Σωσικράτη, τότε που ’χες λεφτά δεν έκανες κράτει:
… κακή συνήθεια!
Με τα καλά σου τα κρασιά και μες στα ωραία ρόδα
μονίμως, φίλε.
Τώρα που εφαλίρησες και δεν σου ’χει μείνει σάλιο,
έφτασες καημένε μου…
Μα για την πείνα …
το φάρμακο αργεί να βγει,
δεν το ’βρανε ακόμα.
Τη Μηνοφίλη…
τη θυμάσαι, ρε, τη Μηνοφίλη
που γλύκα της σ’ ανέβαζε κι Άδωνι σε κατέβαζε;…
Που ’χε πονηρή ψυχή και την καρδιά μπαμπέσα
και που το κάθε της φιλί το πλήρωνες με λούσα;…
Ε, τώρα δεν θυμάται ούτε τ’ όνομά σου, κι όταν σε βλέπει,
σαν άλλη Κίρκη “Από πού είναι ο κύριος;” σε ρωτάει η σκύλα·
“από δω, από τα μέρη μας;… ή τάχα ξένος;”
– είδες η Μηνοφιλη;! Ρωτάει να μάθει…
να πληροφορηθεί!
Ελπίζω, πάντως, Σώτο μου, να ξέρεις πια τώρα κι εσύ
ότι η παροιμία του λαού οὐδείς οὐδέν ἔχοντι φίλος
σημαίνει ότι άμα δεν έχεις φράγκα, δε …,
κι ότι είναι ψέμα μέγα όταν λένε: θα …ι κι ο φτωχός!
Δεν πρόκειται…
Ἠράσθης πλουτῶν, Σωσίκρατες, ἀλλά πένης ὤν
οὐκέτ’ ἐρᾷς· λιμός φάρμακον οἷον ἔχει.
ἡ δέ πάρος σε καλεῦσα μύρον καί τερπνόν Ἄδωνιν
Μηνοφίλα νῦν σου τοὔνομα πυνθάνεται·
“Τίς πόθεν εἶς ἀνδρῶν; πόθι τοι πτόλις;” ἦ μόλις ἔγνως
τοῦτ’ ἔπος, ὡς οὐδέν ἔχοντι φίλος.
ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΊΑ, Των εραστών τα μάτια είναι πάντα σαν βροχή
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου