Ο Βαν ντε Έντεν επανέλαβε την ερώτηση με τη λέξη «δαίμων», στην οποία η αντίδραση ήταν πιο θαρραλέα και ομόφωνη: «πνεύμα», «δαιμόνιο», «ελάσσων θεότητα».
«Ναι, ναι, ναι. Και τα τρία είναι σωστά, σέ συνδυασμό όμως με το “ευ” η σημασία κλίνει περισσότερο προς την “αγαθή τύχη”, επομένως η ευδαιμονία συνήθως υποδηλώνει την ευζωία , την ευτυχία η την ευημερία. Είναι όμως αυτά συνώνυμα; Εκ πρώτης όψεως έτσι δείχνουν, στην πραγματικότητα όμως αμέτρητοι φιλόσοφοι έχουν αναλύσει τις διαφορετικές τους αποχρώσεις. Η ευδαιμονία είναι άραγε μία ψυχική κατάσταση; Ή ένας τρόπος ζωής;» Χωρίς να περιμένει απάντηση, ο Βαν ντε Έντεν πρόσθεσε: «Ή μήπως είναι απλώς ηδονιστική απόλαυση; Ή μήπως συνδέεται με την έννοια τής αρετής πού σημαίνει;» Έβαλε πάλι το χέρι του στο αυτί και περίμενε ώσπου δύο μαθητές απάντησαν συγχρόνως: «Ηθική».
«Ναι, ακριβώς, και πολλοί αρχαίοι ‘Έλληνες φιλόσοφοι ενσωματώνουν την αρετή στην έννοια τής ευδαιμονίας, εξυψώνοντάς τη ίσως έτσι από την υποκειμενική κατάσταση του να νιώθεις ευτυχής στο υψηλότερο ζήτημα του να ζεις μία ηθική, ενάρετη, επιθυμητή ζωή. O Σωκράτης είχε ορισμένες πολύ έντονες απόψεις γύρω απ’ αυτό το θέμα: Θυμηθείτε τα όσα διαβάσαμε την περασμένη εβδομάδα στην Απολογία του Πλάτωνα, όπου o Σωκράτης προσεγγίζει έναν Αθηναίο συμπολίτη του και θέτει το ζήτημα τής αρετής με τα παρακάτω λόγια…»
Σωκράτης και Πλάτων
Στο σημείο αυτό ο Βαν ντε Έντεν παίρνει μία θεατρική πόζα, απαγγέλλει Πλάτωνα στα ελληνικά κι έπειτα μεταφράζει αργά στα λατινικά για τον Ντίρκ και τον Μπέντο: «“Δεν ντρέπεσαι για τη λαχτάρα σου να κατέχεις όσο δυνατόν περισσότερο πλούτο, φήμη και τιμές, ενώ δεν νοιάζεσαι ούτε σε απασχολεί η σοφία η αλήθεια ή η καλύτερη δυνατή κατάσταση τής ψυχής σου; ”
»Μην ξεχνάτε ότι τα πιο πρώιμα έργα του Πλάτωνα αντανακλούν τις ιδέες του δασκάλου του, του Σωκράτη, ενώ στο πιο όψιμο έργο του, την Πολιτεία, βλέπουμε να αναδύονται οι δικές του ιδέες, οι όποιες υπογραμμίζουν ορισμένα απόλυτα μέτρα πού αφορούν τη δικαιοσύνη και τις άλλες αρετές στη μεταφυσική σφαίρα. Πώς συλλαμβάνει o Πλάτωνας τον θεμελιώδη σκοπό μας στη ζωή; Κατά τη γνώμη του ο σκοπός αυτός είναι να κατακτήσουμε την υψηλότερη μορφή γνώσης. ’Έτσι αντιλαμβανόταν και την έννοια τού “καλού”, από το όποιο αντλούν την άξια τους όλα τα υπόλοιπα. Μόνο τότε, λέει ο Πλάτων, είμαστε ικανοί ν ’αγγίζουμε την ευδαιμονία — πού κατά τη δική του άποψη είναι μία κατάσταση αρμονίας τής ψυχής. Θα επαναλάβω τη φράση “αρμονία τής ψυχής”, αξίζει να τη θυμάστε. Μπορεί να σάς φανεί πολύ χρήσιμη στη ζωή σας.
»Ας πάμε τώρα στον επόμενο μεγάλο φιλόσοφο, τον Αριστοτέλη, ο όποιος σπούδασε πλάι στον Πλάτωνα για είκοσι περίπου χρόνια. Είκοσι χρόνια! Να το θυμάστε αυτό, όσοι από εσάς κλαψουρίζετε ότι το δικό μου εκπαιδευτικό πρόγραμμα είναι πολύ δύσκολο και διαρκεί πολύ.
»Στα χωρία από τα ’Ηθικά Νικομάχεια που θα διαβάσετε αυτή την εβδομάδα θα δείτε ότι κι ο Αριστοτέλης είχε ορισμένες έντονες απόψεις για το τι σημαίνει καλή ζωή. Ήταν βέβαιος ότι ή καλή ζωή δεν συνίσταται στις απολαύσεις των αισθήσεων ούτε στη φήμη ή στα πλούτη. Ποιόν θεωρούσε o Αριστοτέλης σκοπό μας στη ζωή; Πίστευε πώς ο σκοπός μας είναι να πραγματώσουμε τη μοναδική και εσώτερη λειτουργία μας. “Τι είναι εκείνο”, ρωτάει o Αριστοτέλης, “που μας διακρίνει από τις άλλες μορφές ζωής” ; Θέτω και σ εσάς αυτό το ερώτημα.
H τάξη δεν είχε έτοιμες απαντήσεις. Ύστερα από λίγη ώρα ένας μαθητής λέει: “Εμείς γελάμε, τα άλλα ζώα δεν μπορούν να γελάσουν” και προκαλεί μερικά γελάκια στους υπόλοιπους.
‘Ένας άλλος λέει: «Περπατάμε με δύο πόδια».
«Το γέλιο και τα πόδια – αυτή είναι η καλύτερή σας απάντηση;» φώναξε o Βαν ντε Έντεν. «Τόσο επιπόλαιες απαντήσεις υποβιβάζουν αυτή τη συζήτηση. Σκεφτείτε! Ποιο είναι το μείζον χαρακτηριστικό πού μάς διακρίνει από τις κατώτερες μορφές ζωής;» Ξαφνικά γυρίζει στον Μπέντο: «Θέτω την ερώτηση σ ‘εσένα, Μπέντο Σπινόζα».
Χωρίς να σκεφτεί ούτε μία στιγμή, ο Μπέντο λέει: “Πιστεύω πώς είναι η μοναδική μας ικανότητα για λογική σκέψη»
«Ακριβώς. Γι’ αυτό ο Αριστοτέλης υποστήριξε ότι ο ευτυχέστερος άνθρωπος είναι εκείνος πού πραγματώνει σέ μεγαλύτερο βαθμό αυτήν ακριβώς τη λειτουργία».
‘Επομένως το ανώτερο και ευτυχέστερο εγχείρημα είναι να γίνεις φιλόσοφος;» ρώτησε ο Αλφόνς, ο πιο έξυπνος μαθητής τής τάξης των ελληνικών, πού ενοχλήθηκε από τη γρήγορη και εύστοχη απάντηση τού Μπέντο. «Δεν μοιάζει ιδιοτελές για έναν φιλόσοφο να ισχυρίζεται κάτι τέτοιο;»
Ναι, Αλφόνς, και δεν είσαι ό πρώτος στοχαστής πού φτάνει σ ‘αυτό το συμπέρασμα. Αυτή η παρατήρησή σου μας οδηγεί στον Επίκουρο, έναν άλλον σπουδαίο ‘Έλληνα στοχαστή πού εισήγαγε μερικές ιδέες ριζικά διαφορετικές σχετικά με την ευδαιμονία και με την αποστολή του φιλοσόφου. Σε δύο εβδομάδες θα διαβάσετε Επίκουρο και θα δείτε πώς κι αυτός μιλούσε για καλή ζωή άλλα χρησιμοποιούσε μία εντελώς άλλη λέξη. ‘Ο Επίκουρος μιλάει πολύ για την “αταραξία” πού μεταφράζεται…» πάλι ο Βαν ντέν’Έντεν περιμένει απάντηση.
Ό Αλφόνς απαντάει αμέσως «γαλήνη» και σε λίγο κι άλλοι προσθέτουν «ηρεμία» και «ψυχική γαλήνη».
«Ναι, ναι, πολύ ωραία» είπε ό Βαν ντε ’Έντεν, εμφανώς όλο και πιο ευχαριστημένος από την επίδοση τής τάξης του.
Για τον Επίκουρο η αταραξία ήταν η μοναδική αληθινή ευτυχία. Και πώς την επιτυγχάνουμε; Όχι μέσα από την αρμονία τής ψυχής του Πλάτωνα ούτε μέσα από την κατάχτηση τής λογικής του Αριστοτέλη άλλα απλώς με την εξάλειψη τής ανησυχίας και του άγχους. ’Να σάς μιλούσε αυτή τη στιγμή ό Επίκουρος, θα σάς προέτρεπε ν ’απλοποιήσετε τη ζωή σας. Να πώς θα το διατύπωνε, να στεκόταν μπροστά σας σήμερα».
‘Ο Βαν ντε Έντεν καθάρισε το λαιμό του και μίλησε με ύφος συντροφικό: «Φίλοι μου, οι ανάγκες σας είναι λίγες, ικανοποιούνται εύκολα και o όποιος αναγκαίος πόνος είναι εύκολα ανεκτός. Μην περιπλέκετε τη ζωή σας με ασήμαντους στόχους όπως τα πλούτη και η φήμη: είναι εχθροί τής αταραξίας. Η φήμη για παράδειγμα, προκύπτει από τις γνώμες των άλλων και απαιτεί. να ζήσουμε τη ζωή μας όπως οι άλλοι το επιθυμούν. Για να κατακτήσουμε και να διατηρήσουμε τη φήμη, χρειάζεται να μας αρέσουν εκείνα που αρέσουν στους άλλους και ν’ αποφεύγουμε ό,τι αποφεύγουν εκείνοι. Μακριά λοιπόν από μία ζωή με καλή φήμη δηλαδή μία ζωή με πολιτική! “Όσο για τα πλούτη ; Αποφύγετέ τα! Είναι παγίδα. Όσο πιο πολλά έχουμε τόσο πιο πολλά λαχταράμε και τόσο πιο βαθιά είναι η θλίψη μας, όταν η λαχτάρα μας δεν ικανοποιείται. Ακούστε με, φίλοι μου: ’Να λαχταράτε την ευτυχία, μη σπαταλάτε τη ζωή. σας στον αγώνα για πράγματα τα όποια τελικά δεν έχετε ανάγκη».
«Και τώρα», συνέχισε ό Βαν ντε ’Έντεν ξαναβρίσκοντας τη δική του φωνή, «σημειώστε τη διαφορά ανάμεσα στον Επίκουρο και στους προκατόχους του. Ο Επίκουρος πιστεύει ότι το μεγαλύτερο καλό είναι να κατακτήσεις την αταραξία μέσω τής απαλλαγής από κάθε άγχος. Ακούω σχόλια και ερωτήσεις. Ά, ναι, κύριε Σπινόζα, ερώτηση;»
«Ο Επίκουρος προτείνει μόνο μία αρνητική προσέγγιση; Υποστηρίζει δηλαδή ότι η απομάκρυνση τού άγχους είναι το μόνο πού χρειάζεται, κι ότι ό άνθρωπος χωρίς εξωγενείς ανησυχίες είναι τέλειος, φύσει καλός, ευτυχής; Δεν υπάρχουν κάποια θετικά χαρακτηριστικά, για τα όποια να οφείλουμε να πασχίσουμε;»
Εξαιρετική ερώτηση. Τα αναγνώσματα πού έχω επιλέξει θα φωτίσουν την απάντηση. Ευτυχώς, κύριε Σπινόζα, δεν θα χρειαστεί να περιμένετε ώσπου να τελειοποιήσετε τα ελληνικά σας, γιατί μπορείτε να διαβάσετε τις ιδέες του Επίκουρου στα λατινικά, καταγεγραμμένες από τον Ρωμαίο ποιητή Λουκρητία πού έζησε περίπου διακόσια χρόνια αργότερα. Όταν έρθει η ώρα, θα διαλέξω για σάς τις κατάλληλες σελίδες. Σήμερα το μόνο πού ήθελα ήταν να θίξω την κεντρική ιδέα πού τον διακρίνει από τούς άλλους : ότι η καλή ζωή συνίσταται στην απαλοιφή τού άγχους. Ακόμα όμως και μία επιφανειακή ανάγνωση θα σάς αποκαλύψει ότι ο Επίκουρος είναι πολύ πιο σύνθετος. ’Ενθαρρύνει τη γνώση, τη φιλία και την ενάρετη μετριοπαθή ζωή. Ναι, Ντίρκ, θέλεις να ρωτήσεις κάτι; Μου φαίνεται πώς οι μαθητές των λατινικών ρωτούν περισσότερα για τούς ‘Έλληνες από την τάξη των ελληνικών».
«Γνωρίζω μια ταβέρνα στο Αμβούργο», είπε ο Ντίρκ, «πού λέγεται “Η επικούρεια απόλαυση”. Μέρος δηλαδή αυτής τής καλής ζωής είναι και το κρασί και η μπίρα;»
«Την περίμενα αυτή την ερώτηση. ’Ήμουνα βέβαιος πώς από κάπου θα εμφανιζόταν. Πολλοί χρησιμοποιούν λανθασμένα το όνομα τού Επίκουρου όταν μιλούν για το καλό φαΐ η τό κρασί. ’Αν το μάθαινε ο Επίκουρος, θα τού προκαλούσε μεγάλη έκπληξη. Πιστεύω πώς αυτό το περίεργο λάθος προέρχεται από τον αυστηρό υλισμό του. Ό Επίκουρος πίστευε πώς δεν υπάρχει άλλη ζωή και πώς, αφού αυτή ή ζωή είναι η μόνη πού διαθέτουμε, τότε πρέπει να πασχίζουμε για την επίγεια ευτυχία μας. Μην κάνετε το λάθος όμως να συμπεράνετε ότι ο Επίκουρος προτείνει να ξοδέψουμε τη ζωή μας βουτηγμένοι σε αισθησιακές ή λάγνες δραστηριότητες. Με κανέναν τρόπο – ό ίδιος έζησε και κήρυξε μία ζωή σχεδόν ασκητική. Επαναλαμβάνω, πίστευε πώς ό καλύτερος τρόπος να μεγεθύνουμε την ηδονή είναι να ελαχιστοποιήσουμε τον πόνο. “Εάν από τα κυριότερα συμπεράσματά του ήταν ότι ό φόβος τού θανάτου ήταν μία πολύ μεγάλη πηγή πόνου, και πέρασε μεγάλο μέρος τής ζωής του αναζητώντας φιλοσοφικές μεθόδους για να μειώσει το φόβο για το θάνατο. ’Άλλες ερωτήσεις, παρακαλώ».
“Αναφέρει πουθενά την προσφορά στους άλλους και στην κοινότητα ή την αγάπη;” ρώτησε o Ντίρκ.
« Σωστή ερώτηση από έναν μελλοντικό γιατρό. Θα σ’ ενδιαφέρει να μάθεις ότι ό Επίκουρος θεωρούσε τον εαυτό του ιατροφιλόσοφο πού φρόντιζε τις παθήσεις τής ψυχής όπως ένας γιατρός φροντίζει τις παθήσεις τού σώματος. Κάποτε είπε ότι μία φιλοσοφία πού δεν μπορεί να θεραπεύσει την ψυχή έχει όση άξια έχει μία ιατρική πού δεν μπορεί να θεραπεύσει το σώμα. Ανέφερα ήδη μερικές παθήσεις τής ψυχής πού πηγάζουν από το κυνήγι τής φήμης, τής εξουσίας, τού πλούτου και τής σεξουαλικής ηδονής άλλα δεν ήταν παρά δευτερεύουσες. Ο Βεχεμώθ τού άγχους, το μεγαλύτερο άπ’ όλα τα άγχη, εκείνο πού βρίσκεται στη βάση όλων των άλλων ανησυχιών και τις θρέφει, είναι ό φόβος τού θανάτου και τής άλλης ζωής. Μάλιστα μία από τις πρώτες αρχές τής κατήχησης πού έπρεπε να μάθουν οι μαθητές του ήταν ότι είμαστε θνητοί, ότι δεν υπάρχει άλλη ζωή και επομένως ότι μετά θάνατον δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα από τούς θεούς. Θα διαβάσεις περισσότερα γι’ αυτό στον Λουκρήτιο σύντομα, Ντίρκ. Ξέχασα όμως ποιο ήταν το άλλο σκέλος τής ερώτησής σου».
«Πρέπει πρώτα να πω », είπε ο Ντίρκ, « ότι δεν γνωρίζω τη λέξη “Βεχεμώθ”».
«Καλή ερώτηση. Ποιος γνωρίζει τη λέξη;» Μόνο ό Μπέντο σήκωσε το χέρι.
Πέστε μας, κύριε Σπινόζα».
«Τερατώδες κτήνος» είπε ο Μπέντο. «Από το εβραϊκό b’hemah πού εμφανίζεται στη Γένεση και επίσης στον Ιώβ)).
Και στον ’Ιώβ; Αυτό δεν το ήξερα ούτε εγώ. Ευχαριστώ. Ας γυρίσουμε όμως στην ερώτησή σου Ντίρκ».
Ρωτούσα για την αγάπη και για την προσφορά στην κοινότητα».
ΑΠ ‘όσο ξέρω ο Επίκουρος δεν παντρεύτηκε άλλα πίστευε στο γάμο και στην οικογένεια για ορισμένους όμως ανθρώπους – για κείνους που ήταν έτοιμοι ν’ αναλάβουν αυτή την ευθύνη. Δεν ενέκρινε όμως το παράλογο πάθος του έρωτα που υποδουλώνει τον ερωτευμένο και τελικά οδηγεί σέ περισσότερο πόνο παρά απόλαυση. Λέει πώς μόλις ικανοποιηθεί η τρέλα του πόθου, ο ερωτευμένος νιώθει ανία ή ζήλια ή και τα δυο. Εκείνος έδινε μεγάλο βάρος σέ μία ανώτερη αγάπη, την αγάπη των φίλων που μας εξυψώνει σε μία κατάσταση μακαριότητας. Είναι σημαντικό να ξέρετε ότι δεν έκανε διακρίσεις κι ότι αντιμετώπιζε όλους τούς ανθρώπους ισότιμα: Η σχολή του ήταν η μόνη σχολή στην ’Αθήνα πού δεχόταν γυναίκες και δούλους».
«η ερώτησή σου για την προσφορά, Ντίρκ, είναι σημαντική. Η θέση του ’Επίκουρου ήταν τι πρέπει να ζούμε μία ήσυχη εσωστρεφή ζωή, να αποφεύγουμε τις δημόσιες ευθύνες, την ανάληψη αξιωμάτων ή κάθε άλλο είδος ευθύνης πού θα μπορούσε ν’ απειλήσει την αταραξία μας».
Δεν ακούω τίποτα σχετικό με τη θρησκεία » είπε ένας Καθολικός σπουδαστής, ο Έντουαρντ, πού ό θείος του είχε υπάρξει επίσκοπος τής Αμβέρσας. «’Ακούω για την αγάπη προς τούς φίλους άλλα δεν ακούω λέξη για την αγάπη τού Θεού ή για το σκοπό τού Θεού στην ιδέα του για την ευτυχία».
«Θίγεις ένα σημαντικό σημείο, Έντουαρντ. Ο ’Επίκουρος σοκάρει τούς σημερινούς αναγνώστες, επειδή η συνταγή του για την ευτυχία δεν εμπλέκει καθόλου τα θεία. Πίστευε ότι η ευτυχία πηγάζει αποκλειστικά από τον ίδιο μας το νοεί και δεν απέδιδε καμιά σπουδαιότητα στη σχέση μας με οτιδήποτε υπερφυσικό».
«Λέτε δηλαδή», ρώτησε ό Έντουαρντ, «ότι αρνιόταν την ύπαρξη του Θεού;»
«Θέλεις να πεις των θεών, στον πληθυντικό. Μην ξεχνάς την ιστορική περίοδο, ’Έντουαρντ. Βρισκόμαστε στον τέταρτο αιώνα π.Χ. και ο ελληνικός πολιτισμός, όπως κάθε πρώιμος πολιτισμός με εξαίρεση τούς Εβραίους, ήταν πολυθεϊστικός» είπε ό Βαν ντε Έντεν.
Ο ’Έντουαρντ συγκατένευσε και διατύπωσε αλλιώς την ερώτησή του: «Δηλαδή ο Επίκουρος αρνιόταν τα θεία;»
«Όχι, ήταν τολμηρός αλλά δεν ήταν απερίσκεπτος. Γεννήθηκε περίπου εξήντα χρόνια μετά την εκτέλεση του Σωκράτη ως αιρετικού και γνώριζε ότι η έλλειψη πίστης στους θεούς ήταν κάτι πού θα έβλαπτε την υγεία του. Υιοθέτησε μία πιο ασφαλή στάση και δήλωσε ότι οι θεοί υπάρχουν και ζούνε μακάρια στο Όρος Όλυμπος έχοντας λησμονήσει απολύτως τη ζωή των ανθρώπων».
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου