Είναι πάντα δίκαιη η δικαιοσύνη; Ένα γνωστό λατινικό απόφθεγμα λέει: summum jus summa injuria (η απόλυτη δικαιοσύνη είναι απόλυτη αδικία). Αν εφαρμόζει κανείς μια τέλεια από θεωρητική άποψη δικαιοσύνη, που βρίσκεται όμως έξω από τα ανθρώπινα, γίνεται βαθύτατα άδικος. Το γνωστότερο παράδειγμα γι’ αυτό είναι ο Έμπορος της Βενετίας του Σαίξπηρ. Ξέρουμε ότι ο Σάυλοκ, ο ήρωας του έργου, είχε κάνει μια συμφωνία με το γείτονά του, να του κόψει ένα κομμάτι σάρκα αν δεν έπαιρνε πίσω τα χρήματά του τη συμφωνημένη μέρα. Η μοιραία μέρα της εξόφλησης του χρέους ήρθε: σύμφωνα με το κριτήριο της απόλυτης δικαιοσύνης, ο Σάυλοκ είχε το δικαίωμα να πάρει το κομμάτι σάρκας που του ανήκε. Αυτό ήταν όμως άδικο απέναντι στο γείτονά του, τον βενετό εφοπλιστή, που όλα τα σκάφη του είχαν βυθιστεί ή είχαν χαθεί ή βρίσκονταν σε καραντίνα στο λιμάνι της Βενετίας. Δεν μπόρεσε να κρατήσει το λόγο του· δεν ήταν όμως υπεύθυνος γι’ αυτό που του συνέβη. Είχε έρθει η στιγμή να επικαλεστεί τη δικαιοσύνη να ζητήσει κατανόηση, μεγαλοψυχία, που είναι πιο δίκαιη από την αδικία μιας ψυχρής απόφασης από ανθρώπους ρομπότ, στους οποίους το συναίσθημα δε συμμετέχει ούτε στο ελάχιστο στη λήψη μιας απόφασης.
Η δικαιοσύνη και η ευσπλαχνία είναι συχνά διαχωρισμένες και βρίσκονται σε σύγκρουση ή εξισορροπεί και διορθώνει η μία την άλλη. Ευσπλαχνία σημαίνει ακριβώς να είσαι αρκετά δυνατός ώστε να διορθώνεις τη δικαιοσύνη όταν είναι άδικη ή αδιάλλακτη, να καλύπτεις τα κενά της ή να αμβλύνεις τις αιχμές της. Η ενάρετη δικαιοσύνη είναι συχνά αδιάλλακτη , έχει μαθηματική ακρίβεια, άκαμπτη αυστηρότητα, και είναι αδέκαστη. Συχνά, ωστόσο, δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην πραγματικότητα, δεν εναρμονίζεται με τους ανθρώπους. Τη στιγμή που δικαιοσύνη καθίσταται ανεφάρμοστη, η ευσπλαχνία μπορεί να κάνει θαύματα. Πολλές φορές ονομάζεται και «χάρη».
Στο γαλλικό υπουργείο δικαιοσύνης υπάρχει ένα «συμβούλιο χαρίτων». Με την ηπιότητα, τη συμπάθεια ή την αληθινή κατανόηση για το συνάνθρωπο μπορεί κανείς να ξεπεράσει τη δικαιοσύνη και να απονείμει χάρη στους ενόχους. «Για Κάθε αμάρτημα οίκτος».
Αυτό ακριβώς συμβαίνει και στην περίπτωση του Εμπόρου της Βενετίας. Τελικά δεν επιτρέπεται στον Σάυλοκ να κόψει από το ζωντανό άνθρωπο το κομμάτι σάρκας που δικαιούται. Τα σκάφη του οφειλέτη του έρχονται ακριβώς τη συμφωνημένη στιγμή, κι έτσι αυτός ξαναπαίρνει τα λεφτά του και δεν παθαίνει ζημιά. Εξάλλου, αυτό είναι και το απόφθεγμα του Σοπενάουερ και ο ορισμός που δίνει στη δικαιοσύνη: «Μη βλάψεις κανέναν, μην αδικήσεις κανέναν». Η δικαιοσύνη είναι πιο συχνά αρνητική παρά θετική. Το να είσαι δίκαιος σημαίνει να μη βλάπτεις, να μην κλέβεις, να μη σκοτώνεις, να μη ζημιώνεις κανέναν.
Αντίθετα, η ευσπλαχνία σημαίνει αγαθοεργία. Το να κάνεις το καλό, είναι κάτι εξαιρετικά θετικό και εποικοδομητικό. Η ευσπλαχνία φέρνει κάτι παραπάνω, μια βελτίωση, ένα συμπλήρωμα στην ανθρωπιά, στην καλοσύνη, στη μεγαλοψυχία. Ο Απόστολος Παύλος λέει: «Η αγάπη είναι μακρόθυμη, είναι ευμενής: δεν εξάπτεται, δεν κομπορρημονεί, δεν ενεργεί ανάρμοστα, δεν κοιτάζει το συμφέρον της, δε χαίρεται με το άδικο, αντέχει τα πάντα, ελπίζει».
Στο ερώτημα αν η αγάπη για τον άνθρωπο, την οποία αντιπροσωπεύει η ευσπλαχνία, πρέπει να τοποθετηθεί πάνω απ’ τη δικαιοσύνη, μπορούμε να δώσουμε ανενδοίαστα την εξής απάντηση: η ευσπλαχνία δεν πρέπει να τοποθετείται πάνω απ’ τη δικαιοσύνη, όποιες κι αν είναι οι αρετές της και τα προτερήματά της. Δεν υπάρχει τίποτε ανώτερο από τη δικαιοσύνη. Δεν πρέπει να θέλουμε τίποτε παραπάνω από δικαιοσύνη – και δεν πρέπει να προσπαθούμε να κάνουμε περισσότερα απ’ το καθήκον μας: «Να κάνουμε περισσότερα απ’ το καθήκον μας; Αυτό είναι αδύνατον, επειδή το καθήκον μας έχει ως όριο τις δυνατότητές μας».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου