Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2019

ΕΡΜΗΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΙΜΑΤΟΣ - ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΤΙΜΕΣ

Της Μαρίας Ιωσηφίδου*

Γιατρός σημαίνει το να μπορείς να βλέπεις..
πέρα από τα εμφανή συμπτώματα και να ερμηνεύεις τα αποτελέσματα με βάση την εν γένει εικόνα του ασθενή.

Να “εκτιμάς” τη σοβαρότητα, αν υπάρχει, και να μήν υποβαθμίζεις τον ψυχολογικό παράγοντα,
που 7 στις δέκα φορές, επηρεάζει τον ψυχισμό του ¨αρρώστου¨.

Ας δούμε  λοιπόν τις εξετάσεις ρουτίνας που πρέπει να κάνουμε τακτικά, τουλάχιστον μία φορά το χρόνο, ή συχνότερα, αν υπάρχει ανάγκη, πάντα με τη συμβουλή του γιατρού:

Ο εικονικός, dr House, απλά σηματοδοτεί το σωστός, κατηρτισμένος, λίγο τρελός, αρκετά παρανοϊκός, και καθόλου… φιλοχρήματος... (αν βρήτε κάποιον, παρακαλώ να μου το γράψετε!)

Η μέτρηση του αριθμού των ερυθροκυττάρων (ερυθρών αιμοσφαιρίων), της αιμοσφαιρίνης, των λευκών και των αιμοπεταλίων, καθώς και ο καθορισμός των αιματολογικών δεικτών και ο τύπος των λευκών, είναι οι συχνότερα ζητούμενες εξετάσεις από τους κλινικούς γιατρούς

ΑΙΜΑΤΟΚΡΙΤΗΣ (Ht)

Με τον αιματοκρίτη αποδίδεται το % ποσοστό του όγκου των ερυθρών αιμοσφαιρίων (ερυθροκυττάρων) στο συνολικό όγκο του αίματος.

Σα να λέμε ''πόσο πυκνό'' είναι το αίμα.

Φυσιολογικές-ιδανικές τιμές:

Στους άνδρες = 40 – 54 %
Στις γυναίκες = 36 – 48 %

Αυξημένες τιμές Ht παρατηρούνται:

1) στην αιμοσυμπύκνωση = αφυδάτωση (π.χ. σε πυρετό), καταπληξία (shock)
2) στη δευτεροπαθή ερυθροκυττάρωση (π.χ. στους καπνιστές, διαβίωση σε υψόμετρο)
3) στην αληθή πολυκυτταραιμία.

Ελαττωμένες τιμές Ht παρατηρούνται:

1) στις αναιμίες
2) στην αιμοαραίωση (κατακράτηση υγρών, οιδήματα)
3) σε λοιμώξεις (μπορεί να συμβεί και το αντίθετο)
4) στις περισσότερες αιματολογικές παθήσεις
5) σε παθήσεις των νεφρών
6) ιδιοσυστατικά (χωρίς κανένα παθολογικό υπόστρωμα, κληρονομικό συνήθως)

Η αιμοσφαιρίνη βρίσκεται στα ερυθρά αιμοσφαίρια και μεταφέρει το οξυγόνο από τους πνεύμονες στους ιστούς, ενώ μεταφέρει το διοξείδιο του άνθρακα αντίστροφα στη διαδρομή αυτή (η λεγόμενη “ανταλλαγή αερίων”).

Φυσιολογικές-ιδανικές τιμές:

Στους άνδρες = 13,5 – 17,5 g/dL (g%)

Στις γυναίκες = 11,5 – 15,5 g/dL (g%Ελαττωμένη αιμοσφαιρίνη σημαίνει αναιμία, ενώ αυξημένες τιμές σημαίνουν δευτεροπαθή ερυθροκυττάρωση (σπάνια αληθή πολυκυτταραιμία).

Ψευδώς ελαττωμένη μπορεί να βρεθεί σε ατελή μίξη του δείγματος αίματος με το αντιπηκτικό ή αιμοληψία από φλέβα στην οποία χορηγείται ορός.

ΕΡΥΘΡΟΚΥΤΤΑΡΙΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ

ΑΙΜΟΣΦΑΙΡΙΝΗ (Hb) ΕΡΥΘΡΑ ΑΙΜΟΣΦΑΙΡΙΑ (RBC)

Τα ερυθρά αιμοσφαίρια παράγονται στο μυελό των οστών και έχουν μέσο όρο ζωής περίπου 120 μέρες. Κύρια λειτουργία τους είναι η μεταφορά του οξυγόνου και του διοξειδίου του άνθρακα, μέσω της αιμοσφαιρίνης που περιέχουν. Αυξάνεται και ελαττώνεται στις ίδιες καταστάσεις με τον αιματοκρίτη.

Φυσιολογικές- ιδανικές τιμές:

Στους άνδρες = 4,4 – 6 εκατομμύρια/mm3 (10^12η/L)
Στις γυναίκες = 3,9 – 4,9 εκατομμύρια/mm3 (10^12h/L)

Μέσος όγκος ερυθροκυττάρων (Mean Corpusclular Volume, MCV)

Εκφράζει τη μέση τιμή του όγκου των ερυθρών αιμοσφαιρίων. Δηλαδή το “πόσο μεγάλα” είναι τα ερυθροκύτταρά μας. Ο MCV είναι χρήσιμος στο διαχωρισμό των αναιμιών. Αυξάνεται στις μεγαλοβλαστικές αναιμίες και στα μυελοδυσπλαστικά σύνδρομα. Ελαττώνεται στις σιδηροπενικές αναιμίες, στις θαλασσαναιμίες (μεσογειακές) και στις αναιμίες των χρόνιων παθήσεων

Φυσιολογικές- ιδανικές τιμές = 85 – 95 fL

Μέση περιεκτικότητα αιμοσφαιρίνης κατά ερυθρό (Mean Corpuscular Haemoglobin, MCH) = Εκφράζει τη μέση ποσότητα αιμοσφαιρίνης που περιέχεται πάνω σε κάθε ερυθρό αιμοσφαίριο. Αυξάνεται και ελαττώνεται στις ίδιες καταστάσεις με τον MCV

Φυσιολογικές- ιδανικές -τιμές = 27 – 34 pg

Μέση πυκνότητα αιμοσφαιρίνης (Mean Corpuscular Haemoglobin Concentration, MCHC) =Με αυτήν αποδίδεται η μέση συγκέντρωση της αιμοσφαιρίνης εντός των ερυθρών αιμοσφαιρίων. Αυξάνεται στην αφυδάτωση και στην κληρονομική σφαιροκυττάρωση, ενώ ελαττώνεται στην υπερυδάτωση, στις σιδηροπενικές αναιμίες και στις θαλασσαναιμίες

Φυσιολογικές- ιδανικές τιμές = 30 – 35 g/DL

ΛΕΥΚΑ ΑΙΜΟΣΦΑΙΡΙΑ (WBC)

Τα λευκά αιμοσφαίρια ή λευκοκύτταρα ή λευκά αποτελούν ένα ετερογενές σύνολο κυτταρικών πληθυσμών του αίματος. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται:

1) τα πολυμορφοπύρηνα (ουδετερόφιλα, βασεόφιλα, εωσινόφιλα)
2) τα μεγάλα μονοπύρηνα και μακροφάγα και3) τα λεμφοκύτταρα.Αποστολή όλων αυτών των κυττάρων είναι η άμυνα του οργανισμού.Αυξάνονται (>11.000/μL) σε:

Λοιμώξεις από κόκκους, βακτηρίδια και μύκητες (ΟΧΙ σε ιογενείς), φλεγμονώδεις νεκρώσεις (έμφραγμα μυοκαρδίου, αγγιίτιδες), μεταβολικές διαταραχές δηλ. δηλητηριάσεις, ουρική αρθρίτιδα, οξέωση, ουραιμία), θεραπεία με κορτιζόνη, οξείες αιμορραγίες, μυελο-ϋπερπλαστικά σύνδρομα (λευχαιμίες) και σε κακοήθεις νεοπλασίες. Μικρές αυξήσεις παρατηρούνται και σε ιστικές βλάβες (εγκαύματα, τραύματα).

Ελαττώνονται (κάτω από 4.000/μl) σελοιμώξεις (ιογενείς, τύφος, βαριά φυματίωση, ελονοσία, kala-azar), σε αυτοάνοσα νοσήματα όπως ο λύκος, και σε θεραπείες με αντιφλεγμονώδη, αντιθυρεοειδικά, αντιεπιληπτικά κ.α. φάρμακα.

Κάτω από τα 1.500/μl ουδετερόφιλα συγκεκριμένα, έχουμε τη λεγόμενη ουδετεροπενία, μια λευκοπενία που αυξάνει πολύ την πιθανότητα ανάπτυξης σοβαρών λοιμώξεων (λόγω απουσίας αμυντικών μηχανισμών), επικίνδυνων για τη ζωή, ακόμα και από κοινά μικρόβια

Φυσιολογικές- ιδανικές τιμές: 4.000 – 11.000 /mm3 (ή 4 – 11 X 10^9 /L)

ΛΕΥΚΟΚΥΤΤΑΡΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ

Αποτελεί την εκατοστιαία αναλογία των λευκοκυτταρικών πληθυσμών του περιφερικού αίματος.

Φυσιολογικές- ιδανικές τιμές:

Ουδετερόφιλα = 40 – 75 %*
Λεμφοκύτταρα = 20 – 45 %*
Μεγάλα μονοπύρηνα = 2- 10 %* 
Εωσινόφιλα = 1 – 6 %*
Βασεόφιλα = 0 – 1 %

Αυξημένα λεμφοκύτταρα έχουμε σε οξείες ιογενείς λοιμώξεις, σε χρόνιες λοιμώξεις (φυματίωση, βρουκέλλωση, ηπατίτιδα, σύφιλη), σε θυρεοτοξίκωση (αυξημένα επίπεδα Τ3-Τ4) και σε χρόνιες λεμφογενείς λευχαιμίες.

Ελαττώνονται στον λύκο, το AIDS, τη νόσο Hodgkin (νεοπλασία λεμφαδένων) και μετά από χορήγηση κορτιζόνης ή/και ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων.

Τα μεγάλα μονοπύρηνα αυξάνονται σε νοσήματα του κολλαγόνου (αυτοάνοσα), σε μονοκυτταρική λευχαιμία, σε άλλες κακοήθειες, αλλά και σε ειδικές λοιμώξεις (λοιμώδης μονοπυρήνωση, μελιταίο πυρετό, τύφο, φυματίωση).

Τα Ηωσινόφιλα αυξάνονται:

1) σε αλλεργίες
2) παρασιτώσεις
3) διάφορες δερματοπάθειες,        
4) καρκίνους και πνευμονικά ηωσινοφιλικά σύνδρομα.

Τα βασεόφιλα αυξάνονται σε χρόνια μυελογενή λευχαιμία και στην αληθή πολυκυτταραιμία (παθολογικά αυξημένα όλα τα έμμορφα συστατικά του αίματος. Για τα ουδετερόφιλα ισχύει ό,τι και για τα λευκά γενικά (δες πιο πάνω).

ΑΙΜΟΠΕΤΑΛΙΑ (PLT)

Είναι πολύ μικρά κύτταρα, χωρίς πυρήνα, με δισκοειδή μορφή,)που συντελούν στην πήξη του αίματος. Όταν κάποιο αγγείο σπάσει, κινητοποιείται ο μηχανισμός της αιμόστασης που βοηθά στο σχηματισμό αιμοπεταλιακού θρόμβου, που είναι πολύ σημαντικός για την ομαλή επίσχεση της αιμορραγίας. Η μείωση των αιμοπεταλίων αποκαλείται ιατρικώς θρομβοπενία και συνοδεύεται από αιμορραγική προδιάθεση. Αιματώματα, μώλωπες, καθυστερημένος έλεγχος της αιμορραγίας σε κοινά τραύματα, είναι χαρακτηριστικές διαταραχές της θρομβοπενίας. Μικρή ελάττωση των αιμοπεταλίων δεν συνοδεύεται συχνά από εμφανή συμπτώματα, ενώ σημαντική πτώση μπορεί να προκαλέσει επικίνδυνες αιμορραγίες εσωτερικών οργάνων (π.χ. αιμορραγικό εγκεφαλικό επεισόδιο). Εδώ θα πρέπει να κάνουμε μια σημαντική διάκριση: Έχουμε την φυσιολογική πτώση, η οποία επιτυγχάνεται με λήψη μεγάλης ποσότητος ιχθυελαίου, για ρύθμιση των τριγλυκεριδίων, και στο πλαίσιο μιάς προσεγμένης, ισορροπημένης διατροφής, με αναλογία πρωτεϊνης υδατανθρακών και λίπους σε ποσοστό 40-30-30%,και δεν μας ανησυχεί και την  παθολογική πτώση των αιμοπεταλίων, η οποία οφείλεται : σε μειωμένη παραγωγή των πρόδρομων μεγα-καρυο-κυττάρων στο μυελό (π.χ. αιματολογικά νοσήματα, διήθηση από καρκινώματα), σε κατακράτηση των κυκολοφορούντων αιμοπεταλίων από το σπλήνα (π.χ. κίρρωση ήπατος, σπληνομεγαλία), ή σε αυξημένη καταστροφή (π.χ. καρδιακές βαλβίδες, μικρόβια, αυτοαντισώματα). Η θεραπεία κατευθύνεται στην αποκατάσταση της αιμορραγικής τάσης και στην εκρίζωση του υποκείμενου παθολογικού αιτίου.

Φυσιολογικές- ιδανικές τιμές = 150.000 – 400.000 /μL…

Όταν λέμε “γενική αίματος”, εννοούμε αυτές τις 6 μετρήσεις:

(Ht, Hb, RBC, WBC, PLT και τον λευκοκυτταρικό τύπο)

Την ταχύτητα καθίζησης των ερυθρών (ΤΚΕ, που αυξάνεται σε οξείες λοιμώξεις, αυτοάνοσα νοσήματα / κολλαγόνου και σε κακοήθειες.

Φ.Τ. = 1 -10 mm την 1η ώρα στους άνδρες, 1 -15 mm στις γυναίκες και 1 – 20 mm στους άνω των 60 ετών).

Βιοχημικές ονομάζονται:

Όλες οι εξετάσεις προσδιορισμού μιας ουσίας στο αίμα (γίνεται αιμοληψία δηλαδή),
γιατί αφορούν σε ανίχνευση οργανικών και ανόργανων ουσιών και γιατί χρησιμοποιούν βιοχημικές μεθόδους στον προσδιορισμό τους.

ΓΛΥΚΟΖΗ (Glu) Το λεγόμενο “ζάχαρο”.

Η γλυκόζη είναι το κύριο σάκχαρο του αίματος και η κυριότερη πηγή ενέργειας για τον οργανισμό μας (και αποκλειστική για τον εγκέφαλο). Είναι μια εξόζη (υδατάνθρακας δηλαδή) και τα πλέον γνωστά πολυμερή του είναι το άμυλο και το γλυκογόνο. Οι τιμές αναφοράς της γλυκόζης στον ορό ή στο πλάσμα του ατόμου που βρίσκεται σε νηστεία (με ενζυμικές μεθόδους προσδιορισμού).

Φυσιολογικές-ιδανικές τιμές = 60 – 110 mg/dL ή mg% (3,5 – 6 mmol/L)..Παθολογικά αυξημένη γλυκόζη παρατηρείται στο σακχαρώδη διαβήτη. Τιμή πάνω από 200 mg/dL σε νηστεία είναι σχεδόν διαγνωστική του διαβήτη. Μέτρια αύξηση της γλυκόζης (κάτω από 200 mg/dL) εμφανίζεται σε υπερλειτουργία του θυρεοειδή,της υπόφυσης ή των επινεφριδίων,σε διάχυτες νόσους του παγκρέατος (παγκρεατίτιδα, καρκίνος), σε ενδοκρανιακές παθήσεις (μηνιγγίτιδα, εγκεφαλίτιδα, όγκοι, αιμορραγία), αλλά και στα τελικά στάδια πολλών νόσων (στα πλαίσια της γενικότερης απορρύθμισης).Ελάττωση της γλυκόζης κάτω από 40 ή 50 mg/dL χαρακτηρίζεται ως υπογλυκαιμία. Συχνότερη αιτία παραμένει η υπέρβαση της δόσης της ινσουλίνης που παίρνει ο διαβητικός. Μπορεί ακόμη να οφείλεται σε υπολειτουργία του θυρεοειδή, της υπόφυσης ή των επινεφριδίων, καθώς και σε εξάντληση των αποθεμάτων γλυκογόνου από ηπατική νόσο, έντονη μυϊκή άσκηση ή παρατεταμένη νηστεία. Σε άτομα που υποβλήθηκαν σε μερική γαστρεκτομή εκδηλώνεται αντιδραστική υπογλυκαιμία 1 ως 3 ώρες μετά το φαγητό. Εξαιρετικά μεγάλη υπογλυκαιμία παρατηρείται στο ινσουλίνωμα (όγκος του παγκρέατος)Για την παρακολούθηση των διαβητικών αρρώστων μετράμε τη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη Α1c, η οποία φυσιολογικά αποτελεί το 5- 8 % της ολικής αιμοσφαιρίνης και αυξάνει στο διαβήτη. Η τιμή της HbA1c εξαρτάται από τη μέση συγκέντρωση της γλυκόζης του αίματος τις τελευταίες 8 με 10 εβδομάδες, γι’ αυτό και αποτελεί δείκτη της πορείας της νόσου

ΟΥΡΙΑ

Παράγεται στο συκώτι και είναι το κύριο τελικό προϊόν του μεταβολισμού των πρωτεϊνών. Τα επίπεδά της επηρεάζονται από το ποσό των πρωτεϊνών της διατροφής, γι΄ αυτό σε άτομα με νεφρικές παθήσεις μια ελάττωση της ουρίας μπορεί να οφείλεται στη διατροφή και όχι σε βελτίωση της νόσου.

Φυσιολογικές- ιδανικές τιμές = 14 – 50 mg/dL ή mg% (3,6 – 7,1 mmol/L)

Βρίσκεται αυξημένη σε ΟΛΕΣ τις νεφρικές παθήσεις (νεφρικά αίτια). Αυξάνει και από προνεφρικά αίτια, όπως σε αφυδάτωση (πολλοί εμετοί ή διάρροιες δίνουν μεγάλες αυξήσεις).Μέτρια αύξηση προκαλείται από αιμορραγία του πεπτικού, καθώς και από αύξηση του καταβολισμού των πρωτεϊνών (σε μεγάλο πυρετό δηλαδή και σε μολύνσεις / τοξικές καταστάσεις). Μετανεφρικά αίτια αύξησης της ουρίας είναι οι καταστάσεις που προκαλούν επίσχεση ούρων (υπερτροφία του προστάτη, λίθοι στους ουρητήρες, μορφώματα στην κύστη και στένωση της ουρήθρας). Χαμηλές τιμές ουρίας παρατηρούνται σε ελαττωμένη πρόσληψη πρωτεϊνών, σε ασθενείς μετά από αιμοκάθαρση και σε νοσήματα του ήπατος (επηρεάζεται ο κύκλος σύνθεσης της ουρίας εκεί).

ΚΡΕΑΤΙΝΙΝΗΣ σχηματίζεται από την κρεατίνη. Δεν επηρεάζεται από τις πρωτεΐνες της διατροφής, γι’ αυτό θεωρείται πιο αξιόπιστη από την ουρία στην εκτίμηση της νεφρικής λειτουργίας.

Φυσιολογικές- ιδανικές τιμές- Στους άνδρες = 0,7 – 1,4 mg/dL (71 – 115 μmol/L)
Στις γυναίκες = 0,6 – 1,1 mg/dL (53 – 97 μmol/L)

Αυξάνει σε νοσήματα των νεφρών (κυρίως όμως στη χρόνια νεφρική ανεπάρκεια), παράλληλα με την ελάττωση του ρυθμού σπειραματικής διήθησης (glomerular filtration rate, GFR). Αυξάνει και στον υποθυρεοειδισμό, αλλά και σε σοβαρά νοσήματα των μυών (μυϊκή δυστροφία, μυοσίτιδα). Ο GFR είναι ουσιαστικά ο ρυθμός “κάθαρσης” της κρεατινίνης από τα νεφρά και έχει φυσιολογικές τιμές: 95 – 140 mL/min για τους άνδρες και 85 – 125 mL/min για τις γυναίκες.

ΟΥΡΙΚΟ ΟΞΥ

Είναι το τελικό προϊόν του μεταβολισμού των εξωγενών και ενδογενών πουρινών (πχ των αζωτούχων βάσεων του DNA).

Φυσιολογικές- ιδανικές τιμές- Στους άνδρες = 2,5 – 8 mg/dL ή mg%(0,15 – 0,48 mmol/L)
Στις γυναίκες = 1,5 – 6 mg/dL ή mg%(0,09 – 0,36 mmol/L).

Η αύξησή του αποτελεί κριτήριο για τη διάγνωση της ουρικής αρθρίτιδας. Στις κρίσεις της νόσου είναι σημαντικά αυξημένο, όχι όμως πάντα και όχι ανάλογα με τη βαρύτητα της κρίσης. Μεγάλη αύξηση του ουρικού οξέος παρουσιάζεται στη χρόνια νεφρική ανεπάρκεια λόγω ελάττωσης της αποβολής του. Αυξάνει μέτρια σε καταστάσεις μεγάλης καταστροφής κυττάρων, λόγω αύξησης της καταστροφής των νουκλεοτιδίων (των μονομερών του DNA και του RNA), πχ σε λευχαιμία, πολυκυτταραιμία, μεγαλοβλαστική αναιμία (από έλλειψη βιταμίνης Β12 ή φυλλικού οξέος).Το επίπεδο του ουρικού στο αίμα επηρεάζεται από τη διατροφή και από πολλά φάρμακα, επειδή αυξάνουν την κατακράτησή του. Ουρία, Κρεατινίνη και Ουρικό είναι εξετάσεις για τα νεφρά και μπορεί να βρεθούν ψευδώς αυξημένα και σε υπερκατανάλωση διουρητικών ουσιών (καφέδες, τσάι, μπύρα κτλ) ή σε συστηματικά αθλούμενα άτομα.Εκεί δε δίνουμε τόση σημασία και οι τιμές είναι οριακές.

ΛΕΥΚΩΜΑΤΑ ή ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ

Οι πρωτεΐνες στο αίμα μπορεί να παίζουν ρόλο μεταφορικό, λειτουργικό (ένζυμα, αλυσίδες αιμοσφαιρίνης) και αμυντικό (ανοσοσφαιρίνες, ινωδογόνο και συμπλήρωμα σε φλεγμονές και πήξη / επούλωση τραύματος).Είναι δομικά στοιχεία των κυττάρων και η διατήρησή τους σε επαρκή επίπεδα με τη διατροφή επιβάλλεται.

Φυσιολογικές- ιδανικές τιμές- Ολικά λευκώματα = 5,5 – 8 g/dL (55 – 80 g/L)- Λευκωματίνες = 3,5 – 5,5 g/dL (35 – 55 g/L) και σε συμμετοχή 50 – 60 %-Σφαιρίνες = 1,5 – 3,5 g/dL (20 – 35 g/L) και συμμετοχή 40 – 50 %-Ινωδογόνο = 160 – 415 mg/dL ή mg% (0,5 – 1,4 μmol/L)- Συμπλήρωμα C3 = 55 – 120 mg% Στην ηλεκτροφόρηση των σφαιρινών θα πρέπει να τηρείται η εσωτερική αναλογία: α1 = 4,2 – 7,2 %, α2 = 6,8 – 12 %, β = 9,3 – 15 % και γ = 13 – 23 %.

Ουσιαστικά πρόκειται για την αναλογία των υποτύπων των ανοσοσφαιρινών (αντισωμάτων) στο αίμα. Η αύξηση των ολικών λευκωμάτων οφείλεται σχεδόν πάντα (με εξαίρεση την αφυδάτωση) σε αύξηση των σφαιρινών και κυρίως των γ-σφαιρινών. Οι σφαιρίνες αυξάνουν σε προχωρημένες παθήσεις του ήπατος, στο πολλαπλό μυέλωμα, σε χρόνιες λοιμώξεις και σε νοσήματα του κολλαγόνου (αυτοάνοσα). Η ελάττωση των ολικών λευκωμάτων οφείλεται συνήθως σε ελάττωση της λευκωματίνης από τα ούρα (νεφρωσικό σύνδρομο), από το έντερο (εντεροπάθειες), από το δέρμα (εγκαύματα) και από μεγάλες αιμορραγίες. Άλλες αιτίες υπολευκωματιναιμίας είναι η μειωμένη σύνθεση λευκωμάτων σε βαριά ηπατική νόσο, η κακή διατροφή, η κακή απορρόφηση, αλλά και ο αυξημένος καταβολισμός λευκωμάτων (πχ εμπύρετες καταστάσεις, τραύματα). Η λευκωματίνη ονομάζεται και αλβουμίνη.

ΤΡΑΝΣΑΜΙΝΑΣΕΣ ή ΑΜΙΝΟΤΡΑΝΣΦΕΡΑΣΕΣ (SGOT και SGPT)

Είναι ένζυμα μεταφοράς αμινοομάδων. Η οξαλοξεική τρανσαμινάση (SGOT) υπάρχει σε μεγαλύτερες συγκεντρώσεις στο μυοκάρδιο και σε μικρότερες στο ήπαρ και στους μύες. Η τιμή της στον ορό αυξάνει στο έμφραγμα του μυοκαρδίου 3 με 9 ώρες μετά την εισβολή και φτάνει στη μέγιστη τιμή μετά από 24 ώρες. Αυξάνει, επίσης, σε παθήσεις των μυών (μυϊκή δυστροφία, μυοσίτιδα). Η πυροσταφυλική τρανσαμινάση (SGPT) βρίσκεται σε υψηλότερες συγκεντρώσεις στο συκώτι. Μαζί με τη SGOT αποτελούν ευαίσθητους δείκτες ηπατοκυτταρικής βλάβης. Μεγάλη αύξηση παρατηρείται: στην οξεία ηπατίτιδα, ενώ μέτρια σε χρόνιες ηπατικές παθήσεις, αποφρακτικό ίκτερο (πχ “πέτρα στη χολή”), λοιμώδη μονοπυρήνωση (“νόσος του φιλιού”) και σε όγκους του ήπατος. Διαπιστώνουμε χρόνιο αλκοολισμό όταν δούμε εργαστηριακά το λόγο SGOT/SGPT να είναι πάνω από 2.

Φυσιολογικές- ιδανικές τιμές-SGOT = 5 – 40 U/mL-SGPT = 5 – 35 U/ML

Παλαιότερα, η οξαλοξεική τρανσαμινάση (SGOT) ονομαζόταν ασπαρτική αμινοτρανσφεράση (AST) και η πυροσταφυλική τρανσαμινάση (SGPT) αλανινική τρανσφεράση (ALT). Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε μια σημαντική παράμετρο: ΤΟ ΛΙΠΩΔΕΣ ΗΠΑΡ. Μεγάλη προσοχή χρειάζεται όταν έχουμε μια κατάσταση που ονομάζεται ΛΙΠΩΔΕΣ ΗΠΑΡ. Το λιπώδες ήπαρ είναι μία νόσος πολύ συνηθισμένη τα τελευταία χρόνια στην καθημερινή κλινική πράξη και ορίζεται ως: Η ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΛΙΠΟΥΣ στα ηπατοκύτταρα. Η κλινική της σημασία ωστόσο άρχισε να αξιολογείται την τελευταία δεκαετία όταν και διαπιστώθηκε ότι έχει σχέση με το μεταβολικό σύνδρομο και την πιθανότητα εξέλιξης σε κίρρωση ήπατος και ηπατοκυτταρικό καρκίνο

Η παθολογική συγκέντρωση λίπους στα ηπατοκύτταρα με συνοδό φλεγμονή δημιουργούνται τόσο σε πότες , όσο και σε μη πότες, που ήταν όμως παχύσαρκοι ή γυναίκες με διαβήτη ή άτομα με υπερ-τριγλυκεριδαιμία ή συνδυασμό..

Είναι η μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος (NAFLD) και περιλαμβάνει πολλές αλλοιώσεις, από πλήρη απουσία φλεγμονής έως βαριά φλεγμονή ή/και κίρρωση που μπορεί να οδηγήσει σε ηπατική ανεπάρκεια ή ηπατο-κυτταρικό καρκίνο

Η συχνότητα της μη αλκοολικής λιπώδους νόσου του ήπατος ανευρίσκεται στο 15-20% των ατόμων που υποβάλλονται σε προληπτικές εξετάσεις, ενώ αυξάνεται με την ηλικία και την ύπαρξη παχυσαρκίας ή διαβήτη.

Οι ασθενείς με μη αλκοολική λιπώδη νόσο του ήπατος συνήθως δεν έχουν συμπτώματα και ο λόγος επίσκεψης στον ιατρό είναι η τυχαία ανεύρεση λιπώδους διήθησης του ήπατος σε υπερηχογράφη…ή η αύξηση των τρανσαμινασών σε εργαστηριακό έλεγχο.

Το ιστορικό, η κλινική εξέταση και ένας εκτενής εργαστηριακός έλεγχος θα οδηγήσει στον αποκλεισμό άλλης ηπατικής νόσου και στη διάγνωση της μη αλκοολικής λιπώδους νόσου του ήπατος.

Η μελέτη της νόσου ωστόσο δυσχεραίνεται από το γεγονός ότι η ακριβής διάγνωση τεκμηριώνεται μόνο με βιοψία ήπατος

Τα συμπτώματα όπως αναφέρθηκε είναι σπάνια και μπορεί να περιλαμβάνουν.

     - βάρος στο δεξιό υποχόνδριο,

      -αίσθημα κόπωσης και

      - κνησμό.

Τα συνήθη χαρακτηριστικά της κλινικής εξέτασης είναι :

     - ηπατομεγαλία (30%),

     - παχυσαρκία (ΒΜ1>30) στο 30% και

      -η περίμετρος μέσης

(άνδρες > 102cm / γυναίκες > 88 cm).

Είναι πολύ σημαντικό να φροντίζουμε την περίμετρο της μέσης μας, ώστε: να είναι πάντα μικρότερη από 102 εκατ., μετρώντας στο ύψος του αφαλού, και για τις γυναίκες τα 82-88 εκατοστά

Οι απαραίτητες εργαστηριακές εξετάσεις, οι οποίες μπορεί να είναι αυξημένες, είναι:.

      -οι τρανσαμινάσες,

      -η υψηλή χοληστερόλη HDL, η καλή χοληστερίνη ναι είναι αλήθεια, χωρίς να υπάρχει… δηλ. σωστή διατροφή και καθημερινή αερόβια άσκηση (περπάτημα), δείχνει έμμεσα κάποιο πρόβλημα στο ήπαρ..

      -τα τριγλυκερίδια,

      -η γλυκόζη νηστείας και

      -η καμπύλη σακχάρου,

ενώ οι απεικονιστικές εξετάσεις είναι:

      -το υπερηχογράφημα,

      -η αξονική τομογραφία και

      -η μαγνητική τομογραφία.

Εάν κάποια απ' τις προηγούμενες εξετάσεις, υποψιάσει το γιατρό μας, τότε προχωρούμε σε βιοψία, διότι ακριβή διάγνωση έχουμε, μόνο με βιοψία ήπατος

Η θεραπεία της νόσου, επικεντρώνεται στην αντιμετώπιση των επιμέρους παραγόντων κινδύνου (παχυσαρκία, διαβήτης κ.τ.λ.). και στην αλλαγή του τρόπου ζωής..

Είναι δύσκολο να αλλάξει κανείς τον τρόπο ζωής του, και τις συνήθειες χρόνων, ιδίως στη διατροφή, όμως είναι το μόνο ενδεικνυόμενο, αν δεν θέλει να χάσει το πολυτιμότερο όργανό του : το συκώτι του. Κι ας μη ξεχνάμε δεν είναι τυχαία η λαϊκή φράση «μου έπρηξε το συκώτι»

ΦΩΣΦΑΤΑΣΕΣ

Είναι τα ένζυμα που καταλύουν την υδρόλυση των φωσφωρικών εστέρων. Η αλκαλική φωσφατάση στο αίμα μας προέρχεται κυρίως από τα κόκαλα και το συκώτι μας…

Αυξάνει σε παθήσεις των οστών, εφόσον υπάρχει έντονη οστεοβλαστική δραστηριότητα (πχ ραχίτιδα / έλλειψη βιταμίνης D). Μεγαλύτερη είναι η διαγνωστική της αξία σε παθήσεις του ήπατος και κυρίως στη διαφορική διάγνωση του ικτέρου. Αυξάνει περισσότερο στον αποφρακτικό ίκτερο (ενδοηπατική ή εξωηπατική στάση της χολής πχ από λίθο) και λιγότερο στον ηπατοκυτταρικό ίκτερο. Η όξινη φωσφατάση βρίσκεται σε υψηλές συγκεντρώσεις φυσιολογικά στον προστάτη. Το επίπεδό της στο αίμα ανεβαίνει στον καρκίνο του προστάτη (το ειδικό προστατικό αντιγόνο PSA αποτελεί την πιο χρήσιμη εξέταση για προστάτη).

Φυσιολογικές- ιδανικές τιμές- Αλκαλική φωσφατάση = 4 – 13 UKA (King-Armstrong) ή 2 – 4,5 U Bodansky- Όξινη φωσφατάση = 1 – 5 UKA ή 0,5 – 2 U Bodansky…

ΧΟΛΕΡΥΘΡΙΝΗ

Παράγεται από τον καταβολισμό της αιμοσφαιρίνης. Είναι αδιάλυτη στο νερό και γι’ αυτό στο αίμα μόνο συνδεδεμένη με λευκωματίνη μπορεί να βρεθεί (έμμεση χολερυθρίνη).Στο ήπαρ συνδέεται με γλυκουρονικό οξύ και γίνεται υδατοδιαλυτή (άμεση χολερυθρίνη).

Φυσιολογικές- ιδανικές ανώτερες τιμές = 1 mg/dL για την ολική και 0,35 mg/dL για την άμεση…

Αύξηση της χολερυθρίνης προκαλείται από αυξημένη διάσπαση της αιμοσφαιρίνης (αιμολυτικός ίκτερος), από ανεπαρκή μεταβολισμό της χολερυθρίνης στο ήπαρ (ηπατοκυτταρικός ίκτερος) και από παρεμπόδιση εκροής της χολερυθρίνης στα χοληφόρα (αποφρακτικός ίκτερος). Η συχνότερη αιτία αυξημένης “χολής” είναι η “πέτρα”).

Το σύνδρομο Gilbert (Gilbert Syndrome)

Πρόκειται για μια κληρονομική διαταραχή στη σύζευξη της χολερυθρίνης που πρωτοπεριγράφηκε από τον Augustine Gilbert και τον Pierre Lereboullet το 1901 και παρατηρείται στο 8% του γενικού πληθυσμού, με μια υπεροχή στην εμφάνιση στους άνδρες σε σχέση με τις γυναίκες.από ήπια, επίμονη αύξηση Της Έμμεσης (Μη Συζευγμένης) Χολερυθρίνης ελλείψει αιμόλυσης ή υποκείμενης ηπατικής νόσου. Το σύνδρομο Gilbert οφείλεται στην κατά περίπου 70% -75% μείωση της δραστηριότητας του ενζύμου…. Γλυκουρονο-Συλο-Τρανσφεράση της φωσφορικής ουριδίνης (UGΤ), ενός ενζύμου που είναι υπεύθυνο για την σύζευξη της χολερυθρίνης και την μετατροπή της σε μονογλυκουρονίδιο και διγλυκουρονίδιο (υδατοδιαλυτές μορφές που μπορούν να απεκκριθούν στην χολή). Η διάγνωση του συνδρόμου τίθεται συνήθως ….κατά την διάρκεια ή λίγο μετά την εφηβεία την ευκαιρία των αιματολογικών εξετάσεων ρουτίνας. Οι συγκεντρώσεις της χολερυθρίνης στον ορό παρουσιάζουν σημαντικές διακυμάνσεις σε κάθε άνθρωπο και στο 25% των ατόμων με σύνδρομο Gilbert παρατηρούνται παροδικά και φυσιολογικές τιμές της χολερυθρίνης. Πιο αυξημένες τιμές χολερυθρίνης σχετίζονται με το Στρες, Την Κούραση, Την Κατανάλωση Αλκοόλ, Την Αφυδάτωση, Την Έμμηνο Ρύση, Την Νηστεία και την περίοδο που συνυπάρχει οξεία νόσος. Η λήψη τροφής προκαλεί μείωση των τιμών της χολερυθρίνης. Δεν Υπάρχει Ειδική Βιοχημική Ή Ιστολογική Εξέταση Που Να Επιβεβαιώνει Την Διάγνωση Του Συνδρόμου. Η διάγνωση στηρίζεται στην απουσία κλινικών συμπτωμάτων και σημείων και στην μέτρηση της χολερυθρίνης, που είναι κατά επικράτηση εμμέσου τύπου.

Η Αυξημένη Χολερυθρίνη Του Ορού Δεν Σχετίζεται Με Αυξημένη Νοσηρότητα Και Δεν Απαιτεί Κάποια Ιδιαίτερη Θεραπεία, Δίαιτα Ή Περιορισμό Των Δραστηριοτήτων Του Ατόμου. Η χρήση φαρμάκων που θα μπορούσαν να μειώσουν την υπερχολερυθριναιμία (πχ φαινοβαρβιτάλη, γλουτεθιμίδιο) σε ασθενείς με σύνδρομο Gilbert είναι αδικαιολόγητη στην κλινική πρακτική.Η αποφυγή των παραγόντων που σχετίζονται με την αύξηση της χολερυθρίνης (στρες, κούραση, αλκοόλ, αφυδάτωση, νηστεία αποτελούν την μοναδική αιτία.

Αρκετά εως εδώ...

Η θεραπευτική παρέμβαση επεξήγηση και διάγνωση γίνεται μόνο και ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ από το γιατρό!
------------------------
*Η Μαρία Ιωσηφίδου είναι Ιατρός Πνευμονολόγος στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομειό Ρίου και Ιατρός Πνευμονολόγος-Φυματιολόγος, Αναπληρώτρια Υπεύθυνη στον Οργανισμό Κατά των Ναρκωτικών ΟΚΑΝΑ και τιμά το παρόν blog με τις σκέψεις της!

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου