Οι υπαρξιστές φιλόσοφοι πιστεύουν ότι γεννιόμαστε για να αναζητήσουμε και να επιλέξουμε εμείς τον σκοπό σε έναν κόσμο που πολλές φορές προκαλεί σύγχυση και αποπροσανατολίζει. Κατά τον ίδιο τρόπο, έχουμε διαρκώς ανάγκη να βρίσκουμε τις δικές μας αξίες και το δικό μας νόημα για τη ζωή μας.
Από όλους τους υπαρξιστές στοχαστές, με επηρέασε περισσότερο ο Γερμανός φιλόσοφος Μάρτιν Χάιντεγκερ (1889-1976), ευρύτερα γνωστός για το έργο του Είναι και χρόνος (1927), το οποίο θεωρείται ένα από τα σημαντικά έργα φιλοσοφίας του εικοστού αιώνα. Η σημασία της σκέψης του Χάιντεγκερ για την κατανόηση των συναισθημάτων γίνεται εμφανής αν λάβουμε υπόψη μας τη διάκριση που κάνει μεταξύ δύο βασικών τρόπων θέασης του κόσμου, για τους οποίους υιοθέτηση δύο ενδιαφέροντες, καινοφανείς όρους: παρεύρεση (Vorhandenheit) και προχειρότητα (Zuhandenheit). Η παρεύρεση είναι η θεωρητική κατανόηση της πραγματικότητας, ο τρόπος με τον οποίο παρατηρούμε και διατυπώνουμε θεωρίες για τα πράγματα, και ο τρόπος με τον οποίο γνωρίζουμε τελικά τα γεγονότα για τον κόσμο, μέσω της ουδέτερης εξέτασης- ο τρόπος που υιοθετούσε ένας επιστήμονας.
Η προχειρότητα αφορά την εμπλοκή μας με τον κόσμο- πώς συνδεόμαστε με αυτόν μέσω των αλληλεπιδράσεών μας με αντικείμενα και ανθρώπους σε διάφορες καταστάσεις. Ο Χάιντεγκερ προσέδωσε μεγαλύτερη δύναμη στην προχειρότητα, θέλοντας έτσι να τονίσει ότι η εμπειρία μας από τον κόσμο επισκιάζει την επιστημονική γνώση που έχουμε γι’ αυτόν. Είναι αυτή που προηγείται, το πώς καταφέρνουμε σε πρώτη φάση να γνωρίσουμε τον κόσμο. Ομοίως, θα μπορούσε κάποιος να πει, η εμπειρία των συναισθημάτων επικρατεί των θεωρητικών αντιλήψεων μας γι’ αυτά. Ο Χάιντεγκερ πίστευε ότι η επιστήμη δεν μπορεί να συλλάβει πλήρως τη βιούμενη εμπειρία του άγχους.
Για τον Χάιντεγκερ, άγχος και φόβος ήταν ξεκάθαρα διακριτά. Όπως έγραψε, φόβος και άγχος είναι “συγγενικά φαινόμενα” που συχνά συγχέονται, αλλά πρέπει να διακρίνονται. Κάτι απειλητικό είναι “τρομακτικό” αν έχουμε να το αντιμετωπίσουμε ως συγκεκριμένη και πραγματική οντότητα. Αντιθέτως, “αυτό μπροστά στο οποίο νιώθει κάποιος άγχος, είναι εντελώς αόριστο”. Το άγχος δεν “γνωρίζει” για ποιο λόγο υφίσταται, αφού η απειλή δεν βρίσκεται κάπου συγκεκριμένα και δεν διαθέτει καμιά ταυτοποιήσιμη πηγή.
Ο σπουδαίος φιλόσοφος θεωρούσε ότι το άγχος είχε ιδιαιτέρως μεγάλη σημασία. Όπως πρέπει να μπορούμε να νιώθουμε φόβο, ώστε να επιβιώνουμε απέναντι σε πραγματικούς κινδύνους, γιατί χρειαζόμαστε και το άγχος, απλώς για να “υπάρχουμε” στον κόσμο. Τι εννοούσε ο Χάιντεγκερ με αυτό; Καθημερινά προηγούμαστε στον κόσμο και διαπλεκόμαστε με ένα δίκτυο πραγμάτων, ανθρώπων, πράξεων και περιστάσεων. Σηκωνόμαστε το πρωί, πηγαίνουμε τα παιδιά μας στο σχολείο, πηγαίνουμε στη δουλειά, συναντάμε τους συναδέλφους και τους φίλους μας, πηγαίνουμε στο γυμναστήριο ή στην παμπ, προγραμματίζουμε τις διακοπές μας, αγοράζουμε ένα καινούριο έπιπλο για το σπίτι μας, ένα νέο CD ή το τελευταίο τηλέφωνο, και παίζουμε με το iPad μας. Όλα αυτά, μας απορροφούν τελείως. Ο Χάιντεγκερ ονομάζει αυτή την απορρόφηση στον κόσμο “πτώση”. Με απλά λόγια, “πέφτουμε” στις ρουτίνες μας και, με αυτό τον τρόπο, τείνουμε να παραβλέψουμε, και να πάψουμε να αναζητούμε, το αυθεντικό νόημα της ζωής. Παρασυρμένοι από την “αδράνεια της πτώσης”, στρεφόμαστε μακριά από τον εαυτό μας. Απομακρυνόμαστε από μια ζωή με νόημα, επειδή αυτό μάς βολεύει καλύτερα. Απωθούμε το άγχος, όμως “το άγχος είναι εκεί. Απλώς, κοιμάται”.
Ωστόσο, όταν αυτό ξυπνά, η συμβιωτική ταύτισή μας, με τον κόσμο ξεθωριάζει. Υπό την επήρεια του άγχους, τα ίδια πράγματα, καταστάσεις και άνθρωποι παύουν να έχουν σημασία και εξαφανίζονται. Τα πάντα “βυθίζονται και χάνονται”. Οποιαδήποτε προγενέστερη σύνδεση με τον κόσμο, και οποιαδήποτε ερμηνεία του, αμφισβητείται. Διόλου περίεργο που για να μεταφέρει το δυσάρεστο αίσθημα του άγχους, ο Χάιντεγκερ χρησιμοποίησε, επίσης, τη λέξη unheimlich, που σημαίνει ανοίκειο, η αποξενωμένο. Σε μια κρίση άγχους αναγκαζόμαστε να γνωρίσουμε καλύτερα τον εαυτό μας- και κατά τη διαδικασία, αναθεωρούμε τη σημασία ορισμένων πραγμάτων που αγαπούσαμε και εκτιμούσαμε, καθώς και τη σχέση μας με αυτά. Αμφιβάλλουμε για τον ίδιο τον εαυτό μας. Το άγχος αποκαλύπτει τον κόσμο και την κατάστασή μας σε αυτόν όπως είναι, χωρίς παραπανίσια στολίδια.
Το άγχος μας συνδέεται, επίσης, με το μέλλον. Είμαστε ανθρώπινα όντα που υπάρχουμε στον χρόνο, επέμενε ο Χάιντεγκερ. Πράγματι, δεν αγχωνόμαστε για το τι έχει ήδη συμβεί, ή για το τι πρόκειται να συμβεί. Αγχωνόμαστε, κυρίως, για το τι, ενδεχομένως μπορεί να συμβεί. Η ανησυχία συνήθως αργοσέρνεται όταν σκεφτόμαστε τις ατελείωτες ευκαιρίες που μπορεί να αδράξουμε ή να χάσουμε σε τούτη τη ζωή. Οι ρίζες του άγχους βρίσκονται στη συνειδητοποίηση της ελευθερίας μας να επιλέγουμε ποιοι θέλουμε να είμαστε και πώς θέλουμε να ζήσουμε. Για τον Χάιντεγκερ, οι επιλογές αυτές συνοδεύονται από μια θεμελιώδη δυσκολία, επειδή σχετίζονται, με έναν βαθύ τρόπο, με το είδος της ζωής που μας κάνει πιο αυθεντικούς. Δεν αφορούν απλώς ποια δουλειά θα επιλέξουμε, ποιο σπίτι θ’ αγοράσουμε ή με ποιον θα μοιραστούμε τη ζωή μας. Έχουν να κάνουν με τη δουλειά, με το σπίτι και το άτομο που αναδεικνύουν τις υψηλότερες δυνατότητες για την ύπαρξη μας, στις οποίες στηριζόμαστε, θα μπορούσε κάποιος να πει, για να πραγματώσουμε την ευτυχία. Δεν υπάρχει έτοιμη συνταγή. Μόνο εμείς μπορούμε να καταλάβουμε τι είναι καλύτερο για εμάς.
Μόνο εμείς μπορούμε να επιλέξουμε κάτι επειδή είναι σημαντικό για εμάς, και όχι επειδή ανταποκρίνεται στις νόρμες της κοινωνίας ή στις αξίες κάποιου άλλου.
Από όλους τους υπαρξιστές στοχαστές, με επηρέασε περισσότερο ο Γερμανός φιλόσοφος Μάρτιν Χάιντεγκερ (1889-1976), ευρύτερα γνωστός για το έργο του Είναι και χρόνος (1927), το οποίο θεωρείται ένα από τα σημαντικά έργα φιλοσοφίας του εικοστού αιώνα. Η σημασία της σκέψης του Χάιντεγκερ για την κατανόηση των συναισθημάτων γίνεται εμφανής αν λάβουμε υπόψη μας τη διάκριση που κάνει μεταξύ δύο βασικών τρόπων θέασης του κόσμου, για τους οποίους υιοθέτηση δύο ενδιαφέροντες, καινοφανείς όρους: παρεύρεση (Vorhandenheit) και προχειρότητα (Zuhandenheit). Η παρεύρεση είναι η θεωρητική κατανόηση της πραγματικότητας, ο τρόπος με τον οποίο παρατηρούμε και διατυπώνουμε θεωρίες για τα πράγματα, και ο τρόπος με τον οποίο γνωρίζουμε τελικά τα γεγονότα για τον κόσμο, μέσω της ουδέτερης εξέτασης- ο τρόπος που υιοθετούσε ένας επιστήμονας.
Η προχειρότητα αφορά την εμπλοκή μας με τον κόσμο- πώς συνδεόμαστε με αυτόν μέσω των αλληλεπιδράσεών μας με αντικείμενα και ανθρώπους σε διάφορες καταστάσεις. Ο Χάιντεγκερ προσέδωσε μεγαλύτερη δύναμη στην προχειρότητα, θέλοντας έτσι να τονίσει ότι η εμπειρία μας από τον κόσμο επισκιάζει την επιστημονική γνώση που έχουμε γι’ αυτόν. Είναι αυτή που προηγείται, το πώς καταφέρνουμε σε πρώτη φάση να γνωρίσουμε τον κόσμο. Ομοίως, θα μπορούσε κάποιος να πει, η εμπειρία των συναισθημάτων επικρατεί των θεωρητικών αντιλήψεων μας γι’ αυτά. Ο Χάιντεγκερ πίστευε ότι η επιστήμη δεν μπορεί να συλλάβει πλήρως τη βιούμενη εμπειρία του άγχους.
Για τον Χάιντεγκερ, άγχος και φόβος ήταν ξεκάθαρα διακριτά. Όπως έγραψε, φόβος και άγχος είναι “συγγενικά φαινόμενα” που συχνά συγχέονται, αλλά πρέπει να διακρίνονται. Κάτι απειλητικό είναι “τρομακτικό” αν έχουμε να το αντιμετωπίσουμε ως συγκεκριμένη και πραγματική οντότητα. Αντιθέτως, “αυτό μπροστά στο οποίο νιώθει κάποιος άγχος, είναι εντελώς αόριστο”. Το άγχος δεν “γνωρίζει” για ποιο λόγο υφίσταται, αφού η απειλή δεν βρίσκεται κάπου συγκεκριμένα και δεν διαθέτει καμιά ταυτοποιήσιμη πηγή.
Ο σπουδαίος φιλόσοφος θεωρούσε ότι το άγχος είχε ιδιαιτέρως μεγάλη σημασία. Όπως πρέπει να μπορούμε να νιώθουμε φόβο, ώστε να επιβιώνουμε απέναντι σε πραγματικούς κινδύνους, γιατί χρειαζόμαστε και το άγχος, απλώς για να “υπάρχουμε” στον κόσμο. Τι εννοούσε ο Χάιντεγκερ με αυτό; Καθημερινά προηγούμαστε στον κόσμο και διαπλεκόμαστε με ένα δίκτυο πραγμάτων, ανθρώπων, πράξεων και περιστάσεων. Σηκωνόμαστε το πρωί, πηγαίνουμε τα παιδιά μας στο σχολείο, πηγαίνουμε στη δουλειά, συναντάμε τους συναδέλφους και τους φίλους μας, πηγαίνουμε στο γυμναστήριο ή στην παμπ, προγραμματίζουμε τις διακοπές μας, αγοράζουμε ένα καινούριο έπιπλο για το σπίτι μας, ένα νέο CD ή το τελευταίο τηλέφωνο, και παίζουμε με το iPad μας. Όλα αυτά, μας απορροφούν τελείως. Ο Χάιντεγκερ ονομάζει αυτή την απορρόφηση στον κόσμο “πτώση”. Με απλά λόγια, “πέφτουμε” στις ρουτίνες μας και, με αυτό τον τρόπο, τείνουμε να παραβλέψουμε, και να πάψουμε να αναζητούμε, το αυθεντικό νόημα της ζωής. Παρασυρμένοι από την “αδράνεια της πτώσης”, στρεφόμαστε μακριά από τον εαυτό μας. Απομακρυνόμαστε από μια ζωή με νόημα, επειδή αυτό μάς βολεύει καλύτερα. Απωθούμε το άγχος, όμως “το άγχος είναι εκεί. Απλώς, κοιμάται”.
Ωστόσο, όταν αυτό ξυπνά, η συμβιωτική ταύτισή μας, με τον κόσμο ξεθωριάζει. Υπό την επήρεια του άγχους, τα ίδια πράγματα, καταστάσεις και άνθρωποι παύουν να έχουν σημασία και εξαφανίζονται. Τα πάντα “βυθίζονται και χάνονται”. Οποιαδήποτε προγενέστερη σύνδεση με τον κόσμο, και οποιαδήποτε ερμηνεία του, αμφισβητείται. Διόλου περίεργο που για να μεταφέρει το δυσάρεστο αίσθημα του άγχους, ο Χάιντεγκερ χρησιμοποίησε, επίσης, τη λέξη unheimlich, που σημαίνει ανοίκειο, η αποξενωμένο. Σε μια κρίση άγχους αναγκαζόμαστε να γνωρίσουμε καλύτερα τον εαυτό μας- και κατά τη διαδικασία, αναθεωρούμε τη σημασία ορισμένων πραγμάτων που αγαπούσαμε και εκτιμούσαμε, καθώς και τη σχέση μας με αυτά. Αμφιβάλλουμε για τον ίδιο τον εαυτό μας. Το άγχος αποκαλύπτει τον κόσμο και την κατάστασή μας σε αυτόν όπως είναι, χωρίς παραπανίσια στολίδια.
Το άγχος μας συνδέεται, επίσης, με το μέλλον. Είμαστε ανθρώπινα όντα που υπάρχουμε στον χρόνο, επέμενε ο Χάιντεγκερ. Πράγματι, δεν αγχωνόμαστε για το τι έχει ήδη συμβεί, ή για το τι πρόκειται να συμβεί. Αγχωνόμαστε, κυρίως, για το τι, ενδεχομένως μπορεί να συμβεί. Η ανησυχία συνήθως αργοσέρνεται όταν σκεφτόμαστε τις ατελείωτες ευκαιρίες που μπορεί να αδράξουμε ή να χάσουμε σε τούτη τη ζωή. Οι ρίζες του άγχους βρίσκονται στη συνειδητοποίηση της ελευθερίας μας να επιλέγουμε ποιοι θέλουμε να είμαστε και πώς θέλουμε να ζήσουμε. Για τον Χάιντεγκερ, οι επιλογές αυτές συνοδεύονται από μια θεμελιώδη δυσκολία, επειδή σχετίζονται, με έναν βαθύ τρόπο, με το είδος της ζωής που μας κάνει πιο αυθεντικούς. Δεν αφορούν απλώς ποια δουλειά θα επιλέξουμε, ποιο σπίτι θ’ αγοράσουμε ή με ποιον θα μοιραστούμε τη ζωή μας. Έχουν να κάνουν με τη δουλειά, με το σπίτι και το άτομο που αναδεικνύουν τις υψηλότερες δυνατότητες για την ύπαρξη μας, στις οποίες στηριζόμαστε, θα μπορούσε κάποιος να πει, για να πραγματώσουμε την ευτυχία. Δεν υπάρχει έτοιμη συνταγή. Μόνο εμείς μπορούμε να καταλάβουμε τι είναι καλύτερο για εμάς.
Μόνο εμείς μπορούμε να επιλέξουμε κάτι επειδή είναι σημαντικό για εμάς, και όχι επειδή ανταποκρίνεται στις νόρμες της κοινωνίας ή στις αξίες κάποιου άλλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου