Τι με κάνει να είμαι αυτό που είμαι; Είναι το DNA μου; Είναι ο τρόπος που μεγάλωσα; Πού θα ρίξω ευθύνες; Είναι φύσει ή θέσει; Ερωτήματα που έχουν επιβιώσει στο πέρασμα των χρόνων και ταυτόχρονα, έχουν απασχολήσει όχι μόνο το ευρύ κοινό, αλλά και την επιστημονική κοινότητα στο σύνολό της. Είναι η φύση αυτή που μας κάνει να είμαστε, είναι η ανατροφή μας, ή ένας πολύμορφος συνδυασμός και των δύο;
Ο Naom Chomsky υποστήριξε πως ο άνθρωπος ορίζεται από τη φύση του. Εκφράζει συμπεριφορές, επιτελεί δραστηριότητες οι οποίες είναι αποτυπωμένες μέσα του, εγγενώς. Ο Skinner από την άλλη, μίλησε για τη μάθηση μέσω την μίμησης. Ο άνθρωπος είναι ένας λευκός καμβάς, που μέσω της μίμησης και της επιβεβαίωσης, διαμορφώνεται. Η ανατροφή και το εξωτερικό περιβάλλον επομένως, είναι οι παράγοντες που ορίζουν το άτομο, κατά τον Skinner.
Η αλήθεια θα μπορούσε να κρύβεται κάπου στη μέση. Ίσως ένας συνδυασμός φύσης και ανατροφής, βιολογίας και εξωτερικού περιβάλλοντος να συμπεριλαμβάνει όλα όσα μας διαμορφώνουν σαν προσωπικότητες. Και ως προσωπικότητα θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε το μοναδικό τρόπο με τον οποίο ο κάθε άνθρωπος αντιλαμβάνεται, ερμηνεύει, αλλά και εξωτερικεύει τα συναισθήματά και τις αντιλήψεις του.
Βιολογικοί παράγοντες όπως τα γονίδια, θέτουν τα θεμέλια για τη μετέπειτα διαμόρφωση της προσωπικότητας του ατόμου. Εξωτερικοί παράγοντες σαν την οικογένεια, το σχολείο, τον κοινωνικό περίγυρο, το πολιτισμικό περιβάλλον, είναι ικανοί να ενισχύσουν μια τυχόν βιολογική προδιάθεση του ατόμου, να επηρεάσουν και τελικά, να συμβάλλουν στην ολοκλήρωση της διαμόρφωσης της συμπεριφοράς. Ωστόσο, ανάμεσα σε όλα αυτά υπάρχει και ένας άλλος πολύ σημαντικός παράγοντας. Εκείνος της προσωπικής επιλογής καθώς και της ανάληψης ευθύνης. Ίσως να μην ξέρω ποιος είμαι, όμως μπορώ να επιλέξω να αγκαλιάσω αυτό που είμαι, ό,τι κι αν είναι αυτό, καθώς και να δεσμευτώ στην εξέλιξη και στην αυτοβελτίωσή μου.
Σε μια εποχή που τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα, ο προσδιορισμός της ταυτότητας μοιάζει μια αρκετά δύσβατη διαδικασία. Μέσα σε μια κοινωνία που δημιουργεί ολοένα και περισσότερες ανάγκες, απαιτείται μια πιο ενεργητικού τύπου συμμετοχή από εμάς τόσο στο ρόλο μας μέσα σε αυτήν, όσο και στις ευθύνες που έχουμε απέναντι στον εαυτό μας. Πρωτίστως, αξίζει να αναρωτηθούμε κατά πόσο το ποιοι είμαστε ορίζεται από εμάς τους ίδιους, ή από τους άλλους. Προτιμότερο θα ήταν να πούμε πως δεν έχουμε έναν εαυτό (και όχι δεν αναφέρομαι στη διασχιστική διαταραχή προσωπικότητας), αλλά πολλούς, ή καλύτερα πολλά κομμάτια που απαρτίζουν τελικά το σύνολο του εαυτού μας.
Σύμφωνα με τον Higgins, θα μπορούσε να θεωρηθεί πως έχουμε τρεις εαυτούς: Ο πραγματικός εαυτός, που είναι στην ουσία η ρεαλιστική αποτύπωση του ποιοι πραγματικά είμαστε, ο ιδανικός εαυτός, ο οποίος προβάλει όλα όσα θέλουμε να γίνουμε, ή αλλιώς όλα όσα ελπίζουμε πως θα γίνουμε και τέλος, ο δεσποτικός εαυτός που συμπεριλαμβάνει το τι πρέπει να είμαστε. Συχνά ο πραγματικός μας εαυτός απωθείται, ενώ δύσκολα αναγνωρίζεται στην πραγματική του μορφή από εμάς. Εν αντιθέσει, ο ιδανικός εαυτός φαίνεται πως αποκτά μια πιο ξεκάθαρη φιγούρα, κουβαλάει πάνω του όλες μας τις φιλοδοξίες, κάποια από τα όνειρά μας και θα μπορούσε να χαρακτηριστεί είτε ως κινητήρια δύναμη, είτε ως απλά μια παθητικοποιημένη ονειροπόληση.
Τέλος, αναλυτικότερα για το δεσποτικό εαυτό, είναι ίσως το κομμάτι του εαυτού που χρήζει μεγαλύτερης προσοχής. Εδώ ενσωματώνονται όλα τα κατασκευάσματα που έχουμε για τον κόσμο, όλα τα αρχέτυπα που μεταφέρουμε και όλες εκείνες οι νόρμες, τα στατιστικά κριτήρια, που διαμορφώνουν τους κανόνες ορθόδοξων συμπεριφορών. Ο δεσποτικός εαυτός θα μπορούσε σε κάποιες περιπτώσεις να χαρακτηριστεί και ως ένα είδους δαιμόνιο που καταπιέζει το άτομο, το εγκλωβίζει και ταυτοχρόνως εμποδίζει την ελεύθερη βούληση, παρερμηνεύει ερεθίσματα, μπερδεύει και τελικά, χαοτικοποιεί.
Σημείο παγίδα σε αυτή την πτυχή του εαυτού αποτελεί η ερμηνεία των πρέπει. Δηλαδή, ο δεσποτικός εαυτός μπορεί να υπερασπίζεται όλα τα πρέπει από τον κοινωνικό περίγυρο, όμως μπορεί και να απασχολεί όλα εκείνα τα πρέπει που θέτει ο άνθρωπος στον ίδιο του τον εαυτό, προβάλλοντάς τα σε άλλους.
Τελικά, δεν ξέρω κατά πόσο έχει σημασία να δώσουμε έναν ορισμό για το ποιοι είμαστε, ή αν αυτό είναι εφικτό εντέλει. Το ποιοι είμαστε δε θα μπορούσε να χωρέσει σε λέξεις, όσο ευφάνταστες και να ήταν αυτές. Το σημαντικότερο όλων θα έλεγε κανείς, είναι να θέτουμε ρεαλιστικούς στόχους για το μέλλον, να είμαστε συνεπείς και σεβαστικοί απέναντι στις ανάγκες του εαυτού μας και κυρίως, να συνειδητοποιήσουμε πως ο ιδανικός μας εαυτός είναι ουτοπικός.
Το τέλειο αποτελεί μια απρόσιτη προσδοκία που δε θα φτάσουμε ποτέ. Επιδιώκοντας να το ακουμπήσουμε, το μόνο που προσφέρουμε στον εαυτό μας είναι διαρκείς απογοητεύσεις και ματαιώσεις. Τέλος, ας αγαπήσουμε λιγάκι παραπάνω αυτό που είμαστε. Ας συμφιλιωθούμε με όλες τις πτυχές του εαυτού, ας συγχωρέσουμε τις αδυναμίες του, ας είμαστε πιο μαλακοί μαζί του, ας επαινέσουμε τις προσπάθειές του και ας πιστέψουμε σε αυτόν. Εάν δεν το κάνουμε εμείς για τον εαυτό μας, τότε ποιος;
Διαμόρφωση προσωπικότητας
Ο Naom Chomsky υποστήριξε πως ο άνθρωπος ορίζεται από τη φύση του. Εκφράζει συμπεριφορές, επιτελεί δραστηριότητες οι οποίες είναι αποτυπωμένες μέσα του, εγγενώς. Ο Skinner από την άλλη, μίλησε για τη μάθηση μέσω την μίμησης. Ο άνθρωπος είναι ένας λευκός καμβάς, που μέσω της μίμησης και της επιβεβαίωσης, διαμορφώνεται. Η ανατροφή και το εξωτερικό περιβάλλον επομένως, είναι οι παράγοντες που ορίζουν το άτομο, κατά τον Skinner.
Η αλήθεια θα μπορούσε να κρύβεται κάπου στη μέση. Ίσως ένας συνδυασμός φύσης και ανατροφής, βιολογίας και εξωτερικού περιβάλλοντος να συμπεριλαμβάνει όλα όσα μας διαμορφώνουν σαν προσωπικότητες. Και ως προσωπικότητα θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε το μοναδικό τρόπο με τον οποίο ο κάθε άνθρωπος αντιλαμβάνεται, ερμηνεύει, αλλά και εξωτερικεύει τα συναισθήματά και τις αντιλήψεις του.
Βιολογικοί παράγοντες όπως τα γονίδια, θέτουν τα θεμέλια για τη μετέπειτα διαμόρφωση της προσωπικότητας του ατόμου. Εξωτερικοί παράγοντες σαν την οικογένεια, το σχολείο, τον κοινωνικό περίγυρο, το πολιτισμικό περιβάλλον, είναι ικανοί να ενισχύσουν μια τυχόν βιολογική προδιάθεση του ατόμου, να επηρεάσουν και τελικά, να συμβάλλουν στην ολοκλήρωση της διαμόρφωσης της συμπεριφοράς. Ωστόσο, ανάμεσα σε όλα αυτά υπάρχει και ένας άλλος πολύ σημαντικός παράγοντας. Εκείνος της προσωπικής επιλογής καθώς και της ανάληψης ευθύνης. Ίσως να μην ξέρω ποιος είμαι, όμως μπορώ να επιλέξω να αγκαλιάσω αυτό που είμαι, ό,τι κι αν είναι αυτό, καθώς και να δεσμευτώ στην εξέλιξη και στην αυτοβελτίωσή μου.
Ταυτότητα: Ποιός/ά είμαι;
Σε μια εποχή που τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα, ο προσδιορισμός της ταυτότητας μοιάζει μια αρκετά δύσβατη διαδικασία. Μέσα σε μια κοινωνία που δημιουργεί ολοένα και περισσότερες ανάγκες, απαιτείται μια πιο ενεργητικού τύπου συμμετοχή από εμάς τόσο στο ρόλο μας μέσα σε αυτήν, όσο και στις ευθύνες που έχουμε απέναντι στον εαυτό μας. Πρωτίστως, αξίζει να αναρωτηθούμε κατά πόσο το ποιοι είμαστε ορίζεται από εμάς τους ίδιους, ή από τους άλλους. Προτιμότερο θα ήταν να πούμε πως δεν έχουμε έναν εαυτό (και όχι δεν αναφέρομαι στη διασχιστική διαταραχή προσωπικότητας), αλλά πολλούς, ή καλύτερα πολλά κομμάτια που απαρτίζουν τελικά το σύνολο του εαυτού μας.
Σύμφωνα με τον Higgins, θα μπορούσε να θεωρηθεί πως έχουμε τρεις εαυτούς: Ο πραγματικός εαυτός, που είναι στην ουσία η ρεαλιστική αποτύπωση του ποιοι πραγματικά είμαστε, ο ιδανικός εαυτός, ο οποίος προβάλει όλα όσα θέλουμε να γίνουμε, ή αλλιώς όλα όσα ελπίζουμε πως θα γίνουμε και τέλος, ο δεσποτικός εαυτός που συμπεριλαμβάνει το τι πρέπει να είμαστε. Συχνά ο πραγματικός μας εαυτός απωθείται, ενώ δύσκολα αναγνωρίζεται στην πραγματική του μορφή από εμάς. Εν αντιθέσει, ο ιδανικός εαυτός φαίνεται πως αποκτά μια πιο ξεκάθαρη φιγούρα, κουβαλάει πάνω του όλες μας τις φιλοδοξίες, κάποια από τα όνειρά μας και θα μπορούσε να χαρακτηριστεί είτε ως κινητήρια δύναμη, είτε ως απλά μια παθητικοποιημένη ονειροπόληση.
Δεσποτικός εαυτός
Τέλος, αναλυτικότερα για το δεσποτικό εαυτό, είναι ίσως το κομμάτι του εαυτού που χρήζει μεγαλύτερης προσοχής. Εδώ ενσωματώνονται όλα τα κατασκευάσματα που έχουμε για τον κόσμο, όλα τα αρχέτυπα που μεταφέρουμε και όλες εκείνες οι νόρμες, τα στατιστικά κριτήρια, που διαμορφώνουν τους κανόνες ορθόδοξων συμπεριφορών. Ο δεσποτικός εαυτός θα μπορούσε σε κάποιες περιπτώσεις να χαρακτηριστεί και ως ένα είδους δαιμόνιο που καταπιέζει το άτομο, το εγκλωβίζει και ταυτοχρόνως εμποδίζει την ελεύθερη βούληση, παρερμηνεύει ερεθίσματα, μπερδεύει και τελικά, χαοτικοποιεί.
Σημείο παγίδα σε αυτή την πτυχή του εαυτού αποτελεί η ερμηνεία των πρέπει. Δηλαδή, ο δεσποτικός εαυτός μπορεί να υπερασπίζεται όλα τα πρέπει από τον κοινωνικό περίγυρο, όμως μπορεί και να απασχολεί όλα εκείνα τα πρέπει που θέτει ο άνθρωπος στον ίδιο του τον εαυτό, προβάλλοντάς τα σε άλλους.
Αγαπώ όσα είμαι
Τελικά, δεν ξέρω κατά πόσο έχει σημασία να δώσουμε έναν ορισμό για το ποιοι είμαστε, ή αν αυτό είναι εφικτό εντέλει. Το ποιοι είμαστε δε θα μπορούσε να χωρέσει σε λέξεις, όσο ευφάνταστες και να ήταν αυτές. Το σημαντικότερο όλων θα έλεγε κανείς, είναι να θέτουμε ρεαλιστικούς στόχους για το μέλλον, να είμαστε συνεπείς και σεβαστικοί απέναντι στις ανάγκες του εαυτού μας και κυρίως, να συνειδητοποιήσουμε πως ο ιδανικός μας εαυτός είναι ουτοπικός.
Το τέλειο αποτελεί μια απρόσιτη προσδοκία που δε θα φτάσουμε ποτέ. Επιδιώκοντας να το ακουμπήσουμε, το μόνο που προσφέρουμε στον εαυτό μας είναι διαρκείς απογοητεύσεις και ματαιώσεις. Τέλος, ας αγαπήσουμε λιγάκι παραπάνω αυτό που είμαστε. Ας συμφιλιωθούμε με όλες τις πτυχές του εαυτού, ας συγχωρέσουμε τις αδυναμίες του, ας είμαστε πιο μαλακοί μαζί του, ας επαινέσουμε τις προσπάθειές του και ας πιστέψουμε σε αυτόν. Εάν δεν το κάνουμε εμείς για τον εαυτό μας, τότε ποιος;
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου