Και τελικά, πέρασε ο καιρός και ζεις και χωρίς αυτούς. Συνεχίσεις κανονικά να ξυπνάς το πρωί, να πηγαίνεις στη δουλειά σου, να βολτάρεις με τους φίλους σου, να κοιμάσαι και ν’ αναπνέεις. Κι ίσως περνώντας ο καιρός, αυτή η αναπνοή να γίνεται πιο βαθιά και πιο ουσιαστική. Γίνεται πιο έντονη, τη νιώθεις στο διάφραγμα και στην κοιλιά, τη βγάζεις και τη βάζεις με μια ηρεμία που σχεδόν είχες ξεχάσει.
Πίστεψες ότι η παρουσία ενός ανθρώπου στη ζωή σου, εκτός από το ότι θα διαρκέσει για πάντα, είναι κι η μόνη που έχεις ανάγκη. Θεώρησες τόσο έντονα πως η ύπαρξη ενός ανθρώπου στη ζωή σου είναι κι ο λόγος να υπάρχεις και να κάνεις πράγματα. Ένιωσες πως χωρίς αυτούς δε θα μπορέσεις να λειτουργήσεις. Ο πόνος, το κλάμα κι αυτή η δυσφορία ανάμεσα στο στήθος σου, στο ενδεχόμενο της αποχώρησής τους, σε έκαναν να γαντζώνεσαι απ΄αυτούς, χωρίς επί της ουσίας να υπάρχει κάποια υπαρκτή ανάγκη γι’ αυτό το δέσιμο. Πίστεψες στα λόγια τους και τα θεώρησες ειλικρινή. Πίστεψες το νοιάξιμό τους και θεώρησες πως χωρίς αυτό δε θα μπορέσεις ποτέ ξανά να ξυπνήσεις όπως πριν, να ζήσεις την κάθε σου στιγμή και να χαίρεσαι για τα μικρά, απλά, καθημερινά πράγματα.
Η παρουσία εκείνων που αγαπήσαμε, μπορεί να είναι για πάντα -κάτι το οποίο είναι εξαιρετικά σχετικό θα λέγαμε- μπορεί να είναι για λίγο, συνήθως όμως είναι για όσο. Για όσο χρειαστεί, ώστε η σχέση να κάνει τον κύκλο της. Όλα άλλωστε κάνουν τον κύκλο τους και κάποιοι κύκλοι κλείνουν όμορφα, άλλοι πάλι άσχημα. Σημασία έχει ότι κλείνουν κι ότι αυτό το «για πάντα» που βλέπουμε στις ταινίες και διαβάζουμε στα βιβλία, είναι απολύτως σχετικό.
Γιατί τελικά τα κατάφερες. Μπορεί να πόνεσες, μπορεί να έκλαψες, μπορεί να πέρασες ώρες στο σπίτι σου κλεισμένος κι ατελείωτες μέρες να κοιμάσαι, χωρίς την παραμικρή ενέργεια να φορέσεις έστω ρούχα. Μα μια μέρα ξυπνήσεις και πέρασες καλά. Είδες ότι υπάρχει ζωή και πράγματα που σε κάνουν να βρίσκεις το νόημά της, αλλά εσύ τα έκρυψες και τα ξέχασες μπροστά σ’ ένα υποτιθέμενο δέσιμο. Κι όντως, μπορεί εκείνο το δέσιμο να άξιζε τότε, γιατί ακολουθούσες την καρδιά σου και τα συναισθήματά σου. Μπορεί να μην το μετανιώνεις, αλλά κάποια πράγματα καλύτερα να τελειώνουν, παρά να τραβάνε και να γίνονται ανθυγιεινά. Να σου δημιουργούν κόμπο στο στομάχι, ένα σπάσιμο στη φωνή σου που προκύπτει από έναν ατελείωτο κι επίμονο φόβο να μη χάσεις κάτι που αγαπάς, μια ζωή δύσκολη, μίζερη και κλαψιάρα.
Ανέπνευσες, προχώρησες, κοίταξες τον εαυτό σου, το μέλλον σου και τους ανθρώπους εκείνους, που πραγματικά είναι εκεί να σου φωτίζουν τη ζωή, να σου πουν μια καλή κουβέντα, να σου πιάσουν το χέρι και να σου δώσουν κουράγιο να τολμήσεις κάτι που πάντα ήθελες, χωρίς παθογένεια και χωρίς καμία κριτική.
Για δες που τελικά μια μέρα ξυπνάς και παρατηρείς ότι δεν ήταν αυτός ο ένας που σε κράταγε στη ζωή, που κρατούσε το ενδιαφέρον σου, αλλά είχες ένα σωρό πράγματα, τόσους πολλούς ανθρώπους και κυρίως τον ίδιο σου τον εαυτό, για να σου θυμίσει πως κάθε μέρα αξίζει. Είδες που τελικά μπορείς;
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου