Όλο και περισσότεροι ερευνητές από όλα τα επιστημονικά πεδία αμφισβητούν τους τρέχοντες ορισμούς που χρησιμοποιούμε για την κατάθλιψη. Οι βιολόγοι- ανθρωπολόγοι ισχυρίζονται ότι η κατάθλιψη συνιστά μια προσαρμοστική απόκριση στις αντιξοότητες και όχι μια ψυχική διαταραχή. Τον περασμένο Οκτώβρη, η Βρετανική Ψυχολογική Εταιρεία δημοσίευσε μια νέα αναφορά, δηλώνοντας ότι «η κατάθλιψη είναι καλύτερo να γίνεται αντιληπτή ως μια εμπειρία, ή μια σειρά εμπειριών, παρά μια ασθένεια». Και οι νευροεπιστήμονες εστιάζουν στο ρόλο του αυτόνομου νευρικού συστήματος στην κατάθλιψη. Σύμφωνα με την πολυπνευμονογαστρική θεωρία, η κατάθλιψη είναι μέρος μιας βιολογικής αμυντικής στρατηγικής που στόχο έχει να μας βοηθήσει να επιβιώσουμε.
Είναι κοινή γνώση ότι η κατάθλιψη ξεκινά στο νου μέσω διαστρεβλωμένων μοτίβων σκέψης. Αυτό προκαλεί «ψυχοσωματικά» συμπτώματα, όπως πονοκεφάλους, στομαχόπονο ή κόπωση. Τώρα, μοντέλα όπως η πολυπνευμονογαστρική θεωρία ισχυρίζονται ότι το αντιλαμβανόμαστε ανάποδα. Είναι το σώμα που εντοπίζει τον κίνδυνο και εκκινεί μια αμυντική στρατηγική που στόχο έχει την επιβίωσή μας. Αυτή η βιολογική στρατηγική ονομάζεται ακινητοποίηση και ενεργοποιείται στο μυαλό και στο σώμα με μια σειρά συμπτωμάτων που εμείς καλούμε κατάθλιψη.
Όταν σκεφτόμαστε την κατάθλιψη ως ένα παράλογο και μη απαραίτητο είδος πόνου, στιγματίζουμε τους ανθρώπους και τους στερούμε την ελπίδα. Αλλά αν αρχίσουμε να κατανοούμε ότι η κατάθλιψη τουλάχιστον στα αρχικά της στάδια συμβαίνει για έναν καλό λόγο, αφαιρούμε κάθε είδος ντροπής. Τα άτομα με κατάθλιψη είναι γενναίοι επιζώντες, όχι αδύναμοι.
Η Laura πιστεύει ότι η κατάθλιψη της έσωσε τη ζωή. Τον περισσότερο καιρό, ο πατέρας της την πλήγωνε λεκτικά, αλλά όταν άρχισε να υπερασπίζεται τον εαυτό της, εκείνος έγινε πιο επικίνδυνος. Τότε ήταν που εμφανίστηκε ένα μοχθηρό βλέμμα στα μάτια του. Ήταν αρκετές οι φορές που η ζωή της κινδύνευσε εξαιτίας της σωματικής πλέον βίας που της ασκούσε.
Ο πατέρας της είχε τόσο καλή αντίληψη που μπορούσε να διακρίνει πότε εκείνη είχε επαναστατική διάθεση ακόμα κι αν συμπεριφορικά το έκρυβε. Και την τιμωρούσε γι’ αυτά της τα συναισθήματα.
Ήταν η κατάθλιψη που βοήθησε τη Laura να επιβιώσει. Η κατάθλιψη την έκανε να υποχωρεί, να μην αντιστέκεται. Η κατάθλιψη μούδιασε τα επαναστατικά της αισθήματα. Η Laura μεγάλωσε σε μια εποχή όπου δεν υπήρχε κανείς για να το εκμυστηρευτεί, πουθενά να στραφεί για βοήθεια. Η μόνη της στρατηγική ήταν να επιβιώσει εκείνο τον καιρό. Και το κατάφερε.
Κοιτώντας προς το παρελθόν, η Laura δεν μετανιώνει για την παιδική της κατάθλιψη. Της δίνει μια αξία. Κατά τη διάρκεια της ψυχοθεραπείας και της διαδικασίας επούλωσης κατάφερε να δει πώς η κατάθλιψη είχε εξυπηρετήσει εκείνα τα χρόνια έναν σκοπό.
Η ιστορία της είναι σκληρή και άσχημη. Και μας βοηθά να καταλάβουμε ότι αν και η κατάθλιψη μπορεί να εμφανίζεται για έναν καλό λόγο, αυτό δεν την κάνει καλή. Η Laura υπέφερε σιωπηλά για χρόνια και περιγράφει τον πόνο της αβοηθητότητάς της με έντονο τρόπο. Η κατάθλιψή της ήταν μια άσχημη εμπειρία που ξεκίνησε ως η τελευταία λύση ενός καλού βιολογικού συστήματος.
Έχει κάποια αξία η κατάθλιψη;
Είναι εύκολο να δούμε γιατί οι συνθήκες της παιδικής ηλικίας της Laura ενεργοποίησαν την απόκριση ακινητοποίησης, και πώς τη βοήθησε ίσως αυτό να επιβιώσει. Αλλά γιατί αυτό συμβαίνει σε ανθρώπους με λιγότερο εμφανείς αντιξοότητες; Η κουλτούρα μας τείνει να θεωρεί ότι αν ένα άτομο «απαντά» με κατάθλιψη σε ένα στρεσογόνο εργασιακό περιβάλλον, αυτό είναι σημάδι αδυναμίας.
Τα άρθρα αυτοβοήθειας υπονοούν ότι αυτό που χρειαζόμαστε είναι περισσότερη ψυχική αντοχή ώστε να σκύψουμε πάνω από το πρόβλημα και να το λύσουμε. Ακόμα και κάποιοι θεραπευτές μας λένε ότι η κατάθλιψη συνιστά μια διαστρεβλωμένη αντίληψη των περιστάσεων που δεν είναι τελικά τόσο άσχημες.
Αλλά το σώμα μας έτσι το βλέπει. Οι αμυντικές αποκρίσεις στο αυτόνομο νευρικό σύστημα, το fight/flight ή η ακινητοποίηση δεν ενεργοποιούνται με την πραγματική φύση του ερεθίσματος, αλλά όταν το σώμα αποφασίσει ότι αποτελεί απειλή. Και αυτό συμβαίνει σε ένα προ-συνειδητό επίπεδο. Η βιολογική απόκριση στην απειλή ξεκινά πριν σκεφτούμε γι’ αυτή, και τότε ο ανώτερης λειτουργίας εγκέφαλος δημιουργεί μια ιστορία γι’ αυτή. Δεν επιλέγουμε αυτή την απόκριση· συμβαίνει πριν καν το μάθουμε.
Η μελέτη του άγχους έχει αποκαλύψει ότι πολλές συνθήκες του σύγχρονου κόσμου μπορούν να ενεργοποιήσουν την απόκριση μάχης/φυγής. Για παράδειγμα, ο έντονος επίμονος θόρυβος μηχανημάτων οικοδομής γίνεται αντιληπτός από το νευρικό μας σύστημα σαν το γρύλισμα ενός μεγάλου θηρευτή. Είναι καλύτερο να διαφύγουμε. Η αίσθηση που έχει ένα παιδί ότι συνεχώς κρίνεται στο σχολείο του αφαιρεί την αίσθηση ασφάλειας και πυροδοτεί την απόκριση μάχης/φυγής. Καλύτερα να αντιδράσω επιθετικά στον καθηγητή ή να αποφύγω να κάνω τις εργασίες μου.
Και για τους περισσότερους από εμάς, η απόκριση μάχης/φυγής μας δημιουργεί άγχος. Στο τέλος, αν αυτά τα σύγχρονα ερεθίσματα διαρκέσουν πολύ, το σώμα αποφασίζει ότι δεν μπορεί να τους ξεφύγει. Ύστερα, εμφανίζεται η ακινητοποίηση, την οποία πυροδοτεί το σώμα για να αμυνθούμε. Σύμφωνα με τις νέες θεωρίες, αυτό που αποκαλούμε κατάθλιψη είναι μια σειρά συναισθηματικών και γνωστικών συμπτωμάτων που «κουμπώνουν» πάνω σε μια σωματική βάση κατά την απόκριση ακινητοποίησης.
Πρόκειται για μια στρατηγική που στόχο έχει να μας βοηθήσει να επιβιώσουμε, το σώμα μας προσπαθεί να μας σώσει. Η κατάθλιψη συμβαίνει για έναν θεμελιωδώς καλό λόγο. Και αυτό αλλάζει τα πάντα. Όταν οι καταθλιπτικοί άνθρωποι μαθαίνουν ότι δεν έχουν κάποιο πρόβλημα, αλλά ότι έχουν ένα καλό βιολογικό σύστημα που προσπαθεί να τους σώσει, αρχίζουν να βλέπουν τον εαυτό τους διαφορετικά.
Άλλωστε, η κατάθλιψη είναι γνωστή για τα συναισθήματα απελπισίας και αβοηθησίας. Αλλά αν η κατάθλιψη αποτελεί μια ενεργητική αμυντική στρατηγική, οι άνθρωποι μπορεί να αναγνωρίσουν ότι δεν είναι τόσο αβοήθητοι όσο πίστευαν.
Πηγαίνοντας κόντρα στην ακινητοποίηση
Αν η κατάθλιψη είναι η συναισθηματική έκφραση της απόκρισης ακινητοποίησης, τότε η λύση είναι να φύγουμε από την κατάσταση της άμυνας. Ορισμένοι ειδικοί πιστεύουν ότι δεν αρκεί απλώς να απομακρυνθούμε από την απειλή. Το νευρικό σύστημα πρέπει να εντοπίσει δυνατά σημάδια ασφάλειας για να ξανασυνδεθεί. Ο καλύτερος τρόπος γι’ αυτό; Η κοινωνική σύνδεση.
Ένα από τα συμπτώματα της κατάθλιψης είναι η ντροπή, η αίσθηση ότι έχουμε απογοητεύσει τους γύρω μας ή ότι είμαστε ανάξιοι. Όταν πούμε στους ανθρώπους ότι η κατάθλιψη είναι μια απόκλιση, τους λέμε ότι δεν είναι μέλη της φυλής. Δεν είναι σωστοί, δεν ανήκουν. Τους έχουμε αποκλείσει από το μονοπάτι που οδηγεί έξω από την κατάθλιψη.
Ήρθε η ώρα να αρχίσουμε να εκτιμάμε το κουράγιο και τη δύναμη των καταθλιπτικών ανθρώπων. Είναι ώρα να αρχίσουμε να εκτιμάμε την εκπληκτική ικανότητα της βιολογίας μας να βρίσκει πάντα έναν τρόπο εν μέσω σκληρών συνθηκών. Και ήρθε η στιγμή να σταματήσουμε να υποκρινόμαστε ότι οι καταθλιπτικοί άνθρωποι είναι διαφορετικοί από οποιονδήποτε άλλο άνθρωπο σε οτιδήποτε.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου