Το ερώτημα που έχει ταλανίσει όλους τους εκπροσώπους των ανθρωπιστικών επιστημών και το οποίο δεν έχει καταφέρει να απαντηθεί είναι «ποια η φύση του ανθρώπου»; Είναι άραγε ο άνθρωπος καλός η κακός; Θεός ή Δαίμων; Λύκος η πρόβατο;
Στον πυρήνα του ερωτήματος που έχει βασανίσει επιστήμονες και φιλοσόφους, κρύβεται μια πλάνη. Πριν από χιλιάδες χρονιά, ο Λάο Τσε είχε κατανοήσει απόλυτα το ότι η χαρακτηρολογική προσέγγιση ενός προβλήματος είναι η Αχίλλειος πτέρνα της επίλυσης του, διότι δε μας βοηθά να κατανοήσουμε το πρόβλημα.
Όταν χαρακτηρίζουμε κάτι ως καλό, εμφαίνει, κάτι άλλο γίνεται αυτόματα κακό, όταν αποκαλούμε κάτι ωραίο κάτι άλλο πρέπει να είναι άσχημο. Υπό την έννοια αυτή, η κατανόηση της φύσης του προβλήματος υπερβαίνει κάθε ηθική προσέγγιση και εισέρχεται βαθειά στη ριζά του προβλήματος.
Ο άνθρωπος ως ον είναι ένα κράμα βιολογικών, ψυχολογικών και κοινωνικών δυναμικών παραγόντων που βρίσκονται σε άμεση αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Η συμπεριφορά του ανθρώπου υποκινείται από πανίσχυρα πρωτόγονα ένστικτα καθώς και από εξίσου ισχυρές ενδοψυχικες ανάγκες.
Ο ψυχολογικός και βιολογικός παράγοντας είναι άμεσα συνδεδεμένοι μεταξύ τους και βρίσκονται σε πλήρη αρμονία σε ένα υγιές και ολοκληρωμένο άτομο. Σε πολλές όμως περιπτώσεις αυτός ο ομοιοστατικος μηχανισμός που τους κρατά σε αρμονία διαταράσσεται την αρμονία διαδέχεται η δυσαρμονία και η δυσφορια.
Οι δυο βασικότερες κινητήριες δυνάμεις της ανθρώπινης συμπεριφοράς, ο όποιες αν δεν εκφραστούν κατάλληλα προκαλούν τη μεγαλύτερη δυσαρμονία, είναι η επιθετική ενορμηση και η ανάγκη του σχετίζεσθαι με τους άλλους.
Η επιθετικότητα συγκαταλέγεται ανάμεσα στα πιο αρχέγονα ένστικτα του ανθρώπου, είναι γραμμένη στα γονίδια του και σκοπό έχει να μας προστατευσει από έναν επαπειλούμενο κίνδυνο. Η επιθετικότητα ως ένστικτο λοιπόν προστατεύει τη ζωή. Η επιθετικότητα όμως έχει και ένα δεύτερο σκοπό που δεν είναι άλλος από την επιβολή της δύναμης και της κυριαρχίας ενός ανθρώπου πάνω σε κάποιον άλλο, η μιας ομάδας ανθρώπων σε κάποια άλλη. Όλη η ιστορία της ανθρωπότητας θα μπορούσε να περιγραφεί ως ένας αιματηρός αγώνας για δύναμη και κυριαρχία.
Παρότι φαινομενικά παράδοξο και αντιφατικό, αν παρατηρήσουμε πιο προσεκτικά την ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, βλέπουμε ότι οικοδομήθηκε πάνω στην ανάγκη του «σχετίζεσθαι» με τους άλλους.
Η ανάγκη του ανθρώπου να σχετιστεί με «τον άλλο» είναι η πιο ισχυρή ψυχολογική και παράλληλα ενστικτώδης καθώς και βιολογικά καθοριζόμενη ανάγκη. Το βρέφος γνωρίζει ότι αν δεν αναπτύξει δεσμό με τη μητέρα δε θα επιβιώσει διότι δε μπορεί να εξασφαλίσει την τροφή του. Στην ενήλικη ζωή το «σχετίζεσθαι» με τους άλλους εξασφαλίζει συναισθηματική τροφή που είναι εξίσου σημαντική για την ωρίμανση και ανάπτυξη του ανθρώπου
Στο κοινωνικό επίπεδο, μία κοινωνία είναι «αρκετά καλή» όταν καταφέρει να ικανοποιήσει παραγωγικά την ανάγκη του ανθρώπου να αναπτύξει δεσμούς με τους γύρω του. Μάλιστα, ένα τέτοιο είδος μοντέλου κοινωνίας δομείται και θεμελιώνεται πάνω σε αυτή την ανάγκη.
Η «αρκετά καλή» κοινωνία δεν αγνοεί την επιθετική ενόρμηση του ανθρώπου, ούτε προσπαθεί να την καταπνίξει. Αντιθέτως, τη μετουσιώνει ενθαρρύνοντας έτσι την εκτόνωση της μέσω κοινωνικά αποδεκτών τρόπων. Η «αρκετά καλή» κοινωνία φροντίζει και τις παραγωγικές και τις καταστροφικές δυνάμεις του ανθρώπου, αξιοποιώντας τις πρώτες και κατευθύνοντας τις δεύτερες, κατανοώντας πλήρως τη δυναμική και τη φύση του ανθρώπου.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου