Μηδενισμός και δημιουργία
Η βούληση για δύναμη (der Wille zur Macht). Καθ’ όλη την έκταση αυτού του έργου είναι έκδηλη μια γενεαλογικής υφής ερμηνευτική, που βλέπει προς τα πίσω για να κοιτάξει μπροστά. Βλέπει προς τα πίσω: οικο-δομεί μια στέρεη εσωτερική επαφή με τα μεγάλα έργα του φιλοσοφικού πολιτισμού ‒πρωτίστως του ελληνικού με προεξάρχοντα τον προσωκρατικό στοχασμό‒ για να περιγράψει εν τέλει την ιστορία του ευρωπαϊκού μηδενισμού, με τη δύναμη μιας φιλοσοφικής ρητορικής, σχεδόν παρόμοιας κατά τη δομή της με εκείνη του πλατωνικού Φαίδρου. Η νοητή γραμμή της εν λόγω ρητορικής συνάπτεται με την προοπτική του μηδενισμού, που αρνείται τον ως τώρα υπαρκτό κόσμο ως ένα είδος Είναι και παρουσιάζει το μέλλον, να «ομιλεί με εκατό σημεία», καθιστά δηλαδή εφικτή την αλλαγή του κόσμου, έξω από «τα παράσιτα του πνεύματος» και την παρακμιακή ηθική. Ανάγει τη σπουδαιότητά του, πριν απ’ όλα, στο γεγονός ότι εισχωρεί μέσα στα αβυσσαλέα ριζώματα του σύγχρονου ευρωπαϊκού μηδενισμού και ξανασκέπτεται, από μηδενική βάση, ό,τι ως τώρα θεωρούνταν δεδομένο, αποτελειωμένο, ολοκληρωμένο σύστημα αξιών.
Ουσιαστικά, ο Νίτσε αναζητεί εκείνο το φωτεινό μονοπάτι της σκέψης, ικανό να οδηγήσει σε μια νέα, ερμηνευτική εσωτερικότητα της ζωής, που θα περισώζει την εξωτερικότητα εδώ και τώρα και θα αποτελεί έτσι την ακαταμάχητη δύναμη ενάντια στον καλπάζοντα βαρβαρισμό των διαφόρων ‒ισμών: φιλελευθερ-ισμός, εθνικ-ισμός, δημοκρατ-ισμός, σοσιαλ-ισμός, ολοκληρωτ-ισμός, χριστιαν-ισμός, Διαφωτ-σμός κ.λπ. Αυτοί και παρόμοιοι ‒ισμοί έχουν ένα κεφαλαιώδες κοινό χαρακτηριστικό, μεταξύ πολλών επί μέρους άλλων: έχουν αφαιρέσει από τον άνθρωπο την πίστη στην εδώ και τώρα ζωή, στην παρούσα ζωή, για χάρη και δυνάμει μιας πίστης στα αφηρημένα, κενά συγκεκριμένου περιεχομένου ιδεώδη ενός υπεραισθητού, υπερβατικού, θεολογικο-μεταφυσικού κόσμου. Πρόκειται, στ’ αλήθεια, για μια συστηματική παραπλάνηση-αποδυνάμωση του ανθρώπου, το πνευματικό άρωμα της οποίας συγκροτείται από ένα, εδώ και αιώνες, εδραιωμένο σύστημα αξιών. Είναι αυτό που παραλύει τα κύτταρα της βουλητικής δύναμης και των πηγαίων ενστίκτων του ανθρώπου, με αποτέλεσμα να δομείται σε εξουσία η αρρωστημένη, αρνητική, σαθρή βούληση όλων των παρασιτικών στοιχείων και να συνθλίβεται καθετί το υγιές, το δυνατό, το βέλτιστο, το άριστο. Το τελευταίο τούτο δεν έχει να κάνει με κάποιον παλιομοδίτικο αριστοκρατισμό, όπως αφελώς πιστεύουν ορισμένα αντιπνευματικά όντα, αλλά με την ικανότητα του ανθρώπου να καταπολεμήσει τη διαφθορά, την ηθική κατάπτωση, γενικώς την παρακμή ή παρακμιακή ζωή, στην οποία τον καταδικάζουν οι θεσμικοί και άλλοι μηχανισμοί των ως άνω ‒ισμών.
§3
Είναι αλήθεια πως η σημερινή εποχή, όπως και εκείνη που έγραφε ο Νίτσε, είναι άκρως περίπλοκη και όχι λιγότερο μηδενιστική. Ο συνολικός της προβληματισμός για την πορεία του πνευματικού πολιτισμού συνυφαίνεται με την αγωνία γύρω από την πολιτική, πολιτισμική, τεχνικο-επιστημονική εξέλιξη εν όλω του ανθρώπου. Το ερώτημα, επομένως, που διατρέχει το σύνολο της νιτσεϊκής σκέψης στο παρόν βιβλίο και αποτυπώνει αυτή την αγωνία, ηχεί περίπου ως εξής: πώς μπορεί η αυθεντική ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης, του ανθρωπίνως υπάρχειν, να βρει την περπατησιά της έξω από τη και ενάντια στη μηδενιστική αποσάθρωσή της; Ο φιλόσοφος απαντά: μεταστοιχειώνοντας όλες εκείνες τις αξίες, που μας υπαγορεύουν τρόπους θέασης του κόσμου και άντλησης αντίστοιχων νοημάτων ζωής. Μόνο έτσι μπορούμε να καταστρέψουμε όλες τις παρασιτικές, νοσηρές δυνάμεις, που λυμαίνονται τον κόσμο του ανθρώπου, και να διανοιχθούμε στις πολλαπλές προοπτικές του δημιουργείν:
«Μεταστοιχείωση όλων των αξιών: αυτή τη συνταγή δίνω για μια πράξη ύψιστου αυτοδιαλογισμού της ανθρωπότητας· μια πράξη που σε μένα έχει γίνει σάρκα και πνεύμα … Αντιλέγω όσο κανένας άλλος και όμως είμαι το αντίθετο ενός αρνητικού πνεύματος … Είμαι ένας χαρούμενος μαντατοφόρος … αλλά είμαι και ο άνθρωπος του μοιραίου. Γιατί, όταν η αλήθεια συγκρούεται με ψέματα χιλιετιών, μέλλει να ζήσουμε τραντάγματα, παροξυσμούς σεισμών, αδιανόητες ως τώρα μετατοπίσεις βουνών και κοιλάδων. Η έννοια της πολιτικής θα εισέλθει τότε ολοσχερώς σε έναν πόλεμο πνευμάτων, όλες οι δομές εξουσίας της παλιάς κοινωνίας θα τιναχθούν στον αέρα ‒ αφού όλα στηρίζονται πάνω στο ψέμα» (Ευρωπαϊκός μηδενισμός, σ. 26.).
Όσο θολώνουν οι πνευματικοί ορίζοντες της σημερινής Ευρώπης, πόσο μάλλον των αγοραίων βοσκών της Ελλαδικής εξουσίας, τόσο ερημώνει η ζωή και η δημιουργία συνθλίβεται από τη μνησικακία των αδύναμων, των σακάτηδων, κατά Νίτσε, σε όλα τα επίπεδα του ανθρώπινου πράττειν: από τη φροντίδα της σωματικής υγείας έως και όλες τις εκφάνσεις της ψυχικής υγείας, καθώς και της πολιτισμικο-πνευματικής εξέλιξης. Κάπως έτσι στηλιτεύει, στο παρόν έργο του, ο φιλόσοφος τις ανισόρροπες συμπεριφορές των εξασθενημένων/εξαντλημένων βουλήσεων, που παίρνουν, υποτίθεται, το μέρος των φτωχών, ή μιλούν για «ίσα δικαιώματα» προκειμένου να δομήσουν τη δική τους εξουσία, την εξουσία των έκφυλων, των παθητικών μηδενιστών και να συντρίψουν, με τον μανδύα του μοραλισμού/της ηθικολογίας, κάθε είδους παραγωγική, δημιουργική δύναμη. Και εν τέλει διερωτάται ο Νίτσε: «πώς έφτασαν οι εξαντλημένοι να συντάξουν τους νόμους για τις αξίες; … πώς ήρθαν στην εξουσία, εκείνοι που είναι τελευταίοι;» (ό.π., σ. 118).
Και όταν έρχονται οι τελευταίοι στην εξουσία δεν αναπαράγουν απλώς τη δική τους αποβλάκωση ή δεν την καθιστούν μόνο ύψιστη αξία της πολιτικής, κοινωνικής και ατομικής ζωής, αλλά την αναγορεύουν και σε αδιαπραγμάτευτη δύναμη αξιολόγησης αυτής τούτης της ζωής. Κατ’ αυτό τον τρόπο τείνουν να αποδυναμώνουν, να εξαντλούν ή να κουράζουν και τις υγιείς, κραταιές δυνάμεις της κοινωνίας. Οπότε η εξουσία τους διαιωνίζεται και ο αρνητικός μηδενισμός καλά κρατεί.
Η βούληση για δύναμη (der Wille zur Macht). Καθ’ όλη την έκταση αυτού του έργου είναι έκδηλη μια γενεαλογικής υφής ερμηνευτική, που βλέπει προς τα πίσω για να κοιτάξει μπροστά. Βλέπει προς τα πίσω: οικο-δομεί μια στέρεη εσωτερική επαφή με τα μεγάλα έργα του φιλοσοφικού πολιτισμού ‒πρωτίστως του ελληνικού με προεξάρχοντα τον προσωκρατικό στοχασμό‒ για να περιγράψει εν τέλει την ιστορία του ευρωπαϊκού μηδενισμού, με τη δύναμη μιας φιλοσοφικής ρητορικής, σχεδόν παρόμοιας κατά τη δομή της με εκείνη του πλατωνικού Φαίδρου. Η νοητή γραμμή της εν λόγω ρητορικής συνάπτεται με την προοπτική του μηδενισμού, που αρνείται τον ως τώρα υπαρκτό κόσμο ως ένα είδος Είναι και παρουσιάζει το μέλλον, να «ομιλεί με εκατό σημεία», καθιστά δηλαδή εφικτή την αλλαγή του κόσμου, έξω από «τα παράσιτα του πνεύματος» και την παρακμιακή ηθική. Ανάγει τη σπουδαιότητά του, πριν απ’ όλα, στο γεγονός ότι εισχωρεί μέσα στα αβυσσαλέα ριζώματα του σύγχρονου ευρωπαϊκού μηδενισμού και ξανασκέπτεται, από μηδενική βάση, ό,τι ως τώρα θεωρούνταν δεδομένο, αποτελειωμένο, ολοκληρωμένο σύστημα αξιών.
Ουσιαστικά, ο Νίτσε αναζητεί εκείνο το φωτεινό μονοπάτι της σκέψης, ικανό να οδηγήσει σε μια νέα, ερμηνευτική εσωτερικότητα της ζωής, που θα περισώζει την εξωτερικότητα εδώ και τώρα και θα αποτελεί έτσι την ακαταμάχητη δύναμη ενάντια στον καλπάζοντα βαρβαρισμό των διαφόρων ‒ισμών: φιλελευθερ-ισμός, εθνικ-ισμός, δημοκρατ-ισμός, σοσιαλ-ισμός, ολοκληρωτ-ισμός, χριστιαν-ισμός, Διαφωτ-σμός κ.λπ. Αυτοί και παρόμοιοι ‒ισμοί έχουν ένα κεφαλαιώδες κοινό χαρακτηριστικό, μεταξύ πολλών επί μέρους άλλων: έχουν αφαιρέσει από τον άνθρωπο την πίστη στην εδώ και τώρα ζωή, στην παρούσα ζωή, για χάρη και δυνάμει μιας πίστης στα αφηρημένα, κενά συγκεκριμένου περιεχομένου ιδεώδη ενός υπεραισθητού, υπερβατικού, θεολογικο-μεταφυσικού κόσμου. Πρόκειται, στ’ αλήθεια, για μια συστηματική παραπλάνηση-αποδυνάμωση του ανθρώπου, το πνευματικό άρωμα της οποίας συγκροτείται από ένα, εδώ και αιώνες, εδραιωμένο σύστημα αξιών. Είναι αυτό που παραλύει τα κύτταρα της βουλητικής δύναμης και των πηγαίων ενστίκτων του ανθρώπου, με αποτέλεσμα να δομείται σε εξουσία η αρρωστημένη, αρνητική, σαθρή βούληση όλων των παρασιτικών στοιχείων και να συνθλίβεται καθετί το υγιές, το δυνατό, το βέλτιστο, το άριστο. Το τελευταίο τούτο δεν έχει να κάνει με κάποιον παλιομοδίτικο αριστοκρατισμό, όπως αφελώς πιστεύουν ορισμένα αντιπνευματικά όντα, αλλά με την ικανότητα του ανθρώπου να καταπολεμήσει τη διαφθορά, την ηθική κατάπτωση, γενικώς την παρακμή ή παρακμιακή ζωή, στην οποία τον καταδικάζουν οι θεσμικοί και άλλοι μηχανισμοί των ως άνω ‒ισμών.
§3
Είναι αλήθεια πως η σημερινή εποχή, όπως και εκείνη που έγραφε ο Νίτσε, είναι άκρως περίπλοκη και όχι λιγότερο μηδενιστική. Ο συνολικός της προβληματισμός για την πορεία του πνευματικού πολιτισμού συνυφαίνεται με την αγωνία γύρω από την πολιτική, πολιτισμική, τεχνικο-επιστημονική εξέλιξη εν όλω του ανθρώπου. Το ερώτημα, επομένως, που διατρέχει το σύνολο της νιτσεϊκής σκέψης στο παρόν βιβλίο και αποτυπώνει αυτή την αγωνία, ηχεί περίπου ως εξής: πώς μπορεί η αυθεντική ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης, του ανθρωπίνως υπάρχειν, να βρει την περπατησιά της έξω από τη και ενάντια στη μηδενιστική αποσάθρωσή της; Ο φιλόσοφος απαντά: μεταστοιχειώνοντας όλες εκείνες τις αξίες, που μας υπαγορεύουν τρόπους θέασης του κόσμου και άντλησης αντίστοιχων νοημάτων ζωής. Μόνο έτσι μπορούμε να καταστρέψουμε όλες τις παρασιτικές, νοσηρές δυνάμεις, που λυμαίνονται τον κόσμο του ανθρώπου, και να διανοιχθούμε στις πολλαπλές προοπτικές του δημιουργείν:
«Μεταστοιχείωση όλων των αξιών: αυτή τη συνταγή δίνω για μια πράξη ύψιστου αυτοδιαλογισμού της ανθρωπότητας· μια πράξη που σε μένα έχει γίνει σάρκα και πνεύμα … Αντιλέγω όσο κανένας άλλος και όμως είμαι το αντίθετο ενός αρνητικού πνεύματος … Είμαι ένας χαρούμενος μαντατοφόρος … αλλά είμαι και ο άνθρωπος του μοιραίου. Γιατί, όταν η αλήθεια συγκρούεται με ψέματα χιλιετιών, μέλλει να ζήσουμε τραντάγματα, παροξυσμούς σεισμών, αδιανόητες ως τώρα μετατοπίσεις βουνών και κοιλάδων. Η έννοια της πολιτικής θα εισέλθει τότε ολοσχερώς σε έναν πόλεμο πνευμάτων, όλες οι δομές εξουσίας της παλιάς κοινωνίας θα τιναχθούν στον αέρα ‒ αφού όλα στηρίζονται πάνω στο ψέμα» (Ευρωπαϊκός μηδενισμός, σ. 26.).
Όσο θολώνουν οι πνευματικοί ορίζοντες της σημερινής Ευρώπης, πόσο μάλλον των αγοραίων βοσκών της Ελλαδικής εξουσίας, τόσο ερημώνει η ζωή και η δημιουργία συνθλίβεται από τη μνησικακία των αδύναμων, των σακάτηδων, κατά Νίτσε, σε όλα τα επίπεδα του ανθρώπινου πράττειν: από τη φροντίδα της σωματικής υγείας έως και όλες τις εκφάνσεις της ψυχικής υγείας, καθώς και της πολιτισμικο-πνευματικής εξέλιξης. Κάπως έτσι στηλιτεύει, στο παρόν έργο του, ο φιλόσοφος τις ανισόρροπες συμπεριφορές των εξασθενημένων/εξαντλημένων βουλήσεων, που παίρνουν, υποτίθεται, το μέρος των φτωχών, ή μιλούν για «ίσα δικαιώματα» προκειμένου να δομήσουν τη δική τους εξουσία, την εξουσία των έκφυλων, των παθητικών μηδενιστών και να συντρίψουν, με τον μανδύα του μοραλισμού/της ηθικολογίας, κάθε είδους παραγωγική, δημιουργική δύναμη. Και εν τέλει διερωτάται ο Νίτσε: «πώς έφτασαν οι εξαντλημένοι να συντάξουν τους νόμους για τις αξίες; … πώς ήρθαν στην εξουσία, εκείνοι που είναι τελευταίοι;» (ό.π., σ. 118).
Και όταν έρχονται οι τελευταίοι στην εξουσία δεν αναπαράγουν απλώς τη δική τους αποβλάκωση ή δεν την καθιστούν μόνο ύψιστη αξία της πολιτικής, κοινωνικής και ατομικής ζωής, αλλά την αναγορεύουν και σε αδιαπραγμάτευτη δύναμη αξιολόγησης αυτής τούτης της ζωής. Κατ’ αυτό τον τρόπο τείνουν να αποδυναμώνουν, να εξαντλούν ή να κουράζουν και τις υγιείς, κραταιές δυνάμεις της κοινωνίας. Οπότε η εξουσία τους διαιωνίζεται και ο αρνητικός μηδενισμός καλά κρατεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου