Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2020

Επιστήμη και πολιτική: Κοινοί, παράλληλοι ή ασύμβατοι;

Ποια είναι η νομιμοποιητική σημασία του όποιου επιστημονικά ορθού στη δημοκρατική διαδικασία; Υπάρχουν λανθασμένες επιστημονικά πλειοψηφικές αποφάσεις της Πολιτείας;


Έχουν περάσει τέσσερις αιώνες από τότε που η επιστήμη έχει ανατρέψει την άποψη που επικρατούσε για τον κόσμο, καθώς η Γη δεν βρίσκεται πλέον στο κέντρο του Σύμπαντος. Ένας από τους μεγάλους στοχαστές του 17ου αιώνα, ο Φράνσις Μπέικον, ανέδειξε την αξία της επιστήμης. «Η γνώση είναι δύναμη», είχε πει, υποστηρίζοντας ότι η επιστήμη είναι ο καλύτερος τρόπος να κατακτηθεί η γνώση. Στο βιβλίο του “Η Μεγάλη Ανάκτηση των Επιστημών”, συνέταξε ένα καλά σχεδιασμένο και λεπτομερές σχέδιο για την αλλαγή ολόκληρου του εκπαιδευτικού συστήματος: τη χρηματοδότησή του, τους εγκεκριμένους κανονισμούς και τους χάρτες και τα παρόμοια. Ήταν ένας από τους πρώτους πολιτικούς και φιλόσοφους που επικεντρώθηκαν στη σημασία των δραστηριοτήτων για την παροχή πόρων για την εκπαίδευση και τον πειραματισμό και ο πρώτος που απέδειξε την χρησιμότητα της επιστήμης και του επιστημονικού λόγου σε θέματα πολιτικής.

Ήδη είχε επισημάνει τόσο τις αμφίδρομες σχέσεις γνώσης και εξουσίας, όσο και τις κυριαρχικές βλέψεις ή μάλλον τον εναγκαλισμό της τελευταίας προς την επιστήμη. Άλλωστε οι πρίγκιπες κατά τον Μεσαίωνα ή ακόμη και παλαιότερα «χρησιμοποιούσαν» μαθηματικούς, αστρονόμους και φυσικούς στην Αυλή τους εκ του πονηρού, ελπίζοντας να προσπορίσουν οικονομικά, στρατιωτικά ή άλλα οφέλη από τυχόν εφευρέσεις τους. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ο Αρχιμήδης, ο Κέπλερ, ο Γαλιλαίος, ο ντα Βίντσι και πολλοί άλλοι προσέφεραν τις επιστημονικές συμβουλές τους για στρατιωτικούς και επιστημονικούς σκοπούς Ο Μπέικον επισήμαινε ότι δεν είναι λίγες οι φορές που οι παράλληλοι αυτοί δρόμοι, μερικές φορές μπορεί – ίσως και επιβάλλεται από τις περιστάσεις – να γίνουν ακόμη και ασύμβατοι. Υποστήριξε ότι οι πορείες των ανθρώπων της πολιτικής και της επιστήμης κατά κανόνα πρέπει να συμβαδίζουν, παρότι η προσέγγιση πολλών θεμάτων ήταν και εξακολουθεί να παραμένει διαφορετική. Οι επιστήμονες «τρέφονται» συχνά από την αμφιβολία, μιλάνε με πιθανότητες, ενώ αντίθετα οι πολιτικοί «πουλάνε» σιγουριά και ασφάλεια. Δεν είναι πάντως λίγες οι περιπτώσεις που οι δρόμοι αυτοί ήταν και παραμένουν κοινοί.

Η εγκυρότητα του επιστημονικού λόγου-Περιορισμοί

Γεγονός είναι ότι από τότε μέχρι σήμερα, ο επιστημονικός λόγος βαθμιαία άρχισε να γίνεται όλο και πιο αποδεκτός από τις κοινωνίες και σε πάρα πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιήθηκε για εφαρμογή πολιτικών, όπως σε θέματα υγείας και πρόνοιας, σε θέματα προστασίας του περιβάλλοντος, λήψης κοινωνικών μέτρων και υποστήριξης ευπαθών ομάδων. Η αξία της επιστήμης πολλές φορές απέδωσε οφέλη στον χώρο της πολιτικής και αντίστροφα. Πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η παροχή κοινωνικών μέτρων, μετά από εφαρμογή επιστημονικών μελετών για την Ελληνική πραγματικότητα με τη μεθοδολογία καθιέρωσης επιδόματος θέρμανσης από την πολιτεία, το οποίο θα διαφοροποιείται με βάση τις πραγματικές ανάγκες θέρμανσης ανά οικισμό. Με βάση τα αποτελέσματα της επιστημονικής έρευνας και τα στοιχεία μελετών της ΕΜΥ το επίδομα θέρμανσης πλέον θα είναι διαφορετικό σε κάθε πόλη, χωριό και οικισμό καθώς θα υπάρχουν διαφορετικοί συντελεστές με βάση τις βαθμοημέρες, δηλαδή τις ημέρες που η θερμοκρασίες θα είναι κάτω από κάποια όρια. Με αυτό το παράδειγμα γίνεται πλέον σαφές ότι έχουμε οδηγηθεί βαθμιαία στο σημείο, όπου η εγκυρότητα του επιστημονικού λόγου εδράζεται στην τεκμηρίωση και την αποδοχή του, όχι μόνο από την επιστημονική κοινότητα, αλλά γίνεται αποδεκτή από τους πολιτικούς και τις πολιτικές που εφαρμόζουν, οι οποίες έχουν ως τελικό αποδέκτη την κοινωνία.

Για τους ίδιους τους επιστήμονες, το γεγονός ότι ο λόγος τους γίνεται αποδέκτης πολιτικών, δεν τους στερεί τη δυνατότητα εκφοράς ελεύθερου και αντικειμενικού λόγου. Η ελευθερία του επιστημονικού λόγου κινδυνεύει μόνο όταν η συντεταγμένη κοινωνική ένταξη του επιστήμονα αποκρύπτεται ή αποκρύπτουν τα συμπεράσματα των ερευνών. Σήμερα ζητούμενο σε μια κρίσιμη προϋπόθεση του εκφερόμενου επιστημονικού λόγου, είναι η ελεύθερη εκφορά του, υποκείμενη μόνο στους αυτοπεριορισμούς που προκύπτουν από την επιστημονική ευθύνη που αισθάνεται ο ίδιος ο επιστήμονας, δηλαδή από την επιστημονική συνείδηση αυτού που τον εκφέρει. Τα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει η κάθε εξουσία και η πολιτική γίνονται περίπλοκα. Αυτό επιφέρει – και συνεχώς αυξάνει- την εξάρτηση της πολιτικής απόφασης και επιλογής από την ειδική γνώση, που διασφαλίζει – όσο τη διασφαλίζει – η επιστήμη. «Ποια είναι η νομιμοποιητική σημασία του όποιου επιστημονικά ορθού στη δημοκρατική διαδικασία; Υπάρχουν «λανθασμένες» επιστημονικά πλειοψηφικές αποφάσεις της Πολιτείας που να τις καθιστούν πολιτικά αμφίβολες, στο μέτρο που υφίσταται ένα επιστημονικά ορθό; Η απάντηση σε αυτά τα δύο ερωτήματα είναι ότι η τελική κρίση για κάθε απόφαση αποτελεί αντικείμενο μόνο της πολιτικής επιλογής, ακόμη και για ένα καθαρά επιστημονικό πόρισμα ή μελέτη.

Η κοινωνική και πολιτική κριτική απέναντι στην επιστήμη

Από την στιγμή που η μελέτη φύγει από το εργαστήριο του επιστήμονα και αποτελέσει αντικείμενο εφαρμογής κάποιων πολιτικών ή μέτρων, η κριτική ξεφεύγει από το αυστηρό Επιστημονικό και Τεχνικό πεδίο και αποτελεί πλέον αντικείμενο κοινωνικής και πολιτικής κριτικής. Για παράδειγμα, ο μετεωρολόγος θα χρησιμοποιήσει κάποια τεχνικά και ίσως πολύ αυστηρά, αντικειμενικά και «δίκαια» κριτήρια της Επιστήμης του. Τα στοιχεία αυτά δύσκολα μπορούν να αμφισβητηθούν από την επιστημονική Κοινότητα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι επειδή τα μέτρα αυτά είναι πιο αντικειμενικά, ή πιο «δίκαια» ότι θα τα δεχτούν όλοι χωρίς γκρίνιες και , ειδικά όσοι διαπιστώσουν ότι αυτά τα μέτρα μπορεί να επιφέρουν μείωση του «χ» επιδόματός που λαμβάνουν. Με άλλα λόγια, η αντίδραση του πολίτη και των κοινωνιών είναι άγνωστη και ίσως κάποιες φορές όχι αποδεκτή, ειδικά όταν το μέτρο αυτό επιφέρει επιπτώσεις στη τσέπη του και το οικογενειακό του εισόδημα. Η έννοια του ορθού λαμβάνει άλλες διαστάσεις. Αποκτά κοινωνική και πολιτική χροιά .

Από το σημείο αυτό και μετά, καθίσταται σαφές ότι τον χειρισμό της μελέτης και των όποιων βαρών αυτή επιφέρει, πρέπει να την αναλάβει κάποιος άλλος. Αποτελεί πλέον υποχρέωση της πολιτικής και των πολιτικών να προωθήσουν κατάλληλα τα επιστημονικά συμπεράσματα, για να υποστηρίξουν την καταλληλόλητα των μέτρων, ειδικά όταν αυτά έχουν οικονομικές ή άλλες επιπτώσεις. Η επιστημονική “αυθεντία”, όταν μπει στον στίβο των πολιτικών εφαρμογών δεν υφίσταται. Αυτό συμβαίνει σε όλους τους τομείς και φέρνω πάλι ως παράδειγμα τον χώρο μου, αυτόν της Μετεωρολογίας. Να πάρουμε ως παράδειγμα την έκδοση ανακοινώσεων σε περιπτώσεις ακραίων καιρικών φαινομένων, όπου ο μετεωρολόγος τηρεί όλα τα κριτήρια της επιστήμης του σχετικά με την επικινδυνότητα ενός φαινομένου και εκδίδει κάποιες ανακοινώσεις. Όμως, επειδή ο τελικός φορέας και εκδότης του τελικού μηνύματος προειδοποίησης προς το κοινό είναι άλλος, αυτός θα πρέπει να λάβει υπόψη του και άλλες παραμέτρους, που ίσως δεν τις γνωρίζει ο μετεωρολόγος, όπως είναι η τοπογραφία μιας περιοχής, τα μπαζωμένα ρέματα κ.α. Μόνο αν ληφθούν αυτά τα στοιχεία υπόψη του θα μπορεί να έχει ένα καλό αποτέλεσμα ώστε να μεταφέρει στη δημοσιότητα τις σωστές και τελικές υποδείξεις προς τους πολίτες.

Άμεσα συνάγεται, ότι οι ρόλοι των Επιστημονικών και Επιχειρησιακών Φορέων θα πρέπει να είναι αφ’ ενός μεν διακριτοί και από την άλλη μεριά ο καθείς εκ των Φορέων ή των μελών του, θα πρέπει να περιορίζεται στο ρόλο που του έχει ανατεθεί από την Πολιτεία ή προκύπτει από τις αρμοδιότητές του. Με άλλα λόγια ο κάθε φορέας αλλά και ο κάθε επιστήμονας θα πρέπει να αναλαμβάνει τις ευθύνες στο μέρος που του αναλογεί.

Η πολιτική και η επιστήμη ως ενιαία ομάδα – Οι επικοινωνιακές τακτικές

Πολύ χαρακτηριστικά παρομοιάζεται η σχέση της πολιτικής και της επιστήμης με αυτές που υπάρχουν μεταξύ των παικτών μιας ποδοσφαιρικής ομάδας: Αν κάναμε μια τραβηγμένη μεταφορά στην ομάδα που κυβερνάει μια χώρα, οι πολιτικοί είναι οι επιθετικοί παίκτες. Οι βιρτουόζοι που προσφέρουν θέαμα και καμιά φορά γκολ. Οι τεχνοκράτες είναι οι αμυντικοί, που προσέχουν να μην φάνε γκολ. Τα φώτα πέφτουν συνήθως στους επιθετικούς, ενώ οι αμυντικοί είναι μάλλον αφανείς. Για να πάει όμως καλά η ομάδα χρειάζονται και οι δύο. Η σημαντικότητα του ρόλου του καθενός εξαρτάται από τις συνθήκες του αγώνα. Σε ένα παιχνίδι εκτός έδρας με συνεχή πίεση, τον πρώτο λόγο τον έχουν συνήθως οι αμυντικοί. Και οι επιθετικοί έχουν βέβαια τον ρόλο τους, αλλά πολύ λιγότερες ευκαιρίες. Σε ένα εύκολο παιχνίδι εντός έδρας, οι ρόλοι αντιστρέφονται.

Όπως είναι γνωστό στον αθλητισμό, η επίθεση κόβει εισιτήρια και η άμυνα παίρνει τα πρωταθλήματα. Μια ομάδα που έχει μόνο επιθετικούς σπάνια κερδίζει τα παιχνίδια έστω κι αν βάζει πολλά γκολ. Το ίδιο βέβαια συμβαίνει με μια ομάδα που έχει μόνο αμυντικούς, έστω κι αν πάρει το πρωτάθλημα, τι να το κάνει, αν δεν τραβάει κόσμο. Το ζητούμενο λοιπόν είναι το σωστό μίγμα και, κυρίως, το σωστό μίγμα ανά περίσταση . Η πολιτική είναι ένα «πεδίο μάχης» πολύ δύσκολο για πολλούς από τους ανθρώπους της επιστήμης.

Η μεγάλη έκθεση των επιστημόνων σε θέματα ακόμη και του αντικειμένου τους, το οποία όμως αναφέρονται σε επικοινωνιακές τακτικές και απευθύνονται στις κοινωνίες, τους θέτει σε κινδύνους. Τα εργαλεία προστασίας των ιδίων από αυτή την έκθεση δεν τους είναι γνωστά, καθώς αυτά θέτουν άλλου είδους εφαρμογές πολιτικών επιλογών και αποφάσεων, προϋποθέτουν άλλες αντοχές, συμπεριφορές και δράσεις. Θα πρέπει οι ειδικοί της επιστήμης να λαμβάνουν υπόψη τους ότι η κριτική πλέον δεν θα περιορίζεται μόνο στον χώρο που οι ίδιοι ως επιστήμονες κατέχουν, αλλά θα διαχυθεί σε άλλα πεδία, άγνωστα γι' αυτούς, εκεί όπου οι ίντριγκες είναι πολύ συχνές. Το «παιχνίδι» είναι εκτός έδρας.

Να μη ξεχάσουμε βέβαια να πούμε ότι σε αυτό το «εκτός έδρας παιχνίδι» υπάρχουν και τα «αδηφάγα θηρία των ΜΜΕ», τα οποία βρίσκονται σε έναν χώρο όπου οι φιλίες είναι πολύ σπάνιες και επηρεάζονται από πλείστα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου