Υπάρχουν Άνθρωποι με όλα τα γράμματα κεφαλαία και… ανθρωπάκια. Κάποιοι από αυτούς ξεχωρίζουν, διαπρέπουν, γίνονται πρότυπο ζωής, φωτίζουν όποιον λάχει στην πορεία τους και τον παρασέρνουν σε ούριους ανέμους και κάποιοι από αυτούς ποδοπατούν, καταπατούν, σακατεύουν αιμοσταγή, αδίστακτα, στυγνά, με μαθηματική ακρίβεια ρυθμισμένα σαρκοφάγα όντα.
Δίχως αισθήματα, ανίκανοι να αγαπήσουν. Αλαζόνες, γεμάτοι έπαρση, με δική τους λογική, κρύβονται πίσω από τα λόγια και τις μεγαλειώδεις – τιποτένιες – άδειες πράξεις. Άνθρωποι κενοί. Να ντρέπεσαι που ανήκεις στο ίδιο είδος. Η τιμωρία τους είναι ο ίδιος ο εαυτός τους.
Και οι δύο σε σημαδεύουν, αφήνοντας πάνω σου, αλλά και στην ανθρωπότητα, τα δικά τους χνάρια. Ποιοι είναι τι, είναι εύκολο να βρεθεί. Αν και σε πολλούς μπορεί να πάρει καιρό, χρόνια να συνειδητοποιήσουν ότι υπάρχουν και αυτοί. Όταν πλέον δυσκολεύονται ακόμα και να ανασάνουν, τα σημάδια ήταν πάντα εκεί και περίμεναν απλά κάποιος να τα δει.
Σαν βρεθούν στο δρόμο σου, μην επιτρέψεις ούτε χαμόγελο αλλά ούτε ένα δάκρυ σου να τους χαρίσεις. Γιατί αυτή είναι η τροφή τους, ρουφάνε το συναίσθημά σου και το κακό, ο φόβος, η ανασφάλεια, η απογοήτευση πολλαπλασιάζονται με ταχύτερους ρυθμούς απ’ ό,τι ποτέ θα μπορούσες να φανταστείς. Μετά εξουσιάζουν τη σκέψη σου, την ψυχή σου και τέλος όλη την ύπαρξή σου.
Έχουν την ιδιαιτερότητα με μεγάλη μαεστρία ό,τι καλό έχεις ή νιώθεις να το καταστρέφουν, να το δηλητηριάζουν, να το εκμηδενίζουν, να το εξαφανίζουν. Μόνο μαυρίλα σου φέρνουν. Κλέβουν την πνοή σου. Ναζί της ψυχής, καταχραστές της εξουσίας, καμουφλαρισμένη καλά δημοκρατία.
Το Τίποτα δεν είναι τίποτα, είναι απλό, αγνό, τίμιο, ειλικρινές αθώο, ένα απλό· μικρούτσικο Τίποτα. Όπως και το Κάτι δεν είναι κάτι ανησυχητικό, είναι απλά ο εαυτός του, δυναμικό ή αδύναμο, σπουδαίο ή ασήμαντο, μεγάλο ή μικρό, όμορφο ή άσχημο, ευφυές ή ανόητο, είναι αυτό που είναι.
Αυτό όμως το Κάτι που έχει μέσα του Τίποτα, είναι να το φοβάσαι, να το αποφεύγεις, να το λυπάσαι. Γιατί ποτέ δεν θα καταφέρει να γίνει Κάτι και αυτό είναι η καταστροφή του, όπως και των γύρω του, όπως και όλων όσων το πλησιάζουν. Μέσα στην αγωνία του να κρύψει το τίποτα θα καταστρέψει δάση, βουνά και θάλασσες.
Εσένα και ό,τι σε περικλείει, τον αέρα που αναπνέεις και τη γη που πατάς, αφού σίγουρα και το ίδιο το τίποτα δεν μπορεί να ζει ως κάτι. Σάπιο, παλιό, κακοκαιρισμένο με μυρωδιά μούχλας, υγρασίας, πολυχρονισμένης σκόνης, κακίας και εκδίκησης, καμουφλαρισμένο σε ένα γέλιο ψυχωτικό, σε μια ευφυΐα τρομακτική στα όρια της τρέλας, σε μια ουτοπική ευφορία. Το Τίποτα είναι πλέον επικίνδυνο, χολωμένο, ολέθριο. Τοξικό, για όποιον τύχει να οσμιστεί έστω ένα ψεγάδι το καλά κρυμμένου του εαυτού.
Αποσύρσου, τρέχα. Τρέχα όσο πιο γρήγορα μπορείς, βγάλε φτερά και πέτα, πέτα όσο πιο μακριά μπορείς, για να καταφέρεις να σωθείς. Κάνε αυτό το δώρο σε εσένα. Το αντίθετο μην το φοβάσαι. Το καλά κρυμμένο Κάτι σε Τίποτα. Κάνε του μια αγκαλιά, χάρισέ του ένα χαμόγελο, πες του μια ζεστή, ειλικρινή κουβέντα κι αυτό θ’ ανοίξει τα φτερά του, θα πετάξει ψηλά και θα πάρει κι εσένα μαζί του στο μαγικό ταξίδι της μεταμόρφωσης.
Το τίποτα και το κάτι που έχει γίνει βεβιασμένα τίποτα να φοβηθείς, μόνο όταν το ενοχλείς· σαν τίποτα που είναι, δεν έχει και τίποτα να χάσει και από απλό ασήμαντο τίποτα⋅ θε να θεριέψει και γίνει κάτι, αληθινό κάτι, όχι καμουφλαρισμένο. Παλιωμένη αγάπη, κουρελιασμένη ζωή, σαν σάπιο ξύλο που το ξέβρασε η θάλασσα.
Πρέπει να ξανασηκωθείς. Ήρθε ο χρονισμός της αλλαγής. Μη μεμψιμοιρείς, διώξε την πικρία. Αφού γλίτωσες από το ναυάγιο, ποια φουρτούνα πια να σε τρομάξει; Απλά πίστεψε σ’ αυτά που νιώθεις και υποστηρίξέ τα. Αγάπα σε. Υποστήριξε – στήριξέ σε.
Δίχως αισθήματα, ανίκανοι να αγαπήσουν. Αλαζόνες, γεμάτοι έπαρση, με δική τους λογική, κρύβονται πίσω από τα λόγια και τις μεγαλειώδεις – τιποτένιες – άδειες πράξεις. Άνθρωποι κενοί. Να ντρέπεσαι που ανήκεις στο ίδιο είδος. Η τιμωρία τους είναι ο ίδιος ο εαυτός τους.
Και οι δύο σε σημαδεύουν, αφήνοντας πάνω σου, αλλά και στην ανθρωπότητα, τα δικά τους χνάρια. Ποιοι είναι τι, είναι εύκολο να βρεθεί. Αν και σε πολλούς μπορεί να πάρει καιρό, χρόνια να συνειδητοποιήσουν ότι υπάρχουν και αυτοί. Όταν πλέον δυσκολεύονται ακόμα και να ανασάνουν, τα σημάδια ήταν πάντα εκεί και περίμεναν απλά κάποιος να τα δει.
Σαν βρεθούν στο δρόμο σου, μην επιτρέψεις ούτε χαμόγελο αλλά ούτε ένα δάκρυ σου να τους χαρίσεις. Γιατί αυτή είναι η τροφή τους, ρουφάνε το συναίσθημά σου και το κακό, ο φόβος, η ανασφάλεια, η απογοήτευση πολλαπλασιάζονται με ταχύτερους ρυθμούς απ’ ό,τι ποτέ θα μπορούσες να φανταστείς. Μετά εξουσιάζουν τη σκέψη σου, την ψυχή σου και τέλος όλη την ύπαρξή σου.
Έχουν την ιδιαιτερότητα με μεγάλη μαεστρία ό,τι καλό έχεις ή νιώθεις να το καταστρέφουν, να το δηλητηριάζουν, να το εκμηδενίζουν, να το εξαφανίζουν. Μόνο μαυρίλα σου φέρνουν. Κλέβουν την πνοή σου. Ναζί της ψυχής, καταχραστές της εξουσίας, καμουφλαρισμένη καλά δημοκρατία.
Το Τίποτα δεν είναι τίποτα, είναι απλό, αγνό, τίμιο, ειλικρινές αθώο, ένα απλό· μικρούτσικο Τίποτα. Όπως και το Κάτι δεν είναι κάτι ανησυχητικό, είναι απλά ο εαυτός του, δυναμικό ή αδύναμο, σπουδαίο ή ασήμαντο, μεγάλο ή μικρό, όμορφο ή άσχημο, ευφυές ή ανόητο, είναι αυτό που είναι.
Αυτό όμως το Κάτι που έχει μέσα του Τίποτα, είναι να το φοβάσαι, να το αποφεύγεις, να το λυπάσαι. Γιατί ποτέ δεν θα καταφέρει να γίνει Κάτι και αυτό είναι η καταστροφή του, όπως και των γύρω του, όπως και όλων όσων το πλησιάζουν. Μέσα στην αγωνία του να κρύψει το τίποτα θα καταστρέψει δάση, βουνά και θάλασσες.
Εσένα και ό,τι σε περικλείει, τον αέρα που αναπνέεις και τη γη που πατάς, αφού σίγουρα και το ίδιο το τίποτα δεν μπορεί να ζει ως κάτι. Σάπιο, παλιό, κακοκαιρισμένο με μυρωδιά μούχλας, υγρασίας, πολυχρονισμένης σκόνης, κακίας και εκδίκησης, καμουφλαρισμένο σε ένα γέλιο ψυχωτικό, σε μια ευφυΐα τρομακτική στα όρια της τρέλας, σε μια ουτοπική ευφορία. Το Τίποτα είναι πλέον επικίνδυνο, χολωμένο, ολέθριο. Τοξικό, για όποιον τύχει να οσμιστεί έστω ένα ψεγάδι το καλά κρυμμένου του εαυτού.
Αποσύρσου, τρέχα. Τρέχα όσο πιο γρήγορα μπορείς, βγάλε φτερά και πέτα, πέτα όσο πιο μακριά μπορείς, για να καταφέρεις να σωθείς. Κάνε αυτό το δώρο σε εσένα. Το αντίθετο μην το φοβάσαι. Το καλά κρυμμένο Κάτι σε Τίποτα. Κάνε του μια αγκαλιά, χάρισέ του ένα χαμόγελο, πες του μια ζεστή, ειλικρινή κουβέντα κι αυτό θ’ ανοίξει τα φτερά του, θα πετάξει ψηλά και θα πάρει κι εσένα μαζί του στο μαγικό ταξίδι της μεταμόρφωσης.
Το τίποτα και το κάτι που έχει γίνει βεβιασμένα τίποτα να φοβηθείς, μόνο όταν το ενοχλείς· σαν τίποτα που είναι, δεν έχει και τίποτα να χάσει και από απλό ασήμαντο τίποτα⋅ θε να θεριέψει και γίνει κάτι, αληθινό κάτι, όχι καμουφλαρισμένο. Παλιωμένη αγάπη, κουρελιασμένη ζωή, σαν σάπιο ξύλο που το ξέβρασε η θάλασσα.
Πρέπει να ξανασηκωθείς. Ήρθε ο χρονισμός της αλλαγής. Μη μεμψιμοιρείς, διώξε την πικρία. Αφού γλίτωσες από το ναυάγιο, ποια φουρτούνα πια να σε τρομάξει; Απλά πίστεψε σ’ αυτά που νιώθεις και υποστηρίξέ τα. Αγάπα σε. Υποστήριξε – στήριξέ σε.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου