Από τα πρώτα μαθήματα κιόλας οι δάσκαλοι φρόντιζαν να διδάσκουν στους μαθητές τους ότι η ηδονή είναι το πρωταρχικό και έμφυτο αγαθό, δίδοντας παράλληλα προτεραιότητα στην εκπλήρωση εκείνων των επιθυμιών που είναι όντως αναγκαίες για την ευδαιμονία τους. Όσοι αποδέχονταν την επικούρεια διδασκαλία ενθαρρύνονταν να δηλώνουν δημόσια την ταυτότητά τους, να χτίζουν ισχυρές φιλίες μεταξύ τους και να ασκούν το “λάθε βιώσας”, δηλαδή να ζουν ήσυχα και αθόρυβα αποτραβηγμένοι από την πολιτική και το πλήθος της πόλης.Οι επικούρειοι της ελληνιστικής περιόδου ακολουθούσαν συγκεκριμένους κανόνες στη συμπεριφορά τους όταν συμμετείχαν σε κοινωνικές εκδηλώσεις όπως αθλητικές, καλλιτεχνικές οι θρησκευτικές. Όταν κατέβαιναν στην αγορά απέφευγαν να συμμετέχουν σε ανούσιες και αδιέξοδες πολιτικές συζητήσεις όπου συνήθως επικρατούσε η χυδαιότητα παρά μόνο σε φιλοσοφικές. Ομοιάζοντας με τους κυνικούς έδιναν πολύ μικρή σημασία στην εξωτερική εμφάνισή τους και ξεχώριζαν για το ατημέλητο ύφος τους.
Πολλές φορές αυτό το γεγονός προκαλούσε τα ειρωνικά σχόλια άλλων φιλοσόφων που άνηκαν σε ελιτίστικες σχολές όπως της Ακαδημαϊκής και της Περιπατητικής. Στους επικούρειους άρεσαν τα θεάματα και παρακολουθούσαν τα θεατρικά έργα των τραγικών αλλά και των ποιητών χωρίς όμως να ασχολούνται με αυτά αφού θεωρούσαν ότι πρωτίστως είχαν ψυχαγωγικό χαρακτήρα και δευτερευόντως διδακτικό. Όποτε έβρισκαν ευκαιρία έπαιρναν μέρος στα συμπόσια στα οποία ευθυμούσαν αλλά δεν μεθούσαν.
Κατά την ρωμαϊκή περίοδο κάποια πράγματα δείχνουν να αλλάζουν με πρωτεργάτη τον Φιλόδημο, ο οποίος εκφράζει έναν κοσμοπολίτη επικούρειο που συμμετέχει σε συζητήσεις και συνδιαλέγεται με την πνευματική ελίτ, είναι καλοντυμένος και κοσμογυρισμένος, ενώ διδάσκει ο ίδιος εκτός από φιλοσοφία και τις παραμελημένες από τους παλιότερους επικούρειους τέχνες όπως την ποίηση. Κυρίαρχη θρησκευτική γιορτή της εποχής ήταν τα Ελευσίνια μυστήρια καθώς και άλλες μικρότερες στις οποίες οι επικούρειοι έπαιρναν μέρος μιας και δεν αρνούνται τις παραδοσιακές θρησκευτικές τελετουργίες όπως τις δεήσεις και τις προσευχές.
Οι επικούρειοι θεωρούν ότι είναι καλύτερα να ακολουθήσει ο άνθρωπος τους μύθους για τους θεούς που του αφήνουν μέσω της λατρείας κάποιες ελπίδες για τον εξευμενισμό τους, παρά την ειμαρμένη που δέχεται μια ανεξιλέωτη αναγκαιότητα και δεν παρακάμπτεται ούτε με δεήσεις. Όμως δεν πιστεύουν στη μετά θάνατον ζωή ούτε φοβούνται τους θεούς, διότι αυτές οι αντιλήψεις πηγάζουν από εσφαλμένες ερμηνείες των φαινομένων σχετικά με τη φύση του θείου και του θανάτου, του καλού και του κακού.
«ΑΦΟΒΟΝ Ο ΘΕΟΣ, ΑΝΥΠΟΠΤΟΝ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ, Τ ΑΓΑΘΟΝ ΜΕΝ ΕΥΚΤΗΤΟΝ, ΤΟ ΔΕ ΔΕΙΝΟΝ ΕΥΕΚΚΑΡΤΕΡΗΤΟΝ»
«Ο θεός δεν είναι επίφοβος, ο θάνατος δεν είναι αντιληπτός, το μεν καλό εύκολα αποκτιέται, το δε κακό εύκολα υπομένεται.»
(Φιλόδημος Γαδαρηνός)
Οι επικούρειοι γνωρίζουν ότι στην πραγματικότητα οι θεοί δεν δημιούργησαν τίποτα (στην ουσία είναι και οι ίδιοι δημιουργήματα) αφού τίποτα δεν γεννιέται από το τίποτα, δεν επεμβαίνουν στα ανθρώπινα πράγματα, δεν τιμωρούν και δεν επιβραβεύουν. Αν οι θεοί άκουγαν ή απαντούσαν στις προσευχές του πλήθους, τότε οι άνθρωποι θα πέθαιναν πολύ γρήγορα ή θα πάθαιναν μεγάλες καταστροφές, επειδή στις προσευχές τους, οι περισσότεροι, εύχονται να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα.
«Το μακάριο και άφθαρτο ον, ούτε το ίδιο έχει προβλήματα, ούτε σε άλλους προκαλεί. Έτσι δεν οργίζεται με κανέναν και δεν χαρίζεται σε κανένα. Γιατί όλα αυτά είναι γνωρίσματα αδυνάμων όντων.»
(Επίκουρος Κύριαι Δόξαι 1).
Πολλά πράγματα δεν έχουν αλλάξει στους αιώνες που πέρασαν. Οι σημερινοί επικούρειοι όπως και οι παλιότεροι, υμνούν την ομορφιά της ζωής ενώ συνεχίζουν και στις μέρες μας να παίρνουν μέρος στις κάθε είδους κοινωνικές εκδηλώσεις της πόλης τους. Συμμετέχουν στην γιορτινή ατμόσφαιρα, στα διάφορα οικολογικά events, βγαίνουν με φίλους, ασχολούνται ενεργά με τις τέχνες, διασκεδάζουν και ανταλλάσσουν ευχές, τότε τα Ελευσίνια, τώρα τα Χριστούγεννα. Δεδομένων των συνθηκών οι σημερινοί επικούρειοι είναι πιο εξωστρεφείς, ανακατεύονται με το πλήθος, γίνονται ένα με αυτό, αλλά πάντα παραμένουν ξεχωριστοί, διαφορετικοί.
Είναι χαρούμενοι που έχουν την ευκαιρία να ζήσουν αφού ξέρουν ότι ο χρόνος που τους δόθηκε είναι περιορισμένος, γεννιόνται και ζούνε μόνο μια φορά και κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να γνωρίζει το μέλλον του. Έτσι δίνουν στην ζωή την αξία που της ταιριάζει γιατί όπως έλεγε και ο Λουκρήτιος: Μόνο αν γλεντήσουμε την ζωή δεν θα φοβόμαστε τον θάνατο, γιατί θα είμαστε χορτάτοι από εμπειρίες και ευγνωμοσύνη απ’ όσα ζήσαμε.
«Γεννηθήκαμε μια φορά και δεν γίνεται να γεννηθούμε και δεύτερη, κι είναι βέβαιο πως δεν θα υπάρξουμε ξανά στον αιώνα τον άπαντα. Εσύ όμως, ενώ δεν εξουσιάζεις το αύριο, αναβάλλεις την ευτυχία γι’ αργότερα. Κι η ζωή κυλά με αναβολές και χάνεται, κι ο καθένας μας πεθαίνει μες τις έγνοιες.»
(Επικούρου προσφώνησις 14)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου