Πέμπτη 1 Απριλίου 2021

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Αττικισμός, η «καλή» και η «κακή» γλώσσα

11.2.2 Ας ξαναγυρίσουμε στην καθαρεύουσα


Αυτό λοιπόν που έκανε την καθαρεύουσα, για τους υποστηρικτές της, «καλή», «πρότυπη», «καθαρή» γλώσσα ήταν ότι προσεγγίζει (κρατώντας τη μορφολογία και ένα μέρος του λεξιλογίου της) την ένδοξη αρχαία ελληνική γλώσσα. Αλλά και κάτι ακόμα: ήταν «καθαρή» από δάνεια, τουρκικής, σλαβικής, αλβανικής, ιταλικής προέλευσης. Αυτά τα δάνεια, το έχουμε ήδη πει, είχαν μπει στην ομιλούμενη γλώσσα μέσα από τις επαφές της με άλλους λαούς και γλώσσες - επαφές κυριαρχίας (τα τουρκικά λ.χ., ή τα ιταλικά σε ιταλοκρατούμενες περιοχές όπως τα Επτάνησα), επαφές γειτονίας και συμβίωσης (σλαβικές γλώσσες, αλβανικά). Τα δάνεια αυτά θεωρούνταν, μαζί με την απομάκρυνση από τα αρχαία ελληνικά, ως αίτια της μη καθαρότητας της δημοτικής. Έχουμε όμως ήδη μιλήσει για τον γλωσσικό δανεισμό σε προηγούμενο κεφάλαιο. Ο γλωσσικός δανεισμός δεν «βρωμίζει» τη γλώσσα έτσι ώστε να χρειάζεται να την «καθαρίσουμε». Όλες οι γλώσσες, το έχουμε ήδη συζητήσει, διαμορφώθηκαν μέσα από τις επαφές τους με άλλες γλώσσες. Και δεν γίνεται αλλιώς. 

Οι λαοί και οι γλώσσες δεν κλείνονται σε γυάλες. Μάρτυρας γι' αυτό είναι και η ίδια η «καθαρή» καθαρεύουσα. Μπορεί να απέφευγε τη χρήση τουρκικών, σλαβικών, αλβανικών και άλλων δανείων, που χρησιμοποιούνταν και επέζησαν στην δημοτική, αλλά δεν απέφυγε τον «κρυφό δανεισμό», την ελληνική απόδοση δηλαδή εκφράσεων που προέρχονταν από άλλες γλώσσες και κυρίως τα γαλλικά, που ήταν η γλώσσα του πολιτισμού του 19ου αιώνα. Θυμηθείτε τη λέξη διαμέρισμα, που αναφέραμε σε προηγούμενο κεφάλαιο. Η λέξη αυτή μεταφράζει τη γαλλική λέξη appartement. Εκφράσεις όπως ανοίγω πυρ, κερδίζω έδαφος, έλαμψε διά της απουσίας του είναι, όλες, ελληνικές αποδόσεις, δηλαδή «κρυφά δάνεια», από άλλες γλώσσες (κυρίως τα γαλλικά και τα αγγλικά). 

Η καθαρεύουσα είχε ανάγκη αυτό τον κρυφό δανεισμό, γιατί έπρεπε να «μιλήσει» για πράγματα και καταστάσεις που δεν υπήρχαν στην αρχαιότητα. Στην αρχαιότητα δεν υπήρχαν διαμερίσματα, ούτε πιστόλια και τουφέκια για να «ανοίξει κανείς πυρ». Πολλές φορές η εμμονή της καθαρεύουσας στον αρχαϊσμό γεννούσε αστείες καταστάσεις. Έτσι, στο θεατρικό έργο Βαβυλωνία του 1836 (αναφερθήκαμε σε αυτό σε προηγούμενο κεφάλαιο) ο καθαρευουσιάνος δάσκαλος ζητά από τον χωρικό συνομιλητή του νηφοκοκκόζωμον. Μάταια, γιατί εννοεί καφέ αλλά δεν θέλει να χρησιμοποιήσει αυτή τη «μη καθαρή» λέξη. Ο συνομιλητής όμως δεν καταλαβαίνει, ενώ το νηφοκοκκόζωμον του θυμίζει άλλα… πράγματα (ο Ξενοδόχος μιλάει χιώτικα):

Ανατολίτης: Ντεν τρέπεσαι, εσύ κοντζάμου λογιότατος, νύφη τέλεις; Πού νά βρούμε νύφη για; [προς τον Ξενοδόχον] Έλα, έλα, μισέ Μπαστιά, λογιότατο νύφη υρεύει.

Ξενοδοχος [προς τον Λογιότατον]: Καλέ σεις, εν ντρεπούστενε να λέτεν πως θέτενε νύφη; Και πού να σας τηνε βρούμεν τώρη;

Λογιοτατος: Ουχί, αλλά νηφοκοκκόζωμον είρηκα.

Ανατολίτης: Έι, ιστέ, νύφη κοκόνα για; Ένα ζουμί έχει παραπάνου.

Λογιοτατος: Ουκ έγνωκας, αγράμματε.

Ανατολίτης: Εγώ γράμματα ντεν ξέρω, αμά νύφη κοκόνα υρεύεις, καλή ντουλειά ντεν είναι - ετούτο καταλαβαίνω τί τα πει.

Λογιοτατος: Ω αναλφάβητε άνερ! Και δη ζωμόν έφην του κόκκου, ον υμείς οι βάρβαροι καφέν καλείτε.

Ανατολίτης: Καφέ τέλεις;

Λογιοτατος: Έγωγε.

Ανατολίτης: Έγωγες να γένεις! Και ντε λες έτσι, μόνε λες νύφη και κοκόνα; Πολύ σασκίνη άντρωπο είσαι· ατζαΐπικο μπουνταλά είσαι, να μη σε κακοφανεί… Εγώ έτσι σασκίνη άντρωπο ντεν είδα ακόμη… Καρδιά του τέλει καφέ, και να υρεύει κοκόνα νύφη… Ακόμα να δγιούμε τί τα υρέψεις λοής κοπής ανάποντα πράματα.

λογιότατος: δάσκαλος | μισέ: κύριε | θέτενε: θέλετε | είρηκα: είπα | ιστέ: να, ορίστε I κοκόνα: κυρία από καλή οικογένεια | ουκ έγνωκας: δεν κατάλαβες | αμά: μα, αλλά | άνερ: άνθρωπε | και δη … καλείτε: είπα ζουμί του κόκκου, αυτό που εσείς οι βάρβαροι λέτε καφέ | έγωγε: ναι | σασκίνη: χαζός | ατζαΐπικο μπουνταλά: παράξενος βλάκας | λοής κοπής: κάθε είδους

Σε έναν οδηγό μαγειρικής πάλι (του 1830) η μπριζόλα, λέξη ιταλικής προέλευσης, γίνεται εμπρησθόλα για να συνδεθεί με το αρχαίο ρήμα πίμπρημι που σημαίνει 'καίω', το ίδιο ρήμα που βρίσκεται στις λέξεις εμπρησμός και εμπρηστής 'αυτός που βάζει φωτιά'.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου