“Σα θες να κάμεις την ζωή, να’ χει γερό θεμέλιο,
όντε ξυπνάς κάθε πρωί, ξεκίνα με το γέλιο”.
Γελάστε, γιατί είναι πολλά αυτά που η λογική μας δεν ξέρει, αν και το ένστικτό μας γνωρίζει. Γελάστε, με την σημερινή μεταμφίεσή μας σε λογικοφανή όντα. Γελάστε και απομακρύνετε τον κάθε Γελάσιο, που φανταστικά πρεσβεύει ότι μπορεί να σας σώσει από τα δεινά της ζωής. Γελάστε γιατί η ζωή αναδεικνύει την ομορφιά της μέσα από τις ανατροπές. Γελάστε, γιατί ζωή χωρίς θάνατο, και θάνατος χωρίς ζωή δεν υπάρχει. Γελάστε και το γέλιο σας θα εισακουστεί. Η δύναμη της επιβίωσης της ανθρωπότητας το έχει αποδείξει. Γελάστε.
Το Γέλιο, η Χαρά κι ο Ενθουσιασμός είναι ένα Μυστήριο, σαν όλα τα σημαντικά στην ζωή. Το γέλιο και η ενθουσιώδης στάση ζωής, όπως και όλα τα μυστήρια της ζωής καλύτερα να το βιώσεις παρά να σου πουν τι είναι ή να ακούσεις κάποιον να σου μιλάει γι αυτό. Το γέλιο, την χαρά, τον ενθουσιασμό, την ευγνωμοσύνη ή τα ζεις ή τίποτα. Καλύτερα να μάθεις να κολυμπάς μέσα στο κάθε μυστήριο, παρά να θες να το ανακαλύψεις, να το μάθεις, αντί να το απολαμβάνεις. Τότε χάνει την μαγεία, το μυστήριο και κάθε ουσιαστική αξία. Έτσι είναι και ο ενθουσιασμός και το γέλιο, ένα ακόμη κοσμικό μυστήριο.
Ο κατεργάρης όταν κάνει παιχνίδι, γελά με όλα και με όλους, ειδικά με τους σοβαρούς, (κι όχι τους σοβαροφανείς, αυτούς τους αγνοεί, είναι απλά βλάκες), αλλά τους αληθινά σοβαρούς. Το γέλιο είναι το εργαλείο του κατεργάρη, του χάους. Είναι το εργαλείο αυτού που ανατρέπει τα χαρτιά του σύμπαντος και ξαναμοιράζει, κι αν παίζεται το παιχνίδι με σημαδεμένα χαρτιά, φροντίζει να είναι τα δικά του.
Ας κάνω μια προσέγγιση του τι είναι το γέλιο, (για τον κατεργάρη είπαμε αλλού) αλλά να ξέρεις πως μέσα στα στενά όρια των λέξεων δεν γίνεται. Μόνο η εμπειρία και η ενθουσιώδης διάθεση, σου δείχνει τι είναι, πόσο σημαντικό είναι και τι σου προσφέρει το γέλιο και η χαρά, ο ενθουσιασμός και η ευγνωμοσύνη στην ζωή σου, αν τους επιτρέψεις να υπάρχουν.
Το γέλιο μπορεί να είναι γνήσιο ή υποκριτικό, πηγαίο ή συμβατικό, δόλιο, ηλίθιο, κοροϊδευτικό, νοσηρό, περιφρονητικό, ύπουλο, χαιρέκακο, ψυχρό, στανικό, απολαυστικό, ευχάριστο κ.λ.π. κι εμφανίζεται σε κάθε εκδήλωση της κοινωνικής ή προσωπικής στιγμής. Παρουσιάζει διαβαθμίσεις στην ένταση, στην διάρκεια, στο ηχόχρωμα, στον τρόπο, στον ρυθμό,στις διακυμάνσεις,στον όγκο, στην κατάσταση που εκδηλώνεται, στην έκφραση, στο αληθοφανές της εκδήλωσής του και στην πρόθεση που υποδηλώνει (από το μειδίαμα έως το ακατάσχετο γέλιο κι από το χιούμορ έως τον σαρκασμό) δηλ. διαφορετικά γελάει ο άνθρωπος όταν πονάει η ψυχή του, όταν σκληραίνει η καρδιά του, όταν είναι καχύποπτος, θρασύς, ζηλιάρης, φοβισμένος ή δειλός κι αλλιώς σε στιγμές περηφάνειας, χαράς, όταν είναι αισιόδοξος κι έχει αυτοπεποίθηση.
Η έννοια του γέλιου δεν πρέπει να συγχέεται με την έννοια του γελοίου, ούτε η έννοια του αστείου με την έννοια της κυνικής στάσης απέναντι στην ζωή, τους ανθρώπους και τις καταστάσεις. Ο άνθρωπος που διαθέτει χιούμορ και μπορεί να γελάσει πηγαία από την καρδιά του με ενθουσιασμό, διακρίνεται από την αίσθηση του μέτρου, είναι πνευματώδης και λεπτολόγος, διαθέτει καλούς τρόπος και σεβασμό προς όλους και δεν προκαλεί, ούτε φέρνει κανέναν σε δύσκολη θέση. Αντιθέτως αυτός που δεν διαθέτει πηγαίο χιούμορ καταφεύγει σε χονδροειδείς αστεϊσμούς, γελοιοποιώντας πρώτα τον εαυτό του αλλά και τους άλλους φτάνοντας αλλά και υπερβαίνοντας τα όρια της ευπρέπειας.
Το γέλιο είναι μια έκφραση ελευθερίας. Μπορούμε να γελάμε με όλα, αλλά όχι και με τον οποιονδήποτε, σίγουρα όχι με τους εχθρούς της ελευθερίας. Το γέλιο πρέπει να σπάει τις αλυσίδες της ανθρώπινης ύπαρξης, να δυναμιτίζει τις βεβαιότητές μας, να κλονίζει την ταυτότητά μας ακριβώς την στιγμή που αυτή απειλεί να παγ(ι)οποιηθεί. Μια τέτοια δόνηση δεν μας αφήνει ποτέ άθικτους, ενσωματώνει στην καθημερινότητά μας την έκπληξη, το απρόσμενο, την έκπληξη, το άνοιγμα, χειραφετεί.
Το γέλιο μπορεί να χαρακτηριστεί με μια λέξη ως απελευθερωτικό. Αν μπορούμε να γελάσουμε σε μια δύσκολη κατάσταση τότε σίγουρα μπορούμε να την υπερβούμε, να μην την αφήσουμε να μας καβαλήσει. Η ζωή εξακολουθεί να είναι διασκεδαστική ακόμη κι όταν κάτι άσχημο συμβαίνει σ’ εμάς. Σίγουρα εξακολουθεί να είναι και σοβαρή, όταν εμείς γελάμε. όσο πιο σοβαρό είναι ένα θέμα τόσο μεγαλύτερη είναι η ανάγκη να γελάμε. Όχι, η ζωή δεν είναι μόνο γέλιο και χαρά, όπως δεν είναι μόνο πόνος και θλίψη. Το γέλιο όταν πηγάζει από την καρδία είναι θεραπεία.
Οι ψυχολόγοι της εξέλιξης θεωρούν ότι πριν φτάσουμε στο γέλιο, ξεκινήσαμε από το χαμόγελο, μια μυική έκφραση του προσώπου που αρχικά ήταν μια πολύ βασική μορφή επικοινωνίας, με την οποία οι άνθρωποι έδειχναν την πρόθεσή τους να συνεργαστούν με κάποιον άλλο. Το χαμόγελο σημαίνει το ‘πράσινο φως’ σημαίνει ενθάρρυνση του άλλου στην επικοινωνία. Το πρόβλημα με το χαμόγελο (όπως όλοι ξέρουμε) μπορεί να είναι και εντελώς ψεύτικο. Για επικοινωνιακούς λόγους έπρεπε να βρεθεί μια άλλη μορφή δύσκολη στην τεχνητή αναπαραγωγή. Το γέλιο είναι μια τέτοια μορφή επικοινωνίας, γιατί είναι δύσκολο κάποιος να προσποιηθεί ότι γελά. Γελώντας μαζί με κάποιον άλλον αποκαλύπτουμε τι αληθινές προθέσεις μας. Το γέλιο είναι η ανθρώπινη κραυγή που εκφράζει συναίσθημα και μεταβιβάζει στους άλλους την πληροφορία της ευχάριστης συναισθηματικής κατάσταση αυτού που γελάει. Το γέλιο είναι μια ηθελημένη μορφή επικοινωνίας σε μη λεκτικό επίπεδο.
Οι άνθρωποι τείνουν να αντιγράφουν με πολύ μεγάλη ευκολία την συναισθηματική κατάσταση άλλων ανθρώπων. Γι’ αυτό λέμε ότι το γέλιο είναι μεταδοτικό, όπως επίσης μεταδοτικά είναι κι ο φόβος, ο θυμός, η μιζέρια κλπ. Το γέλιο σύντομα θα το μοιραστεί κι ο δέκτης του. Φαίνεται πως είναι σωστό το ρητό “γελάστε κι όλος ο κόσμος θα γελάσει μαζί σας”. Είναι γνωστό πως όταν μιλάμε με κάποιον, αντικατοπτρίζουμε την συμπεριφορά του, αντιγράφουμε τις λέξεις του, τις χειρονομίες του. Το ίδιο ισχύει και για το γέλιο, τουλάχιστον όσο αφορά το επίπεδο του εγκεφάλου.
Το γέλιο, να υπάρχει πάντα, ανεξάρτητα με το τι συμβαίνει γύρω σου.
Το εσωτερικό γέλιο ή και το εξωτερικό γέλιο κατά περίπτωση. Είναι μυστικό, μην το πεις πουθενά: Υπάρχει μια κατάσταση που λέγεται ‘ομαδοποίηση’ και μια άλλη που λέγεται ‘διαφοροποίηση’. Ο υγιής πνευματικά άνθρωπος μπορεί να τις ξεχωρίζει και να δρα αναλόγως. Αυτό σημαίνει πως δεν ταιριάζουν όλα με όλα, υπάρχουν διαφορές και ομοιότητες σε κάθε περίσταση ή κατάσταση.
Όταν είσαι πεινασμένος, δεν θέλεις κάποιον να σου μιλάει για το φαγητό! Όταν βρίσκεσαι μέσα στο ποτάμι και πνίγεσαι, δεν χρειάζεσαι κάποιον να σου μιλάει για την τέχνη της κολύμβησης. Υπάρχουν οι σωστές στιγμές και οι σωστές περιστάσεις (Χρονισμός) και υπάρχουν πράγματα που συζητιούνται σε λάθος στιγμές και φυσικά παρεξηγιούνται.
Η διαφοροποίηση είναι μια ανώτερη πνευματική ικανότητα. Δεν μπορείς να γελάς σε μια κατάσταση που δεν είναι αποδεκτό, αλλά δεν υπάρχει λόγος και να κλαις, μπορείς να γελάς εσωτερικά και εξωτερικά να είσαι σοβαρός όπως αρμόζει στην περίπτωση. Αν και όταν το πετύχεις αυτό, γίνεσαι ο κυρίαρχος, ο κατεργάρης του σύμπαντος, ο ζαβολιάρης.
Με απλά λόγια, σε μια κηδεία δεν γελάς και σε έναν γάμο δεν κλαις, εκτός κι αν είναι από χαρά. Σε ένα σεμινάριο δεν χαχανίζεις και σε μια χαρούμενη συντροφιά δεν συζητάς με μιζέρια. Στους πελάτες σου δεν λες ανέκδοτα και στον σύντροφο σου δεν λες τα άσχημα που συμβαίνουν στο γραφείο όταν πας να ξαπλώσεις κλπ. κλπ. Κάθε πράγμα στον καιρό του και στην ανάλογη στιγμή, αλλά και μόνο αν είναι απαραίτητο να ειπωθούν. Ενας ενθουσιασμένος άνθρωπος, είναι ένας Πνευματικός/Δυνατός άνθρωπος και στην κατάσταση που βρίσκεται -της χαράς- είναι αδύνατον να αναπαράγει άσχημα γεγονότα, συναισθήματα, κακίες ή δολιοφθορές κι αν βρεθεί στην ανάγκη να το κάνει, επιλέγει τον πιο ανώδυνο τρόπο και τον διανθίζει/εμποτίζει, με τον ενθουσιασμό του.
Ο Ενθουσιασμός το γέλιο και η χαρά είναι ευφυΐα, όπως και η διαφοροποίηση των καταστάσεων δείχνει εξυπνάδα και πάνω απ’ όλα δείχνει μια ανέμελη ψυχή. Όποιος ξέρει να γελά, γελά με την ψυχή του και φαίνεται, απολαμβάνει ο ίδιος τα αποτελέσματα της στάσης του και τα σκορπίζει γύρω του.
Ξέρεις γιατί δεν γελούν όλοι με την ψυχή τους; Γιατί δεν έχουν όλοι ψυχή. Η έλλειψη του γέλιου, είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά των ά-ψυχων. Δεν μπορούν να γελάσουν από την καρδιά τους, γιατί στα άψυχα όντα το τσάκρα της καρδιάς, δεν υπάρχει και το γέλιο είναι υπόθεση καρδιάς. Δεν είναι υπόθεση του νου ο ενθουσιασμός, το γέλιο και η χαρά, αλλά της καρδιάς. Γι’ αυτό το γέλιο, ο έρωτας, ο ενθουσιασμός, δεν υπάρχει σε καμία θρησκεία, ειδικά τις Αβρααμικές.
Ο Ενθουσιασμός και το γέλιο είναι η διαφορά ανάμεσα στο απλά ζω και στο ξέρω ότι ζω. Ακόμη και στον κόσμο των ζώων το γέλιο είναι συνυφασμένο με συναισθήματα χαράς, ξεγνοιασιάς και ευθυμίας. Τα ‘κατώτερα’ ζώα δεν γελούν, όχι όπως ο έμψυχος άνθρωπος. Το δελφίνι, η φάλαινα, η γάτα, ο γορίλας, κ.ά. όμως γελούν και μάλιστα έντονα.
Το Γέλιο για να υπάρξει χρειάζεται μια ιδιαίτερη ευφυΐα μια πνευματική ανωτερότητα. Σημαίνει πως μπορείς να καταλάβεις την γελοιότητα μια συγκεκριμένης κατάστασης της ζωής. Ακόμη είναι μακράν η πιο έξυπνη η πλέον ιδιοφυής διευθέτηση εμποδίων η παρεξηγήσεων.
Τι είναι λοιπόν το Γέλιο;
Το Γέλιο είναι η ξαφνική ανατροπή της εσωτερικής ορθολογιστικής προσδοκίας. Γελώ σημαίνει λάμπω, φωτίζομαι, είμαι γεμάτος ζωή, δύναμη, ενέργεια, ευτυχία και είμαι εύθυμος, ανθίζω. Δεν γελώ, σημαίνει είμαι στεναχωρημένος, αγανακτισμένος, λυπημένος, κατσούφης, άσχημος, χωρίς σθένος, μοχθηρός, μαραίνομαι. Διαλέγεις και παίρνεις, φίλε μου. Το γέλιο δεν υπάρχει από μόνο του, εσύ πρέπει να το βάλεις στην καθημερινότητα σου, σε όλες τις καταστάσεις της ζωής σου. Να αφήσεις την κοινωνία και τον πολιτισμένο νεκρό κόσμο, που συμφώνησες να φυλακιστείς, στην ησυχία του και να φτιάξεις έναν άλλο γεμάτο ενθουσιασμό, γεμάτο γέλιο.
Το γέλιο και η χαρά είναι επιλογή κι όχι αποτέλεσμα. Αυτό που σου κάνει η ζωή, η κοινωνία, είναι να σε πηγαίνει σε μια κατεύθυνση λογικά, ορθολογιστικά, αρχίζεις λοιπόν να προσδοκάς, με τον λογικό Νου, πως τώρα θα γίνει αυτό η το άλλο και συνεχίζει αυτό να συμβαίνει σύμφωνα με τις προσδοκίες σου. Ξαφνικά συμβαίνει μια ανατροπή μια απότομη μεταστροφή που δεν φαντάστηκες πως θα μπορούσε να συμβεί. Αυτό φέρνει το γέλιο. Πρόκειται καθαρά για μια εσωτερική διαδικασία της λογικής, της ορθολογιστικής προσδοκίας που ανατρέπεται απότομα. Αν συμβεί αυτό που προσδοκούσες δεν υπάρχει ανατροπή και δεν υπάρχει γέλιο.
Το γέλιο σε κάνει να ξεχάσεις την λογική να δεις από μια άλλη οπτική γωνία τα γεγονότα. Όταν γελάς με την καρδιά σου σταματάει ο νους. Δεν μπορεί να γελάσει ο νους γιατί είναι δομημένος με σοβαρότητα με μιζέρια με κακομοιριά. Γι’ αυτό το γέλιο δεν έρχεται από το νου αλλά από την καρδιά. Μια από τις μεγαλύτερες καταστροφές του καθημερινού ανθρώπου, είναι πως έχει χάσει την επαφή με την καρδιά, αν και όταν διαθέτει, και έχει κάνει την ύπαρξη του σοβαρή. Φυσικό είναι, αν σκεφτούμε πως το τσάκρα της καρδιάς δεν υπάρχει σε όλα τα όντα, ούτε και τα υπόλοιπα τσάκρα, από την καρδιά και πάνω. Τώρα, αν θέλεις, να δεις το ποσοστό των άψυχων, δες το ποσοστό των ανθρώπων που γελούν. Στο πρόσωπο του ανθρώπου, βλέπεις την καρδιά του, στο γέλιο του βλέπεις την ψυχή του.
Το Γέλιο Φανερώνει τον Χαρακτήρα.
Ένα πολύ σημαντικό πράγμα που πρέπει να θυμάσαι πάντοτε είναι πως η εξέλιξη της ζωής σε αυτό το Σύμπαν, λειτουργεί και αναπτύσσεται μέσα από πολικότητες, μέσα από Πολικά Αντίθετα. Ζούμε σε ένα σύμπαν δυαδικότητας και παλαντζάρουμε σε αντίθετες καταστάσεις. Η ζωή δεν είναι άσπρο ή μαύρο, είναι ΚΑΙ άσπρο ΚΑΙ μαύρο, ΜΑΖΊ με όλες τις αποχρώσεις του άσπρου και του μαύρου.
Ίσως μπορείς να περπατήσεις μικρές αποστάσεις με το ένα πόδι, μπορείς να σταθείς αλλά δεν μπορείς να τρέξεις… χρειάζεσαι και τα δύο πόδια και καλή φυσική κατάσταση και την θέληση να αρχίσεις το τρέξιμο. Φαντάσου έναν αετό με ένα σπασμένο φτερό μπορεί να σέρνεται αλλά δεν μπορεί να πετάξει. Το ίδιο και η εξέλιξη της ζωής η ίδια η εξέλιξη της «Ύπαρξης» χρειάζεται πολικά αντίθετα. Χαρά και μίσος, γέλιο και θλίψη, ζωή και θάνατο και όλες τις αποχρώσεις αυτών των αντιθέτων. Χρειάζονται και τα δύο για να δημιουργηθεί ορμή για ζωή, διαφορετικά υπάρχει το τίποτα.
Τα δύο πολικά αντίθετα γέλιο – θλίψη είναι επιλογή και δείχνουν τις εσωτερικές διεργασίες που γίνονται μια συγκεκριμένη στιγμή μέσα στην καρδιά ενός ανθρώπου. Όμως το ένα αναιρεί το άλλο δεν μπορείς να είσαι και χαρούμενος και σοβαρός. Θα είσαι η το ένα ή το άλλο.
Το Γέλιο Είναι Κεφάλαιο, Η Σοβαρότητα Χρέος. Το Γέλιο είναι Ζωή, η Σοβαρότητα Θάνατος.
Ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα, μεταξύ άλλων, που λείπουν από την ζωή του ανθρώπου είναι το γέλιο, η χαρά ο ενθουσιασμός. Η σοβαρότητα/σοβαροφάνεια είναι ένα είδος ασθένειας. Είναι η κατάθλιψη της ψυχής. Γνωρίζεις πως η κατάθλιψη είναι η επίσημη γήινη ασθένεια του προηγούμενου αιώνα και ακόμη συνεχίζεται; Γνωρίζεις πως παρά το ότι υπάρχουν πάνω από τριακόσιες θρησκείες, και εκατοντάδες θεοί, ναοί, εκκλησίες, τζαμιά, ψυχολόγοι και ψυχαναλυτές η πνευματικότητα λείπει από την γη και μάλιστα σε βαθμό που δεν μπορούμε να δεχτούμε πως οι εν λόγο εταιρίες, θρησκείες, γκουρού, ψυχολόγοι κλπ, δεν έχουν οποιαδήποτε σχέση με Πνευματικότητα!
Όλοι αυτοί «οι ειδικοί» έβγαλαν από την ζωή του ανθρώπου την χαρά, το γέλιο, τον ενθουσιασμό και τον έκαναν άρρωστο, αμαρτωλό, ταπεινό, υπάκουο, φοβισμένο, τον έκαναν σοβαρό. Μόνο οι άρρωστοι άνθρωποι είναι σοβαροί. Οι υγιείς, οι ολοκληρωμένοι δεν είναι, ποτέ δεν μπορούν να είναι σοβαροί. Δεν μπορούν να είναι καταθλιπτικοί. Η Πνευματικότητα δεν μπορεί να ανθίσει στην ανθρωπότητα γιατί η σοβαρότητα την σκοτώνει. Αυτό είναι που πρέπει να αλλάξει για να ξαναβρεί ο άνθρωπος την χαμένη Πνευματικότητα του, την χαρά της ζωής.
Το Χαμόγελο είναι Ευγένεια, το Γέλιο Ευτυχία.
Το γέλιο είναι η χαμένη, η ξεχασμένη επαφή με την Πνευματικότητα: Όταν βγάζεις το γέλιο από την ζωή σου είναι σαν να ξεριζώνεις ένα ανθισμένο φυτό από το έδαφος. Γρήγορα θ’ αρχίσει να ξεραίνεται και τα λουλούδια του θα μαραθούν. Το πρόβλημα δεν βρίσκεται ούτε στο φυτό, ούτε στο έδαφος, αλλά στον διαχωρισμό τους. Το φυτό χρειάζεται τροφή για να ανθίσει σε χιλιάδες λουλούδια σε μια πανδαισία χρωμάτων, αρωμάτων σε μια έκρηξη ομορφιάς, το ίδιο και ο άνθρωπος αν του στερήσουμε το έδαφος, την επαφή με την πηγή της «Ύπαρξης» του, ξεραίνεται.
Η ικανότητα της επιβίωσης υπάρχει μέσα σε κάθε ον, ανθρώπινο ή μη, από την στιγμή που γεννιέται, αλλά την τέχνη του να μετατρέπει την ζωή σε παιχνίδι, σε γιορτή, σε διασκέδαση, σε χαρά σε γέλιο αυτό πρέπει να το μάθει. Για μένα ζωή και ευτυχία είναι η υπέρτατη τέχνη του να μπορώ να μετατρέπω το ασήμαντο σε σημαντικό, το συνηθισμένο σε ασυνήθιστο. Είναι η συνεχής διαδικασία της μετατροπής του απίθανου σε πραγματικό.
Να είσαι σαν την Μόνα Λίζα, να συνεχίζεις να χαμογελάς, ακόμη και με την πλάτη κολλημένη στον τοίχο. Αυτό το χαμόγελο να το βάλεις στην καθημερινότητα σου και να μην δέχεσαι να κάνεις τίποτε λιγότερο από αυτό. Οι κοινωνικές δομές, οι θρησκείες, οι πολιτικοί, τα μέσα ενημέρωσης, έχουν καταδικάσει το γέλιο, την χαρά, την ξεγνοιασιά. Έχουν κάνει το άνθρωπο καταθλιπτικό και αγχωτικό. Δες γύρω σου πόσο καταθλιπτικούς ανθρώπους βλέπεις χωρίς να υπάρχει κανένας λόγος για να είναι.
Μόνο όταν κάνεις την ζωή σου μια περιπέτεια, ένα παιχνίδι, ένα εκστατικό χορό, μια μουσική ουράνια, μόνο τότε μπορείς να ξεφύγεις από τα όρια του σώματος, της λογικής και του παγιωμένου νου. Μόνο τότε μπορείς να νοιώσεις την ύπαρξη του Πνεύματος/Δύναμης. Μόνο τότε μπορείς να στοχαστείς, για πρώτη φορά σε αληθινή σύνδεση με ‘κάτι άλλο’ αυτό που αποκαλούμε Πνεύμα/Δύναμη. Το Πνεύμα/Δύναμη συνδέεται μόνο με τους χαρούμενους και γελαστούς ανθρώπους, γιατί το γέλιο και ο ενθουσιασμός είναι η εκδήλωση του μέσα στην ύλη. (Θυμήσου πόσο γελούσαν ο Δον Χουάν κι ο Χενάρο με τα παθήματα του Κάρλος, και πόσο γελούσαν οι προηγούμενοι δάσκαλοί τους με τα δικά τους παθήματα.)
Ο άνθρωπος που δεν μπορεί να γελάσει είναι ανίκανος να στοχαστεί, δεν μπορεί να έχει την εμπειρία μιας ανώτερης μορφής σκέψης, δεν μπορεί να συλλάβει καν την ‘μη σκέψη’. Η ‘μη σκέψη’ όπως και το γέλιο δεν γίνεται με το νου αλλά με την καρδιά. Ο σοβαρός, αυτός που δεν ξέρει να γελά, έχει μια καρδιά νεκρή. Δεν μπορεί να φτάσει στο ‘κάτι άλλο’ και σαν τον αετό με το σπασμένο φτερό δεν μπορεί να πετάξει, σαν την ξεριζωμένη τριανταφυλλιά δεν μπορεί ν’ ανθίσει.
Μόνο ο ολοκληρωτικά μεθυσμένος από ευτυχία αυτός που γελάει μέσα από την καρδιά του μπορεί να αγγίξει το ‘κάτι άλλο’, μπορεί να δει τον κόσμο με ‘άλλα μάτια’. Μόνο να το αγγίξει, γιατί μετά χρειάζεται να το ελέγξει, να το χειραγωγήσει και να γίνει ένα μαζί του. Μόνο με το γέλιο, τον ενθουσιασμό, την χαρά μπορεί να το καταφέρει.
Ξέρεις πότε βρίσκεσαι ολοκληρωτικά σε αυτή την κατάσταση; Στην κβαντική, χαώδη, μαγική, κατάσταση του Είναι; Πότε εξαφανίζεται το ‘εγώ’, και αρχίζει η επαφή με τον αληθινό εαυτό, με το ‘Είναι’, με Αυτό, με αυτό το ‘κάτι άλλο’ με την ΔΥΝΑΜΗ; Όταν σταματάει η αναπνοή σου και γεμίζουν τα πνευμόνια σου γέλιο. Δυνατό, καθάριο γέλιο, σαν δροσερή πηγή.
Η έλλειψη του γέλιου είναι αναπηρία.
Ένας ακόμη χώρος όπου συνήθως «δεν γελάει κανείς» (και είναι να απορείς, αν δεν είσαι υποψιασμένος) είναι η εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες, και “Δεν γελάμε με τον πόνο του άλλου” και “Για γέλια είμαστε; Για κλάματα είμαστε” και “Όταν υπάρχει πόνος, κρίση, αρρώστια πώς να γελάσεις;” και “Πώς θα γελάμε, με ποιόν;” και “Εχεις εξετάσεις, σοβαρέψου επιτέλους.” και “Πότε θα σοβαρευτείς και θα ωριμάσεις;” και “πάψε να γελάς, χωρίς λόγο, φαίνεσαι γελοίος.” κι όλα αυτά τα γραφικά…
Μ’ αυτή τη νοοτροπία, τι είδους εκπαίδευση κάνουν οι κοινωνίες στα παιδιά τους; Τι είδους ανθρώπους ετοιμάζουν για πολίτες; Σ’ ένα χώρο που κυριαρχούν η λύπη και ο οίκτος, η αμηχανία και η περιέργεια, η αποστροφή, η αποφυγή και η απομάκρυνση σαν πρώτη αυτόματη αντίδραση; “Πώς να βρεις κουράγιο για γέλιο μέσα στην κακομοιριά;” Πώς είναι δυνατόν οι μαθητές, οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί να γελούν; Πως είναι δυνατόν να υπάρχει η υψηλή τέχνη του γέλιου, του ενθουσιασμού και της χαράς σε μια κοινωνία που παίρνει ένα παιδί από την τρυφερή ηλικία των 4 χρόνων και το βάζει μέσα σε κλουβιά που αποκαλεί εκπαιδευτήρια; Δημιουργεί, υπάκουους, θωρακισμένους, δούλους, υπαλλήλους, αμαρτωλούς. Όχι ζωντανούς Δυνατούς ανθρώπους. Κανένα σύστημα δεν θέλει Δυνατούς ανθρώπους, θέλει φοβισμένα ανθρωπάκια.
Γι’ αυτό και τα ευαίσθητα όντα δεν αντέχουν αυτήν την κακόμοιρη, νεκρή από κάθε τι Πνευματικό, ανθρωπότητα. Άλλωστε αυτή η κοινωνία των μίζερων κατσουφιασμένων νεκρών, δεν φτιάχτηκε για Έμψυχα Πνευματικά όντα. Είναι ο κόσμος του ‘Εγώ’, αλλά ακόμη και σε ένα σύμπαν που κυριαρχεί το τέρας με τα 5.000 κεφάλια, το ‘Εγώ’… παύει να υπάρχει, αδρανοποιείται, όταν, γελάς με την καρδιά σου και είσαι σε μόνιμη κατάσταση ενθουσιασμού και χαράς.
Όταν το εγώ εξαφανίζεται, εμφανίζεται το ‘ΕΙΝΑΙ’. Αυτό να το θυμάσαι σαν μια Συμπαντική Αρχή. Όταν το ‘εγώ’ λείπει, η ΔΥΝΑΜΗ είναι παρούσα. Δεν γίνεται να συναντηθούν. Η σχέση τους είναι σαν την σχέση του άσπρου με του μαύρου, σαν την σχέση του φωτός με το σκοτάδι. Όπου υπάρχει το άσπρο, το φως, τότε αδρανοποιείται το μαύρο, το σκοτάδι και τούμπαλιν. Γιατί το μαύρο ενυπάρχει αναπόσπαστα μέσα στο άσπρο και χάνεται προσωρινά. Το σκοτάδι είναι η προσωρινή απουσία του φωτός. Δεν είναι δυνατόν στον δυαδικό κόσμο να υπάρχουν ταυτόχρονα και τα δύο.
Το σκοτάδι είναι το ‘Εγώ’, είναι η απουσία του ‘ΕΙΝΑΙ’, απουσία Πρόθεσης. Θα σου υπενθυμίσω πως το ‘ΕΙΝΑΙ’ δεν είναι άλλο πρόσωπο, ανεξάρτητο από την προσωπικότητα σου. Είναι η εμπειρία της ολοκληρωτικής έκστασης της απόλυτης Θέλησης. Η κατάσταση του ‘Είναι’ ενεργοποιείται από την καρδιά και η καρδιά είναι ζωντανή όταν πάλλεται, στους ρυθμούς του γάργαρου σαν δροσερή πηγή, γέλιου.
Γι’ αυτό σου λέω να γελάς με την καρδιά σου, να ζεις στον παρόντα χρόνο, είναι ο μόνος χρόνος που έχεις, ολοκληρωτικά, να διακινδυνεύεις τα πάντα με ενθουσιασμό, γέλιο, χαρά για την ζωή. Αν μπορέσεις να αλλάξεις την σοβαρότητα σε γέλιο, την θλίψη σε χαρά, τον πόνο σε γιορτή τότε είσαι ικανός να μετατρέψεις τον θάνατο σε ζωή. Γι΄ αυτό, μάθε την τέχνη του γέλιου, την τέχνη του ενθουσιασμού, όσο ακόμη είναι καιρός, όσο προλαβαίνεις!
Αν δεν ξέρεις να γελάς και δεν έχεις χρόνο να γελάς, πως ξέρεις ότι ζεις;
Ο Ενθουσιασμός είναι Ευτυχία κι ο Ευτυχισμένος άνθρωπος είναι και Ανεξάρτητος άνθρωπος και Όσο πιο Ευτυχισμένος τόσο πιο Ανεξάρτητος, τόσο πιο Μοναδικός είναι.
Το γέλιο και ο ενθουσιασμός παρ’ ότι είναι έμφυτα, είναι καταπιεσμένα χαρακτηριστικά του ανθρώπου, επιδέχονται τις επιδράσεις του κοινωνικού, οικογενειακού, θρησκευτικού περιβάλλοντος, ενάντια στην πολύ ορθή λαϊκή ποίηση που δέχεται το γέλιο σαν ουσιαστικό στοιχείο και θεμέλιο της ανθρώπινης ύπαρξης:
Το στυλοβάτορα της γης,
του κόσμου το θεμέλιο,
δύο χέρια το στηρίζουνε,
η αγάπη και το γέλιο.
Για να φαίνεσαι όμως πολιτισμένος και καθώς πρέπει, σου είπαν ότι χρειάζεται να είσαι σοβαρός, κατηφής κι άνευρος. Συνήθως λένε ότι το γέλιο ταιριάζει, στα παιδιά, στους τρελούς και στους πρωτόγονους. Προσωπικά μου ταιριάζουν και τα τρία χαρακτηριστικά κατά περίπτωση, ειδικά το δεύτερο, άλλωστε οι μόνες ρυτίδες που έχω από νεαρή ηλικία, είναι αυτές του γέλιου.
Συστήνω να ξαναδείς την ταινία του Τσάπλιν “Μοντέρνοι καιροί” είναι μια ιστορία για την βιομηχανία, την ατομική εφευρετικότητα, την σταυροφορία της ανθρωπότητας στην αναζήτηση της ευτυχίας. Ο Τσάπλιν είναι ένας εργάτης φάμπρικας που προσπαθεί να συγχρονιστεί με την γραμμή παραγωγής σφίγγοντας βίδες, ενώ το τυραννικό αφεντικό του παρακολουθεί το προσωπικό μέσα από μόνιτορ, ο «Μεγάλος Αδελφός». Ο Σαρλώ συμμετέχει σε πείραμα σχετικά με την αυτοματοποίηση της παραγωγής ενός εργοστασίου. Τρελαίνεται από τους εξοντωτικούς ρυθμούς των μηχανών, οδηγείται σε ψυχιατρείο, κατηγορείται ως κομουνιστής, επειδή κατά λάθος ανεμίζει μια κόκκινη σημαία, και ερωτεύεται μια ορφανή κοπέλα.
Η ταινία θεωρήθηκε κομμουνιστική προπαγάνδα (sic) και απαγορεύτηκε στην Ιταλία και στην Γερμανία. Είναι η πρώτη ηχητική ταινία του Τσάπλιν, αλλά ο ήχος χρησιμοποιείται με ιδιαίτερο τρόπο. Ακούγονται φωνές να μιλάνε σαν να προέρχονται από μηχανικές συσκευές, ένας συμβολισμός για την κατάργηση του ανθρωπισμού που επιφέρει η πρόοδος της τεχνολογίας. Κι ενώ η ταινία είναι από τις πλέον δημοφιλείς του μεγάλου κωμικού, ωστόσο λιγότεροι γνωρίζουν ότι η μουσική της είναι επίσης δημιουργία του Σαρλώ.
Η ταινία είναι επίκαιρη, γιατί δείχνει πως, ζούμε σε ένα κόσμο που ο Ενθουσιασμός και η Δύναμη είναι απαγορευμένη, από τα βιομηχανικά άψυχα όντα. Ο κόσμος είναι δικός τους και ζούμε ανάμεσα τους. Θα γίνεις κι ΕΣΥ μια βιομηχανική μηχανή από την στιγμή που θα βγάλεις από την ζωή σου το γέλιο. Θέλω να ελπίζω, πως δεν το θέλεις αυτό.
Οι θρησκείες απαγορεύουν το γέλιο, με κανόνες και αφορισμούς, τον μεσαίωνα έκαιγαν όποιους γελούσαν πολύ, γιατί πίστευαν πως το γέλιο είναι του διαβόλου. Διάβασε το βιβλίο “Το όνομα του ρόδου” του Ουμπέρτο Εκο. Το μυθιστόρημα μεταφέρει τον αναγνώστη σε ένα ιταλικό μοναστήρι των Βενεδικτίνων και, γύρω από την αναζήτηση ενός χειρογράφου του Αριστοτέλη, σχετικά με το γέλιο και την θετική επίδραση του στην ζωή του ανθρώπου, αναπτύσσεται η πλοκή του, με φόνους, άνομες σχέσεις μεταξύ μοναχών και το κυνήγι των αιρετικών εν έτη 1327. Μέχρι σήμερα το γέλιο είναι επίσημα, εξοστρακισμένο από τις εκκλησίες. Βλέπουμε κάποια μειδιάματα και κρυφογελάκια χαιρέκακα, που φυσικά δεν είναι γέλιο. Προτείνω και το βιβλίο και την ταινία.
Στο όνομα του Ρόδου: Ο Γουλιέλμος της Μπάσκερβιλ, φραγκισκανός μοναχός, άνθρωπος του ορθού λόγου σ’ ένα κόσμο τυφλής πίστης, ερευνά δολοφονίες μοναχών σε μια μονή της βόρειας Ιταλίας, στα μέσα του 14ου αιώνα. Στην τεράστια βιβλιοθήκη της μονής, ο δολοφόνος τιμωρεί, δηλητηριάζοντας, όποιον προσπαθεί να διαβάσει το τελευταίο σωζόμενο αντίγραφο του δεύτερου τόμου της Ποιητικής του Αριστοτέλη, το οποίο είναι αφιερωμένο στην κωμωδία, φοβούμενος μήπως ανατραπεί η πίστη του κόσμου. Προς το τέλος του βιβλίου ο Γουλιέλμος έχει ανακαλύψει την αλήθεια και διαβάζει τις πρώτες σειρές αυτού του βιβλίου:
“Στο πρώτο βιβλίο πραγματευτήκαμε την τραγωδία και τον τρόπο με το οποίο, προκαλώντας τον φόβο και το έλεος, επιτυγχάνει την κάθαρση των συναισθημάτων. Όπως υποσχεθήκαμε θα πραγματευτούμε την κωμωδία (καθώς και την σάτιρα και την μιμική) και τον τρόπο με τον οποίο, προκαλώντας την ευχαρίστηση του αστείου, αποβλέπει στην κάθαρση αυτού του πάθους. Μιλήσαμε ήδη στο βιβλίο περί ψυχής για το πόσο άξιο μελέτης είναι αυτό το πάθος, διότι ο άνθρωπος -μοναδικός ανάμεσα σ΄όλα τα ζώα- έχει την ικανότητα του γέλιου.
Ας ορίσουμε επομένως το είδος της πράξεως, της οποίας αποτελεί μίμηση η κωμωδία, και έπειτα θα εξετάσουμε τους τρόπους με τους οποίους η κωμωδία προκαλεί το γέλιο, και οι τρόποι αυτοί είναι οι πράξεις και ο λόγος. Θα δείξουμε ότι το κωμικό των πράξεων γεννάται από την εξομοίωση του βέλτιστου με το χείριστο και αντιστρόφως, από τον εντυπωσιασμό με την απάτη, από το μη πιθανό και την καταπάτηση των νόμων της φύσης, από το μη σχετικό και το ασυνάρτητο, από τον εξευτελισμό των προσώπων, από την χρήση χυδαίας και γελοίας μίμησης, από την δυσαρμονία, από την επιλογή των πιο ανάρμοστων πραγμάτων. Έπειτα θα δείξουμε ότι το κωμικό του λόγου γεννάται από το διφορούμενο παρομοίων λέξεων με διαφορετικές σημασίες και διαφορετικών λέξεων με παρόμοιες σημασίες, από την πολυλογία και την επανάληψη, από τα λογοπαίγνια, από τα υποκοριστικά, από τα λάθη στην προφορά, και τους βαρβαρισμούς” …
Λίγες σελίδες πιο κάτω ο Γουλιέλμος λέει στον δολοφόνο:
«Σιγά σιγά διαμορφώθηκε στο μυαλό μου το πώς θα έπρεπε να είναι αυτό το δεύτερο βιβλίο. Θα μπορούσα να σου το διηγηθώ σχεδόν ολόκληρο, χωρίς να διαβάσω τις σελίδες που είχαν σκοπό να με δηλητηριάσουν. Η κωμωδία γεννάται στις κώμες, δηλαδή στα χωριά των αγροτών, σαν ευφρόσυνη τελετή μετά από κάποιο γεύμα ή κάποια γιορτή. Δεν αφηγείται τις πράξεις των φημισμένων και ισχυρών ανθρώπων, αλλά των ταπεινών και γελοίων, μα όχι κακών, υπάρξεων, και δεν τελειώνει με τον θάνατο των πρωταγωνιστών. Επιτυγχάνει το κωμικό αποτέλεσμα δείχνοντας των κοινών ανθρώπων τα ελαττώματα και τις φαυλότητες. Σ’ αυτό ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι η τάση του γέλιου είναι αγαθή δύναμη, που μπορεί να έχει και γνωστική αξία, όταν με τα έξυπνα αινίγματα και τις απρόσμενες μεταφορές, έστω κι αν τα πράγματα περιγράφονται διαφορετικά απ’ ό,τι είναι, σαν να ‘ναι ψέματα, μας υποχρεώνει στην πραγματικότητα να κοιτάξουμε καλύτερα και μας κάνει να λέμε: ορίστε, έτσι έχουν τα πράγματα κι εγώ δεν το ήξερα. Η αλήθεια προσεγγίζεται με την αναπαράσταση των ανθρώπων και του κόσμου χειρότερων απ’ ό,τι είναι ή απ’ ό,τι τους πιστεύουμε, χειρότερων πάντως απ’ ό,τι μας τους είχαν εμφανίσει τα ηρωικά έπη, οι τραγωδίες και οι βίοι των αγίων. Έτσι είναι;»
Και ο δολοφόνος μοναχός απαντά στον Γουλιέλμο:
“Το γέλιο ελευθερώνει τον αγροίκο από τον φόβο του διαβόλου, γιατί μες στη γιορτή των τρελών και ο διάβολος φαίνεται φτωχός και ηλίθιος, κι επομένως ελέγξιμος. Αυτό το βιβλίο, όμως, μπορεί να διδάξει ότι η απελευθέρωση από τον φόβο του διαβόλου είναι σοφία. Όταν ο αγροίκος γελά, με το κρασί να κελαρύζει στο λαρύγγι του, νιώθει αφέντης, γιατί έχει αντιστρέψει τις σχέσεις της εξουσίας: το βιβλίο αυτό, όμως, μπορεί να διδάξει στους μορφωμένους τα έξυπνα, και από τη στιγμή εκείνη ένδοξα, τεχνάσματα με τα οποία θα νομιμοποιήσουν αυτή την αντιστροφή. Τότε αυτό που στην ενστικτώδη κίνηση του αγροίκου παραμένει, ακόμα κι ευτυχώς, λειτουργία της κοιλιάς θα μεταμορφωθεί σε λειτουργία της διανοίας. Το ότι το γέλιο είναι ίδιον του ανθρώπου είναι σημείο των ορίων μας ως αμαρτωλών. Όμως από αυτό το βιβλίο πόσες διάνοιες διαβρωμένες σαν την δική σου δεν θα αντλήσουν τον έσχατο συλλογισμό ότι το γέλιο είναι σκοπός του ανθρώπου!
Το γέλιο αποσπά για μερικές στιγμές τον αγροίκο από τον φόβο. Μα ο νόμος επιβάλλεται με το δέος, του οποίου το αληθινό όνομα είναι «φόβος Θεού». Και από το βιβλίο αυτό θα μπορούσε να ξεκινήσει η σπίθα του Εωσφόρου που θα έβαζε μια νέα φωτιά σ’ ολόκληρο τον κόσμο: και το γέλιο θα διαγραφόταν σαν ένα νέο τέχνασμα, που κι ο Προμηθέας ακόμη αγνοούσε, για να κατανικηθεί ο φόβος. Ο αγροίκος που γελάει δεν νοιάζεται την στιγμή εκείνη αν πεθάνει: αργότερα όμως, όταν πάψει η ελευθεριότητά του, η λειτουργία τού επιβάλλει και πάλι, σύμφωνα με το θείο σχέδιο, το φόβο του θανάτου. Και απ’ αυτό το βιβλίο θα μπορούσε να γεννηθεί η νέα και καταστροφική επιδίωξη να καταστραφεί ο θάνατος με την απελευθέρωση από τον φόβο.
Και τι θα ‘μασταν, εμείς τα πλάσματα τα αμαρτωλά, χωρίς τον φόβο, το πιο συνετό και στοργικό ίσως από τα θεία δώρα; Για αιώνες οι δάσκαλοι και οι πατέρες ανέδιδαν μυροβόλες ουσίες ιερής σοφίας για να φέρουν την λύτρωση, με την σκέψη των υψηλών πραγμάτων, από την αθλιότητα και τον πειρασμό των ποταπών πραγμάτων. Και το βιβλίο αυτό, δικαιώνοντας την κωμωδία, την σάτιρα και την μιμική ως θαυματουργά ιάματα, που φέρνουν την κάθαρση των παθών με την αναπαράσταση του ελαττώματος, της ατέλειας, της αδυναμίας, θα παρακινούσε τους ψευτοσοφούς σε μια προσπάθεια για την υποτίμηση του υψηλού (σε μια διαβολική αναστροφή) με την αποδοχή του ποταπού.
Από το βιβλίο αυτό θα γεννιόταν η σκέψη ότι ο άνθρωπος μπορεί να απαιτήσει στον κόσμο αυτό (όπως πρότεινε ο Βάκων σου στο θέμα της φυσικής μαγείας) την αφθονία της χώρας των ονείρων. Όμως αυτό είναι που δεν πρέπει και δεν μπορούμε να δεχτούμε. Κοίτα τους νεαρούς καλογήρους που αποχαλινώνονται με την γελοία παρωδία της Coena Cypriani. Τι διαβολική παραμόρφωση της Αγίας Γραφής! Κι όμως, όταν το κάνουν ξέρουν ότι είναι κακό. Την ημέρα όμως που ο λόγος του Φιλόσοφου θα δικαιώσει τα παιχνίδια των περιθωρίων κάθε ακόλαστης φαντασίας, ω, πραγματικά, τότε αυτό που ήταν στο περιθώριο θα ξεπηδήσει στο κέντρο, και θα χαθεί κάθε ίχνος του κέντρου.
Ο λαός του Θεού θα μεταμορφωνόταν σε μια σύνοδο τεράτων που ξέρασαν οι άβυσσοι της terra incognita, και τότε καρδιά του χριστιανικού βασιλείου θα γινόταν η περιφέρεια της γνωστής γης, οι Αριμασποί θ΄ ανέβαιναν στον θρόνο του Πέτρου, οι Βλέμυες στα μοναστήρια, οι νάνοι με τις χοντρές κοιλιές και τα τεράστια κεφάλια θα φύλαγαν την βιβλιοθήκη! Οι δούλοι θα υπαγόρευαν τους νόμους, εμείς (μα κι εσύ επίσης) θα υπακούαμε, καθώς κάθε νόμος θα είχε καταλυθεί.
Κάποιος Έλληνας φιλόσοφος (που αποσπάσματά του παραθέτει εδώ ο Αριστοτέλης σου, συνένοχη και ρυπαρή auctoritas) είπε ότι η σοβαρότητα των αντιπάλων θα πρέπει να διασκεδάζεται με το γέλιο, και το γέλιο να αντιπαρατίθεται στην σοβαρότητα. Η σωφροσύνη των πατέρων μας έχει κάνει την επιλογή της: αν το γέλιο είναι η τέρψη του όχλου, η ακολασία του όχλου αναχαιτίζεται, ταπεινώνεται και πειθαναγκάζεται με την σοβαρότητα. Και ο όχλος δεν έχει τα εφόδια για να εξευγενίσει το γέλιο του, έτσι που να το κάνει όπλο κατά της σοβαρότητας των ποιμένων, που οφείλουν να τον οδηγήσουν στην αιώνια ζωή και να τον απομακρύνουν από τους πειρασμούς της κοιλιάς, των γεννητικών οργάνων, της τροφής, των πρόστυχων του επιθυμιών.
Αν όμως μια μέρα κάποιος, ανακινώντας τα λόγια του Φιλοσόφου, και μιλώντας επομένως σαν Φιλόσοφος, αναγάγει την τέχνη του γέλιου σε επιδέξιο όπλο, αν η ρητορική της πειθούς αντικατασταθεί από την ρητορική του χλευασμού, αν η ρητορεία, που σκοπεύει σε υπομονετική και σωτήρια δημιουργία εικόνων λύτρωσης, αντικατασταθεί από την ρητορεία της ανυπόμονης καταστροφής και της παραμόρφωσης των πιο ιερών και σεβαστών εικόνων –ω! την ημέρα εκείνη ακόμα κι εσύ και όλη η σοφία σου Γουλιέλμο, θα έχετε ανατραπεί!»
Αυτή η απαγόρευση του γέλιου και επίσημα, κατά τον Ζαρατούστρα είναι το μεγαλύτερο αμάρτημα, λέγοντας πως ο άνθρωπος που δεν μπορεί να γελάσει δεν μπορεί να παραμείνει υγιής και ακέραιος, πάσχει από έλλειψη Πνευματικότητας. Το να αφαιρείς το γέλιο και τον ενθουσιασμό από τον άνθρωπο ισοδυναμεί με θάνατο, σαν να τον ευνουχίζεις Πνευματικά, μια και το γέλιο περικλείει και τις τρεις διαστάσεις της ύπαρξης, το σώμα, το νου και την ψυχή.
Κωμωδία και Τραγωδία.
H πιο έντονη αντίθεση μεταξύ κωμωδίας και τραγωδίας είναι ότι η κωμωδία αντλούσε τα θέματά της από την καθημερινή ζωή και την κοινωνική πραγματικότητα: οι προλήψεις και τα ελαττώματα των ανθρώπων, τα επίκαιρα πολιτικά ή κοινωνικά γεγονότα αποτελούσαν το μύθο της. Γι’ αυτό άλλωστε η κωμωδία αποτελεί μια βασική πηγή για τη γνώση της εποχής στην οποία διαδραματίζεται.
Αν και οι πρώιμες βαθμίδες στην εξέλιξη της κωμωδίας μάς είναι άγνωστες, γνωρίζουμε ότι παιζόταν κατά τον εορτασμό των Ληναίων, τα οποία διοργάνωνε ο επώνυμος άρχοντας τον αττικό μήνα Γαμηλιώνα (Ιανουάριος – Φεβρουάριος) προς τιμήν του Ληναίου Θεού Διονύσου, έξω από το άστυ. Η λατρεία του ήταν αρχαιότερη από του Διονύσου Eλευθερέα που τον τιμούσαν με τις τραγωδίες. Η πρώτη επίσημη συμμετοχή κωμωδίας στις εκδηλώσεις των Ληναίων έγινε στα μέσα του 5ου αιώνα π.κ.ε. Στα Μεγάλα Διονύσια δίνονταν παραστάσεις κωμωδίας ήδη από το 486 π.κ.ε., όχι όμως κατά την διάρκεια των δραματικών αγώνων.
Η γένεση της κωμωδίας προέρχεται, κατά την κυρίαρχη άποψη, από το τραγούδι μιας θορυβώδους συντροφιάς, τον κώμο, που ένωνε τους πιστούς του Θεού σε ένα αχαλίνωτο κέφι. Σ’ αυτές τις εκδηλώσεις γίνονταν πομπές με φαλλούς και σχετικά τραγούδια, ενώ υπάρχει η πληροφορία ότι οι φαλλοφόροι ξεχώριζαν ορισμένους από τους θεατές που γίνονταν αντικείμενο πειραγμάτων με λέξεις συχνά χυδαίες. Τέτοια κεφάτα και χοντρά πειράγματα συναντούμε και σήμερα ως σταθερό στοιχείο στις γιορτές της Αποκριάς. Σ’ αυτό το παλιό αλλά και ζωντανό έθιμο είναι ριζωμένες οι προσωπικές επιθέσεις και οι βωμολοχίες που συναντούμε στα έργα του Αριστοφάνη.
Σύμφωνα με μιαν άλλη θεωρία η γένεση της κωμωδίας ξεκινά από την κώμη, δηλαδή το χωριό. Χωρικοί πήγαιναν τη νύχτα στην πόλη και τραγουδούσαν μπροστά στα σπίτια πολιτών, από τους οποίους είχαν αδικηθεί, τραγούδια με τα οποία τους κατηγορούσαν. Αυτή η εκδήλωση εντάσσεται στον τύπο λαϊκής δικαιοσύνης, γνωστής σε πολλούς λαούς. Φαίνεται αρκετά πιθανόν, το προσωπικό σκώμμα της κωμωδίας, η ιαμβική ιδέα, να έχει τις ρίζες του και σε αυτό το έθιμο. Στις συγκεκριμένες πομπές έπαιζαν συχνά ρόλο και ζώα που τα τραβούσαν μαζί τους. Ίσως εδώ να ανάγονται και οι τίτλοι πολλών κωμωδιών που φέρουν ονόματα ζώων.
Η Αριστοφανική κωμωδία παρουσιάζει την εξελιγμένη μορφή αυτών των πομπών, χορών και χορωδιών. Χαρακτηρίζεται από την παράβαση, την εφόρμηση δηλαδή με επιθετικούς στίχους, που αποτελεί τον κυρίως άξονα, προσθέτονται όμως και μέρη που χρειάζονται πια τον ηθοποιό. Το σημαντικότερο απ’ αυτά είναι η σκηνή της φιλονικίας, ο αγών.
Η κωμωδία διακρίνεται στην αρχαία (τέλη 5ου αιώνα π.κ.ε.), η οποία είναι κατεξοχήν σατιρική, γεμάτη οίστρο και καταπιάνεται κυρίως με τα πολιτικά πράγματα της εποχής, τη μέση (αρχές 4ου αιώνα π.κ.ε.) και την νέα κωμωδία (4ος-3ος αιώνας π.κ.ε.), οι οποίες συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον τους στον οικογενειακό βίο και την μελέτη των χαρακτήρων.
Ο πρώτος ποιητής, για τον οποίο γνωρίζουμε ότι έδωσε στην κωμωδία κάποιο δραματικό περιεχόμενο είναι ο Επίχαρμος, που γεννήθηκε στην Κω στις αρχές του 5ου αιώνα π.κ.ε. έζησε όμως στα Υβλαία Μέγαρα της Σικελίας. Από τα έργα του έχουν σωθεί μικρά αποσπάσματα. Σύγχρονός του ήταν ο Φόρμις. Δυστυχώς, ενώ μας είναι γνωστή μια πλειάδα ονομάτων από κωμικούς ποιητές (Μάγνης, Κράτης, Κρατίνος, Εύπολις, κ.ά.), δεν έχουν σωθεί παρά ελάχιστα αποσπάσματα ή και μόνο τίτλοι έργων τους. Έτσι, η αρχαία αττική κωμωδία αντιπροσωπεύεται αποκλειστικά από την πολιτική κωμωδία του Αριστοφάνη.
Οι φιλόσοφοι για το γέλιο.
Τι σημαίνει τελικά “γέλιο”; Τι είναι αυτό που βρίσκουμε όλοι μας σε έναν γελωτοποιό; Γιατί γελάμε; Από την αρχαία εποχή, την εποχή του Αριστοφάνη προσπάθησαν να ερμηνεύσουν αυτήν την έννοια που πάντα μας ξεγλιστράει. Αυτή η λέξη μας συνδέει με την αρχαιότητα και τους γελωτοποιούς που ήταν άνθρωποι με οξύνοια που προκαλούσαν χαρά κι ευχαρίστηση στους ανθρώπους τότε, μέχρι και σήμερα.
Αρχαία κωμωδία (486-400 π.κ.ε.): H Αρχαία κωμωδία έγινε θεσμός για πρώτη φορά στην Αθήνα, στα Μεγάλα Διονύσια, το 486 π.κ.ε. πενήντα σχεδόν χρόνια μετά την καθιέρωση της τραγωδίας (534 π.κ.ε.). Αγώνας κωμωδίας διοργανώθηκε, με ευθύνη της πόλης, το 442 π.κ.ε. στα Λήναια, με υπεύθυνο οργάνωσης τον άρχοντα βασιλέα. Ο Θεατρικός χώρος ήταν ο ίδιος με την τραγωδία, το θέατρο του Διονύσου, ενδεχομένως όμως, σύμφωνα με την άποψη ερευνητών, χρησιμοποιούσαν για τους κωμικούς αγώνες και το θέατρο των Ληναίων, στα δυτικά της Ακρόπολης. Σε καθεμιά από τις τρεις ημέρες του εορτασμού οι θεατές έβλεπαν τα έργα ενός τραγικού, μια τετραλογία (τρεις τραγωδίες και ένα σατυρικό δράμα) και τρεις έως πέντε κωμωδίες.
Κύριο γνώρισμα της κωμωδίας είναι ο πολιτικός της χαρακτήρας, η παρουσίαση δηλαδή επί σκηνής επίκαιρων κοινωνικών και πολιτικών θεμάτων, ιδιαίτερα δύο κεντρικών: πόλεμος και ειρήνη, κρίση του θεσμού της πόλης. Άλλα γνωρίσματά της είναι η βωμολοχία και η δηκτική [(< δάκνω) = καυστική] σάτιρα γνωστών προσώπων (στοιχεία που επιβιώνουν στην σημερινή επιθεώρηση).
H αθηναϊκή δημοκρατία, εξασφαλίζοντας την ελευθερία και την ισότητα μεταξύ των πολιτών, είχε δώσει στην κωμωδία το δικαίωμα της παρρησίας (πᾶν + ῥῆσις = λόγος), της ελευθερίας δηλαδή λόγου, στον ποιητή, χωρίς να φοβάται μήπως τον καταγγείλουν για συκοφαντία ή εξύβριση, γιατί τον προστάτευε ο Ιερός Νόμος του Θεού Διονύσου. Έτσι, ο κωμικός ποιητής τοποθετείται σε κάθε σοβαρό ηθικοθρησκευτικό και πολιτικοκοινωνικό πρόβλημα της εποχής του, ασκεί κριτική σε όλα τα σημαντικά πρόσωπα, διασύρει όχι μόνο τη δημόσια αλλά και την ιδιωτική ζωή τους (ὀνομαστὶ κωμῳδεῖν).
H προσωπική αυτή σάτιρα, στην αρχή, είχε σκοπό να διασκεδάζει το ακροατήριο. Στην συνέχεια, όμως, παράλληλα με την τραγωδία, συνέβαλε στην βελτίωση της πολιτείας, στηλιτεύοντας κάθε παρανομία και ασκώντας οξύτατη κριτική στα «τῆς πόλεως πράγματα» και σε όσους τα διαχειρίζονται. Δεν προκαλούσε δηλαδή μόνο ευθυμία και γέλιο, αλλά ήταν και ωφέλιμη, «χρηστὰ τῇ πόλει λέγειν».
H Αρχαία κωμωδία αντιτάχθηκε σε κάθε ανανεωτική κίνηση της εποχής της, υπερασπίστηκε με πείσμα τα ιδανικά της και επέκρινε ανηλεώς τους εκπροσώπους κάθε νεωτερισμού. Πήρε συντηρητική θέση στο πρόβλημα της παιδείας, της ποίησης, της μουσικής. Χτύπησε τους φιλοπόλεμους και προπαγάνδισε την ειρήνη. Oι κωμικοί ποιητές ανήκουν στην αντιπολίτευση, αλλά ως προς τα πολιτικά τους φρονήματα δεν ήταν λιγότερο δημοκρατικοί από τους ακροατές τους, οι οποίοι διασκέδαζαν ακούγοντας να διακωμωδούνται οι αρχηγοί τους ή οι πολιτικές τους απόψεις. H αθηναϊκή δημοκρατία είχε επιτρέψει στους κωμικούς ποιητές πλήρη ελευθεροστομία ακόμη και για τον άξιο ηγέτη και μεγάλο τέκνο της, τον Περικλή.
Γλώσσα της κωμωδίας είναι η ομιλούμενη αττική διάλεκτος -όλων των τάξεων- που διανθίζεται από παρωδίες της επικής, λυρικής και τραγικής γλώσσας, από νεολογισμούς συνθέτων και από τύπους άλλων ελληνικών ιδιωμάτων ή διαλέκτων. Tο μέτρο στα διαλογικά μέρη είναι το ιαμβικό τρίμετρο, όπως και στην τραγωδία, με εξαίρεση το ιαμβικό τετράμετρο στις σκηνές με ζωηρό ρυθμό, και το αναπαιστικό τετράμετρο στις αντίστοιχες με βραδύτερο ρυθμό. Στα χορικά μέρη υπάρχει μεγάλη ποικιλία.
Κυριότεροι εκπρόσωποι της Αρχαίας κωμωδίας
Στην Αθήνα, εκτός από τον Αριστοφάνη, έζησαν πολλοί ποιητές κωμωδιών· γνωρίζουμε τα ονόματα 60 περίπου, οι οποίοι παρουσίασαν εκατοντάδες κωμωδιών που χάθηκαν όλες, εκτός από μερικούς στίχους ή τίτλους έργων. Στους παλαιότερους ανήκουν ο Mάγνης, που είχε κερδίσει 11 νίκες στα Μεγάλα Διονύσια, και ο Xιωνίδης, που αναφέρεται ως πρώτος νικητής το 486 π.κ.ε. Aπό τους κωμωδιογράφους, σύγχρονους και ανταγωνιστές του Αριστοφάνη, κυριότεροι αντιπρόσωποι είναι οι παρακάτω:
*Κρατίνος (520-423 π.κ.ε.): Θεωρείται ο δημιουργός της πολιτικής σάτιρας. Διακρίνεται για την γνήσια κωμική έμπνευση, την βιαιότητα και την ειλικρίνεια. Aπό τις 24 κωμωδίες του δεν έχουμε παρά ελάχιστα αποσπάσματα από το τελευταίο του έργο, την Πυτίνη (= κρασοκανάτα, φλασκί), που κέρδισε το πρώτο βραβείο (423 π.κ.ε.), ενώ ο Αριστοφάνης, την ίδια χρονιά, το τρίτο με τις Νεφέλες. O ποιητής μορφοποιεί σε κωμωδία την τραγωδία της ζωής του (πάθος για το κρασί).
*Kράτης (περί το 450 π.κ.ε.): Έγραψε οργανωμένες κωμωδίες, με υπόθεση, και παρουσίασε φιλοσοφικές αλληγορίες. Κέρδισε τρεις νίκες.
*Eὔπολις (445-412 π.κ.ε.): Έγραψε 17 κωμωδίες, με 7 πρώτες νίκες. Διακρίνεται για την ικανότητα στην πλοκή της υπόθεσης. Υπήρξε σφοδρός πολέμιος της φαυλότητας. Φίλος στην αρχή του Αριστοφάνη, έγινε αργότερα εχθρός του.
*Φερεκράτης (β’ μισό 5ου αι. π.κ.ε.): Έγραψε 16 κωμωδίες και διακρίνεται για την ευρηματικότητα στη θεματική των κωμωδιών του, π.χ. Mυρμηκάνθρωποι.
Αριστοφάνης: Ο Αριστοφάνης θεωρείται ο μεγαλύτερος απ’ τους κωμικούς ποιητές της αρχαιότητας που άφησε εποχή στην εξέλιξη της αρχαίας κωμωδίας, στην οποίαν αναδείχτηκε ο σημαντικότερος εκπρόσωπος και διαμορφωτής. Για την ζωή του ξέρουμε πολύ λίγα, ίσως γιατί παρόλο που κυριάρχησε για 40 χρόνια στο αττικό θέατρο κι ήταν πολύ δημοφιλής, ζούσε μια μοναχική ζωή γεμάτη από πνευματικές ασχολίες. Το σίγουρο πάντως είναι πως ήταν Αθηναίος, απ’ τον δήμο των Κυδαθηναίων κι απ’ την Παντιονίδα φυλή. Ονομαζόταν ακόμα κι Αιγινίτης, γιατί έμενε σχεδόν συνέχεια στ’ αγρόκτημά του στην Αίγινα. Γεννήθηκε ανάμεσα στο 455 και 450 π.κ.ε. και πέθανε ίσως το 385 π.κ.ε.
Είχε εξαιρετική μόρφωση και παρακολουθούσε με πολύ ενδιαφέρον την πολιτική και κοινωνική ζωή της Αθήνας σατιρίζοντας στις κωμωδίες του που τις παρουσίαζε στην σκηνή με ψευδώνυμο, τα τρωτά προσώπων και γεγονότων μ’ απαράμιλλο τρόπο. Παντρεύτηκε νέος κι έκανε τρία παιδιά (Φίλιππο, Νικόστρατο, Αραρότα). Απ’ αυτούς ο τελευταίος συνέχισε το έργο του πατέρα του. Έγραψε 44 κωμωδίες απ’ τις οποίες ολόκληρες σωθήκαν 11 που είναι σε χρονολογική σειρά: Αχαρνής, Ιππής, Νεφέλαι, Σφήκες, Ειρήνη, Όρνιθες, Λυσιστράτη, Θεσμοφοριάζουσαι, Πλούτος, Βάτραχοι, Εκκλησιάζουσαι. Στα έργα του που ήσαν γεμάτα από αισχρολογίες οι οποίες δεν θεωρούνταν τότε απρεπείς, περιέλαβε τα ζωντανότερα και πιο καθημερινά γλωσσικά στοιχεία δίνοντας έτσι στην αττική διάλεκτο ύψος, λεπτότητα κι ευλυγισία.
Η κριτική που ασκούσε στην πολιτική, την κοινωνία και την θρησκεία της εποχής του ήταν σκληρή και δεν δίσταζε να βάλει στο στόχαστρο ακόμα κι εμβληματικές φιγούρες. Παρά την τόλμη του αυτή, οι λύσεις που ο ίδιος πρότεινε στα προβλήματα ήταν άκρως συντηρητικές και ουτοπικές η επιστροφή προς τα πίσω, προς τις παλιές αξίες και τα ιδανικά των προγόνων. Οι κωμωδίες του περιέχουν ρητορική επιχειρηματολογία κι εκλεπτυσμένες γλωσσικές εκφράσεις, παρά τις βρωμολοχίες. Μάλιστα οι μελετητές επισημαίνουν πως οι ήρωές του κάποιες φορές μιλούν τόσο σοβαρά ώστε πλησιάζουν τα επίπεδα της τραγωδίας. Κάθε σοβαρή κι εκλεπτυσμένη έκφραση ακολουθείται από μια βωμολοχία, προκειμένου να εξισορροπηθεί το κωμικό στοιχείο. Ο ίδιος είναι από τους λίγους ποιητές της εποχής του που δεν σκηνοθετούσαν τα έργα τους, αλλά τα έδινε σε επαγγελματίες χοροδιδασκάλους. όλες του όμως οι κωμωδίες κλείνουν με μια εικόνα λαϊκού πανηγυριού.
Πλάτωνας: Αμφιβολίες εξέφρασε σχετικά με την ηθικότητα του γέλιου και της κωμωδίας ως το αυτάρεσκο αίσθημα ανωτερότητας το οποίο νοιώθουμε αποκλειστικά εμείς οι άνθρωποι. Είναι γεγονός ότι μας διασκεδάζουν οι ατυχίες των συνανθρώπων μας. Τυπικά είχε δίκιο, αν σκεφτούμε τα γέλια που μας προκαλούν τα πεσίματα, τα γλιστρήματα, ή τα (άλλα αστεία για εμάς) ατυχήματα που συμβαίνουν στους άλλους. Πάντα γελάμε με αυτές τις κωμικοτραγικές καταστάσεις, επειδή, λανθασμένα, θεωρούμε τον εαυτό μας πιο έξυπνο από τον εκάστοτε άτυχο.
“Τραγωδία είναι όταν εγώ κόβω το δάχτυλό μου. Κωμωδία είναι όταν εσύ περπατώντας πέφτεις σε έναν υπόνομο και πεθαίνεις”. Μελ Μπρουκς, 1926, Αμερικανός κωμικός.
“Στην κωμωδία υπάρχουν δύο μόνο ρόλοι: Αυτός που βαράει και αυτός που τον βαράνε. Αυτός που βγάζει γέλιο δεν είναι ποτέ αυτός που βαράει”. Ζωρζ Φεϋντώ, 1862-1921, Γάλλος θεατρικός συγγραφέας.
Αριστοτέλης: Κωμωδία/μίμησης πράξεως, όπου το γέλιο επιφέρει την κάθαρση με ανώδυνο τρόπο.
“Η κωμωδία, όπως το έχουμε ήδη πει, είναι μίμηση ανθρώπων χειρότερων από τον μέσο όρο των συνηθισμένων καθημερινών ανθρώπων, όχι όμως ενσχέσει με κάθε είδος κακίας, αλλά μόνο ενσχέσει με την ασχήμια, της οποίας μέρος είναι καθετί που, ως καταγέλαστο, προκαλεί το γέλιο. Ό,τι, πράγματι, προκαλεί το γέλιο είναι μια λαθεμένη συμπεριφορά ή μια ασχήμια που δεν προξενεί πόνο ή βλάβη· μια κωμική μάσκα, επι παραδείγματι, είναι άσχημη ή αποτροπιαστική χωρίς να προξενεί πόνο.
Οι διαδοχικές λοιπόν εξελικτικές μεταβολές της τραγωδίας και τα πρόσωπα στα οποία αυτές οφείλονται δεν μας είναι άγνωστα πράγματα. Αντίθετα, τα σχετικά με την κωμωδία έμειναν άγνωστα, επειδή από την αρχή δεν ελήφθηκαν σοβαρά υπόψη· απόδειξη είναι και το γεγονός ότι Χορό για κωμικές παραστάσεις ο άρχοντας έδωσε σχετικά αργά· ως τότε ήταν θέμα εθελοντικής ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Και μόνο όταν η κωμωδία απέκτησε κάποιες οριστικοποιημένες πια μορφές άρχισαν οι άνθρωποι να συγκρατούν στη μνήμη τους ονόματα ποιητών της. Ποιος όμως ήταν ο εισηγητής των προσωπείων, των προλόγων ή του αριθμού των υποκριτών, όλα αυτά και τα παρόμοια δεν τα γνωρίζουμε. Το πλάσιμο, πάντως, κωμικών μύθων ξεκίνησε από τη Σικελία: εκεί ήταν ο Επίχαρμος και ο Φόρμις. Από τους ποιητές όμως της Αθήνας πρώτος ο Κράτης, αφήνοντας καταμέρος τα βασικά χαρακτηριστικά της ιαμβικής ποίησης, άρχισε να πλάθει γενικού περιεχομένου υποθέσεις και μύθους.
Η επική λοιπόν ποίηση, στον βαθμό που είναι μίμηση -με έμμετρο λόγο- σοβαρών και αξιόλογων πραγμάτων, παρακολούθησε την τραγωδία· διαφέρουν, ωστόσο, από την άποψη ότι η επική ποίηση χρησιμοποιεί μία μόνο μετρική μορφή και είναι απλή αφήγηση. Διαφέρουν όμως και από την άποψη του «μήκους»: η τραγωδία φροντίζει να εκτυλίσσεται, όσο το δυνατόν μέσα σε μια περιφορά του ήλιου ή, έστω, με μικρή μόνο παρέκκλιση από το χρονικό αυτό πλαίσιο, ενώ η επική ποίηση δεν έχει σαφώς καθορισμένα χρονικά πλαίσια. Είναι και αυτό μια διαφορά τους — αν και στην αρχή οι ποιητές λειτουργούσαν με τον ίδιο τρόπο στις τραγωδίες και στα επικά ποιήματα. Διαφέρουν όμως και ως προς τα συστατικά τους στοιχεία: κάποια από αυτά είναι κοινά και στα δύο είδη, ενώ κάποια άλλα χαρακτηρίζουν ιδιαίτερα την τραγωδία. Γι᾽ αυτό και όποιος είναι σε θέση να κρίνει ποια τραγωδία είναι καλή και ποια κακή, μπορεί να εκφέρει παρόμοια κρίση και ενσχέσει με την επική ποίηση· γιατί όσα έχει η επική ποίηση, τα έχει και η τραγωδία, ενώ όσα έχει η τραγωδία, δεν τα έχει όλα η επική ποίηση.” Ποιητική (1449a-1449b)
Δημόκριτος: Πίστευε ότι η αρχή που πρέπει να κυβερνά τους ανθρώπους είναι η αρμονία. Αν υπάρχει αρμονία στις επιθυμίες μας, θα επιτύχουμε και την ηρεμία στο σώμα. Η γαλήνη στην ψυχή είναι η ευθυμία. Ο Δημόκριτος γελούσε πολύ βλέποντας την δυσαναλογία μεταξύ των σχολίων των ανθρώπων και της ιδέας που είχαν για τον εαυτό τους σε σχέση με την θέση τους στο σύμπαν.
Κάλεσαν τον Ιπποκράτη οι Αβδηρίτες να θεραπεύσει το Δημόκριτο που είχε, λέει, τρελαθεί και γελούσε συνεχώς. Το τι έγινε και τι αποτελέσματα προέκυψαν, το περιγράφει ο Ιπποκράτης σε μια επιστολή του. Η εξέταση του Δημόκριτου για «τρέλα» από τον Ιπποκράτη:
«Εγώ είπα: λέγε στο όνομα των Θεών, όλος ο κόσμος νοσεί χωρίς να το αντιλαμβάνεται και δεν μπορεί να ζητήσει από πουθενά βοήθεια για θεραπεία, γιατί τι θα υπήρχε πέρα από αυτόν; Εκείνος μου απάντησε: υπάρχουν άπειροι κόσμοι Ιπποκράτη και μην παίρνεις για τόσο λίγη και μικρή την φύση που έχει τόσο πλούτο. Αλλά αυτά Δημόκριτε, είπα εγώ, θα τα διδάξεις άλλη στιγμή πιο κατάλληλη, γιατί τώρα φοβάμαι μήπως και για το άπειρο ακόμη συζητώντας αρχίσεις να γελάς. Τώρα όμως ξέρε πως θα δώσεις λόγο στον κόσμο για το γέλιο σου.
Εκείνος τότε με κοίταξε έντονα και είπε: Εσύ νομίζεις πως δύο είναι οι αιτίες του γέλιου μου, τα καλά και τα άσχημα. Εγώ όμως γελώ με ένα μόνο, τον άνθρωπο, τον γεμάτο ανοησία, κενό από οτιδήποτε σωστό, που όλα του τα σχέδια μοιάζουν με του μικρού παιδιού και που υποφέρει τους αβάσταχτους μόχθους χωρίς να υπάρχει καμιά ωφέλεια.
Τον άνθρωπο που χωρίς να γνωρίζει μέτρο στην επιθυμία του πορεύεται ως τα πέρατα της γης και τα έγκατά της που δεν έχουν όρια, λιώνοντας το ασήμι και το χρυσάφι που ποτέ δεν σταματά να αποκτά, πάντα κάνοντας θόρυβο για περισσότερα για να μην πέσει σε λιγότερα και δεν ντρέπεται να ονομάζεται ευτυχισμένος, ενώ σκάβει στα βάθη της γης χρησιμοποιώντας αλυσοδεμένα χέρια, ανθρώπων από τους οποίους σε άλλους υποχωρεί η γη και τους πλακώνει και άλλους ο καταναγκασμός αυτός τους κρατάει χρόνια σε αυτή την κόλαση σαν να ήταν η πατρίδα τους, μαζεύοντας ασήμι και χρυσό, ψάχνοντας ίχνη της σκόνης και ψήγματα, σηκώνοντας εδώ κι εκεί σωρούς από άμμο, ανοίγοντας τις φλέβες της γης, σπάζοντας τους σβώλους και το χώμα για την απόκτηση περιουσίας, κάνοντας την μητέρα γη εχθρική και άλλοτε θαυμάζοντάς την κι άλλοτε καταπατώντας την, ενώ αυτή είναι πάντοτε η ίδια.
Πόσο γέλιο προκαλεί την επίμοχθη και κρυφή γη να αγαπούν και να υβρίζουν την φανερή. Άλλοι αγοράζουν σκυλιά, άλλοι άλογα κι άλλοι βάζοντας σύνορα σε μια μεγάλη περιοχή την ονομάζουν ιδιωτική τους περιουσία. Άλλοι πάλι που θέλουν να έχουν στην κατοχή τους μεγάλη έκταση, δεν το μπορούν μόνοι τους. Τότε σπεύδουν να παντρευτούν γυναίκες που ύστερα από λίγο καιρό τις διώχνουν, τις αγαπούν, τις μισούν, κάνουν παιδιά επειδή τα θέλουν κι ύστερα τα διώχνουν τελείως. Γιατί λοιπόν, Ιπποκράτη, μέμφθηκες το γέλιο μου; Γιατί κανένας δεν γελά με την δική του ανοησία, αλλά καθένας κοροϊδεύει την ανοησία του άλλου. Άλλοι γελούν με τους μεθυσμένους, όταν οι ίδιοι νομίζουν πως είναι νηφάλιοι, άλλοι με τους ερωτευμένους ενώ οι ίδιοι πάσχουν από σοβαρότερη ασθένεια, άλλοι με τους ναυτικούς, άλλοι μ’ εκείνους που ασχολούνται με την γεωργία- γιατί δεν συμφωνούν ούτε στα επαγγέλματα ούτε στα έργα…”
Ο Ν. Καζαντζάκης λέει πως: “Στην πιο αψηλή κορφή της λευτεριάς βρίσκεται ορθό το γέλιο.” Γι’ αυτό το λόγο διάλεξε τον Ζορμπά για ψυχικό οδηγό, για γκουρού, για γέροντα. Μόνο αυτός θα μπορούσε να τον σώσει, αφού ανάμεσα στ’ άλλα που χρειαζόταν και το διέθετε ο Ζορμπάς, ήταν:
“…το άγιο γάργαρο γέλιο από βαθιά πηγή, βαθύτερο από το σπλάχνο του ανθρώπου, που ανατινάζουνταν απολυτρωτικό στις κρίσιμες στιγμές από το γέρικο στήθος του Ζορμπά, ανατινάζουνταν και μπορούσε να γκρεμίσει -και γκρέμιζε- όλους τους φράχτες -ηθική, θρησκεία, πατρίδα- που άσκωσε γύρα του ο κακομοίρης, ο φοβιτσιάρης ο άνθρωπος, για να κουτσοπορέψει ασφαλισμένα τη ζωούλα”
Το γέλιο και τα οφέλη του.
Το γέλιο πράγματι πηγάζει από την ανατροπή της παγ(ι)ωμένης τάξης των πραγμάτων και της επικρατούσας επίσης παγ(ι)ωμένης λογικής και απαιτεί αστραπιαία στροφή της σκέψης, βρίσκοντας τις αφορμές του στην αιφνίδια ανατροπή της τάξης. Όταν το σώμα γελά και ενεργοποιεί την καρδιά, Ένας ιερός συντονισμός μυστικά συνωμοτεί για να γκρεμίσει τη θωρακισμένη ζωή. Όταν το σώμα χαίρεται, ο νους φωτίζεται, το συναίσθημα καθαρίζει. Το γέλιο κάνει ευκολότερη την αντιμετώπιση της ζωής και των προκλήσεων της. Μας τοποθετεί έντονα στην παρούσα στιγμή. Η ικανότητα να ζούμε την ζωή πλήρως και να βρισκόμαστε στο «τώρα» είναι τόσο σημαντική, γιατί μόνο στο «τώρα» μπορούμε να εμπειρευτούμε πλήρως την χαρά.
Το γέλιο μας βοηθά να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις και τις συγκρούσεις καλύτερα γιατί μας δίνει μια πιο ισορροπημένη προοπτική. Τα προβλήματα μοιάζουν λιγότερο φορτισμένα και ισχυρά. Τα διάφορα θέματα που προκύπτουν μας αγγίζουν, αλλά δεν μας κυριεύουν. Εάν είμαστε σε θέση να γελάμε με τα προβλήματα, τότε αυτά φθίνουν. Ακόμα και ενοχλητικά χαρακτηριστικά ατόμων με τους οποίους ερχόμαστε σε επαφή, ξαφνικά μοιάζουν λιγότερο σημαντικά και γίνονται ανεκτά (και γιατί όχι, συμπαθητικά), όταν γελάμε με την ενόχλησή μας για αυτά. Προσοχή! Δεν γελάμε εις βάρος του ατόμου, αλλά αλλάζουμε την προσέγγισή μας σε εκείνα τα χαρακτηριστικά που μας ενοχλούν σε αυτό!
Το γέλιο μας κάνει να νιώθουμε καλά, γιατί εξουδετερώνει επώδυνα συναισθήματα όπως φόβο, θυμό, ανία, απελευθερώνοντάς τα. Αυτή η απελευθέρωση μπορεί να παρεμποδίσει ή και να σταματήσει τις αψιμαχίες, να εξομαλύνει τις εντάσεις και να μας βοηθήσει να δούμε και να κατανοήσουμε την οπτική γωνία των άλλων ανθρώπων.
Το γέλιο μας κάνει γενναιόδωρους, σε βαθμό που απολαμβάνουμε περισσότερο να δίνουμε, από το να λαμβάνουμε. Μας ανυψώνει ψυχολογικά και κάνει τη ζωή μας άξια να την ζούμε. Το γέλιο μας βοηθάει να χαλαρώσουμε, μειώνοντας το στρες και την ένταση. Απολαμβάνουμε την παρέα των άλλων ανθρώπων περισσότερο από ποτέ άλλοτε.
Είναι δύσκολο να παραμένεις σε σύγκρουση με κάποιον ενώ γελάς. Τα παιχνίδια επιβολής μας κάνουν να εστιάζουμε στις ανάγκες μας και να αγνοούμε τις ανάγκες των άλλων. Το γέλιο δίνει ένα σταδιακό τέλος σε αυτό το παιχνίδι κυριαρχίας. Το γέλιο μας επιτρέπει να είμαστε πιο ανοιχτοί ο ένας με τον άλλο. Δημιουργεί μια αίσθηση ασφάλειας όπου τα οποιαδήποτε ζητήματα μοιάζουν λιγότερο σημαντικά. Μας επιτρέπει να εκφραζόμαστε πιο ελεύθερα, γιατί σκεφτόμαστε πιο καθαρά και δημιουργικά όταν γελάμε.
Όταν γελάμε μαζί με άλλους είμαστε διασκεδαστικοί και παρέχουμε καλή παρέα. Τακτικές δόσεις γέλιου και παιχνιδιού μας κάνουν να είμαστε ερωτευμένοι με την ζωή και τους άλλους ανθρώπους χωρίς κόπο. Το γέλιο μας κάνει πιο αρεστούς γιατί μειώνει την τάση μας να νιώθουμε περισσότερη αυτοπεποίθηση, κρίνοντας και αναλύοντας τους άλλους.
Όταν γελάμε μαζί με άλλους, η επίκριση και ο σαρκασμός εξατμίζονται. Είμαστε σε θέση να τους επιτρέπουμε να είναι οι εαυτοί τους και τους χαιρόμαστε περισσότερο γι’ αυτό. Το γέλιο είναι ένα μονοπάτι προς την ανιδιοτελή αγάπη. Η αγάπη που βασίζεται σε νοητικές λειτουργίες θέτει πάντα όρους, είναι ιδιοτελής. Η αγάπη που έρχεται από την καρδιά είναι ανιδιοτελής. Οι ποιότητες ανάπτυξης δεσμών που φέρει το γέλιο, μας επιτρέπουν να νιώθουμε τέτοια συναισθηματική θαλπωρή, που θέλουμε να είμαστε και φυσικά, αλλά και πνευματικά, κοντά στους άλλους.
Είμαστε πλάσματα της συνήθειας, και συχνά συμπεριφερόμαστε με τρόπους που έρχονται σε αντίθεση με την αυτoεικόνα μας. Το γέλιο επιτρέπει να από-προγραμματίσουμε τις αυτόματες αντιδράσεις μας. Ένα παράδειγμα είναι να γελάει κανείς, αντί να νευριάζει, με έναν υψηλό λογαριασμό πιστωτικής κάρτας. Αναγνωρίστε τους στρεσσογόνους παράγοντες της ζωής σας, οι οποίοι παραδοσιακά σας προκαλούσαν νεύρα, και σχεδιάστε μόνοι σας ασκήσεις γέλιου, που θα απο-προγραμματίσουν τις αυτόματες ή υποσυνείδητες αντιδράσεις σας.
Από το “Όνομα του Ρόδου” πως διαστρεβλώνουν οι παρασιτικοί την έννοια του γέλιου γιατί δεν το αντέχουν.
“Μιλούσαμε για το γέλιο”, είπε στυφά ο Χόρχε. “Οι κωμωδίες γράφτηκαν από τους ειδωλολάτρες για να ωθήσουν τους θεατές στο γέλιο, και πράξανε κακώς. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστούς δε διηγήθηκε ποτέ ούτε κωμωδίες ούτε μύθους, μα διαυγείς παραβολές που μας διδάσκουν αλληγορικά πώς να κερδίσουμε τον Παράδεισο, και έτσι πρέπει να είναι”.”Αναρωτιέμαι”, είπε ο Γουλιέλμος, “γιατί αντιτίθεστε τόσο στη σκέψη ότι ίσως ο Ιησούς γελούσε. Εγώ πιστεύω ότι το γέλιο είναι ένα καλό φάρμακο, όπως τα λουτρά. Θεραπεύει τους χυμούς και τις άλλες νόσους του σώματος, και ιδιαίτερα τη μελαγχολία”
“Τα λουτρά είναι καλό πράγμα”, είπε ο Χόρχε, “και τα συμβουλεύει και ο ίδιος ο Ακινάτης για την καταπολέμηση της θλίψης που μπορεί να γίνει άσχημο πάθος, όταν δεν αντιμάχεται το Κακό που μόνο η τόλμη μπορεί να αποδιώξει. Τα λουτρά αποκαθιστούν την ισορροπία των χυμών. Το γέλιο δονεί το σώμα, παραμορφώνει τις γραμμές του προσώπου, κάνει τον άνθρωπο να μοιάζει πίθηκος”.”Οι πίθηκοι δεν γελούν, το γέλιο είναι ίδιον του ανθρώπου, είναι σημείο του ορθολογισμού του”, είπε ο Γουλιέλμος.”Σημείο του ορθολογισμού του ανθρώπου είναι και ο λόγος, και με τον λόγο μπορούμε να βλασφημήσουμε το Θεό. Το γέλιο είναι σημείον ηλιθιότητας. Αυτός που γελά δεν πιστεύει σ’ αυτό που γελά, αλλά ούτε και το μισεί. Γι’ αυτό ο Κανόνας λέγει: “Ο δέκατος βαθμός ταπείνωσης είναι να μην είναι κανείς εύκολος κι έτοιμος να γελάσει, γιατί υπάρχει στις γραφές: ο μωρός ανυψώνει τη φωνή του μέσα στα γέλια”.”Ο Κυϊντιλιανός”, διέκοψε ο δάσκαλος μου, “λέγει ότι το γέλιο θα πρέπει να καταπνίγεται στους πανηγυρικούς για λόγους αξιοπρέπειας, θα πρέπει όμως να ενθαρρύνεται σε πολλές άλλες περιπτώσεις. Ο Τάκιτος επαινεί την ειρωνεία του Κολπούρνιου Πείσωνος, και ο Πλίνιος ο Νεότερος γράφει: “κάποτε επίσης γελώ, αστειεύομαι, παίζω, είμαι άνθρωπος”.”Ήταν ειδωλολάτρες”, απάντησε ο Χόρχε.” Ο Κανόνας λέει: τα αδιάντροπα και μάταια λόγια κι αυτά που προκαλούν το γέλιο αποκλείουμε από παντού και δεν επιτρέπουμε στον κατηχούμενο ν’ ανοίγει το στόμα του για τέτοιες κουβέντες”.
Αφού, όμως, ο λόγος του Χριστού θριάμβευσε επί γης, ο Συνέσιος της Κυρήνης είπε ότι η θεία δύναμη μπόρεσε να συνενώσει αρμονικά το κωμικό με το τραγικό, και ο Ήλιος Σπαρτιανός, μιλώντας για τον Αυτοκράτορα Αδριανό, άνθρωπο υψηλού ήθους και ψυχής naturaliter χριστιανικής, είπε ότι ήξερε να συνδυάζει τις στιγμές της ευθυμίας με τις στιγμές της σοβαρότητας. Και τέλος, ο Αυσόνιος συνιστά να χρησιμοποιούμε με σύνεση τη σοβαρότητα και την ευθυμία”. “Η ψυχή είναι γαλήνια μόνον όταν ατενίζει την αλήθεια και αγάλλεται από τις αγαθές πράξεις που έκανε και κανείς δε γελά για την αλήθεια και το αγαθό. Το γέλιο είναι ο υποκινητής της αμφιβολίας”.”Κι όμως, η αμφιβολία είναι κάποτε σωστή”.
“Διηγούνται για τον Άγιο Μαύρο ότι, όταν οι ειδωλολάτρες τον έβαλαν μέσα σε βραστό νερό, παραπονέθηκε ότι το λουτρό του ήταν πολύ κρύο ο άρχοντας των ειδωλολατρών έβαλε τότε ανόητα το χέρι του μέσα στο νερό για να το δοκιμάσει, και κάηκε. Ήταν μια ωραία πράξη αυτού του άγιου μάρτυρα, που γελοιοποίησε τους εχθρούς της πίστης”. Ο Χόρχε σάρκασε: “Ακόμα και στα επεισόδια που διηγούνται οι ιεροκήρυκες υπάρχουν πολλές φλυαρίες. Ένας άγιος μέσα σε καυτό νερό υποφέρει για τον Χριστό και συγκρατεί τις κραυγές του, δεν κάνει παιδιάστικα αστεία στους ειδωλολάτρες!”.”Βλέπετε;”, είπε ο Γουλιέλμος, “η ιστορία αυτή σας φαίνεται να προσβάλλει τη λογική και την κατηγορείτε για γελοία! Έστω και σιωπηρά, έστω και συγκρατώντας τα χείλη σας, γελάτε για κάτι και μου ζητάτε να μην το πάρω στα σοβαρά. Διακωμωδείτε το γέλιο, μα γελάτε”. Ο Χόρχε χειρονόμησε ενοχλημένος: “Με τους αστεϊσμούς για το γέλιο, με παρασύρετε σε άσκοπες συζητήσεις. Ξέρετε, όμως, ότι ο Χριστός δε γελούσε”.”Δεν είμαι βέβαιος. Όταν καλεί τους Φαρισαίους να ρίξουν τον πρώτο λίθο, όταν ζητά να μάθει ποιος απεικονίζεται στο νόμισμα που θα δοθεί ως φόρος, όταν παίζει με τις λέξεις και λέει “Σύ εἶ Πέτρος”, πιστεύω ότι έλεγε πράγματα ευφυή, που σπέρναν τη σύγχυση στους αμαρτωλούς και εμψύχωναν τους πιστούς του. Ακόμα, μιλάει με ευφυΐα όταν λέει στον Καϊάφα: “Σύ εἴπας”. Και ο Ιερόλαμος, στα σχόλια επί του Ιερεμία, εκεί που ο θεός λέει στην Ιερουσαλήμ “γύμνωσα τους μηρούς στο πρόσωπο σου”, εξηγεί: “δηλ. θα γυμνώσω και θα καθαρίσω τους μηρούς και τα οπίσθια σου”. Ως κι ο Θεός, λοιπόν, εκφράζεται με αστεϊσμούς για να σπείρει τη σύγχυση σ’ αυτούς που θέλει να τιμωρήσει. Ο. Έκο, “Το όνομα του ρόδου” εκδ. Γνώση, Αθήνα 1995, (σ.σ. 175-180)
Γιατί δε γελάει ο άνθρωπος σήμερα;
Σήμερα ο άνθρωπος γελά πολύ λίγο, φαινόμενο που θα επιδεινώνεται διαρκώς. Ποιοι είναι όμως μερικοί από τους λόγους για τους οποίους συμβαίνει αυτό; Πρώτον: Ο εξοντωτικός σύγχρονος τρόπος ζωής του, τα προβλήματα της καθημερινότητας, το άγχος, οι ξέφρενοι ρυθμοί εργασίας, η αύξηση του ανταγωνισμού σε προσωπικό και επαγγελματικό επίπεδο, η αλλοτρίωση του ανθρώπου και η παρακμή των ανθρώπινων σχέσεων οδηγούν σε μελαγχολία, ψυχολογικά προβλήματα, στην απόγνωση και στην απαισιοδοξία, παράγοντες που δεν εννοούν την ανάπτυξη του χιούμορ.
Δεύτερον: οι σχέσεις υποκρισίας, σοβαροφάνειας και λογοκριτικής αντιμετώπισης της ζωής δεν επιτρέπουν στο σύγχρονο άτομο να οικοδομήσει ουσιαστικές σχέσεις με το συνάνθρωπό του, να χαλαρώσει και να χαρεί την πραγματική και ανυστερόβουλη επικοινωνία. Επίσης πιστεύουν ότι τα άτομα που γελούν διακρίνονται από έλλειψη σοβαρότητας, χωρίς προγραμματισμό και στόχους στη ζωή τους, καθώς επίσης από απουσία σεβασμού προς τους άλλους και τα προβλήματά τους. (sic). Τρίτον: Απουσιάζει σήμερα η κατάλληλη “αγωγή γέλιου” τόσο στο πλαίσιο της οικογένειας, όπου λείπει ο εποικοδομητικός διάλογος και κυριαρχούν σχέσεις αποξένωσης και αλλοτρίωσης, όσο και στο σχολείο, όπου η ζωή του μαθητή είναι μονότονη, γεμάτη υποχρεώσεις, χωρίς ελεύθερο χρόνο για ξεκούραση, ψυχαγωγία και εξωσχολικές δημιουργικές ενασχολήσεις.
Η ζωή του σύγχρονου ανθρώπου χαρακτηρίζεται, σε μεγάλο βαθμό, από κακής/χυδαίας ποιότητας χιούμορ που είτε παράγει ο ίδιος είτε γίνεται αποδέκτης. Έτσι, το χιούμορ συχνά δε νοείται χωριστά από χυδαιολογίες και υπονοούμενα σεξουαλικά. Ακόμη, το πρόβλημα της ποιότητας του χιούμορ αντανακλά τη γενικότερη ηθική κρίση που διέρχεται η κοινωνία. Γεγονός είναι ότι ο σύγχρονος άνθρωπος καταφεύγει σε νόθες μορφές ψυχαγωγίας, οδηγείται σε ακραίες αναζητήσεις και αποδέχεται παθητικά τα πρότυπα, τις αξίες και τις «μόδες»που προωθεί η βιομηχανία της ψυχαγωγίας.
Τέλος, η επιχειρηματική λογική στην οποία υποτάσσεται η τηλεόραση, ένα από τα βασικότερα μέσα ψυχαγωγίας, επιβάλλει την προβολή χαμηλής/ χυδαίας ποιότητας εκπομπών και ευτελούς χιούμορ, το οποίο δεν απαιτεί ενεργοποίηση των συλλογιστικών μηχανισμών του δέκτη και επεξεργασία. Οι δέκτες εθίζονται όμως στο κακής ποιότητας χιούμορ, και το αποζητούν γενικότερα στην ζωή τους, γιατί μόνο αυτό γνωρίζουν.
Χιούμορ.
Το άτομο που παράγει κακής ποιότητας χιούμορ απομονώνεται συχνά από το κοινωνικό του περιβάλλον, ως ηλίθιος. Δημιουργεί πρακτικές δυσκολίες στις συναναστροφές του, αφού προκαλεί αμηχανία στους ανθρώπους. Εθίζεται στην χυδαιότητα, την έλλειψη σεβασμού και μέτρου, ενώ αγνοεί την αξία της καλλιεργημένης προσωπικότητας που εκφράζεται με λεπτό/διακριτικό χιούμορ. Βέβαια, κάτι τέτοιο έχει αναμφισβήτητα προεκτάσεις στην κοινωνία, την πρόοδο και τις σχέσεις των μελών της.
Το χιούμορ/γέλιο είναι τα κομψά “δακτυλικά” αποτυπώματα του νου πάνω στον προφορικό ή το γραπτό λόγο. Εντούτοις, δεν πρόκειται ούτε για καλλιέπεια ούτε για στυλ. Το χιούμορ δεν είναι αισθητικό πρόβλημα. Είναι μια παιχνιώδης κατάσταση της σκέψης, μισοσυνειδητή/μισοασυνείδητη, που κατά εδράζεται στο προσυνειδητό κι όχι στο υποσυνείδητο, όπως το αστείο, που είναι μια νοητική και μαζί ψυχική διεργασία πολύ διαφορετική απ’ αυτή του χιούμορ. Κατά κάποιον τρόπο, το χιούμορ μετέχει στην αστειότητα και δι’ αυτής στο κωμικό που είναι η έννοια γένους για όλες τις παρεκβάσεις απ’ την κοινωνικά αποδεκτή κατάσταση του σκέπτεσθαι και του φέρεσθαι.
Είναι μια κατάσταση περισσότερο συναισθηματική και λιγότερο νοητική, πιο σωστά, είναι η έκφραση μιας σκέψης πάρα πολύ σοβαρής που κάνει απεγνωσμένες προσπάθειες να αρνηθεί τη σοβαρότητα της, χωρίς να τα καταφέρνει τελικά. Ωστόσο, τούτη η προσπάθεια αφήνει τα αστεία χνάρια της πάνω στο σοβαρό στοχασμό κι έτσι η ατσαλάκωτη ρεντιγκότα του λόρδου αποκτάει κάποιους τεχνητούς λεκέδες που την κάνουν να ξεχωρίζει απ’ τη ρεντιγκότα του άλλου λόρδου.
Όμως, μετέχει στο αστείο και στο κωμικό μ’ έναν τρόπο που δε γίνεται αντιληπτός ούτε σαν αστείος ούτε σαν κωμικός. Το χιούμορ δεν προκαλεί γέλιο και ο χιουμορίστας δεν είναι κωμωδός. Το χιούμορ αιωρείται στην κενή περιοχή ανάμεσα στο πολύ σοβαρό και το ελαφρώς κωμικό. Κατά κάποιο τρόπο, είναι η γέφυρα ανάμεσα στο δράμα και στην κωμωδία, χωρίς να είναι ούτε δράμα ούτε κωμωδία.
Άλλωστε, υπάρχουν κωμωδίες χωρίς ίχνος χιούμορ και δράματα εξόχως χιουμοριστικά. Πάντως, το χιούμορ κολλάει παντού: Και στο δράμα, και στην κωμωδία, και στην τραγωδία. Κι αυτό γιατί το χιούμορ δεν είναι δραματικό είδος. Είναι, η υγρή κατάσταση του πνεύματος. Πιο σωστά, είναι οι υδρατμοί του πνεύματος την στιγμή που αυτό περνάει απ’ την αεριώδη κατάσταση στην υγρή με πρόθεση να προχωρήσει και παραπέρα, στη στερεή. Η αντίστροφη διαδικασία, το πέρασμα απ’ τη στερεή (ή την υγρή) κατάσταση στην αεριώδη δεν είναι χιούμορ, είναι αστείο.
Το αστείο είναι πάντα βέβηλο, γιατί προϋποθέτει μια αποδιάρθρωση του “στερεού” Λόγου, μια προσβολή της κανονικής τάξης πραγμάτων και ιδεών. Αντίθετα, το χιούμορ δεν έχει καμιά τέτοια “επαναστατική” πρόθεση. Το χιούμορ είναι για καλοαναθρεμμένους Τόρηδες που δεν παραλείπουν να το πάρουν μαζί τους και στη Βουλή των Λόρδων. Όσο πιο λεπτό είναι το χιούμορ, τόσο πιο κοντά στη φυσική αεριώδη του κατάσταση βρίσκεται. Και όσο χοντραίνει τόσο βαραίνει, με συνέπεια να κατακαθίσει τελικά πάνω στο αστείο, συνεπώς και στο κωμικό. Πράγμα καθόλου μεμπτό, φυσικά.
Γιατί το χιούμορ είναι σαν την κόκκινη γραβάτα: Φοριέται μ’ όλα τα κοστούμια. Με την προϋπόθεση πως ο κόμπος είναι σωστά δεμένος. Και, βέβαια, είναι μάλλον άστοχο να περιμένεις απ’ τον χωρικό να δέσει σωστά την κόκκινη κυριακάτικη γραβάτα του. Η κωμωδία είναι χωριάτικη υπόθεση: γεννήθηκε στην κώμη, δηλαδή σ’ έναν οικισμό μεταξύ χωριού και κωμοπόλεως. (Αυτός ο λεπτός αρχαιοελληνικός γεωγραφικός διαχωρισμός δε γίνεται πια). Και στον κώμο, δηλαδή τη διασκέδαση, το γλεντοκόπι των χωρικών απ’ όπου ξεπήδησε το πάντα λαϊκό δραματικό είδος της κωμωδίας, δεν πρέπει να ψάχνει κανείς για χιούμορ. Άλλωστε, το χιούμορ απαιτεί νηφαλιότητα, και ο μεθυσμένος γλεντοκοπάς δεν μπορεί να κάνει χιούμορ.
Χιούμορ ή κωμωδία θα καταφέρει να κάνει πάρα πολύ αργά, απ’ τον Σαίξπηρ και μετά. Ο Σαίξπηρ ήταν και τραγωδός και κωμωδός. Συνεπώς είναι ο ιδανικός άνθρωπος για να κάνει ιδανικό χιούμορ. Γιατί το χιούμορ είναι κωμικό με ακατάσχετη τάση προς το τραγικό – ή το αντίστροφο. Το χιούμορ είναι σαν τον αναζητούμενο απ’ τους ανθρωπολόγους ελλείποντα κρίκο μεταξύ ανθρώπων και πιθήκου: Είναι η κωμωδία που δεν έγινε ακόμα τραγωδία, και η τραγωδία που δεν έγινε ακόμα κωμωδία Από δω ακριβώς και η ρευστότητά του ή ο ερμαφροδιτισμός του, αν προτιμάτε. Φέρτε στο νου σας τις κωμωδίες του Σαίξπηρ και προσπαθήστε να θυμηθείτε αν γελάσατε ή κλάψατε όταν τις βλέπατε ή τις διαβάζατε.
Στον Αριστοφάνη, αντίθετα, γελάει κανείς σίγουρα. Κι αν δε γελάει είναι γιατί βρίσκεται ήδη πάρα πολύ μακριά απ’ τις κοινωνικές καταστάσεις που αποδιάρθρωνε και αναδιάρθρωνε ο Αριστοφάνης με την εκπληκτική τέχνη του. Ο Αριστοφάνης, συνεπώς, είναι “καθαρός” κωμωδός. Αλλά το χιούμορ δεν ανέχεται την καθαρότητα. Είναι πολύ διπλωματικό. Καταλαβαίνουμε τώρα καλύτερα γιατί το χιούμορ είναι τυπικά εγγλέζικη κατάσταση. Τόσο ο Λόρενς της Αραβίας όσο και ο Τσόρτσιλ ήταν σπουδαίοι χιουμορίστες. Άλλωστε, χρειάζεται χιούμορ για να μπορείς να πατάς στο σβέρκο των άλλων χαμογελώντας με σημασία. Κι όταν η κυρία Θάτσερ έχασε το χιούμορ της, έχασε αυτομάτως και την κυβέρνηση. Μια διακριτική δόση κυνισμού είναι απολύτως αναγκαία στο χιούμορ. Αλλά πολύ διακριτική. Γιατί, με λίγο περισσότερο απ’ το αναγκαίο χιούμορ περνάς στην κωμωδία και με λίγο λιγότερο στο δράμα. Ενώ το ζητούμενο απ’ τη σπουδαία τέχνη της (αγγλικής) διπλωματίας, είναι η ακροβασία ανάμεσα στις ακρότητες. Και το χιούμορ απεχθάνεται τις ακρότητες
Στίχοι από την πηγή της Σοφίας, σχετικά με το γέλιο.
Πρέπει στ’ αστεία τη ζωή
ο άνθρωπος να παίρνει
γιατί το γέλιο τη ζωή
λένε πως τη μακραίνει.
Το γέλιο είναι παυσίπονο
τον πόνο κομματιάζει
γι’ αυτό κανείς πολλές φορές
γελά κι αναστενάζει
Το γέλιο είναι φάρμακο
κι’ όχι πικρό φαρμάκι
γι’ αυτό όντε γελά κανείς
γεμίζει με μεράκι.
Το γέλιο καθαρίζει
τα βάσανα θερίζει
πόνους, λύπες και καημούς
κι όλους τους αναστεναγμούς.
Αν όλα μοιάζουν δύσκολα
κι έχει η χαρά σωπάσει
άπλωσε το χαμόγελο
το δάκρυ να σκεπάσει.
Το γέλιο είναι βάλσαμο
μακραίνει τη ζωή μας
και είναι άρωμα χαράς
στην κάθε λύπησή μας.
Χαρά σ’ εκείνον που γελά
με τα παθήματά του
που κάνει γλέντι τον καημό
χορό τα βήματά του.
Έχω μια κουζουλή καρδιά
και πάντα τη μαλώνω
γιατί γελά χωρίς χαρές
και κλαίει δίχως πόνο.
Σα θες να κάμεις τη ζωή
να’ χει γερό θεμέλιο
όντε ξυπνάς κάθε πρωί
ξεκίνα με το γέλιο.
Παιχνίδι είναι η ζωή Αέρα
δώσε τση καρδιάς
κι όσο μπορείς το γλέντα
μην πνίγεστε στον πόνο.
μ’ ένα κρασί μ’ ένα φιλί
λογιάστε πως είν’ η ζωή
και μια καλή κουβέντα
για λίγα χρόνια μόνο.
Ενθουσιασμός, Γέλιο, Χαρά, Είναι η Πνευματικότητα. Μάθε τι να κάνεις
Υπάρχει η γελωτοθεραπεία!!! Ναι. Το γέλιο είναι κάτι που παρατηρείται από τα βρεφικά χρόνια του ανθρώπου και ο σκοπός του είναι καθαρά επικοινωνιακός, να φέρει κοντά τους ανθρώπους αφού η ευεξία που προσφέρει το γέλιο σε μια παρέα ανθρώπων τους ενώνει συναισθηματικά. Το γέλιο είναι μεταδοτικό. Το γέλιο φέρνει ευφορία και ευεξία. Όλα τα παραπάνω αφορούν το αυθόρμητο γέλιο και όχι το υποκριτικό και ψεύτικο γέλιο ή το νευρικό γέλιο (το «σπαστικό» γέλιο) από αμηχανία. Σε πολλές χώρες υπάρχουν κέντρα γελωτοθεραπείας. Τα περισσότερα από αυτά είναι στις Ινδίες (τα ψυχολογικά προβλήματα δεν αφορούν μόνον τις δυτικές κοινωνίες). Στα μαθήματα αυτά οι συμμετέχοντες συγκεντρώνονται και κάνοντας γκριμάτσες ή λέγοντας αστεία, υπό την κατεύθυνση του θεραπευτή, γελάνε. Πραγματικά το γέλιο και το χαμόγελο προκαλούν ευεξία και ευθυμία, αρκεί να είναι αυθόρμητα. Οι παραπάνω ομάδες έχουν πολύ καλά αποτελέσματα γιατί κάνουν τους συμμετέχοντες να γελούν πραγματικά, με την καρδιά τους.
Το γέλιο απομυθοποιεί πάντα ως ένα βαθμό το ιερό -δίνοντας όμως, με την σειρά του, μια ιερή όψη στον κόσμο του «κάτω»- φέρνει κοντά το απόμακρο, κάνει οικείο το απλησίαστο ή το φοβερό, δείχνει πόσο γελοίο μπορεί να είναι το σοβαροφανές, ξεφουσκώνει το πομπώδες, ξεμασκαρεύει καθετί που αγγίζει, φανερώνει πάντα πίσω από το «τούτο» το «άλλο»: την κίνηση πίσω από την ακινησία, το «χαμηλό» πίσω από το απόλυτο, τη διαφορά πίσω από την ομοιομορφία, την αντιφατική διαλογική ουσία της ζωής πίσω από τον ισοπεδωτικό μονόλογο των εκάστοτε κρατούντων.
Κι έτσι αποτελεί μια φανέρωση της εσωτερικής ελευθερίας του ανθρώπου, που βρίσκεται στους αντίποδες μιας όχι λιγότερο γερά ριζωμένης μέσα μας στάσης: του φόβου αυτής της ελευθερίας που οδηγεί στην περιφρόνηση του άλλου και στον δικό μας εξανδραποδισμό –στην μισαλλοδοξία και στον ολοκληρωτισμό. Να γιατί δεν είναι εκπληκτικό ότι αυτό το γέλιο έγινε τόσο συχνά ένα όπλο εξαιρετικά επίφοβο σε όλες τις εξουσίες –ένα όπλο δυνατό να πλήξει, κάποτε θανάσιμα, κάθε δογματισμό, κάθε αυταρχικό όραμα του κόσμου. Και δεν είναι επίσης τυχαίο ότι η αποτελεσματικότητα αυτού του όπλου ανακαλύπτεται κυρίως στους καιρούς της αμφισβήτησης, όπως το είδαμε ξανά στα τέλη της δεκαετίας του 1960.
Δεν είναι μόνο ότι το «γέλιο ομορφαίνει τη ζωή», όπως λέει ο λαός. Πολύ περισσότερο απ’ αυτό μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι το γέλιο οξύνει το πνεύμα, διευρύνει τις αισθήσεις, αμβλύνει τα πάθη και τις εντάσεις της καθημερινότητας, διακωμωδεί και τελικά μειώνει το «κακό». Αυτή είναι και η κοινωνική σημασία του γέλιου, γιατί το γέλιο και το κωμικό δεν είναι παρά μια φιλοσοφική θεώρηση της ζωής.
Υπάρχει λοιπόν, ένας έξυπνος τρόπος να ξεπεράσεις κάθε πρόβλημα όσο δύσκολο ή σκληρό κι αν σου φαίνεται και να καταλάβεις, να νοιώσεις όλες τις πιο πάνω λέξεις. Επιπλέον η κατάσταση του ενθουσιασμού, είναι μία απο τις βασικότερες καταστάσεις που καμία ενεργειακή επίθεση δεν πιάνει. Γνωρίζεις τι είναι η Ενεργειακή Επίθεση, σε απλό επίπεδο είναι το μάτισμα και σε δυνατή επίθεση φτάνει μέχρι τον θάνατο. Όμως εκτός των άλλων, ο ενθουσιασμός και το γέλιο είναι μια πολύ δυνατή ασπίδα θωράκισης από κάθε ενεργειακή κακόβουλη συνειδητή ή μη επίθεση.
Το γέλιο, ο ενθουσιασμός και η αισιοδοξία είναι το ένα και μοναδικό μυστικό της καλής ζωής και της μακρό-ευημερίας. Οι άνθρωποι που γελούν πηγαία, από την καρδιά τους, αντιμετωπίζουν τις καταστάσεις σε υψηλό βαθμό, έχουν λιγότερα προβλήματα υγείας και ζουν περισσότερα και καλύτερα χρόνια από τους μίζερους, τους μοχθηρούς και τους φοβισμένους. Ένα γέλιο, αυθόρμητο, ευχάριστο, ξεκαρδιστικό, σαρκαστικό, ειρωνικό, όπως κι αν είναι το γέλιο είναι μια παγκόσμια γλώσσα που “μιλιέται” από όλους τους ανθρώπους του πλανήτη, άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο. Τα μωρά πρώτα γελάνε και κατόπιν μαθαίνουν να μιλούν. Γι’ αυτό βάλτε το γέλιο στην ζωή σας. Χαμογελάστε στην νέα μέρα που ξημέρωσε, στο φεγγάρι που βγήκε, αντιμετωπίστε με χαρά κι ενθουσιασμό. Γελάστε με τα αστεία του εκφωνητή, ακόμη κι αν είναι σαχλά. Απαντήστε με γέλιο σε κάθε πρόκληση της ζωής. Γελάστε με το λάθος σας, αυτοσαρκαστείτε.
Και πάνω απ’ όλα μην ξεχνάτε “Χαμογελάστε, κάνει τους άλλους να ανησυχούν”
Το γέλιο, η χαρά, ο ενθουσιασμός είναι μια από τις 4 μόνιμες διαλογιστικές καταστάσεις.
*Αγόρασε ταινίες κωμικές, από αυτές που σε κάνουν να διπλώνεσαι από τα γέλια και κάνε επιτέλους την τηλεόραση χρήσιμη. Δες τες όλες και για τους επόμενους τρεις μήνες. Μην επιτρέψεις καμία λέξη ή εικόνα μιζέριας να μπει από καμιά χαραμάδα. Κλείσε όλα τα παράθυρα του νου σε κάθε κακομοιριά, μόνο γέλιο, ενθουσιασμός, ευδαιμονία και χαρά.
*Διώξε από την ζωή σου κάθε κατσούφη, κακόμοιρο, κριτικό και υποτονικό, ενεργοβόρο άνθρωπο ή κατάσταση ή λόγο και κράτησε τον μακριά και ελεγχόμενο. Άσε τους άλλους, στην αγανάκτηση τους, στην κριτική τους, στην μικρότητα τους και γέλα. Γέλα με την καρδιά σου.
*Βάλε στην τσάντα σου βιβλία με ανέκδοτα και αστείες ιστορίες αντί για εφημερίδες. Η διαφορά που θα έχεις δεν περιγράφεται με λέξεις.
Μετά από τρεις μήνες γέλιου, ενθουσιασμού και αποκάθαρσης από την μιζέρια, την μαυρίλα και την καταχνιά, σου εγγυώμαι πως θα βλέπεις την ζωή με αυτά τα “Άλλα μάτια”’ όχι με το ‘εγώ’, αλλά με το ‘Είναι’ που είναι η σύνδεση με την ΔΥΝΑΜΗ.
Απλά ξεκίνα ΤΩΡΑ, είναι ο μόνος διαθέσιμος χρόνος που έχεις στην διάθεση σου.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου