Όλοι μας διαθέτουμε διαφορετικά ψυχικά αποθέματα ενσυναίσθησης, της ικανότητας δηλαδή να συνδεόμαστε με την δυσκολία, τον πόνο κάποιου άλλου, υποστηρίζοντας και βοηθώντας. Για ορισμένους από εμάς είναι εύκολο, ενώ για κάποιους άλλους όχι.
Για όλους όσοι δυσκολευόμαστε, αλλά θα θέλαμε να βοηθήσουμε ένα κοντινό μας πρόσωπο που αντιμετωπίζει κάποιο ζήτημα, τα όσα θα αναφερθούν παρακάτω μας αφορούν.
Αρχικά, θα χρειαστεί να μπορούμε να «ακούσουμε» και να ρωτήσουμε «πώς» θέλει εκείνος να τον ακούσουμε. Αν μας έχει πει ήδη ότι χρειάζεται κάποιον για να μιλήσει, κάνουμε ακριβώς αυτό. Δεν χρειάζεται και δεν είμαστε και σε θέση να «λύσουμε» εμείς το πρόβλημα.
Επόμενο βήμα είναι να «είμαστε εκεί». Σε αρκετές περιπτώσεις το πιο ουσιαστικό που μπορούμε να πρόσφερουμε είναι η παρουσία μας. Δεν χρειάζεται να έχουμε απαντήσεις, δεν χρειάζονται λόγια, ερμηνείες και προτροπές. Απλώς να είμαστε εκεί και να αφήσουμε τον άλλον να αποκαλύψει την ευαλωτότητά του ή όποια συναισθήματα θέλει και μπορεί να μοιραστεί.
Είναι σημαντικό να σεβαστούμε την άποψη του άλλου και να ρωτήσουμε αν όντως χρειάζεται την γνώμη μας ή την οπτική μας επί του ζητήματος. Ας υποθέσουμε ότι ένας φίλος μας ανακάλυψε ότι η σύντροφός του θέλει να χωρίσουν και το μόνο που μπορεί να σκεφτεί εκείνη τη στιγμή είναι ότι φταίει ο ίδιος, λέγοντας «Δεν είμαι αρκετά καλός σύντροφος» ή «Δεν βγάζω αρκετά χρήματα». Δεν συμφωνούμε καθόλου με τα λεγόμενα, αλλά τον ακούμε. Μένουμε εκεί μαζί του και αναφέρουμε ότι κατανοούμε το πόσο άσχημα θα πρέπει να αισθάνεται. Χρειάζεται να ακούσουμε την αυτομομφή του, λέγοντας ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που κατηγορούν αρχικά τον εαυτό τους, όταν κάτι έχει συμβεί. Στη συνέχεια, όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή, μπορούμε να εκφράσουμε την άποψή μας.
Θα χρειαστεί να κάνουμε στην άκρη τον εγωισμό μας. Υπάρχουν στιγμές που ακούγοντας κάποιον να λέει την ιστορία του, συνειδητοποιούμε ότι θέλουμε να του δώσουμε μία «τέλεια» πρακτική λύση. Εκείνη τη στιγμή είναι που χρειάζεστε να εγκαταλείψουμε τον εγωισμό και την «παντοδυναμία» μας – ότι δηλαδή εμείς ξέρουμε και θα δώσουμε την πιο σωστή λύση. Τότε μπορούμε να είμαστε εξ ολοκλήρου παρόντες στη στιγμή, ακούγοντας για να κατανοήσουμε και όχι για να ανταπαντήσουμε.
Απαιτείται υπομονή. Μέρος του να είμαστε εκεί για κάποιον που βρίσκεται σε κρίση είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι μπορεί να χρειαστεί χρόνος για να υποχωρήσει ο θυμός, η θλίψη και κυρίως για να υπερβεί το αρχικό σοκ (μπορεί να χρειαστούν ώρες, μέρες ή εβδομάδες). Το σοκ μπορεί να λειτουργήσει και ως καταλύτης σε ορισμένες περιστάσεις. «Απλοποιεί» τα πράγματα, τα φέρνει άμεσα στο προσκήνιο και μας βοηθά να διαχειριστούμε ένα πράγμα τη φορά. Οφείλουμε λοιπόν να είμαστε υπομονετικοί καθώς το άτομο βρίσκεται στις αρχικές συναισθηματικές του εκφράσεις. Εάν ο χρόνος «επούλωσης» καταλήγει να είναι πολύς, μπορούμε να του προτείνουμε να αρχίσει ψυχοθεραπεία.
Μπορούμε να κάνουμε ερωτήσεις ώστε να τον βοηθήσουμε να εμβαθύνει και όχι τις ερωτήσεις που θέλουμε για να ικανοποιηθεί η δίκη μας περιέργεια. Το «καθήκον» μας είναι να βοηθήσουμε κάποιον να εστιάσει στο συναίσθημα ή την κατάσταση για την οποία μιλάει, με ερωτήσεις όπως για παράδειγμα: «Πόσο καιρό αισθάνεσαι έτσι;» και όχι ερωτήσεις τύπου: «Πιστεύεις θα σου συμπεριφερόμουν ποτε με αντίστοιχο τρόπο;» Αυτό αφορά εμάς, πως σκέφτεται για εμάς και όχι εκείνον.
Είναι σημαντικό να παρατήσουμε πώς και εμείς ίδιοι αισθανόμαστε και να το διαφυλάξουμε μέχρι να έχουμε χρόνο να το επεξεργαστούμε. Το να συμπαραστεκόμαστε, σίγουρα δεν σημαίνει ότι δεν έχουμε δίκη μας άποψη για τον ζήτημα που απασχολεί το κοντινό μας πρόσωπο. Σαφώς και έχουμε, όμως θα πρέπει να διαχειριστούμε το πως αισθανόμαστε μόνοι μας, μέχρι να είναι σε θέση να μας ακούσει.
Εάν είναι πολύ ταραγμένος, αγχωμένος ή στεναχωρημένος, προτείνουμε όπως προαναφέρθηκε να απευθυνθεί σε έναν επαγγελματία ψυχικής υγείας. Αν δηλαδή καταλάβουμε ότι μέρα με τη μέρα «βυθίζεται», ζητάμε να μας επιτρέψει, να βρούμε το κατάλληλο είδος βοήθειας.
Η μη λεκτική επικοινωνία και οι ενδείξεις αυτής, είναι καίριας σημασίας. Η προσοχή στο τι μπορεί να «λέει το σώμα» του ατόμου μπορεί να είναι πολύ χρήσιμη. Φαίνεται να δυσφορεί; Μοιάζει σφιγμένος και νευρικός, κυριολεκτικά σαν να πρόκειται να εκραγεί; Έχει αλλάξει κάτι στην εικόνα του; Εντοπίζοντας και αναφέροντάς αυτές τις ενδείξεις, έχουμε κάνει ένα ακόμα βήμα για να βοηθήσουμε.
Θα πρέπει να θυμόμαστε ότι το να είμαστε εκεί δεν σημαίνει να επιφορτιστούμε με το ζήτημα σαν να ήταν δικό μας. Πρωτίστως, δεν μπορούμε να είμαστε παρόντες συνεχώς, έχουμε την δική μας ζωή με τα εκάστοτε θέματα της, και δευτερευόντως, δεν μπορούμε να διορθώσουμε εμείς ζητήματα που αφορούν άλλους. Μπορούμε όμως, να είμαστε δίπλα, στον χρόνο και με τον τρόπο που είναι εφικτό για εμάς.
Μπορούμε να του υπενθυμίσουμε τα δυνατά του σημεία χωρίς να χρησιμοποιούμε κοινοτοπίες. Το «Θα το ξεπεράσεις και αυτό» ή «Μην στεναχωριέσαι» και παρόμοιες φράσεις, είναι λόγια που η σημασία τους σαφώς δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, αλλά δεν είναι πάντα χρήσιμα. Κάτι όπως για παράδειγμα: «Θα το ξεπεράσεις, αλλά μπορεί να χρειαστεί να παλέψεις για να τα καταφέρεις» ή «Είναι αναμενόμενο να προσπαθήσεις πολύ» μπορεί να είναι πιο βοηθητικά, επειδή έτσι του υπενθυμίζουμε την δύναμή του, σε μία στιγμή όπου μπορεί να είναι δύσκολο για εκείνον να συνειδητοποιήσει ή να συνδεθεί με αυτήν. Μπορεί να είναι αποθαρρυνμένος, αλλά δεν σημαίνει ότι δεν θα τα καταφέρει.
Ίσως το σημαντικότερο όλων είναι να ρωτήσουμε το πρόσωπο που αντιμετωπίζει το πρόβλημα, τι χρειάζεται από εμάς και με ποιον ακριβώς τρόπο θα μπορούσαμε να συνεισφέρουμε. Ή τι θα τον έκανε να νιώσει καλύτερα και πως θα ήμασταν εντέλει αποτελεσματικοί για εκείνον. Όσο απλοϊκό και αν μοιάζει, η απάντηση του μπορεί να «ξεκλειδώσει» αυτό που ουσιαστικά χρειάζεται από εμάς.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου