ΙΣΟΚΡ 2.27–35
[27] Φίλους κτῶ μὴ πάντας τοὺς βουλομένους, ἀλλὰ
τοὺς τῆς σῆς φύσεως ἀξίους ὄντας, μηδὲ μεθ’ ὧν ἥδιστα
συνδιατρίψεις, ἀλλὰ μεθ’ ὧν ἄριστα τὴν πόλιν διοικήσεις.
ἀκριβεῖς ποιοῦ τὰς δοκιμασίας τῶν συνόντων, εἰδὼς ὅτι
πάντες οἱ μή σοι πλησιάσαντες ὅμοιόν σε τοῖς χρωμένοις
εἶναι νομιοῦσιν. τοιούτους ἐφίστη τοῖς πράγμασιν τοῖς μὴ
διὰ σοῦ γιγνομένοις, ὡς αὐτὸς τὰς αἰτίας ἕξων ὧν ἂν ἐκεῖνοι
πράξωσιν. [28] πιστοὺς ἡγοῦ μὴ τοὺς ἅπαν ὅ τι ἂν λέγῃς ἢ
ποιῇς ἐπαινοῦντας, ἀλλὰ τοὺς τοῖς ἁμαρτανομένοις ἐπιτι-
μῶντας. δίδου παρρησίαν τοῖς εὖ φρονοῦσιν, ἵνα περὶ ὧν
ἂν ἀμφιγνοῇς, ἔχῃς τοὺς συνδοκιμάσοντας. διόρα καὶ τοὺς
τέχνῃ κολακεύοντας καὶ τοὺς μετ’ εὐνοίας θεραπεύοντας,
ἵνα μὴ πλέον οἱ πονηροὶ τῶν χρηστῶν ἔχωσιν. ἄκουε τοὺς
λόγους τοὺς περὶ ἀλλήλων, καὶ πειρῶ γνωρίζειν ἅμα τούς
τε λέγοντας, ὁποῖοί τινές εἰσι, καὶ περὶ ὧν ἂν λέγωσιν.
[29] ταῖς αὐταῖς κόλαζε ζημίαις τοὺς ψευδῶς διαβάλλοντας,
αἷσπερ τοὺς ἐξαμαρτάνοντας.
Ἄρχε σαυτοῦ μηδὲν ἧττον ἢ τῶν ἄλλων, καὶ τοῦθ’
ἡγοῦ βασιλικώτατον, ἂν μηδεμιᾷ δουλεύῃς τῶν ἡδονῶν,
ἀλλὰ κρατῇς τῶν ἐπιθυμιῶν μᾶλλον ἢ τῶν πολιτῶν. μηδε-
μίαν συνουσίαν εἰκῇ προσδέχου μηδ’ ἀλογίστως, ἀλλ’ ἐπ’
ἐκείναις ταῖς διατριβαῖς ἔθιζε σαυτὸν χαίρειν, ἐξ ὧν αὐτός
τ’ ἐπιδώσεις καὶ τοῖς ἄλλοις βελτίων εἶναι δόξεις. [30] μὴ
φαίνου φιλοτιμούμενος ἐπὶ τοῖς τοιούτοις ἃ καὶ τοῖς κακοῖς
διαπράξασθαι δυνατόν ἐστιν, ἀλλ’ ἐπ’ ἀρετῇ μέγα φρονῶν,
ἧς οὐδὲν μέρος τοῖς πονηροῖς μέτεστιν. νόμιζε τῶν τιμῶν
ἀληθεστάτας εἶναι μὴ τὰς ἐν τῷ φανερῷ μετὰ δέους γιγνο-
μένας, ἀλλ’ ὅταν αὐτοὶ παρ’ αὑτοῖς ὄντες μᾶλλόν σου τὴν
γνώμην ἢ τὴν τύχην θαυμάζωσιν. λάνθανε μέν, ἢν ἐπί τῴ
σοι συμβῇ τῶν φαύλων χαίρειν, ἐνδείκνυσο δὲ περὶ τὰ
μέγιστα σπουδάζων.
[31] Μὴ τοὺς μὲν ἄλλους ἀξίου κοσμίως ζῆν τοὺς δὲ
βασιλεῖς ἀτάκτως, ἀλλὰ τὴν σαυτοῦ σωφροσύνην παρά-
δειγμα τοῖς ἄλλοις καθίστη, γιγνώσκων ὅτι τὸ τῆς πόλεως
ὅλης ἦθος ὁμοιοῦται τοῖς ἄρχουσιν. σημεῖον ἔστω σοι τοῦ
καλῶς βασιλεύειν, ἂν τοὺς ἀρχομένους ὁρᾷς εὐπορωτέρους
καὶ σωφρονεστέρους γιγνομένους διὰ τὴν σὴν ἐπιμέλειαν.
[32] περὶ πλείονος ποιοῦ δόξαν καλὴν ἢ πλοῦτον μέγαν τοῖς
παισὶν καταλιπεῖν· ὁ μὲν γὰρ θνητός, ἡ δ’ ἀθάνατος, καὶ
δόξῃ μὲν χρήματα κτητά, δόξα δὲ χρημάτων οὐκ ὠνητή, καὶ
τὰ μὲν καὶ φαύλοις παραγίγνεται, τὴν δ’ οὐχ οἷόν τε ἀλλ’ ἢ
τοὺς διενεγκόντας κτήσασθαι. τρύφα μὲν ἐν ταῖς ἐσθῆσι καὶ
τοῖς περὶ τὸ σῶμα κόσμοις, καρτέρει δ’ ὡς χρὴ τοὺς βασιλεύ-
οντας ἐν τοῖς ἄλλοις ἐπιτηδεύμασιν, ἵν’ οἱ μὲν ὁρῶντες διὰ
τὴν ὄψιν ἄξιόν σε τῆς ἀρχῆς εἶναι νομίζωσιν, οἱ δὲ συνόντες
διὰ τὴν τῆς ψυχῆς ῥώμην τὴν αὐτὴν ἐκείνοις γνώμην ἔχωσιν.
[33] Ἐπισκόπει τοὺς λόγους ἀεὶ τοὺς σαυτοῦ καὶ τὰς
πράξεις, ἵν’ ὡς ἐλαχίστοις ἁμαρτήμασιν περιπίπτῃς. κράτι-
στον μὲν τῆς ἀκμῆς τῶν καιρῶν τυγχάνειν, ἐπειδὴ δὲ δυσ-
καταμαθήτως ἔχουσιν, ἐλλείπειν αἱροῦ καὶ μὴ πλεονάζειν·
αἱ γὰρ μετριότητες μᾶλλον ἐν ταῖς ἐνδείαις ἢ ταῖς ὑπερβο-
λαῖς ἔνεισιν. [34] ἀστεῖος εἶναι πειρῶ καὶ σεμνός· τὸ μὲν
γὰρ τῇ τυραννίδι πρέπει, τὸ δὲ πρὸς τὰς συνουσίας ἁρμότ-
τει. χαλεπώτατον δὲ τοῦτο πάντων ἐστὶ τῶν προσταγμά-
των· εὑρήσεις γὰρ ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ τοὺς μὲν σεμνυνομένους
ψυχροὺς ὄντας, τοὺς δὲ βουλομένους ἀστείους εἶναι ταπει-
νοὺς φαινομένους. δεῖ δὲ χρῆσθαι μὲν ἀμφοτέραις ταῖς ἰδέαις
ταύταις, τὴν δὲ συμφορὰν τὴν ἑκατέρᾳ προσοῦσαν διαφεύ-
γειν. [35] ὅ τι ἂν ἀκριβῶσαι βουληθῇς ὧν ἐπίστασθαι προσή-
κει τοὺς βασιλεῖς, ἐμπειρίᾳ μέτιθι καὶ φιλοσοφίᾳ· τὸ μὲν γὰρ
φιλοσοφεῖν τὰς ὁδούς σοι δείξει, τὸ δ’ ἐπ’ αὐτῶν τῶν ἔργων
γυμνάζεσθαι δύνασθαί σε χρῆσθαι τοῖς πράγμασι ποιήσει.
Να κυριαρχής του εαυτού σου εξ ίσου όπως εξουσιάζεις τους άλλους, και τούτο να νομίζης ότι είναι το κατ' εξοχήν προτέρημα του βασιλέως, δηλαδή να μη εξουσιάζεσαι από καμμίαν ηδονήν, αλλά περισσότερον να είσαι κυρίαρχος των παθών σου, παρά των πολιτών. Να μη συνάπτης κανένα σύνδεσμον άνευ λόγου και απερισκέπτως, αλλά να συνηθίζης τον εαυτόν σου να ευχαριστήται με εκείνας εκ των ενασχολήσεων, εκ των οποίων και συ ο ίδιος θα προοδεύσης και εις τους άλλους θα φανής ότι είσαι καλύτερος.
[30] Να μη στηρίζης την φήμην σου εις τας τοιαύτας πράξεις τας οποίας και οι κακοί δύνανται να πράξουν, αλλά να φαίνεσαι ότι είσαι υπερήφανος διά την αρετήν σου, της οποίας ουδόλως μετέχουν οι κακοί. Να νομίζης ότι αληθέσταται εκ των τιμών είναι όχι εκείναι αι οποίαι αποδίδονται εις το φανερόν και εμπνέονται από φόβον, αλλ' αι τιμαί, αι οποίαι προέρχονται από ανθρώπους, οι οποίοι ευρισκόμενοι μόνοι των θαυμάζουν μάλλον τον χαρακτήρα σου παρά την περιουσίαν σου. Να προσπαθής να μη γίνεσαι αντιληπτός, αν σου συμβή να ευχαριστηθής διά κάτι ανάξιον λόγου, να φαίνεσαι δε ότι ασχολείσαι με τα ευγενή και μεγάλα. [31] Να μη έχεις την αξίωσιν οι μεν άλλοι να ζουν κοσμίως, οι δε βασιλείς χωρίς ευπρέπειαν, αλλά την ιδικήν σου σωφροσύνην να παρέχης παράδειγμα εις τους άλλους, έχων υπ' όψιν σου ότι ο χαρακτήρ ολοκλήρου της πόλεως διαμορφούται κατά τρόπον όμοιον προς τον χαρακτήρα των αρχόντων. Ας είναι εις σε ως σημείον ότι κυβερνάς με σωφροσύνην το ότι βλέπεις τους υπηκόους σου να γίνωνται ευπορώτεροι και χρηστότεροι το ήθος διά των φροντίδων σου. [32] Να θέτης εις ανωτέραν μοίραν το να αφήσης εις τα παιδιά σου καλόν όνομα παρά μεγάλην περιουσίαν· διότι ο μεν πλούτος είναι θνητός η δε καλή φήμη αθάνατος, και διά της καλής μεν φήμης δύνανται να αποκτηθούν τα χρήματα, αλλά η καλή φήμη δεν δύναται να εξαγορασθή διά των χρημάτων· και τα μεν χρήματα έρχονται εις τας χείρας και των κακών, την δε καλήν φήμην δεν είναι δυνατόν να αποκτήσουν παρά μόνον όσοι διεκρίθησαν. Να ενδύεσαι με μεγαλοπρέπειαν και να καλλωπίζεσαι, τουναντίον δε να τηρής το μέτρον εις τας άλλας συνηθείας της ζωής, όπως αρμόζει εις τους βασιλείς, ίνα εκείνοι μεν που σε βλέπουν σε νομίζουν άξιον της αρχής κρίνοντες από την καθόλου εξωτερικήν εμφάνισιν, όσοι δε σε συναναστρέφονται, βλέποντες την δύναμιν της ψυχής σου, να έχουν την ιδίαν γνώμην περί σού με όσους κρίνουν από την εξωτερικήν σου όψιν. [33] Να εξετάζης μετά προσοχής πάντοτε τους λόγους σου και τας πράξεις σου, διά να περιπίπτης όσον το δυνατόν εις ολιγώτερα σφάλματα. Διότι άριστον μεν είναι να επιτυγχάνη κανείς το προσήκον μέτρον, αλλ' επειδή δυσκόλως γίνεται τούτο αντιληπτόν, να προτιμάς να έχης ολιγώτερα του δέοντος και όχι περισσότερα· διότι το προσήκον μέτρον (το ορθόν) ενυπάρχει μάλλον εις την έλλειψιν παρά εις την υπερβολήν.
[34] Να είσαι ευγενής εις τους τρόπους σου και σοβαρός· διότι η μεν σοβαρότης αρμόζει εις την άσκησιν της απολύτου εξουσίας, η δε ευγένεια είναι το στόλισμα της εν τη κοινωνία αναστροφής· η συμβουλή αύτη είναι η δυσκολωτάτη από όλας τας συμβουλάς· διότι θα εύρης ως επί το πολύ εκείνους μεν που είναι σοβαροί να είναι ψυχροί, εκείνοι δε που θέλουν να είναι ευγενείς, να φαίνωνται ταπεινοί· πρέπει λοιπόν να μεταχειρίζεσαι μεν και τας δύο ταύτας ιδιότητας, να αποφεύγης δε το μειονέκτημα που υπάρχει εις εκάστην εκ τούτων. [35] Ό,τι θελήσης να εξακριβώσης εξ εκείνων τα οποία πρέπει να γνωρίζουν οι βασιλείς, να το επιδιώκης συνενώνων την πείραν με την θεωρίαν· διότι η μεν θεωρία θα σου δείξη την μέθοδον της ερεύνης, το να γυμνάζεσαι δε επάνω εις αυτά τα έργα (η εμπειρία) θα σε κάμη να δύνασαι να μεταχειρίζεσαι αυτά τα πράγματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου