Το βασίλειο της μοίρας είναι το βασίλειο των ορίων, των άκρων, του πέρατος, … και το κεντρικό όριο, … είναι φυσικά ο θάνατος, ο μόρος, για κάθε ζώντα οργανισμό. Στο εσωτερικό όμως του ορίου αυτού υπάρχουν και άλλα στοιχεία, των οποίων η μοίρα εγγυάται το απαράβατο και στα οποία αντιστοιχεί η ομηρική έκφραση υπέρ μόρου: το τάδε πρόσωπο δεν θα μπορέσει να εκτελέσει την τάδε πράξη, γιατί κάτι τέτοιο, λέει ο Όμηρος, θα ήταν υπέρ μόρον.
Υπάρχουν εν προκειμένω δύο περιπτώσεις που αξίζει να θυμηθούμε. Πρώτον, στην ραψωδία Π (684-711) της Ιλιάδας. Ο Πάτροκλος, παρά τις προειδοποιήσεις του Αχιλλέα, συνεχίζει μια ξέφρενη μάχη. Τρείς φορές επελαύνει κατά των τειχών της Τροίας, και την ημέρα εκείνη, μας λέει ο Όμηρος, η πόλη με τις υψηλές πύλες θα είχε πέσει υπό την πίεση των Αχαιών, αν ο Απόλλων δεν ήταν εκεί για να αποκρούσει τις επιθέσεις του Πάτροκλου: «Φύγε, το ξέρεις καλά ότι δεν είναι η αίσα (μοίρα) σου να καταλάβεις την Τροία, …». Ο Πάτροκλος καταλαβαίνει ότι έχει επιδοθεί σε υπέρ μόρον αγώνα, αλλά είναι ήδη αργά, και θα σκοτωθεί. Το άλλο επεισόδιο βρίσκεται στην αρχή της Οδύσσειας (α, 28-47). Οι θεοί συγκεντρώνονται για να αποφασίσουν την τύχη του Οδυσσέα, κρατούμενου της Καλυψούς, αλλά ο Δίας αρχίζει τη συνεδρία αναφερόμενος στην οργή και την τρέλα των ανθρώπων, και ιδίως του Αίγισθου, που τον είχε ωστόσο προειδοποιήσει ο Ερμής ότι θα τον σκότωνε ο Ορέστης αν γινόταν εραστής της Κλυταιμνήστρας και δολοφόνος του Αγαμέμνονα. Άρα, εν πλήρη γνώση του ο Αίγισθος διέπραξε τις παραβάσεις και επέσυρε τις συμφορές που τον απειλούσαν …
Οι αποφάσεις της μοίρας αφορούν επομένως πρωτίστως το θάνατο, το έσχατο όριο της ύπαρξης, καθώς επίσης, στα πλαίσια των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, ορισμένα απαράβατα όρια. Και τούτο θα παραμείνει θεμελιώδες δεδομένο της οργάνωσης του κόσμου για τους Έλληνες. Ένα απόσπασμα του Ηράκλειτου (DK B 94) λέει ότι αν ο ήλιος, που είναι θεός, απομακρυνθεί από την τροχιά του, οι Ερινύες επαγρυπνώντας θα φρόντιζαν να σεβαστεί τα όριά του. Απόσπασμα που μας επιβεβαιώνει ότι η μοίρα επιβάλλεται και στους θεούς, που δεν είναι σε θέση να της αντισταθούν … η μοίρα δεν αποτελεί πεπρωμένο με τη συνήθη έννοια του όρου, με την έννοια … ενός απόλυτου προκαθορισμού ή μια απόλυτης προδιάθεσης. Διότι, εάν η μοίρα καθορίζει τα όρια, μέσα στα όρια αυτά οι άνθρωποι αποφασίζουν κατά μία έννοια ελεύθερα. Πιο συγκεκριμένα, αποφασίζουν αν θα τα παραβούν ή όχι. Και αν τα παραβούν, η Νέμεσις θα τιμωρήσει το παράπτωμά τους …
Οι άνθρωποι γνωρίζουν λοιπόν τα εσωτερικά όρια της ύπαρξης. Και αν τα παραβούν σημαίνει πως έχουν παρασυρθεί από την ύβριν. Ο άνθρωπος είναι το ον που κατακλύζεται από την ύβριν, από τη λυσσαλέα επιθυμία της παράβασης …
Δεν υπάρχει λοιπόν πεπρωμένο, υπάρχει όμως ένα έσχατο όριο, ο θάνατος, και ορισμένα άλλα εσωτερικά όρια μέσα στα οποία ο άνθρωπος αποφασίζει μόνος του μερικές φορές, ακόμα κι όταν διαλέγεται με τους θεούς και βρίσκεται συχνά υπό την επιρροή τους. Και η ομηρική αντίληψη για την μοίραν είναι κατά τη γνώμη μου, θεμελιώδης. Από τη μία, αναγγέλλει και εμπεριέχει ήδη το στοιχείο που βρίσκεται κατ’ ανάγκη στη βάση κάθε ορθολογικής έρευνας, κάθε ορθολογικής σκέψης, δηλαδή ότι υπάρχουν νόμοι που επιβάλλουν όρια στα πάντα, και δεν εξαρτώνται από κάθε κάποια αυθαίρετη θεία βούληση. Από την άλλη, όπως θα το διατυπώσει αργότερα ο Αριστοτέλης, ο άνθρωπος αποτελεί αρχήν των εσομένων, κανόνα και εκκίνηση όλων όσων πρόκειται να συμβούν. Ο άνθρωπος αποφασίζει και η απόφαση του λαμβάνεται με δικό του κίνδυνο, με δικά του έξοδα που αποδεικνύονται συχνά εξαιρετικά επαχθή – με τελική έκβαση τον «πολυέξοδο/ανέξοδο» θάνατο.
Η συνύπαρξη αυτή ενός απρόσωπου νόμου και της ελεύθερης απόφασης του ανθρώπου απέναντι του είναι, κατά τη γνώμη μου, αυτό που ελευθερώνει την πράξη των Ελλήνων τόσο στο πρακτικό, στο πολιτικό πεδίο, όσο και στο πεδίο της σκέψης.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου