο θέλημα.
Σύνοψη
Ο δρόμος της πνευματικής αφύπνισης δεν είναι εύκολος, αλλά τα σημάδια είναι ξεκάθαρα για όσους τα αναζητούν. Όταν ζείτε στην αλήθεια, όταν υπηρετείτε τους άλλους ανιδιοτελώς, όταν καλλιεργείτε την ταπεινοφροσύνη και όταν παραμένετε προσγειωμένοι στην παρούσα στιγμή, είστε σίγουρα στο σωστό δρόμο. Αυτό το ταξίδι είναι ένα ταξίδι βαθιάς μεταμόρφωσης, όπου ο αναζητητής γίνεται η ενσάρκωση της αλήθειας που αναζητά. Και σε αυτή την ενσάρκωση, βρίσκει τον απόλυτο προορισμό: την αιώνια, απεριόριστη και άπειρη αλήθεια που βρίσκεται πέρα από κάθε σκέψη και εγκόσμιες ανησυχίες.
Πώς όμως καταλαβαίνεις πότε είσαι στο σωστό δρόμο; Αυτή η ερώτηση αντηχεί μέσα στις αίθουσες κάθε ειλικρινούς καρδιάς και η απάντησή της δεν διακρίνεται πάντα εύκολα μέσα από τους φακούς της υλικής επιτυχίας ή της εξωτερικής επικύρωσης. Οι αληθινοί δείκτες του μονοπατιού είναι συχνά λεπτοί, ήσυχοι και αποκαλύπτονται μόνο σε εκείνους που το περπατούν με ακλόνητη πίστη και βαθιά ταπείνωση. Το ταξίδι της ψυχής είναι, πάνω απ' όλα, μια κίνηση προς το φως—ένα ταξίδι που απαιτεί την πλήρη εγκατάλειψη τόσο των εσωτερικών όσο και των εξωτερικών προσκολλήσεων. Μόνο σε αυτή την ολοκληρωτική παράδοση μπορεί κανείς να βρει σαφήνεια στα βήματα που ακολουθούν.
Εγκαταλείποντας τον κόσμο, Αγκαλιάζοντας την Εσωτερική Ζωή
Το πρώτο σημάδι ότι είστε στο σωστό δρόμο είναι όταν έχετε επιλέξει, με πλήρη πεποίθηση, να απομακρυνθείτε από τους περισπασμούς του κόσμου. Αυτό δεν είναι απλώς μια εξωτερική πράξη αφήνοντας πίσω ορισμένες δραστηριότητες, ανθρώπους ή μέρη. Είναι μια βαθύτερη εγκατάλειψη, μια παραίτηση από προσκολλήσεις, επιθυμίες και προσδοκίες που δένουν την ψυχή με τις εγκόσμιες ανησυχίες. Όταν περπατάτε στο πνευματικό μονοπάτι, οι πράξεις σας ευθυγραμμίζονται με αυτήν την εσωτερική απάρνηση. Ο θόρυβος του κόσμου εξασθενεί και δεν παγιδεύεστε πλέον από τις φευγαλέες απολαύσεις ή τις επιφανειακές ανησυχίες του. Αντίθετα, η καρδιά σας βρίσκεται σε μια ανώτερη πραγματικότητα, αυτή που υπερβαίνει τόσο το ορατό όσο και το παροδικό.
Αυτή η εγκατάλειψη του κόσμου δεν σημαίνει ότι παραμελείτε τις ευθύνες σας ή αδιαφορείτε για τις ανάγκες των άλλων. Μάλλον, είναι μια εσωτερική κατάσταση απόσπασης, όπου υπηρετείτε χωρίς να αναζητάτε τίποτα σε αντάλλαγμα. Σε αυτή την κατάσταση, δεν παρακινείστε από προσωπικό κέρδος ή αναγνώριση. Περπατάτε το μονοπάτι με ήσυχο μυαλό, συντονισμένο με τους βαθύτερους σκοπούς της ύπαρξης.
Σεβασμός στους Πρεσβύτερους του Μονοπατιού
Ένα άλλο βασικό σημάδι ότι βαδίζετε στον αληθινό δρόμο είναι όταν τιμάτε αυτούς που το έχουν περπατήσει πριν από εσάς. Η πνευματική ταπεινοφροσύνη απαιτεί την αναγνώριση της σοφίας εκείνων που έχουν φτάσει σε επίπεδο κατανόησης πολύ πέρα από το δικό σας. Αυτά τα άτομα, που έχουν ζήσει ζωές γεμάτες φως, ανιδιοτέλεια και ταπεινότητα, χρησιμεύουν ως φάροι στο ταξίδι. Μαθαίνοντας από τα παραδείγματά τους και σεβόμενοι τις διδασκαλίες τους, ευθυγραμμίζεστε με τις αυθεντικές παραδόσεις της πνευματικής σοφίας.
Αλλά αυτός ο σεβασμός πρέπει να είναι διακριτικός. Ο κόσμος είναι γεμάτος από ανθρώπους που διεκδικούν πνευματική εξουσία αλλά παρακινούνται από κοσμικές επιθυμίες—από τη φήμη, τη δύναμη ή το υλικό κέρδος. Είναι κρίσιμο να απομακρυνθούμε από τέτοια άτομα, των οποίων τα έργα είναι σκιές της αλήθειας. Οι προθέσεις τους οδηγούν μόνο σε σύγχυση και σκοτάδι, ενώ οι αληθινά φωτισμένοι καθοδηγούν τους άλλους με καθαρότητα καρδιάς και διαύγεια μυαλού.
Ζώντας την Αλήθεια
Ο αληθινός δρόμος δεν είναι να δηλώνεις πεποιθήσεις ή να ακολουθείς εξωτερικές τελετουργίες. Πρόκειται για την ενσάρκωση της Αλήθειας σε κάθε πτυχή της ύπαρξής σας. Όταν βρίσκεστε στο σωστό δρόμο, η ζωή σας γίνεται μια ζωντανή μαρτυρία της Αλήθειας που αναζητάτε. Κάθε πράξη, κάθε λέξη, κάθε σκέψη ευθυγραμμίζεται με τη βαθύτερη πραγματικότητα που έχετε γνωρίσει μέσα σας. Σε αυτή την κατάσταση, είστε μακριά από τους περισπασμούς της σκέψης, της επιθυμίας και των εγκόσμιων επιδιώξεων. Η θρησκεία σας δεν είναι απλώς θέμα εξωτερικής συμμόρφωσης, αλλά μια εσωτερική μεταμόρφωση, όπου ολόκληρη η ύπαρξή σας γίνεται έκφραση της θεϊκής πραγματικότητας.
Είναι εύκολο να διεκδικήσεις πίστη, αλλά χωρίς να ζεις την αλήθεια, τέτοιοι ισχυρισμοί είναι κενοί. Πολλοί άνθρωποι ομολογούν ότι πιστεύουν, αλλά συνεχίζουν να είναι μπλεγμένοι σε εγωιστικές επιθυμίες και επιφανειακές ανησυχίες. Όταν ζεις την Αλήθεια, υπερβαίνεις τέτοια υποκρισία. Η πίστη σας δεν είναι πλέον ιδέα ή έννοια. γίνεται η ίδια σου η ύπαρξη, ένα λαμπερό φως που φωτίζει κάθε γωνιά της ύπαρξής σου.
Η συνεχής αναζήτηση μέσα
Οι αληθινοί αναζητητές δεν σταματούν ποτέ να εξερευνούν τα βάθη της ύπαρξής τους. Ανεξάρτητα από το πόσο μακριά έχετε φτάσει στο μονοπάτι, η ταπεινοφροσύνη σας κρατά προσγειωμένο και η συνεχής εσωτερική αναζήτηση σας κρατά να μεγαλώνετε. Το ταξίδι δεν τελειώνει ποτέ πραγματικά - υπάρχουν πάντα περισσότερα να αποκαλύψετε, περισσότερα να μάθετε και βαθύτερα επίπεδα της δικής σας φύσης για να κατανοήσετε.
Το να περπατάς στο πνευματικό μονοπάτι σημαίνει να βελτιώνεσαι συνεχώς, όχι για χάρη της υπερηφάνειας ή της ολοκλήρωσης, αλλά από μια αυθεντική επιθυμία για αλήθεια και κατανόηση. Αυτή η αναζήτηση δεν είναι ποτέ για να φτάσετε σε έναν τελικό προορισμό όπου μπορείτε να δηλώσετε, "Έφτασα". Πρόκειται για ένα αέναο ξεδίπλωμα των δυνατοτήτων της ψυχής σας, όπου κάθε βήμα αποκαλύπτει περισσότερα από το άπειρο.
Αλήθεια πέρα από τη σκέψη και την πίστη
Η αλήθεια που αναζητά κανείς στο πνευματικό μονοπάτι δεν δεσμεύεται από λέξεις ή έννοιες. Είναι μια βιωματική πραγματικότητα που ξεπερνά τους περιορισμούς της σκέψης. Όταν περπατάς στο μονοπάτι, προχωράς πέρα από τα ρηχά επιχειρήματα και τις διαμάχες εκείνων που προσκολλώνται σε περιορισμένες πεποιθήσεις. Η αλήθεια δεν είναι ένα δόγμα ή ένα σύνολο πεποιθήσεων προς συζήτηση. είναι η ζωντανή, αναπνέουσα ουσία της ίδιας της ύπαρξης. Είναι άπειρο και πέρα από κάθε ανθρώπινη κατηγοριοποίηση.
Το να περπατήσεις το μονοπάτι σημαίνει να μείνεις μακριά από τις διχαστικές ενέργειες των θρησκευτικών διαφορών και των περιορισμένων αντιλήψεων. Σημαίνει να αγκαλιάζουμε μια βαθύτερη κατανόηση που ξεπερνά την ανάγκη για πνευματική βεβαιότητα. Η αληθινή πνευματικότητα δεν είναι να κερδίζεις σε διαφωνίες ή να αποδεικνύεις ότι οι άλλοι κάνουν λάθος. πρόκειται για την ενσάρκωση μιας πραγματικότητας τόσο βαθιάς που υπερβαίνει κάθε λέξη.
Ταπεινοφροσύνη και σιωπηλό περπάτημα
Η ταπεινοφροσύνη είναι το θεμέλιο του πνευματικού μονοπατιού. Όσο προοδεύεις, τόσο πιο ταπεινός γίνεσαι. Το φως που κουβαλάς δεν είναι ποτέ για επίδειξη, και η σοφία που αποκτάς δεν είναι για καύχημα. Το να περπατάς το μονοπάτι στη σιωπή, με τα αυτιά σου κλειστά τόσο στον έπαινο όσο και στην κριτική, είναι σημάδι αληθινής πνευματικής ωριμότητας. Όταν δεν αναζητάτε πλέον επικύρωση από τον κόσμο, είστε ελεύθεροι να περπατήσετε στην πληρότητα της δικής σας αλήθειας.
Παραμένοντας σε εγρήγορση και Κερδίζοντας την Αιωνιότητα
Μία από τις πιο βαθιές πτυχές του να περπατάς στο αληθινό μονοπάτι είναι η εξάσκηση της επίγνωσης, της παραμονής σε εγρήγορση και παρουσία σε κάθε στιγμή. Όταν ζεις τη στιγμή, όσο απλή ή ταπεινή κι αν είναι αυτή η στιγμή, ανοίγεσαι στην αιωνιότητα. Ο χρόνος χάνει τον έλεγχο του πάνω σου και αρχίζεις να αγγίζεις τη διαχρονική πραγματικότητα που βρίσκεται κάτω από όλη την ύπαρξη. Αυτό είναι το μυστικό της αιώνιας ζωής – όχι κάτι που πρέπει να επιτευχθεί μετά το θάνατο, αλλά κάτι που πρέπει να πραγματοποιηθεί εδώ και τώρα, στα βάθη της δικής σας επίγνωσης.
Μοιραστείτε τη γνώση με αληθινή αγάπη
Η γνώση, όταν μοιράζεται, πρέπει να γίνεται με καθαρή καρδιά, χωρίς εγώ ή αυτοϊκανοποίηση. Ακόμα κι αν έχετε επιτύχει μεγάλη κατανόηση, η αληθινή κοινή χρήση προέρχεται από έναν τόπο αγάπης και ταπεινότητας. Όταν προσφέρεις τη σοφία σου στους άλλους, δεν πρέπει να είναι σαν ένας πλούσιος που επιδεικνύει τα πλούτη του, αλλά σαν ένας φτωχός που μοιράζεται ταπεινά το ψωμί του. Αυτή η πράξη μοιράσματος, που γίνεται με αληθινή αγάπη και χωρίς προσδοκίες, είναι άλλο ένα σημάδι ότι βρίσκεστε στο σωστό δρόμο.
Μονιμότητα στον Διαλογισμό και την Ειρήνη
Τέλος, το περπάτημα στο πνευματικό μονοπάτι απαιτεί μια συνεχή κατάσταση διαλογισμού και εσωτερικής ησυχίας. Αυτό δεν σημαίνει να αποσυρθείτε εντελώς από τον κόσμο, αλλά να καλλιεργήσετε μια κατάσταση εσωτερικής ειρήνης, όπου κι αν βρίσκεστε. Όταν παραμένετε σε αυτή την ησυχία, απαλλαγμένοι από τον θόρυβο και το χάος του κόσμου, είστε γερά ριζωμένοι στην αλήθεια. Αυτή η ειρήνη γίνεται το θεμέλιο της ύπαρξής σας, επιτρέποντάς σας να υπηρετείτε τους άλλους ανιδιοτελώς και να ζείτε σε αρμονία με το θείο θέλημα.
Σύνοψη
Ο δρόμος της πνευματικής αφύπνισης δεν είναι εύκολος, αλλά τα σημάδια είναι ξεκάθαρα για όσους τα αναζητούν. Όταν ζείτε στην αλήθεια, όταν υπηρετείτε τους άλλους ανιδιοτελώς, όταν καλλιεργείτε την ταπεινοφροσύνη και όταν παραμένετε προσγειωμένοι στην παρούσα στιγμή, είστε σίγουρα στο σωστό δρόμο. Αυτό το ταξίδι είναι ένα ταξίδι βαθιάς μεταμόρφωσης, όπου ο αναζητητής γίνεται η ενσάρκωση της αλήθειας που αναζητά. Και σε αυτή την ενσάρκωση, βρίσκει τον απόλυτο προορισμό: την αιώνια, απεριόριστη και άπειρη αλήθεια που βρίσκεται πέρα από κάθε σκέψη και εγκόσμιες ανησυχίες.
Η Χώρα του Ιερού: Ένα Ταξίδι Πέρα από την Ψευδαίσθηση
Υπάρχει μια Χώρα που δεν βρίσκεται σε κανέναν χάρτη. Δεν ορίζεται από σύνορα, ούτε μπορεί να κατακτηθεί ή να διεκδικηθεί. Αυτή είναι η Χώρα του Ιερού, ο τόπος όπου όλες οι διακρίσεις διαλύονται και τα πέπλα της ψευδαίσθησης πέφτουν. Δεν είναι ένας μακρινός παράδεισος, ούτε ένα κρυμμένο καταφύγιο για λίγους εκλεκτούς. Είναι εδώ, τώρα, σε αυτή την ανάσα, σε αυτή τη στιγμή. Αλλά για να τη δει κανείς, πρέπει να αφυπνιστεί. Για να ζήσει μέσα της, πρέπει να εγκαταλείψει καθετί ψεύτικο.
Ο Δρόμος Πέρα από τις Λέξεις
Η Αληθινή Θρησκεία δεν είναι γραμμένη σε βιβλία, ούτε ψιθυρισμένη από ιερείς. Δεν είναι κωδικοποιημένη σε γραφές, ούτε περιορίζεται από δόγματα. Η Αληθινή Θρησκεία είναι η Θρησκεία της Εμπειρίας, η άμεση γνώση που δεν εξαρτάται από την πίστη. Είναι το μονοπάτι χωρίς μονοπάτι, ο δρόμος χωρίς βήματα. Αυτός που τον ακολουθεί, δεν ακολουθεί τίποτα—απλώς υπάρχει. Και μέσα σε αυτή την ύπαρξη, κάθε διαχωρισμός εξαφανίζεται.
Όποιος έχει γνωρίσει το Πραγματικό δεν αναζητά ευλογίες, γιατί κατανοεί ότι κάθε ανάσα είναι ήδη ευλογημένη. Δεν αναζητά ιερές πράξεις, γιατί συνειδητοποιεί ότι όλες οι πράξεις είναι ιερές όταν εκτελούνται με παρουσία και επίγνωση. Δεν κυνηγά τη φώτιση, γιατί βλέπει ότι ήδη λάμπει μέσα σε όλα τα πράγματα. Να κατοικείς στη Χώρα του Ιερού σημαίνει να αναγνωρίζεις πως τίποτα δεν είναι βέβηλο, πως τίποτα δεν βρίσκεται έξω από την αγκαλιά του Θείου.
Η Ψευδαίσθηση του Διαχωρισμού
Ο νους, μέσα στην ανησυχία του, επιδιώκει να διαιρεί. Ονομάζει κάποια πράγματα καλά και άλλα κακά, κάποια ιερά και άλλα ακάθαρτα. Δημιουργεί αποστάσεις εκεί που δεν υπάρχουν, κατασκευάζει ιεραρχίες εκεί που όλα είναι ένα. Αλλά αυτά είναι τα πέπλα της άγνοιας, τα τείχη της ψευδαίσθησης. Στη Χώρα του Ιερού, δεν υπάρχει υψηλό ή χαμηλό, ιερό ή βέβηλο, εαυτός ή άλλος. Όλα φαίνονται όπως πραγματικά είναι—μία κίνηση, μία ροή, μία αιώνια εκδήλωση.
Όμως, το να πει κανείς ότι όλα είναι ένα δεν σημαίνει ότι όλα είναι τα ίδια. Δεν φέρουν όλες οι πράξεις τους ίδιους καρπούς. Ένα δηλητήριο, αν και μέρος της ύπαρξης, θα βλάψει το σώμα. Ένα ψέμα, αν και έκφραση της ύπαρξης, θα θολώσει τον νου. Γι’ αυτό, εκείνος που περπατά στη Χώρα του Ιερού κινείται με σοφία, γνωρίζοντας τις συνέπειες, δρώντας σε αρμονία με τη Μεγάλη Τάξη.
Η Πύλη της Παρουσίας
Αν αναζητάς την είσοδο στη Χώρα του Ιερού, να γνωρίζεις το εξής: η πύλη είναι πάντα ανοιχτή, αλλά μόνο όσοι έχουν ανοιχτά μάτια μπορούν να περάσουν. Το κλειδί δεν είναι η προσευχή, ούτε η τελετουργία, ούτε η πειθαρχία. Το κλειδί είναι η Παρουσία. Να είσαι πλήρως εδώ, πλήρως τώρα, χωρίς κρίση, χωρίς προσκόλληση—αυτό είναι το μυστικό που δεν είναι μυστικό.
Όταν είσαι απόλυτα παρών, βλέπεις το ιερό σε ένα φύλλο που πέφτει, σε μια σταγόνα βροχής, στο γέλιο ενός παιδιού. Δεν ψάχνεις πια για νόημα σε μακρινούς κόσμους, γιατί το νόημα αποκαλύπτεται στο απλό και το καθημερινό. Ολόκληρο το σύμπαν γίνεται ναός σου, και κάθε στιγμή είναι μια θεία κοινωνία.
Πέρα από την Ανάγκη της Αναζήτησης
Το να αναζητάς σημαίνει να υπονοείς την έλλειψη. Αλλά στη Χώρα του Ιερού, τίποτα δεν λείπει. Όποιος έχει φτάσει, σταματά να ψάχνει, όχι γιατί βρήκε μια τελική απάντηση, αλλά γιατί συνειδητοποίησε ότι δεν υπήρχε ποτέ κάτι να βρεθεί. Ο νους που αναζητά είναι ένας απατεώνας, πάντα υποσχόμενος μια μελλοντική εκπλήρωση, πάντα ψιθυρίζοντας: «Λίγο ακόμα». Αλλά ο σοφός χαμογελά, γιατί γνωρίζει: δεν υπάρχει τίποτα περισσότερο. Υπάρχει μόνο αυτό. Και αυτό είναι αρκετό.
Άφησε την αναζήτησή σου. Άφησε την προσπάθειά σου. Δεν υπάρχει ανάγκη να κυνηγάς την αλήθεια, γιατί η αλήθεια είναι ήδη εδώ, χτυπά στην καρδιά σου, αναπνέει στους πνεύμονές σου, λάμπει μέσα από τα μάτια σου. Άνοιξε τον εαυτό σου στο Ιερό, και θα δεις: ήταν πάντα εδώ. Δεν ήταν ποτέ πουθενά αλλού.
Η Χώρα του Ιερού δεν είναι τόπος. Είναι ένα βλέμμα. Είναι μια γνώση. Είναι μια ύπαρξη. Είναι δική σου, τώρα και για πάντα.
Ο Δρόμος Πέρα από τις Λέξεις
Η Αληθινή Θρησκεία δεν είναι γραμμένη σε βιβλία, ούτε ψιθυρισμένη από ιερείς. Δεν είναι κωδικοποιημένη σε γραφές, ούτε περιορίζεται από δόγματα. Η Αληθινή Θρησκεία είναι η Θρησκεία της Εμπειρίας, η άμεση γνώση που δεν εξαρτάται από την πίστη. Είναι το μονοπάτι χωρίς μονοπάτι, ο δρόμος χωρίς βήματα. Αυτός που τον ακολουθεί, δεν ακολουθεί τίποτα—απλώς υπάρχει. Και μέσα σε αυτή την ύπαρξη, κάθε διαχωρισμός εξαφανίζεται.
Όποιος έχει γνωρίσει το Πραγματικό δεν αναζητά ευλογίες, γιατί κατανοεί ότι κάθε ανάσα είναι ήδη ευλογημένη. Δεν αναζητά ιερές πράξεις, γιατί συνειδητοποιεί ότι όλες οι πράξεις είναι ιερές όταν εκτελούνται με παρουσία και επίγνωση. Δεν κυνηγά τη φώτιση, γιατί βλέπει ότι ήδη λάμπει μέσα σε όλα τα πράγματα. Να κατοικείς στη Χώρα του Ιερού σημαίνει να αναγνωρίζεις πως τίποτα δεν είναι βέβηλο, πως τίποτα δεν βρίσκεται έξω από την αγκαλιά του Θείου.
Η Ψευδαίσθηση του Διαχωρισμού
Ο νους, μέσα στην ανησυχία του, επιδιώκει να διαιρεί. Ονομάζει κάποια πράγματα καλά και άλλα κακά, κάποια ιερά και άλλα ακάθαρτα. Δημιουργεί αποστάσεις εκεί που δεν υπάρχουν, κατασκευάζει ιεραρχίες εκεί που όλα είναι ένα. Αλλά αυτά είναι τα πέπλα της άγνοιας, τα τείχη της ψευδαίσθησης. Στη Χώρα του Ιερού, δεν υπάρχει υψηλό ή χαμηλό, ιερό ή βέβηλο, εαυτός ή άλλος. Όλα φαίνονται όπως πραγματικά είναι—μία κίνηση, μία ροή, μία αιώνια εκδήλωση.
Όμως, το να πει κανείς ότι όλα είναι ένα δεν σημαίνει ότι όλα είναι τα ίδια. Δεν φέρουν όλες οι πράξεις τους ίδιους καρπούς. Ένα δηλητήριο, αν και μέρος της ύπαρξης, θα βλάψει το σώμα. Ένα ψέμα, αν και έκφραση της ύπαρξης, θα θολώσει τον νου. Γι’ αυτό, εκείνος που περπατά στη Χώρα του Ιερού κινείται με σοφία, γνωρίζοντας τις συνέπειες, δρώντας σε αρμονία με τη Μεγάλη Τάξη.
Η Πύλη της Παρουσίας
Αν αναζητάς την είσοδο στη Χώρα του Ιερού, να γνωρίζεις το εξής: η πύλη είναι πάντα ανοιχτή, αλλά μόνο όσοι έχουν ανοιχτά μάτια μπορούν να περάσουν. Το κλειδί δεν είναι η προσευχή, ούτε η τελετουργία, ούτε η πειθαρχία. Το κλειδί είναι η Παρουσία. Να είσαι πλήρως εδώ, πλήρως τώρα, χωρίς κρίση, χωρίς προσκόλληση—αυτό είναι το μυστικό που δεν είναι μυστικό.
Όταν είσαι απόλυτα παρών, βλέπεις το ιερό σε ένα φύλλο που πέφτει, σε μια σταγόνα βροχής, στο γέλιο ενός παιδιού. Δεν ψάχνεις πια για νόημα σε μακρινούς κόσμους, γιατί το νόημα αποκαλύπτεται στο απλό και το καθημερινό. Ολόκληρο το σύμπαν γίνεται ναός σου, και κάθε στιγμή είναι μια θεία κοινωνία.
Πέρα από την Ανάγκη της Αναζήτησης
Το να αναζητάς σημαίνει να υπονοείς την έλλειψη. Αλλά στη Χώρα του Ιερού, τίποτα δεν λείπει. Όποιος έχει φτάσει, σταματά να ψάχνει, όχι γιατί βρήκε μια τελική απάντηση, αλλά γιατί συνειδητοποίησε ότι δεν υπήρχε ποτέ κάτι να βρεθεί. Ο νους που αναζητά είναι ένας απατεώνας, πάντα υποσχόμενος μια μελλοντική εκπλήρωση, πάντα ψιθυρίζοντας: «Λίγο ακόμα». Αλλά ο σοφός χαμογελά, γιατί γνωρίζει: δεν υπάρχει τίποτα περισσότερο. Υπάρχει μόνο αυτό. Και αυτό είναι αρκετό.
Άφησε την αναζήτησή σου. Άφησε την προσπάθειά σου. Δεν υπάρχει ανάγκη να κυνηγάς την αλήθεια, γιατί η αλήθεια είναι ήδη εδώ, χτυπά στην καρδιά σου, αναπνέει στους πνεύμονές σου, λάμπει μέσα από τα μάτια σου. Άνοιξε τον εαυτό σου στο Ιερό, και θα δεις: ήταν πάντα εδώ. Δεν ήταν ποτέ πουθενά αλλού.
Η Χώρα του Ιερού δεν είναι τόπος. Είναι ένα βλέμμα. Είναι μια γνώση. Είναι μια ύπαρξη. Είναι δική σου, τώρα και για πάντα.
Το Μονοπάτι της Άμεσης Επαφής με το Πραγματικό
Στη σιωπή πριν από τη σκέψη, στην απεραντοσύνη πριν από την ερμηνεία, υπάρχει μια Πραγματικότητα πέρα από όλες τις έννοιες, πέρα από όλες τις λέξεις, πέρα από καθετί που μπορεί να κατανοήσει ο νους. Αυτό είναι το Πραγματικό. Δεν είναι κάτι για το οποίο πρέπει να μιλήσει κανείς, αλλά κάτι που πρέπει να βιωθεί. Δεν είναι κάτι που πρέπει να λατρεύεται από απόσταση, αλλά να αγγιχτεί στην αμεσότητα της ύπαρξης. Η Αληθινή Διδασκαλία δεν είναι δόγμα, δεν είναι ιερό βιβλίο, ούτε τελετουργία χαραγμένη στην πέτρα. Είναι η άμεση εμπειρία της Αλήθειας, μια γνώση που ξεπερνά τον νου και διαπερνά τον πυρήνα της ύπαρξης.
Όλες οι εξωτερικές θεωρίες, όλες οι φιλοσοφίες, όλα τα λεγόμενα μυστήρια δεν είναι παρά σκιές που προβάλλονται στον τοίχο του σπηλαίου. Ο αναζητητής που γοητεύεται από αυτές τις σκιές παραμένει αλυσοδεμένος, παγιδευμένος στην ψευδαίσθηση, μπερδεύοντας τις αντανακλάσεις με την Πηγή. Αλλά εκείνος που τολμά να στραφεί μακριά από αυτό το εξωτερικό θέαμα, που εγκαταλείπει τη γοητεία των μορφών και των φαινομένων, βρίσκεται να στέκεται στο κατώφλι του Αιώνιου. Σε αυτή τη στιγμή, το πέπλο σχίζεται και το Πραγματικό αποκαλύπτεται—όχι ως αντικείμενο προς παρατήρηση, αλλά ως η ίδια η ουσία της ύπαρξης.
Η εμπειρία αυτής της Άμεσης Επαφής με το Πραγματικό σημαίνει την υπέρβαση του κύκλου της εγκόσμιας χαράς και της εγκόσμιας λύπης. Είναι η κατάσταση όπου κανείς δεν επηρεάζεται πλέον από τις παροδικές διακυμάνσεις της τύχης και της δυστυχίας. Εκείνος που ακολουθεί αυτό το μονοπάτι γίνεται Κατακτητής της Ζωής, ανέγγιχτος από τις ψευδαισθήσεις, αμετακίνητος από το παροδικό παιχνίδι των μορφών. Δεν υπάρχει ανάγκη για αποκήρυξη του κόσμου, γιατί ο ίδιος ο κόσμος διαλύεται μέσα στη λάμψη της Αλήθειας. Οι απολαύσεις της γης δεν αναζητούνται πλέον, διότι γίνονται αντιληπτές ως εφήμερες· οι θλίψεις του κόσμου δεν πληγώνουν πλέον, διότι αναγνωρίζονται ως παροδικά κύματα στον ωκεανό του Αμετάβλητου.
Αυτή είναι η Αληθινή Απελευθέρωση: όχι η διαφυγή από τον πόνο, αλλά η διάλυση εκείνου που υποφέρει. Όχι η επιδίωξη της ευχαρίστησης, αλλά η συνειδητοποίηση ότι τόσο η ευχαρίστηση όσο και ο πόνος αναδύονται μέσα σε έναν χώρο που είναι πέρα από αμφότερα. Η γεύση αυτής της εμπειρίας είναι σαν το νερό από την Πηγή του Αιώνιου, την Πηγή που ούτε στερεύει ούτε υπερχειλίζει, το Πηγάδι της Αλήθειας που σβήνει κάθε δίψα, αφήνοντας όμως κανέναν να μη λαχταρά τίποτα.
Το ταξίδι είναι παράδοξο: Δεν είναι ένα μονοπάτι που πρέπει να διανυθεί, κι όμως είναι το ύψιστο προσκύνημα. Δεν είναι μια κατάκτηση, κι όμως είναι η υπέρτατη πραγματοποίηση. Δεν είναι μια πρακτική, κι όμως απαιτεί απόλυτη ειλικρίνεια. Εκείνος που το αναζητά πρέπει να εγκαταλείψει την ίδια την αναζήτηση. Εκείνος που το επιθυμεί πρέπει να εγκαταλείψει κάθε επιθυμία. Εκείνος που προσπαθεί να το πετύχει πρέπει να εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια. Μόνο στην απόλυτη παράδοση αποκαλύπτεται το μυστήριο. Μόνο στην απουσία του εγώ λάμπει το Αληθινό Εγώ.
Πολλοί έχουν μιλήσει για την Αλήθεια. Πολλοί έχουν κηρύξει τον δρόμο. Αλλά η Αλήθεια δεν μπορεί να ειπωθεί, ούτε ο δρόμος μπορεί να κηρυχθεί. Το Πραγματικό είναι εδώ, τώρα, παρόν σε αυτή την ίδια την αναπνοή, σε αυτή την ίδια την επίγνωση. Για να το δει κανείς, πρέπει να πάψει να κοιτάζει προς τα έξω και να στραφεί προς τα μέσα. Για να το κατακτήσει, πρέπει να απελευθερωθεί από κάθε προσκόλληση. Για να το γνωρίσει, πρέπει να γίνει αυτό.
Οι σοφοί δεν μιλούν για την επίτευξή τους, γιατί δεν υπάρχει τίποτα να επιτευχθεί. Οι φωτισμένοι δεν διακηρύσσουν τον φωτισμό τους, γιατί δεν υπάρχει κανείς που να έχει φωτιστεί. Εκείνος που γνωρίζει την Αλήθεια απλώς παραμένει, σιωπηλός και ακίνητος, σαν το βουνό που παρακολουθεί τα περαστικά σύννεφα, σαν τον αχανή ουρανό που χωρά μέσα του όλες τις καταιγίδες και όλες τις γαλήνες. Μέσα σε αυτή τη Σιωπή, μέσα σε αυτή την Ακινησία, ο αναζητητής διαλύεται και ό,τι απομένει είναι η Πραγματικότητα που υπήρχε πάντα—πέρα από όνομα, πέρα από μορφή, πέρα από τον κόσμο.
Αυτός είναι ο Τόπος της Αλήθειας. Εδώ δεν υπάρχουν διαχωρισμοί, δεν υπάρχουν δυϊσμοί, δεν υπάρχουν αντίθετα. Εδώ υπάρχει μόνο Αυτό που Είναι. Και όταν ο αναζητητής εξαφανίζεται, αυτό που απομένει είναι η γνώση χωρίς γνώστη, η όραση χωρίς ορατή, η ύπαρξη χωρίς ταυτότητα. Αυτό είναι το Μεγάλο Μυστικό, κρυμμένο σε κοινή θέα. Αυτή είναι η Μεγάλη Αποκάλυψη, που περιμένει μόνο εκείνον που έχει το θάρρος να κοιτάξει πέρα από όλα τα ψεύδη και να αντικρίσει το Πραγματικό.
Έλα, λοιπόν, όχι με τον νου, όχι με θεωρίες, όχι με πεποιθήσεις, αλλά με το άνοιγμα μιας καρδιάς απογυμνωμένης από όλες τις ψευδαισθήσεις. Έλα και δες. Το Πραγματικό σε περιμένει, πάντα παρόν, πάντα λαμπερό, πέρα από όλα τα πέπλα.
Όλες οι εξωτερικές θεωρίες, όλες οι φιλοσοφίες, όλα τα λεγόμενα μυστήρια δεν είναι παρά σκιές που προβάλλονται στον τοίχο του σπηλαίου. Ο αναζητητής που γοητεύεται από αυτές τις σκιές παραμένει αλυσοδεμένος, παγιδευμένος στην ψευδαίσθηση, μπερδεύοντας τις αντανακλάσεις με την Πηγή. Αλλά εκείνος που τολμά να στραφεί μακριά από αυτό το εξωτερικό θέαμα, που εγκαταλείπει τη γοητεία των μορφών και των φαινομένων, βρίσκεται να στέκεται στο κατώφλι του Αιώνιου. Σε αυτή τη στιγμή, το πέπλο σχίζεται και το Πραγματικό αποκαλύπτεται—όχι ως αντικείμενο προς παρατήρηση, αλλά ως η ίδια η ουσία της ύπαρξης.
Η εμπειρία αυτής της Άμεσης Επαφής με το Πραγματικό σημαίνει την υπέρβαση του κύκλου της εγκόσμιας χαράς και της εγκόσμιας λύπης. Είναι η κατάσταση όπου κανείς δεν επηρεάζεται πλέον από τις παροδικές διακυμάνσεις της τύχης και της δυστυχίας. Εκείνος που ακολουθεί αυτό το μονοπάτι γίνεται Κατακτητής της Ζωής, ανέγγιχτος από τις ψευδαισθήσεις, αμετακίνητος από το παροδικό παιχνίδι των μορφών. Δεν υπάρχει ανάγκη για αποκήρυξη του κόσμου, γιατί ο ίδιος ο κόσμος διαλύεται μέσα στη λάμψη της Αλήθειας. Οι απολαύσεις της γης δεν αναζητούνται πλέον, διότι γίνονται αντιληπτές ως εφήμερες· οι θλίψεις του κόσμου δεν πληγώνουν πλέον, διότι αναγνωρίζονται ως παροδικά κύματα στον ωκεανό του Αμετάβλητου.
Αυτή είναι η Αληθινή Απελευθέρωση: όχι η διαφυγή από τον πόνο, αλλά η διάλυση εκείνου που υποφέρει. Όχι η επιδίωξη της ευχαρίστησης, αλλά η συνειδητοποίηση ότι τόσο η ευχαρίστηση όσο και ο πόνος αναδύονται μέσα σε έναν χώρο που είναι πέρα από αμφότερα. Η γεύση αυτής της εμπειρίας είναι σαν το νερό από την Πηγή του Αιώνιου, την Πηγή που ούτε στερεύει ούτε υπερχειλίζει, το Πηγάδι της Αλήθειας που σβήνει κάθε δίψα, αφήνοντας όμως κανέναν να μη λαχταρά τίποτα.
Το ταξίδι είναι παράδοξο: Δεν είναι ένα μονοπάτι που πρέπει να διανυθεί, κι όμως είναι το ύψιστο προσκύνημα. Δεν είναι μια κατάκτηση, κι όμως είναι η υπέρτατη πραγματοποίηση. Δεν είναι μια πρακτική, κι όμως απαιτεί απόλυτη ειλικρίνεια. Εκείνος που το αναζητά πρέπει να εγκαταλείψει την ίδια την αναζήτηση. Εκείνος που το επιθυμεί πρέπει να εγκαταλείψει κάθε επιθυμία. Εκείνος που προσπαθεί να το πετύχει πρέπει να εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια. Μόνο στην απόλυτη παράδοση αποκαλύπτεται το μυστήριο. Μόνο στην απουσία του εγώ λάμπει το Αληθινό Εγώ.
Πολλοί έχουν μιλήσει για την Αλήθεια. Πολλοί έχουν κηρύξει τον δρόμο. Αλλά η Αλήθεια δεν μπορεί να ειπωθεί, ούτε ο δρόμος μπορεί να κηρυχθεί. Το Πραγματικό είναι εδώ, τώρα, παρόν σε αυτή την ίδια την αναπνοή, σε αυτή την ίδια την επίγνωση. Για να το δει κανείς, πρέπει να πάψει να κοιτάζει προς τα έξω και να στραφεί προς τα μέσα. Για να το κατακτήσει, πρέπει να απελευθερωθεί από κάθε προσκόλληση. Για να το γνωρίσει, πρέπει να γίνει αυτό.
Οι σοφοί δεν μιλούν για την επίτευξή τους, γιατί δεν υπάρχει τίποτα να επιτευχθεί. Οι φωτισμένοι δεν διακηρύσσουν τον φωτισμό τους, γιατί δεν υπάρχει κανείς που να έχει φωτιστεί. Εκείνος που γνωρίζει την Αλήθεια απλώς παραμένει, σιωπηλός και ακίνητος, σαν το βουνό που παρακολουθεί τα περαστικά σύννεφα, σαν τον αχανή ουρανό που χωρά μέσα του όλες τις καταιγίδες και όλες τις γαλήνες. Μέσα σε αυτή τη Σιωπή, μέσα σε αυτή την Ακινησία, ο αναζητητής διαλύεται και ό,τι απομένει είναι η Πραγματικότητα που υπήρχε πάντα—πέρα από όνομα, πέρα από μορφή, πέρα από τον κόσμο.
Αυτός είναι ο Τόπος της Αλήθειας. Εδώ δεν υπάρχουν διαχωρισμοί, δεν υπάρχουν δυϊσμοί, δεν υπάρχουν αντίθετα. Εδώ υπάρχει μόνο Αυτό που Είναι. Και όταν ο αναζητητής εξαφανίζεται, αυτό που απομένει είναι η γνώση χωρίς γνώστη, η όραση χωρίς ορατή, η ύπαρξη χωρίς ταυτότητα. Αυτό είναι το Μεγάλο Μυστικό, κρυμμένο σε κοινή θέα. Αυτή είναι η Μεγάλη Αποκάλυψη, που περιμένει μόνο εκείνον που έχει το θάρρος να κοιτάξει πέρα από όλα τα ψεύδη και να αντικρίσει το Πραγματικό.
Έλα, λοιπόν, όχι με τον νου, όχι με θεωρίες, όχι με πεποιθήσεις, αλλά με το άνοιγμα μιας καρδιάς απογυμνωμένης από όλες τις ψευδαισθήσεις. Έλα και δες. Το Πραγματικό σε περιμένει, πάντα παρόν, πάντα λαμπερό, πέρα από όλα τα πέπλα.
Το Μονοπάτι Πέρα από την Ψευδαίσθηση: Κατανόηση της Πνευματικής Ωριμότητας και της Αληθινής Εμπειρίας
Το ταξίδι της πνευματικής αφύπνισης συχνά χαρακτηρίζεται από αναρίθμητα στάδια προσωπικής μεταμόρφωσης, ενδοσκόπησης και αναζήτησης για μια βαθύτερη κατανόηση της πραγματικότητας. Ωστόσο, μέσα σε αυτές τις φάσεις, πολλοί αναζητητές βρίσκονται μπλεγμένοι σε ένα περίπλοκο πλέγμα σκέψεων, επιθυμιών και φιλοδοξιών - αναπαράγοντας ειρωνικά τα ίδια τα πρότυπα που επιδιώκουν να υπερβούν. Υπάρχει μια λεπτή γραμμή ανάμεσα στο αυθεντικό εσωτερικό κάλεσμα που οδηγεί κάποιον προς την Αλήθεια και στις λεπτές παγίδες του εγώ που μεταμφιέζεται σε πνευματική επιδίωξη. Για να πλοηγηθείτε σε αυτό το μονοπάτι, μια λεπτή κατανόηση βασικών εννοιών όπως η «πνευματική εμπειρία», η «ένωση με τον Θεό» και η «φώτιση» είναι απαραίτητη, καθώς αυτοί οι όροι συχνά παρερμηνεύονται, οδηγώντας σε σύγχυση και ψευδείς καταστάσεις πνευματικής επίτευξης.
Η Ψευδαίσθηση της Αναζήτησης:Το Κρυφό παιχνίδι του Εγώ
Το πνευματικό ταξίδι συχνά γίνεται αντιληπτό ως θεμελιωδώς διαφορετικό από τις εγκόσμιες επιδιώξεις. Όροι όπως «πνευματικός προσανατολισμός», «αγάπη για τον Θεό» ή «η επιδίωξη της φώτισης» θεωρούνται ως ένας εναλλακτικός, ανώτερος τρόπος ζωής – ξεχωριστός από τον εγκόσμιο. Ωστόσο, η διάκριση μπορεί να μην είναι τόσο έντονη όσο φαίνεται. Όσο υπάρχει ένα «εγώ» που αναζητά, που επιθυμεί την ένωση, που αγωνίζεται να βιώσει το θείο, αυτό το «εγώ» δεν είναι άλλο από το εγώ—η ίδια οντότητα που αναζητά θέση, αναγνώριση ή πλούτο στο εγκόσμιο βασίλειο.
Όταν ένας αναζητητής επιθυμεί φώτιση ή ένωση, συχνά λειτουργεί στο επίπεδο της σκέψης, προβάλλοντας μια εικόνα πνευματικής ολοκλήρωσης που τροφοδοτεί την εικόνα του εαυτού του. Αυτή η επιδίωξη, ανεξάρτητα από το πόσο υψηλή ή ευγενική φαίνεται, παραμένει στο πεδίο της σκέψης και του χρόνου. Επομένως, ο αναζητητής δεν διαφέρει πραγματικά από τον κοινό εγκόσμιο άνθρωπο που κυνηγάει υλικά κέρδη. και οι δύο παγιδεύονται από τον ιστό της επιθυμίας. Αυτή η λεπτή δυναμική αποκαλύπτει ότι αυτό που φαίνεται να είναι ένα πνευματικό ταξίδι μπορεί, στην πραγματικότητα, να είναι ένα μεταμφιεσμένο εγωιστικό ταξίδι.
Η Αληθινή Πράξη Αγάπης και Προσφοράς: Πέρα από την Φιλανθρωπία του Εγώ
Οι ανθρώπινες πράξεις αγάπης, φιλανθρωπίας και προσφοράς συχνά φέρουν μαζί τους τους σπόρους της δυαδικότητας—ένα «εγώ» που δίνει και ένα «εσύ» που λαμβάνει. Αυτή η διάκριση συνεπάγεται χωρισμό, και όπου υπάρχει χωρισμός, υπάρχει μια λεπτή αλλά αναμφισβήτητη παρουσία του εγώ. Συχνά, η γενναιοδωρία των ανθρώπων υποκινείται από την ανάγκη για αυτο-ικανοποίηση, αναγνώριση ή την ελπίδα για κάποια καρμική ανταμοιβή. Αυτές οι πράξεις, επομένως, ενώ φαίνονται αλτρουιστικές, είναι μολυσμένες από απώτερα κίνητρα.
Αντίθετα, η «Πράξη Αγάπης» όπως εκφράζεται από το Πνεύμα της Ενότητας είναι εντελώς διαφορετικής φύσης. Δεν προκύπτει από το εγώ αλλά από τη συνειδητοποίηση της ενότητας. Δεν υπάρχει δυαδικότητα, καμία αίσθηση του εαυτού να δίνεις στον άλλο. Το δόσιμο ρέει φυσικά, χωρίς προσκόλληση ή προσδοκία. Είναι μια καθαρή, αυθόρμητη έκφραση Εκείνου που υπερβαίνει τον δότη και τον δέκτη. Είναι ο αιώνιος χορός της ύπαρξης, όπου οι πράξεις αναδύονται από την πληρότητα του είναι και όχι από την κατακερματισμένη ταυτότητα του εγώ. Ο συμβολισμός, το περιεχόμενο και το αποτέλεσμα μιας τέτοιας πράξης είναι πέρα από την κατανόηση ενός μυαλού εδραιωμένου σε χωριστά και επιθυμία.
Η παγίδα της τεχνητής σιωπής και του σταματήματος των σκέψεων
Πολλοί αναζητητές προσπαθούν να επιτύχουν πνευματική σιωπή με τη βία - πειθαρχώντας το μυαλό να σταματήσει να σκέφτεται, δημιουργώντας μια άδεια κατάσταση χωρίς σκέψεις. Αν και αυτό μπορεί να φαίνεται ότι είναι ένα πνευματικό επίτευγμα, είναι, στην ουσία, μια επιφανειακή κατάσταση που δεν έχει το βάθος και τη σταθερότητα της αληθινής σιωπής. Ένα μυαλό που σωπαίνει βίαια μοιάζει με έναν ταραγμένο ωκεανό που ηρεμεί με τεχνητά μέσα. περιμένει μόνο να απομακρυνθεί η εξωτερική επιρροή πριν ανέβουν ξανά τα κύματα της σκέψης.
Η αληθινή σιωπή δεν είναι η απλή απουσία σκέψης. Είναι ο καρπός της βαθιάς κατανόησης, αποδοχής και ολοκλήρωσης της ύπαρξης. Όταν η σιωπή προκύπτει από μια τέτοια κατάσταση ωρίμανσης, είναι οργανική, ακλόνητη και διαχρονική. Είναι μια σιωπή που περικλείει όλο τον ήχο, μια ησυχία που δεν σπάει η κίνηση. Υπερβαίνει τους περιορισμούς των τεχνητών πρακτικών και των προσωρινών καταστάσεων, αποκαλύπτοντας μια ειρήνη που είναι ανεξάρτητη από οποιεσδήποτε νοητικές κατασκευές ή συνθήκες.
Πέρα από Φαινόμενα: Αληθινή Εμπειρία έναντι Εγωικής Εμπειρίας
Το πνευματικό μονοπάτι είναι συχνά διάσπαρτο με εξαιρετικά φαινόμενα - οράματα, εμπειρίες και συνειδητοποιήσεις που φαίνεται να υπαινίσσονται το θείο. Πολλοί άνθρωποι θεωρούν αυτές τις εμπειρίες ως χαρακτηριστικά της πνευματικής προόδου. Ωστόσο, αυτά τα φαινόμενα, ανεξάρτητα από το πόσο ζωντανά ή ισχυρά είναι, παραμένουν στη σφαίρα του εγώ, εάν υπάρχει ακόμα ένα «εγώ» που διεκδικεί την ιδιοκτησία της εμπειρίας. Όταν η εμπειρία φιλτράρεται μέσα από το εγώ, ενισχύει την αίσθηση του χωρισμού, τροφοδοτώντας την ψευδαίσθηση ενός «κάποιου» που είναι ξεχωριστός ή επιλεγμένος.
Στην αληθινή πνευματική εμπειρία, δεν υπάρχει πλέον παρατηρητής και παρατηρούμενος. Δεν υπάρχει πλέον ένα «εγώ» που να έχει την εμπειρία. Υπάρχει μόνο το απρόσκοπτο ξεδίπλωμα της ύπαρξης, όπου ο βιωτής και η εμπειρία διαλύονται σε καθαρή επίγνωση. Σε αυτή την κατάσταση, παύουν όλες οι διακρίσεις. Αυτό δεν είναι μια ακούσια και προσωρινή ματιά που ξεθωριάζει πίσω στο σκοτάδι του εγώ, αλλά ένα μόνιμο και τελικό πέρασμα πέρα από το χρόνο, πέρα από τη σκέψη και πέρα από τις κατασκευές του νου.
Μιλώντας από την αληθινή εμπειρία: Η ουσία της αυθεντικότητας
Υπάρχει μια βαθιά διαφορά μεταξύ του να μιλάς από νοητική γνώση και να μιλάς από βιωμένη εμπειρία. Αυτός που μιλάει εκ πείρας μιλάει από τόπο αυθεντικότητας και άμεσης αντίληψης. Τα λόγια τους φέρουν μια μεταμορφωτική δύναμη επειδή έχουν τις ρίζες τους στην αλήθεια της ύπαρξης. Αντίθετα, όταν κάποιος μιλάει από δανεικές πληροφορίες, όσο εύγλωττη και αν είναι η γλώσσα ή βαθιές οι έννοιες, οι λέξεις στερούνται βάθους και απήχησης. Παραμένουν νοητικές αφαιρέσεις, χωρίς τη ζωντάνια της αληθινής εμπειρίας.
Πολλοί άνθρωποι μπορούν να μιλήσουν για τον Θεό, την αγάπη και τη φώτιση, ωστόσο αν αυτά τα λόγια δεν προκύπτουν από τα εσωτερικά βάθη της βιωμένης πραγματικότητας, δεν μπορούν να εξαπατήσουν τον απαιτητικό ακροατή ή τον ίδιο τον ομιλητή. Η αληθινή σοφία είναι γνωστή από τους καρπούς της, αλλά αυτοί οι καρποί δεν είναι πάντα αυτό που περιμένουν ή εκτιμούν οι άνθρωποι. Είναι λεπτές, συχνά αόρατες στον εγκόσμιο νου και δεν μπορούν να μετρηθούν με εξωτερικά πρότυπα.
Η Τελική Απελευθέρωση: Η Αληθινή Αγάπη και το τέλος της επιθυμίας
Η αληθινή απελευθέρωση από τις επιθυμίες δεν είναι μια κατάσταση καταπίεσης ή άρνησης. Δεν επιτυγχάνεται με τη βίαια απομάκρυνση του εαυτού από τα εγκόσμια πράγματα ή με το να επιδίδεται σε αυτά με το πρόσχημα ότι δεν επηρεάζεται. Η αληθινή απελευθέρωση προκύπτει από μια βαθιά και ειλικρινή διάλυση του εγώ, όπου οι επιθυμίες απλώς εξαφανίζονται επειδή δεν υπάρχει πλέον ένα «εγώ» που πρέπει να εκπληρωθεί. Όταν το εγώ απουσιάζει, τα εγκόσμια πράγματα χάνουν τον έλεγχο τους, γιατί δεν υπάρχει πλέον καμία προσκόλληση ή αποστροφή.
Ομοίως, η αληθινή αγάπη δεν ορίζεται από εξωτερικές πράξεις ή εμφανίσεις. Δεν μετριέται από το τι κάνει κάποιος για τον άλλον αλλά από την εσωτερική κατάσταση ύπαρξης από την οποία προκύπτουν αυτές οι ενέργειες. Η αληθινή αγάπη είναι η αναγνώριση της ενότητας, η διάλυση των ορίων μεταξύ του εαυτού και του άλλου. Είναι μια έκρηξη ύπαρξης που είναι αυθόρμητη, άνευ όρων και διαχρονική.
Η Σοφία της Διάκρισης: Γνώση έναντι μισής γνώσης
Η άγνοια και η μισή γνώση συχνά μπερδεύονται με αληθινή γνώση. Οι πρακτικές που είναι αδιέξοδα διαφημίζονται ως μονοπάτια προς την απελευθέρωση και οι πνευματικοί ηγέτες που δεν έχουν αληθινή συνειδητοποίηση λατρεύονται ως σοφοί. Η ιστορία της ανθρωπότητας είναι γεμάτη με περιπτώσεις όπου οι γνήσιοι σοφοί περιθωριοποιήθηκαν και οι απατεώνες εξυψώθηκαν. Ωστόσο, το αληθινό μέτρο ενός πνευματικού μονοπατιού ή ενός δασκάλου δεν βρίσκεται στα λόγια ή τις πρακτικές αλλά στη λεπτή μεταμόρφωση που συμβαίνει μέσα τους.
Κάθε ον είναι τελικά γνωστό από τους καρπούς του, ωστόσο αυτό που αγαπούν και εκτιμούν οι άνθρωποι αντανακλά τη δική τους εσωτερική κατάσταση. Ένας πολιτισμός που σέβεται τις ρηχές εμφανίσεις θα δοξάσει φυσικά το ψέμα, ενώ ένας πολιτισμός συντονισμένος με το βάθος και την αυθεντικότητα θα αναγνωρίσει τη σπάνια παρουσία της αληθινής σοφίας.
Το Μονοπάτι πέρα από τη σκέψη: Αγκαλιάζοντας την Ενότητα της Ύπαρξης
Το πνευματικό ταξίδι κορυφώνεται με τη διάλυση του αναζητητή, τη συνειδητοποίηση ότι δεν υπάρχει ξεχωριστός εαυτός για να επιτύχει ή να πραγματοποιήσει οτιδήποτε. Αυτό που μένει είναι η σιωπηλή, αιώνια παρουσία - η ενότητα της ύπαρξης που υπερβαίνει όλες τις δυαδικότητες και διακρίσεις. Αυτή είναι η Αλήθεια που υψώνεται πέρα από την ομίχλη των επιθυμιών, η τελική απελευθέρωση όπου κάθε αναζήτηση τελειώνει, και μόνο η ύπαρξη παραμένει.
Σε αυτή την κατάσταση, δεν υπάρχουν άλλα πνευματικά έναντι εγκόσμια, δεν υπάρχουν άλλα μονοπάτια να ακολουθήσουμε, δεν υπάρχουν άλλοι στόχοι για να φτάσουμε. Τα όρια διαλύονται, αποκαλύπτοντας την απρόσκοπτη, αδιαίρετη ολότητα της ύπαρξης – αγνή, ελεύθερη και αιώνια σε ειρήνη.
Η Ψευδαίσθηση της Αναζήτησης:Το Κρυφό παιχνίδι του Εγώ
Το πνευματικό ταξίδι συχνά γίνεται αντιληπτό ως θεμελιωδώς διαφορετικό από τις εγκόσμιες επιδιώξεις. Όροι όπως «πνευματικός προσανατολισμός», «αγάπη για τον Θεό» ή «η επιδίωξη της φώτισης» θεωρούνται ως ένας εναλλακτικός, ανώτερος τρόπος ζωής – ξεχωριστός από τον εγκόσμιο. Ωστόσο, η διάκριση μπορεί να μην είναι τόσο έντονη όσο φαίνεται. Όσο υπάρχει ένα «εγώ» που αναζητά, που επιθυμεί την ένωση, που αγωνίζεται να βιώσει το θείο, αυτό το «εγώ» δεν είναι άλλο από το εγώ—η ίδια οντότητα που αναζητά θέση, αναγνώριση ή πλούτο στο εγκόσμιο βασίλειο.
Όταν ένας αναζητητής επιθυμεί φώτιση ή ένωση, συχνά λειτουργεί στο επίπεδο της σκέψης, προβάλλοντας μια εικόνα πνευματικής ολοκλήρωσης που τροφοδοτεί την εικόνα του εαυτού του. Αυτή η επιδίωξη, ανεξάρτητα από το πόσο υψηλή ή ευγενική φαίνεται, παραμένει στο πεδίο της σκέψης και του χρόνου. Επομένως, ο αναζητητής δεν διαφέρει πραγματικά από τον κοινό εγκόσμιο άνθρωπο που κυνηγάει υλικά κέρδη. και οι δύο παγιδεύονται από τον ιστό της επιθυμίας. Αυτή η λεπτή δυναμική αποκαλύπτει ότι αυτό που φαίνεται να είναι ένα πνευματικό ταξίδι μπορεί, στην πραγματικότητα, να είναι ένα μεταμφιεσμένο εγωιστικό ταξίδι.
Η Αληθινή Πράξη Αγάπης και Προσφοράς: Πέρα από την Φιλανθρωπία του Εγώ
Οι ανθρώπινες πράξεις αγάπης, φιλανθρωπίας και προσφοράς συχνά φέρουν μαζί τους τους σπόρους της δυαδικότητας—ένα «εγώ» που δίνει και ένα «εσύ» που λαμβάνει. Αυτή η διάκριση συνεπάγεται χωρισμό, και όπου υπάρχει χωρισμός, υπάρχει μια λεπτή αλλά αναμφισβήτητη παρουσία του εγώ. Συχνά, η γενναιοδωρία των ανθρώπων υποκινείται από την ανάγκη για αυτο-ικανοποίηση, αναγνώριση ή την ελπίδα για κάποια καρμική ανταμοιβή. Αυτές οι πράξεις, επομένως, ενώ φαίνονται αλτρουιστικές, είναι μολυσμένες από απώτερα κίνητρα.
Αντίθετα, η «Πράξη Αγάπης» όπως εκφράζεται από το Πνεύμα της Ενότητας είναι εντελώς διαφορετικής φύσης. Δεν προκύπτει από το εγώ αλλά από τη συνειδητοποίηση της ενότητας. Δεν υπάρχει δυαδικότητα, καμία αίσθηση του εαυτού να δίνεις στον άλλο. Το δόσιμο ρέει φυσικά, χωρίς προσκόλληση ή προσδοκία. Είναι μια καθαρή, αυθόρμητη έκφραση Εκείνου που υπερβαίνει τον δότη και τον δέκτη. Είναι ο αιώνιος χορός της ύπαρξης, όπου οι πράξεις αναδύονται από την πληρότητα του είναι και όχι από την κατακερματισμένη ταυτότητα του εγώ. Ο συμβολισμός, το περιεχόμενο και το αποτέλεσμα μιας τέτοιας πράξης είναι πέρα από την κατανόηση ενός μυαλού εδραιωμένου σε χωριστά και επιθυμία.
Η παγίδα της τεχνητής σιωπής και του σταματήματος των σκέψεων
Πολλοί αναζητητές προσπαθούν να επιτύχουν πνευματική σιωπή με τη βία - πειθαρχώντας το μυαλό να σταματήσει να σκέφτεται, δημιουργώντας μια άδεια κατάσταση χωρίς σκέψεις. Αν και αυτό μπορεί να φαίνεται ότι είναι ένα πνευματικό επίτευγμα, είναι, στην ουσία, μια επιφανειακή κατάσταση που δεν έχει το βάθος και τη σταθερότητα της αληθινής σιωπής. Ένα μυαλό που σωπαίνει βίαια μοιάζει με έναν ταραγμένο ωκεανό που ηρεμεί με τεχνητά μέσα. περιμένει μόνο να απομακρυνθεί η εξωτερική επιρροή πριν ανέβουν ξανά τα κύματα της σκέψης.
Η αληθινή σιωπή δεν είναι η απλή απουσία σκέψης. Είναι ο καρπός της βαθιάς κατανόησης, αποδοχής και ολοκλήρωσης της ύπαρξης. Όταν η σιωπή προκύπτει από μια τέτοια κατάσταση ωρίμανσης, είναι οργανική, ακλόνητη και διαχρονική. Είναι μια σιωπή που περικλείει όλο τον ήχο, μια ησυχία που δεν σπάει η κίνηση. Υπερβαίνει τους περιορισμούς των τεχνητών πρακτικών και των προσωρινών καταστάσεων, αποκαλύπτοντας μια ειρήνη που είναι ανεξάρτητη από οποιεσδήποτε νοητικές κατασκευές ή συνθήκες.
Πέρα από Φαινόμενα: Αληθινή Εμπειρία έναντι Εγωικής Εμπειρίας
Το πνευματικό μονοπάτι είναι συχνά διάσπαρτο με εξαιρετικά φαινόμενα - οράματα, εμπειρίες και συνειδητοποιήσεις που φαίνεται να υπαινίσσονται το θείο. Πολλοί άνθρωποι θεωρούν αυτές τις εμπειρίες ως χαρακτηριστικά της πνευματικής προόδου. Ωστόσο, αυτά τα φαινόμενα, ανεξάρτητα από το πόσο ζωντανά ή ισχυρά είναι, παραμένουν στη σφαίρα του εγώ, εάν υπάρχει ακόμα ένα «εγώ» που διεκδικεί την ιδιοκτησία της εμπειρίας. Όταν η εμπειρία φιλτράρεται μέσα από το εγώ, ενισχύει την αίσθηση του χωρισμού, τροφοδοτώντας την ψευδαίσθηση ενός «κάποιου» που είναι ξεχωριστός ή επιλεγμένος.
Στην αληθινή πνευματική εμπειρία, δεν υπάρχει πλέον παρατηρητής και παρατηρούμενος. Δεν υπάρχει πλέον ένα «εγώ» που να έχει την εμπειρία. Υπάρχει μόνο το απρόσκοπτο ξεδίπλωμα της ύπαρξης, όπου ο βιωτής και η εμπειρία διαλύονται σε καθαρή επίγνωση. Σε αυτή την κατάσταση, παύουν όλες οι διακρίσεις. Αυτό δεν είναι μια ακούσια και προσωρινή ματιά που ξεθωριάζει πίσω στο σκοτάδι του εγώ, αλλά ένα μόνιμο και τελικό πέρασμα πέρα από το χρόνο, πέρα από τη σκέψη και πέρα από τις κατασκευές του νου.
Μιλώντας από την αληθινή εμπειρία: Η ουσία της αυθεντικότητας
Υπάρχει μια βαθιά διαφορά μεταξύ του να μιλάς από νοητική γνώση και να μιλάς από βιωμένη εμπειρία. Αυτός που μιλάει εκ πείρας μιλάει από τόπο αυθεντικότητας και άμεσης αντίληψης. Τα λόγια τους φέρουν μια μεταμορφωτική δύναμη επειδή έχουν τις ρίζες τους στην αλήθεια της ύπαρξης. Αντίθετα, όταν κάποιος μιλάει από δανεικές πληροφορίες, όσο εύγλωττη και αν είναι η γλώσσα ή βαθιές οι έννοιες, οι λέξεις στερούνται βάθους και απήχησης. Παραμένουν νοητικές αφαιρέσεις, χωρίς τη ζωντάνια της αληθινής εμπειρίας.
Πολλοί άνθρωποι μπορούν να μιλήσουν για τον Θεό, την αγάπη και τη φώτιση, ωστόσο αν αυτά τα λόγια δεν προκύπτουν από τα εσωτερικά βάθη της βιωμένης πραγματικότητας, δεν μπορούν να εξαπατήσουν τον απαιτητικό ακροατή ή τον ίδιο τον ομιλητή. Η αληθινή σοφία είναι γνωστή από τους καρπούς της, αλλά αυτοί οι καρποί δεν είναι πάντα αυτό που περιμένουν ή εκτιμούν οι άνθρωποι. Είναι λεπτές, συχνά αόρατες στον εγκόσμιο νου και δεν μπορούν να μετρηθούν με εξωτερικά πρότυπα.
Η Τελική Απελευθέρωση: Η Αληθινή Αγάπη και το τέλος της επιθυμίας
Η αληθινή απελευθέρωση από τις επιθυμίες δεν είναι μια κατάσταση καταπίεσης ή άρνησης. Δεν επιτυγχάνεται με τη βίαια απομάκρυνση του εαυτού από τα εγκόσμια πράγματα ή με το να επιδίδεται σε αυτά με το πρόσχημα ότι δεν επηρεάζεται. Η αληθινή απελευθέρωση προκύπτει από μια βαθιά και ειλικρινή διάλυση του εγώ, όπου οι επιθυμίες απλώς εξαφανίζονται επειδή δεν υπάρχει πλέον ένα «εγώ» που πρέπει να εκπληρωθεί. Όταν το εγώ απουσιάζει, τα εγκόσμια πράγματα χάνουν τον έλεγχο τους, γιατί δεν υπάρχει πλέον καμία προσκόλληση ή αποστροφή.
Ομοίως, η αληθινή αγάπη δεν ορίζεται από εξωτερικές πράξεις ή εμφανίσεις. Δεν μετριέται από το τι κάνει κάποιος για τον άλλον αλλά από την εσωτερική κατάσταση ύπαρξης από την οποία προκύπτουν αυτές οι ενέργειες. Η αληθινή αγάπη είναι η αναγνώριση της ενότητας, η διάλυση των ορίων μεταξύ του εαυτού και του άλλου. Είναι μια έκρηξη ύπαρξης που είναι αυθόρμητη, άνευ όρων και διαχρονική.
Η Σοφία της Διάκρισης: Γνώση έναντι μισής γνώσης
Η άγνοια και η μισή γνώση συχνά μπερδεύονται με αληθινή γνώση. Οι πρακτικές που είναι αδιέξοδα διαφημίζονται ως μονοπάτια προς την απελευθέρωση και οι πνευματικοί ηγέτες που δεν έχουν αληθινή συνειδητοποίηση λατρεύονται ως σοφοί. Η ιστορία της ανθρωπότητας είναι γεμάτη με περιπτώσεις όπου οι γνήσιοι σοφοί περιθωριοποιήθηκαν και οι απατεώνες εξυψώθηκαν. Ωστόσο, το αληθινό μέτρο ενός πνευματικού μονοπατιού ή ενός δασκάλου δεν βρίσκεται στα λόγια ή τις πρακτικές αλλά στη λεπτή μεταμόρφωση που συμβαίνει μέσα τους.
Κάθε ον είναι τελικά γνωστό από τους καρπούς του, ωστόσο αυτό που αγαπούν και εκτιμούν οι άνθρωποι αντανακλά τη δική τους εσωτερική κατάσταση. Ένας πολιτισμός που σέβεται τις ρηχές εμφανίσεις θα δοξάσει φυσικά το ψέμα, ενώ ένας πολιτισμός συντονισμένος με το βάθος και την αυθεντικότητα θα αναγνωρίσει τη σπάνια παρουσία της αληθινής σοφίας.
Το Μονοπάτι πέρα από τη σκέψη: Αγκαλιάζοντας την Ενότητα της Ύπαρξης
Το πνευματικό ταξίδι κορυφώνεται με τη διάλυση του αναζητητή, τη συνειδητοποίηση ότι δεν υπάρχει ξεχωριστός εαυτός για να επιτύχει ή να πραγματοποιήσει οτιδήποτε. Αυτό που μένει είναι η σιωπηλή, αιώνια παρουσία - η ενότητα της ύπαρξης που υπερβαίνει όλες τις δυαδικότητες και διακρίσεις. Αυτή είναι η Αλήθεια που υψώνεται πέρα από την ομίχλη των επιθυμιών, η τελική απελευθέρωση όπου κάθε αναζήτηση τελειώνει, και μόνο η ύπαρξη παραμένει.
Σε αυτή την κατάσταση, δεν υπάρχουν άλλα πνευματικά έναντι εγκόσμια, δεν υπάρχουν άλλα μονοπάτια να ακολουθήσουμε, δεν υπάρχουν άλλοι στόχοι για να φτάσουμε. Τα όρια διαλύονται, αποκαλύπτοντας την απρόσκοπτη, αδιαίρετη ολότητα της ύπαρξης – αγνή, ελεύθερη και αιώνια σε ειρήνη.
Η Επιθυμία για Αλλαγή και η Αντίσταση μας σε αυτήν
Όλοι θέλουμε να αλλάξουμε τον εαυτό μας και να μεταμορφώσουμε τη ζωή μας. Τις περισσότερες όμως φορές μένουμε στα λόγια και βρίσκουμε χίλιες δυο δικαιολογίες για να μην κάνουμε τα λόγια μας πράξη. Και δυστυχώς δεν μας είναι συνειδητό ότι εμείς οι ίδιοι αντιστεκόμαστε και βάζουμε εμπόδια στην αλλαγή μας.
Παρακάτω σας δίνω τις αντιστάσεις που έχουμε όταν είμαστε έτοιμοι να κάνουμε το βήμα της αλλαγής.
Με ποιους τρόπους αντιδρούμε στην αλλαγή
Η κάθε αντίδραση που παρουσιάζεται σε αυτούς που θέλουν να μεταμορφώσουν τη ζωή τους είναι μια ένδειξη πως βρίσκονται ήδη στη διαδικασία της αλλαγής, ακόμα κι αν δε βρίσκονται στο στάδιο της τελικής θεραπείας. Η αλήθεια είναι πως η διαδικασία ξεκινά από τη στιγμή που αρχίζουμε να σκεφτόμαστε την πραγματοποίηση αλλαγών.
Πολύ συχνά αντιδρούμε στο πρώτο στάδιο της διαδικασίας της αλλαγής με τη σκέψη πως αυτή η νέα προσέγγιση είναι ανόητη ή πως δεν έχει νόημα. Ίσως να φαίνεται πολύ εύκολη ή τελείως απαράδεκτη σύμφωνα με τον τρόπο που σκεπτόμαστε. Δε θέλουμε να την κάνουμε. Και η αντίσταση που προβάλλουμε είναι πολύ ισχυρή. Ίσως ακόμα να νιώσουμε και θυμό στη σκέψη πως μπορεί να την κάνουμε. Μια τέτοια ισχυρή αντίδραση είναι πολύ θετική αν είμαστε σε θέση να αντιληφθούμε ότι αποτελεί το πρώτο βήμα στη διαδικασία της αλλαγής μας.
Η ανυπομονησία είναι μια άλλη μορφή αντίστασης. Είναι αντίσταση στη μάθηση και στην αλλαγή. 'Όταν έχουμε την απαίτηση να γίνει κάτι αμέσως, να ολοκληρωθεί μεμιάς, τότε δε δίνουμε στον εαυτό μας τον απαιτούμενο χρόνο να διδαχτεί το μάθημα που έχει σχέση με το πρόβλημα που έχουμε δημιουργήσει.
Αν θέλουμε να πάμε από ένα δωμάτιο σε ένα άλλο, πρέπει πρώτα να σηκωθούμε και ύστερα να προχωρήσουμε βήμα, βήμα προς την κατεύθυνση που θέλουμε. Όσο καθόμαστε δε γίνεται τίποτε. Το ίδιο γίνεται και με τα προβλήματά μας. Όλοι επιθυμούμε να τα ξεδιαλύνουμε και να τα λύσουμε, αλλά δε θέλουμε να κάνουμε τα πρώτα μικρά βήματα που θα μας οδηγήσουν στη λύση.
Ήρθε λοιπόν η στιγμή να αναγνωρίσουμε τις ευθύνες που έχουμε στη δημιουργία μιας κατάστασης ή κάποιων συνθηκών. Δε συζητώ για ενοχές, ούτε ότι είμαστε "κακοί άνθρωποι" και γι’ αυτό μας συμβαίνουν όλα όσα συμβαίνουν. Μιλώ για την αναγνώριση της "δύναμης μέσα μας" που μετατρέπει κάθε σκέψη σε εμπειρία.
Στο παρελθόν χρησιμοποιούσαμε αυτήν τη δύναμη ασυναίσθητα και δημιουργούσαμε εμπειρίες που δεν επιθυμούσαμε να βιώσουμε. Δεν είχαμε επίγνωση εκείνου που κάναμε. Τώρα, αναγνωρίζοντας τις ευθύνες μας, αποκτάμε αυτή την επίγνωση και μαθαίνουμε να χρησιμοποιούμε συνειδητά τη δύναμή μας και μάλιστα με θετικό τρόπο προς όφελος μας.
Συχνά, όταν προτείνω μια λύση σε κάποιον, έναν καινούριο τρόπο προσέγγισης ενός θέματος ή τη συγχώρηση κάποιου συγκεκριμένου ατόμου βλέπω το σαγόνι του να σφίγγεται και να πετάγεται προς τα έξω και τα μπράτσα του να σταυρώνονται σφιχτά στο στήθος. Ίσως και να σφίγγει τις γροθιές του. Η αντίστασή του είναι πια ορατή και ξέρω πως έχω επισημάνει ακριβώς αυτό που πρέπει να κάνει.
Όλοι μας στη ζωή έχουμε πολλά να μάθουμε. Τα γεγονότα που είναι δύσκολα για μας δεν είναι παρά τα μαθήματα που έχουμε επιλέξει για μας τους ίδιους. Αν όμως είναι εύκολα για μας, τότε δεν αποτελούν μαθήματα αλλά πράγματα που ήδη γνωρίζουμε.
Τα Μαθήματα τα παίρνουμε μέσα από την επίγνωση
Αν σκέφτεσαι το πιο δύσκολο πράγμα που είσαι σε θέση να κάνεις και πόσο πολύ αντιστέκεσαι σ' αυτό, τότε στέκεσαι μπροστά στο πιο μεγάλο μάθημα που χρειάζεται να διδαχτείς αυτήν τη στιγμή. Αν εγκαταλείψεις κάθε αντίσταση, επιτρέποντας στον εαυτό σου να μάθει εκείνο που χρειάζεται, τότε έχεις κάνει το πρώτο βήμα. Το επόμενο θα είναι πιο εύκολο. Μην αφήνεις την αντίστασή σου να σε σταματήσει από το να πραγματοποιήσεις αλλαγές. Παρατήρησε τον εαυτό σου, δες με ποιον τρόπο αντιστέκεσαι και ύστερα οπωσδήποτε προχώρα.
Ενδείξεις Αντίστασης που δεν εκφράζονται με λόγια
Οι πράξεις μας καθρεφτίζουν συχνά την αντίστασή μας.
Για παράδειγμα:
Αλλάζουμε θέμα. Βγαίνουμε από το δωμάτιο. Πηγαίνουμε στο μπάνιο. Καθυστερούμε. Αρρωσταίνουμε. Αναβάλλουμε πράγματα κάνοντας κάτι άλλο. Προσποιούμαστε πως είμαστε πολύ απασχολημένοι. Χασομεράμε. Κοιτάζουμε αλλού ή έξω από το παράθυρο. Ξεφυλλίζουμε ένα περιοδικό. Δε δίνουμε την απαιτούμενη προσοχή. Τρώμε, πίνουμε ή καπνίζουμε. Ξεκινάμε ή τερματίζουμε μια σχέση. Προξενούμε μηχανικές βλάβες: στο αυτοκίνητο, στα ηλεκτρικά, στα υδραυλικά κλπ.
Υποθέσεις
Συχνά κάνουμε υποθέσεις για τους άλλους με σκοπό να δικαιολογήσουμε την αντίστασή μας. Και προβαίνουμε σε δηλώσεις όπως:
Δε θα βοηθούσε έτσι κι αλλιώς.
Ο/η σύζυγός μου δε θα καταλάβει.
Θα πρέπει να αλλάξω την προσωπικότητά μου.
Μόνον οι τρελοί πηγαίνουν σε θεραπευτές ή παρακολουθούν σεμινάρια.
Δεν μπορούν να με βοηθήσουν στο πρόβλημά μου.
Δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν το θυμό μου.
Η περίπτωσή μου είναι διαφορετική.
Δε θέλω να τους ενοχλήσω.
Θα λυθεί από μόνο του.
Κανείς άλλος δεν το κάνει.
Πεποιθήσεις
Μεγαλώνουμε με πεποιθήσεις που φέρνουν αντίσταση στην αλλαγή. Ορισμένες από τις περιοριστικές μας ιδέες είναι:
Είναι κοινωνικά απαράδεκτο.
Δεν είναι σωστό.
Δεν είναι σωστό για μένα να το κάνω.
Δε θα ήταν πνευματική πράξη.
Οι πνευματικοί άνθρωποι δε θυμώνουν.
Οι άντρες ή οι γυναίκες δεν κάνουν τέτοια πράγματα.
Η οικογένειά μου ποτέ δεν το έκανε.
Η αγάπη δεν είναι για μένα.
Είναι απλώς ανόητο.
Είναι πολύ μακρύς ο δρόμος.
Θέλει πάρα πολλή δουλειά.
Είναι πολύ δαπανηρό.
Θα πάρει πολύ χρόνο.
Δεν τα πιστεύω αυτά.
Δεν ανήκω σ’ αυτό το είδος των ανθρώπων.
Οι άλλοι
Προσφέρουμε τη δύναμή μας στους άλλους και χρησιμοποιούμε αυτήν τη δικαιολογία σαν αντίσταση στην αλλαγή. Έχουμε ιδέες όπως:
Ο Θεός δεν το εγκρίνει.
Περιμένω από τα άστρα να το εγκρίνουν.
Δεν είναι αυτό το σωστό περιβάλλον.
Δε θα με αφήσουν να αλλάξω.
Δεν έχω το σωστό δάσκαλο ή το κατάλληλο βιβλίο ή την τάξη ή τα εργαλεία.
Ο γιατρός μου δε μου το επιτρέπει.
Δε μου περισσεύει χρόνος από τη δουλειά μου.
Δε θέλω να γίνω έρμαιο στα μάγια τους.
Οι άλλοι φταίνε.
Πρώτα οι άλλοι πρέπει να αλλάξουν.
Μόλις καταφέρω να...., θα το κάνω.
Δεν καταλαβαίνεις.
Οι άλλοι δεν καταλαβαίνουν.
Δε θέλω να τους πληγώσω.
Είναι αντίθετο με την ανατροφή, τη θρησκεία και τη φιλοσοφία μου.
Γνώμες για τον εαυτό μας
Σχηματίζουμε κάποια γνώμη για τον εαυτό μας, την οποία χρησιμοποιούμε σαν όριο ή σαν αντίσταση στην αλλαγή.
Είμαστε:
Πολύ μεγάλοι. Πολύ νέοι. Πολύ χοντροί. Πολύ αδύνατοι. Πολύ ψηλοί. Πολύ κοντοί. Πολύ τεμπέληδες. Πολύ δυνατοί. Πολύ αδύναμοι.
Πολύ χαζοί. Πολύ έξυπνοι. Πολύ φτωχοί. Πολύ επιπόλαιοι. Πολύ σοβαροί. Δεν αξίζουμε τίποτε. Είμαστε μπερδεμένοι. Ίσως όλα αυτά να είναι κάπως υπερβολικά.
Τακτικές αναβλητικότητας
Η αντίστασή μας συχνά εκφράζεται με τακτικές αναβλητικότητας. Γι’ αυτό χρησιμοποιούμε δικαιολογίες όπως:
Θα το κάνω αργότερα.
Δεν μπορώ να σκεφτώ τώρα.
Δεν έχω χρόνο τώρα.
Θα μου αφαιρούσε πολύ χρόνο από τη δουλειά μου.
Ναι, είναι μια πολύ καλή ιδέα. Θα το κάνω κάποια άλλη φορά.
Έχω ένα σωρό άλλα πράγματα να κάνω.
Θα το σκεφτώ αύριο.
Μόλις τελειώσω με...
Μόλις επιστρέψω από αυτό το ταξίδι.
Δεν είναι τώρα η κατάλληλη στιγμή.
Είναι πολύ αργά ή πολύ νωρίς.
Άρνηση
Αυτή η μορφή αντίστασης εμφανίζεται με την άρνηση της ανάγκης να γίνουν αλλαγές. Για παράδειγμα:
Δεν έχω κανένα πρόβλημα.
Δεν μπορώ να κάνω τίποτε γι’ αυτό το πρόβλημα.
Ήμουν μια χαρά την τελευταία φορά.
Και τι όφελος θα είχα αν άλλαζα;
Αν το αγνοήσω, ίσως το πρόβλημα να πάψει να υπάρχει.
Φόβος
Ο σημαντικότερος λόγος αντίστασης είναι ο φόβος και μάλιστα ο φόβος για το άγνωστο. Για παράδειγμα:
Δεν είμαι ακόμα έτοιμος.
Μπορεί να αποτύχω.
Μπορεί να με απορρίψουν.
Τι θα πουν οι γείτονες;
Δε θέλω να ανοίξω το κουτί της Πανδώρας.
Φοβάμαι να το πω στον ή στη σύζυγό μου.
Δεν ξέρω αρκετά.
Μπορεί να πληγωθώ.
Μπορεί να χρειαστεί να αλλάξω.
Μπορεί να μου κοστίσει πολλά χρήματα.
Καλύτερα να πεθάνω ή να πάρω διαζύγιο.
Δε θέλω να ξέρει κανείς πως έχω κάποιο πρόβλημα.
Φοβάμαι να εκφράσω τα συναισθήματά μου.
Δε θέλω να μιλήσω γι’ αυτό.
Δεν έχω το κουράγιο.
Ποιος ξέρει πού μπορεί να καταλήξω;
Μπορεί να χάσω την ελευθερία μου.
Μου είναι πολύ δύσκολο να το κάνω.
Δεν έχω αρκετά χρήματα τώρα.
Δε θα ήμουν τέλειος.
Μπορεί να χάσω τους φίλους μου.
Δεν έχω εμπιστοσύνη σε κανέναν.
Μπορεί να καταστρέψει την εικόνα μου.
Δεν είμαι αρκετά καλός.
Και ο κατάλογος συνεχίζεται χωρίς τέλος...
Αναγνωρίζεις σ’ αυτόν τον κατάλογο τους δικούς σου τρόπους αντίστασης;
Αν ναι, τώρα ξέρεις. Εσύ έχεις τη δύναμη να μεταμορφώσεις, να μετασχηματίσεις, να αλλάξεις και στο τέλος να γευτείς τους καρπούς των κόπων σου. Και μην περιμένεις την κατάλληλη στιγμή. Το τώρα είναι πάντα η πιο κατάλληλη στιγμή.
Παρακάτω σας δίνω τις αντιστάσεις που έχουμε όταν είμαστε έτοιμοι να κάνουμε το βήμα της αλλαγής.
Με ποιους τρόπους αντιδρούμε στην αλλαγή
Η κάθε αντίδραση που παρουσιάζεται σε αυτούς που θέλουν να μεταμορφώσουν τη ζωή τους είναι μια ένδειξη πως βρίσκονται ήδη στη διαδικασία της αλλαγής, ακόμα κι αν δε βρίσκονται στο στάδιο της τελικής θεραπείας. Η αλήθεια είναι πως η διαδικασία ξεκινά από τη στιγμή που αρχίζουμε να σκεφτόμαστε την πραγματοποίηση αλλαγών.
Πολύ συχνά αντιδρούμε στο πρώτο στάδιο της διαδικασίας της αλλαγής με τη σκέψη πως αυτή η νέα προσέγγιση είναι ανόητη ή πως δεν έχει νόημα. Ίσως να φαίνεται πολύ εύκολη ή τελείως απαράδεκτη σύμφωνα με τον τρόπο που σκεπτόμαστε. Δε θέλουμε να την κάνουμε. Και η αντίσταση που προβάλλουμε είναι πολύ ισχυρή. Ίσως ακόμα να νιώσουμε και θυμό στη σκέψη πως μπορεί να την κάνουμε. Μια τέτοια ισχυρή αντίδραση είναι πολύ θετική αν είμαστε σε θέση να αντιληφθούμε ότι αποτελεί το πρώτο βήμα στη διαδικασία της αλλαγής μας.
Η ανυπομονησία είναι μια άλλη μορφή αντίστασης. Είναι αντίσταση στη μάθηση και στην αλλαγή. 'Όταν έχουμε την απαίτηση να γίνει κάτι αμέσως, να ολοκληρωθεί μεμιάς, τότε δε δίνουμε στον εαυτό μας τον απαιτούμενο χρόνο να διδαχτεί το μάθημα που έχει σχέση με το πρόβλημα που έχουμε δημιουργήσει.
Αν θέλουμε να πάμε από ένα δωμάτιο σε ένα άλλο, πρέπει πρώτα να σηκωθούμε και ύστερα να προχωρήσουμε βήμα, βήμα προς την κατεύθυνση που θέλουμε. Όσο καθόμαστε δε γίνεται τίποτε. Το ίδιο γίνεται και με τα προβλήματά μας. Όλοι επιθυμούμε να τα ξεδιαλύνουμε και να τα λύσουμε, αλλά δε θέλουμε να κάνουμε τα πρώτα μικρά βήματα που θα μας οδηγήσουν στη λύση.
Ήρθε λοιπόν η στιγμή να αναγνωρίσουμε τις ευθύνες που έχουμε στη δημιουργία μιας κατάστασης ή κάποιων συνθηκών. Δε συζητώ για ενοχές, ούτε ότι είμαστε "κακοί άνθρωποι" και γι’ αυτό μας συμβαίνουν όλα όσα συμβαίνουν. Μιλώ για την αναγνώριση της "δύναμης μέσα μας" που μετατρέπει κάθε σκέψη σε εμπειρία.
Στο παρελθόν χρησιμοποιούσαμε αυτήν τη δύναμη ασυναίσθητα και δημιουργούσαμε εμπειρίες που δεν επιθυμούσαμε να βιώσουμε. Δεν είχαμε επίγνωση εκείνου που κάναμε. Τώρα, αναγνωρίζοντας τις ευθύνες μας, αποκτάμε αυτή την επίγνωση και μαθαίνουμε να χρησιμοποιούμε συνειδητά τη δύναμή μας και μάλιστα με θετικό τρόπο προς όφελος μας.
Συχνά, όταν προτείνω μια λύση σε κάποιον, έναν καινούριο τρόπο προσέγγισης ενός θέματος ή τη συγχώρηση κάποιου συγκεκριμένου ατόμου βλέπω το σαγόνι του να σφίγγεται και να πετάγεται προς τα έξω και τα μπράτσα του να σταυρώνονται σφιχτά στο στήθος. Ίσως και να σφίγγει τις γροθιές του. Η αντίστασή του είναι πια ορατή και ξέρω πως έχω επισημάνει ακριβώς αυτό που πρέπει να κάνει.
Όλοι μας στη ζωή έχουμε πολλά να μάθουμε. Τα γεγονότα που είναι δύσκολα για μας δεν είναι παρά τα μαθήματα που έχουμε επιλέξει για μας τους ίδιους. Αν όμως είναι εύκολα για μας, τότε δεν αποτελούν μαθήματα αλλά πράγματα που ήδη γνωρίζουμε.
Τα Μαθήματα τα παίρνουμε μέσα από την επίγνωση
Αν σκέφτεσαι το πιο δύσκολο πράγμα που είσαι σε θέση να κάνεις και πόσο πολύ αντιστέκεσαι σ' αυτό, τότε στέκεσαι μπροστά στο πιο μεγάλο μάθημα που χρειάζεται να διδαχτείς αυτήν τη στιγμή. Αν εγκαταλείψεις κάθε αντίσταση, επιτρέποντας στον εαυτό σου να μάθει εκείνο που χρειάζεται, τότε έχεις κάνει το πρώτο βήμα. Το επόμενο θα είναι πιο εύκολο. Μην αφήνεις την αντίστασή σου να σε σταματήσει από το να πραγματοποιήσεις αλλαγές. Παρατήρησε τον εαυτό σου, δες με ποιον τρόπο αντιστέκεσαι και ύστερα οπωσδήποτε προχώρα.
Ενδείξεις Αντίστασης που δεν εκφράζονται με λόγια
Οι πράξεις μας καθρεφτίζουν συχνά την αντίστασή μας.
Για παράδειγμα:
Αλλάζουμε θέμα. Βγαίνουμε από το δωμάτιο. Πηγαίνουμε στο μπάνιο. Καθυστερούμε. Αρρωσταίνουμε. Αναβάλλουμε πράγματα κάνοντας κάτι άλλο. Προσποιούμαστε πως είμαστε πολύ απασχολημένοι. Χασομεράμε. Κοιτάζουμε αλλού ή έξω από το παράθυρο. Ξεφυλλίζουμε ένα περιοδικό. Δε δίνουμε την απαιτούμενη προσοχή. Τρώμε, πίνουμε ή καπνίζουμε. Ξεκινάμε ή τερματίζουμε μια σχέση. Προξενούμε μηχανικές βλάβες: στο αυτοκίνητο, στα ηλεκτρικά, στα υδραυλικά κλπ.
Υποθέσεις
Συχνά κάνουμε υποθέσεις για τους άλλους με σκοπό να δικαιολογήσουμε την αντίστασή μας. Και προβαίνουμε σε δηλώσεις όπως:
Δε θα βοηθούσε έτσι κι αλλιώς.
Ο/η σύζυγός μου δε θα καταλάβει.
Θα πρέπει να αλλάξω την προσωπικότητά μου.
Μόνον οι τρελοί πηγαίνουν σε θεραπευτές ή παρακολουθούν σεμινάρια.
Δεν μπορούν να με βοηθήσουν στο πρόβλημά μου.
Δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν το θυμό μου.
Η περίπτωσή μου είναι διαφορετική.
Δε θέλω να τους ενοχλήσω.
Θα λυθεί από μόνο του.
Κανείς άλλος δεν το κάνει.
Πεποιθήσεις
Μεγαλώνουμε με πεποιθήσεις που φέρνουν αντίσταση στην αλλαγή. Ορισμένες από τις περιοριστικές μας ιδέες είναι:
Είναι κοινωνικά απαράδεκτο.
Δεν είναι σωστό.
Δεν είναι σωστό για μένα να το κάνω.
Δε θα ήταν πνευματική πράξη.
Οι πνευματικοί άνθρωποι δε θυμώνουν.
Οι άντρες ή οι γυναίκες δεν κάνουν τέτοια πράγματα.
Η οικογένειά μου ποτέ δεν το έκανε.
Η αγάπη δεν είναι για μένα.
Είναι απλώς ανόητο.
Είναι πολύ μακρύς ο δρόμος.
Θέλει πάρα πολλή δουλειά.
Είναι πολύ δαπανηρό.
Θα πάρει πολύ χρόνο.
Δεν τα πιστεύω αυτά.
Δεν ανήκω σ’ αυτό το είδος των ανθρώπων.
Οι άλλοι
Προσφέρουμε τη δύναμή μας στους άλλους και χρησιμοποιούμε αυτήν τη δικαιολογία σαν αντίσταση στην αλλαγή. Έχουμε ιδέες όπως:
Ο Θεός δεν το εγκρίνει.
Περιμένω από τα άστρα να το εγκρίνουν.
Δεν είναι αυτό το σωστό περιβάλλον.
Δε θα με αφήσουν να αλλάξω.
Δεν έχω το σωστό δάσκαλο ή το κατάλληλο βιβλίο ή την τάξη ή τα εργαλεία.
Ο γιατρός μου δε μου το επιτρέπει.
Δε μου περισσεύει χρόνος από τη δουλειά μου.
Δε θέλω να γίνω έρμαιο στα μάγια τους.
Οι άλλοι φταίνε.
Πρώτα οι άλλοι πρέπει να αλλάξουν.
Μόλις καταφέρω να...., θα το κάνω.
Δεν καταλαβαίνεις.
Οι άλλοι δεν καταλαβαίνουν.
Δε θέλω να τους πληγώσω.
Είναι αντίθετο με την ανατροφή, τη θρησκεία και τη φιλοσοφία μου.
Γνώμες για τον εαυτό μας
Σχηματίζουμε κάποια γνώμη για τον εαυτό μας, την οποία χρησιμοποιούμε σαν όριο ή σαν αντίσταση στην αλλαγή.
Είμαστε:
Πολύ μεγάλοι. Πολύ νέοι. Πολύ χοντροί. Πολύ αδύνατοι. Πολύ ψηλοί. Πολύ κοντοί. Πολύ τεμπέληδες. Πολύ δυνατοί. Πολύ αδύναμοι.
Πολύ χαζοί. Πολύ έξυπνοι. Πολύ φτωχοί. Πολύ επιπόλαιοι. Πολύ σοβαροί. Δεν αξίζουμε τίποτε. Είμαστε μπερδεμένοι. Ίσως όλα αυτά να είναι κάπως υπερβολικά.
Τακτικές αναβλητικότητας
Η αντίστασή μας συχνά εκφράζεται με τακτικές αναβλητικότητας. Γι’ αυτό χρησιμοποιούμε δικαιολογίες όπως:
Θα το κάνω αργότερα.
Δεν μπορώ να σκεφτώ τώρα.
Δεν έχω χρόνο τώρα.
Θα μου αφαιρούσε πολύ χρόνο από τη δουλειά μου.
Ναι, είναι μια πολύ καλή ιδέα. Θα το κάνω κάποια άλλη φορά.
Έχω ένα σωρό άλλα πράγματα να κάνω.
Θα το σκεφτώ αύριο.
Μόλις τελειώσω με...
Μόλις επιστρέψω από αυτό το ταξίδι.
Δεν είναι τώρα η κατάλληλη στιγμή.
Είναι πολύ αργά ή πολύ νωρίς.
Άρνηση
Αυτή η μορφή αντίστασης εμφανίζεται με την άρνηση της ανάγκης να γίνουν αλλαγές. Για παράδειγμα:
Δεν έχω κανένα πρόβλημα.
Δεν μπορώ να κάνω τίποτε γι’ αυτό το πρόβλημα.
Ήμουν μια χαρά την τελευταία φορά.
Και τι όφελος θα είχα αν άλλαζα;
Αν το αγνοήσω, ίσως το πρόβλημα να πάψει να υπάρχει.
Φόβος
Ο σημαντικότερος λόγος αντίστασης είναι ο φόβος και μάλιστα ο φόβος για το άγνωστο. Για παράδειγμα:
Δεν είμαι ακόμα έτοιμος.
Μπορεί να αποτύχω.
Μπορεί να με απορρίψουν.
Τι θα πουν οι γείτονες;
Δε θέλω να ανοίξω το κουτί της Πανδώρας.
Φοβάμαι να το πω στον ή στη σύζυγό μου.
Δεν ξέρω αρκετά.
Μπορεί να πληγωθώ.
Μπορεί να χρειαστεί να αλλάξω.
Μπορεί να μου κοστίσει πολλά χρήματα.
Καλύτερα να πεθάνω ή να πάρω διαζύγιο.
Δε θέλω να ξέρει κανείς πως έχω κάποιο πρόβλημα.
Φοβάμαι να εκφράσω τα συναισθήματά μου.
Δε θέλω να μιλήσω γι’ αυτό.
Δεν έχω το κουράγιο.
Ποιος ξέρει πού μπορεί να καταλήξω;
Μπορεί να χάσω την ελευθερία μου.
Μου είναι πολύ δύσκολο να το κάνω.
Δεν έχω αρκετά χρήματα τώρα.
Δε θα ήμουν τέλειος.
Μπορεί να χάσω τους φίλους μου.
Δεν έχω εμπιστοσύνη σε κανέναν.
Μπορεί να καταστρέψει την εικόνα μου.
Δεν είμαι αρκετά καλός.
Και ο κατάλογος συνεχίζεται χωρίς τέλος...
Αναγνωρίζεις σ’ αυτόν τον κατάλογο τους δικούς σου τρόπους αντίστασης;
Αν ναι, τώρα ξέρεις. Εσύ έχεις τη δύναμη να μεταμορφώσεις, να μετασχηματίσεις, να αλλάξεις και στο τέλος να γευτείς τους καρπούς των κόπων σου. Και μην περιμένεις την κατάλληλη στιγμή. Το τώρα είναι πάντα η πιο κατάλληλη στιγμή.
Ο Λιαντίνης στον Κήπο των Επικούρειων
Μού αρέσει να διαβάζω Λιαντίνη. Μου αρέσει ο τρόπος γραφής του, που ασκεί μια επιρροή δασκάλου προς τον μαθητή του, καθώς με αναγκάζει να ανατρέχω σε λεξικά, ιστορία, μυθολογία, ποίηση κλπ, εμπλουτίζοντας τις γνώσεις και το λεξιλόγιό μου. Με εντυπωσιάζει η μνημονική του ικανότητα, ίσως, η μεγαλύτερη που έχω συναντήσει στη ζωή μου. Μου αρέσει η ανάλυση-κριτική για έργα άλλων με ευθύτητα και ειλικρίνεια, παρά τις όποιες αντιφάσεις που αφήνουν κάποιες απορίες. Οι περισσότερες ιδέες του, οι οποίες με υποβάλλουν σε μια διαδικασία αναζήτησης της προσωπικής μου ευθύνης σε οτιδήποτε.
Η εντιμότητά του, που είναι ευδιάκριτη σε κάθε του κείμενο. Η αγάπη του για τον άνθρωπο και τη φύση. Οι παροτρύνσεις στον αναγνώστη του να βγει απ’ τη λήθη που τον βάζει η μέριμνα της πραγμάτωσης των στόχων και η ρουτίνα -υπενθυμίζοντάς του ότι η ζωή δεν είναι αναβλητή ή αναστρέψιμη ώστε να την αφήνει να χάνεται-, να γκρεμίσει τις άρρωστες παραδόσεις των δεισιδαιμονιών και με απλότητα, σεμνότητα και εντιμότητα να ζήσει πραγματικά… να ζήσει την αλήθεια - όπου το α είναι στερητικό, η αλήθεια είναι έξω απ’ τη λήθη. Τότε μόνο θα μπορέσει να χτίσει πάνω απ' τα γκρέμια μία καινούργια, ειλικρινή και έμορφη ζωή, λευτερωμένη απ' τον φόβο θανάτου. Μια ζωή, που θα χαίρεται την κάθε στιγμή της!
«Τρύγησε την ημέρα. Μην την αφήνεις να πάει χαμένη. Ό,τι χαρές είναι να σου δώσει μην τις αφήσεις, γιατί δεν θα την ξαναβρείς. Δεν είναι αναβλητή η ζωή, ούτε αναστρέψιμη».
[Λόγια από το τελευταίο του μάθημα στο Μαράσλειο διδασκαλείο λίγες μέρες πριν φύγει (27/05/1998)]
Παράλληλα συμμετέχω σε μια φιλοσοφική ομάδα, τους Φίλους Επικούρειας Φιλοσοφίας "Κήπος Θεσσαλονίκης". Κάποια μέρα, στα πλαίσια μιας συνάντησης τής ομάδας, τέθηκε το ερώτημα αν δύναται να χαρακτηριστεί ο Λιαντίνης επικούρειος, μιας και έχει μιλήσει κολακευτικά, σε κάποιες αποστροφές του λόγου του, για τη φιλοσοφία του Επίκουρου. Βέβαια, σε αντιδιαστολή και στο πλαίσιο τον αντιφάσεών του, μπορούμε να συμπεριλάβουμε τον τρόπο που επέλεξε να φύγει απ’ τη ζωή και τη συμπάθειά του σε Πλατωνικές απόψεις που έρχονται σε ευθεία σύγκρουση με την επικούρεια φιλοσοφία. Για τον Πλάτωνα φιλοσοφία, επί λέξει, σημαίνει μελέτη θανάτου, ενώ για τον Επίκουρο, μπορούμε να υποθέσουμε από τα συμφραζόμενα, το ακριβώς αντίθετο, μελέτη ζωής.
Ασφαλώς το ερώτημα, που… δε συνάδει με την επικούρεια αντίληψη της πλειοτιμίας αλλά έχει να κάνει με τη δίτιμη λογική, άσπρο ή μαύρο, θα μπορούσε να το απαντήσει μόνο ο ίδιος, αλλά ας δούμε κάποια λεγόμενα και γραφόμενά του που ίσως βοηθήσουν στην προσέγγιση αυτής της απάντησης.
Το πρώτο που παρατηρώ είναι ότι του αρέσουν οι αντιφάσεις:
«Όποιος πιστεύει στο θεό, έχει μέσα του ένα νεκρό θεό. Όποιος δεν πιστεύει στο θεό, έχει μέσα του ένα νεκρό άνθρωπο. Όποιος πιστεύει αλλά και δεν πιστεύει στο θεό, έχει μέσα του ζωντανό το νόμο της φύσης. Απλά, καταληπτά, και στα μέτρα του ανθρώπου ζει το θαύμα του κόσμου».
[Η Ερώτηση της Μαργαρίτας - Γκέμμα, σελ.17]
«Γιατί ο θεός για τα μέτρα του ανθρώπου είναι και δεν είναι να υπάρχει, που λέει ο Φάουστ. Έχει και δεν έχει όνομα*, που είπε ο Ηράκλειτος. Βρίσκεται άγνωστος, και τέτοιος θα παραμένει, όπως μας παρακινεί η επιγραφή στη βάση του βωμού στην Αγορά της αρχαίας Αθήνας: τῷ Ἀγνώστῳ».
*Βλ. Ηράκλειτος Frg. 32 (Diels – Kranz) [Η Ερώτηση της Μαργαρίτας - Γκέμμα, σελ. 18]
«Ο θεός του Ευριπίδη είναι το "πιστεύω" του Φάουστ και του Σταυρόγκιν. Ο μη θεός του Ευριπίδη είναι το "δεν πιστεύω" του Φάουστ και του Σταυρόγκιν. Και το ανάμεσα στο θεός και μη θεός του Ευριπίδη είναι το ανάμεσα στο ναι και στο όχι του Φάουστ και του Σταυρόγκιν. Είναι ο άνθρωπος της γης που, καθώς βρίσκεται ανάμεσα σε ζωή και σε θάνατο, αγωνίζεται να κατανοήσει το νόημα της ύπαρξής του μέσα στο σύμπαν».
[Η Ερώτηση της Μαργαρίτας - Γκέμμα, σελ. 19]
Στα παραπάνω αποσπάσματα βλέπουμε να αντιμετωπίζει ο ίδιος το ζήτημα του θεού με την πλειοτιμία που δίδασκε ο Επίκουρος. Επίσης, μου θυμίζει τη στάση που κρατούσε ο Επίκουρος για τους Θεούς, που ενώ τους εκθειάζει παράλληλα τους υποβαθμίζει αφαιρώντας τη θεϊκή επιρροή που μπορεί να ασκούν στους ανθρώπους και τα προβλήματα τους.
«Το μακάριο και το άφθαρτο ον (ο Θεός) ούτε το ίδιο έχει έγνοιες, ούτε σε άλλον δημιουργεί. Κατά συνέπεια, ούτε οργίζεται ούτε κάνει χάρες. Διότι αυτά είναι γνωρίσματα ασθενούς όντος».
[Επίκουρου - Κύριαι Δόξαι]
Συνεπώς, το μακάριο και άφθαρτο ον, δεν ασχολείται με τίποτε άλλο εκτός του εαυτού του, διότι κάτι τέτοιο πολύ απλά θα υποβίβαζε την ιδιότητά του.
Ας δούμε τι λέει ο ίδιος για τον Επίκουρο:
Στο "Πολυχρόνιο - Στοά και Ρώμη" το 1987, θυμωμένος με τους Στωικούς, απαξιώνει όλη τη μετά Αριστοτέλη Ελληνική φιλοσοφία:
«Θα ήταν σημάδι εμορφιάς και εντιμότητας, εάν οι Έλληνες είχαν πάψει να φιλοσοφούν αμέσως μετά τον Αριστοτέλη. Πεθαίνοντας ο Αριστοτέλης να συντρίψουν τον κάλαμο και να κάψουν το φτερό τους. Εάν είχαν κάμει, όπως έκαμε η Λαΐδα».
Στο ίδιο βιβλίο, όμως, διαχωρίζει τον Επίκουρο και μιλάει κολακευτικά γι’ αυτόν:
«Ο Επίκουρος δεν ακούστηκε στον καιρό του, αλλά ούτε και οι υστερινοί τον άκουσαν. Κατάκτησε χώρες μεγάλες όσο και οι χώρες του Αριστοτέλη και του Αλέξανδρου, και μας έφτασαν μόνο μισόλογα γι’ αυτόν. Κανείς δεν έγραψε την ιστορία του. Εξαίρεση έξοχη ξεχωρίζει ξεχασμένος ο εξαίσιος Λουκρήτιος.
Οι μισοί από τους ανθρώπους που άκουσαν το όνομα του Επίκουρου, αγαθοί σαν τους μηλοκόπους στη θάλασσα, τον επήρανε για ακαμάτη. Οι άλλοι μισοί, πονηροί και μπαλντατζήδες, ανιχνέψανε σωστά τον επαναστατικό του γόμο. Είδαν και τρόμαξαν τη μελλοντική του συγκομιδή. Και λάβανε μέτρα. Ο αδιάβαγος, είπανε. Ο χοιροβοσκός, ο βοϊδολάτης.
Γρήγορα άρπαξαν τα αξίνια τους και τα άλλα σύνεργα του νεκροθάφτη. Και σκέπασαν το τίμιο σώμα της γνώσης του Επίκουρου στα μαγιάπριλα και στους αηδονισμούς της σιωπής. Η χειροπιαστή στιγμή για τον άνθρωπο χάθηκε μέσα στα μάτια του.
Έτσι στερήθηκε η ανθρωπότητα τη μεγάλη ευκαιρία να εισέλθει στην τροχιά της ειλικρίνειας, της ευθύνης, της εντιμότητας και της εμορφιάς.
Οι σελτζούκοι του ιερατείου, του σχολειού και της πέννας κατηγόρησαν τον Επίκουρο τα πολλά τάχατες.
Πως απλοποίησε τάχατες τον κόσμο, γιατί ονόμασε τη χαρά, την ελαφράδα του και την ευεξία.
Πως παραγνόησε τάχατες τη χασοφεγγαριά της ζωής, γιατί αρνήθηκε το κακό, τις συφορές και τη λύπη. Πως εξευτίλισε τάχατες τα ευπρεπή του ανθρώπου, γιατί εκήρυξε:
Φάγετε και πιέτε, και ευφράνθητε· γιατί αύριο αποθνήσκετε.
Πως καταφρόνησε τάχατες τους σοφούς και τους δασκάλους, γιατί παίνεσε την αμεσότητα, τη φρεσκάδα, το βαθύπλουτο κάλεσμα της στιγμής και την αυτογέννητη γνώση. Πως εχλεύασε τα θεϊκά και τα όσια.
Πίσω από τα βλέφαρα του ύπνου του, όσο ο άνθρωπος ζει, αργοσαλεύουν όνειρα, πόθοι, εμορφιές, αλήθειες και πλάνες. Και σαν αποθάνει ο άνθρωπος, στις κόχες των κρανίων που χάσκουν ξελημεριάζουν οι αράχνες, οι σκορπιοί και οι σαύρες…
Εάν δεν είχε φράξει τη φωνή του Επίκουρου ο φόβος, η άγνοια και η μισανθρωπία του ανθρώπου για τον άνθρωπο, η ιστορία θα ‘χε τραβήξει άλλο δρόμο. Αλλά τη γραμμή και την πορεία του κόσμου τη χαράξανε οι ντροπές μας: μια καρδιά που τουρτουρίζει, ένα μυαλό του προβατιού και της ύαινας, και η προέχουσα κοιλιά που τη βουρλίζουν οι βορβορυγμοί της.
Το κατώγι, ο φωταγωγός και το παραπόρτι του σπιτιού μας έκρυψαν την πρόσοψη, το στούντιο και το δώμα. Ήμασταν κάποτε από καλή γενιά. Εμείς οι γύφτοι.
Εάν ο Επίκουρος είχε περάσει –αλίμονο! μόνον οι Μήδοι περνούν– θα ‘χε κρατήσει στον κόσμο ένα λιτό είδος αντιθρησκείας. Η ενιαία συνείδηση δηλαδή της φυσικής γνώσης, της απλότητας, του σθένους, της εγκαρτέρησης και της κατάφασης. Όλα εκείνα που ο Επίκουρος τα είπε λεβεντιά, και ο Νίτσε στις μέρες μας χαρούμενη επιστήμη και πολλή ανθρωπιά.
Με τον Επίκουρο δόθηκε η ευκαιρία στην ανθρωπότητα να προστατέψει τον άνθρωπο και το μέλλον του από έναν ατλαντικό άχρηστα πράγματα, αθλιότητες, ψεύδη, πλάνες, απάτες, συναξάρια, ιερές συνόδους, βίους αγίων, σκούφους του παπά και του πάπα, εγκλήματα και μάταιη σπατάλη του πνεύματος.
Και η ευκαιρία χάθηκε».
[Πολυχρόνιο, 1987]
Δέκα χρόνια περίπου αργότερα, λίγους μήνες πριν φύγει, σε μια διάλεξή του σε στρατιωτικούς Ιατρούς με θέμα τη φιλοσοφική θεώρηση του θανάτου, στο ερώτημα ενός ιατρού αν φοβάται τον θάνατο, δίνει μία χαρακτηριστική απάντηση:
«Η ερώτηση αυτή είναι αδιέξοδη, κατά την έννοια ότι της λείπει η απόδειξη»
Συνέχισε, εξηγώντας ότι αυτός δεν φοβάται τον θάνατο αλλά για να τον πιστέψουμε θα πρέπει να περιμένουμε την απόδειξη.
Και η απόδειξη ήρθε…!
Ακολουθεί το απόσπασμα και το βίντεο αυτής της διάλεξης, στο οποίο κάνει αναφορά στον Επίκουρο.
«Λοιπόν. Τώρα… Σχετικά με τον φόβο του θανάτου, υπάρχουν και άλλα πολλά πράγματα, μας έχει η ιστορία, η παράδοση, πολιτισμοί, φαινόμενα πολιτισμικά, θρησκείες κλπ, μας έχει φορτώσει και με πολλούς φόβους. Δεν τα θίγω αυτά τα πράγματα, γιατί είναι έξω από την περιοχή μας…
Θα σας πω όμως μόνο ένα πράγμα για να ‘ρθούμε στο τελευταίο σημείο, στο φάρμακο. Τις πιο ωραίες σκέψεις απάνω στο ότι πρέπει να αντιμετωπίζουμε το θάνατο σαν ένα φυσικό φαινόμενο όπως όλα τα άλλα και καθώς προβληματιζόμαστε την ώρα που φτάνουμε να πεθαίνουμε να μην τον φοβόμαστε, μας τις έχει δώσει ένας μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος, που δυστυχώς μία σκοπιμότητα τον κράτησε αφανή. Το αρχοντιλίκι και το ιερατείο της εποχής. Είναι ο Επίκουρος.
Έζησε από το 340 ως το 270 π.Χ. κι έφτιαξε και σχολή όπως ξέρετε, οι Επικούρειοι, έτσι; Όπως λένε οι ιστορικοί, οι φιλοσοφικές σχολές της παρακμής όπως λένε.
Τι ωραία πράγματα μας είπε! Ουσιαστικά μας έδωσε την αιώνια οδηγία να ζήσουμε ο καθένας μία χαρούμενη, μία ευτυχισμένη ζωή. Η οποία είναι στο χέρι μας, λέει. Μπορούμε να τη ζήσουμε.
Αυτή είναι όλη η φιλοσοφία, ο επικουρισμός που λένε, αλλά είναι παραχαραγμένος και αλλοιωμένος. Δεν είναι αυτά που είπαν ότι είπε ο Επίκουρος. Άλλα είπε. Σχετικά με τον θάνατο λοιπόν, μας λέει ότι δεν πρέπει να φοβόμαστε τον θάνατο. Μία φοβερή πρόταση που λέει στην τρίτη επιστολή προς Μενοικέα. Σ’ ένα μαθητή του, εκεί θα βρείτε την ακόλουθη πρόταση:
"Το φρικωδέστατο των κακών ο θάνατος, ουδέν προς ημάς."
Δε μας αγγίζει. Μη φοβάσαι! Γιατί;
"Επειδήπερ όταν μεν ημείς ώμεν, ο θάνατος ου παρέστιν. Όταν δε ο θάνατος παρή, ημείς ουκ εσμέν."
Σημαίνει αυτό: Δε μας φοβίζει ο θάνατος γιατί όταν εμείς εδώ και ζούμε, ο θάνατος είναι μακριά. Ανύπαρκτος. Και όταν έρθει ο θάνατος, εμείς έχουμε φύγει.
Επομένως καμία αγωνία, κανένα φόβο, και ζήστε τη ζωή σας χωρίς αυτό το άγχος του θανάτου.
Μας έδωσε αυτός, ο Επίκουρος, και το αναφέρω, γιατί έχει ειδική, ειδική σχέση με τους γιατρούς, την περίφημον τετραφάρμακον. Τέσσερα φάρμακα. Πανάκεια της ζωής. Φάρμακο, με έννοια ιατρική. Του Ιπποκράτη.
Ποια είναι αυτά τα τέσσερα φάρμακα;
Πρώτον: "Θεός άφοβον" Μην τον φοβόσαστε τον θεό. Δεν είναι κανένα μορμολύκειον, κανένας μπαμπούλας. Τώρα εδώ πρέπει να… αναφέρει κανείς τι σημαίνει θεός για τον Επίκουρο. Απλώς φτάνω στο αποτέλεσμα. "Άφοβον ο θεός".
Δεύτερον: "Θάνατος αναίσθητον" Όταν θα πεθάνω εγώ, δηλαδή, θάνατος καμία αίσθηση, καμία… ένας αιώνιος ωραίος ύπνος, εκείνο που το είπε ο… Σοφοκλής μας, σε ένα χορικό στις τραγωδίες του, τον αιένυπνον, αιέν = αεί, πάντα, αιένυπνον, αιώνιος ύπνος. Θάνατος λοιπόν αναίσθητον.
Τρίτον: "Και το αγαθόν εύκτητον". Μπορείς να την αποκτήσεις τη χαρά. Εύκολο πράγμα. "Και το κακόν ευεκκαρτέρητον". Και κακόν, οι συμφορές, τα δεινά που μας χτυπάνε, κι αυτά μπορούμε να τα καρτερέσουμε αν έχουμε αυτή την ορισμένη εφόπλιση, αυτή τη φιλοσοφική δίαιτα. Τη σωστή φιλοσοφική στάση».
Οι θρησκόληπτοι και όσοι τρέμουν την ανυπαρξία του θανάτου τους ποτέ δεν θα αποκτήσουν καλές σχέσεις με τον Λιαντίνη. Όπως δεν είχαν και με τον Επίκουρο στον καιρό του. Έτσι κι αλλιώς κανένας στοχαστής ή φιλόσοφος δεν είναι για όλους…
Ο Λιαντίνης αγαπούσε τη ζωή και τους ανθρώπους, δεν έπασχε από κατάθλιψη, δεν έφυγε γιατί ήταν άρρωστος. Σαν Καθηγητής -εκείνος ήθελε να τον φωνάζουν Δάσκαλο- μαγνήτιζε τα βλέμματα όλων. Τον αγαπούσαν οι μαθητές του και εκείνος ακόμα πιο πολύ. Λυπόταν για το κακό που είχε προκαλέσει η γενιά του στους νεότερους και ζητούσε συγνώμη για τα κακά που θα μας έβρισκαν. Πόσα ήξερε…
«Το σθένος και η ειλικρίνεια του δασκάλου ενώπιον της διδασκαλίας σήμερα, στον αιώνα της αποθέωσης της υποκρισίας και της συμβατικότητας, είναι το κριτήριο για το αν η δουλειά του επιπλέει στο επάγγελμα ή ανυψώνεται στο λειτούργημα».
[Διδακτική (1990), σελ. 13]
«Σωστή παιδεία θα ειπεί να μαθαίνεις στους νέους τη ζωή, και να τους ξεμαθαίνεις τις δεισιδαιμονίες που από νήπια τους περνάει μια παράδοση άρρωστη μέσα από την οικογένεια, την κοινωνία, την πολιτεία, την εκκλησία, τα μέσα ενημέρωσης, και τους άλλους παράγοντες της αγωγής.
Το ένα λοιπόν είναι να ριζώσουμε τον νέο στη ζωή. Το άλλο να ξεριζώσουμε από μέσα του την ψευτιά.
Δάσκαλος που αγνοεί το πρώτο μισό, το χρέος δηλαδή του χαλαστή, δε μορφώνει ανθρώπους. Απλά γιατροπορεύει άρρωστους…»
[Τα Ελληνικά - Ίδε ο δάσκαλος (1992)]
«Η παιδεία των νέων, είναι το δυνατό αίμα και ο αέρας ιωδίου για το μέλλον των λαών... Όμως, της δικής μας παιδείας το αίμα, έχει αιματοκρίτη λευχαιμίας».
[Τα Ελληνικά - Δάσκαλοι και ποντίκια (1992)]
Παρά τις ομοιότητες που συναντάμε με την επικούρεια φιλοσοφία, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Λιαντίνης ήταν ένας άνθρωπος ανένταχτος, δεν ανήκε πουθενά – εκτός, ίσως, στην Λακωνία και τη Λιαντίνα ειδικότερα. Στην τελευταία του επιστολή, προς την κόρη του, γράφει στον επίλογο:
«Έζησα Έρημος και Ισχυρός».
Δεν του άρεσαν οι ομαδοποιήσεις. Προφανώς, είχε επιρροές από τον πνευματικό του δάσκαλο, Νίτσε:
«Η παράνοια σε άτομα είναι σχετικά σπάνια. Όμως σε ομάδες, κόμματα, έθνη και εποχές είναι μάλλον ο κανόνας».
[Πέρα από το καλό και το κακό – Γνωμικά και ιντερμέδια σελ.76, γνωμικό 156]
Οπότε, πώς εμείς, αυθαίρετα, θα μπορούσαμε να τον εντάξουμε σε μια φιλοσοφική σχολή και να του δώσουμε τον τίτλο του επικούρειου; Ή, καλύτερα, πώς θα μπορούσαμε να πούμε ότι δεν ήταν παράλληλα και Πλατωνικός, Αριστοτελικός, ή λάτρης των προσωκρατικών φιλοσόφων, για τη φιλοσοφία των οποίων έχει μιλήσει με άκρως κολακευτικά λόγια;
Μάλλον και αυτή η ερώτηση είναι αδιέξοδη κατά την έννοια ότι της λείπει η απόδειξη…
Η εντιμότητά του, που είναι ευδιάκριτη σε κάθε του κείμενο. Η αγάπη του για τον άνθρωπο και τη φύση. Οι παροτρύνσεις στον αναγνώστη του να βγει απ’ τη λήθη που τον βάζει η μέριμνα της πραγμάτωσης των στόχων και η ρουτίνα -υπενθυμίζοντάς του ότι η ζωή δεν είναι αναβλητή ή αναστρέψιμη ώστε να την αφήνει να χάνεται-, να γκρεμίσει τις άρρωστες παραδόσεις των δεισιδαιμονιών και με απλότητα, σεμνότητα και εντιμότητα να ζήσει πραγματικά… να ζήσει την αλήθεια - όπου το α είναι στερητικό, η αλήθεια είναι έξω απ’ τη λήθη. Τότε μόνο θα μπορέσει να χτίσει πάνω απ' τα γκρέμια μία καινούργια, ειλικρινή και έμορφη ζωή, λευτερωμένη απ' τον φόβο θανάτου. Μια ζωή, που θα χαίρεται την κάθε στιγμή της!
«Τρύγησε την ημέρα. Μην την αφήνεις να πάει χαμένη. Ό,τι χαρές είναι να σου δώσει μην τις αφήσεις, γιατί δεν θα την ξαναβρείς. Δεν είναι αναβλητή η ζωή, ούτε αναστρέψιμη».
[Λόγια από το τελευταίο του μάθημα στο Μαράσλειο διδασκαλείο λίγες μέρες πριν φύγει (27/05/1998)]
Παράλληλα συμμετέχω σε μια φιλοσοφική ομάδα, τους Φίλους Επικούρειας Φιλοσοφίας "Κήπος Θεσσαλονίκης". Κάποια μέρα, στα πλαίσια μιας συνάντησης τής ομάδας, τέθηκε το ερώτημα αν δύναται να χαρακτηριστεί ο Λιαντίνης επικούρειος, μιας και έχει μιλήσει κολακευτικά, σε κάποιες αποστροφές του λόγου του, για τη φιλοσοφία του Επίκουρου. Βέβαια, σε αντιδιαστολή και στο πλαίσιο τον αντιφάσεών του, μπορούμε να συμπεριλάβουμε τον τρόπο που επέλεξε να φύγει απ’ τη ζωή και τη συμπάθειά του σε Πλατωνικές απόψεις που έρχονται σε ευθεία σύγκρουση με την επικούρεια φιλοσοφία. Για τον Πλάτωνα φιλοσοφία, επί λέξει, σημαίνει μελέτη θανάτου, ενώ για τον Επίκουρο, μπορούμε να υποθέσουμε από τα συμφραζόμενα, το ακριβώς αντίθετο, μελέτη ζωής.
Ασφαλώς το ερώτημα, που… δε συνάδει με την επικούρεια αντίληψη της πλειοτιμίας αλλά έχει να κάνει με τη δίτιμη λογική, άσπρο ή μαύρο, θα μπορούσε να το απαντήσει μόνο ο ίδιος, αλλά ας δούμε κάποια λεγόμενα και γραφόμενά του που ίσως βοηθήσουν στην προσέγγιση αυτής της απάντησης.
Το πρώτο που παρατηρώ είναι ότι του αρέσουν οι αντιφάσεις:
«Όποιος πιστεύει στο θεό, έχει μέσα του ένα νεκρό θεό. Όποιος δεν πιστεύει στο θεό, έχει μέσα του ένα νεκρό άνθρωπο. Όποιος πιστεύει αλλά και δεν πιστεύει στο θεό, έχει μέσα του ζωντανό το νόμο της φύσης. Απλά, καταληπτά, και στα μέτρα του ανθρώπου ζει το θαύμα του κόσμου».
[Η Ερώτηση της Μαργαρίτας - Γκέμμα, σελ.17]
«Γιατί ο θεός για τα μέτρα του ανθρώπου είναι και δεν είναι να υπάρχει, που λέει ο Φάουστ. Έχει και δεν έχει όνομα*, που είπε ο Ηράκλειτος. Βρίσκεται άγνωστος, και τέτοιος θα παραμένει, όπως μας παρακινεί η επιγραφή στη βάση του βωμού στην Αγορά της αρχαίας Αθήνας: τῷ Ἀγνώστῳ».
*Βλ. Ηράκλειτος Frg. 32 (Diels – Kranz) [Η Ερώτηση της Μαργαρίτας - Γκέμμα, σελ. 18]
«Ο θεός του Ευριπίδη είναι το "πιστεύω" του Φάουστ και του Σταυρόγκιν. Ο μη θεός του Ευριπίδη είναι το "δεν πιστεύω" του Φάουστ και του Σταυρόγκιν. Και το ανάμεσα στο θεός και μη θεός του Ευριπίδη είναι το ανάμεσα στο ναι και στο όχι του Φάουστ και του Σταυρόγκιν. Είναι ο άνθρωπος της γης που, καθώς βρίσκεται ανάμεσα σε ζωή και σε θάνατο, αγωνίζεται να κατανοήσει το νόημα της ύπαρξής του μέσα στο σύμπαν».
[Η Ερώτηση της Μαργαρίτας - Γκέμμα, σελ. 19]
Στα παραπάνω αποσπάσματα βλέπουμε να αντιμετωπίζει ο ίδιος το ζήτημα του θεού με την πλειοτιμία που δίδασκε ο Επίκουρος. Επίσης, μου θυμίζει τη στάση που κρατούσε ο Επίκουρος για τους Θεούς, που ενώ τους εκθειάζει παράλληλα τους υποβαθμίζει αφαιρώντας τη θεϊκή επιρροή που μπορεί να ασκούν στους ανθρώπους και τα προβλήματα τους.
«Το μακάριο και το άφθαρτο ον (ο Θεός) ούτε το ίδιο έχει έγνοιες, ούτε σε άλλον δημιουργεί. Κατά συνέπεια, ούτε οργίζεται ούτε κάνει χάρες. Διότι αυτά είναι γνωρίσματα ασθενούς όντος».
[Επίκουρου - Κύριαι Δόξαι]
Συνεπώς, το μακάριο και άφθαρτο ον, δεν ασχολείται με τίποτε άλλο εκτός του εαυτού του, διότι κάτι τέτοιο πολύ απλά θα υποβίβαζε την ιδιότητά του.
Ας δούμε τι λέει ο ίδιος για τον Επίκουρο:
Στο "Πολυχρόνιο - Στοά και Ρώμη" το 1987, θυμωμένος με τους Στωικούς, απαξιώνει όλη τη μετά Αριστοτέλη Ελληνική φιλοσοφία:
«Θα ήταν σημάδι εμορφιάς και εντιμότητας, εάν οι Έλληνες είχαν πάψει να φιλοσοφούν αμέσως μετά τον Αριστοτέλη. Πεθαίνοντας ο Αριστοτέλης να συντρίψουν τον κάλαμο και να κάψουν το φτερό τους. Εάν είχαν κάμει, όπως έκαμε η Λαΐδα».
Στο ίδιο βιβλίο, όμως, διαχωρίζει τον Επίκουρο και μιλάει κολακευτικά γι’ αυτόν:
«Ο Επίκουρος δεν ακούστηκε στον καιρό του, αλλά ούτε και οι υστερινοί τον άκουσαν. Κατάκτησε χώρες μεγάλες όσο και οι χώρες του Αριστοτέλη και του Αλέξανδρου, και μας έφτασαν μόνο μισόλογα γι’ αυτόν. Κανείς δεν έγραψε την ιστορία του. Εξαίρεση έξοχη ξεχωρίζει ξεχασμένος ο εξαίσιος Λουκρήτιος.
Οι μισοί από τους ανθρώπους που άκουσαν το όνομα του Επίκουρου, αγαθοί σαν τους μηλοκόπους στη θάλασσα, τον επήρανε για ακαμάτη. Οι άλλοι μισοί, πονηροί και μπαλντατζήδες, ανιχνέψανε σωστά τον επαναστατικό του γόμο. Είδαν και τρόμαξαν τη μελλοντική του συγκομιδή. Και λάβανε μέτρα. Ο αδιάβαγος, είπανε. Ο χοιροβοσκός, ο βοϊδολάτης.
Γρήγορα άρπαξαν τα αξίνια τους και τα άλλα σύνεργα του νεκροθάφτη. Και σκέπασαν το τίμιο σώμα της γνώσης του Επίκουρου στα μαγιάπριλα και στους αηδονισμούς της σιωπής. Η χειροπιαστή στιγμή για τον άνθρωπο χάθηκε μέσα στα μάτια του.
Έτσι στερήθηκε η ανθρωπότητα τη μεγάλη ευκαιρία να εισέλθει στην τροχιά της ειλικρίνειας, της ευθύνης, της εντιμότητας και της εμορφιάς.
Οι σελτζούκοι του ιερατείου, του σχολειού και της πέννας κατηγόρησαν τον Επίκουρο τα πολλά τάχατες.
Πως απλοποίησε τάχατες τον κόσμο, γιατί ονόμασε τη χαρά, την ελαφράδα του και την ευεξία.
Πως παραγνόησε τάχατες τη χασοφεγγαριά της ζωής, γιατί αρνήθηκε το κακό, τις συφορές και τη λύπη. Πως εξευτίλισε τάχατες τα ευπρεπή του ανθρώπου, γιατί εκήρυξε:
Φάγετε και πιέτε, και ευφράνθητε· γιατί αύριο αποθνήσκετε.
Πως καταφρόνησε τάχατες τους σοφούς και τους δασκάλους, γιατί παίνεσε την αμεσότητα, τη φρεσκάδα, το βαθύπλουτο κάλεσμα της στιγμής και την αυτογέννητη γνώση. Πως εχλεύασε τα θεϊκά και τα όσια.
Πίσω από τα βλέφαρα του ύπνου του, όσο ο άνθρωπος ζει, αργοσαλεύουν όνειρα, πόθοι, εμορφιές, αλήθειες και πλάνες. Και σαν αποθάνει ο άνθρωπος, στις κόχες των κρανίων που χάσκουν ξελημεριάζουν οι αράχνες, οι σκορπιοί και οι σαύρες…
Εάν δεν είχε φράξει τη φωνή του Επίκουρου ο φόβος, η άγνοια και η μισανθρωπία του ανθρώπου για τον άνθρωπο, η ιστορία θα ‘χε τραβήξει άλλο δρόμο. Αλλά τη γραμμή και την πορεία του κόσμου τη χαράξανε οι ντροπές μας: μια καρδιά που τουρτουρίζει, ένα μυαλό του προβατιού και της ύαινας, και η προέχουσα κοιλιά που τη βουρλίζουν οι βορβορυγμοί της.
Το κατώγι, ο φωταγωγός και το παραπόρτι του σπιτιού μας έκρυψαν την πρόσοψη, το στούντιο και το δώμα. Ήμασταν κάποτε από καλή γενιά. Εμείς οι γύφτοι.
Εάν ο Επίκουρος είχε περάσει –αλίμονο! μόνον οι Μήδοι περνούν– θα ‘χε κρατήσει στον κόσμο ένα λιτό είδος αντιθρησκείας. Η ενιαία συνείδηση δηλαδή της φυσικής γνώσης, της απλότητας, του σθένους, της εγκαρτέρησης και της κατάφασης. Όλα εκείνα που ο Επίκουρος τα είπε λεβεντιά, και ο Νίτσε στις μέρες μας χαρούμενη επιστήμη και πολλή ανθρωπιά.
Με τον Επίκουρο δόθηκε η ευκαιρία στην ανθρωπότητα να προστατέψει τον άνθρωπο και το μέλλον του από έναν ατλαντικό άχρηστα πράγματα, αθλιότητες, ψεύδη, πλάνες, απάτες, συναξάρια, ιερές συνόδους, βίους αγίων, σκούφους του παπά και του πάπα, εγκλήματα και μάταιη σπατάλη του πνεύματος.
Και η ευκαιρία χάθηκε».
[Πολυχρόνιο, 1987]
Δέκα χρόνια περίπου αργότερα, λίγους μήνες πριν φύγει, σε μια διάλεξή του σε στρατιωτικούς Ιατρούς με θέμα τη φιλοσοφική θεώρηση του θανάτου, στο ερώτημα ενός ιατρού αν φοβάται τον θάνατο, δίνει μία χαρακτηριστική απάντηση:
«Η ερώτηση αυτή είναι αδιέξοδη, κατά την έννοια ότι της λείπει η απόδειξη»
Συνέχισε, εξηγώντας ότι αυτός δεν φοβάται τον θάνατο αλλά για να τον πιστέψουμε θα πρέπει να περιμένουμε την απόδειξη.
Και η απόδειξη ήρθε…!
Ακολουθεί το απόσπασμα και το βίντεο αυτής της διάλεξης, στο οποίο κάνει αναφορά στον Επίκουρο.
«Λοιπόν. Τώρα… Σχετικά με τον φόβο του θανάτου, υπάρχουν και άλλα πολλά πράγματα, μας έχει η ιστορία, η παράδοση, πολιτισμοί, φαινόμενα πολιτισμικά, θρησκείες κλπ, μας έχει φορτώσει και με πολλούς φόβους. Δεν τα θίγω αυτά τα πράγματα, γιατί είναι έξω από την περιοχή μας…
Θα σας πω όμως μόνο ένα πράγμα για να ‘ρθούμε στο τελευταίο σημείο, στο φάρμακο. Τις πιο ωραίες σκέψεις απάνω στο ότι πρέπει να αντιμετωπίζουμε το θάνατο σαν ένα φυσικό φαινόμενο όπως όλα τα άλλα και καθώς προβληματιζόμαστε την ώρα που φτάνουμε να πεθαίνουμε να μην τον φοβόμαστε, μας τις έχει δώσει ένας μεγάλος Έλληνας φιλόσοφος, που δυστυχώς μία σκοπιμότητα τον κράτησε αφανή. Το αρχοντιλίκι και το ιερατείο της εποχής. Είναι ο Επίκουρος.
Έζησε από το 340 ως το 270 π.Χ. κι έφτιαξε και σχολή όπως ξέρετε, οι Επικούρειοι, έτσι; Όπως λένε οι ιστορικοί, οι φιλοσοφικές σχολές της παρακμής όπως λένε.
Τι ωραία πράγματα μας είπε! Ουσιαστικά μας έδωσε την αιώνια οδηγία να ζήσουμε ο καθένας μία χαρούμενη, μία ευτυχισμένη ζωή. Η οποία είναι στο χέρι μας, λέει. Μπορούμε να τη ζήσουμε.
Αυτή είναι όλη η φιλοσοφία, ο επικουρισμός που λένε, αλλά είναι παραχαραγμένος και αλλοιωμένος. Δεν είναι αυτά που είπαν ότι είπε ο Επίκουρος. Άλλα είπε. Σχετικά με τον θάνατο λοιπόν, μας λέει ότι δεν πρέπει να φοβόμαστε τον θάνατο. Μία φοβερή πρόταση που λέει στην τρίτη επιστολή προς Μενοικέα. Σ’ ένα μαθητή του, εκεί θα βρείτε την ακόλουθη πρόταση:
"Το φρικωδέστατο των κακών ο θάνατος, ουδέν προς ημάς."
Δε μας αγγίζει. Μη φοβάσαι! Γιατί;
"Επειδήπερ όταν μεν ημείς ώμεν, ο θάνατος ου παρέστιν. Όταν δε ο θάνατος παρή, ημείς ουκ εσμέν."
Σημαίνει αυτό: Δε μας φοβίζει ο θάνατος γιατί όταν εμείς εδώ και ζούμε, ο θάνατος είναι μακριά. Ανύπαρκτος. Και όταν έρθει ο θάνατος, εμείς έχουμε φύγει.
Επομένως καμία αγωνία, κανένα φόβο, και ζήστε τη ζωή σας χωρίς αυτό το άγχος του θανάτου.
Μας έδωσε αυτός, ο Επίκουρος, και το αναφέρω, γιατί έχει ειδική, ειδική σχέση με τους γιατρούς, την περίφημον τετραφάρμακον. Τέσσερα φάρμακα. Πανάκεια της ζωής. Φάρμακο, με έννοια ιατρική. Του Ιπποκράτη.
Ποια είναι αυτά τα τέσσερα φάρμακα;
Πρώτον: "Θεός άφοβον" Μην τον φοβόσαστε τον θεό. Δεν είναι κανένα μορμολύκειον, κανένας μπαμπούλας. Τώρα εδώ πρέπει να… αναφέρει κανείς τι σημαίνει θεός για τον Επίκουρο. Απλώς φτάνω στο αποτέλεσμα. "Άφοβον ο θεός".
Δεύτερον: "Θάνατος αναίσθητον" Όταν θα πεθάνω εγώ, δηλαδή, θάνατος καμία αίσθηση, καμία… ένας αιώνιος ωραίος ύπνος, εκείνο που το είπε ο… Σοφοκλής μας, σε ένα χορικό στις τραγωδίες του, τον αιένυπνον, αιέν = αεί, πάντα, αιένυπνον, αιώνιος ύπνος. Θάνατος λοιπόν αναίσθητον.
Τρίτον: "Και το αγαθόν εύκτητον". Μπορείς να την αποκτήσεις τη χαρά. Εύκολο πράγμα. "Και το κακόν ευεκκαρτέρητον". Και κακόν, οι συμφορές, τα δεινά που μας χτυπάνε, κι αυτά μπορούμε να τα καρτερέσουμε αν έχουμε αυτή την ορισμένη εφόπλιση, αυτή τη φιλοσοφική δίαιτα. Τη σωστή φιλοσοφική στάση».
Οι θρησκόληπτοι και όσοι τρέμουν την ανυπαρξία του θανάτου τους ποτέ δεν θα αποκτήσουν καλές σχέσεις με τον Λιαντίνη. Όπως δεν είχαν και με τον Επίκουρο στον καιρό του. Έτσι κι αλλιώς κανένας στοχαστής ή φιλόσοφος δεν είναι για όλους…
Ο Λιαντίνης αγαπούσε τη ζωή και τους ανθρώπους, δεν έπασχε από κατάθλιψη, δεν έφυγε γιατί ήταν άρρωστος. Σαν Καθηγητής -εκείνος ήθελε να τον φωνάζουν Δάσκαλο- μαγνήτιζε τα βλέμματα όλων. Τον αγαπούσαν οι μαθητές του και εκείνος ακόμα πιο πολύ. Λυπόταν για το κακό που είχε προκαλέσει η γενιά του στους νεότερους και ζητούσε συγνώμη για τα κακά που θα μας έβρισκαν. Πόσα ήξερε…
«Το σθένος και η ειλικρίνεια του δασκάλου ενώπιον της διδασκαλίας σήμερα, στον αιώνα της αποθέωσης της υποκρισίας και της συμβατικότητας, είναι το κριτήριο για το αν η δουλειά του επιπλέει στο επάγγελμα ή ανυψώνεται στο λειτούργημα».
[Διδακτική (1990), σελ. 13]
«Σωστή παιδεία θα ειπεί να μαθαίνεις στους νέους τη ζωή, και να τους ξεμαθαίνεις τις δεισιδαιμονίες που από νήπια τους περνάει μια παράδοση άρρωστη μέσα από την οικογένεια, την κοινωνία, την πολιτεία, την εκκλησία, τα μέσα ενημέρωσης, και τους άλλους παράγοντες της αγωγής.
Το ένα λοιπόν είναι να ριζώσουμε τον νέο στη ζωή. Το άλλο να ξεριζώσουμε από μέσα του την ψευτιά.
Δάσκαλος που αγνοεί το πρώτο μισό, το χρέος δηλαδή του χαλαστή, δε μορφώνει ανθρώπους. Απλά γιατροπορεύει άρρωστους…»
[Τα Ελληνικά - Ίδε ο δάσκαλος (1992)]
«Η παιδεία των νέων, είναι το δυνατό αίμα και ο αέρας ιωδίου για το μέλλον των λαών... Όμως, της δικής μας παιδείας το αίμα, έχει αιματοκρίτη λευχαιμίας».
[Τα Ελληνικά - Δάσκαλοι και ποντίκια (1992)]
Παρά τις ομοιότητες που συναντάμε με την επικούρεια φιλοσοφία, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Λιαντίνης ήταν ένας άνθρωπος ανένταχτος, δεν ανήκε πουθενά – εκτός, ίσως, στην Λακωνία και τη Λιαντίνα ειδικότερα. Στην τελευταία του επιστολή, προς την κόρη του, γράφει στον επίλογο:
«Έζησα Έρημος και Ισχυρός».
Δεν του άρεσαν οι ομαδοποιήσεις. Προφανώς, είχε επιρροές από τον πνευματικό του δάσκαλο, Νίτσε:
«Η παράνοια σε άτομα είναι σχετικά σπάνια. Όμως σε ομάδες, κόμματα, έθνη και εποχές είναι μάλλον ο κανόνας».
[Πέρα από το καλό και το κακό – Γνωμικά και ιντερμέδια σελ.76, γνωμικό 156]
Οπότε, πώς εμείς, αυθαίρετα, θα μπορούσαμε να τον εντάξουμε σε μια φιλοσοφική σχολή και να του δώσουμε τον τίτλο του επικούρειου; Ή, καλύτερα, πώς θα μπορούσαμε να πούμε ότι δεν ήταν παράλληλα και Πλατωνικός, Αριστοτελικός, ή λάτρης των προσωκρατικών φιλοσόφων, για τη φιλοσοφία των οποίων έχει μιλήσει με άκρως κολακευτικά λόγια;
Μάλλον και αυτή η ερώτηση είναι αδιέξοδη κατά την έννοια ότι της λείπει η απόδειξη…
Ο λαβύρινθος
Δεν θα μπορέσει ο Δίας να μου λύσει τα πέτρινα δίχτυα που με ζώνουν. Έχω ξεχάσει
τις μορφές των ανθρώπων που κάποτε ήμουν·
σέρνω τη μοίρα μου στους μονότονους τοίχους ανάμεσα
που μισώ. Ολόισιοι δρόμοι που στρίβουν
και σχηματίζουν μυστικούς κύκλους
στων αιώνων τα βάθη. Πεζούλια
χαρακωμένα από το πέρασμα του χρόνου.
Πάνω στην αχνή σκόνη βρήκα σημάδια
που με φοβίζουν. Στα άδεια βράδια μου
φέρνει ένα μουγκρητό ο αγέρας
ή ένα απελπισμένο αντίλαλο που μουγκρίζει.
Ξέρω πως μέσα στα σκοτάδια είναι ο Άλλος,
που ’ναι ταγμένος να εξαντλεί την ατέλειωτη μοναξιά
που πλέκει και ξεπλέκει αυτόν τον Άδη,
να λαχταρά το αίμα μου, να τρέφεται απ’ το θάνατό μου.
Ψάχνουμε ο ένας τον άλλο. Ας ήτανε απόψε
η τελευταία μέρα της αναμονής.
τις μορφές των ανθρώπων που κάποτε ήμουν·
σέρνω τη μοίρα μου στους μονότονους τοίχους ανάμεσα
που μισώ. Ολόισιοι δρόμοι που στρίβουν
και σχηματίζουν μυστικούς κύκλους
στων αιώνων τα βάθη. Πεζούλια
χαρακωμένα από το πέρασμα του χρόνου.
Πάνω στην αχνή σκόνη βρήκα σημάδια
που με φοβίζουν. Στα άδεια βράδια μου
φέρνει ένα μουγκρητό ο αγέρας
ή ένα απελπισμένο αντίλαλο που μουγκρίζει.
Ξέρω πως μέσα στα σκοτάδια είναι ο Άλλος,
που ’ναι ταγμένος να εξαντλεί την ατέλειωτη μοναξιά
που πλέκει και ξεπλέκει αυτόν τον Άδη,
να λαχταρά το αίμα μου, να τρέφεται απ’ το θάνατό μου.
Ψάχνουμε ο ένας τον άλλο. Ας ήτανε απόψε
η τελευταία μέρα της αναμονής.
Το αστρολογικό σύμβολο του Ερμή (αποσυμβολισμός)
Το αστρολογικό σύμβολο του Ερμή σχηματίζεται από το σταυρό της Ύλης τοποθετημένο κάτω από τον κύκλο του πνεύματος. Πάνω από αυτόν βρίσκεται τοποθετημένο το ημικύκλιο (μηνίσκος) της ψυχής, γεγονός που συμβολίζει, την δυνατότητα επί-γνωσης, εν-συνείδησης, και της συνακόλουθης αρμονικής λειτουργίας του ανθρώπου στην τριμερή του φύση.
Ο κύκλος συμβολίζει το πνεύμα, είναι το Προμηθεικό δώρο στην ανθρωπότητα, δώρο ισάξιο Θεϊκής δύναμης και εξουσίας στην ύλη. Υπάρχουν πολλοί επιθετικοί προσδιορισμοί για τον άνθρωπο, αλλά ο πλέον καίριος είναι ότι ο άνθρωπος είναι θνητός. Και τούτο δεν σημαίνει απλώς πως ο άνθρωπος πεθαίνει, αλλά ότι ο άνθρωπος ζει γνωρίζοντας πως θα πεθάνει. Το ζώο ζει μη γνωρίζοντας πως θα πεθάνει. Η διαφορά είναι μεταξύ πνεύματος και φύσεως.
Η Προμηθεική γνώση δεν είναι ένα απλό συμβάν ανάμεσα στα άλλα. Είναι το κατ’ εξοχήν συμβάν της υπάρξεως, που προσδιορίζεται όμως από την χρήση της. Και αυτό διότι, ο ανθρώπινος νους δέχεται ερεθίσματα που μπορούν να οδηγήσουν σε δύο μορφές νοητικής δράσης: τη απλή πληροφορία, την αντιγραφή (μίμηση), ή την κατανόηση και την σοφία.
Δεν είναι τυχαίο πως ο Ερμής ήταν ο αγγελιοφόρος των Θεών ο μεσολαβητής Θεών και ανθρώπων. Ενώνει τον κατώτερο με τον ανώτερο εαυτό, είναι ο μυσταγωγός, ο ιεροφάντης, που οδηγεί το μαθητή στην αυτογνωσία, και εν τέλει, στην ενατένιση του Θεϊκού του προτύπου.
Σύμφωνα με τον Erich Fromm, η δυνατότητα αυτογνωσίας, η λογική και η φαντασία ξεχωρίζουν τον άνθρωπο από την υπόλοιπη φύση, χωρίς όμως να τον αποδεσμεύουν από τους νόμους της. Έτσι ο άνθρωπος γνωρίζει την τρομερή αν και επίπλαστη αντίφαση της ύπαρξής του. Δεν μπορεί να απαλλαγεί από το μυαλό του, αλλά ούτε και από το κορμί του, ώστε να ανήκει αποκλειστικά σε ένα από τα δύο. Αυτή η αντίφαση τον ωθεί συνέχεια σε μια προσπάθεια να αναζητά λύσεις στο δίλημμά του και έτσι προχωρά αδιάκοπα σε νέες φάσεις. Από φύση του είναι υποχρεωμένος να βαδίζει προς τα εμπρός, σε μια αέναη προσπάθεια να καταστήσει γνωστό το άγνωστο, να γεμίσει με απαντήσεις τους κενούς χώρους της γνώσης. Πρέπει να κάνει απολογισμό στον εαυτό του για τον εαυτό του και για το νόημα της ύπαρξής του. Ωθείται να ξεπεράσει τον εσωτερικό του διχασμό γεμάτος από μια επιθυμία για το απόλυτο, για ένα είδος αρμονίας που θα μπορεί να αποτινάξει επιτέλους την κατάρα που τον χώρισε από τη φύση, τους συνανθρώπους του και από τον ίδιο του τον εαυτό...
Ακολούθως ο σταυρός της Ύλης συμβολίζει τις δραστηριότητες του ανθρώπου στην ύλη, όπου βρίσκεται το πεδίο της μάχης και της υλικής εξέλιξης. Όπως αναφέρει ο Νίκος Καζαντζάκης:
«Ευτύς ως γεννήθηκες, μια νέα πιθανότητα γεννήθηκε μαζί σου, ένας λεύτερος σκιρτημός τρικυμίζει τη μεγάλη ζοφερή καρδιά του σογιού σου. Φέρνεις, θες δεν θες, ένα νέο ρυθμό. Μια νέα επιθυμία, μια νέα ιδέα, μια θλίψη καινούρια. Θες δε θες, πλουτίζεις το πατρικό σου σώμα. Έχεις ευθύνη. Δεν κυβερνάς πια μονάχα τη μικρή ασήμαντη ύπαρξή σου. Είσαι μια ζαριά όπου για μια στιγμή παίζεται η μοίρα του σογιού σου. Κάθε σου πράξη αντιχτυπάει σε χιλιάδες μοίρες. Ως περπατάς ανοίγεις, δημιουργάς την κοίτη όπου θα μπει και θα οδέψει ο ποταμός των απογόνων. Δεν είσαι ένα άθλιο λιγόστιγμο κορμί· πίσω από την πήλινη ρεούμενη μάσκα σου ένα πρόσωπο χιλιοχρονίτικο ενεδρεύει. Τα πάθη σου κ’ οι ιδέες σου είναι πιο παλιά από την καρδιά και το μυαλό σου. Το σώμα σου το αόρατο είναι οι πεθαμένοι πρόγονοι κι οι απόγονοι οι αγέννητοι.Το πρώτο σου χρέος, εχτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους.Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Tο τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει.»
Τέλος η οριζόντια ημισέληνος της ψυχής αποκαλύπτει τη δίοδο που βρίσκει το μυαλό μας για να επικοινωνήσει με τις αληθινές ιδέες της ψυχής και την έμπνευση. Ο Ερμής όμως κρατάει «ερμητικά κλειστά» τα μυστικά του, σε όσους δεν είναι διατεθειμένοι να μεταστοιχειώσουν την ύλη σε πνεύμα, να ανακαλύψουν δηλαδή τον «μυητικό» μίτο, που οδηγεί στην ανακάλυψη της φιλοσοφική λίθου, καθώς αυτό που στην Αλχημεία ονομάζεται «Μεγάλο Έργο», της οποίας «επόπτης» είναι ο Ερμής, δεν άφορα στην πραγματικότητα την μετάλλαξη των μετάλλων, αλλά της συνειδησιακής και - όχι μόνο-, μεταστοιχείωσης, του ίδιου του «πυρήνα» του ανθρώπου, ο οποίος είναι ομοούσιος προς το Θείο....
Ο πυρήνας του συμβόλου υπονοεί ακριβώς αυτό, το θρίαμβο του μυαλού απέναντι στην ύλη και πως η διανόηση και το πνεύμα μπορεί να τιθασεύσει τις φυσικές παρορμήσεις. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι το κηρύκειο του Ερμή, αποτελεί διαχρονικό σύμβολο της Σοφίας, αλλά και της θεραπείας τόσο της ψυχής όσο και του σώματος, για αυτό τον λόγο χρησιμοποιείται έως και σήμερα ως σύμβολο της ιατρικής...
Ο κύκλος συμβολίζει το πνεύμα, είναι το Προμηθεικό δώρο στην ανθρωπότητα, δώρο ισάξιο Θεϊκής δύναμης και εξουσίας στην ύλη. Υπάρχουν πολλοί επιθετικοί προσδιορισμοί για τον άνθρωπο, αλλά ο πλέον καίριος είναι ότι ο άνθρωπος είναι θνητός. Και τούτο δεν σημαίνει απλώς πως ο άνθρωπος πεθαίνει, αλλά ότι ο άνθρωπος ζει γνωρίζοντας πως θα πεθάνει. Το ζώο ζει μη γνωρίζοντας πως θα πεθάνει. Η διαφορά είναι μεταξύ πνεύματος και φύσεως.
Η Προμηθεική γνώση δεν είναι ένα απλό συμβάν ανάμεσα στα άλλα. Είναι το κατ’ εξοχήν συμβάν της υπάρξεως, που προσδιορίζεται όμως από την χρήση της. Και αυτό διότι, ο ανθρώπινος νους δέχεται ερεθίσματα που μπορούν να οδηγήσουν σε δύο μορφές νοητικής δράσης: τη απλή πληροφορία, την αντιγραφή (μίμηση), ή την κατανόηση και την σοφία.
Δεν είναι τυχαίο πως ο Ερμής ήταν ο αγγελιοφόρος των Θεών ο μεσολαβητής Θεών και ανθρώπων. Ενώνει τον κατώτερο με τον ανώτερο εαυτό, είναι ο μυσταγωγός, ο ιεροφάντης, που οδηγεί το μαθητή στην αυτογνωσία, και εν τέλει, στην ενατένιση του Θεϊκού του προτύπου.
Σύμφωνα με τον Erich Fromm, η δυνατότητα αυτογνωσίας, η λογική και η φαντασία ξεχωρίζουν τον άνθρωπο από την υπόλοιπη φύση, χωρίς όμως να τον αποδεσμεύουν από τους νόμους της. Έτσι ο άνθρωπος γνωρίζει την τρομερή αν και επίπλαστη αντίφαση της ύπαρξής του. Δεν μπορεί να απαλλαγεί από το μυαλό του, αλλά ούτε και από το κορμί του, ώστε να ανήκει αποκλειστικά σε ένα από τα δύο. Αυτή η αντίφαση τον ωθεί συνέχεια σε μια προσπάθεια να αναζητά λύσεις στο δίλημμά του και έτσι προχωρά αδιάκοπα σε νέες φάσεις. Από φύση του είναι υποχρεωμένος να βαδίζει προς τα εμπρός, σε μια αέναη προσπάθεια να καταστήσει γνωστό το άγνωστο, να γεμίσει με απαντήσεις τους κενούς χώρους της γνώσης. Πρέπει να κάνει απολογισμό στον εαυτό του για τον εαυτό του και για το νόημα της ύπαρξής του. Ωθείται να ξεπεράσει τον εσωτερικό του διχασμό γεμάτος από μια επιθυμία για το απόλυτο, για ένα είδος αρμονίας που θα μπορεί να αποτινάξει επιτέλους την κατάρα που τον χώρισε από τη φύση, τους συνανθρώπους του και από τον ίδιο του τον εαυτό...
Ακολούθως ο σταυρός της Ύλης συμβολίζει τις δραστηριότητες του ανθρώπου στην ύλη, όπου βρίσκεται το πεδίο της μάχης και της υλικής εξέλιξης. Όπως αναφέρει ο Νίκος Καζαντζάκης:
«Ευτύς ως γεννήθηκες, μια νέα πιθανότητα γεννήθηκε μαζί σου, ένας λεύτερος σκιρτημός τρικυμίζει τη μεγάλη ζοφερή καρδιά του σογιού σου. Φέρνεις, θες δεν θες, ένα νέο ρυθμό. Μια νέα επιθυμία, μια νέα ιδέα, μια θλίψη καινούρια. Θες δε θες, πλουτίζεις το πατρικό σου σώμα. Έχεις ευθύνη. Δεν κυβερνάς πια μονάχα τη μικρή ασήμαντη ύπαρξή σου. Είσαι μια ζαριά όπου για μια στιγμή παίζεται η μοίρα του σογιού σου. Κάθε σου πράξη αντιχτυπάει σε χιλιάδες μοίρες. Ως περπατάς ανοίγεις, δημιουργάς την κοίτη όπου θα μπει και θα οδέψει ο ποταμός των απογόνων. Δεν είσαι ένα άθλιο λιγόστιγμο κορμί· πίσω από την πήλινη ρεούμενη μάσκα σου ένα πρόσωπο χιλιοχρονίτικο ενεδρεύει. Τα πάθη σου κ’ οι ιδέες σου είναι πιο παλιά από την καρδιά και το μυαλό σου. Το σώμα σου το αόρατο είναι οι πεθαμένοι πρόγονοι κι οι απόγονοι οι αγέννητοι.Το πρώτο σου χρέος, εχτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους.Το δεύτερο, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Tο τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει.»
Τέλος η οριζόντια ημισέληνος της ψυχής αποκαλύπτει τη δίοδο που βρίσκει το μυαλό μας για να επικοινωνήσει με τις αληθινές ιδέες της ψυχής και την έμπνευση. Ο Ερμής όμως κρατάει «ερμητικά κλειστά» τα μυστικά του, σε όσους δεν είναι διατεθειμένοι να μεταστοιχειώσουν την ύλη σε πνεύμα, να ανακαλύψουν δηλαδή τον «μυητικό» μίτο, που οδηγεί στην ανακάλυψη της φιλοσοφική λίθου, καθώς αυτό που στην Αλχημεία ονομάζεται «Μεγάλο Έργο», της οποίας «επόπτης» είναι ο Ερμής, δεν άφορα στην πραγματικότητα την μετάλλαξη των μετάλλων, αλλά της συνειδησιακής και - όχι μόνο-, μεταστοιχείωσης, του ίδιου του «πυρήνα» του ανθρώπου, ο οποίος είναι ομοούσιος προς το Θείο....
Ο πυρήνας του συμβόλου υπονοεί ακριβώς αυτό, το θρίαμβο του μυαλού απέναντι στην ύλη και πως η διανόηση και το πνεύμα μπορεί να τιθασεύσει τις φυσικές παρορμήσεις. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι το κηρύκειο του Ερμή, αποτελεί διαχρονικό σύμβολο της Σοφίας, αλλά και της θεραπείας τόσο της ψυχής όσο και του σώματος, για αυτό τον λόγο χρησιμοποιείται έως και σήμερα ως σύμβολο της ιατρικής...
Δεικνύμενα, Ιάκχος, εποπτεία (Μέρος Β')
Ελευσίνια μύηση. Μέρος δεύτερο.
Τo Μέρος A' ΕΔΩ
Σύγχρονη Μυστηριακή Ελευσίνια Δραματουργία (σε μορφή δοκιμίου).
Σκοτάδι βαθύ — πιο πυκνό από κάθε νύχτα. Οι δάδες σβηστές· οι ιέρειες σχηματίζουν κύκλο και ψάλλουν χαμηλό, μονοφωνικό άσμα. Ο Δημοφώντας στέκει με το κηρύκειο· η Διοτίμα κρατά το ιερό λίκνο.
Ακούγονται βροντές· κραυγές γυναίκας σε τοκετό — πόνος, ρυθμικός σαν αρχέγονη μνήμη.
Ξάφνου, κλάμα μωρού αντηχεί ανάμεσα στις κολώνες.
Ιέρειες της Δήμητρας (ψάλλουν):
Σκότος — γέννα — φως. Μήτρα — σπόρος — άνοιγμα.
Σιωπή. Το σκοτάδι βαθαίνει κι άλλο· ξαφνικά οι δάδες ανάβουν όλες μαζί· φλόγες στροβιλίζονται. Το κλάμα γίνεται γέλιο.
Ιέρειες της Δήμητρας:
Γέννα — θρήνος — χαρά! Ο θάνατος γίνεται σπόρος· ο σπόρος φως!
Από το κέντρο της φλόγας αναδύεται η Βαυβώ: γυμνή, προκλητική, με θρασύ γέλιο· γέρνει προς τα εμπρός και δείχνει στο φως. Εκεί, μέσα στη λάμψη, εμφανίζεται ένα βρέφος — ο Ἴακχος.
Βαυβώ (κραυγάζει):
Ιάκχε! Ιάκχε! Δες το φως! Δεν είναι ήλιος· δεν είναι άστρο· είναι η Ψυχή του Κόσμου! Το άνεσπερο φως που ζει μέσα σε όλους!
Διοτίμα:
Ο Ίακχος γεννιέται όταν ο άνθρωπος παίρνει την ευθύνη· το θείο χαμογελά· το άνοιγμα είναι τώρα.
Η Βαυβώ κρατά κόκκινο κύπελλο με οίνο· μάτια που σπινθηρίζουν.
Βαυβώ:
Πιείτε οίνον! — η πρώτη μέθη, η πνοή της ζωής!
Ο Δημοφώντας οδηγεί τον μύστη στην εστία. Η Διοτίμα προβάλλει την κίστη του κυκεώνος — κριθάρι, νερό, φλισκούνι.
Δημοφώντας:
Ιδού το Μυστήριο! Το στάχυ — αναγέννηση. Η παπαρούνα — λήθη. Το ρόδι — αιώνια ζωή.
Διοτίμα:
Ο κυκεώνας δεν είναι μέθη· είναι ένωση.
Ο Δημοφώντας παίρνει το κύπελλο από τη Βαυβώ.
Δημοφώντας:
Πρώτα μια γουλιά οίνου για τον Διόνυσο· μετά ο κυκεώνας της Δήμητρας. Η επιλογή είναι δική σου.
Ο Μύστης πίνει λίγο κρασί· ύστερα βουτά τον άρτο στον κυκεώνα. Σιωπή βαριά· οι ιέρειες ψάλλουν:
Ιέρειες της Δήμητρας:
Οἶνος = πνευματική ζωή. Ἄρτος = σάρκα. Ἐμβάπτισμα = μέθεξις.
Η Διοτίμα ραίνει τον μύστη με σπόρους· φως σαν βροχή.
Διοτίμα:
Ο σπόρος τρέφει σώματα και ψυχές. Πεθαίνει στη γη — ανασταίνεται στάχυ. Κι εσύ θα πεθάνεις στον παλιό σου εαυτό· θα αναστηθείς φωτεινός.
Οι ιέρειες ψάλλουν τον Ύμνο της Αναγέννησης:
Ιέρειες της Δήμητρας:
Φέρτε το φως στο σκοτάδι· φέρτε τη σοφία στη λήθη. Όποιος τρώει το στάρι της Δήμητρας, λυτρώνεται από τον κύκλο του χρόνου.
Ο Δημοφώντας βάζει το δάχτυλο στα χείλη· σιωπή. Η Διοτίμα χαμηλώνει το χέρι του· κάνει νόημα στον μύστη να μιλήσει.
Μύστης:
Ήπια τον οίνο· ο άρτος εβαπτίσθη· η σάρκα έγινε πνεύμα. Και μέσα μου κάτι χαμογέλασε.
Ιέρειες της Δήμητρας:
Φως στο σκοτάδι! Σοφία στη λήθη! Ιάκχε! Βάκχε! Εὐάν!
Δημοφώντας:
Κλείσε τα μάτια· άνοιξε το εσωτερικό βλέμμα. Αυτό είναι η εποπτεία· όχι να την αποδείξεις, αλλά να τη ζήσεις.
Μύστης (τρεμάμενος):
Βλέπω την Κόρη που κατεβαίνει και ανεβαίνει· το κλάμα έγινε γέλιο· το γέλιο είναι σινιάλο: «Άνοιξη».
Ιέρειες της Δήμητρας:
Ἰάκχε — μέθεξις — ἐποπτεία!
Η Διοτίμα αγγίζει το λίκνο· άνεμος περνά· το φως του Ίακχου διαλύεται, αφήνοντας σπινθήρα στην καρδιά του μύστη.
Διοτίμα (ψιθυρίζει):
Φύλαξε το θέαμα· μη το δώσεις σε αδαείς. Η εποπτεία δεν είναι λόγια· είναι πράξη.
Δημοφώντας:
Σήμερον γεννήθηκες εκ νέου. Πήγαινε, σπείρε· κάθε πράξη σου είναι σπόρος. (Του προσφέρει πορφυρή ζώνη.)
Μύστης:
Ορκίζομαι· θα φυλάξω· θα σπείρω· δεν θα λησμονήσω.
Η Διοτίμα στεφανώνει τον μύστη με στάχυα.
Ιέρειες της Δήμητρας:
Ἐνδον σκάπτε· Ἰάκχε — μέθεξις — ἐποπτεία — Ζωή.
Ο Μύστης φεύγει κρατώντας έναν κόκκο σιταριού. Η Διοτίμα και ο Δημοφώντας μένουν με τις ιέρειες·ο σπόρος έμεινε στην καρδιά· και η νύχτα υποχώρησε μπροστά στην πρώτη αχτίδα.
Σύγχρονη Μυστηριακή Ελευσίνια Δραματουργία (σε μορφή δοκιμίου).
Σκοτάδι βαθύ — πιο πυκνό από κάθε νύχτα. Οι δάδες σβηστές· οι ιέρειες σχηματίζουν κύκλο και ψάλλουν χαμηλό, μονοφωνικό άσμα. Ο Δημοφώντας στέκει με το κηρύκειο· η Διοτίμα κρατά το ιερό λίκνο.
Ακούγονται βροντές· κραυγές γυναίκας σε τοκετό — πόνος, ρυθμικός σαν αρχέγονη μνήμη.
Ξάφνου, κλάμα μωρού αντηχεί ανάμεσα στις κολώνες.
Ιέρειες της Δήμητρας (ψάλλουν):
Σκότος — γέννα — φως. Μήτρα — σπόρος — άνοιγμα.
Σιωπή. Το σκοτάδι βαθαίνει κι άλλο· ξαφνικά οι δάδες ανάβουν όλες μαζί· φλόγες στροβιλίζονται. Το κλάμα γίνεται γέλιο.
Ιέρειες της Δήμητρας:
Γέννα — θρήνος — χαρά! Ο θάνατος γίνεται σπόρος· ο σπόρος φως!
Από το κέντρο της φλόγας αναδύεται η Βαυβώ: γυμνή, προκλητική, με θρασύ γέλιο· γέρνει προς τα εμπρός και δείχνει στο φως. Εκεί, μέσα στη λάμψη, εμφανίζεται ένα βρέφος — ο Ἴακχος.
Βαυβώ (κραυγάζει):
Ιάκχε! Ιάκχε! Δες το φως! Δεν είναι ήλιος· δεν είναι άστρο· είναι η Ψυχή του Κόσμου! Το άνεσπερο φως που ζει μέσα σε όλους!
Διοτίμα:
Ο Ίακχος γεννιέται όταν ο άνθρωπος παίρνει την ευθύνη· το θείο χαμογελά· το άνοιγμα είναι τώρα.
Η Βαυβώ κρατά κόκκινο κύπελλο με οίνο· μάτια που σπινθηρίζουν.
Βαυβώ:
Πιείτε οίνον! — η πρώτη μέθη, η πνοή της ζωής!
Ο Δημοφώντας οδηγεί τον μύστη στην εστία. Η Διοτίμα προβάλλει την κίστη του κυκεώνος — κριθάρι, νερό, φλισκούνι.
Δημοφώντας:
Ιδού το Μυστήριο! Το στάχυ — αναγέννηση. Η παπαρούνα — λήθη. Το ρόδι — αιώνια ζωή.
Διοτίμα:
Ο κυκεώνας δεν είναι μέθη· είναι ένωση.
Ο Δημοφώντας παίρνει το κύπελλο από τη Βαυβώ.
Δημοφώντας:
Πρώτα μια γουλιά οίνου για τον Διόνυσο· μετά ο κυκεώνας της Δήμητρας. Η επιλογή είναι δική σου.
Ο Μύστης πίνει λίγο κρασί· ύστερα βουτά τον άρτο στον κυκεώνα. Σιωπή βαριά· οι ιέρειες ψάλλουν:
Ιέρειες της Δήμητρας:
Οἶνος = πνευματική ζωή. Ἄρτος = σάρκα. Ἐμβάπτισμα = μέθεξις.
Η Διοτίμα ραίνει τον μύστη με σπόρους· φως σαν βροχή.
Διοτίμα:
Ο σπόρος τρέφει σώματα και ψυχές. Πεθαίνει στη γη — ανασταίνεται στάχυ. Κι εσύ θα πεθάνεις στον παλιό σου εαυτό· θα αναστηθείς φωτεινός.
Οι ιέρειες ψάλλουν τον Ύμνο της Αναγέννησης:
Ιέρειες της Δήμητρας:
Φέρτε το φως στο σκοτάδι· φέρτε τη σοφία στη λήθη. Όποιος τρώει το στάρι της Δήμητρας, λυτρώνεται από τον κύκλο του χρόνου.
Ο Δημοφώντας βάζει το δάχτυλο στα χείλη· σιωπή. Η Διοτίμα χαμηλώνει το χέρι του· κάνει νόημα στον μύστη να μιλήσει.
Μύστης:
Ήπια τον οίνο· ο άρτος εβαπτίσθη· η σάρκα έγινε πνεύμα. Και μέσα μου κάτι χαμογέλασε.
Ιέρειες της Δήμητρας:
Φως στο σκοτάδι! Σοφία στη λήθη! Ιάκχε! Βάκχε! Εὐάν!
Δημοφώντας:
Κλείσε τα μάτια· άνοιξε το εσωτερικό βλέμμα. Αυτό είναι η εποπτεία· όχι να την αποδείξεις, αλλά να τη ζήσεις.
Μύστης (τρεμάμενος):
Βλέπω την Κόρη που κατεβαίνει και ανεβαίνει· το κλάμα έγινε γέλιο· το γέλιο είναι σινιάλο: «Άνοιξη».
Ιέρειες της Δήμητρας:
Ἰάκχε — μέθεξις — ἐποπτεία!
Η Διοτίμα αγγίζει το λίκνο· άνεμος περνά· το φως του Ίακχου διαλύεται, αφήνοντας σπινθήρα στην καρδιά του μύστη.
Διοτίμα (ψιθυρίζει):
Φύλαξε το θέαμα· μη το δώσεις σε αδαείς. Η εποπτεία δεν είναι λόγια· είναι πράξη.
Δημοφώντας:
Σήμερον γεννήθηκες εκ νέου. Πήγαινε, σπείρε· κάθε πράξη σου είναι σπόρος. (Του προσφέρει πορφυρή ζώνη.)
Μύστης:
Ορκίζομαι· θα φυλάξω· θα σπείρω· δεν θα λησμονήσω.
Η Διοτίμα στεφανώνει τον μύστη με στάχυα.
Ιέρειες της Δήμητρας:
Ἐνδον σκάπτε· Ἰάκχε — μέθεξις — ἐποπτεία — Ζωή.
Ο Μύστης φεύγει κρατώντας έναν κόκκο σιταριού. Η Διοτίμα και ο Δημοφώντας μένουν με τις ιέρειες·ο σπόρος έμεινε στην καρδιά· και η νύχτα υποχώρησε μπροστά στην πρώτη αχτίδα.
Λεγόμενα και Ιερογαμία – Σύγχρονη Μυστηριακή Ελευσίνια Δραματουργία (Μέρος Α')
Ο χώρος είναι υπόγειος, σκοτεινός. Στο βάθος τρεμοπαίζει φως από δάδες και λύχνους. Από ψηλά στο κέντρο του Αιθρίου του ιερού διακρίνονται τ' άστρα και το φεγγάρι. Στο κέντρο του κύκλου: στάχυα, νερό που τρέχει σε πέτρινη λεκάνη, σπόροι ρόδιου πάνω σε άσπρο ύφασμα. Ακούγεται χαμηλό βουητό, σαν ανάσα γης.
Στάδιο 1ο — Κάθοδος.
Ο Ιεροφάντης Δημοφώντας μπαίνει από το φρέαρ στο κέντρο του ιερού τελεστήριου. Κρατάει χρυσό κηρύκειο με δύο τυλιγμένα φίδια — σύμβολο συμφιλίωσης των αντιθέτων. Ο μανδύας του άσπρος με ασημένια χείλη. Στη μέση πορφυρή ζώνη. Γονατίζει στο χώμα, ακουμπά το κηρύκειο στο έδαφος. Εμφανίζονται τριγύρω μέσα από το σκοτάδι, κρατώντας ιερές δάδες, οι ιέρειες της Δήμητρας, σχηματίζοντας ιερό κύκλο γύρω από τον ιεροφάντη.
Δημοφώντας:
Ενδον σκάπτω.Μα οι Φόβοι με σκεπάζουν· οι αναμνήσεις με δένουν· οι επιθυμίες με παγώνουν σαν το βλέμμα της Μέδουσας. Η ψυχή μου κατεβαίνει στον Άδη σαν την Κόρη· όποιος δεν έχει βιώσει τον μυητικό θάνατο, δεν γνωρίζει την επερχόμενη ζωή.
Οι ιέρειες της Δήμητρας σηκώνουν τα χέρια τρεις φορές. Φοράνε πέπλα στα κεφάλια και διάφανα μαύρα χιτώνα. Σιωπή· μετά ξεκινά ένας χαμηλός ύμνος, με κίνηση μπρος-πίσω, σαν κύμα.
Ύμνος Ιερειών:
Σκοτάδι· σπόρος· σιωπή. Μήτρα· θάνατος· αναμονή. Η γη κρατά· η γη σκεπάζει· η γη προετοιμάζει το θαύμα. Αναγέννηση.
Στάδιο 2ο — Διδασκαλία.
Ανάβει ένας λύχνος. Εμφανίζεται η ιέρεια της Δήμητρας Διοτίμα, με στέμμα από στάχυα και πράσινο πέπλο. Στο ένα χέρι κλαδί ροδιάς, στο άλλο σπόρους από στάρι και παπαρούνες. Πλησιάζει αργά τον Δημοφώντα, που σηκώνει το βλέμμα του. Ρίχνει τους σπόρους πάνω από το κεφάλι του. Τον χτυπά απαλά στο στήθος με το κλαδί της ροδιάς.
Διοτίμα:
Μη φοβάσαι το σκοτάδι, Δημοφώντα. Η φύση μιλάει με κύκλους. Ο σπόρος που χάνεται γεννά το θαύμα της Αναγέννησης. Έτσι και η ψυχή· μέσα στον πόνο βρίσκει φως, μέσα στο θάνατο αναγέννηση. Ήρθε η ώρα να θερίσεις ό,τι έσπειρες. Αποθήκευσε το σπόρο της ζωής — θα τον χρειαστείς. Η Κόρη θα δώσει τον πλούτο της ανάγκης.
Οι ιέρειες κινούνται κυκλικά γύρω τους· με κάθε βήμα σκορπίζουν σπόρους στο χώμα. Ο ήχος μοιάζει με βροχή. Καθώς κινούνται, ψάλλουν με ρυθμό αναπνοής.
Ύμνος Ιερειών:
Σπέρμα· χώμα· μυστήριο. Ρίζα· βλαστός· άνοδος. Η νύχτα φέρνει την ημέρα· ο θάνατος κρύβει τη ζωή. Η Κόρη θα δει ξανά τη μητέρα, η Μητέρα Γη θα χαμογελά μέσα από τα λουλούδια.
Στάδιο 3ο — Ιερογαμία.
Σχηματίζεται κύκλος από στάχυα. Η Διοτίμα στέκεται στη μία πλευρά, ο Δημοφώντας στην άλλη. Σηκώνουν τα χέρια στον νυχτερινό ουρανό, κάτω από το φως του φεγγαριού και των άστρων· μετά τα ενώνουν. Οι ιέρειες χορεύουν τον κυκλικό χορό των άστρων και των εποχών γύρω από το ζευγάρι των Ιεροφαντών.
Δημοφώντας:
Μέσα μου ακούω την καρδιά· χτυπά στον ρυθμό των άστρων, των εποχών, στον κύκλο του φεγγαριού. Είμαι γέφυρα: χώμα και ουρανός, σώμα και πνεύμα. Μα πες μου, Διοτίμα, πώς να αγαπώ τη φύση;
Διοτίμα:
Ν’ αγαπάς τη φύση όπως αγαπάς ένα αγαπημένο πρόσωπο. Όχι για ό,τι σου δίνει, αλλά για το πώς σε καλεί να γίνεις. Τότε κάθε άγγιγμα γίνεται τελετή, κάθε βήμα δέηση, κάθε σιωπή προσευχή.
Φεγγαρόφως χύνεται από ψηλά. Οι ιέρειες ψάλλουν σε αργό ρυθμό, αγγίζοντας γη και ουρανό με ανοιχτές παλάμες.
Ύμνος Ιερειών Δήμητρας:
Γη και ουρανός· σπέρμα και μήτρα· άνθρωπος και φύση· πνεύμα και σώμα. Ένα γίνονται, ένα ζεί· Ιερογαμία, ανάσα της ζωής.
Στάδιο 4ο — Αναγέννηση.
Ο Δημοφώντας σηκώνει το κηρύκειο ραβδί προς το φως· η Διοτίμα κρατά στάχυα και τα υψώνει. Οι ιέρειες στέκονται όρθιες σε κύκλο, πλέκουν τις παλάμες σχηματίζοντας έναν κύκλο, περικυκλώνοντας το ζευγάρι. Οι δεμένες παλάμες κινούνται ρυθμικά πάνω-κάτω, ακούγεται η φράση: «Υε-Κυε» (Βρέχε-Καρποφόρησε).
Δημοφώντας:
Τώρα όλα ενώνονται μέσα μου. Το παρελθόν και το μέλλον συναντιούνται στο παρόν που αναπνέει. Η νύχτα θεμελιώνεται με φως· η ρίζα μου γίνεται φωνή· κι εγώ δεν φοβάμαι πια.
Διοτίμα:
Όπως η Περσεφόνη αναδύεται από το σκοτάδι, κι η Δήμητρα γεμίζει τη γη με στάχυα, έτσι κι εσύ γίνεσαι μάρτυρας του κύκλου, της ζωής της αμετακίνητης ανάγκης. Μέσα στο θάνατο κρύβεται η ζωή, μέσα στη σιωπή η προσευχή, μέσα στον άνθρωπο η αιωνιότητα.
Οι ιέρειες κινούνται αντικριστά, σχηματίζοντας σπείρα που αγκαλιάζει το ζευγάρι. Καθώς ενώνονται στον κύκλο, ο ύμνος κορυφώνεται.
Ύμνος Ιερειών:
Ενδον σκάπτε, πάντα είσω· φως στο σκοτάδι. Ένδον σκάπτε· σχισμή στο θάνατο. Ένδον σκάπτε· η ψυχή γίνεται αιώνια. Πνεύμα και Γη, Ήλιος και Σελήνη, Άρρενας και Θήλυ, Ιερογαμία· Ιερογαμία· Ζωή! Εν το παν!
Φως πλημμυρίζει το χώρο· απόλυτη σιωπή. Θα γεννηθεί το ιερό παιδί, ο μυστικός Ιάκχος.
Η ψυχή δεν μαθαίνεται, βιώνεται. Ο λόγος δεν ακούγεται με τα αυτιά, γίνεται εμπειρία, μακριά από τους βεβήλους. Το μυστικό όραμα μένει ανείπωτο.
Στάδιο 1ο — Κάθοδος.
Ο Ιεροφάντης Δημοφώντας μπαίνει από το φρέαρ στο κέντρο του ιερού τελεστήριου. Κρατάει χρυσό κηρύκειο με δύο τυλιγμένα φίδια — σύμβολο συμφιλίωσης των αντιθέτων. Ο μανδύας του άσπρος με ασημένια χείλη. Στη μέση πορφυρή ζώνη. Γονατίζει στο χώμα, ακουμπά το κηρύκειο στο έδαφος. Εμφανίζονται τριγύρω μέσα από το σκοτάδι, κρατώντας ιερές δάδες, οι ιέρειες της Δήμητρας, σχηματίζοντας ιερό κύκλο γύρω από τον ιεροφάντη.
Δημοφώντας:
Ενδον σκάπτω.Μα οι Φόβοι με σκεπάζουν· οι αναμνήσεις με δένουν· οι επιθυμίες με παγώνουν σαν το βλέμμα της Μέδουσας. Η ψυχή μου κατεβαίνει στον Άδη σαν την Κόρη· όποιος δεν έχει βιώσει τον μυητικό θάνατο, δεν γνωρίζει την επερχόμενη ζωή.
Οι ιέρειες της Δήμητρας σηκώνουν τα χέρια τρεις φορές. Φοράνε πέπλα στα κεφάλια και διάφανα μαύρα χιτώνα. Σιωπή· μετά ξεκινά ένας χαμηλός ύμνος, με κίνηση μπρος-πίσω, σαν κύμα.
Ύμνος Ιερειών:
Σκοτάδι· σπόρος· σιωπή. Μήτρα· θάνατος· αναμονή. Η γη κρατά· η γη σκεπάζει· η γη προετοιμάζει το θαύμα. Αναγέννηση.
Στάδιο 2ο — Διδασκαλία.
Ανάβει ένας λύχνος. Εμφανίζεται η ιέρεια της Δήμητρας Διοτίμα, με στέμμα από στάχυα και πράσινο πέπλο. Στο ένα χέρι κλαδί ροδιάς, στο άλλο σπόρους από στάρι και παπαρούνες. Πλησιάζει αργά τον Δημοφώντα, που σηκώνει το βλέμμα του. Ρίχνει τους σπόρους πάνω από το κεφάλι του. Τον χτυπά απαλά στο στήθος με το κλαδί της ροδιάς.
Διοτίμα:
Μη φοβάσαι το σκοτάδι, Δημοφώντα. Η φύση μιλάει με κύκλους. Ο σπόρος που χάνεται γεννά το θαύμα της Αναγέννησης. Έτσι και η ψυχή· μέσα στον πόνο βρίσκει φως, μέσα στο θάνατο αναγέννηση. Ήρθε η ώρα να θερίσεις ό,τι έσπειρες. Αποθήκευσε το σπόρο της ζωής — θα τον χρειαστείς. Η Κόρη θα δώσει τον πλούτο της ανάγκης.
Οι ιέρειες κινούνται κυκλικά γύρω τους· με κάθε βήμα σκορπίζουν σπόρους στο χώμα. Ο ήχος μοιάζει με βροχή. Καθώς κινούνται, ψάλλουν με ρυθμό αναπνοής.
Ύμνος Ιερειών:
Σπέρμα· χώμα· μυστήριο. Ρίζα· βλαστός· άνοδος. Η νύχτα φέρνει την ημέρα· ο θάνατος κρύβει τη ζωή. Η Κόρη θα δει ξανά τη μητέρα, η Μητέρα Γη θα χαμογελά μέσα από τα λουλούδια.
Στάδιο 3ο — Ιερογαμία.
Σχηματίζεται κύκλος από στάχυα. Η Διοτίμα στέκεται στη μία πλευρά, ο Δημοφώντας στην άλλη. Σηκώνουν τα χέρια στον νυχτερινό ουρανό, κάτω από το φως του φεγγαριού και των άστρων· μετά τα ενώνουν. Οι ιέρειες χορεύουν τον κυκλικό χορό των άστρων και των εποχών γύρω από το ζευγάρι των Ιεροφαντών.
Δημοφώντας:
Μέσα μου ακούω την καρδιά· χτυπά στον ρυθμό των άστρων, των εποχών, στον κύκλο του φεγγαριού. Είμαι γέφυρα: χώμα και ουρανός, σώμα και πνεύμα. Μα πες μου, Διοτίμα, πώς να αγαπώ τη φύση;
Διοτίμα:
Ν’ αγαπάς τη φύση όπως αγαπάς ένα αγαπημένο πρόσωπο. Όχι για ό,τι σου δίνει, αλλά για το πώς σε καλεί να γίνεις. Τότε κάθε άγγιγμα γίνεται τελετή, κάθε βήμα δέηση, κάθε σιωπή προσευχή.
Φεγγαρόφως χύνεται από ψηλά. Οι ιέρειες ψάλλουν σε αργό ρυθμό, αγγίζοντας γη και ουρανό με ανοιχτές παλάμες.
Ύμνος Ιερειών Δήμητρας:
Γη και ουρανός· σπέρμα και μήτρα· άνθρωπος και φύση· πνεύμα και σώμα. Ένα γίνονται, ένα ζεί· Ιερογαμία, ανάσα της ζωής.
Στάδιο 4ο — Αναγέννηση.
Ο Δημοφώντας σηκώνει το κηρύκειο ραβδί προς το φως· η Διοτίμα κρατά στάχυα και τα υψώνει. Οι ιέρειες στέκονται όρθιες σε κύκλο, πλέκουν τις παλάμες σχηματίζοντας έναν κύκλο, περικυκλώνοντας το ζευγάρι. Οι δεμένες παλάμες κινούνται ρυθμικά πάνω-κάτω, ακούγεται η φράση: «Υε-Κυε» (Βρέχε-Καρποφόρησε).
Δημοφώντας:
Τώρα όλα ενώνονται μέσα μου. Το παρελθόν και το μέλλον συναντιούνται στο παρόν που αναπνέει. Η νύχτα θεμελιώνεται με φως· η ρίζα μου γίνεται φωνή· κι εγώ δεν φοβάμαι πια.
Διοτίμα:
Όπως η Περσεφόνη αναδύεται από το σκοτάδι, κι η Δήμητρα γεμίζει τη γη με στάχυα, έτσι κι εσύ γίνεσαι μάρτυρας του κύκλου, της ζωής της αμετακίνητης ανάγκης. Μέσα στο θάνατο κρύβεται η ζωή, μέσα στη σιωπή η προσευχή, μέσα στον άνθρωπο η αιωνιότητα.
Οι ιέρειες κινούνται αντικριστά, σχηματίζοντας σπείρα που αγκαλιάζει το ζευγάρι. Καθώς ενώνονται στον κύκλο, ο ύμνος κορυφώνεται.
Ύμνος Ιερειών:
Ενδον σκάπτε, πάντα είσω· φως στο σκοτάδι. Ένδον σκάπτε· σχισμή στο θάνατο. Ένδον σκάπτε· η ψυχή γίνεται αιώνια. Πνεύμα και Γη, Ήλιος και Σελήνη, Άρρενας και Θήλυ, Ιερογαμία· Ιερογαμία· Ζωή! Εν το παν!
Φως πλημμυρίζει το χώρο· απόλυτη σιωπή. Θα γεννηθεί το ιερό παιδί, ο μυστικός Ιάκχος.
Η ψυχή δεν μαθαίνεται, βιώνεται. Ο λόγος δεν ακούγεται με τα αυτιά, γίνεται εμπειρία, μακριά από τους βεβήλους. Το μυστικό όραμα μένει ανείπωτο.
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ: Μέρος Β'
Ελληνική σάτιρα του 1800 κατά του ανωτέρου κλήρου
Η σάτιρα αναφέρεται από τον Βαρθόλδη, ενώ βρέθηκε στον Άθω, σε μονή του, από τον Ευθύμιο Κουρίλα καί ο οποίος την δημοσίευσε στα «Θεσσαλικά Χρονικά», τ. 3, 1931.
Κατά την ιστορία της σάτιρας, ήλθαν 3 ξένοι για να δουν πώς ζούσαν οι Έλληνες καί συνομίλησαν με τους κατοίκους, σχετικώς με το πώς τα πήγαιναν με τους Τούρκους. Όταν τελείωσαν την συζήτηση με τους κατοίκους, είπαν να ρωτήσουν καί έναν αρχιερέα, ο οποίος έτυχε να περνά από εκεί, πώς έβλεπε τα πράγματα. Να καί η απάντηση του αρχιερέα:
«Ιδού ας ερωτήσωμεν τούτον τον πολυγένην
Μητροπολίτης φαίνεται, κάμνει τον Δημοσθένην.
Σ’ αυτόν θέλει γνωρίσωμεν τον ζήλον της Γραικίας
αν είναι φιλελεύθερος ή φίλος τυραννίας.
Χαίρε πανιερώτατε καί γένος της Γραικίας,
πώς υποφέρεις τον ζυγόν της Τούρκου τυραννίας;
Γιατί εκαταντήσατε την φωτεινήν Ελλάδα
άθλιαν, κακορρίζικην. και ως σβυστήν λαμπάδα;
Ο Μητροπολίτης
Να έχετε τέκνα την ευχήν μου
κι ακούσατε την απόκρισίν μου.
Εγώ τον ζυγόν δεν τον γνωρίζω
ούτε ξεύρω να τον νομίζω.
Τρώγω, πίνω, ψάλλω με ευθυμίαν
δεν υποφέρω ποτέ τυραννίαν.
Τότε υποφέρω αδημονίαν
όστις με βλάψει στην επαρχίαν.
Αυτή του Τούρκου η τυραννία,
σ’ εμέ είναι ζωή μακαρία.
Αφού το ράσον τούτο εφόρεσα,
πλέον τινά ζυγόν δεν εγνώρισα,
δύο ποθώ, και μα τας εικόνας
άσπρα πολλά και καλάς κοκκώνας.
Περί της Ελλάδος που λέτε
δεν με μέλλει κι ας τυραννιέται.
Μ’ αν βαστάζει χωρίς να στενάζει
όλας τας αμαρτίας ευγάζει.
Πίστιν να έχουν στον Βασιλέα
και σέβας στον Αρχιερέα.
Στον Τούρκο τ’ άσπρα να μη λυπούνται
τότε γαρ την ψυχήν ωφελούνται.
Και Αρχιερέων παρρησίας,
και παπάδων πολλάς λειτουργίας.
Ο πνευματικός τούς διορίζει
πώς πρέπει κανείς να δεφτερίζει.
Αυτοί άρχισαν να παρακούσι
και όλοι ελευθερίαν φρονούσι.
Διά τούτο και ημείς συμφωνούμεν
Ομού με τους Τούρκους να τους βαρούμεν.
Κατά την ιστορία της σάτιρας, ήλθαν 3 ξένοι για να δουν πώς ζούσαν οι Έλληνες καί συνομίλησαν με τους κατοίκους, σχετικώς με το πώς τα πήγαιναν με τους Τούρκους. Όταν τελείωσαν την συζήτηση με τους κατοίκους, είπαν να ρωτήσουν καί έναν αρχιερέα, ο οποίος έτυχε να περνά από εκεί, πώς έβλεπε τα πράγματα. Να καί η απάντηση του αρχιερέα:
«Ιδού ας ερωτήσωμεν τούτον τον πολυγένην
Μητροπολίτης φαίνεται, κάμνει τον Δημοσθένην.
Σ’ αυτόν θέλει γνωρίσωμεν τον ζήλον της Γραικίας
αν είναι φιλελεύθερος ή φίλος τυραννίας.
Χαίρε πανιερώτατε καί γένος της Γραικίας,
πώς υποφέρεις τον ζυγόν της Τούρκου τυραννίας;
Γιατί εκαταντήσατε την φωτεινήν Ελλάδα
άθλιαν, κακορρίζικην. και ως σβυστήν λαμπάδα;
Ο Μητροπολίτης
Να έχετε τέκνα την ευχήν μου
κι ακούσατε την απόκρισίν μου.
Εγώ τον ζυγόν δεν τον γνωρίζω
ούτε ξεύρω να τον νομίζω.
Τρώγω, πίνω, ψάλλω με ευθυμίαν
δεν υποφέρω ποτέ τυραννίαν.
Τότε υποφέρω αδημονίαν
όστις με βλάψει στην επαρχίαν.
Αυτή του Τούρκου η τυραννία,
σ’ εμέ είναι ζωή μακαρία.
Αφού το ράσον τούτο εφόρεσα,
πλέον τινά ζυγόν δεν εγνώρισα,
δύο ποθώ, και μα τας εικόνας
άσπρα πολλά και καλάς κοκκώνας.
Περί της Ελλάδος που λέτε
δεν με μέλλει κι ας τυραννιέται.
Μ’ αν βαστάζει χωρίς να στενάζει
όλας τας αμαρτίας ευγάζει.
Πίστιν να έχουν στον Βασιλέα
και σέβας στον Αρχιερέα.
Στον Τούρκο τ’ άσπρα να μη λυπούνται
τότε γαρ την ψυχήν ωφελούνται.
Και Αρχιερέων παρρησίας,
και παπάδων πολλάς λειτουργίας.
Ο πνευματικός τούς διορίζει
πώς πρέπει κανείς να δεφτερίζει.
Αυτοί άρχισαν να παρακούσι
και όλοι ελευθερίαν φρονούσι.
Διά τούτο και ημείς συμφωνούμεν
Ομού με τους Τούρκους να τους βαρούμεν.
Κ’ οι κοκκώνες είναι μέγα θαύμα
ευκολύνουν γαρ το κάθε πράγμα.
Φθάνει γουν η τόση απολογία
ιδού γυνή φέρει παρρησία.»
ευκολύνουν γαρ το κάθε πράγμα.
Φθάνει γουν η τόση απολογία
ιδού γυνή φέρει παρρησία.»
Η γένεση των Ελλήνων
Στα αποσπάσματα που ακολουθούν, ο Πίνδαρος και ο Απολλόδωρος αποκωδικοποιούν την αναγέννηση της Ελληνικής φυλής, μετά την κάθαρση που προκλήθηκε από τον μεγάλο κατακλυσμό. Ο Δευκαλίων αφού ταξίδεψε εννέα ολόκληρα μερόνυχτα μέσα εις την θάλασσα, προσέκρουσε εις τον Παρνασσόν. Εκεί, αφού σταμάτησαν οι βροχές, βγαίνοντας έξω θυσιάζει εις τον Φίξιον Δία. Ο Ζεύς έστειλε τον Ερμή σ’ αυτόν και τον παρακίνησε να διαλέξει ότι θέλει. Αυτός διάλεξε να δημιουργηθούν σ’ αυτόν τον τόπο άνθρωποι. Και αφού διέταξε ο Ζεύς να σηκώσει λίθους και να τους ρίξει πάνω από το κεφάλι του, αυτούς που έρριπτε ο Δευκαλίων γίνονταν άνδρες και αυτούς που έρριπτε η Πύρρα γίνονταν γυναίκες. Απ’ όπου ονομάστηκαν μεταφορικά και λαοί από το Λάος που σημαίνει λίθος (Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, 1, 48, 10).
Το ίδιο γεγονός μας εξιστορεί και ο Πίνδαρος: Φέρνεις εις την πόλιν την γλώσσα της Πρωτογένειας, δία να κατέβουν η Πύρρα και ο Δευκαλίων εις τον Παρνασσόν, όπου με την βούλησιν τον υψηλοβρόντου Διός έκτισαν πρώτα ιερόν, και χωρίς λίθους έκτισαν λίθινον γόνον από το ίδιο έθνος· και οι γόνοι ονομάστηκαν λαοί (Πίνδαρος, Ολυμπία, 9, 42).
Ο Ζεύς και ο Ερμής δημιουργούν στην κορυφή του Παρνασσού τους πρώτους ανθρώπους, προσφέροντας και πάλι τον δικό τους γόνο. Η Πύρρα και ο Δευκαλίων διασώζονται διότι ήταν αμόλυντοι και καθαροί. Όταν το σκάφος τους προσάραξε στην κορυφή του Παρνασσού, ο Ζεύς τους πρόσταξε να ρίξουν λίθους, χτίζοντας λίθινους γόνους από το δικό τους έθνος.
Το όνομα Δευκαλίων φανερώνει τον κάλλιστο άνδρα του Διός, ενώ το όνομα Πύρρα, φανερώνει το πύρινο ηλιακό σπέρμα, τον νέο γόνο που θα φιλοξενήσει στα σπλάχνα της η πρώτη γυναίκα δια να επέλθουν τα νέα ελληνικά φύλλα.
Ο Απολλόδωρος συνεχίζει την αφήγηση του, εξιστορώντας την καταγωγή των ελληνικών φύλων και καταρρίπτοντας τις σιωνιστικές θεωρίες περί καταγωγής των Ελλήνων από την ανύπαρκτη ινδοευρωπαϊκή φυλή. περί καθόδου των Δωριέων κ.λ.π
Το πρώτο παιδί που έρχεται στο φως από τα σπλάχνα της Πυρράς, μετά την γονιδιακή παρέμβαση του ιδίου του Διός. είναι ο ‘Έλλην, 9.500 χρόνια πριν από την Έλευση του Ιησού Χριστού στην γη. Από τον Δευκαλίωνα και την Πύρρα γεννιούνται παιδιά, πρώτον εκ των οποίων ήταν ο Έλλην, δια τον οποίον λένε ότι γεννήθηκε από τον Δία, δεύτερος ο Αμφικτύων ο οποίος βασίλευσε μαζί με τον Κραναό εις την Αττική και είχε κόρη την Πρωτογένεια.
Απ’ αυτήν και τον Δία γεννήθηκε ο Αέθλιος. Από τον Έλληνα και την νύμφη Ορσηίδα γεννήθηκε ο Δούρος, ο Ξούθος και ο Αίολος. Αυτός λοιπόν ο Έλλην, από τον εαυτόν του ονόμασε Έλληνες αυτούς που ονομάζονται γραικοί και εις τα παιδιά του διαμοίρασε την χωράν και ο Ξούθος παίρνοντας την Πελοπόννησο, από την Κρέουσα την κόρη τον Ερεχθέα, γέννησε τον Αχαιό και τον Ίωνα, από τους οποίους ονομάζονται οι Αχαιοί και οι Ίωνες, ο Δώρος δε παίρνοντας την χωράν πέραν από την Πελοπόννησο, από τον εαυτόν τον ονόμασε τους κατοίκους Δωριείς, ο δε Αίολος βασιλεύοντας εις τους τόπους γύρω από την Θεσσαλία, τους κατοίκους ονόμασε Αιολείς. (Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, 1, 49, 1)
Αυτή είναι η γενεαλογία της ελληνικής φυλής, αυτή είναι η αγαθογονία που συντελείται στην κορυφή του Παρνασσού αμέσως μετά τον μεγάλο κατακλυσμό. Είναι η περίοδος που εμφανίζονται στο προσκήνιο της ιστορίας, οι Αιολείς, οι Δωριείς, οι Ίωνες. οι Αχαιοί, οι Θεσσαλοί, οι Μακεδόνες και οι Κρήτες.
Εγγονός του Λώρου, του υιού του Δευκαλίωνος, είναι ο Αστερίας ο οποίος βασίλευσε στην Κρήτη. Σύμφωνα με τον μύθο, ο Ζεύς υπό μορφή πάλλευκου ταύρου, απήγαγε την Ευρώπη και μεταφέροντας την στην πλάτη του έφθασε στην Κρήτη. Εκεί την κατέστησε μητέρα του Μίνωος, του Ραδαμάνθεως και του Σαρπηδόνος και κατόπιν την νύμφευσε με τον βασιλέα της νήσου Αστέρια, που ήταν τρισέγγονος του Δευκαλίωνος. Ο υιός που γεννήθηκε από τον Μίνωα ονομάστηκε και πάλι Δευκαλίων.
Το ίδιο γεγονός μας εξιστορεί και ο Πίνδαρος: Φέρνεις εις την πόλιν την γλώσσα της Πρωτογένειας, δία να κατέβουν η Πύρρα και ο Δευκαλίων εις τον Παρνασσόν, όπου με την βούλησιν τον υψηλοβρόντου Διός έκτισαν πρώτα ιερόν, και χωρίς λίθους έκτισαν λίθινον γόνον από το ίδιο έθνος· και οι γόνοι ονομάστηκαν λαοί (Πίνδαρος, Ολυμπία, 9, 42).
Ο Ζεύς και ο Ερμής δημιουργούν στην κορυφή του Παρνασσού τους πρώτους ανθρώπους, προσφέροντας και πάλι τον δικό τους γόνο. Η Πύρρα και ο Δευκαλίων διασώζονται διότι ήταν αμόλυντοι και καθαροί. Όταν το σκάφος τους προσάραξε στην κορυφή του Παρνασσού, ο Ζεύς τους πρόσταξε να ρίξουν λίθους, χτίζοντας λίθινους γόνους από το δικό τους έθνος.
Το όνομα Δευκαλίων φανερώνει τον κάλλιστο άνδρα του Διός, ενώ το όνομα Πύρρα, φανερώνει το πύρινο ηλιακό σπέρμα, τον νέο γόνο που θα φιλοξενήσει στα σπλάχνα της η πρώτη γυναίκα δια να επέλθουν τα νέα ελληνικά φύλλα.
Ο Απολλόδωρος συνεχίζει την αφήγηση του, εξιστορώντας την καταγωγή των ελληνικών φύλων και καταρρίπτοντας τις σιωνιστικές θεωρίες περί καταγωγής των Ελλήνων από την ανύπαρκτη ινδοευρωπαϊκή φυλή. περί καθόδου των Δωριέων κ.λ.π
Το πρώτο παιδί που έρχεται στο φως από τα σπλάχνα της Πυρράς, μετά την γονιδιακή παρέμβαση του ιδίου του Διός. είναι ο ‘Έλλην, 9.500 χρόνια πριν από την Έλευση του Ιησού Χριστού στην γη. Από τον Δευκαλίωνα και την Πύρρα γεννιούνται παιδιά, πρώτον εκ των οποίων ήταν ο Έλλην, δια τον οποίον λένε ότι γεννήθηκε από τον Δία, δεύτερος ο Αμφικτύων ο οποίος βασίλευσε μαζί με τον Κραναό εις την Αττική και είχε κόρη την Πρωτογένεια.
Απ’ αυτήν και τον Δία γεννήθηκε ο Αέθλιος. Από τον Έλληνα και την νύμφη Ορσηίδα γεννήθηκε ο Δούρος, ο Ξούθος και ο Αίολος. Αυτός λοιπόν ο Έλλην, από τον εαυτόν του ονόμασε Έλληνες αυτούς που ονομάζονται γραικοί και εις τα παιδιά του διαμοίρασε την χωράν και ο Ξούθος παίρνοντας την Πελοπόννησο, από την Κρέουσα την κόρη τον Ερεχθέα, γέννησε τον Αχαιό και τον Ίωνα, από τους οποίους ονομάζονται οι Αχαιοί και οι Ίωνες, ο Δώρος δε παίρνοντας την χωράν πέραν από την Πελοπόννησο, από τον εαυτόν τον ονόμασε τους κατοίκους Δωριείς, ο δε Αίολος βασιλεύοντας εις τους τόπους γύρω από την Θεσσαλία, τους κατοίκους ονόμασε Αιολείς. (Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, 1, 49, 1)
Αυτή είναι η γενεαλογία της ελληνικής φυλής, αυτή είναι η αγαθογονία που συντελείται στην κορυφή του Παρνασσού αμέσως μετά τον μεγάλο κατακλυσμό. Είναι η περίοδος που εμφανίζονται στο προσκήνιο της ιστορίας, οι Αιολείς, οι Δωριείς, οι Ίωνες. οι Αχαιοί, οι Θεσσαλοί, οι Μακεδόνες και οι Κρήτες.
Εγγονός του Λώρου, του υιού του Δευκαλίωνος, είναι ο Αστερίας ο οποίος βασίλευσε στην Κρήτη. Σύμφωνα με τον μύθο, ο Ζεύς υπό μορφή πάλλευκου ταύρου, απήγαγε την Ευρώπη και μεταφέροντας την στην πλάτη του έφθασε στην Κρήτη. Εκεί την κατέστησε μητέρα του Μίνωος, του Ραδαμάνθεως και του Σαρπηδόνος και κατόπιν την νύμφευσε με τον βασιλέα της νήσου Αστέρια, που ήταν τρισέγγονος του Δευκαλίωνος. Ο υιός που γεννήθηκε από τον Μίνωα ονομάστηκε και πάλι Δευκαλίων.
Η λέξη Μίνωα, με αφομοίωση του (α) εις (ε), μετατρέπεται σε Μι- νώε. Η λέξη νώε προέρχεται από το νωί, που είναι ποιητικός τύπος του νω, και κατά την αττική-ιωνική διάλεκτο σημαίνει, εμείς οι δύο. Νώι δέ χαζώμεσθα, Διός δ’ άλεώμεθα μηνιν. Και εμείς οι δύο (ο Αρης και η Αθηνά) να φύγουμε, του Διός η οργή μην μας πλακώσει. (Ιλιάς, 5, 34)
ΜΙΝΩΑΣ: Υιός του Δία και της Ευρώπης. Αδελφός του Ραδαμάνθυ και του Σαρπηδόνα. Διαδέχτηκε τον βασιλιά της Κρήτης τον Αστερίωνα. Απέκτησε μεγάλη φήμη σαν σοφός βασιλιάς, δίκαιος και για την επιβολή των νόμων που παρελάμβανε (κάθε 9 χρόνια στο βουνό Ίδη) από τον ίδιο τον Δία.
ΕΡΙΧΘΟΝΙΟΣ: Γεννήθηκε από το σπέρμα του Ήφαιστου που έπεσε πάνω στον μηρό της Αθηνάς η οποία το σκούπισε με τα μαλλιά της και μετά το το έριξε στην γη, από την οποία σε κανονικό χρονικό διάστημα βγήκε ο Εριχθόνιος.
ΜΑΚΕΔΝΟΣ: (γενάρχης των Μακεδόνων. Μακεδνός= ευμήκης, ψηλός, μακρής) Υιός του Διός και της Αιθρίας, κόρης του Δευκαλίωνος.
ΕΛΛΗΝΑΣ: Υιός του Δευκαλίωνα και της Πύρρας. Είχε τρεις υιούς, τον Αίολο, τον Δώρο και τον Ξούθο.
ΚΕΚΡΟΠΑΣ: Υιός της Γαίας. Ο πρώτος αυτόχθων βασιλιάς της Αττικής, ήρωας και πρόγονος των Αθηναίων.
ΩΓΥΓΟΣ (ή ΩΓΥΓΗΣ): Ο πρώτος βασιλιάς και πατέρας της ανθρωπότητας. Στα χρόνια του έγινε ο πρώτος μεγάλος κατακλυσμός που φέρει το όνομά του.
ΠΕΛΑΣΓΟΣ: (Ο γενάρχης των Πελασγών, του αρχαιότερου λαού της Ελλάδας) Κατά μία παράδοση είναι υιός του Δία και της Νιόβης, πρώτος βασιλιάς της Αρκαδίας, κατά μία άλλη είναι βασιλιάς του Αργους και κατά την τρίτη υιός του Ποσειδώνα, αδελφός του Αχαιού και του Φθίου. Ο Πελασγός κατά τον Αρκαδικό μύθο που αναφέρει ο Απολλώνιος ο Ρόδιος “ανεδύθη από την γη” και έγινε γενάρχης των ανθρώπων “πριν από την εμφάνιση της Σελήνης”. Γι’ αυτό οι Αρκάδες εθεωρούντο “Προσέληνοι” ή Προσεληναίοι*
ΑΙΓΥΠΤΟΣ: Υιός του Βήλου και της Αγχινόης. Δίδυμος αδελφός του Δαναού και ενώ ο αδελφός του πήρε στο μερίδιό του την Λιβύη, αυτός πήρε την Αίγυπτο.
-------------------------
*Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, βάσει των αστρονομικών δεδομένων που αναφέρει ο Νόνος (Α 176-197, Β654-659), η Σελήνη έγινε δορυφόρος της γης το 26.147 π.Χ..
ΜΙΝΩΑΣ: Υιός του Δία και της Ευρώπης. Αδελφός του Ραδαμάνθυ και του Σαρπηδόνα. Διαδέχτηκε τον βασιλιά της Κρήτης τον Αστερίωνα. Απέκτησε μεγάλη φήμη σαν σοφός βασιλιάς, δίκαιος και για την επιβολή των νόμων που παρελάμβανε (κάθε 9 χρόνια στο βουνό Ίδη) από τον ίδιο τον Δία.
ΕΡΙΧΘΟΝΙΟΣ: Γεννήθηκε από το σπέρμα του Ήφαιστου που έπεσε πάνω στον μηρό της Αθηνάς η οποία το σκούπισε με τα μαλλιά της και μετά το το έριξε στην γη, από την οποία σε κανονικό χρονικό διάστημα βγήκε ο Εριχθόνιος.
ΜΑΚΕΔΝΟΣ: (γενάρχης των Μακεδόνων. Μακεδνός= ευμήκης, ψηλός, μακρής) Υιός του Διός και της Αιθρίας, κόρης του Δευκαλίωνος.
ΕΛΛΗΝΑΣ: Υιός του Δευκαλίωνα και της Πύρρας. Είχε τρεις υιούς, τον Αίολο, τον Δώρο και τον Ξούθο.
ΚΕΚΡΟΠΑΣ: Υιός της Γαίας. Ο πρώτος αυτόχθων βασιλιάς της Αττικής, ήρωας και πρόγονος των Αθηναίων.
ΩΓΥΓΟΣ (ή ΩΓΥΓΗΣ): Ο πρώτος βασιλιάς και πατέρας της ανθρωπότητας. Στα χρόνια του έγινε ο πρώτος μεγάλος κατακλυσμός που φέρει το όνομά του.
ΠΕΛΑΣΓΟΣ: (Ο γενάρχης των Πελασγών, του αρχαιότερου λαού της Ελλάδας) Κατά μία παράδοση είναι υιός του Δία και της Νιόβης, πρώτος βασιλιάς της Αρκαδίας, κατά μία άλλη είναι βασιλιάς του Αργους και κατά την τρίτη υιός του Ποσειδώνα, αδελφός του Αχαιού και του Φθίου. Ο Πελασγός κατά τον Αρκαδικό μύθο που αναφέρει ο Απολλώνιος ο Ρόδιος “ανεδύθη από την γη” και έγινε γενάρχης των ανθρώπων “πριν από την εμφάνιση της Σελήνης”. Γι’ αυτό οι Αρκάδες εθεωρούντο “Προσέληνοι” ή Προσεληναίοι*
ΑΙΓΥΠΤΟΣ: Υιός του Βήλου και της Αγχινόης. Δίδυμος αδελφός του Δαναού και ενώ ο αδελφός του πήρε στο μερίδιό του την Λιβύη, αυτός πήρε την Αίγυπτο.
-------------------------
*Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, βάσει των αστρονομικών δεδομένων που αναφέρει ο Νόνος (Α 176-197, Β654-659), η Σελήνη έγινε δορυφόρος της γης το 26.147 π.Χ..
ΤΟ ΙΕΡΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΑΠΟΛΛΩΝΟΣ ΠΤΩΟΥ
Στο βοιωτικό όρος Πτώον (επώνυμο του ήρωος Πτώου, υιού του βασιλιά του Ορχομενού Αθάμαντος και της Θεμιστούς, κατά τον Παυσανία που αναπαράγει τον ποιητή Άσιο τον Σάμιο, 9. 23. 6) ή «όρος Πελαγίας» όπως η ρωμιοσύνη φρόντισε να το μετονομάσει για να σβήνουν οι αρχαίες μνήμες, στα βόρεια των λιμνών Υλίκη και Παραλίμνη, έστεκε τον καιρό των Ελλήνων, τουλάχιστον από τον 9ο π.α.χ.χ. αιώνα έως την ύστερη αρχαιότητα, η πόλη Ακραίφιο, στα βόρεια της οποίας στέκει σήμερα ένα, ευτυχώς, ομώνυμο χωριό (από τον Ιούνιο του 1933 Ακραίφνιον, ενώ έως τότε ονομαζόταν «Καρδίτσα»).
Τρία χιλιόμετρα ανατολικά του Ακραιφνίου, στην σημερινή θέση «Περδικόβρυση» σε υψόμετρο 370 μέτρων, υπήρχε Ιερό και Μαντείο του Θεού Απόλλωνος, που λατρευόταν εκεί με το προσωνύμιο «Πτώος», «Πτώϊος» ή «Πτωϊεύς». Το Ιερό περιέγραψε τον 2ο μεταχριστιανικό αιώνα ο περιηγητής Παυσανίας, στο κεφάλαιο «Βοιωτικά», με τα ακόλουθα λόγια: «εντεύθεν ες Ακραίφνιόν εστίν οδός τα πλείω πεδιάς. Είναι δε εξ αρχής τε μοίραν της Θηβαϊδος την πόλιν φασί και ύστερον διαπεσόντας Θηβαίων ες αυτήν άνδρας εύρισκον, ηνίκα Αλέξανδρος εποίει τας Θήβας αναστάτους: υπό δε ασθενείας και γήρως ουδέ ες την Αττικ?ν αποσωθήναι δυνηθέντες ενταύθα ώκησαν. κείται μεν το πόλισμα εν όρει τώι Πτώωι, θέας δε άξια ενταύθα Διονύσου ναός εστι και άγαλμα. Προελθόντι δε απ? της πόλεως εν δεξιά πέντε που και δέκα σταδίους του Απόλλωνός εστι του Πτώου το ιερόν».
Το Μαντείο του «Πτώου» Απόλλωνος ήταν φημισμένο τον καιρό των Ελλήνων ως «αψευδές» (γιατί ποτέ δεν είχε δώσει λανθασμένο χρησμό) και «πολύφωνον» (επειδή χρησμοδοτούσε ακόμη και προς βαρβάρους στην γλώσσα τους). Κατά την τοπική παράδοση, το Ιερό θεμελίωσε ο ίδιος ο Θεός Απόλλων, ενώ πρώτος ιερεύς αναφέρεται από τον γεωγράφο Στράβωνα (9.2.34) ο Τήνερος, υιός του Θεού και της νύμφης Μελίας, αδελφός του Ισμηνού. Στον Τήνερο χάρισε ο πατέρας του το δώρο της Μαντικής.
Το Μαντείο απαρτιζόταν από μία ιερά πηγή, ένα «μαντικό σπήλαιο» και έναν Ναό του Θεού, από τον οποίο ελάχιστα πράγματα σώζονται σήμερα, ενώ τον όλο χώρο έχουν προσπαθήσει οι χριστιανοί να «σφραγίσουν» με μία εκκλησία αφιερωμένη στην «Αγία Παρασκευή». Το «σπήλαιον» που βρισκόταν νοτίως του Ναού ήταν ένα θολωτό οικοδόμημα, μέσα στο οποίο, με χρήση και των υδάτων από την ιερά πηγή που μεταφέρονταν εκεί με πήλινους αγωγούς, τελείτο κάθε φορά η μυστική προφητική τελετουργία από άρρενες μάντεις.
Ο Ναός κατά την αρχαϊκή εποχή ήταν ξύλινος με πήλινη επένδυση στις πλευρές του και ήταν προσανατολισμένος ανατολικά, ενώ στα μέσα του 6ου π.α.χ.χ. αιώνα είχε πλέον τους τοίχους του κτισμένους από πώρινους λίθους με επένδυση του εσωτερικού του επίσης από πώρινες πλάκες. Τα πώρινα θεμέλια και μικρό τμήμα από την εσωτερική πώρινη πλακόστρωση εκείνου του Ναού έφεραν στο φως οι ανασκαφές από την Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή που έγιναν σε τρεις φάσεις στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα (1885 - 1888, 1891 και 1903).
Αυτός ο λίθινος Ναός του Θεού Απόλλωνος, που είχε πανελλήνια αίγλη αφού σε αυτόν αφιέρωσαν αγάλματα ακόμη και Αθηναίοι πολιτικοί άνδρες (ο Αλκμαιωνίδης Μεγακλής, γύρω στο 550 και ο Πεισιστρατίδης τύραννος Ίππαρχος, γύρω στο έτος 520), ήταν περίπτερος (13 Χ 6 κίονες κατά τον Έλληνα αρχαιολόγο Αναστάσιο Ορλάνδο, 1887 - 1979), ακολουθούσε τον δωρικό ρυθμό, έφερε γλυπτό διάκοσμο στα αετώματά του και την ζωοφόρο του και είχε διαστάσεις περίπου 24 Χ 12 μ. (24,72 Χ 11,65 μ. υποστήριξε ο Ορλάνδος, ενώ 23,33 Χ 11,80 μ. ο Γάλλος συνάδελφός του Μωρίς Ολώ - Maurice Holleaux, 1861 - 1932). Μπροστά από τον σηκό υπήρχε δίστυλος πρόναος διαστάσεων 2,65 Χ 3,10, το δε δάπεδο του Ναού ήταν στρωμένο με μεγάλες πώρινες πλάκες που έφθαναν τις διαστάσεις 0, 89 Χ 0,94 μ.
Ο Ναός ανακαινίστηκε στα τέλη του 4ου π.α.χ.χ. αιώνα, γύρω στο 316 που ο Κάσσανδρος ξανάκτισε τις κατεστραμμένες από τον Αλέξανδρο Θήβες. Οι γαλλικές ανασκαφές αποκάλυψαν αρχαϊκούς αλλά ομορφότατους κούρους (από πολλούς θεωρούνται απεικονίσεις του ίδιου του Θεού), που εκτιμώνται ως έργα της τοπικής βοιωτικής γλυπτικής και σήμερα φιλοξενούνται στα μουσεία των Θηβών και των Αθηνών, τρίποδες, καθώς και αρκετές επιγραφές από γαλάζιο και λευκό μάρμαρο, είτε αφιερωματικές, είτε σχετιζόμενες με τον εορτασμό των λεγόμενων «Πτωϊων». Ένα ωραίο δείγμα είναι η ακόλουθη μαρμάρινη τετράγωνη επιγραφή (0,63 Χ 0,62 μ.) του 1ου π.α.χ.χ. αιώνα που βρέθηκε τον Μάϊο του 1885:
«Αισχριώνδου του Πραξίλλους αγωνοθετούντος των πενταετήρων Πτωϊων, επί ιερέως του Απόλλωνος Καφισίωνος του Καφισίωνος, προφητεύοντος Νικομάχου του Θεομνήστου, οίδε ενίκων: Σαλπιστής, Θεογένης Θεογένους Εφέσιος, Κήρυξ, Πόπλιος Ατάνιος Ποπλίου Σικυώνιος, Ραψωδός, Αγάθων Δαμά Θεσπιεύς, Επών Ποιητής, Χρύσιππος Αρίστωνος Ακραιφιεύς, Αυλητής, Γάϊος Ιούλιος Γαϊου Θεσπιεύς, Κιθαριστής, Σωσικλής Χαρικλέους Θεσπιεύς, Κιθαρωδός, Απολλώνιος Σίλωνος Αθηναίος.
Αγαθήι Τύχηι.
Έδοξε τοις τε άρχουσι και τοις συνέδροις επειδή Αισχριώνδας Πραξίλλους ανήρ αγαθός υπάρχων τήι των προγόνων αρετήι και μεγαλοψυχίαι κατηκολούθηκεν επιδεξάμενος μεν προθύμως την των πενταετήρων Πτωϊων αγωνοθεσίαν, εκτενώς δε και λαμπρώς και τοις θεοίς τας θυσίας και τοις πολίταις τας ευωχίας παρέσχηται, δίκαιον δε εστίν τυνχάνειν αυτόν επί τούτοις ευχαριστίας της προσηκούσης.
Δεδογμένον είναι τοις τε άρχουσι και τοις συνέδροις τας μεν ολοσχερώς τιμάς ψηφίσασθαι αυτώι, τελεσθέντος του αγώνος εν τώι καθήκοντι καιρώι, επί δε του παρόντος στεφανώσαι αυτόν εν τώι θεάτρωι εν τήι λεγομένηι του αγωνοθέτου ημέραι χρυσώι στεφάνωι από διναρίων εκατόν και αναγορεύσαι την υπογεγραμμένην ανάκλησιν, η πόλις Ακραιφιέων στεφανοί Αισχριώνδαν Πραξίλλους τον αγωνοθέτην αρετής ένεκεν και καλοκαγαθίας της εις αυτήν».
Στον χώρο του Ιερού, που ήταν αναπτυγμένο σε τρία διαφορετικά επίπεδα, ετιμάτο επίσης, όπως και στην διάταξη του Δελφικού Μαντείου, η Θεά Αθηνά «Προναία», προς τιμήν της οποίας έστεκε, ανατολικά του Ναού του Απόλλωνος, ένας μικρός δικός της Ναός διαστάσεων 4,30 Χ 6, 70, υπό κλίμακα αντίγραφο εκείνου της «Προναίας» Αθηνάς στους Δελφούς.
Στην συνέχεια υπήρχε το θέατρο, όπου τελούντο κάθε 5 χρόνια οι πανελλήνιας εμβέλειας εορτές των «Πτωϊων», μπροστά από την ανατολική πλευρά του Ναού του Απόλλωνος, ενώ δυτικότερα από τον Ναό υπήρχαν κτιριακές εγκαταστάσεις για την διαμονή των Ακραιφιέων αρχόντων, των ιερέων, των αντιπροσώπων των διαφόρων πόλεων των βοιωτικών πόλεων και των θεωρών, καθώς και λουτρά για την κάθαρσή των τελευταίων προτού απευθυνθούν στον Θεό.
Η τροφοδοσία των λουτρών γινόταν από μία στενόμακρη δεξαμενή ύδατος, κτισμένη ισοδομικά με πέτρες και χωρισμένη σε 7 διαμερίσματα, όλα τους στεγανοποιημένα με ειδικό κονίαμα.
Από τον 3ο π.α.χ.χ. αιώνα, το Ιερό και Μαντείο του Θεού «Πτώου» Απόλλωνος προστατευόταν, όπως ακριβώς και το Δελφικό, με απόφαση της λεγόμενης «Δελφικής Αμφικτιονίας». Από επιγραφή που βρέθηκε, γνωρίζουμε ότι αυτό λειτουργούσε υπό την προστασία του «Κοινού των Βοιωτών» και το καθεστώς της ασυλίας του είχε αναγγελθεί σε όλη την Ελλάδα με φροντίδα των «ιερομνημόνων» των Δελφών. Λίγο πριν τους αγώνες των «Πτωϊων» και για έναν μήνα κηρυσσόταν από τους ιερείς και από τον αγωνοθέτη κατάσταση αναγκαστικής ειρήνης, η «ιερά εκεχειρία», με αρχή την 15η του τοπικού μηνός Ιπποδρομίου, που υπολογίζεται στον σημερινό Ιούλιο.
Τα «Πτώϊα» περιελάμβαναν και αγώνες όχι αθλητικούς αλλά πνευματικού χαρακτήρα. Από την επιγραφή που προαναφέραμε γνωρίζουμε ότι οι συμμετέχοντες διαγωνίζονταν για την ανάδειξη του καλύτερου Σαλπιστή, Κήρυκος, Ραψωδού, Ποιητή Επών, Αυλητή, Κιθαριστή και Κιθαρωδού. Των αγώνων προηγείτο η επίσημη θυσία, με συμμετοχή όλων των αντιπροσώπων των βοιωτικών πόλεων, οι δε νικητές στεφανώνονταν δίπλα στην θυμέλη του θεάτρου, εξ ου και οι αγώνες των «Πτωϊων» ονομάζονταν «στεφανίται θυμελικοί». Οι εορτές έκλειναν με μουσική, χορούς, δείπνα και ανταλλαγές δώρων.
Στα τέλη του 1ου μ.α.χ.χ. αιώνα τα «Πτώϊα» αύξησαν την λαμπρότητά τους, μετονομάστηκαν σε «Μεγάλα Πτώϊα και Καισάρεια» και γνώρισαν την μεγαλύτερη αίγλη τους επί αγωνοθέτου Επαμεινώνδου Επαμεινώνδου, εύπορου πολίτη του Ακραιφίου, που μάλιστα είχε κολακεύσει τον αυτοκράτορα Νέρωνα ως «νέο ήλιο για τους Έλληνες» μετά την από τον τελευταίο γνωστή χορήγηση αυτονομίας στην Ελλάδα από τον Ισθμό (την οποία ακύρωσε αργότερα ο Βεσπασιανός) και του είχε στήσει ανδριάντα στο Ιερό.
Το πότε ακριβώς καταστράφηκε το Ιερό και Μαντείο του «Πτώου» Απόλλωνος, μάς είναι άγνωστο, πάντως στα χρόνια που έζησε ο Ηρώδης ο Αττικός (μέσα του 2ου αιώνα) διατηρούσε ακόμα το μεγαλείο στο οποίο το έφεραν ο αγωνοθέτης Επαμεινώνδας και η σύζυγός του Νωτία. Προφανώς καταστράφηκε με την επικράτηση και στην Ελλάδα του Χριστιανισμού και τις συνακόλουθες καταστροφές τον 5ο αιώνα. Στα τέλη πάντως της πρώτης χιλιετίας της δικής τους χρονολόγησης, οι χριστιανοί ίδρυσαν σε απόσταση ενός χιλιομέτρου και ψηλότερα (σε υψόμετρο 566 μ.) το μοναστήρι του «Γενεθλίου της Θεοτόκου» ή της «Οσίας Πελαγίας». Για την ανέγερσή του χρησιμοποίησαν τα κομματιασμένα υλικά του αφού κατέστρεψαν το απολλώνιο Ιερό.
Τρία χιλιόμετρα ανατολικά του Ακραιφνίου, στην σημερινή θέση «Περδικόβρυση» σε υψόμετρο 370 μέτρων, υπήρχε Ιερό και Μαντείο του Θεού Απόλλωνος, που λατρευόταν εκεί με το προσωνύμιο «Πτώος», «Πτώϊος» ή «Πτωϊεύς». Το Ιερό περιέγραψε τον 2ο μεταχριστιανικό αιώνα ο περιηγητής Παυσανίας, στο κεφάλαιο «Βοιωτικά», με τα ακόλουθα λόγια: «εντεύθεν ες Ακραίφνιόν εστίν οδός τα πλείω πεδιάς. Είναι δε εξ αρχής τε μοίραν της Θηβαϊδος την πόλιν φασί και ύστερον διαπεσόντας Θηβαίων ες αυτήν άνδρας εύρισκον, ηνίκα Αλέξανδρος εποίει τας Θήβας αναστάτους: υπό δε ασθενείας και γήρως ουδέ ες την Αττικ?ν αποσωθήναι δυνηθέντες ενταύθα ώκησαν. κείται μεν το πόλισμα εν όρει τώι Πτώωι, θέας δε άξια ενταύθα Διονύσου ναός εστι και άγαλμα. Προελθόντι δε απ? της πόλεως εν δεξιά πέντε που και δέκα σταδίους του Απόλλωνός εστι του Πτώου το ιερόν».
Το Μαντείο του «Πτώου» Απόλλωνος ήταν φημισμένο τον καιρό των Ελλήνων ως «αψευδές» (γιατί ποτέ δεν είχε δώσει λανθασμένο χρησμό) και «πολύφωνον» (επειδή χρησμοδοτούσε ακόμη και προς βαρβάρους στην γλώσσα τους). Κατά την τοπική παράδοση, το Ιερό θεμελίωσε ο ίδιος ο Θεός Απόλλων, ενώ πρώτος ιερεύς αναφέρεται από τον γεωγράφο Στράβωνα (9.2.34) ο Τήνερος, υιός του Θεού και της νύμφης Μελίας, αδελφός του Ισμηνού. Στον Τήνερο χάρισε ο πατέρας του το δώρο της Μαντικής.
Το Μαντείο απαρτιζόταν από μία ιερά πηγή, ένα «μαντικό σπήλαιο» και έναν Ναό του Θεού, από τον οποίο ελάχιστα πράγματα σώζονται σήμερα, ενώ τον όλο χώρο έχουν προσπαθήσει οι χριστιανοί να «σφραγίσουν» με μία εκκλησία αφιερωμένη στην «Αγία Παρασκευή». Το «σπήλαιον» που βρισκόταν νοτίως του Ναού ήταν ένα θολωτό οικοδόμημα, μέσα στο οποίο, με χρήση και των υδάτων από την ιερά πηγή που μεταφέρονταν εκεί με πήλινους αγωγούς, τελείτο κάθε φορά η μυστική προφητική τελετουργία από άρρενες μάντεις.
Ο Ναός κατά την αρχαϊκή εποχή ήταν ξύλινος με πήλινη επένδυση στις πλευρές του και ήταν προσανατολισμένος ανατολικά, ενώ στα μέσα του 6ου π.α.χ.χ. αιώνα είχε πλέον τους τοίχους του κτισμένους από πώρινους λίθους με επένδυση του εσωτερικού του επίσης από πώρινες πλάκες. Τα πώρινα θεμέλια και μικρό τμήμα από την εσωτερική πώρινη πλακόστρωση εκείνου του Ναού έφεραν στο φως οι ανασκαφές από την Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή που έγιναν σε τρεις φάσεις στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα (1885 - 1888, 1891 και 1903).
Αυτός ο λίθινος Ναός του Θεού Απόλλωνος, που είχε πανελλήνια αίγλη αφού σε αυτόν αφιέρωσαν αγάλματα ακόμη και Αθηναίοι πολιτικοί άνδρες (ο Αλκμαιωνίδης Μεγακλής, γύρω στο 550 και ο Πεισιστρατίδης τύραννος Ίππαρχος, γύρω στο έτος 520), ήταν περίπτερος (13 Χ 6 κίονες κατά τον Έλληνα αρχαιολόγο Αναστάσιο Ορλάνδο, 1887 - 1979), ακολουθούσε τον δωρικό ρυθμό, έφερε γλυπτό διάκοσμο στα αετώματά του και την ζωοφόρο του και είχε διαστάσεις περίπου 24 Χ 12 μ. (24,72 Χ 11,65 μ. υποστήριξε ο Ορλάνδος, ενώ 23,33 Χ 11,80 μ. ο Γάλλος συνάδελφός του Μωρίς Ολώ - Maurice Holleaux, 1861 - 1932). Μπροστά από τον σηκό υπήρχε δίστυλος πρόναος διαστάσεων 2,65 Χ 3,10, το δε δάπεδο του Ναού ήταν στρωμένο με μεγάλες πώρινες πλάκες που έφθαναν τις διαστάσεις 0, 89 Χ 0,94 μ.
Ο Ναός ανακαινίστηκε στα τέλη του 4ου π.α.χ.χ. αιώνα, γύρω στο 316 που ο Κάσσανδρος ξανάκτισε τις κατεστραμμένες από τον Αλέξανδρο Θήβες. Οι γαλλικές ανασκαφές αποκάλυψαν αρχαϊκούς αλλά ομορφότατους κούρους (από πολλούς θεωρούνται απεικονίσεις του ίδιου του Θεού), που εκτιμώνται ως έργα της τοπικής βοιωτικής γλυπτικής και σήμερα φιλοξενούνται στα μουσεία των Θηβών και των Αθηνών, τρίποδες, καθώς και αρκετές επιγραφές από γαλάζιο και λευκό μάρμαρο, είτε αφιερωματικές, είτε σχετιζόμενες με τον εορτασμό των λεγόμενων «Πτωϊων». Ένα ωραίο δείγμα είναι η ακόλουθη μαρμάρινη τετράγωνη επιγραφή (0,63 Χ 0,62 μ.) του 1ου π.α.χ.χ. αιώνα που βρέθηκε τον Μάϊο του 1885:
«Αισχριώνδου του Πραξίλλους αγωνοθετούντος των πενταετήρων Πτωϊων, επί ιερέως του Απόλλωνος Καφισίωνος του Καφισίωνος, προφητεύοντος Νικομάχου του Θεομνήστου, οίδε ενίκων: Σαλπιστής, Θεογένης Θεογένους Εφέσιος, Κήρυξ, Πόπλιος Ατάνιος Ποπλίου Σικυώνιος, Ραψωδός, Αγάθων Δαμά Θεσπιεύς, Επών Ποιητής, Χρύσιππος Αρίστωνος Ακραιφιεύς, Αυλητής, Γάϊος Ιούλιος Γαϊου Θεσπιεύς, Κιθαριστής, Σωσικλής Χαρικλέους Θεσπιεύς, Κιθαρωδός, Απολλώνιος Σίλωνος Αθηναίος.
Αγαθήι Τύχηι.
Έδοξε τοις τε άρχουσι και τοις συνέδροις επειδή Αισχριώνδας Πραξίλλους ανήρ αγαθός υπάρχων τήι των προγόνων αρετήι και μεγαλοψυχίαι κατηκολούθηκεν επιδεξάμενος μεν προθύμως την των πενταετήρων Πτωϊων αγωνοθεσίαν, εκτενώς δε και λαμπρώς και τοις θεοίς τας θυσίας και τοις πολίταις τας ευωχίας παρέσχηται, δίκαιον δε εστίν τυνχάνειν αυτόν επί τούτοις ευχαριστίας της προσηκούσης.
Δεδογμένον είναι τοις τε άρχουσι και τοις συνέδροις τας μεν ολοσχερώς τιμάς ψηφίσασθαι αυτώι, τελεσθέντος του αγώνος εν τώι καθήκοντι καιρώι, επί δε του παρόντος στεφανώσαι αυτόν εν τώι θεάτρωι εν τήι λεγομένηι του αγωνοθέτου ημέραι χρυσώι στεφάνωι από διναρίων εκατόν και αναγορεύσαι την υπογεγραμμένην ανάκλησιν, η πόλις Ακραιφιέων στεφανοί Αισχριώνδαν Πραξίλλους τον αγωνοθέτην αρετής ένεκεν και καλοκαγαθίας της εις αυτήν».
Στον χώρο του Ιερού, που ήταν αναπτυγμένο σε τρία διαφορετικά επίπεδα, ετιμάτο επίσης, όπως και στην διάταξη του Δελφικού Μαντείου, η Θεά Αθηνά «Προναία», προς τιμήν της οποίας έστεκε, ανατολικά του Ναού του Απόλλωνος, ένας μικρός δικός της Ναός διαστάσεων 4,30 Χ 6, 70, υπό κλίμακα αντίγραφο εκείνου της «Προναίας» Αθηνάς στους Δελφούς.
Στην συνέχεια υπήρχε το θέατρο, όπου τελούντο κάθε 5 χρόνια οι πανελλήνιας εμβέλειας εορτές των «Πτωϊων», μπροστά από την ανατολική πλευρά του Ναού του Απόλλωνος, ενώ δυτικότερα από τον Ναό υπήρχαν κτιριακές εγκαταστάσεις για την διαμονή των Ακραιφιέων αρχόντων, των ιερέων, των αντιπροσώπων των διαφόρων πόλεων των βοιωτικών πόλεων και των θεωρών, καθώς και λουτρά για την κάθαρσή των τελευταίων προτού απευθυνθούν στον Θεό.
Η τροφοδοσία των λουτρών γινόταν από μία στενόμακρη δεξαμενή ύδατος, κτισμένη ισοδομικά με πέτρες και χωρισμένη σε 7 διαμερίσματα, όλα τους στεγανοποιημένα με ειδικό κονίαμα.
Από τον 3ο π.α.χ.χ. αιώνα, το Ιερό και Μαντείο του Θεού «Πτώου» Απόλλωνος προστατευόταν, όπως ακριβώς και το Δελφικό, με απόφαση της λεγόμενης «Δελφικής Αμφικτιονίας». Από επιγραφή που βρέθηκε, γνωρίζουμε ότι αυτό λειτουργούσε υπό την προστασία του «Κοινού των Βοιωτών» και το καθεστώς της ασυλίας του είχε αναγγελθεί σε όλη την Ελλάδα με φροντίδα των «ιερομνημόνων» των Δελφών. Λίγο πριν τους αγώνες των «Πτωϊων» και για έναν μήνα κηρυσσόταν από τους ιερείς και από τον αγωνοθέτη κατάσταση αναγκαστικής ειρήνης, η «ιερά εκεχειρία», με αρχή την 15η του τοπικού μηνός Ιπποδρομίου, που υπολογίζεται στον σημερινό Ιούλιο.
Τα «Πτώϊα» περιελάμβαναν και αγώνες όχι αθλητικούς αλλά πνευματικού χαρακτήρα. Από την επιγραφή που προαναφέραμε γνωρίζουμε ότι οι συμμετέχοντες διαγωνίζονταν για την ανάδειξη του καλύτερου Σαλπιστή, Κήρυκος, Ραψωδού, Ποιητή Επών, Αυλητή, Κιθαριστή και Κιθαρωδού. Των αγώνων προηγείτο η επίσημη θυσία, με συμμετοχή όλων των αντιπροσώπων των βοιωτικών πόλεων, οι δε νικητές στεφανώνονταν δίπλα στην θυμέλη του θεάτρου, εξ ου και οι αγώνες των «Πτωϊων» ονομάζονταν «στεφανίται θυμελικοί». Οι εορτές έκλειναν με μουσική, χορούς, δείπνα και ανταλλαγές δώρων.
Στα τέλη του 1ου μ.α.χ.χ. αιώνα τα «Πτώϊα» αύξησαν την λαμπρότητά τους, μετονομάστηκαν σε «Μεγάλα Πτώϊα και Καισάρεια» και γνώρισαν την μεγαλύτερη αίγλη τους επί αγωνοθέτου Επαμεινώνδου Επαμεινώνδου, εύπορου πολίτη του Ακραιφίου, που μάλιστα είχε κολακεύσει τον αυτοκράτορα Νέρωνα ως «νέο ήλιο για τους Έλληνες» μετά την από τον τελευταίο γνωστή χορήγηση αυτονομίας στην Ελλάδα από τον Ισθμό (την οποία ακύρωσε αργότερα ο Βεσπασιανός) και του είχε στήσει ανδριάντα στο Ιερό.
Το πότε ακριβώς καταστράφηκε το Ιερό και Μαντείο του «Πτώου» Απόλλωνος, μάς είναι άγνωστο, πάντως στα χρόνια που έζησε ο Ηρώδης ο Αττικός (μέσα του 2ου αιώνα) διατηρούσε ακόμα το μεγαλείο στο οποίο το έφεραν ο αγωνοθέτης Επαμεινώνδας και η σύζυγός του Νωτία. Προφανώς καταστράφηκε με την επικράτηση και στην Ελλάδα του Χριστιανισμού και τις συνακόλουθες καταστροφές τον 5ο αιώνα. Στα τέλη πάντως της πρώτης χιλιετίας της δικής τους χρονολόγησης, οι χριστιανοί ίδρυσαν σε απόσταση ενός χιλιομέτρου και ψηλότερα (σε υψόμετρο 566 μ.) το μοναστήρι του «Γενεθλίου της Θεοτόκου» ή της «Οσίας Πελαγίας». Για την ανέγερσή του χρησιμοποίησαν τα κομματιασμένα υλικά του αφού κατέστρεψαν το απολλώνιο Ιερό.
Εγγραφή σε:
Σχόλια
(
Atom
)














